«Τι νόημα έχει άλλο ένα lockdown μέσα στο lockdown;», «δεν υπάρχει καμία λογική...», «αυτό κατάφερε να σκεφτεί η κυβέρνηση;».
Πληθαίνουν παρόμοια ερωτήματα μετά την ανακοίνωση των νέων προσαρμογών
στα περιοριστικά μέτρα, για τη διαχείριση της πανδημίας, την περασμένη
βδομάδα.
Πρέπει να είναι καθαρό: Το νέο lockdown μέσα στο
lockdown, τα «μαγειρέματα» με τα sms, η καλλιέργεια κλίματος έντασης
του αυταρχισμού (π.χ. με τις προειδοποιήσεις για εξονυχιστικούς
αστυνομικούς ελέγχους στις μετακινήσεις με κωδικό 4), η στοχοποίηση της
λαϊκής διαμαρτυρίας, δεν είναι ούτε αποτέλεσμα «απερισκεψίας» της
κυβέρνησης, ούτε κάποιας ανεξήγητης «ανικανότητας».
Αντίθετα,
είναι η άλλη όψη της διαχρονικά αντιλαϊκής πολιτικής στο σύστημα Υγείας,
είναι το αναπόδραστο αποτέλεσμα της πολιτικής που αντιμετωπίζει ως
κόστος την υγεία του λαού, που έχει για προτεραιότητα τα κέρδη του
κεφαλαίου και τις «αντοχές της οικονομίας» για λογαριασμό του.
Είναι,
σε τελική ανάλυση, στοιχείο της λειτουργίας του ίδιου του
καπιταλιστικού συστήματος, που συνθλίβει τις λαϊκές ανάγκες σε
«κανονικές» και έκτακτες συνθήκες, για να θωρακίσει την κερδοφορία και
τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων.
* * *
Απ'
αυτήν τη σκοπιά, το τρίτο μέσα σε έναν χρόνο lockdown αποτελεί πρώτα
απ' όλα ομολογία των στενών ορίων αντοχής των δημόσιων νοσοκομείων, των
Κέντρων Υγείας, συνολικά των κρατικών υποδομών, στοιχείο που προϋπήρχε
βέβαια της πανδημίας και της κρίσης, οξύνθηκε όμως κατακόρυφα μέσα σε
αυτήν.
Η ίδια η κυβέρνηση άλλωστε επισημαίνει ότι τα πιο
αυστηρά περιοριστικά μέτρα παίρνονται για να εκτονωθεί η πίεση στις ΜΕΘ
και στις κλινικές. Επομένως, τα απανωτά lockdowns είναι μέρος της ίδιας
στρατηγικής, προστίθενται στη μετατροπή όλου του συστήματος Υγείας σε
«μίας νόσου».
Το σύστημα Υγείας, που στο όνομα των
«εξαντλημένων αντοχών» του παίρνονται τα περιοριστικά μέτρα, έχει όνομα:
Είναι το σύστημα της επιχειρηματικής λειτουργίας, των νοσοκομείων που
έκλεισαν για την εξοικονόμηση πόρων τα προηγούμενα χρόνια από όλες
διαδοχικά τις κυβερνήσεις.
Είναι το σύστημα υγειονομικής
περίθαλψης μέσω του οποίου μοιράζονται «δουλειές» στους επιχειρηματικούς
ομίλους της ιδιωτικής Υγείας, που αντιμετωπίζει τους ασθενείς σαν
πελάτες και την περίθαλψη είτε σαν κόστος είτε σαν πηγή κέρδους.
* * *
Προφανώς
τα περιοριστικά μέτρα έχουν υγειονομική βάση, ειδικά στην πρώτη φάση
εξάπλωσης μιας νόσου όπως αυτή που προκαλεί ο συγκεκριμένος κορονοϊός,
με τα πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά του. Ο γενικευμένος εγκλεισμός ως
μέτρο για την αντιμετώπιση των πανδημιών δεν είναι κάτι καινούργιο. Εχει
όμως αξία όταν αξιοποιείται για να κερδηθεί χρόνος στη μάχη: Για να
ενισχυθούν δηλαδή τα δημόσια νοσοκομεία, για να φτιαχτούν νέες
κλινικές, να στελεχωθούν με προσωπικό και μέσα, για παρακολούθηση των
νέων επιστημονικών δεδομένων, για διαμόρφωση κατάλληλων υγειονομικών
πρωτοκόλλων, για οργάνωση της πιο αποτελεσματικής προστασίας των ευπαθών
ομάδων με έκτακτα μέτρα, π.χ. στα γηροκομεία ή για τους χρόνια
πάσχοντες. Για να αναπτυχθεί ακόμα πιο αποτελεσματικά το σύστημα της
ιχνηλάτησης, που θα επιτρέψει την έγκαιρη και στοχευμένη λήψη μέτρων,
προλαμβάνοντας την υπερμετάδοση.
Και, προφανώς, για να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν συγκεκριμένα μέτρα εκεί που κατά βάση κρίνεται η μετάδοση της νόσου: Στους μεγάλους χώρους δουλειάς, στα σχολεία, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.
Τι από όλα τα παραπάνω έγινε στο πρώτο lockdown; Τι έγινε τους μήνες που μεσολάβησαν; Η απάντηση είναι ένα πελώριο «τίποτα».
Και γι' αυτό σήμερα, έναν χρόνο μετά και παρά τη σχετική «εξοικείωση»
με τις ιδιαιτερότητες του ιού, η αντιμετώπισή του χειροτερεύει αντί να
βελτιώνεται: Οι συρροές σε χώρους δουλειάς πολλαπλασιάζονται,
εργαζόμενοι πλέον θρηνούν συναδέλφους τους, όπως στον κλάδο των
Τροφίμων. Σε λεωφορεία και βαγόνια του Μετρό γίνεται το αδιαχώρητο, είτε
με lockdown είτε χωρίς. Τα σχολεία ανοίγουν κάθε τόσο όπως έκλεισαν,
δεν γίνεται καμία ιχνηλάτηση κρουσμάτων. Στα νοσοκομεία, τα «έκτακτα
μέτρα» εξαντλήθηκαν στο κλείσιμο κλινικών, στη μετατροπή απλών κρεβατιών
σε Covid. Ο δε ιδιωτικός τομέας συνεχίζει ανενόχλητος να θησαυρίζει,
τόσο από την απορρόφηση ασθενών - πελατών που είναι αποκλεισμένοι από το
κρατικό σύστημα, όσο και μέσα από τη «συνεργασία» του με το ΕΣΥ και τα
ενοίκια που του πληρώνει το κράτος.
* * *
Ολα τα παραπάνω δεν
είναι «αβλεψίες» της κυβέρνησης, αλλά πλευρές της στρατηγικής της, μιας
στρατηγικής που άλλωστε δεν αποτελεί ελληνική πατέντα αλλά ακολουθείται
από όλες τις αστικές κυβερνήσεις, σοσιαλδημοκρατικές και συντηρητικές.
Τα
αλλεπάλληλα «άνοιξε - κλείσε», οι παλινωδίες με τις απαγορεύσεις και τα
ωράρια, που έχουν μετατραπεί σε «σταυρόλεξα για δυνατούς λύτες», έχουν
την εξήγησή τους, κι αυτή δεν είναι άλλη από το κριτήριο με το οποίο
γίνεται η διαχείριση της πανδημίας.
Εξηγούνται από τη μία και
μοναδική «εμμονή» που υπάρχει στην κρατική διαχείριση: Την προσήλωση
στην Υγεία - εμπόρευμα, τη λήψη αποφάσεων με βάση τις «αντοχές» της
καπιταλιστικής οικονομίας, την ισορροπία στο τεντωμένο σκοινί που
τραβιέται αφενός από την εκτίμηση του «κόστους» των μέτρων και αφετέρου
από την εκτίμηση του «οφέλους» για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
* * *
Ολα
τα παραπάνω μπαίνουν στο ζύγι των αποφάσεων, και μαζί με τις
συνολικότερες προτεραιότητες της αστικής τάξης επιλέγεται πότε και ποιοι
τομείς θα κλείσουν, πότε θα ανοίξουν και για πόσο κ.ο.κ. Αυτό
αποδεικνύει και η ένταση της συζήτησης γύρω από το άνοιγμα του Τουρισμού,
με την κυβέρνηση να μην κρύβει ότι ο αγώνας δρόμου για τον περιορισμό
της πανδημίας έχει ως «κορδέλα τερματισμού» την προσέλκυση της πελατείας
για τους επιχειρηματικούς ομίλους, κάτι άλλωστε που έγινε και πέρυσι το
καλοκαίρι, με τα πρωτόκολλα - λάστιχο και τα γνωστά αποτελέσματα.
Επομένως
το lockdown είναι «αναπόφευκτο» όπως λένε η κυβέρνηση και τα
παπαγαλάκια της, ακριβώς επειδή η όλη διαχείριση της πανδημίας γίνεται
με βάση τα παραπάνω κριτήρια.
Γι' αυτό και είναι αποπροσανατολιστικό
το δίλημμα «lockdown ή ανεξέλεγκτη έξαρση της πανδημίας», αφού αφήνει
στο απυρόβλητο την πραγματική αιτία των κινδύνων που πολλαπλασιάζονται
για το λαό, όποιο κι αν είναι το μείγμα των περιορισμών.
Το «δεν υπάρχει οικονομία χωρίς υγεία»,
που λένε τα κυβερνητικά στελέχη, υποστηρίζοντας τάχα ότι μπροστά στην
υγεία δεν υπολογίζουν το «κόστος των μέτρων», είναι άλλη μια
λαθροχειρία, αφού από όλα τα σενάρια που έχει μπροστά της η
κυβέρνηση, επιλέγει αυτό με το μικρότερο κόστος. Η «εξίσωση» λοιπόν, η
οποία «λύνεται» κάθε βδομάδα από την κυβέρνηση και βγάζει το αποτέλεσμα
των νέων μέτρων, δεν παύει ούτε στιγμή να έχει ως «άγνωστο» την
ουσιαστική προστασία της υγείας και της ζωής του λαού.
Ακόμα
και οι προσδοκίες που επιχειρεί να καλλιεργήσει η κυβέρνηση γύρω από
τους εμβολιασμούς, το «φως στο τούνελ» που τάχα φαίνεται και το κλίμα
ότι «φάγαμε τον γάιδαρο - κάντε λίγη υπομονή», εντάσσονται στην ίδια
στρατηγική.
Αξιοποιούνται τόσο για τον εφησυχασμό του λαού όσο
- κυρίως - για τη διαφήμιση του τουριστικού προϊόντος. Γι' αυτό, όλο
και περισσότερο ανοίγει η συζήτηση γύρω από το «πιστοποιητικό
εμβολιασμού», τις «τουριστικές φούσκες» από εμβολιασμένους εργαζόμενους
και ταξιδιώτες, και προφανώς γύρω από τις προσαρμογές στην
«προτεραιοποίηση» του εμβολιαστικού σχεδιασμού.
Και εδώ κριτήριο
είναι η προώθηση της κερδοφορίας των ομίλων και όχι βέβαια η ασφάλεια
των εργαζομένων, που άλλωστε εργάζονται πλήρως εκτεθειμένοι σε κάθε
είδους επαγγελματικό κίνδυνο, ενώ ακόμα δεν είναι διαπιστωμένη η
επίδραση των εμβολίων στη διάδοση του ιού.
* * *
Κάθε
μέρα που περνάει γίνεται και πιο φανερό: Αν οι εργαζόμενοι δεν
οργανωθούν, αν δεν παλέψουν μέσα από τα σωματεία τους μαζί με τους
υγειονομικούς και όλο το λαό για άμεσα και ουσιαστικά μέτρα προστασίας,
όπως επίταξη του ιδιωτικού τομέα, μέτρα στους χώρους δουλειάς κ.λπ., η
κατάσταση θα χειροτερεύει διαρκώς.
Και όσο οι επιχειρηματικοί
όμιλοι θα βλέπουν «φως στο τούνελ», τόσο ο λαός θα βυθίζεται στο
σκοτάδι, θα μετράει θυσίες στην υγεία, στη ζωή, στο εισόδημά του. Η πάλη
ενάντια στον πραγματικό αντίπαλο, το κεφάλαιο, τις κυβερνήσεις και τα
κόμματά του, με σύνθημα «Lockdown στην πολιτική τους», πρέπει να
δυναμώνει καθημερινά σε χώρους δουλειάς, σε κλάδους και συνοικίες.
Ριζοσπάστης