Μια κατατοπιστική ανάλυση του Αντώνη Αναστασόπουλου για το σημείο στο οποίο βρίσκεται η δίκη της νεοναζιστικής χρυσής αυγής και την ολοκληρωτική αποδόμηση της εισαγγελικής πρότασης από τις αγορεύσεις των συνηγόρων της Πολιτικής Αγωγής.
Ένα «φάντασμα» πλανάται
πάνω από την αίθουσα του δικαστηρίου, καθώς οι αγορεύσεις της πολιτικής
αγωγής ολοκληρώθηκαν και η διαδικασία περνά στη φάση κατά την οποία η
«σκυτάλη» παραδίδεται στην υπεράσπιση.
Ο τελευταίος εκ των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής, Άγγελος Βρεττός, κλείνοντας την αγόρευσή του σημείωσε «θα παρακολουθήσουμε από εδώ και στο εξής την αδυναμία ανταπόδειξης του κατηγορητηρίου από την υπεράσπιση». Οι περισσότεροι από 30 συνήγοροι των 68 κατηγορουμένων στη Δίκη της Χρυσής Αυγής ξεκινούν τις αγορεύσεις τους, την Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου και το πιθανότερο, είναι να υπάρξει ένα… αντιδάνειο. Η υπεράσπιση δηλαδή να χρησιμοποιήσει την εισαγγελική πρόταση που με την σειρά της υιοθέτησε τόσα και ακόμα περισσότερα από τα επιχειρήματα της υπεράσπισης.
Έτσι, αν και υπάρχει
έντονο ενδιαφέρον για το πώς η υπεράσπιση θα προσπαθήσει να αντιστρέψει
το κλίμα που δημιούργησαν οι απολογίες και οι αγορεύσεις της πολιτικής
αγωγής, το blitzkrieg της εισαγγελικής πρότασης κατά του κατηγορητηρίου δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια ελιγμών.
Θα δευτερολογήσει η εισαγγελέας;
Ο λόγος λοιπόν
παραδίδεται από τα αριστερά της αίθουσας όπου βρίσκεται η πολιτική
αγωγή, στα δεξιά, της υπεράσπισης. Η προσοχή όμως, συνεχίζει να
επικεντρώνεται στο δεξί άκρο της έδρας (χωροταξικά) και στην εισαγγελέα
Αδαμαντία Οικονόμου.
Και αυτό γιατί η εισαγγελέας σημειώνει, ίσως περισσότερο απ’ όσο το έκανε κατά την αποδεικτική διαδικασία,
παρά το γεγονός πως -θεωρητικά τουλάχιστον- με την πρόταση της, ο ρόλος
της έχει ολοκληρωθεί (εξαιρώντας το κομμάτι της πρότασης επί των
ποινών), καθώς δεν συμμετέχει στη διάσκεψη των δικαστών. Ο Κώστας Παπαδάκης, ζήτησε βέβαια στην εισαγωγή της αγόρευσής του την προσοχή της, καθώς όπως τόνισε θέλει «να πείσει και την ίδια ώστε να δευτερολογήσει ανακαλώντας την πρότασή της», κανείς όμως δεν περιμένει να εισακουστεί ο συνήγορος των Αιγύπτιων ψαράδων.
Δικονομικά, η εισαγγελέας έχει πράγματι τη δυνατότητα να δευτερολογήσει ακόμα και αν δεν πρόκειται –προφανέστατα- να ανακαλέσει.
Αν λοιπόν το κάνει θα είναι αποκλειστικά για να απαντήσει στη
σφοδρότατη κριτική που δέχτηκε από την πολιτική αγωγή (αλλά και την
πλειοψηφία των ΜΜΕ που ασχολούνται με τη δίκη, το αντιφασιστικό κίνημα
κ.α.). Ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας προβλέπει τον περιορισμό της
δευτερολογίας στη μισή ώρα, αν και κάτι τέτοιο μοιάζει μη ρεαλιστικό
όταν η πρότασή της διήρκεσε 8! Δεδομένου πάντως του αριθμού των
συνεκδικαζόμενων και συσχετισμένων υποθέσεων, η πρόεδρος πιθανότατα θα
έδειχνε μια σχετική ανοχή ως προς τον χρόνο της δευτερολογίας.
Το πραγματικό ζήτημα όμως είναι τι θα εισέφερε στη διαδικασία μια τέτοια επιλογή εκ μέρους της εισαγγελέα; Ιδιαίτερα
από τη στιγμή που αυτή θα βρίσκεται σε απόσταση δυο μηνών –περίπου τόσο
προβλέπεται να κρατήσουν οι αγορεύσεις της υπεράσπισης- από το τέλος
των αγορεύσεων της πολιτικής αγωγής. Σίγουρα θα λογιζόταν σαν… συνέχεια και (εκ νέου) συνδρομή της εισαγγελέα της έδρας στην υπεράσπιση.
Σε ποια σημεία έχει καταρρεύσει η εισαγγελική πρόταση
Η απευθείας εντολή: Το
θέμα που ανέφεραν όλοι ανεξαιρέτως οι συνήγοροι της Πολιτικής Αγωγής,
είναι εκείνο της εξέτασης που έτυχε από την εισαγγελέα η κατηγορία της
διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης.
Η πρόταση της ζητούσε την απαλλαγή των κατηγορουμένων, καθώς όπως είπε «δεν αποδείχθηκε ότι έδωσαν εντολή για κάποιο από τα εγκλήματα». Αυτό είναι και το σημείο που δείχνει την προχειρότητα της συγκεκριμένης εισαγγελικής πρότασης, καθώς άμεση
εντολή για τέλεση εγκλήματος θα χρειαζόταν να ερευνηθεί σε περίπτωση
που το κατηγορητήριο περιλάμβανε την «ηθική αυτουργία». Δεν την περιλαμβάνει όμως.
Αυτό που προϋποθέτει η εγκληματική οργάνωση, είναι η ιεραρχική δομή και η εγκληματική δράση. Ο Μάνος Μαλαγάρης, αναφέρει στην αγόρευσή του: «Με δεδομένο ότι για την στοιχειοθέτηση της εγκληματικής οργάνωσης δεν
προϋποτίθεται καν η τέλεση κάποιου κακουργήματος, έχουν ιδιαίτερη
αποδεικτική σημασία και οι λοιπές υποθέσεις πλημμεληματικού χαρακτήρα,
από τις οποίες προκύπτουν και αποδεικνύονται τα στοιχεία της
αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της εγκληματικής οργάνωσης
του 187ΠΚ».
Της το θύμισε σε κάθε
ευκαιρία η πολιτική αγωγή, της το θύμισε ακόμα και ο Νίκος Αλιβιζάτος με
την επιστολή του, στην οποία χαρακτήριζε «ασυγχώρητα τα λάθη της
πρότασης». «Αρκεί η απόδειξη της ενεργού και συνειδητής συμμετοχής σε αυτήν των κατηγορουμένων». Είναι σε κάθε περίπτωση, εντυπωσιακό πως ακόμα και ψάχνοντας μια εντολή που δεν χρειαζόταν να υπάρχει, δεν την βρήκε στις προαναγγελίες των επιθέσεων στις περιπτώσεις των Αιγύπτιων ψαράδων και των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ.
Ο Χάρης Στρατής, αναφέρει σχετικά: «Η ηγεσία έχει ήδη καθορίσει τις ομάδες στόχευσης. Έτι ο καθορισμός αυτός είναι στην πραγματικότητα μια πολιτική επιλογή, δε γίνεται από τους φυσικούς αυτουργούς αλλά οριοθετείται από τη γενικότερη γραμμή, δεν είναι υποχρεωτικό να υπάρχει ευθεία εντολή από την ηγεσία για συγκεκριμένο χτύπημα».Γλαφυρά το περιγράφει και ο Αντώνης Αντανασιώτης «Είναι σαν να κατασκευάζουν κάποιοι, να προγραμματίζουν και να συντηρούν ένα φονικό ρομπότ, προκειμένου να εξολοθρεύει ορισμένες κατηγορίες ανθρώπων που έχουν επιλέξει για τους σκοπούς τους, τα μέλη των οποίων μπορεί να αναγνωρίζει, να στοχοποιεί και να εξοντώνει αυτόματα, χωρίς να χρειάζεται κάθε φορά ειδική εντολή από τον προγραμματιστή του».
Ο Ρουπακιάς που ενήργησε μόνος: Η εισαγγελική πρόταση ζητά ακόμα την απαλλαγή του τάγματος εφόδου της Νίκαιας από τις κατηγορίες για συνέργεια στη δολοφονία. Ο λόγος, ότι σύμφωνα με την ίδια, δεν αποδείχτηκε πως οι συμμετέχοντες σ’ αυτό ήταν οπλισμένοι ή ότι συνέδραμαν την απόφαση του δολοφόνου, αλλά ούτε και πως διέγνωσαν τον σκοπό του Γιώργου Ρουπακιά.
Ο Θοδωρής Θεοδωρόπουλος, ανέφερε: «Στην εισαγγελική πρόταση υπάρχει
παραδοχή για ομάδα ατόμων που χτυπούσαν ή χτυπιόντουσαν με τον Παύλο
Φύσσα, τη στιγμή που ο Γ. Ρουπακιάς μαχαίρωνε τον Π. Φύσσα, παραδοχή που τουλάχιστον γι’ αυτήν την ομάδα ατόμων αποδεικνύει τη θεμελίωση εναντίον τους του αδικήματος της συνέργειας στη
δολοφονία Φύσσα, η κυρία Εισαγγελέας σιωπά σχετικά με αυτό. {…}
Δεδομένου του ταχύτατου τρόπου συγκρότησης, συνάθροισης, κινητοποίησης,
οργανωμένης μετάβασης και δράσης του τάγματος εφόδου και του γεγονότος
ότι κυνήγησαν την παρέα του Παύλου, ότι τον εγκλώβισαν, ότι έδρασαν
κυκλωτικά προκύπτει
αναμφίβολα ότι το κάθε μέλος της ομάδας (σύσσωμο το τάγμα εφόδου!)
θεωρούσε βέβαιο ή έστω αποδεχόταν το ενδεχόμενο ότι το κάθε μέλος της
ομάδας μπορούσε να σκοτώσει τον Παύλο Φύσσα».
Η… αδιάφορη ναζιστική ιδεολογία:
Η εισαγγελική πρόταση υιοθέτησε αυτούσιες, την υπερασπιστική γραμμή
τόσο της μειοψηφίας όσο και… της πλειοψηφίας της ηγεσίας της
εγκληματικής οργάνωσης. Πιο συγκεκριμένα, υιοθέτησε την άποψη εκείνων που έχουν ηγετικές βλέψεις και για την επαύριο του ναζιστικού χώρου στην Ελλάδα (Κασιδιάρης, Λαγός) οι οποίοι αρνήθηκαν να αποκηρύξουν τον ναζισμό, δηλώνοντας πως η ιδεολογία τους είναι ποινικά αδιάφορη.
Ταυτόχρονα όμως, δικαίωσε και όσους προσπαθώντας να σώσουν το τομάρι τους, έκαναν λόγο για αποχώρηση των ναζιστών από τη Χρυσή Αυγή το 1992, στο περίφημο πλέον δεύτερο συνέδριο. Αν
όμως η ιδεολογία της Χρυσής Αυγής είναι ποινικά αδιάφορη και όχι το
κίνητρο για τη διαρκή εγκληματική της δράση, τότε ποιον ενδιαφέρει αν
και πότε έφυγαν οι ναζιστές από αυτή; Με τον τρόπο αυτό άλλωστε
ακυρώνει και την ίδια την έδρα, η οποία πιεστικά ρωτούσε τους
απολογούμενους για την ιδεολογία της οργάνωσης.
Ο μειοψηφήσας εισηγητής
εφέτης Σαλάτας όσο και η πολιτική αγωγή, εξηγούν ότι όπως και στην
περίπτωση των «σατανιστών της Παλλήνης», ο σατανισμός είναι και εκείνος ποινικά αδιάφορος, έως ότου μετατραπεί από βλακώδες δόγμα σε εγκληματική πράξη. Έτσι ακριβώς το κίνητρο για να εγκληματήσει μια ναζιστική οργάνωση είναι η πίστη στο ναζισμό.
Τα τάγματα εφόδου που δεν είχαν ανθρωποκτόνο δόλο: Σε
δυο περιπτώσεις, αυτές της επίθεσης στους Αιγύπτιους αλιεργάτες και σε
εκείνη στους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ, η εισαγγελική πρόταση ζήτησε την
υποβάθμιση των κατηγοριών απορρίπτοντας τον ανθρωποκτόνο δόλο των
ναζιστικών ταγμάτων. Μοναδικό επιχείρημά της, πως δεν πέτυχαν αυτόν τον σκοπό. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση που της έδωσε ο Κωνσταντίνος Σκαρμέας, ο οποίος τόνισε ότι αν αυτή η παραδοχή ίσχυε γενικά, τότε δεν θα υπήρχε στο Ποινικό Δίκαιο η έννοια της απόπειρας ανθρωποκτονίας.
Δεν
μπορεί αποδεικτικό στοιχείο για την απόπειρα ανθρωποκτονίας να είναι αν
πέτυχε τον σκοπό της ή το πόσο σοβαρά τραυματίστηκε το θύμα. Χαρακτηριστικό
είναι το παράδειγμα, που φέρνει ο Τάκης Σαπουντζάκης, κάποιου που
πυροβολεί χωρίς να πετύχει το υποψήφιο θύμα του. Αν δεν το πετύχει εκείνο δεν θα έχει ούτε αμυχή, αυτό όμως δεν κάνει την πράξη κάτι άλλο από απόπειρα ανθρωποκτονίας.
Ο Θανάσης Καμπαγιάννης,
«αρνήθηκε» ακόμα και να επιχειρηματολογήσει για τον πασιφανή δόλο των
Χρυσαυγιτών στην περίπτωση της επίθεσης στους Αιγύπτιους ψαράδες,
λέγοντας: «Σκεφτείτε τους εαυτούς σας κύριοι δικαστές, όταν
σηκώνεστε από τον ύπνο σας, σκεφτείτε πως είστε την ώρα που ξυπνάτε
άγαρμπα από έναν θόρυβο, πόση δυνατότητα έχετε να αντιδράσετε σε μια
τέτοιου τύπου επίθεση.Την ώρα που καποιος κοιμάται να δεχτεί
επίθεση με λοστάρια Και με αυτή την ιδιαίτερη περίσταση, του ύπνου,
πρέπει εμείς να επιχειρηματολογήσουμε για τον ενδεχόμενο δόλο; Το έκανε ο
συνάδελφός μου ο κ. Σκαρμέας, εγώ αρνούμαι. Όχι, κυρία πρόεδρε!».
Όπως υπενθύμισε στους δικαστές, η Χρύσα Παπαδοπούλου «έχετε στα χέρια σας, ό,τι χρειάζεται και πολύ περισσότερα, έχει αποδειχθεί το κατηγορητήριο». Πράγματι, το κατηγορητήριο έχει αποδειχθεί, και για αυτό η συνήγορος της οικογένειας Φύσσα τους προέτρεψε να μην αποστρέψουν το βλέμμα τους από τα στοιχεία. Να μην ακολουθήσουν δηλαδή τον δρόμο που χάραξε η εισαγγελέας.
Πηγή: Reader.gr