ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΡΧΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
Οι διαμαρτυρίες των
«γραβατωμένων», γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών κλπ. για το ασφαλιστικό και το σκίτσο
του Charlie Hebdo με το σώμα, σε μικρογροφία, του μικρού Αϊλάν που ξέβρασε η θάλασσα του
Αιγαίου και την απεικόνιση του μέλλοντός του, αν ζούσε, που θα ήταν το κυνήγι
για βιασμό γυναικών της Γερμανίας, κι αν μοιάζουν ανόμοια περιστατικά σε διαφορετικούς τόπους όμως βάζουν το λιθαράκι τους στον καθαγιασμό της
αστικής δημοκρατίας στην Ευρώπη που προστατεύει την ελευθερία της έκφρασης και
του συνέρχεσθαι αποκρύπτοντας μια πραγματικότητα που γίνεται έτσι θολά
αντιληπτή.
Διαμαρτυρίες αρκετά όψιμες, σχεδόν προσωπικά
προς τον υπουργό εργασίας αν λάβουμε υπόψη τα …σχολικά συνθήματα (κάτσε καλά
Κατρούγκαλε), επαγγελματικών ομάδων που φτάνοντας η κρίση στην αυλή τους αιτούνται
διαφορετική αντιμετώπιση από την κυβέρνηση,
κυνισμός που θεωρείται σάτιρα με αφορμή καθυστερημένες νεφελώδεις
καταγγελίες για μαζικές σεξουαλικές παρενοχλήσεις από αλλοδαπούς την
πρωτοχρονιά σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες εφαρμόζουν
στην πράξη μορφές ελευθερίας που ο καπιταλισμός επιτρέπει.
Η «φωτισμένη» ελίτ της κυρίαρχης τάξης σε στενή
σχέση με την πολιτική ηγεσία διαμορφώνει …οράματα για το μέλλον της κοινωνίας κι
ευνοεί διεκδικήσεις που στη συνέχεια θα στηρίξουν το αστικό κράτος στην άσκηση
της εξουσίας του. Από τη στιγμή όμως που η αστική ιδεολογία έχει εδραιωθεί, οι
φωνές διαμαρτυρίας στα πλαίσια του καπιταλισμού για περισσότερα δικαιώματα,
ελευθερία και ανθρωπισμό φθάνουν πια αργά, τη στιγμή που δεν έχουν πια
ουσιαστική σημασία. Η εξουσία ήδη βρίσκεται πέρα από αυτές τις διαμαρτυρίες
–στον έλεγχο της σκέψης και δράσης μας,
στην εισαγωγή του πληθυσμού εντός νέων κοινωνικών σχηματισμών, πέρα από
κοινωνικές τάξεις, στην υποδόρια
εξάπλωση του ρατσισμού. Η αστική εξουσία συνεχίζει να καθορίζει και να οριοθετεί, αλλά με μια ρητορική για ελευθερία που ταυτίζεται
με την ελεγχόμενη εξατομίκευση ζωών. Φαινομενικά περιορίζονται οι κανονιστικές ρυθμίσεις
και η πειθάρχηση με την διαβεβαίωση για
εξουδετέρωση ενός συνολικού σχεδιασμού και μιας συγκεντρωμένης εξουσίας,
κρύβοντας τα πολλά είδη επιμέρους σχεδιασμών, που ακολουθούν όμως την ίδια
βασική αρχή και σκοπεύοντας στη διάσωση της ανώνυμης εξουσίας του οικονομικού
συστήματος –του καπιταλισμού.
Κι αν είναι σημαντικό το σκίτσο
του γαλλικού περιοδικού είναι γιατί συμπυκνώνει την κυρίαρχη ιδεολογία και τον
τρόπο που αυτή λειτουργεί στη χειραγώγηση συνειδήσεων, δημιουργώντας μια εικόνα
θεωρητική για τον πρόσφυγα που τον ταυτίζει με απειλή. Είναι που όταν αυξάνονται οι μη
ελέγξιμες συνθήκες στη ζωή μας αυτός ο φόβος για τον διαφορετικό άγνωστο γίνεται
πιο έντονος και τότε η κυρίαρχη εξουσία μπορεί πιο εύκολα να τον χειριστεί προς
όφελός της. Ούτε χρόνος δεν πέρασε από το «je suis Charlie» και από τις κραυγές για την ελευθερία έκφρασης
περάσαμε εύκολα στον κυνισμό και το σαρκασμό των αδυνάτων, πάντα στο όνομα της
διαφύλαξης της ελευθερίας του δυτικού τρόπου ζωής που απειλείται από τον ξένο
πρόσφυγα, θεωρώντας τον πως προέκυψε από το πουθενά. Στοχοποιείται μια
συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων πως δεν μπορεί να ενσωματωθεί στην ορθολογική
τάξη της αστικής κοινωνίας.
Το σκίτσο βρίσκεται σε άμεση ανταπόκριση με το
πνεύμα της πραγματικότητας που υπερασπίζεται και δεν έχει καμιά σχέση με
ελευθερίες ούτε με στηλίτευση και έλεγχο
του κοινωνικού συστήματος. Είναι μια συνειδητή και σκόπιμη λοιδορία προσώπων για να πειστούμε πως στάθηκαν
ανάξιοι της συμπαράστασής μας προκαλώντας μας γι’ αυτό απέχθεια και αγανάκτηση. Γι’ αυτή τη λοιδορία χρησιμοποιούνται κάποιες
σταθερές ηθικού περιεχομένου, τις οποίες τις αποδέχονται όλοι στο θεωρητικό
επίπεδο και ο αναγνώστης της σάτιρας τις αναγνωρίζει, ενώ το αντικείμενο της σάτιρας τις παραβιάζει. Η
εικονογράφηση του υποτιθέμενου μέλλοντος του μικρού πρόσφυγα που ξέβρασε η
θάλασσα αντιστρέφει το συμβολισμό της φωτογραφίας του άψυχου κορμιού που πριν
μερικούς μήνες κυριάρχησε στα ΜΜΕ, δικαιολογεί την ολιγωρία μας αν όχι και τη σκληρότητα μας (οι κακοί
πρόσφυγες που βιάζουν τις ανυπεράσπιστες γυναίκες μας) απενοχοποιεί το ρατσισμό
μας. Το σκίτσο εμπεριέχει την προβολή του πολιτικοκοινωνικού μοντέλου της
κυρίαρχης εξουσίας που πια δεν μπορεί να κρύψει το ρατσισμό του και τον
αποκλεισμό. ΄Ολος ο κόσμος ανήκει στον
καπιταλισμό, δεν υπάρχει χώρος για τους αποκλεισμένους απ’ αυτόν.
Οι
υπόλοιποι πιστεύαμε πως μπορούσαμε, ως απελευθερωμένα και ορθολογικά άτομα,
ελεύθεροι να παίρνουμε αποφάσεις στο δικό μας τομέα, υποσύστημα του όλου
πολυπλοκότερου συστήματος που ανήκουμε, μέχρι που το προσχέδιο του ασφαλιστικού
σχεδιάζει και από προνομιούχες κοινωνικές ομάδες να περιορίσει την ελευθερία τους
με τον οικονομικό τους ακρωτηριασμό. Ενώσεις λοιπόν γιατρών, δημοσιογράφων,
δικηγόρων κλπ. στα χρόνια της κρίσης απουσίαζαν από ταξικές διεκδικήσεις και
κατέφευγαν σε δικαστήρια και διαπραγματεύσεις για να περιορίσουν τις συνέπειες
της κρίσης στα επαγγέλματά τους, πιστεύοντας στην φαινομενική αύξηση της
ελευθερίας που τους αποδέσμευε από παλιές κανονιστικές αρχές, ώστε να αντλούν
ανενόχλητα τα οφέλη του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Θεωρώντας, και όχι
μόνο αυτοί, πως οι βασικές κατηγορίες του μαρξισμού όπως οι
κοινωνικές τάξεις έχουν χάσει το πρακτικό περιεχόμενό τους διέπλασαν νέες
ατομικές ταυτότητες, με τα περισσότερα συντεχνιακά τους σωματεία να υλοποιούν
με το αζημίωτο τις επιλογές της εξουσίας,
και με την πεποίθηση πως είναι οι επιλογές τους και όχι η κοινωνική τους
τάξη που διαμορφώνουν τη ζωή τους πίστευαν πως οι ζωές τους είναι αρκούντως
ικανοποιητικές με τους όρους του καπιταλισμού, σίγουροι πως έχουν ξεπεράσει το
στάδιο όπου ακόμα διακυβεύεται το πραγματικό ψωμί για να συντηρηθούν. Κι αυτές
οι αυταπάτες με το ασφαλιστικό αρχίζουν να διαλύονται, ιδιαίτερα για τους οικονομικά
ασθενέστερους απ’ αυτούς.
Κι
ίσως είναι πια καιρός να γίνει αντιληπτό ότι πέρασε ο καιρός που ποντάραμε σε
μια κοινωνία συναίνεσης και χαλάρωσης και πως η σιγουριά η βασισμένη στην
αδιαφορία και τη συμφωνία επι του ελαχίστου δυνατού κοινωνικού συμβολαίου
υπήρξε απατηλή.
Ακόμα
υπερασπιζόμαστε τον καπιταλισμό;