|
15 Μάρτη 1919. Απόβαση των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη
|
Η
Μικρασιατική Καταστροφή (Αύγουστος 1922) αποτελεί μια από τις πιο
τραγικές στιγμές της Ιστορίας της Ελλάδας, τις συνέπειες της οποίας
πλήρωσε ο λαός της. Είναι το αποτέλεσμα της συμμετοχής της άρχουσας
τάξης της Ελλάδας στα ιμπεριαλιστικά σχέδια στην ευρύτερη περιοχή της
Εγγύς Ανατολής, προκειμένου να προωθήσει μέσω αυτής της συμμετοχής στην
πράξη τη θεωρία της «Μεγάλης Ιδέας», δηλαδή της προσάρτησης εδαφών στην
Ελλάδα και έτσι να ικανοποιηθούν τα συμφέροντα των Ελλήνων
κεφαλαιοκρατών, τα οποία διαπλέκονταν με αυτά των τότε ιμπεριαλιστικών
δυνάμεων, ιδιαίτερα της Αγγλίας.
Η επίθεση του στρατού του
Κεμάλ άρχισε στις 13 Αυγούστου 1922 στη γραμμή Αφιόν Καραχισάρ - Σμύρνη.
Η ήττα είναι συντριπτική και ο ελληνικός στρατός αρχίζει την άτακτη
υποχώρησή του. Ενα μήνα αργότερα οι Τούρκοι μπαίνουν στη Σμύρνη, που
παραδίδεται στις φλόγες.
***
Είχε
προηγηθεί η Μικρασιατική Εκστρατεία. Μια πολεμική ενέργεια, ενταγμένη
στο διεθνές ιμπεριαλιστικό πλαίσιο, που διαμορφωνόταν με βάση τα
αποτελέσματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Η ελληνική αστική τάξη
προσπάθησε τότε να εξαργυρώσει τη συμμετοχή του κράτους της στον Α΄
Παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, αλλά και να
επωφεληθεί από τη συμμαχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τις Κεντρικές
Δυνάμεις (Γερμανία, Αυστροουγγαρία), προβάλλοντας τις εδαφικές της
αξιώσεις στο μεταπολεμικό ενδοϊμπεριαλιστικό παζάρι για τη διανομή των
αγορών. Μάλιστα, η κυβέρνηση Βενιζέλου προσέβλεπε σε ενίσχυση των
αξιώσεών της, λόγω και της συμμετοχής του ελληνικού στρατού στην
ιμπεριαλιστική εκστρατεία κατά της επαναστατικής Ρωσίας.
|
«Η
Φωνή του Εργάτου», 9 Σεπτέμβρη 1922. Οι θέσεις και η πάλη του ΣΕΚΕ (Κ)
ενάντια στην εκστρατεία στη Μ. Ασία, όπως αποτυπώνονται στην εφημερίδα
των Ελλήνων εργατών στη Νέα Υόρκη
|
Οι
νικήτριες στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ιμπεριαλιστικές χώρες της Αντάντ
(Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία) επιβουλεύονταν τα πετρέλαια της Μοσούλης και,
επομένως, ήθελαν να εδραιώσουν τις θέσεις τους και στην περιοχή του
οθωμανικού κράτους. Γεγονός που συνεπαγόταν και ενέργειες για το
διαμελισμό του. Γι' αυτό το σκοπό χρησιμοποίησαν και τον ελληνικό
στρατό. Ταυτόχρονα, το εθνικοαπελευθερωτικό, αστικοδημοκρατικό
επαναστατικό κίνημα στην Τουρκία, με επικεφαλής τον Μουσταφά Κεμάλ,
συγκροτεί κυβέρνηση στην Αγκυρα στις 23 Απρίλη του 1920 και έρχεται σε
πλήρη ρήξη με τον σουλτάνο. Τα ιμπεριαλιστικά κράτη, αντιλαμβανόμενα ότι
ο σουλτάνος δεν είναι σε θέση να τσακίσει την επανάσταση, βάζουν μπρος
το στρατιωτικό σχέδιο, με κύρια δύναμη τον ελληνικό στρατό, αλλά και τα
δικά τους στρατεύματα. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά του Κεμάλ δεν
φέρνουν αποτέλεσμα. Ετσι, στις 10 Αυγούστου 1920, υπογράφεται στις
Σέβρες της Γαλλίας η ομώνυμη Συνθήκη.
Με τη Συνθήκη των Σεβρών,
η έκταση της Τουρκίας ελαττωνόταν έως το ένα πέμπτο. Η Συρία, η
Παλαιστίνη, η Μεσοποταμία και η Χατζάζη κηρύσσονταν τυπικά ανεξάρτητα
κράτη. Και λέμε τυπικά, γιατί ουσιαστικά γίνονταν αποικίες -
προτεκτοράτα, η πρώτη της Γαλλίας και οι άλλες της Μεγάλης Βρετανίας,
μιας και τα κράτη αυτά, σύμφωνα με το άρθρο 22 της Συνθήκης, κρίνονταν
μη ικανά για αυτοκυβέρνηση. Η Τουρκία έχανε κάθε επικυριαρχία πάνω στην
Αίγυπτο, η οποία γινόταν προτεκτοράτο της Μεγάλης Βρετανίας, στην οποία
παραχωρούνταν επίσης η Κύπρος, το Σουδάν καθώς και τα δικαιώματα της
Τουρκίας στη ναυσιπλοΐα του Σουέζ. Αναγνωριζόταν το προτεκτοράτο της
Γαλλίας στο Μαρόκο και την Τυνησία και η Λιβύη παραχωρούνταν στην
Ιταλία.
|
Σεπτέμβρης
του 1920. Πανηγυρισμοί της αστικής τάξης και χιλιάδων λαού στο
Παναθηναϊκό Στάδιο για τη Συνθήκη των Σεβρών και την ελληνική κατοχή στη
Μικρά Ασία
|
Επιπλέον, τα τρία
ισχυρά καπιταλιστικά κράτη (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία), με ιδιαίτερη
συμφωνία μοίραζαν μεταξύ τους σε «σφαίρες επιρροής» και ό,τι απέμεινε
ακόμα από την Τουρκία, με πρόσχημα να τη βοηθήσουν ν' αναπτύξει τις
πλουτοπαραγωγικές πηγές της.
Με τη Συνθήκη των Σεβρών, στην
Ελλάδα παραχωρούνταν η Δυτική και Ανατολική Θράκη έως τη γραμμή
Τσατάλτζας κοντά στην Κωνσταντινούπολη και τα νησιά Ιμβρος και Τένεδος
καθώς και η Σμύρνη με την ενδοχώρα της, όπου τυπικά αναγνωριζόταν η
τουρκική κυριαρχία με το να κυματίζει η οθωμανική σημαία στα φρούρια της
πόλης.
Η Κωνσταντινούπολη αναγνωριζόταν πρωτεύουσα του τουρκικού
κράτους, υπό την αίρεση των συμμάχων, για την περίπτωση που η Τουρκία
δεν θα τηρούσε τα συμφωνημένα. Τα Στενά των Δαρδανελίων κηρύσσονταν
ουδέτερη και αφοπλισμένη ζώνη.
Η Συνθήκη των Σεβρών αφόπλιζε την
Τουρκία και άφηνε ελεύθερη τη δίοδο των Στενών, εκτός από τα πολεμικά
και τα εμπορικά πλοία, πράγμα που έθετε κάτω από τον έλεγχο της Αγγλίας
και της Γαλλίας το εμπόριο και την ασφάλεια των χωρών της Μαύρης
Θάλασσας.
Η κυβέρνηση Βενιζέλου ανέλαβε τη δράση για την επιβολή
της συγκεκριμένης Συνθήκης, η οποία απορρίφθηκε από την κυβέρνηση Κεμάλ.
Ετσι, γενικεύτηκε, ουσιαστικά, ο πόλεμος στο μέτωπο της Μικράς Ασίας, ο
οποίος τυπικά ξεκίνησε το Μάη του 1919.
|
Τα υπολείμματα του ελληνικού στρατού στη Μ. Ασία, στο δρόμο της φυγής, αμέσως μετά από την κατάρρευση του μετώπου
|
Στις
2 Μάη (15 με το νέο ημερολόγιο) 1919, ελληνικά στρατεύματα είχαν
αποβιβαστεί στη Σμύρνη ύστερα από απόφαση του Ανωτάτου Συμμαχικού
Συμβουλίου του Συνεδρίου των Παρισίων. Η εκστρατεία είχε ξεκινήσει. Το
τραγικό της τέλος, όμως, ήταν προδιαγεγραμμένο.
Οι σύμμαχοι
Από
τις 7/20 Οκτώβρη 1921, η Γαλλία είχε αποφασίσει την αποχώρηση των
δυνάμεών της από την Κιλικία και αναγνώρισε ως νόμιμη κυβέρνηση της
Τουρκίας αυτήν του Κεμάλ. Η μεταστροφή της Γαλλίας συνδεόταν άμεσα με
την προσπάθειά της να προσεταιριστεί την Τουρκία, διαρρηγνύοντας έτσι
τις σχέσεις της τελευταίας με τη Σοβιετική Ρωσία, όπως επέβαλλαν τα
συμφέροντα του γαλλικού κεφαλαίου. Η προσπάθεια ήταν πράγματι επιτυχής.
Την περίοδο Οκτώβρη 1921 - Μάρτη 1922, οι διπλωματικές επαφές της
κυβέρνησης Γούναρη στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, με σκοπό την οικονομική ή
στρατιωτική ενίσχυση των ελληνικών δυνάμεων, απέβησαν άκαρπες, ακόμα
και από την πλευρά της Μ. Βρετανίας, η οποία έως τότε υποστήριζε τις
ελληνικές αξιώσεις.
Το Μάρτη 1922 πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι η
Διασυμμαχική Συνδιάσκεψη των Τριών Δυνάμεων (Αγγλία - Γαλλία - Ιταλία),
που αποφάσισε να διαβιβάσει στην Ελλάδα και την Τουρκία προτάσεις
ανακωχής. Η συνδιάσκεψη έγινε εν μέσω αγγλογαλλικών συγκρούσεων για τον
έλεγχο των Στενών, που η Αγγλία προσπαθούσε να διατηρήσει.
Η
Συνδιάσκεψη κατέληξε σε κείμενο πρότασης ανακωχής που θα διαρκούσε
τρεις μήνες. Προέβλεπε εδαφικές παραχωρήσεις από την Ελλάδα, καθώς ο
στρατός έπρεπε να αποχωρήσει όχι μόνο από την περιοχή της Σμύρνης, αλλά
και από μεγάλο τμήμα της Ανατολικής Θράκης, ενώ περιλάμβανε μόνο γενικές
αρχές όσον αφορά την προστασία των χριστιανικών μειονοτήτων της
Τουρκίας και της μουσουλμανικής μειονότητας στην Ελλάδα. Η πρόταση έγινε
αποδεκτή από την ελληνική κυβέρνηση, όμως δεν έγινε αποδεκτή από τον
Κεμάλ, ο οποίος ζητούσε την αποχώρηση του ελληνικού στρατού αμέσως μετά
την υπογραφή της ανακωχής.
Στις 3/16 Απρίλη 1922, ο Γούναρης
ειδοποίησε από τη Γενεύη το υπουργείο Εξωτερικών ότι επίκειται αποχώρηση
και των ιταλικών στρατιωτικών δυνάμεων. Η αποχώρηση του γαλλικού και
ιταλικού στρατού δεν τροποποίησε μόνο το συσχετισμό δυνάμεων, αλλά
συνοδεύτηκε και με την τροφοδοσία των δυνάμεων του Κεμάλ με σημαντικό
οπλισμό.
Η καταστροφή
Στις 3/16 Μάη
1922 η κυβέρνηση Γούναρη παραιτήθηκε, παρότι εξασφάλισε οριακή ψήφο
εμπιστοσύνης στη Βουλή. Η κυβέρνηση που σχηματίστηκε, από τον αρχηγό της
αντιπολίτευσης Ν. Στράτο, δεν κατόρθωσε να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης και
έτσι στις 9/22 Μάη του 1922 ψηφίστηκε πρωθυπουργός ο Πρωτοπαπαδάκης,
αποτελώντας πρόσωπο κοινής εμπιστοσύνης των Γούναρη και Στράτου. Στο
μεταξύ, η κατάσταση του ελληνικού στρατού ήταν εξαιρετικά άσχημη, αφού
το ηθικό του, όπως αναφέρει η σχετική Ιστορία του ΓΕΣ,
«υπέστη
διάβρωσιν και μείωσιν (...) Είχε πλέον εδραιωθή η πεποίθησις (...) ότι
αι ταλαιπωρίαι, οι κίνδυνοι, οι μόχθοι και αι θυσίαι απέβαινον
άκαρποι...»1.
Εκείνη την εποχή, όπως
υποστηρίζει ο Κορδάτος, Σοβιετικός αντιπρόσωπος της Κομμουνιστικής
Διεθνούς και του υπουργείου Εξωτερικών και Στρατιωτικών της ΕΣΣΔ ήρθε
στην Ελλάδα με σουηδικό διαβατήριο και ζήτησε συνάντηση με τον Γραμματέα
του Κόμματος. Ο Σοβιετικός αντιπρόσωπος κατέθεσε μια πρόταση ειρήνευσης
με ταυτόχρονη αυτονόμηση της περιοχής της Μικράς Ασίας. Για την
υποστήριξή της, η ΕΣΣΔ ήταν πρόθυμη να σταματήσει κάθε μορφή υποστήριξης
προς τον Κεμάλ. Οι λόγοι που επέβαλαν αυτήν την πρόταση από την ΕΣΣΔ
ήταν, κατά τον Σοβιετικό αντιπρόσωπο, οι παρασκηνιακές συνεννοήσεις
ανάμεσα στον Κεμάλ και το βρετανικό και το γαλλικό ιμπεριαλισμό, μέρος
των οποίων αφορούσε την εκδίωξη των ελληνικών πληθυσμών από τη Μικρά
Ασία και την Κωνσταντινούπολη. Στη βάση της συγκεκριμένης πρότασης ο Γ.
Κορδάτος συναντήθηκε με τον Ν. Στράτο
2.
Αν και
δεν υπάρχει άλλη ιστορική πηγή που να αναφέρει τις συγκεκριμένες
συναντήσεις και το περιεχόμενο των συζητήσεων, ένα άρθρο του Κορδάτου
στον «
Ριζοσπάστη» τις ίδιες μέρες φαίνεται ότι επιβεβαιώνει τη σοβιετική διπλωματική κινητικότητα:
«Μια
μόνη σωτηρία υπάρχει. Να στραφούμε προς την Μόσχαν. Μάλιστα εις την
σοβιετικήν Μόσχαν και να αναθέσουμε εις την σοβιετικήν κυβέρνησιν να μας
βγάλη από το αδιέξοδον. Τα υψηλά και μεγάλα ιδανικά του Κομμουνισμού
και της Ρωσσικής Επαναστάσεως εγγυώνται εις όλους τους λαούς την πλέον
αμερόληπτον απονομή του δικαίου. Η Μόσχα ως διαιτητής μεταξύ Τουρκίας
και Ελλάδος είνε η μόνη διέξοδος (...) Εάν υπάρχη ακόμη καιρός για να
προλάβωμεν την επερχόμενην θύελλαν και καταστροφήν, εάν εις τους αστούς
κυβερνώντας πολιτικούς υπάρχη ίχνος πολιτικής φρονήσεως θα εγκολπωθούν
το σύνθημά μας, προς την Μόσχαν»3.
Η συγκεκριμένη πρόταση δεν υιοθετήθηκε και λίγο αργότερα άρχισαν οι διωγμοί των στελεχών του ΣΕΚΕ (Κ).
Στις
13/26 Αυγούστου άρχισε η αντεπίθεση του Κεμάλ και την επόμενη μέρα η
υποχώρηση του ελληνικού στρατού, που γρήγορα μετατράπηκε σε άτακτη φυγή.
Φεύγοντας ασύντακτοι έκαιγαν και κατέστρεφαν χωριά
4.
Στις
26 Αυγούστου/8 Σεπτέμβρη οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν από τη
Σμύρνη, ενώ στις 27 Αυγούστου/9 Σεπτέμβρη μπήκε στην πόλη ο τουρκικός
στρατός. Την ίδια μέρα ο Μεταξάς έγραψε στην εφημερίδα «
Χρονικά» ότι υπεύθυνοι της ήττας ήταν οι κομμουνιστές
5. Τα ίδια είχε γράψει δύο μέρες νωρίτερα και η εφημερίδα «
Καθημερινή», ενώ νωρίτερα έκανε λόγο για συνεργασία Βουλγάρων κομμουνιστών, κεμαλικών και Ελλήνων κομμουνιστών
6.
Την επόμενη μέρα, ο «
Ριζοσπάστης» δημοσιοποίησε την κοινή ανακοίνωση του ΣΕΚΕ (Κ) και της ΓΣΕΕ:
«Η
χώρα αντιμετωπίζει σήμερον δεινήν κατάστασιν, στρατιωτικήν, πολιτικήν,
οικονομικήν, κοινωνικήν, διεθνή, της οποίας θύμα είναι η μεγάλη
πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού.
Τας συμφοράς της
παράφρονος επιχειρήσεως του Σαγγαρίου, η οποία εστοίχισεν την ζωήν εις
δεκάδας χιλιάδας εργατών και χωρικών, επηκολούθησεν η τελευταία συμφορά
του μετώπου, της οποίας η συνέπεια δεν ήταν μόνο ο άδικος θάνατος
χιλιάδων Ελλήνων στρατιωτών, αλλά και οι κίνδυνοι που εδημιουργήθησαν
εις τους δυστυχείς ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας, κίνδυνοι
ριζικής εξοντώσεως (...) Το Σοσιαλιστικόν Εργατικόν Κόμμα
(Κομμουνιστικόν) και η Γενική Συνομοσπονδία της Ελλάδος φρονούν ότι η
χώρα δεν δύναται να συνέλθη εκ της κρίσεως την οποίαν τα επελθόντα εξ
αιτίας της ακολουθηθείσης μέχρι τούδε πολιτικής γεγονότα εδημιούργησαν
εάν δεν πραγματοποιηθούν αμέσως και άνευ αναβολής τα κάτωθι
υποδεικνυόμενα μέτρα:
1) Γενική αποστράτευσις. 2) Γενική
αμνηστία όλων των πολιτικών και στρατιωτικών αδικημάτων. 3) Αποζημίωσις
των αποστρατευμένων εφέδρων, των χηρών και ορφανών του πολέμου και των
τραυματιών και των αναπήρων δι' ειδικής βαρύτατης φορολογίας των εκ του
πολέμου πλουτισάντων. 4) Αμεσος παραχώρησις των τσιφλικιών εις τους
καλλιεργητάς των. 5) Διάλυσις της μηδέν πλέον εκπροσωπούσης
εθνοσυνελεύσεως και άμεσος διενέργεια εκλογών επί τη βάσει του
συστήματος της αναλογικής αντιπροσωπείας, του μόνου δυνάμενου να δώση
διέξοδον εις τα πολιτικά πάθη, να ισορροπήση τας αντιμαχόμενας πολιτικάς
δυνάμεις και να εξασφαλίση εις τας εργαζόμενας τάξεις την εν τω
κοινοβουλίω εκπροσώπησίν των. 6) Αμεσος και πλήρης αποκατάστασις των
συνταγματικών ελευθεριών, καταργουμένης της λογοκρισίας και της
απαγορεύσεως των πολιτικών συγκεντρώσεων. 7) Αμεσος αποφυλάκισις όλων
των αδίκως καταδικασθέντων αγωνιστών της εργατικής τάξεως»7.
Η Σμύρνη στις φλόγες
Στις
31 Αυγούστου/13 Σεπτέμβρη η Σμύρνη παραδόθηκε στις φλόγες, ενώ
χιλιάδες, ξεριζωμένοι πια, είχαν φύγει και συνέχιζαν να φεύγουν προς την
Ελλάδα, με όποια μέσα μπορούσαν, για ν' αποφύγουν τη σφαγή. Η ισχυρή
ναυτική δύναμη (τουλάχιστον 21 αμερικανικών, αγγλικών και γαλλικών
πολεμικών πλοίων), που βρισκόταν αγκυροβολημένη στο λιμάνι της Σμύρνης,
όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει την καταστροφή της πόλης και
των κατοίκων της, αλλά αντιθέτως:
«Μέσα στα πολεμικά οι μπάντες
παίζανε εμβατήρια (...) για να μην φτάνουν ίσαμε τ' αυτιά των
πληρωμάτων οι κραυγές της οδύνης και οι επικλήσεις του κόσμου (...) Μία,
μόνο μία κανονιά, μια διαταγή έφτανε για να διαλύσει όλα κείνα τα
μαινόμενα στίφη. Κι η κανονιά δε ρίχτηκε κι η εντολή δε δόθηκε. Μόνο
χτυπούσαν με λοστούς τα χέρια των αμοίρων Μικρασιατών, που κατάφερναν να
φτάσουν ως τα καράβια τους, τους περίχυναν με ζεματιστά νερά και τους
πετούσαν πίσω στη θάλασσα...»8.
Ακόμα:
«Τα
πληρώματα των εν Σμύρνη ναυλοχούντων πολεμικών των απέκοπτον τας χείρας
και έθραυον τας κεφαλάς των δυστυχών εκείνων Ελλήνων, που ενόμιζαν ότι
ημπορούσαν, αποφεύγοντες την τουρκικήν μάχαιραν, να εύρουν άσυλον και
προσωρινήν φιλοξενίαν εις τα πολεμικά σκάφη»9.
Στην Αθήνα
Και
ενώ συνέβαιναν αυτά, στις 10/23 Σεπτέμβρη ο φρούραρχος Αθηνών
αποπειράθηκε να αποσπάσει τα ηγετικά στελέχη του ΣΕΚΕ (Κ) από τις
φυλακές Συγγρού και να τα εκτελέσει
10, αλλά ο διευθυντής των φυλακών δεν παρέδωσε τους κρατούμενους.
Στις
11/24 Σεπτέμβρη εκδηλώθηκε κίνημα στις ναυτικές και στρατιωτικές
δυνάμεις που είχαν συγκεντρωθεί στη Χίο και τη Μυτιλήνη. Στις 13/26
Σεπτέμβρη, τα τμήματα του στρατού που ήταν προσκείμενα στους κινηματίες
έφτασαν στο Λαύριο και από εκεί έστειλαν τελεσίγραφο στην Αθήνα. Στις
14/27 Σεπτέμβρη πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα κίνημα υπό τον Θ. Πάγκαλο, ο
οποίος συνέλαβε εκατοντάδες οπαδούς του βασιλιά, με σκοπό να τους
τουφεκίσει. Την ίδια μέρα, παραιτήθηκε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και
ανέλαβε ο Γεώργιος Β΄, ενώ την επομένη μπήκαν στην Αθήνα τα στρατεύματα
που βρίσκονταν στο Λαύριο και την εξουσία ανέλαβαν οι Γονατάς -
Πλαστήρας - Φωκάς, ηγέτες του στρατιωτικού κινήματος. Στις 17/30
Σεπτέμβρη ο Κωνσταντίνος εγκατέλειψε τη χώρα, ενώ σχηματίστηκε κυβέρνηση
με προσωρινό πρωθυπουργό τον Σωτήριο Κροκιδά. Στις 26 Σεπτέμβρη/9
Οκτώβρη κηρύχθηκε στρατιωτικός νόμος και 4 μέρες αργότερα η κυβέρνηση
αποδέχτηκε την ανακωχή των Μουδανιών. Στη βάση της Συνθήκης ο ελληνικός
στρατός υποχρεώθηκε να αποχωρήσει και από την Ανατολική Θράκη.
Οι
συνέπειες της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής ήταν τραγικές
για τον μάχιμο και τον άμαχο πληθυσμό. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΣ,
οι απώλειες του ελληνικού στρατού στα χρόνια 1919 - 1922 ήταν 24.200
νεκροί, 49.000
«τραυματίες και αποβιώσαντες» και 18.000 αγνοούμενοι. Σύνολο απωλειών 91.200
11.
Οσον αφορά τον άμαχο πληθυσμό, παρότι οι απώλειες είναι αδύνατο να
υπολογιστούν με ακρίβεια, ωστόσο μετριούνταν σε εκατοντάδες χιλιάδες
12. Χιλιάδες ήταν επίσης οι αγνοούμενοι. Περίπου 1.500.000 ήταν εκείνοι που έγιναν πρόσφυγες
13.
Η δίκη των έξι
Η
όξυνση των αντιθέσεων του αστικού πολιτικού συστήματος, αλλά και η
προσπάθεια να καταλαγιάσει η λαϊκή αγανάχτηση συνεχίστηκαν με την
παραπομπή σε δίκη οκτώ ηγετικών παραγόντων της βασιλόφρονης παράταξης,
που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τη Μικρασιατική Εκστρατεία (Δ. Γούναρης, Ν.
Στράτος, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Ν. Θεοτόκης, Γ. Μπαλτατζής και Γ.
Χατζανέστης, ο υποναύαρχος Μιχαήλ Γούδας και ο υποστράτηγος Ξενοφών
Στρατηγός), παρότι υπεύθυνες ήταν εξίσου και οι δύο αστικές πλευρές.
Στις 24 Οκτώβρη/6 Νοέμβρη παραπέμφθηκαν σε έκτακτο στρατοδικείο. Στις 31
Οκτώβρη/13 Νοέμβρη ξεκίνησε η δίκη στο κτίριο της Βουλής (σημερινή
Παλιά Βουλή) και στις 15/28 Νοέμβρη εκδόθηκε η απόφαση του
στρατοδικείου, με την οποία καταδικάστηκαν σε θάνατο και την ίδια μέρα
εκτελέστηκαν, παρά τις έντονες αντιδράσεις της Μ. Βρετανίας, οι έξι
πρώτοι. Γι' αυτό και η δίκη έχει επικρατήσει στην ιστοριογραφία να
ονομάζεται «δίκη των έξι». Οι δύο τελευταίοι καταδικάστηκαν σε ισόβια.
***
Η
διαχείριση από τη βενιζελική παράταξη των συνεπειών της οικονομικής,
κοινωνικής και πολιτικής κρίσης που ξέσπασε από τη στρατιωτική ήττα της
Μικρασιατικής Εκστρατείας, αλλά και η αδυναμία του ΣΕΚΕ (Κ) να στρέψει
τη λαϊκή αγανάχτηση εναντίον του συνόλου των αστικών πολιτικών δυνάμεων
και της αστικής εξουσίας, επέτρεψε στην τελευταία να ανασυνταχθεί και να
θωρακιστεί, συντηρώντας την επιρροή των αστικών πολιτικών δυνάμεων
στους κόλπους των εργατικών και λαϊκών μαζών. Αργότερα ο Νίκος
Ζαχαριάδης εκτίμησε ότι:
«Ο οπορτουνισμός, που δεν πιστεύει στη
δυνατότητα μιας ανεξάρτητης προλεταριακής πολιτικής και λύσης της
κρίσης, εγκαταλείπει την πολιτική πρωτοβουλία στα "προοδευτικά" αστικά
κόμματα και δένει την εργατική τάξη και το επαναστατικό κίνημα στην ουρά
της αστικής δημοκρατίας, διατυπώνοντας τη θεωρία "το κόμμα έχει ανάγκην
μακράς νομίμου υπάρξεως", δηλ. πρέπει να μείνει έξω από την πολιτική
ζωή και δράση της χώρας. Αυτό και εφαρμόζει, ενώ η αστική τάξη
πραγματοποιεί τη "δημοκρατική" μεταβολή, καλμάρει το λαϊκό επαναστατικό
κίνημα με μικρές παραχωρήσεις και ξεπερνά έτσι τη βαθειά επαναστατική
κρίση»14.
Για ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης εκείνη την περίοδο έκανε λόγο και ο Νίκος Μπελογιάννης, ο οποίος έγραψε:
«Ο
λαός και κυρίως τα λείψανα του στρατού, που γύριζαν από το μέτωπο, ήταν
απόλυτοι κύριοι της κατάστασης και το μίσος για τους υπεύθυνους
πλημμύριζε ασυγκράτητα τα στήθια τους. Ο κρατικός μηχανισμός είχε
παραλύσει κι η εξουσία "περπατούσε στους δρόμους". Χωρίς μεγάλες
δυσκολίες θα μπορούσε να την πάρει στα χέρια του ένα επαναστατικό κόμμα
του προλεταριάτου, ένα κόμμα του λαού έμπειρο και με αρχηγούς
ποτισμένους από το παράδειγμα και τα διδάγματα της ρώσικης
επανάστασης...»15.
Η εκτίμηση για ύπαρξη ή όχι επαναστατικής κατάστασης στην Ελλάδα το 1922 απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση.
(Τα στοιχεία για το σημερινό αφιέρωμα αντλήθηκαν κατά κύριο λόγο από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τόμος Α2).
Παραπομπές
1. Συλλογικό, «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους», τόμ. ΙΕ΄, εκδ. «Εκδοτική Αθηνών», Αθήνα, 1978, σελ. 201.
2. Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. ΧΙΙΙ, εκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα, 1959, σελ. 566 - 568.
3. «Ριζοσπάστης», 20-5-1922.
4. Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. ΧΙΙΙ, εκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα, 1959, σελ. 577.
5.
Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. ΧΙΙΙ, εκδ. «20ός
αιώνας», Αθήνα, 1959, σελ. 575 και Αλέξανδρος Κοτζιάς, «Η δίκη των έξι»,
εκδ. ΔΟΛ, χ.χ., σελ. 19.
6. Γιάνης Κορδάτος,
«Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. ΧΙΙΙ, εκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα,
1959, σελ. 575 - 576. Με την προπαγάνδα του «κεμαλομπολσεβικισμού» η
αστική τάξη προσπαθεί μέχρι σήμερα να αποκρύψει τις ευθύνες της για τη
Μικρασιατική Καταστροφή, καλλιεργώντας ταυτόχρονα τον αντικομμουνισμό.
7. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τόμ. 1ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1974, σελ. 250, 252 - 253.
8.
Διδώ Σωτηρίου, «Η Μικρασιατική Καταστροφή και η στρατηγική του
ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο», εκδ. «Κέδρος», Αθήνα, 1975, σελ.
96. Σημειώνεται ότι σε αντίθεση με τη στάση των Αγγλογάλλων και των
Αμερικανών, ήταν η στάση των Σοβιετικών στην Κοτύωρα του Πόντου.
Αναφέρει ο μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος: «Οι "άθεοι" Μπολσεβίκοι,
εν αντιθέσει προς ό,τι δεν έπραξαν αι "χριστιανικαί" Δυνάμεις της
Δύσεως διά του κολοσσιαίου αυτών στόλου κατά την εν μηνί Αυγούστω 1922
πυρπόλησιν και σφαγήν της Σμύρνης (...) περισυνέλεξαν όλον τον
χριστιανικόν εκείνον κόσμον» και τον μετέφεραν με ασφάλεια στην
Τραπεζούντα (Διδώ Σωτηρίου, «Η Μικρασιατική Καταστροφή και η στρατηγική
του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο», εκδ. «Κέδρος», Αθήνα, 1975,
σελ. 90).
9. Οπως παρατίθεται στο Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. ΧΙΙΙ, εκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα, 1959, σελ. 577.
10. Νίκος Ψυρούκης, «Η Μικρασιατική Καταστροφή 1918 - 1923», εκδ. «Επικαιρότητα», Αθήνα, 1975, σελ. 183.
11.
ΓΕΣ/ΔΙΣ, «Η υγειονομική υπηρεσία του στρατού κατά την Μικρασιατικήν
εκστρατείαν, 1919 - 1922», Αθήνα, 1968 (1990), όπως παρατίθεται στο
Συλλογικό, «Ιστορία των Ελλήνων», τόμ. 15ος, εκδ. «Δομή», Αθήνα, χ.χ.,
σελ. 235.
12. Οι σχετικές εκτιμήσεις παρουσιάζουν
σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ τους. Ο Α. Α. Πάλλης αναφέρει ότι «για τον
αριθμό των ατόμων που χάθηκαν στα ενδότερα της Μικράς Ασίας και του
Πόντου κατά την τραγική αυτή περίοδο δεν υπάρχουν, φυσικά, ακριβείς
στατιστικές, αλλ' ο αριθμός μπορεί να υπολογιστεί σε τουλάχιστο
640.000». Αλλες εκτιμήσεις κάνουν λόγο από 300.000 νεκρούς (Σπ.
Μαρκεζίνης) έως και 1.000.000 (Ι. Καψής). (Συλλογικό, «Ιστορία του
Ελληνικού Εθνους», τόμ. ΙΕ, εκδ. «Εκδοτική Αθηνών», Αθήνα, 1978, σελ.
246 - 247.
13. Σύμφωνα με την Απογραφή του 1928, οι
πρόσφυγες ήταν 1.221.849. Ωστόσο, σε αυτόν τον αριθμό δεν
συμπεριλαμβάνονται: Οσοι πέθαναν από φυσικά αίτια ή από τις κακουχίες τα
πρώτα χρόνια της λεγόμενης αποκατάστασης των προσφύγων (σύμφωνα με την
Κοινωνία των Εθνών, το ποσοστό θνησιμότητας στους πρόσφυγες την πρώτη
χρονιά μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα έφτασε το 20% σε ορισμένες
περιπτώσεις). Ακόμα, όσοι ήρθαν στην Ελλάδα αλλά μετανάστευσαν στη
συνέχεια και οι οποίοι υπολογίζονται σε αρκετές δεκάδες χιλιάδες
(Αλέξανδρος Α. Πάλλης, «Φυλετικές μεταναστεύσεις στα Βαλκάνια και
διωγμοί του ελληνισμού (1912 - 1924)» στο «Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών
Σπουδών», τόμ. 1ος, 1977, σελ. 78 - 79 και Αναστάσης Γκίκας, «Ρήξη και
Ενσωμάτωση», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2010, σελ. 269 - 274).
14. Νίκος Ζαχαριάδης, «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ», εκδ. «Γνώσεις», Αθήνα, χ.χ., σελ. 31.
15. Νίκος Μπελογιάννης, «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1998, σελ. 187.