Παρακολουθώντας τα αστικά μέσα ενημέρωσης, και αρκετά social media δημιουργείται η εντύπωση πως αν
ρωτήσει κανείς έναν μέσο έλληνα την άποψή του για τα αίτια της κρίσης
που βιώνει καθημερινά, θα απαντήσει σε γενικές γραμμές ότι: "φταίνε οι αλήτες, προδότες πολιτικοί, τί άλλο;"
Είναι όμως αλήθεια ότι είναι προδότες οι πολιτικοί μας, έτσι γενικά και αόριστα;
Και αν είναι τί και ποιόν πρόδωσαν;
Για
ν’ απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, θα προσπαθήσουμε πρώτα να ορίσουμε τί
εννοούμε με τον όρο πολιτική. Ανατρέχοντας στην Wikipedia, διαβάζουμε "Με το γενικό όρο πολιτική (politics)
εννοείται το σύνολο των μέτρων που λαμβάνονται και των μεθόδων και
διαδικασιών που ακολουθούνται, μέσω των οποίων, ομάδες ανθρώπων
οργανώνονται και λειτουργούν, προκειμένου να πετύχουν με τον
αποτελεσματικότερο τρόπο και με το μικρότερο δυνατό κόστος τους σκοπούς
που επιδιώκουν σε διάφορους τομείς δραστηριοτήτων".
Το λήμμα της Wikipedia όχι μόνο δεν απαντάει στο ερώτημα μας, αλλά δεν καθορίζει και το ποιές "ομάδες ανθρώπων" οργανώνονται και "ποιούς σκοπούς επιδιώκουν".
Ήρθε η
ώρα, λοιπόν, να προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις στα ερωτήματα και
κενά που έχουν δημιουργηθεί, απο τη δικη μας – πάντα – οπτική γωνία.
Βασικό
στοιχείο στην παρακάτω ανάλυση έχει η παραδοχή πως υπεράνω όλων των
σχέσεων στη σύγχρονη κοινωνία βρίσκονται οι οικονομικές σχέσεις μεταξύ
των ατόμων που την απαρτίζουν.
Στον πρόλογο του «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» ο Μάρξ αναφέρει χαρακτηριστικά: "Στην
κοινωνική παραγωγή της ζωής τους, οι άνθρωποι έρχονται σε καθορισμένες,
αναγκαίες, ανεξάρτητες από τη θέλησή τους σχέσεις – σε σχέσεις
παραγωγής που αντιστοιχούν σε μια καθορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των
υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Το
σύνολο αυτών των σχέσεων παραγωγής αποτελεί την οικονομική διάρθρωση
της κοινωνίας, την πραγματική βάση που πάνω της υψώνεται ένα νομικό και
πολιτικό εποικοδόμημα και στην οποία αντιστοιχούν καθορισμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης".
Ένα δεύτερο βασικό στοιχείο είναι η ύπαρξη τάξεων στην κοινωνία με αντιτιθέμενα συμφέροντα και η διαρκής πάλη μεταξύ τους. "Μέχρι τώρα, η ιστορία όλης της κοινωνίας – γράφει ο Μάρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο
– είναι ιστορία ταξικών αγώνων. Ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και
πληβείος, βαρόνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με δυο λόγια
καταπιεστής και καταπιεζόμενος, βρίσκονταν σε συνεχή αντίθεση μεταξύ
τους, σ’ έναν αδιάκοπο πόλεμο, άλλοτε κρυφό, άλλοτε φανερό, που κάθε
φορά τέλειωνε ή με τον επαναστατικό μετασχηματισμό ολόκληρης της
κοινωνίας ή με την κοινή καταστροφή των αντιμαχόμενων τάξεων… Η σύγχρονη
αστική κοινωνία, που προήλθε από την καταστροφή της φεουδαρχικής, δεν
κατάργησε τις ταξικές αντιθέσεις. Έθεσε μόνο νέες τάξεις, νέους όρους
καταπίεσης, νέες μορφές αγώνα στις θέσεις των παλιών. Η εποχή μας, όμως,
η εποχή της αστικής τάξης, χαρακτηρίζεται απ’ το γεγονός ότι απλοποίησε
τις ταξικές αντιθέσεις. Ολόκληρη η
κοινωνία διχάζεται όλο και περισσότερο σε δυο μεγάλα εχθρικά στρατόπεδα,
σε δυο μεγάλες, άμεσα αντιμέτωπες τάξεις: αστική τάξη και προλεταριάτο".
Τα παραπάνω έρχεται να συνδυάσει πολύ ωραία ο Λένιν στα «Άπαντά» λέγοντας ότι "η πολιτική είναι σχέση ανάμεσα στις τάξεις", όπως επίσης ότι "η πολιτική είναι συμπυκνωμένη έκφραση της οικονομίας".
Επιχειρώντας μια ελεύθερη μετάφραση, η πολιτική εκφράζει τα οικονομικά
συμφέροντα των αντιμαχόμενων τάξεων όπως αυτά προκύπτουν μέσα από τις
σχέσεις παραγωγής.
Επομένως, οι σχέσεις παραγωγής είναι αυτές που τελικά υπαγορεύουν την πολιτική που προωθείται και εφαρμόζεται.
Δε
νοείται πολιτική που να υπερασπίζεται ταυτόχρονα τα οικονομικά
συμφέροντα αστικής τάξης και προλετάριων, γιατί πολύ απλά τα συμφέροντα
των τάξεων αυτών είναι εξ΄ ορισμού αντικρουόμενα. Επομένως, και οι
εκφραστές της πολιτικής, οι πολιτικοί, δεν υπηρετούν την κοινωνία στο
σύνολό της, αλλά την τάξη που εκφράζουν.
Προφανώς και κάποιος μπορεί να έχει τις αντιρρήσεις του
πάνω σε αυτους τους δυο θεμελιώδεις πυλώνες της μαρξιστικής ανάλυσης.
Ας έχει όμως στο μυαλό του ότι η πολιτική δεν είναι αξιώματα, είναι
θεωρήματα που πρέπει συνεχώς να αποδεικνύονται. Και οι αποδείξεις
βρίσκονται άφθονες τόσο στα κλασσικά έργα των Μάρξ-Ένγκελς, όσο και σε
νεώτερα (πχ το βιβλίο του Μπογιόπουλου), αλλά κυρίως στην καθημερινότητά
μας. Ειδικά σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης, όπως η σημερινή,
ξεσκεπάζονται τόσο οι ταξικές αντιθέσεις, όσο και η κυριαρχία της
οικονομίας, ή των «αγορών» αν προτιμάτε που είναι και πιο τρέντυ.
Με τα παραπάνω δεν ισχυριζόμαστε ότι η πολιτική αποτελεί μια παθητική έκφραση των αντικειμενικών οικονομικών συνθηκών. Η ασκούμενη πολιτική επηρρεάζει την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Βλέπουμε, δηλαδή, ότι η πολιτική και η οικονομία βρίσκονται σε μια διαλεκτική σχέση με την μία να επενεργεί στην άλλη. Αυτό το κυκλικό σχήμα μπορεί να θυμίζει σε κάποιους το γνωστό γρίφο «αν η κότα έκανε πρώτη το αυγό ή το αυγό την κότα»,
μόνο που εδώ είναι ξεκάθαρο ότι η οικονομία είναι αυτή που καθορίζει
ποιές ομάδες ανθρώπων έχουν κοινά συμφέροντα (βλ. Τάξεις) και κατ’
επέκταση την πολιτική.
Πολλοί ταυτίζουν την πολιτική με την έννοια του κράτους κ ίσως όχι άδικα. Το κράτος σε κάθε χρονική περίοδο δεν εκφράζει τίποτε άλλο από την πολιτική κυριαρχία μιας τάξης απέναντι σε μια άλλη.
Εν
προκειμένω, όταν μιλάμε για αστικό κράτος, ανεξάρτητα απο την ειδικότερη
μορφή διακυβέρνησης, μιλάμε για δικτατορία της αστικής τάξης.
Ο Ένγκελς στην ανάλυσή του στο «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους» εμφανίζει το κράτος ως προϊόν και εκδήλωση των ανειρήνευτων ταξικών αντιθέσεων. Το κράτος "είναι
η ομολογία ότι η κοινωνία αυτή μπερδεύτηκε σε μια αξεδιάλυτη αντίφαση
με τον ίδιο τον εαυτό της, ότι διασπάστηκε σε ασυμφιλίωτες αντιθέσεις,
από τις οποίες δεν έχει τη δύναμη να απαλλαγεί. Και για να μη φθείρουν
αυτές οι αντιθέσεις, οι τάξεις με τα αντιμαχόμενα οικονομικά συμφέροντα,
τον εαυτό τους και την κοινωνία σ’ έναν άκαρπο αγώνα, έγινε αναγκαία
μια δύναμη, που φαινομενικά στέκει πάνω από την κοινωνία, για να
αμβλύνει τη σύγκρουση, για να την κρατά μέσα στα όρια της "τάξεως". Και η
δύναμη αυτή, που προήλθε από την κοινωνία, αλλά τοποθετήθηκε πάνω απ’
αυτήν, που όλο και περισσότερο αποξενώνεται απ’ αυτήν, είναι το κράτος".
Το (αστικό) κράτος και η ασκούμενη απ’ αυτό πολιτική έχει σε γενικές γραμμές τρείς ρόλους:
- Τον πρώτο τον αναλύσαμε προηγούμενως και δεν είναι άλλος απο το ρόλο του ως όργανο καταπίεσης ενός κομματιού της κοινωνίας απο ένα άλλο.
- Ο δεύτερος έχει να κάνει με την επιβολή της εκάστοτε κυρίαρχης ιδεολογίας (με όλα τα γνωστά μέσα απο εκπαίδευση μέχρι ΜΜΕ) ώστε να επιτευχθεί η ιδεολογική ενσωμάτωση των εκμεταλλευόμενων τάξεων, η συναίνεση της κοινωνίας και η επιζητούμενη σταθερότητα.
- Τέλος, εν μέσω καπιταλιστικής ανάπτυξης, το κράτος οφείλει να εγγυάται τα συλλογικά συμφέροντα της αστικής τάξης, του χρηματοπιστωτικού και βιομηχανικού κεφαλαίου. Επιβάλλεται, δηλαδή, να έχει μια σχετική αυτοτέλεια απο τα επιμέρους αντιμαχόμενα συμφέροντα των καπιταλιστών, ώστε να διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία ενός αδηφάγου και ασταθούς απο τη φύση του συστήματος, το οποίο θα κατέρρεε άμεσα σε ένα περιβάλλον «ελεύθερου ανταγωνισμού». Σε αυτή την φαινομενική ουδετερότητα του κράτους πατάνε πολλοί όταν ισχυρίζονται ότι το κράτος στέκεται υπεράνω των οικονομικών συμφερόντων.
Σήμερα
παρατηρούμε μια έντονη προσπάθεια της αστικής τάξης να αμβλύνει την
παραπάνω ανάλυση. Προωθείται μαζικά και επίμονα μια εικόνα της πολιτικής
αυτονομημένης και αποκομένης απο την οικονομία. Το
κράτος παρουσιάζεται ως μια οντότητα υπεράνω τάξεων, να εκφράζει τα
«συμφέροντα» όλων των πολιτών, ενώ οι επιδιώξεις της αστικής τάξης
καμουφλάρονται κάτω από τον μανδύα του "εθνικού συμφέροντος".
Πράγματι σε συνθήκες "ανάπτυξης"
και καπιταλιστικής ευημερίας μπορούμε να εντοπίσουμε μια σχετική
αυτονομία των πολιτικών θεσμών απέναντι στις αγορές, έναν αέρα "δημοκρατίας" και μια εφήμερη "υπεράσπιση" της πλειοψηφίας της κοινωνίας.
Όμως οι μάσκες πέφτουν σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που ζούμε σήμερα.
Γίνεται
τότε ξεκάθαρο ότι το κράτος υπάρχει για να προασπίζεται τα οικονομικά
συμφέροντα της αστικής τάξης, των κεφαλαιοκρατών, και θα κάνει ότι
μπορεί προς αυτή την κατεύθυνση, διακινδυνεύοντας ακόμα και την ίδια του
την ύπαρξη. Δε χρειάζεται, νομίζω, να φέρουμε συγκεκριμένα παραδείγματα
για να υποστηρίξουμε τη θέση αυτή. Η τελευταία δεκαετία βρίθει απο
μέτρα υποστήριξης των τραπεζών, ενίσχυσης των βιομηχάνων, αντεργατικών
μέτρων για την άντληση μεγαλύτερης υπεραξίας κτλ. Κράτη και αγορές ταυτίζονται απόλυτα.
Ο καθένας, θεωριτικά, έχει μάτια και βλέπει και μυαλό και κρίνει ούτως
ώστε να καθορίσει την διαχωριστική γραμμή μεταξύ των πολιτικών που
υπερασπίζονται τα συμφέροντα των εργαζομένων και αυτών που εκπροσωπούν
το κεφάλαιο.
Αυτό κυρίαρχα που θέλουμε να αναδείξουμε, με βάση όλα τα παραπάνω, είναι:
- Πρώτον ότι δεν μπορούμε να βάλουμε όλους τους πολιτικούς στο ίδιο τσουβάλι (χρειαζόμαστε δύο τσουβάλια όσες χοντρικά και οι τάξεις),
- Και δεύτερον, ότι οι πολιτικοί που μας κυβερνάνε αυτά τα χρόνια δεν είναι προδότες.
Δεν είναι προδότες γιατί ποτέ δεν ήταν με το μέρος της πλειοψηφίας της κοινωνίας, της εργατικής τάξης.
Άρα εξ’ ορισμού δεν μπορούν να την προδώσουν κιόλας. Η αποστολή τους είναι συγκεκριμένη και την εκτελούν κατά γράμμα.
Τέλος,
δεν έχει κανένα απολύτως νόημα η ανακύκλωση πολιτικών, που πίσω απο τις
παραπλανητικές διαφορές, έχουν την ίδια ταξική ταυτότητα.
ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΚΥΡΙΟΙ...
ΕΙΝΑΙ ΕΚΦΡΑΣΤΕΣ ΤΑΞΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ