Το Μάη - Ιούνη και Ιούλη 1937 άρχισαν να μεταφέρονται με καραβιές από τα νησιά εξορίας της Ανάφης, Φολεγάνδρου, Αη-Στράτη οι «πιο επικίνδυνοι» εξόριστοι αγωνιστές στην Ακροναυπλία: Εργάτες, αγρότες, υπάλληλοι, διανοούμενοι. Ανάμεσά τους και μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, γραμματείς και μέλη περιφερειακών, αχτιδικών κ.λπ. Οργανώσεών του, βoυλευτές του Παλλαϊκού Μετώπου, εργατικά και συνδικαλιστικά στελέχη, στελέχη του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας και άλλων δημοκρατικών οργανώσεων, στελέχη της Κομμουνιστικής Νεολαίας (ΟΚΝΕ) κ.λπ., κ.λπ.
Τι ήταν η Ακροναυλία; Ενα παλιό ενετικό φρούριο (Ιτς Καλέ) στο άκρο του Ναυπλίου - εξ ου και το όνομα Ακροναυπλία - χτισμένο σε απότομο βράχο, που, για να το προσεγγίσεις, έπρεπε να ανέβεις τριακόσια περίπου σκαλιά. Οι τοίχοι χοντροί και τα κρατητήρια φρικτά κι αβάσταχτα κάτω από τη γη. Στο παλιό αυτό φρούριο - φυλακή υπήρχαν τέσσερις μεγάλοι θάλαμοι και τρεις μικρότεροι. Αυτό το χώρο επέλεξε η δικτατορία του Μεταξά, με σκοπό να τσακίσει το ΚΚΕ τσακίζοντας τα στελέχη του που έκλεισε στο κάτεργο. Η Ακροναυπλιά όμως έγινε σύμβολο ανδρείας, αξιοπρέπειας, λεβεντιάς, περηφάνιας και απεριόριστης αφοσίωσης στο δίκιο του λαού.
Η Ακροναυπλία δεν προσφέρεται για αξιολόγηση απλά ως μια λαμπρή σελίδα στην Ιστορία του ΚΚΕ. Ούτε εξαντλείται η ιστορική της σημασία και προσφορά με την αναγνώρισή της ως φρούριου λευτεριάς, πηγή φωτός και μήτρα που γέννησε δοξασμένους λαϊκούς ηγέτες, σαν τον Μπελογιάννη, τον Σουκατζίδη, τον Γληνό, τον Ζεύγο και τόσους άλλους. Η Ακροναυπλία υψώθηκε πάνω από το χρόνο και το χώρο. Αναδείχθηκε ως κριτής, ως λυδία λίθος, όπου δοκιμάζεται και κρίνεται διαχρονικά ο χαρακτήρας, η φυσιογνωμία, η ηθική, ο σκοπός και ο ιστορικός ρόλος των σύγχρονων κοινωνικών τάξεων και πολιτικών δυνάμεων. Η αλήθεια και το ψέμα. Το γνήσιο και το κίβδηλο. Η Ακροναυπλιά είναι σύμβολο της σύγκρουσης δύο κόσμων ριζικά διαφορετικών.
H φυλακή της Ακροναυπλιάς για τους πολιτικούς κρατούμενους άνοιξε το Φλεβάρη του 1937, έξι μήνες μετά από την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου από τον Μεταξά και διαλύθηκε το Φλεβάρη του 1943. Κράτησε έξι ολόκληρα χρόνια.
Εδώ συγκέντρωσαν τον κύριο όγκο των φυλακισμένων κομμουνιστών. Εξακόσιοι είκοσι πέντε κρατούμενοι πέρασαν από το κάτεργο αυτό και στην πλειοψηφία τους ήταν ηγετικά στελέχη του Κόμματος και του εργατικού κινήματος.
Ο σκοπός των ταξικών αντιπάλων ήταν ένας. Να εξοντώσουν, να συντρίψουν σωματικά και ψυχικά, να κουρελιάσουν ηθικά, να ρεζιλέψουν και να αχρηστεύσουν τον ηγετικό πυρήνα του ΚΚΕ απέναντι στην εργατική τάξη, στο λαό. Και δε δίστασαν μπροστά σε κανένα μέσο, προκειμένου να πετύχουν το σκοπό τους. Δεν υπήρχε έλεος για όποιον δεν έκανε «δήλωση μετάνοιας», για όποιον δεν αποκήρυσσε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, για όποιον δεν έσκυβε το κεφάλι.
Υπολόγιζαν ότι με αυτόν τον τρόπο θα τσάκιζαν την αντίσταση του λαού και θα τον υποχρέωναν να αποδεχτεί τα αγαθά της «νέας τάξης πραγμάτων», του «τρίτου ελληνικού πολιτισμού». Δηλαδή, την ιδέα ότι οι καπιταλιστές δεν είναι εκμεταλλευτές, αλλά προστάτες τους, που τους δίνουν ψωμί και δουλειά για να συντηρούν τις οικογένειές τους, πως το ξένο κεφάλαιο είναι ωφέλιμο και ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη του τόπου.
Στο όνομα της «εθνικής συμφιλίωσης» και της «εσωτερικής ενότητας», κάθε ιδέα αντίστασης σ' αυτήν την πολιτική θεωρείται εθνικά επικίνδυνη και κοινωνικά επιζήμια. Για την άρχουσα τάξη υπήρχε μόνο μια επιλογή: Υποταγή ή τσάκισμα κάθε αντίστασης.
Χρήσιμη εδώ μια σύντομη αναδρομή για να δούμε ποια ήταν τότε η κατάσταση και οι συνθήκες μέσα στις οποίες δρούσε το λαϊκό κίνημα και το ΚΚΕ.
Οι εργαζόμενοι της πόλης και του χωριού εξουθενωμένοι από τη στυγνή αντιλαϊκή πολιτική όλων των κυβερνήσεων της 10ετίας του '20, από τις συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής και την οικονομική κρίση του '29-'33, οργανώνονται και ξεσηκώνονται. Το ΚΚΕ είναι ο πρωταγωνιστής αυτού του αγώνα. Ολα τα άλλα κόμματα στήριζαν και κάλυπταν την ασύδοτη δράση του κεφαλαίου και την υποταγή της χώρας στους ιμπεριαλιστές. Παρά την ωμή βία και τρομοκρατία, το κίνημα αυτό δεν οπισθοχωρεί.
Χαρακτηριστικά τα παρακάτω στοιχεία: Την περίοδο 1929 - 1933 επί κυβερνήσεως Ελ. Βενιζέλου: Δολοφονούνται 27 εργάτες και αγρότες στις διάφορες κινητοποιήσεις. 13.000 συλλαμβάνονται. 2.400 καταδικάζονται σε πολύχρονες φυλακίσεις και εξορίες. 120 φαντάροι στέλνονται στο Καλπάκι. Την περίοδο 1933-1935, επί Τσαλδάρη, νέο λουτρό αίματος και τρομοκρατίας: Δολοφονούνται 10 εργάτες και αγρότες και 350 τραυματίζονται. Χιλιάδες συλλαμβάνονται και 785 καταδικάζονται σε πολύχρονες φυλακίσεις και εξορίες. Απαγορεύτηκαν 160 συγκεντρώσεις και 128 διαλύθηκαν με τη βία. Εγιναν πάνω από 138 επιδρομές σε γραφεία σωματείων και σε τυπογραφεία. Αποκορύφωμα αυτού του πογκρόμ είναι τα αιματηρά γεγονότα στις 9 του Μάη του '36 στη Θεσσαλονίκη, με τη δολοφονία 12 εργατών και τον τραυματισμό 300. Το λαϊκό, όμως, κίνημα δεν κάμπτεται, ανασυντάσσεται και δυναμώνει την επίθεσή του. Πάνω από 150.000 λαού ξεσηκώνεται στη Θεσσαλονίκη και καταγγέλλει τη στυγνή τρομοκρατία και τις δολοφονίες των καπνεργατών. Λίγες μέρες αργότερα, στις 13 Μάη του '36, 500.000 λαού, σε πανελλαδική απεργία, απαντούν στην τρομοκρατία του Μεταξά. Στις 2 Ιούνη του '36 νέος ξεσηκωμός στο Βόλο με έναν νεκρό και πολλούς τραυματίες. Στις 5 Αυγούστου '36 προετοιμάζεται νέα πανελλαδική απεργία κατά της υποχρεωτικής διαιτησίας, της διάλυσης των εργατικών σωματείων και τη διεκδίκηση κοινωνικών ασφαλίσεων. Αυτό ακριβώς το ογκούμενο λαϊκό κίνημα ήθελαν να αποκεφαλίσουν, να τρομοκρατήσουν και να γονατίσουν, τσακίζοντας την πρωτοπορία του. Η ελληνική πλουτοκρατία και οι ξένοι προστάτες της, με όργανο κρούσης τη μεταξική δικτατορία, έπεσαν με λυσσασμένο τρόπο πάνω στους κομμουνιστές για να τους εξοντώσουν με κάθε μέσο και μαζί τους κάθε τίμιο, πατριωτικό στοιχείο που αντιστεκόταν. Περίπου 100.000 συλλαμβάνονται, όπου η μεγάλη πλειοψηφία απ' αυτούς ήταν κομμουνιστές.
Οι πρώτοι Ακροναυπλιώτες μεταφέρθηκαν από τα κρατητήρια Αθήνας - Πειραιά - Πατρών κ.λπ. Το Μάη - Ιούνη και Ιούλη 1937, όπως ήδη έχουμε αναφέρει, άρχισαν να μεταφέρονται με καραβιές από τα ξερονήσια της Ανάφης, Φολεγάνδρου, Αη - Στράτη οι «πιο επικίνδυνοι» εξόριστοι αγωνιστές στην Ακροναυπλία.
Αρχίζει αμέσως η οργάνωση των αγωνιστών της Ακροναυπλίας... Ολοι οι κρατούμενοι (μέλη και οπαδοί του ΚΚΕ, εξωκομματικοί, αγροτιστές) έφτιαξαν την Οργάνωσή τους, την Ομάδα Συμβίωσης των αγωνιστών της Ακροναυπλίας. Σε καθέναν από τους τέσσερις θαλάμους επικεφαλής είναι ο θαλαμάρχης, αναγνωρισμένος από τη διοίκηση του στρατοπέδου και εκλεγόταν κάθε χρόνο.
Επικεφαλής της Ομάδας Συμβίωσης είναι το 7μελές και άλλοτε 9μελές Γραφείο της Ομάδας που εκλέγεται δημοκρατικά από όλους τους αγωνιστές της Ακροναυπλίας και που «ντε φάκτο» υποχρεώθηκε να το αναγνωρίσει και η διοίκηση του στρατοπέδου.
Το Γραφείο της Ομάδας είχε μεγάλο κύρος ανάμεσα στα μέλη της Ομάδας γιατί αποτελούνταν από ικανούς αγωνιστές που εκλέγονταν από τους συντρόφους και με τη βοήθεια πάντα της Κομματικής Επιτροπής καθοδηγούσε την ομάδα.
Με βάση απόφαση της ΚΕ οργανώθηκαν στην Ακροναυπλία οι κομματικές ομάδες με τους υπεύθυνούς τους και στους τέσσερις θαλάμους. Στον κάθε θάλαμο υπήρχε ο κομματικός υπεύθυνος, που διοχέτευε τη γραμμή της Κομματικής Επιτροπής στα μέλη του Κόμματος και έλυνε τα κομματικά ζητήματα του θαλάμου.
Επικεφαλής όλης της κομματικής δουλειάς ήταν η Κομματική Επιτροπή Ακροναυπλίας.
Η Κομματική Επιτροπή καθοδηγούσε όλη την κομματική δουλειά και πολιτικά τη δράση του Γραφείου της Ομάδας χωρίς να ανακατεύεται στην άλλη δουλειά του. Η Κομματική Επιτροπή επεξεργαζόταν όλα τα ζητήματα της τακτικής απέναντι στη Διοίκηση του στρατοπέδου. Οργάνωσε διά μέσου της Μορφωτικής Επιτροπής τα μαρξιστικά μαθήματα, διαλέξεις κ.λπ., καθώς και τα εγκυκλοπαιδικά μαθήματα. Η Κομματική Επιτροπή Ακροναυπλίας ασχολούνταν, ιδιαίτερα, με την κομματική διαπαιδαγώγηση των συντρόφων, τη σφυρηλάτηση της κομματικότητάς τους κ.λπ. Κάθε φορά που δημιουργούνταν σοβαρά ζητήματα συνεδρίαζε (εκτός από τις τακτικές της συνεδριάσεις) η Κομματική Επιτροπή και αμέσως οι αποφάσεις της έμπαιναν στις κομματικές ομάδες και διά μέσου του Γραφείου της Ομάδας Συμβίωσης σε όλη την Ακροναυπλία.
Η οργάνωση, η ενότητα, η πειθαρχία, οι συντροφικές σχέσεις, η αλληλεγγύη και η αδελφική αγάπη ανάμεσα στους συντρόφους, να τα όπλα με τα οποία πάλεψε η Ακροναυπλία και αντιμετώπισε όλες τις επιθέσεις της δικτατορίας.
Η Κομματική Επιτροπή αποτελούνταν από γνωστά ανώτατα και ανώτερα στελέχη του ΚΚΕ (κατά καιρούς από έξι μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ, από τον Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής της ΟΚΝΕ στον πρώτο χρόνο της δικτατορίας, γραμματείς μεγάλων περιφερειακών οργανώσεων του ΚΚΕ και της ΟΚΝΕ κλπ. κλπ.), στην πλειοψηφία της αποτελούνταν από εργάτες - μάλιστα η τρίτη Κομματική Επιτροπή αποτελούνταν αποκλειστικά από εργάτες. Και για περίπτωση χτυπήματος (μεταφορά της και άλλα) υπήρχε εφεδρική Κομματική Επιτροπή, επίσης από γνωστά στελέχη. Τα μέλη της Κομματικής Επιτροπής είχαν κομματική ηλικία κατά μέσο όρο 15-20 χρόνια (πολύ μεγάλη για τα χρόνια 1937-1943).
Η Κομματική Επιτροπή καθοδηγούσε όλη την κομματική και την πολιτική δουλειά στην Ακροναυπλία. Χρησιμοποιούσε γι' αυτό ένα πολύ μεγάλο αχτίφ γύρω από τους 150 συντρόφους στην κομματική δουλειά και στις υπηρεσίες της Ομάδας.
Στα 1937 συνεχίζεται η πάλη του ελληνικού λαού κατά της δικτατορίας. Οι απεργίες της εργατικής τάξης πολλαπλασιάζονται (...), η ζωή των φυλακισμένων στην Κέρκυρα, στην Αίγινα, στην Ακροναυπλιά χειροτερεύει μέρα με τη μέρα. Στην Ακροναυπλιά από την πρώτη μέρα και σ' όλη τη διάρκεια του 1937 η δικτατορία έκανε τρεις επιθέσεις ενάντια στους κρατούμενους. Η πρώτη επίθεση όταν ήρθαν από τα νησιά οι εξόριστοι. Ο στρατοπεδάρχης και τα όργανά του θέλησαν να χωρίσουν τους διανοούμενους από τους υπόλοιπους κρατούμενους. Οι λόγοι είναι ευνόητοι. (...) η δεύτερη επίθεση έγινε στις 30 Αυγούστου του 1937. Επεσαν πάνω από 400 πυροβολισμοί. Ενας κρατούμενος κομμουνιστής, ο δάσκαλος Παύλος Σταυρίδης πέφτει νεκρός με πολτοποιημένο το κρανίο από τη δολοφονική σφαίρα. Μόνο χάρη στον ηρωισμό και την ψυχραιμία των αγωνιστών δε θρηνήθηκαν δεκάδες θύματα εκείνη τη βραδιά.
Η δικτατορία έκανε και τρίτη οργανωμένη επίθεση, όταν θέλησε να τους πάρει τα καμινέτα με το πρόσχημα (προβοκάτσια) ότι σκόπευαν να βάλουν φωτιά στο στρατόπεδο. Τα καμινέτα και οι καφέδες είναι ζωτικό ζήτημα για τους κρατούμενους (...) με εντολή του Γραφείου της Ομάδας και της Κομματικής Επιτροπής μίλησε ο Δ. Γληνός και είπε πως το μέτρο αυτό της δικτατορίας θυμίζει ό,τι ήθελε να κάνει ο Γκέριγκ με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ (...) η δικτατορία ετοίμαζε μια μεγάλη προβοκάτσια, τον εμπρησμό του κτιρίου για να κάψει ζωντανούς τους αγωνιστές. Θα παρουσίαζε τα πράγματα έτσι απλά: «Τυχαία» έπιασε φωτιά το κτίριο από τα καμινέτα και τα σπίρτα που έχουν οι αγωνιστές (...) και η διοίκηση παρά τις «απεγνωσμένες προσπάθειές» της δεν μπόρεσε να σώσει τους δεσμώτες. Οι αγωνιστές κατάγγειλαν έγκαιρα την προβοκάτσια και με την κινητοποίηση της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης σταμάτησαν το προετοιμαζόμενο έγκλημα.
1938. Ενα χρόνο τώρα η Ακροναυπλιά αντέχει. Οι δεσμώτες παλεύουν στήθος με στήθος με τη δικτατορία, οργανώνουν τη ζωή τους (...) προς τρεις κατευθύνσεις στρέφουν τις κύριες προσπάθειές τους. Οργανώνουν το συσσίτιό τους. Οργανώνουν τη μορφωτική δουλειά. Οργανώνουν την ψυχαγωγική - εκπολιτιστική δουλειά.
Ηταν πλούσια η εσωτερική ζωή της Ακροναυπλιάς. Η δικτατορία την σχεδίασε για μεσαιωνικό κάτεργο. Μα η ασάλευτη και αλύγιστη ψυχή των αγωνιστών της μετέτρεψε την Ακροναυπλιά σε πύργο λεβεντιάς και σε πανεπιστήμιο που σκορπούσε ολούθε φως. Κι άστραψε φως η Ακροναυπλιά!
Οταν κάποτε θα συγκεντρωθεί ό,τι γράφτηκε στην Ακροναυπλιά - υπομνήματα στην κυβέρνηση και στον διοικητή του στρατοπέδου, μαθήματα, διαλέξεις, μονογραφίες, στίχοι, θεατρικά έργα, μυθιστορήματα, μεταφράσεις, αναμνήσεις, απομνημονεύματα κλπ. κλπ. στα χρόνια 1937 - 1943 - θα γεμίσουν κάμποσοι τόμοι.
Το βασικό μέτωπο, το κύριο ζήτημα στα 1938 - 1939, είναι η πάλη ενάντια στις «δηλώσεις μετανοίας» (...) μάταια περίμενε η δικτατορία να σπάσει το ηθικό των κρατουμένων και να πετύχει μαζικά «δηλώσεις μετανοίας». Δεν μπορούσε να καταλάβει τι συμβαίνει. Πώς να καταλάβει ότι και τα πιο φοβερά μέτρα σπάζουν σαν σαπουνόφουσκες μπροστά στην αδάμαστη θέληση και απόφαση των αγωνιστών. Το άδικο ποτέ δεν μπορεί να νικήσει. Κάθε μέτρο της δικτατορίας ατσαλώνει τους δεσμώτες, τους κάνει πιο δυνατούς στα χέρια και στο νου.
Στις 6 του Απρίλη 1941 εισβάλλουν στην Ελλάδα οι χιτλερικές ορδές... Οι κρατούμενοι της «Ακροναυπλίας περιμέναμε αυτήν την επίθεση και δε μας ξάφνιασε. Γίνονταν στην Ακροναυπλία συζητήσεις, αν ο λαός και ο στρατός μας θα μπορούσαν να αντέξουν στη φοβερή επίθεση των χιτλερικών με τα άρματα μάχης, τα μηχανοκίνητα στρατεύματα και τις εκατοντάδες αεροπλάνα. Σ' αυτές τις τραγικές στιγμές, οι ξενόδουλοι στρατηγοί του δικτάτορα Μεταξά και του βασιλιά Γλίξμπουργκ, ενώ ο στρατός με συγκρατημένη την ανάσα και ματωμένος πολεμούσε, προδίνουν στρατό και λαό και διευκολύνουν την υποδούλωση της χώρας στους Χίτλερ και Μουσολίνι. Οι προδότες στρατηγοί Τσολάκογλου, Μπάκος, Δεμέστιχας, Πολύζος και άλλοι, που διηύθυναν τις ελληνικές μεραρχίες στην Ηπειρο, συνθηκολόγησαν. Ανοιξαν τα σύνορα στις στρατιές του Χίτλερ και Μουσολίνι. Τα χιτλερικά τανκς προχωρούν χωρίς αντίσταση για να καταλάβουν την Αθήνα, την πρωτεύουσα της Ελλάδας. Οι αγγλικές μεραρχίες του στρατηγού Ουίνστον υποχωρούν χωρίς να δώσουν καμιά μάχη. Το μόνο που ενδιαφέρονται είναι πώς να σώσουν τον εαυτό τους, αδιαφορώντας για την Ελλάδα και το λαό της...
Η χιτλερική αεροπορία βομβαρδίζει το κάτεργο της Ακροναυπλίας. Απ' τις 21 - 25 του Απρίλη 1941 οι δεσμώτες της Ακροναυπλίας περνούν εφιαλτικές μέρες. Επί πέντε μέρες από τις 6 η ώρα το πρωί, μέχρι τις 6 η ώρα το βράδυ χιτλερικά αεροπλάνα τύπου Στούκας βομβαρδίζουν κατά κύματα την Ακροναυπλία και τα αγγλικά καράβια στον Αργολικό Κόλπο.
...Σφυρίζουν τα Στούκας και πέφτουν σαν το χαλάζι οι χιτλερικές βόμβες. Και το βράδυ σαν βασίλευε ο ήλιος, κουρασμένοι και ανάστατοι, πέφταμε να κοιμηθούμε. Πόσο βαρύς ήταν αυτός ο ύπνος! Στα όνειρά μας βλέπαμε, πως μας βομβαρδίζουν τα Στούκας...
Οι χιτλερικοί αεροπόροι βομβάρδιζαν τα αγγλικά καράβια, αλλά είχαν, επίσης για στόχο τους και την Ακροναυπλία, όπως μας είπαν οι ίδιοι οι Γερμανοί, όταν κατέλαβαν τα Ναύπλιο:
-- Ακόμη ζείτε! Ηταν οι πρώτες λέξεις των χιτλερικών αξιωματικών, όταν μπήκαν στην Ακροναυπλία. Εμείς σας ρίξαμε εκατοντάδες βόμβες...
Σωθήκαμε μόνο στην τύχη. Μα και γιατί, όπως ήταν κωνικός ο βράχος της Ακροναυπλίας, οι βόμβες έπεφταν ξυστά και παρασύρονταν στη θάλασσα. Μια δέσμη από βόμβες, που έπεσαν δίπλα στο κτίριο της Ακροναυπλίας, δεν έσκασαν. Ισως κάποιο σαμποτάζ πατριώτη της Γερμανίας να έσωσε τη ζωή εκατοντάδων κρατουμένων.
Τις μέρες αυτές η Ακροναυπλία έμοιαζε με κόλαση. Τη νύχτα φεύγουν από το Ναύπλιο οι Αγγλοι και Ελληνες επίσημοι για την Κρήτη και την Αίγυπτο. Ενα αγγλικό καταδρομικό έχει μισοβυθισθεί στο λιμάνι του Ναυπλίου. Κάποια χιτλερική βόμβα το 'χει χτυπήσει στην μπουρού του και σφυρίζει δαιμονισμένα, μέρα - νύχτα, σαν να 'χει στοιχειώσει... Παρακολουθάμε απ' τα παράθυρα τη μάχη ανάμεσα στο αγγλικό καταδρομικό και τα Στούκας. Ενας Νεοζηλανδός ώρες ολόκληρες πολεμούσε ηρωικά, με το αντιαεροπορικό του, έριξε μάλιστα ένα Στούκας που κάηκε στον αέρα. Στο τέλος το αντιαεροπορικό σίγησε και ο Νεοζηλανδός ήρωας έπεσε νεκρός!
...Ενα άλλο εμπορικό καράβι, γεμάτο νιτρογλυκερίνη έχει πάρει φωτιά. Από στιγμή σε στιγμή είναι έτοιμο να εκραγεί. Βρίσκεται ακριβώς κάτω από το βράχο της Ακροναυπλίας. Αν ανατιναχτεί δε θα μείνει τίποτε από το κάτεργό μας και από μας. Η ζωή εκατοντάδων ανθρώπων βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο. Η επιτροπή μας πήγε, όταν το 'μαθε την τελευταία στιγμή, στο διοικητή και ζήτησε να μας αφήσει ελεύθερους, για να σωθούμε! Σ' απάντηση αυτός δυναμώνει τη φρουρά και καλεί σε ενίσχυση κι άλλους χωροφύλακες απ' το Ναύπλιο οπλισμένους με βαριά πολυβόλα. Μας επιτρέπει να βγούμε στο προαύλιο, που ήταν πριν μπεις στο κύριο κτίριο της Ακροναυπλίας για να 'μαστε κάπως αραιωμένοι. Ομως το προαύλιο αυτό μόλις χωράει καμιά 200ριά ανθρώπους. Ετσι, οι άλλοι έμειναν στο αντιαεροπορικό καταφύγιο και στα παράθυρα με τους χοντρούς τοίχους.
Ευτυχώς που φυσάει απ' τη στεριά αεράκι και το καράβι μέσα στις φλόγες απομακρύνεται 600 - 800 μέτρα μακριά απ' το βράχο της Ακροναυπλίας. Ξαφνικά ακούστηκε μια τρομαχτική έκρηξη, θα 'ταν η ώρα 14.00. Η Ακροναυπλία σείστηκε σαν να 'τανε αχυροκαλύβα. Δημιουργήθηκαν μεγάλες ρωγμές στους τοίχους, τα παράθυρα ξηλώθηκαν και ένα μέρος της στέγης χάλασε... Σ' ολόκληρο το Ναύπλιο δεν έμεινε τζάμι γερό!
...Μεγάλα κομμάτια από πυρακτωμένες λαμαρίνες του καραβιού έφτασαν μέχρι το προαύλιο του στρατοπέδου και έπεσαν μερικά μέτρα μακριά μας. Είμαστε φαίνεται ...τυχεροί. Σάν κατάπεσε η λάβα της φωτιάς και γαλήνεψε η θάλασσα, μετρηθήκαμε. Δεν λείπει κανένας! Δεν μας βρήκαν ούτε οι χιτλερικές βόμβες, ούτε η πυρακτωμένη λάβα απ' το ανατιναγμένο καράβι. Μείναμε στη ζωή, φυλακισμένοι σ' ένα μισογκρεμισμένο κτίριο. Και μ' ένα κέρδος: Οι χιτλερικές βόμβες και η ανατίναξη του καραβιού ...κατάργησαν την απομόνωση της Ακροναυπλίας. Δεν είχε πια κανένα νόημα. Ο διοικητής του στρατοπέδου αναγκάστηκε να φέρει αυτούς που ήταν στην απομόνωση μαζί μας.
Στο αναμεταξύ, οι χιτλερικοί κατακτητές έφταναν στην Αθήνα. Οι ελληνικές στρατιωτικές μονάδες είχαν διαλυθεί και οι φαντάροι γυρνούσαν σαν τα κοπάδια, από χωριό σε χωριό, για να εξασφαλίσουν λίγο ψωμί και μεταφορικό μέσο, για να πάνε στα μέρη τους. Οι τελευταίες μας πληροφορίες ήταν πως οι Γερμανοί πλησίαζαν στον Ισθμό της Κορίνθου.
Η Ομάδα μας με επιτροπή της απαιτεί απ' τη Διοίκηση του στρατοπέδου να μας αφήσει αμέσως ελεύθερους. Συγκεντρωθήκαμε μπροστά στις κιγκλίδες και φωνάζαμε να ανοίξουν οι πόρτες της φυλακής μας. Οταν άκουσε τις φωνές και είδε τόσο πολύ κόσμο στις κιγκλίδες ο διοικητής - ήταν τότε ο μοίραρχος Γιαννίκος, που τον αποκαλούσαμε «Κυριακή» απ' το όνομα του εκφωνητή της ελληνικής εκπομπής του ραδιοσταθμού του Βερολίνου - γίνηκε κατάχλομος και άρχισε να φωνάζει από την πόρτα του γραφείου του: «Εχετε το λόγο της στρατιωτικής μου τιμής, ότι αν οι Γερμανοί περάσουν τον Ισθμό, που είναι η τελευταία γραμμή αμύνης, διαθέτω εβδομήντα χωροφύλακες, κάμποσα οπλοπολυβόλα και βαριά πολυβόλα, θα πάρω κι εσάς και θα πολεμήσουμε μαζί».
Οπως έδειξαν τα πράγματα, ο κύριος διοικητής μάς έλεγε ψέματα για να μας καθησυχάσει... Κανένα λόγο στρατιωτικής τιμής δεν έχουν οι χαφιέδες. Ζητούσε απλώς να κερδίσει χρόνο. Για να εκπληρώσει την αποστολή που πήρε απ' τον Μανιαδάκη, να μας παραδώσει αιχμάλωτους στους καταχτητές για να μας εξοντώσουν!
Την άλλη μέρα επιτροπή μας (...) ζήτησε να παρουσιαστεί στον Εγγλέζο στρατηγό (αυτός ήταν τώρα ανώτατος διοικητής Πελοποννήσου) για να βάλει το ζήτημα της απόλυσής μας. Ο Εγγλέζος στρατηγός δεν τους δέχτηκε. Επιτροπή μας έκανε διάβημα και στον αντισυνταγματάρχη Πατέρη (...) υποσχέθηκε να μας αφήσει (...) μας παρέδωσε. Οπως είναι γνωστό, ο Πατέρης έγινε αργότερα αντιστράτηγος και αρχηγός της χωροφυλακής (...) οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ακροναυπλιά τις τελευταίες μέρες του Απρίλη του 1941. Η διχτατορία, ο Μανιαδάκης, η πλουτοκρατική ολιγαρχία που στήριζε τη διχτατορία μάς παρέδωσαν «διά πρωτοκόλλου» στους χιτλερικούς φασίστες σαν αιχμαλώτους πολέμου....
Τώρα, το κύριο πρόβλημα δεν είναι η πάλη με τις «δηλώσεις μετανοίας». Το καθήκον αυτό ξεπεράστηκε, ανήκε πια στην ιστορία των ηρωικών αγώνων της Ακροναυπλιάς. Αρχίζει το μαρτύριο της πείνας... Δεν προφτάσαμε να ξεπεράσουμε τη μεγάλη δοκιμασία, το μαρτύριο της πείνας, προβάλλει ένας άλλος, πιο μεγάλος κίνδυνος, οι εκτελέσεις για αντίποινα. Η Ακροναυπλιά φτάνει στο ζενίθ των θυσιών της.
Η Ακροναυπλία βαδίζει πια προς το... τέλος της. Σε λίγο θα ανήκει στην ιστορία, θα γίνει θρύλος, θα γίνει τραγούδι. Και μ' αυτό, όπως και με όλους τους ένδοξους αγώνες του λαού της Ελλάδας, θα διαπαιδαγωγούνται οι ερχόμενες γενιές, θα παίρνουν παράδειγμα για καθοδήγηση οι νέοι, οι αγωνιστές.
Την ίδια στιγμή, που μεταφέρονταν οι σύντροφοί μας στα Ιταλικά και χιτλερικά κάτεργα, συνεδρίαζε η Κομματική Επιτροπή της Ακροναυπλίας, με όσα μέλη της δεν είχαν μεταφερθεί ακόμα αλλού. Προετοίμαζε, με απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματός μας, έναν κατάλογο από 57 συντρόφους, για να μεταφερθούν σαν άρρωστοι φυματικοί στο σανατόριο, απ' όπου θα μπορούσε να οργανωθεί η απελευθέρωσή τους.
Η Κομματική Επιτροπή της Ακροναυπλίας επωφελήθηκε από την πάλη που έκανε ο λαός της Ελλάδας για τη σωτηρία των αγωνιστών της Ακροναυπλίας και από την πρώτη υποχώρηση των Ιταλών φασιστών, που δέχτηκαν να μεταφέρουν τους αρρώστους Ακροναυπλιώτες σε σανατόριο της Αθήνας για να θεραπευθούν. (...) Η Ακροναυπλία σχεδόν είχε αδειάσει. Πάνω από 500 αγωνιστές είχαν κιόλας μεταφερθεί σε άλλα στρατόπεδα και ορισμένοι, ατομικά, σε νοσοκομεία. Μέναν μόνο οι 57 άρρωστοι - φυματικοί στο Β' θάλαμο και από κει μεταφέρθηκαν σ' ένα μικρό θάλαμο που κοιμόνταν άλλοτε οι χωροφύλακες της φρουράς.
Στο νέο τους θάλαμο, οι 57, μοιάζουν σαν να 'ναι χτισμένοι στο μνήμα τους... Περνούν όμως οι βδομάδες, κλείνει και ο δεύτερος μήνας και κανένα φως στον ορίζοντα... Αντί για σανατόριο οι άρρωστοι - φυματικοί μένουν ακόμα στην Ακροναυπλία. Ψιθυρίζεται ότι θα τους μεταφέρουν κι αυτούς σε άλλο γερμανοϊταλικό στρατόπεδο. Στο αναμεταξύ, συνεχίζεται, έξω, η πάλη για τη μεταφορά μας στο Σανατόριο «Σωτηρία» της Αθήνας. Ο λαός δεν μπορεί να μας ξεχάσει. Το Κόμμα μας, στα 1943, έχει πια δυναμώσει και οργανώνει την απόδρασή μας. Παλεύουμε και μεις, φωνάζουμε το διοικητή, τους γιατρούς και απαιτούμε να μεταφερθούμε.
Τέλος, έρχεται η έγκριση να μεταφερθούμε στην Αθήνα, στο Σανατόριο «Σωτηρία». Το πρωί της 27 Φλεβάρη 1943, ύστερα από 6 χρόνια μαρτυρική ζωή και ηρωική πάλη, κλείνει το κάτεργο της Ακροναυπλίας. Οι 57 αγωνιστές, που φύγαμε τελευταίοι, πήραμε τα κλειδιά της.
Οταν ροβολούσαμε απ' το πίσω μέρος του βράχου, κάτω απ' τη σκιά των μεσαιωνικών φυλακών του Παλαμηδιού, δεμένοι και φορτωμένοι στην πλάτη τα ρούχα μας, πόσες και πόσες σκηνές, ευχάριστες και θλιβερές περνούσανε, ολοζώντανες, μπρος απ' τα μάτια μας... Οι θύμησες δεν μας άφηναν ούτε για μια στιγμή...
Χρόνια παρακολουθούσαμε, πίσω απ' τα μαύρα σίδερα της φυλακής μας, τον Αργολικό Κόλπο και τα γύρω βουναλάκια με τους πευκώνες, τα λεμονοδάση, τα πορτοκαλοδάση και άλλα οπωροφόρα δέντρα... Το αντιφέγγισμα του ολόγεμου φεγγαριού, όταν είχε πανσέληνο, στα νερά του Αργολικού Κόλπου... Και από μακριά (έξω απ' τον Αργολικό Κόλπο) ακούγαμε τους αέρηδες, που σφυριχτοί φυσούσαν και κύματα σήκωναν. Σαν το αντιβούισμα του λαού που παλεύει... Τι ωραία που είναι τα μέρη αυτά! Γλυκιά και όμορφη φύση, ηρωικές παραδόσεις λεβεντιάς και αγωνιστικό πνεύμα.
(....) Η Ακροναυπλία έκλεισε! Επαψε να χτυπά η καρδιά ενός αντιφασιστικού φρουρίου! Οι 625 αγωνιστές της Ακροναυπλίας σκορπίστηκαν σ' όλη την Ελλάδα, απ' τη Θεσσαλία μέχρι την Ηπειρο. Εκεί θα πυργώσουν καινούργια φρούρια, θα μεταδώσουν την πείρα τους σε χιλιάδες καινούργιους αγωνιστές και θα τους εμψυχώσουν με το δικό τους αγωνιστικό παράδειγμα.
Η δύναμη του λαού είναι ακατανίκητη και στο τέλος θα επιβάλει τη θέλησή της. Αυτό θα γίνει. Είναι βέβαιο. Με μία, όμως, προϋπόθεση:
Φτάνει οι κομμουνιστές να μην κάνουν "δηλώσεις μετάνοιας" μπροστά στις δυσκολίες και στις κάθε είδους πιέσεις. Φτάνει οι κομμουνιστές να μη χάσουν την πίστη τους στη δύναμη της εργατικής τάξης, του λαού και στις ιδέες τους.
Φτάνει οι κομμουνιστές να αισθάνονται ότι στον αγώνα τους αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα όλων των εργαζομένων και, επόμενα, δουλεύουν ακούραστα με σχέδιο για τη συσπείρωσή τους.
Φτάνει οι κομμουνιστές να μην υπολογίζουν τις θυσίες και να γνωρίζουν ότι ταξικός αγώνας χωρίς θύματα δε γίνεται.
Οσοι σήμερα προβάλλουν και επικαλούνται τις σημερινές δυσκολίες του αγώνα, για να δικαιολογήσουν την αδράνεια, το συμβιβασμό τους ή να προφυλάξουν τον εαυτό τους από τις "κακουχίες" του αγώνα, ας μελετήσουν καλύτερα την Ιστορία του ΚΚΕ. Οι δυσκολίες του παρελθόντος δε συγκρίνονται με τις σημερινές.
Η Ακροναυπλία μάς διδάσκει, μας δείχνει το δρόμο, το δρόμο του αγώνα και το δρόμο της νίκης. Οι Ακροναυπλιώτες κομμουνιστές δεν ήταν υπεράνθρωποι. Είχαν σάρκα και οστά. Ολοι τους είχαν αγαπημένα πρόσωπα, γυναίκες, παιδιά, γονείς, που υπέφεραν μαζί τους αφάνταστες κακουχίες.
Ολοι τους αγαπούσαν τη ζωή και πονούσαν αφάνταστα για τις δυστυχίες των αγαπημένων τους, που ήταν απερίγραπτες.
Ηταν, όμως, αγωνιστές και πάνω από τον εαυτό τους έβαλαν τη δυστυχία των πολλών και το χρέος να τους αφυπνίσουν ταξικά και πολιτικά.
Πάνω από το προσωπικό συμφέρον, έβαλαν τα συμφέροντα των πολλών και τον αγώνα κατά της κοινωνικής αδικίας.
Ξεχώριζαν από τους πολλούς, όχι για τη σωματική τους αντοχή, αλλά για τη δύναμη των ιδεών τους, για τη γνώση των νόμων της κοινωνικής εξέλιξης και δεν εγκατέλειπαν ούτε στιγμή, ακόμα και στις πιο κορυφαίες στιγμές του οργίου της τρομοκρατίας και της πείνας, τη μελέτη της θεωρίας μας, τη ζωή του λαού.
Αντεξαν στα αναρίθμητα βασανιστήρια και στις δυσκολίες της φυλακής, γιατί ήταν βέβαιοι ότι η εξέλιξη δεν καθορίζεται από τη θέληση των ισχυρών, αλλά από τη δύναμη της πάλης των τάξεων και ότι αυτή καμιά δύναμη δεν μπορεί να την ακινητοποιήσει, να την καταργήσει, όπως δεν μπορεί κανένας να σταματήσει την κίνηση της Γης.
Αντεξαν, γιατί ήξεραν ότι κρατούσαν στα χέρια τους τις τύχες ενός ολόκληρου λαού, που πίστευε σ' αυτούς.
Προτιμούσαν γι' αυτό να δώσουν τη ζωή τους, παρά να προδώσουν την εμπιστοσύνη του, την αγάπη και το σεβασμό του λαού στο ΚΚΕ.
Πηγή: «Κι άστραψε φως η Ακροναυπλιά», του Βασίλη Γ. Μπαρτζιώτα, έκδοση «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ».