16 Ιουλ 2012

Η γλώττα λύνεται στας Ευρώπας


Η γλώττα λύνεται στας Ευρώπας




 Η γλώττα λύνεται στας Ευρώπας και εν προκειμένω εις Παρισίους (αν έχει εκεί έδρα η εφημερίδα).


 Σούσουρο ιντερνετικό είχε προκληθεί μετά από αυτό το άρθρο, που πρώτα είδαμε στου Αντώνη και το εφιλοξενήσαμεν και εμείς. Οι διαδικτυακοί παρατρεχάμενοι έσπευσαν να μιλήσουν για διαστρέβλωση λεγομένων του προέδρου από το Reuters ή κάτι ανάλογο, επίσημη διάψευση ή καταγγελία για διαστρέβλωση εγώ τουλάχιστον όσο παρακολούθησα το θέμα, δεν είδα.


 Το ενδιαφέρον είναι ότι λίγες μέρες μετά από εκείνη τη συνέντευξη Τσίπρα, δόθηκε μία άλλη συνέντευξη, αυτή τη φορά από τον Σταθάκη, σε γαλλική εφημερίδα, την οποία δεν την είχαμε πάρει χαμπάρι. Φίλος μας επληροφόρησε  προ ολίγου δια την ύπαρξή της και τον ευχαριστούμε. Ξέρει ποιος είναι.


 Η συνέντευξη βρίσκεται εδώ, έχει ημερομηνία 29/06/2012. Μεταφράζω επίμαχα τμήματα. Αν κάποιος θέλει να το μεταφράσει ολόκληρο,  μπι μάι γκέστ.






Κείμενο:
Comment voyez-vous évoluer la situation dans les prochains mois ? 
Antonis Samaras, le nouveau Premier ministre (Nouvelle Démocratie), va vivre un mandat difficile avec une énorme pression de l'Europe. La politique d'austérité va continuer, c'est une certitude, même si Samaras tentera de trouver des fonds pour soutenir la croissance et négociera deux ans supplémentaires pour l'application du mémorandum. Les Grecs manifesteront peut-être. Mais à Syriza, nous allons mener la bataille par notre travail d'opposition au parlement, sans appeler les gens à aller dans la rue.
Μετάφραση:
Ερώτηση: Πως θα αλλάξετε την κατάσταση τους επόμενους μήνες?
 Απάντηση: Ο Αντώνης Σαμαράς, ο νέος πρωθυπουργός (Νέα Δημοκρατία) θα αντιμετωπίσει μία δύσκολη αποστολή, με μία τεράστια πίεση από την Ευρώπη. Η πολιτική λιτότητας θα συνεχιστεί, είναι σίγουρο, ακόμα και αν ο Σαμαράς προσπαθήσει να βρει πόρους για να υποστηρίξει την ανάπτυξη (σημ: μεγέθυνση) και διαπραγματευθεί για δύο χρόνια επι πλέον για την εφαρμογή του μνημονίου. Οι Έλληνες μπορεί να διαδηλώσουν. Αλλά στο Σύριζα, θα δώσουμε τη μάχη μέσω της δουλειάς μας ως αντιπολίτευση στο κοινοβούλιο, χωρίς να καλέσουμε τον κόσμο να κατέβει στο δρόμο.
 Ερώτηση δική μου ... και αυτόν τον διαστρεβλώνουν ?? Δεν λέει αυτό που είπε και ο Τσίπρας πάνω κάτω την ίδια περίοδο στο Reuters ? 




 Παρακάτω λέει και άλλα ενδιαφέροντα πράματα.


Κείμενο: 
Quels sont vos principales critiques contre le mémorandum 2?
Il instaure une nouvelle réduction des salaires dans le privé de 25%, soit 50% au total puisqu'il y déjà eu une première baisse de 25% déjà appliquée. Ensuite, nous n'acceptons pas cette politique orientée vers la récession. Si nous avions gagné, nous n'aurions pas annulé le mémorandum, mais l'aurions totalement renégocié. Sur le plan interne, notre programme économique est fondé sur davantage d'équilibre fiscal : taxer plus les riches et moins les plus pauvres. Nous sommes dans la pire récession jamais enregistrée dans n'importe quelle économie depuis 1929. J'ai peur que cela ne s'arrange pas l'année suivante avec l'austérité...
Μετάφραση:
Ερώτηση: Ποιες είναι οι βασικές σας κριτικές κατά του μνημονίου 2?
 Απάντηση: Εισάγει μία περαιτέρω μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα της τάξης του 25%, 50% συνολικά μιας και έχει ήδη υπάρξει 25% μείωση. Εν συνεχεία, δεν αποδεχόμαστε αυτή την πολιτική που στρέφεται προς την ύφεση. Αν είχαμε κερδίσει, δεν θα είχαμε καταργήσει το μνημόνιο, αλλά θα το είχαμε επαναδιαπραγματευτεί πλήρως. Στο εσωτερικό, το οικονομικό μας πρόγραμμα έχει βασιστεί σε περισσότερη δημοσιονομική ισορροπία: περισσότερη φορολόγηση των πλουσίων και λιγότερη στους πιο φτωχούς. Είμαστε στην χειρότερη ύφεση που έχει καταγραφεί σε οποιαδήποτε οικονομία από το 1929. Φοβάμαι ότι δεν θα βελτιωθεί την επόμενη χρονιά με την λιτότητα...
 Έχει και άλλα διαμάντια η συνέντευξη, όπως εκεί που λέει ότι θέλουν να κάνουν έμμεση εθνικοποίηση των τραπεζών, η οποία δεν θα είναι ακριβώς εθνικοποίηση (??) αλλά κάτι σαν ενιαία εποπτεία του συστήματος (Ce n'est pas une nationalisation à proprement parler, simplement une seule personne qui supervise le système.)


 Μας διαστρεβλώνουν! (Όπως λέμε μας ψεκάζουν).
 Κόκκινη προπαγάνδα εκτοξεύθηκε από  Manny Calavera

Αντρέα Φάμπρα: " Nα πάνε να γ...θούνε οι άνεργοι"


Αντρέα Φάμπρα: " Nα πάνε να γ...θούνε οι άνεργοι"

Μεταφέρουμε την είδηση όπως τη διαβάσαμε σε άλλα μπλογκ. Η "κυρία" αυτή απλά έκανε το λάθος να εκφράσει με λέξεις αυτό που σκέφτονται όλοι  όσοι υπηρετούν αυτή την πολιτική σε Ελλάδα, Ιταλία. Ισπανία. Γαλλία,.... Είχε απλά την ατυχία να την "πιάσει" η κάμερα. Μήπως όμως η πολιτική και της δικής μας κυβέρνησης δεν κινείται σε αυτό το μήκος κύματος; Μετά από την άγρια φορολεηλασία μέσω των φορολογικών δηλώσεων, ακόμα και ανέργων που απλά έχουν ένα σπίτι να μείνουν, τα κάθε είδους ΕΤΑΚ, ΦΑΠ , ή όπως αλλιώς θέλετε πείτε τα, έρχεται και το γνωστό χαράτσι μέσω τον λογαριασμών της ΔΕΗ. Μήπως λοιπόν αυτό δεν είναι στην πράξη  η έκφραση " να πάει να γ...μηθεί ο ελληνικός λαός;"
Η είδηση με όσα η ...."κυρία" αυτή είπε, έχει έτσι:
Η προκλητική δήλωση της Αντρέα Φάμπρα και η φωτογραφία της στο βουλευτικό αυτοκίνητο που δεν αφήνει καμία αμφιβολία για τα λεγόμενα της.
Αυτό φώναξε αναφερόμενη στους ανέργους η βουλευτής του ισπανικού Λαϊκού Κόμματος (PP) Αντρέα Φάμπρα, στη διάρκεια της συνεδρίασης της Ολομέλειας, όταν ο πρόεδρος της κυβέρνησης Μαριάνο Ραχόι (PP) ανακοίνωσε τη μείωση του επιδόματος ανεργίας. Παρότι δεν καταγράφηκε στα πρακτικά, το PSOE (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα) ζήτησε την καθαίρεσή της.
Χειροκροτάει θερμά κουνώντας το κεφάλι της και φωνάζοντας “que se jodan”: Aργότερα μέσα στο βουλευτικό αυτοκίνητο η πρόκληση συνεχίζεται...
Πηγή: gazzetta.gr


''Είστε κλέφτες, δεν θα γίνω αυτόχειρας, θα γίνω φονέας σας!''


''Είστε κλέφτες, δεν θα γίνω αυτόχειρας, θα γίνω φονέας σας!'' 








 Το εκκαθαριστικό εισόδημα του κ. Νίκου Αρετούλη από την Ιεράπετρα του καταλογίζει τεκμαρτό εισόδημα της τάξεως 8.863 ευρώ και φυσικά του ζητάει να καταβάλει τον ανάλογο φόρο. 
 Ο συγκεκριμένος πολίτης με μια οργισμένη επιστολή του, που απέστειλε στη ΔΟΥ Ιεράπετρας και κοινοποίησε στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Το Ποντίκι», απαντά επί της ουσίας, αλλά και προειδοποιεί: 


«Μεταξύ της επιλογής να μην τρώω για τρεις (3) μήνες και να πληρώσω τον φόρο που ζητάτε, θα προτιμήσω να μην πληρώσω ούτε ένα ευρώ. Μεταξύ της επιλογής να γίνω αυτόχειρας ή φονιάς, θα προτιμήσω να γίνω φονέας σας.»


 Το πλήρες κείμενο της επιστολής:




  Άνευ ουδεμίας εκτίμησης
Αγαπητό «Ποντίκι»,
Σου αποστέλλω αυτό το υπόμνημα που το έστειλα ήδη στο υπουργείο Οικονομικών και το υπέβαλα και στη ΔΟΥ Ιεράπετρας. Για να ξέρουν ότι δεν θα γίνουμε αυτόχειρες.


Με αγωνιστικές ευχές


Ν. Αρετούλης 






Προς το υπουργείο Οικονομικών, ΔΟΥ Ιεράπετρας


Του φορολογούμενου πολίτη Αρετούλη Γ. Νικολάου, κατοίκου του Δ.Δ. Ρίζας του Δήμου Ιεράπετρας.


Εις το εκκαθαριστικό σημείωμα που μου αποστείλατε «προσάπτεται» τεκμαρτό εισόδημα 8.863 ευρώ, ποσό το οποίο εγώ ποτέ δεν είδα κι ούτε θέλησα να αποκτήσω.


1. Για την οικία μου, αντικειμενικής αξίας 13.653,68 ευρώ (ΕΤΑΚ 10.8.2010), ευρισκόμενη στον οικισμό Πανακιανά του Δ.Δ. Ρίζας του Δήμου Ιεράπετρας, χωρίς καν ηλεκτροδότηση, θεωρείται τεκμαρτό εισόδημα 4.080 ευρώ, περίπου το 1/3 της αξίας της, τη στιγμή που πολύ καλύτερα σπίτια τα βρίσκει κανείς στην περιοχή μας με μόλις 150 ευρώ τον μήνα ενοίκιο (1.800/έτος).


2. Θεωρείτε τεκμαρτό εισόδημα διαβίωσης 3.000 ευρώ. Δυστυχώς για σας, λόγω της αντικαταναλωτικής και οικολογικής ιδεολογίας και τρόπου ζωής που έχω επιλέξει από το 1995, εγώ και η σύντροφός μου (2 άτομα) επιζήσαμε με μόλις 2.126,5 ευρώ για ένα ολόκληρο έτος, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων της βενζίνης του αυτοκινήτου μου, που χρησιμοποιώ κυρίως για τις αγροτικές εργασίες μου. Δηλαδή ζητάτε για φόρο το 1/4 του ετήσιου εισοδήματος επιβίωσής μου!!!


3.Όσο για το αυτοκίνητό μου, μοντέλο '91 και κυβισμού 750 κ.εκ., με έξοδα ασφάλισης – τελών κυκλοφορίας 300 ευρώ και συντήρηση από εμένα τον ίδιο (ως πρώην μηχανικός), θεωρείτε τεκμαρτό εισόδημα 2.000 ευρώ.


Κατόπιν όλων αυτών που ανέλυσα παραπάνω και επικαλούμενος το τελευταίο άρθρο του Συντάγματος, δηλώνω τα εξής:


α) Μεταξύ της επιλογής να μην τρώω για τρεις (3) μήνες
και να πληρώσω τον φόρο που ζητάτε, θα προτιμήσω να μην πληρώσω ούτε ένα ευρώ.


β) Μεταξύ της επιλογής να γίνω αυτόχειρας ή φονιάς, θα προτιμήσω να γίνω φονέας σας.


γ) Αν δεν έχετε κάνει κάποιο λάθος με αυτό το εκκαθαριστικό που μου αποστείλατε, τότε είστε αχρείοι και απατεώνες και κλέφτες.






Άνευ ουδεμίας εκτίμησης


Ν. Αρετούλης


7.7.2012
 You might also like: 
 Αυτός, αυτή, αυτοί και τα μυστήρια… 
 Άπλετο σκοτάδι 
 Ενδοαστική ανακωχή αυτοί- Λαϊκό ξεσηκωμό εμείς ! 
LinkWithin 
 στις 12:12 μμ  Αναρτήθηκε από  Elva

Η αλήθεια για την Pirelli στην Πάτρα...


Η αλήθεια για την Pirelli στην Πάτρα...


 Λίγο πριν τις εκλογές τού περασμένου Μαΐου, συνάντησα στον δρόμο κάποιον γνωστό (και παλιό πελάτη μου), με τον οποίο ανοίξαμε κουβέντα επί παντός επιστητού, μιας κι είχαμε καιρό να ιδωθούμε. Μοιραία, ο λόγος ήρθε και στις επικείμενες -τότε- εκλογές. Μεταξύ των άλλων "ωραίων" που υποχρεώθηκα να ακούσω ήταν και η εξής πολυπιπιλισμένη καραμέλλα: "Ε, όχι και να ψηφίσουμε Παπαρήγα, ρε φίλε! Αυτοί έχουνε κλείσει όλες τις επιχειρήσεις, με τις απεργίες τους"(!) Σημειωτέον, ότι ο εν λόγω γνωστός διατηρεί κατάστημα με τον αδελφό του και τα παιδιά τους, δίχως να απασχολούν προσωπικό. Φυσικά, η υπό τύπον ερωτήσεως ένστασή μου "ρε Γιώργο, για το ότι εσείς παλεύετε με νύχια και δόντια να μη κλείσετε το μαγαζί σας, το ΠΑΜΕ φταίει και γι' αυτό;" έμεινε αναπάντητη...


 Αυτή η μπουρδολογία κάνει θραύση εδώ στην Πάτρα, όπου βρισκόταν το εργοστάσιο της Πιρέλλι, το οποίο έκλεισε το 1991. Αν κέρδιζα ένα χιλιάρικο κάθε φορά που άκουγα ότι "την Πιρέλλι την έκλεισαν οι συνδικαλιστές με τις παράλογες απαιτήσεις τους" (το θέμα παραμένει "must" στον τοπικό τύπο), σήμερα θα είχα μια πολυκατοικία ολοδικιά μου. Κι επειδή το ξανάκουσα πριν λίγη ώρα, σκέφτηκα να αφιερώσω το σημερινό μου σημείωμα σε τούτη την ιστορία.


 Το 1991, λοιπόν, η μητρική Πιρέλλι ανήγγειλε την αναδιοργάνωση της εταιρείας σε όλον τον κόσμο. Στα πλαίσια αυτής της αναδιοργάνωσης, η ελληνική Πιρέλλι προχώρησε σε μείωση προσωπικού κατά 20%, απολύοντας 200 από τους 1.000 εργαζομένους της. Αυτή η ενέργεια έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία στην τοπική κοινωνία, μιας και το εργοστάσιο της Πάτρας ήταν εξαιρετικά κερδοφόρο και ο κύκλος εργασιών του αυξανόταν χρόνο με τον χρόνο. Η ιδέα τής εργοδοσίας ήταν να πιεστούν οι υπόλοιποι εργαζόμενοι ώστε να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους και έτσι η εταιρεία να πραγματοποιεί την ίδια παραγωγή με 20% μικρότερο εργατικό κόστος. Όπως είναι φυσικό, οι εργαζόμενοι αντέδρασαν και κορύφωσαν τις αντιδράσεις τους με απεργία διαρκείας. 


 Κανείς δεν είπε ότι οι ιθύνοντες νόες τής Πιρέλλι είναι ηλίθιοι. Σίγουρα γνώριζαν ότι η απόφασή τους θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις και, βεβαίως, δεν αιφνιδιάστηκαν από την κήρυξη της απεργίας. Γι' αυτό είχαν φροντίσει να προετοιμάσουν έγκαιρα το εργοστάσιό τους στo Κοτσαέλι τής Τουρκίας, το οποίο θα υποδεχόταν και την ελληνική παραγωγή. Γιατί στο Κοτσαέλι; Μα επειδή εκεί εύρισκαν εργαζόμενους διατεθειμένους να δουλεύουν σαν σκλάβοι με αμοιβές ψίχουλα. Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό, ας σημειώσουμε ότι το εργοστάσιο της "Turk Pirelli Lastikleri" στο Κοτσαέλι (*) είναι το μεγαλύτερο εργοστάσιο της Pirelli στον κόσμο (οι εγκαταστάσεις του εκτείνονται σε 340 στρέμματα) αλλά απασχολεί μόλις 1.900 εργαζομένους (με τουρκικούς μισθούς, ε;), ενώ το "μια χεσιά τόπος" εργοστάσιο της Πάτρας απασχολούσε χίλιους (με μεγαλύτερους μισθούς).


 Σύμφωνα με όλους τους επικριτές εκείνης της απεργίας, λοιπόν, οι πατρινοί εργάτες τής Pirelli είχαν "πατριωτικό καθήκον" να μεταβληθούν σε σκλάβους ώστε να γίνουν ανταγωνιστικοί των τούρκων συναδέλφων τους. Κι είναι οι ίδιοι "παντογνώστες" και "μορφωμένοι" επικριτές που δικαιώνουν την Pirelli για την απόφασή της να κλείσει το εργοστάσιο της Πάτρας όχι επειδή ήταν ζημιογόνο (κάθε άλλο!) αλλά..."έτσι, για να μάθουν οι αλήτες οι συνδικαλιστές".


 Βεβαίως, όλοι αυτοί κάνουν μαστίχα μια κυνική δήλωση ανώτερου στελέχους τής εταιρείας, η οποία έγινε λίγα χρόνια αργότερα, το 1996, ως σχόλιο για το κλείσιμο του εργοστασίου μιας άλλης εταιρείας ελαστικών, της Goodyear, στην Θεσσαλονίκη: "Σήμερα, δεν πρέπει να λέμε ότι το κόστος εργασίας στην Ελλάδα είναι υψηλό και γι' αυτό η παραγωγή δεν συμφέρει εδώ, αλλά να λέμε ότι το κόστος αυτό είναι αλλού χαμηλότερο σε σχέση με το ελληνικό και γι' αυτό συμφέρει η παραγωγή αλλού"(**). Κι ανάμεσα σ' εκείνους που μασούν αυτή την μαστίχα είναι και ο πρωθυπουργός μας, τρομάρα του...


 Πριν κλείσουμε το σημερινό σημείωμα, αξίζει τον κόπο να σημειώσουμε μια "μικρή" λεπτομέρεια, η οποία αποδεικνύει ότι η απόφαση για το κλείσιμο του εργοστασίου της Πάτρας είχε παρθεί στο Μιλάνο πολύ πριν ξεσπάσει εκείνη η περίφημη απεργία: την ώρα που τόσο ο ανταγωνισμός όσο και η ίδια η Pirelli εκσυγχρόνιζαν τον εξοπλισμό τους, το εργοστάσιο της Πάτρας είχε πάνω από μια πενταετία να δει καινούργιο μηχάνημα. Έτσι, όταν το εργοστάσιο έκλεισε, το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα τού μηχανολογικού του εξοπλισμού πήγε για...σκραπ. Μήπως έφταιγε η απεργία και γι' αυτό;


 Κανονικά, κάπου εδώ θα έπρεπε να τελειώσω. Όμως, επειδή δεν έχω ξεθυμάνει ακόμη, θα συνεχίσω και αύριο με την Goodyear. Άλλωστε, έχουμε να κάνουμε με παράλληλους βίους...




(*) Τα στοιχεία για το εργοστάσιο στο Κοτσαέλι τα πήρα από τον ιστοτόπο "Invest in Turkey".


(**) Την περασμένη Παρασκευή 13/7/2012, στην εφημερίδα "Ριζοσπάστης" αναφέρθηκε ότι η συγκεκριμένη δήλωση έγινε μεν κατά το κλείσιμο του εργοστασίου τής Goodyear αλλά "πολύ πριν το λουκέτο τής Πάτρας". Προφανώς, πρόκειται περί αβλεψίας τού συντάκτη, μιας και η Pirelli έκλεισε πέντε χρόνια πριν την Goodyear.

Επαναστάτης των Βορείων Προαστίων


Επαναστάτης των Βορείων Προαστίων 








Traverso Rossa : Ένα κείμενο απόλυτο χωρίς "καμπύλες" που ωστόσο εκφράζει κάποιες πικρές αλήθειες

 Από καιρό θα μπορούσα να έχω κάνει αυτή την ανάρτηση, μια και παρατήρησα τα φαινόμενα που θα περιγράψω, εδώ και πολλά πολλά χρόνια, αλλά ενδιάμεσα προέκυψαν μερικά σοβαρότερα θέματα για να ασχοληθεί κανείς. 
 Τώρα όμως που είναι καλοκαίρι, και μάλιστα καύσωνας, και ο κόσμος αναπαύεται όσο μπορεί, σωματικά και πνευματικά, είπα να καταπιαστώ και με αυτή τη συνομοταξία φυτών που εγώ ονομάζω “επαναστάτες των Βορείων Προαστίων“. 
 Στον τύπο και στο διαδίκτυο μπορεί κανείς να εντοπίσει αυτό το είδος φυτού σε πολλά και διάσημα ιστολόγια και ιστοσελίδες, μια και, όπως θα δείξω στη συνέχεια, είναι ιδιαίτερα αγαπητό σε αυτό που ονομάζουμε “κυρίαρχο σύστημα”, καθώς όχι απλά του είναι χρήσιμο και απαραίτητο, αλλά αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του. 


 Ο “επαναστάτης των βορείων προαστίων”, κατά κανόνα κατοικοεδρεύει στα καλοβαλμένα και σικ προάστια της Αθήνας και άλλων πόλεων και περιοχών της Ελλάδας, σε σπίτια που του εξασφάλισε ο πλούσιος μπαμπάς του. Από εκεί εφορμά στο κέντρο της πόλης, Εξάρχεα, Ψυρρή και ότι άλλο είναι της επαναστατικής και κουλτουριάρικης μόδας, και γι αυτόν οι εργατικές ή υποβαθμισμένες συνοικίες είναι κάτι σαν χαριτωμένο φολκλόρ που έχει τη γραφικότητά του και είναι πολύ όμορφο να παραμείνει έτσι.


 Ενίοτε μπορεί και να εγκαταλείψει το σπίτι που του έφτιαξε ο μπαμπάς, και – με τα λεφτά του μπαμπά πάντα – να αγοράσει ή να νοικιάσει κάτι πιο εξτρίμ, μια αποθήκη, ένα παλιό νεοκλασικό στα Εξάρχεια ή στην Πλάκα που να ταιριάζει με το όλο επαναστατικό στυλ. 
 Στη συντριπτική πλειοψηφία του είναι γένους αρσενικού. Αλλά μπορεί να είναι και θηλυκού, που φέρει κάπως παρόμοια χαρακτηριστικά. 


 Ο επαναστάτης των βορείων προαστίων, είναι φυσικά αλληλέγγυος με τους μετανάστες, το σπίτι όμως το καθαρίζει μια - τουλάχιστον – μετανάστρια, γιατί αυτές οι δουλειές δεν είναι για εκείνον, που έχει άλλα, πιο σημαντικά πράγματα να κάνει. Συνήθως καταπιάνεται με πνευματικό έργο, κυρίως γιατί θέλει πάση θυσία να περάσει στην ιστορία, δεν καταδέχεται δηλαδή να είναι αυτός ένας ανώνυμος, όπως οι κοινοί θνητοί. Το όνομα του πρέπει απαραιτήτως να φιγουράρει σε βιβλία, περιοδικά και φυσικά στο διαδίκτυο. Γι αυτό φροντίζει και να έχει τις κατάλληλες γνωριμίες, συνήθως με εκδότες, δημοσιογράφους, και γενικά επώνυμους, ανθρώπους του πνεύματος που λένε, εναλλακτικούς καλλιτέχνες κ.λπ. Έτσι γίνεται και αυτός σιγά σιγά κομμάτι αυτού που λέμε επαναστατική κοινότητα και κουλτούρα. 


 Για να είσαι όμως κομμάτι της επαναστατικής κοινότητας πρέπει απαραιτήτως να υπερασπίζεσαι μια κάποια επανάσταση. Επειδή καμιά σχέση όμως δεν θέλει να έχει με τους εργαζόμενους και τον μέσο άνθρωπο τον οποίο και σιχαίνεται – είπαμε, πρέπει να ξεχωρίσει, αυτός είναι ο σκοπός της ζωής του – πολιτικοιδεολογικά στρέφεται προς τον χώρο της ευρύτερης αριστεράς και του αναρχισμού, που κατά κάποιον τρόπο χωράει τα πάντα. Εξάλλου είναι κατεξοχήν η προσωπικότητα που δεν δέχεται καμιά αρχή, και καμιά εξομοίωση, φύσει και θέσει νάρκισσος. 


 Αυτό που λέμε αναρχισμός, είναι ένα καλό άλλοθι για να χρησιμοποιεί όποιον μπορεί προκειμένου να επιβεβαιώνεται η φιλαυτία του. Και το πρώτο απ’ όλα είναι οι γκόμενες. Οι γκόμενες αλλάζουν σαν τα πουκάμισα. Ένας επαναστάτης των βορείων προαστίων που σέβεται τον εαυτό του, δεν δεσμεύεται, δεν έχει αστικά ταμπού και περιφέρεται από “κανάρα σε κανάρα” αλλά με άριστο ιδεολογικοπολιτικό περιτύλιγμα. Τα παιδιά είναι κάτι το πολύ φυσικό να προκύψει – αρκεί βέβαια να τα μεγαλώσει ή η γκόμενα, ή η μάνα του ή η μάνα της, ή τέλος πάντων κάποιος άλλος. Ο ίδιος έχει πάντα τα γραψίματα και τα διαβάσματά του. 
 Ο Τσε και άλλες αντίστοιχες προσωπικότητες της ιστορίας που προέρχονταν από την αστική τάξη, είναι η φιγούρα που τον εκφράζει. 


 Ο επαναστάτης των βορείων προαστίων είναι φυσικά διεθνιστής. Μέσα σε αυτό το σχήμα καμουφλάρεται η αδυναμία να δεθεί συναισθηματικά με οτιδήποτε – πώς άλλωστε, αφού ένας ναρκισσιστής αγαπά μόνο τον εαυτό του - είτε είναι άνθρωπος, είτε τόπος, και η βαθύτερη περιφρόνηση προς οτιδήποτε γνήσια λαϊκό, παρ’ εκτός αν το αποστειρώσει κατάλληλα και το περιβάλλει με την υποτιθέμενη διεθνιστική ρητορική. 


 Ακριβώς εξαιτίας συναισθηματικής αναπηρίας, από την απέχθεια στο οικείο, λατρεύει ότι ξένο και μισεί ότι ντόπιο. π.χ. όλες οι λαϊκές μουσικές αποτελούν μέρος του ρεπερτορίου του, πλην της ελληνικής λαϊκής και δημοτικής μουσικής. Για τον ίδιο λόγο τοποθετείται αλληλέγγυος με όλα τα εθνικιστικά κινήματα, αλλά απεχθάνεται τον ντόπιο πατριωτισμό. 
 Ακόμα και αν μελετήσει και καταπιαστεί με κάτι που έχει να κάνει με την παράδοση, θα το αποκόψει από την αντίληψη των γνήσιων φορέων του, για να το αποδώσει στο .. παγκόσμιο γίγνεσθαι. 
 Ο ναρκισσιστής και επί της ουσίας μισάνθρωπος, στρέφεται σε ότι τον κρατά σε απόσταση, και αποστειρώνει τα πάντα, είναι ένα είδος μικροβιοφοβίας. Γι αυτό σιχαίνεται τον ανθρωπισμό, και γενικά την εγγύτητα. Γι αυτό προτιμά να υπερασπίζεται και να αναφέρεται σε ότι είναι μακριά π.χ. χώρες της Λατινικής Αμερικής. 


 Τώρα, γιατί αυτός ο αρρωστημένος τύπος διαλέγει να γίνει επαναστάτης: μα για να αποτελέσει το κέντρο του κόσμου, το ίνδαλμα των γυναικών, μαθημένος από την οικογένειά του στη ψυχρότητα και ταυτόχρονα τον μεγαλοϊδεατισμό. 
 Τι ακριβώς προσφέρει αυτή η υποτιθέμενη επαναστατικότητα και σε ποιόν; Κυρίως προσφέρει πάρα πολλά στον ίδιο, τροφοδοτώντας έναν αρρωστημένο εγωισμό, ενώ ταυτόχρονα απομυζά βίαια τους γύρω του, από τις γυναίκες που κυριολεκτικά χρησιμοποιεί, μέχρι φίλους που επίσης χρησιμοποιεί ως αυλή, για να του προσδίδουν αίγλη, διαλέγοντας τους κατάλληλους για αυτή τη δουλειά, δηλαδή να τον υπηρετούν και να τον γλείφουν. 


 Αν πρόκειται για γυναίκα, υιοθετεί αντίστοιχες συμπεριφορές και ρόλους, δήθεν απελευθερωμένης, που δεν δεσμεύεται συναισθηματικά, στην πραγματικότητα μιμούμενη αντρικά πρότυπα, αλλά πολλές φορές κακοποιώντας τον ίδιο τον εαυτό της. 
 Αυτού του είδους οι επαναστάτες, είναι γνήσια τέκνα της εξουσίας. Πρόκειται δηλαδή για απόλυτα εξουσιαστικές προσωπικότητες – κάθε νάρκισσος είναι – συνεπώς από τη φύση τους είναι οι καλύτεροι εχθροί κάθε γνήσιας επανάστασης, γιατί κάθε επανάσταση ορίζεται ενάντια στην εξουσία. 
 Η ιδέα που διαδίδουν με τις πράξεις και τα έργα τους είναι αυτή του εκλεκτού, δηλαδή αυτού που εξουσιάζει δικαιωματικά. Η φωνή που θέλουν να ακουστεί είναι αποκλειστικά και μόνο η δική τους, και δεν έχει σημασία τι λέει αυτή η φωνή, το μήνυμα είναι πως μιλάει ο εκλεκτός. 


 Η εξουσία αποδομείται στην πράξη, όχι στα λόγια. Η εξουσία ως τρόπος να είναι μια κοινωνία, γκρεμίζεται όταν εγκαταστήσεις ως ισότιμες όλες τις φωνές, όλες τις παρουσίες, όλους τους τρόπους και φυσικά απαραίτητη προϋπόθεση ισότιμης συνύπαρξης είναι ο αλληλοσεβασμός, χωρίς τον οποίο δεν γίνεται. Αυτή η ισορροπία είναι το διαρκές ζητούμενο. 
 Αυτό το είδος του επαναστάτη των βορείων προαστίων είναι πολύ επικίνδυνο και βλαβερό για κάθε προοδευτική εξέλιξη. Πρώτον γιατί, καθώς γίνεται σε κάποιους φανερός ο βαθύτερος εξουσιαστικός χαρακτήρας του, απομακρύνει κάθε υγιή φωνή, που δεν έχει όρεξη να υπηρετεί προσωπικές φιλοδοξίες. Δεύτερον γιατί δυσφημεί τις ιδέες που επικαλείται, καθώς στην πράξη τις κακοποιεί. Τρίτον, επειδή με τη ματαιοδοξία που κουβαλάει, μπορεί να ηγηθεί και να οδηγήσει σε αντιδραστικούς δρόμους γνήσιους αγωνιστές, ακυρώνοντας την ορμή και τις προσπάθειές τους. 


 Καλό είναι την εξουσία να τη διακρίνουμε και στα φαινομενικά μικρά και να μην επιτρέπουμε με την ανοχή και πολύ περισσότερο με την υποταγή μας, να μεγαλώσουν, συμβάλλοντας έτσι στο να εκτρέφονται τέρατα.


 Υ.Γ. Κατά τύχη διάβασα το παρακάτω σε ένα σχόλιο σε άλλο ιστολόγιο: 


 “Η αρνητική έννοια στον όρο γκρουπούσκουλο δόθηκε από τον Γ.Γ. του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, Ζωρζ Μαρσέ, σε άρθρο του στην Humanite με την ευκαιρία της εξέγερσης του Μάη του 1968. Για τον Μαρσέ τα γκρουπούσκουλα είναι ψευδοεπαναστατικά, προέρχονται από διασπάσεις κομμουνιστικών κομμάτων, δεν θεωρούν πρωτοπόρα την εργατική τάξη αλλά τους φοιτητές, τους διανοούμενους κ.λ.π., η ιδεολογία τους εξυπηρετεί την αστική τάξη και τον καπιταλισμό, ενώ τα μέλη του ηγετικού πυρήνα ανήκουν στη μπουρζουαζία”. 


 Πηγή : Κεράσια και Κρίνα via gregor der grieche
 Αναρτήθηκε από  traversorossa

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ


Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
της Αλέκας Γιαννούση 





Αρκετή συζήτηση γίνεται για τη θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία και τα προβλήματα που βιώνει για τα οποία υπάρχει σχεδόν ομοφωνία ως προς την ύπαρξή τους. Μια σημαντική διαφωνία που προκύπτει είναι ότι η προσέγγιση των προβλημάτων της γίνεται κύρια από τη σκοπιά του φύλου και όχι από την ταξική της θέση στην κοινωνία. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αταξικής προσέγγισης είναι στον τομέα της απασχόλησης. Ενα μεγάλο μέρος του γυναικείου κινήματος ταυτίζει την εργαζόμενη και την εργοδότρια ως γυναίκα που απασχολείται γενικά.
Το άρθρο αυτό στοχεύει να κάνει ορισμένες βασικές επισημάνσεις για τη θέση της γυναίκας της εργατικής τάξης σήμερα.
Η επανάσταση στα μέσα εργασίας συνέβαλλε στην ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής. Η πλατιά πλέον χρησιμοποίηση εργαλείων που απλοποιούσαν την εργασία κάνοντας σε μεγάλο βαθμό τη μυϊκή δύναμη περιττή, βοήθησε στη μαζική είσοδο των γυναικών στη μισθωτή εργασία. «Η πρώτη λέξη της κεφαλαιοκρατικής χρησιμοποίησης των μηχανών ήταν η εργασία των γυναικών και των παιδιών», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κ. Μαρξ στο «Κεφάλαιο».
Το τελευταίο μισό του αιώνα στη χώρα μας συντελέστηκε σημαντική είσοδος των γυναικών στην κοινωνικοποιημένη εργασία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ του 1997, οι γυναίκες αποτελούν το 53,7% του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας και το 38,6% των μισθωτών, ενώ οι άνδρες αποτελούν το 46,2% του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας και το 61,3% των μισθωτών αντίστοιχα. Οι μισθωτές το 1961 ήταν 306.064 και το 1997 - 815.232. Στην περίοδο 1961-1997 η μισθωτή εργασία των γυναικών αυξήθηκε κατά 509.168 εργαζόμενες ή κατά 166,4%.
Εξετάζοντας τη γεωγραφική κατανομή των μισθωτών εργαζομένων, βλέπουμε ότι ο κύριος όγκος των μισθωτών γυναικών βρίσκεται στα αστικά κέντρα και κύρια στην περιφέρεια της πρωτεύουσας όπου συγκεντρώνει το 48,1% του συνόλου των μισθωτών εργαζομένων γυναικών στη χώρα μας!
Πιο συγκεκριμένα:
Μισθωτές
γυναίκες % μισθωτών περιοχής % του συνόλου
των μισθωτών  γυναικών
ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 684.678 40,5 83,9
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ
ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ
391.812
41,8
48,1
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
93.935
41,5
11,5
ΛΟΙΠΕΣ ΑΣΤΙΚΕΣ
ΠΕΡΙΟΧΕΣ
198.931
37,6
24,4
ΗΜΙΑΣΤΙΚΕΣ
ΠΕΡΙΟΧΕΣ
67.699
34,4
8,3
ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ
ΠΕΡΙΟΧΕΣ
62.855
28,3
7,7
 Ο κύριος όγκος των μισθωτών γυναικών βρίσκεται στον ευρύτερο τομέα των υπηρεσιών , με 43,8%. Στο σύνολο της μισθωτής εργασίας του τομέα αποτελούν το 50,7%. Πιο συγκεκριμένα 214.878 ή το 26,4% είναι υπάλληλοι γραφείων και 141.842 ή το 17,4%  εργάζονται στον τομέα παροχής κοινωνικών υπηρεσιών .
 Ακολουθεί η βιομηχανία που συγκεντρώνει το 23,8% των μισθωτών γυναικών που αποτελούν το 24,6% των μισθωτών του τομέα.
Από αυτές το 12,8% (104.730) είναι ανειδίκευτες εργάτριες, ενώ ειδικευμένες το 7,6% και το 3,4% χειρίστριες σταθερών βιομηχανικών εργαλείων.
 Οι  μισθωτές στο τομέα της γεωργίας, κτηνοτροφίας φτάνουν ως το 0,4% των μισθωτών εργαζομένων γυναικών και αποτελούν το 20,7% των μισθωτών συνολικά σε αυτό το τομέα.
 Οι επιστήμονες εργαζόμενες είναι 165.412 ή το 20,3% των μισθωτών γυναικών και το 49,7% του συνόλου των μισθωτών επιστημόνων.

Η  ΑΝΕΡΓΙΑ ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Η Ελλάδα παρουσιάζει τις μεγαλύτερες αποκλίσεις φύλου στην ΕΕ ως προς την ανεργία. Κατά την περίοδο 1991-1997 η ανεργία των γυναικών στη χώρα μας, αυξήθηκε κατά  15,5%. Οι άνεργες γυναίκες είναι η πλειοψηφία των ανέργων (60,7%) ενώ επίδομα ανεργίας παίρνει μόνο το 5,5% των ανέργων (14.832 στις 267.326) .
Ο κύριος όγκος των μακροχρόνια ανέργων είναι γυναίκες και υπερτερεί κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες των ανδρών.
1991: Γ: 39,6%,  Α: 28,4%
1995: Γ: 46,6%,  Α: 36,4%
Η ανεργία των γυναικών αυξάνεται σε όλες τις ηλικίες, ιδιαίτερα μετά τα 20, με κύρια συγκέντρωση των ανέργων στις ηλικίες 30-44. Ηλικία που η γυναίκα τεκνοποιεί και ασχολείται με τη φροντίδα των παιδιών, αποδεικνύοντας έτσι πόσο αρνητικά επιδρούν στη λαϊκή οικογένεια οι ελλείψεις των παροχών της δημόσιας κοινωνικής προστασίας τις οποίες επιφορτίζεται κυρίως η γυναίκα.
Μια μελέτη που έγινε από το Ινστιτούτο Ερευνών (ΙΝΕ) της ΓΣΕΕ για την περίοδο 1993-1996 δείχνει ότι το ποσοστό ανεργίας των γυναικών κάτω των 30 ετών, αυξήθηκε σε αυτή την περίοδο από 30% σε 34%, δηλαδή από 145.000 άτομα περίπου σε 170.000 , σε αντίθεση με τους άνεργους άνδρες κάτω των 30 ετών που είναι περίπου μισό (από 15,1% σε 15,9%) .
Ενα επιχείρημα που ακούγεται συχνά το τελευταίο διάστημα για τα αίτια της αύξησης της ανεργίας συνολικά, είναι ότι οφείλεται στην αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην παραγωγή. Αυτό είναι ένα αντιδραστικό επιχείρημα με επικίνδυνες διαστάσεις για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, γιατί προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τους εργαζόμενους από την πραγματική αιτία της ανεργίας που είναι η αντίθεση εργασίας-κεφαλαίου, στρέφοντας τους άνδρες εργαζόμενους ενάντια στην εργασία των γυναικών που είναι ένα προοδευτικό κοινωνικό φαινόμενο. Στην προσπάθειά τους να αιτιολογήσουν τη μεγάλη αύξηση της γυναικείας ανεργίας, την αποδίδουν και αυτή σε ένα μεγάλο βαθμό στην αύξηση της συμμετοχής της στην κοινωνικοποιημένη εργασία.
Με αυτά τα επιχειρήματα όμως, εμμέσως πλήν σαφώς, παραδέχονται  τη γενεσιουργό αιτία της ανεργίας που είναι ο καπιταλισμός, ο οποίος στη φάση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης των κεφαλαίων που βρίσκεται σήμερα καταστρέφει όλο και μεγαλύτερο μέρος των παραγωγικών δυνάμεων και κύρια την εργατική δύναμη.

ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ ΠΡΟΩΘΟΥΝΤΑΙ
ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ
Σήμερα σε συνθήκες κρίσης και όξυνσης του διεθνούς μονοπωλιακού ανταγωνισμού συντελούνται μια σειρά από αναδιαρθρώσεις στο σύνολο του καπιταλιστικού συστήματος. Ενα μέρος αφορά τον τομέα της Κοινωνικής Προστασίας και τα εργασιακά κοινωνικά δικαιώματα και προωθείται με συγκεκριμένες πολιτικές και μέτρα. Αυτά τα μέτρα στοχεύουν στη συγκράτηση της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους μέσω της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, της μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης και της εξασφάλισης μονοπωλιακών κερδών.
Στο όνομα της αντιμετώπισης της ανεργίας προωθούν την:
 Επαγγελματική ειδίκευση - μιας και αυτή θεωρείται ως μια βασική αιτία της ανεργίας ιδιαίτερα για τις γυναίκες. Τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης τα οποία παρέχουν ελάχιστη βάση τεχνικών γνώσεων, είναι περιορισμένης επιστημονικής και χρονικής εμβέλειας και φυσικά δεν εγγυώνται μια πρόσληψη. Εξάλλου οι απολύσεις δε γίνονται γιατί είναι ανειδίκευτοι οι εργαζόμενοι, αλλά γιατί αυτό επιβάλλεται από τη διαδικασία συσσώρευσης του κεφαλαίου. Αυτό που επιδιώκουν μέσα από αυτά είναι η μετατροπή των εργαζομένων σε απασχολήσιμους. Θέλουν εργαζόμενους μιας χρήσης με συνεχή εναλλαγή στα επαγγέλματα χωρίς να παρέχουν για τους πολλούς μια γενική παιδεία.
 Ενίσχυση των εργοδοτών για προσλήψεις  με λεφτά των ανέργων και των εργαζομένων. Στα μέτρα αυτά συμπεριλαμβάνονται οι μειώσεις των εργοδοτικών εισφορών και οι επιδοτήσεις προς τους εργοδότες για θέσεις κύρια μερικής απασχόλησης.  Ολα αυτά στοχεύουν στην ικανοποίηση του αιτήματος του κεφαλαίου για «μείωση του μισθολογικού κόστους» και αύξηση των κερδών τους με την αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων.
 Επιχορήγηση ανέργων για να γίνουν επιχειρηματίες, με μεγαλύτερη επιδότηση στις γυναίκες. Δίνουν ένα μικρό ποσό επιχορήγησης ως κίνητρο το οποίο όχι μόνο δε φτάνει, αλλά θέτουν και ως όρο χορήγησής του να έχει αγοράσει εκ των προτέρων εμπόρευμα αντίστοιχο με το ήμισυ του ποσού της επιχορήγησης. αντίστοιχο. Σε μια εποχή σκληρού μονοπωλιακού ανταγωνισμού, η ΕΕ και η κυβέρνηση, προτρέπουν την απολυμένη ή τη γυναίκα των λαϊκών στρωμάτων να δώσει την αποζημίωση της απόλυσης, ό,τι έχει στην άκρη από το υστέρημά της ή και να δανειστεί ακόμα από τις τράπεζες, για να ανοίξει ένα μικρό μαγαζάκι και να ανταγωνιστεί με τα οικονομικά μεγαθήρια. Μέτρα που καταδικάζουν τις γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων στην οικονομική καταστροφή.
 Επιχορήγηση προγραμμάτων «κοινωνικής μέριμνας» όπως κέντρα φροντίδας παιδιών, ολοήμερο σχολείο, κλπ.. Σε αυτά τα προγράμματα δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στη συμμετοχή των γυναικών, ως εργατικό δυναμικό που έχει εμπειρία σε αυτούς τους τομείς, είναι δηλαδή πιο «ανταγωνιστικές» από τους άνδρες. Η αλήθεια είναι ότι θέλουν φυσικά να αξιοποιήσουν αυτή τη στιγμή μεγάλο μέρος του γυναικείου εργατικού δυναμικού λόγω της τεχνογνωσίας που κατέχει, αλλά με στόχο να το παραδώσουν ως το πιο φθηνό εργατικό δυναμικό, σε ένα τομέα που, μέσω της ιδιωτικοποίησής του, θα συμβάλλει στην αύξηση των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου.
Τα προγράμματα αυτά προβάλλονται ως θετικά μέτρα απεγκλωβισμού των γυναικών από το σπίτι και ενίσχυση της απασχόλησής τους δίνοντας μάλιστα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής τους στις θέσεις εργασίας που «δημιουργούνται». Πχ. μεγαλύτερη ποσοστιαία πρόσληψη γυναικών από τα 1.000 άτομα που θα ασχοληθούν στα Κέντρα Κοινωνικής Μέριμνας, πρόσληψη 1.270 γυναικών στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, που θα δημιουργηθούν στους δήμους με επιχορήγηση του Υπ. Εργασίας και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου. Ομως, όπως και τα άλλα προγράμματα, η διάρκεια των προγραμμάτων αυτών είναι περιορισμένη. Ενώ μετά τη λήξη τους υποχρεούται ο φορέας υλοποίησής τους (Δήμος, σύλλογος, χρήστες αυτών των υπηρεσιών) να πληρώνει τις υπηρεσίες που παρέχουν αλλιώς διακόπτονται.
 Προώθηση των Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης (ΤΣΑ) σε ορισμένους Δήμους, τα οποία όμως δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να ανατρέψουν κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, να δώσουν ορισμένες θέσεις εργασίας κακοπληρωμένες και με ημερομηνία λήξης, να συμβάλουν από την πλευρά τους στην ιδιωτικοποίηση της «κοινωνικής προστασίας», λειτουργώντας σε τομείς όπως φύλαξη παιδιών, ηλικιωμένων, φύλαξη σχολικών κτιρίων, κλπ..
Η αναποτελεσματικότητα αυτών των προγραμμάτων ως προς την απασχόληση είναι προφανής από τα ίδια τα στοιχεία της αύξησης της ανεργίας. Η εργασία και οι ανάγκες συντήρησης και αναπαραγωγής της οικογένειας δεν μπορεί να εξαντλούνται μέσα από διάφορα προγράμματα.
Αυτά τα προγράμματα έχουν ως αποτέλεσμα τη χειροτέρευση των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης, τη στροφή των γυναικών στο αδιέξοδο της  ευκαιριακής απασχόλησης (φασόν, ή ντήλερ, υπάλληλος για ορισμένο χρονικό διάστημα, κλπ.),  αντί της  διεκδίκησης μιας πλήρους και σταθερής θέσης εργασίας. Οι εργοδότες ζητάνε μείωση του «κόστους εργασίας» και η κυβέρνηση το υλοποιεί. Τα προγράμματα αυτά γίνονται μέσο για τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα της «κοινωνικής προστασίας» προσφέροντας ως δέλεαρ την απασχόληση γυναικών.
Για να περάσουν οι καπιταλιστικές εξουσίες τις αναδιαρθρώσεις με όσο το δυνατόν λιγότερες κοινωνικές αντιδράσεις, προωθούν αυτήν την πολιτική με διάφορα ιδεολογήματα.
Για τη φροντίδα της οικογένειας και τις ελλείψεις που θα αυξηθούν με τη συρρίκνωση της δημόσιας «κοινωνικής προστασίας», προβάλλουν το επιχείρημα της «ισοκατανομής των ευθυνών στα δύο φύλα», δηλαδή στο όνομα της ισότητας την από κοινού αποδοχή της ιδιωτικοποίησης της «κοινωνικής προστασίας».
Στο όνομα του «συγκερασμού των οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων», προτείνουν τη γενίκευση της μερικής απασχόλησης, προβάλλουν την αύξηση των γονικών αδειών και για τους δύο γονείς χωρίς, όπως ισχυρίζονται, αρνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και παροχές, σαν δόλωμα για τη διακοπή των γυναικών από την εργασία τους και την επιστροφή τους στο σπίτι για τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων. Με αυτόν τον τρόπο, μειώνονται και υποβαθμίζονται οι κοινωνικές παροχές προς τους εργαζόμενους συνολικά. Αυτό είναι ένα ακόμη μέσο μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης και έντασης της ταξικής εκμετάλλευσης.
Δεν είναι τυχαίες λοιπόν και οι προσπάθειες που κάνουν να ενοχοποιήσουν τη σταθερή σε χρόνο εργασία των γυναικών ως παράγοντα των αρνητικών επιπτώσεων για την εγκληματικότητα της νεολαίας. Η ίδια η ζωή όμως ανατρέπει αυτούς τους ισχυρισμούς. Για παράδειγμα, μελέτη του Χ. Τζόσι από το Ινστιτούτο Εκπαίδευσης της Μ. Βρετανίας, έδειξε ότι υπάρχει θετική σχέση μεταξύ της ακαδημαϊκής καριέρας των παιδιών και της εργασίας των γυναικών κατά την προσχολική ηλικία των παιδιών .
Η ανεργία είναι σύμφυτη με τον καπιταλισμό και θα εξαλειφθεί με την ανατροπή του. Οι ανάγκες συντήρησης και αναπαραγωγής της εργατικής οικογένειας που διευρύνονται συνεχώς, δεν μπορούν να βρουν την ικανοποίησή  τους σε αυτό το κοινωνικό σύστημα που γίνεται όλο και πιο απάνθρωπο. Οι διεκδικήσεις ακόμα και αν αποσπάσουν κάποια μέτρα, δε θα φτάνουν για να βελτιώσουν ουσιαστικά την κατάσταση των εργαζομένων γυναικών. Δεν αρκεί να μην πληρώνουν τροφεία σε ένα παιδικό σταθμό, τη στιγμή που ιδιωτικοποιείται σχεδόν το σύνολο του συστήματος κοινωνικής προστασίας. Δεν αρκεί η αύξηση της επιδότησης της ανεργίας ή η παρακολούθηση ενός σεμιναρίου γιατί οι ανάγκες δεν καλύπτονται από αυτά, ούτε θα βρεθεί δουλειά.
Φυσικά, κανείς δεν υποτιμά την ανάγκη της πάλης για μέτρα ανακούφισης των εργαζομένων γυναικών σε προβλήματα της καθημερινής ζωής τους. Δεν μπορεί όμως κανείς να περιορίζεται σε αυτήν την πάλη.

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ
ΤΟ ΠΙΟ «ΦΤΗΝΟ» ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ
1) Οι γυναίκες συγκεντρώνονται σε κλάδους και θέσεις εργασίας χαμηλών μισθών και ημερομισθίων.
Στον καπιταλισμό οι όποιες θεσμικές ρυθμίσεις που αφορούν κατακτήσεις εργαζομένων είναι υπό αμφισβήτηση και αναίρεση. Βασικός στόχος του κεφαλαίου είναι η αύξηση του απλήρωτου μέρους της εργασίας. Στα πλαίσια της αστικής νομοθεσίας -και κάτω από τους επίμονους αγώνες του εργατικού και γυναικείου κινήματος- το θέμα της ίσης αμοιβής για ίδια δουλιά έχει τυπικά λυθεί, αφού θεσμοθετήθηκε. Ομως οι γυναίκες εξακολουθούν να αποτελούν το πιο φθηνό τμήμα της εργατικής τάξης.
Η διαφορά στην πώληση της γυναικείας εργατικής δύναμης δεν οφείλεται  στην παραβίαση των κλαδικών συμβάσεων (οι οποίες όπου εφαρμόζονται, ισχύουν για όλους), αλλά στο ότι οι γυναίκες απασχολούνται σε μαζική έκταση σε τομείς εργασίας που είναι από τους πιο κακοπληρωμένους και στο ότι έχουν μικρότερη επαγγελματική  εξέλιξη έναντι των ανδρών.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα συγκέντρωσης γυναικών σε χαμηλά αμειβόμενους τομείς βρίσκεται στη βιομηχανία ενδυμάτων, όπου περισσότερο από τα 2/3 ολόκληρου του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού είναι γυναίκες και η οποία απορροφά σχεδόν το 1/5 του γυναικείου εργατικού δυναμικού στην παραγωγή. Επίσης, σχεδόν τα 2/3 των εργαζομένων γυναικών σε παγκόσμιο επίπεδο που απασχολούνται στην παραγωγή κατατάσσονται στις «εργάτριες, χειρίστριες και εργάτριες παραγωγής . Μόνο 5% είναι σε επαγγελματικές και τεχνικές εργασίες και 2% σε διοικητικές και διευθυντικές θέσεις. Στο τομέα των υπηρεσιών όπου εργάζονται οι περισσότερες γυναίκες κατέχουν μόνο το 14% των διοικητικών και διευθυντικών θέσεων και λιγότερο από το 6% των ανώτατων διευθυντικών θέσεων .
Στη χώρα μας οι Ελληνίδες μισθωτές είναι από τις χαμηλότερα αμειβόμενες στην Ευρώπη (68% των ωρομισθίων των ανδρών). Τα χαμηλότερα ποσοστά βρίσκονται στο τομέα του ηλεκτρισμού - αερίου πόλεως με 57,6% στις μηνιαίες αποδοχές των υπαλλήλων  και 69,6% στα ημερομίσθια των εργατών. Ακολουθεί ο τομέας δέρματος που οι γυναίκες παίρνουν το 59% των μηνιαίων αποδοχών των υπαλλήλων και το 81,4% των εργατών στη βιομηχανία.
Ακολουθεί ο τομέας μηχανών και συσκευών, επίπλων, μεταφορικών μέσων, μεταλλικών προϊόντων, υφαντικών ειδών, διατροφής, ποτά .
Η μεγαλύτερη ψαλίδα διαφοράς στην τιμή πώλησης της γυναικείας εργατικής δύναμης βρίσκεται στους υπαλλήλους, με μέσο όρο γύρω στο 74% των ανδρών, ενώ στα μεροκάματα των βιομηχανικών  εργατριών η διαφορά ακόμα και στους ίδιους κλάδους είναι μικρότερη  με μέσο όρο περίπου στο 85% .
Στο δημόσιο τομέα η διάκριση λειτουργεί επίσης έμμεσα με τη συγκέντρωση των γυναικών στις κατώτερες βαθμίδες ακόμα και αν το επίπεδο της γενικής εκπαίδευσης είναι ίσο ή και ανώτερο από των ανδρών. Π.χ. ενώ οι γυναίκες στη Δημόσια Διοίκηση, αποτελούν το 1/3 των εργαζομένων, το ποσοστό των γυναικών στους γενικούς διευθυντές παραμένει κάτω του 5%. Στις τράπεζες οι γυναίκες κυριαρχούν στις θέσεις χαμηλής ευθύνης. Το 38% των εργαζομένων είναι γυναίκες, τη διεύθυνση όμως των καταστημάτων την έχουν οι άνδρες με ποσοστό 96,2% .
Στον Τουρισμό, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους οι εργαζόμενοι χαρακτηρίζονται ως ανειδίκευτοι. Αυτές οι εργασίες έχουν καταταγεί στη συλλογική σύμβαση στην 4η κατηγορία. Σε αυτήν την 4η κατηγορία ανήκουν οι περισσότερες εργαζόμενες γυναίκες στα ξενοδοχεία, που είναι και η πλειοψηφία των εργαζομένων: καμαριέρες, πλυντήρια, σιδερωτήρια, καθαρίστριες, μοδίστρες, λαντζιέρες, κλπ..
Βάσει της μαρξιστικής ανάλυσης για την τιμή πώληση της εργατικής δύναμης, «η αξία της εργατικής δύναμης καθορίζεται από την αξία των μέσων συντήρησης, που απαιτούνται για να παραχθεί, αναπτυχθεί, διατηρηθεί και διαιωνισθεί η εργατική δύναμη... όπως διαφέρει το κόστος παραγωγής στις διάφορες ποιότητες της εργατικής δύναμης, έτσι πρέπει να διαφέρει και η αξία της εργατικής δύναμης που χρησιμοποιείται στους διάφορους κλάδους της παραγωγής» .
Η γυναίκα εργαζόμενη, λόγω και της ιδιαιτερότητας της γενετήσιας λειτουργίας της, έχει πολλές φορές επιπλέον επιπτώσεις, άρα και φθορές από τη χρησιμοποίηση της εργατικής της δύναμης, στη χρησιμοποίηση ακόμα και του ίδιου μέσου παραγωγής με τον άνδρα. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, οι ανάγκες αναπαραγωγής της εργατικής της δύναμης είναι μεγαλύτερες έναντι του άνδρα, εξαιτίας πάλι της ιδιαιτερότητας της αναπαραγωγικής της λειτουργίας και όχι μόνο κατά την περίοδο της τεκνοποίησης. Αρα το κόστος των μέσων που θα χρησιμοποιήσει για τη συντήρηση και αναπαραγωγή της εργατικής της δύναμης είναι μεγαλύτερες έναντι του άνδρα εργάτη.
Με δεδομένο ότι σήμερα παίρνεται πίσω ένα σύνολο επιδομάτων σε σχέση με την προστασία της μητρότητας εξαιτίας της ανατροπής της σταθερής και πλήρους απασχόλησης και συρρικνώνεται ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας της κοινωνικής προστασίας, η τιμή πώλησης της γυναικείας εργατικής δύναμης θα πέσει ακόμα πιο πολύ από τα ποσοστά που προαναφέραμε.
Ετσι και στις σημερινές συνθήκες επιβεβαιώνεται η μαρξιστική θέση της μεγαλύτερης ταξικής εκμετάλλευσης που υφίσταται η γυναίκα εργαζόμενη στον καπιταλισμό.
2)  Με τις αντιδραστικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, η  επιδείνωση των όρων πώλησης της  εργατικής δύναμης είναι μεγαλύτερη για τις γυναίκες.
Στην αναφορά που κάνουμε, στεκόμαστε μόνο στη μερική απασχόληση της μισθωτής εργασίας, γιατί τα υπόλοιπα στοιχεία της ΕΣΥΕ σχετικά με τις αυτοαπασχολούμενες και τα συμβοηθούντα μέλη, δε βοηθούν μιας και σε αυτά εμπεριέχονται εργοδότριες και γυναίκες των μικρομεσαίων στρωμάτων ή της αστικής τάξης που εργάζονται στην οικογενειακή επιχείρηση.
Επίσης τα στοιχεία που εξετάζουμε αναφέρονται στην περίοδο του 1997. Τα πραγματικά στοιχεία είναι σαφώς πολύ μεγαλύτερα μιας και πρόσφατα ψηφίστηκε ο νόμος για τη μερική απασχόληση, δίνοντας ώθηση στην αύξησή της.
Η μερική απασχόληση στην Ελλάδα βάσει των στοιχείων της ΕΣΥΕ (1997) αποτελεί το 13,8% του συνόλου της μισθωτής απασχόλησης. Οι εργαζόμενες με μερική απασχόληση αποτελούν το 5,5% των εργαζομένων (Α-Γ) συνολικά στη μισθωτή εργασία έναντι 3% των ανδρών. Στη γυναικεία μισθωτή απασχόληση αποτελούν το 14,1%  έναντι του 4,8% των ανδρών στην αντίστοιχη ανδρική μισθωτή απασχόληση.
Οι γυναίκες αποτελούν των πλειοψηφία των εργαζομένων με αυτή την μορφή (64,5% έναντι του 35,5% των ανδρών) .
Η μεγαλύτερη συγκέντρωση εργαζομένων γυναικών  με μερική απασχόληση παρατηρείται στην ηλικία των 30-64 ετών ( 65,4%), με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μετά τα 45 . Τα μεγάλα ποσοστά μετά τα 45, τα οποία ισχύουν και για τους άνδρες, δείχνουν τα αποτελέσματα της παραγωγικής συρρίκνωσης σε παραδοσιακούς κλάδους παραγωγής κύρια στη βιομηχανία και τις μαζικές απολύσεις σε αυτές τις ηλικίες για να αντικατασταθούν με νέους οι οποίοι είναι πιο φθηνοί σαν εργατική δύναμη.
Τα τελευταία χρόνια η χρησιμοποίηση αυτών των μορφών εργασίας ή ακριβέστερα η χειροτέρευση των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης, συνέβαλλε σε μια πλασματική αύξηση της απασχόλησης του εργατικού δυναμικού και κύρια των γυναικών, αφού η μια θέση πλήρους εργασίας μετατρέπεται σε 2-3 θέσεις.
Τα μεγαλύτερα ποσοστά γυναικών που εργάζονται με μερική απασχόληση, οφείλονται στο ότι οι γυναίκες:
 Αναγκάζονται να επιλέγουν αυτή τη μορφή για να μπορέσουν να λύσουν προβλήματα ανατροφής των παιδιών, περιποίησης και φροντίδας μελών της οικογένειας, εξαιτίας της συρρίκνωσης των δημόσιων παροχών της Κοινωνικής Προστασίας.
 Θεωρούν ως ένα βαθμό συμπληρωματική την εργασία τους στο οικογενειακό εισόδημα, για την κάλυψη τρεχουσών αναγκών.
Αυτή η εργασιακή σχέση προβάλλεται ως μέτρο ενίσχυσης της απασχόλησης των γυναικών αλλά και ως μέσο που μπορεί να λειτουργήσει σε εθελοντική βάση για τις εργαζόμενες που θέλουν να συνδυάσουν οικογένεια και εργασία. Ομως αυτή η εργασιακή μορφή δεν είναι καθόλου εθελοντική επιλογή αλλά αναγκαστική. Σε μια έρευνα του ΕΚΑ που έγινε στους εργαζόμενους της Αθήνας, αναφέρεται ότι στο Δήμο Αθήνας το μεγαλύτερο πρόβλημα στον «κοινωνικό εξοπλισμό» είναι οι ελλείψεις των παιδικών σταθμών, ενώ αντίστοιχα αυτό συμβαίνει και στη Δυτική Αθήνα, με αποτέλεσμα σε αυτές τις  περιοχές να ξοδεύονται περισσότερα χρήματα από το οικογενειακό εισόδημα για παιδικούς σταθμούς .
Μελέτες στη Γαλλία σχετικά με την εφαρμογή της μερικής απασχόλησης, απέδειξαν ότι αυτό το μέτρο όχι μόνο δεν ενίσχυσε την απασχόληση με τη δημιουργία νέων θέσεων, αλλά κατά την περίοδο εφαρμογής από το 1994-1998 έγινε αναδιανομή του εργατικού δυναμικού με χειρότερους όρους μέσω της ενίσχυσης της μερικής απασχόλησης η οποία από 18% το 1992 έφτασε στο 32% το 1997 (για τις γυναίκες) .
Οι γυναίκες λοιπόν αναγκάζονται σε μεγάλο βαθμό, είτε έμμεσα είτε άμεσα, να δουλεύουν με αυτές τις μορφές.

ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Η εισαγωγή νέων τεχνολογιών, η εντατικοποίηση της εργασίας, η μη λήψη μέτρων προστασίας για την υγιεινή και ασφάλεια,  έχουν σαν αποτέλεσμα να συσσωρεύονται πολλά προβλήματα υγείας στις γυναίκες.
Είναι αποκαλυπτικό το στοιχείο που δίνει η ΕΣΥΕ (1997) ότι ο κύριος λόγος εκείνων των γυναικών (42,9%) που αν και εργάζονται, αναζητούν άλλη εργασία είναι γιατί  επιθυμεί καλύτερες συνθήκες!
Η άρση της απαγόρευσης της  βραδυνής εργασίας των γυναικών στη βιομηχανία και βιοτεχνία, ήρθε να επιβαρύνει την υπάρχουσα κατάσταση σε αυτό το τομέα. Αν σε όλα αυτά προσμετρήσουμε ότι μετά την εργασία έχουν να αντιμετωπίσουν και ένα σύνολο εργασιών στο σπίτι για τη φροντίδα της οικογένειας, καταλαβαίνουμε το μέγεθος αυτής της φθοράς του γυναικείου οργανισμού..
Οι επιπτώσεις ανάμεσα στα άλλα είναι ανορεξία, καρδιαγγειακές, ορμονικές διαταραχές, άγχος, αϋπνία, ευερεθιστότητα, μυοσκελετικά προβλήματα, διαταραχές στην κοινωνική και οικογενειακή ζωή, χρόνια κούραση και εξάντληση, πτώση ενεργητικότητας και κατάθλιψη.

ΑΛΛΟΔΑΠΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΕΣ
Σύμφωνα με έρευνα του Εθνικού Παρατηρητηρίου Απασχόλησης (ΕΠΑ 1999), η οποία βασίστηκε στα δεδομένα των αιτήσεων που υποβλήθηκαν από τους αλλοδαπούς για να τους χορηγηθεί άδεια παραμονής στην Ελλάδα, φαίνεται ότι η πλειοψηφία των μεταναστών εργάζονται στη χώρα ως ανειδίκευτοι απασχολούνται κύρια στον αγροτικό τομέα, έχουν μέσο επίπεδο εκπαίδευσης και η κύρια χώρα προέλευσης είναι η Αλβανία.
Με βάση το φύλο τα στοιχεία δείχνουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία είναι άνδρες. Από τις γυναίκες το 43,64% προέρχεται από την Αλβανία, το 14,74% από τη Βουλγαρία, το 8,27% από την Ουκρανία και ακολουθούν η Γεωργία, οι Φιλιππίνες και η Μολδαβία. Ο κύριος όγκος τους προέρχεται από τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες.
Σε ό,τι αφορά το εκπαιδευτικό τους επίπεδο οι γυναίκες είναι οι πιο μορφωμένες  με 55,47% έναντι 47,31% των ανδρών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όσο και στην τριτοβάθμια με 16,14% έναντι 6,41% των ανδρών ενώ στην πρωτοβάθμια 24,18% έναντι 41,90% των ανδρών!
Η οικογενειακή τους κατάσταση δείχνει ότι η πλειοψηφία είναι έγγαμοι, με δύο στους τρεις να έχουν από ένα έως και πέντε παιδιά. Οι έγγαμες γυναίκες είναι το 59,89%.
Το 16,5% των γυναικών δουλεύουν ως ανειδίκευτες εργάτριες ή χειρώνακτες έναντι του 25,8% των ανδρών. Ως ειδικευμένες είναι το 2,32% έναντι του 8,51% των ανδρών.  Βέβαια η πλειοψηφία των αλλοδαπών απέφυγε να δηλώσει επάγγελμα, δείχνοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος τους εργάζεται χωρίς να δηλώνεται από τους εργοδότες .

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ
Οι ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου στην παραγωγή, η συμμετοχή στην κοινωνική εργασία και η ελάττωση αντιδραστικών αντιλήψεων για τη μόρφωση των  γυναικών, έδοσαν ώθηση στο να ανέβει το μορφωτικό επίπεδο των γυναικών. Και στο τομέα της εκπαίδευσης παρατηρείται τα τελευταία χρόνια μια σημαντική αύξηση των γυναικών.
Στους 10 πτυχιούχους  Ανωτέρων και Ανωτάτων Σχολών οι 5 είναι γυναίκες  (αποτελώντας το 46,5% των αποφοίτων αυτών των σχολών, έναντι 53,5% των ανδρών), ενώ το 1995 ήταν 4 στους 10 (αποτελώντας το 41,5% των αποφοίτων έναντι του 58,5% των ανδρών αντίστοιχα).
Στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση οι γυναίκες βρίσκονται σε μεγαλύτερα ποσοστά αποφοίτων.
Σύμφωνα με έρευνα της ΕΣΥΕ, έχουν μεγαλύτερο μέσο όρο βαθμολογίας, σημειώνουν περισσότερες πρωτιές στις Γενικές Εξετάσεις για τα ΑΕΙ, έχουν μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής στο σύνολο των φοιτητών, π.χ. το 1994 το 44,9% των φοιτητών ήταν αγόρια και το 55,1% γυναίκες .
Παρ’ όλα αυτά εξακολουθεί να παραμένει ανοικτή πληγή το ότι στη χώρα μας υπάρχουν επίσημα καταγεγραμμένοι γύρω στους 1.500.000 αναλφάβητοι (κατά κύριο λόγο όμως στις μεγάλες ηλικίες), από τους οποίους οι γυναίκες αποτελούν την πλειοψηφία με 63% το 1991 .
Οι κατακτήσεις των γυναικών στην εκπαίδευση δεν ανατρέπουν τις κοινωνικές διακρίσεις που συνεχίζουν και  σήμερα να υπάρχουν με άλλη μορφή μέσα από τη μόρφωση. Αν παλαιότερα ήταν απαγορευτική η συμμετοχή των γυναικών στη μόρφωση και ιδιαίτερα στα ανώτερα επίπεδα, λόγω των συντηρητικών αστικών προτύπων για το ρόλο της γυναίκας στην οικογένεια και την κοινωνική εργασία, σήμερα, η διάκριση αυτή έχει μετατοπιστεί στο είδος της εκπαίδευσης, στη διάρκειά της και στην αξία του διπλώματος. Αν δούμε την κατανομή των φοιτητών στις διάφορες σχολές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα διαπιστώσουμε ότι η συμμετοχή συνδέεται άμεσα με το φύλο και κατά συνέπεια με τις υπάρχουσες κοινωνικές αντιλήψεις για το ρόλο των δύο φύλων.
Ετσι στους επιτυχόντες της α΄ δέσμης (κυρίως πολυτεχνικά τμήματα, γεωπονο-δασολογικά και τμήματα θετικών επιστημών) οι γυναίκες  αποτελούν το 36,3% αντί του 63,7% των ανδρών. Στην γ΄ δέσμη (φιλολογικά, νομικά και θεολογικά τμήματα) οι γυναίκες αποτελούν το 78,5% ενώ οι άνδρες το 21,5% . Ενώ σε έρευνα που έγινε σε μαθητές/τριες γυμνασίων της Αθήνας και του Πειραιά που διέθεταν Η/Υ διαπιστώνεται ότι τα κορίτσια ήταν κάτοχοι κατά 28% έναντι 72% των αγοριών .
Στους Νηπιαγωγούς οι γυναίκες είναι 95% ενώ οι άνδρες 5%, στους μηχανολόγους-μηχανικούς 10% και 90% αντίστοιχα, ενώ στους ηλεκτρονικούς 12% και 88% .
Αυτός ο επαγγελματικός προσανατολισμός σε συνάρτηση με τις αναδιαρθρώσεις του μεγάλου κεφαλαίου έχει σαν αποτέλεσμα οι γυναίκες να παραμένουν σε σημαντικό βαθμό το φθηνό εργατικό δυναμικό, με μικρές δυνατότητες επαγγελματικής ανέλιξης και σταδιοδρομίας. Οι σχολές που το γυναικείο φύλο έχει πλειοψηφία είναι κυρίως σχολές που προσφέρουν μικρές προοπτικές για αξιοποίηση των πτυχίων. Για παράδειγμα, η Πάντειος και η Φιλοσοφική Αθηνών, όπου το γυναικείο φύλο υπερτερεί, είναι σχολές που οδηγούν σε επαγγέλματα με μέτρια οικονομική απόδοση και με πιο μειωμένο «κοινωνικό γόητρο». Ενώ η Ιατρική, οι χημικοί ΕΜΠ, τμήματα πληροφορικής (ΑΕΙ), είναι σχολές με ευνοϊκές επαγγελματικές προοπτικές, όπου υπερτερούν οι άνδρες.
Παρά το ότι η αλματώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας και ιδιαίτερα της πληροφορικής απλούστευσε μια σειρά εργασίες στην παραγωγική διαδικασία, εν τούτοις αυτός ο διαχωρισμός «ανδρικών» και «γυναικείων» εργασιών παραμένει σε μεγάλο βαθμό.  Π.χ. οι άνδρες είναι αυτοί που ασχολούνται κύρια με τη λειτουργία και το σχεδιασμό της τεχνολογίας, ενώ με την εφαρμογή οι γυναίκες: Αναλυτές-προγραμματιστές: άνδρες 90%, γυναίκες 10%. Δακτυλογράφοι, καταχωρητές στοιχείων: άνδρες 0,5%, γυναίκες 99,5% .
Πολύ χαμηλά είναι τα ποσοστά γυναικών και ανδρών που κατέχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό τίτλο ανώτατης εκπαίδευσης, οι γυναίκες έχουν 0,8% έναντι 1,7% των ανδρών .
Ετσι, σύμφωνα με στοιχεία της ICAP το 1996, στις ιδιωτικές επιχειρήσεις οι άνδρες με ανώτατη εκπαίδευση είχαν τις διπλάσιες αμοιβές, έναντι των γυναικών με το ίδιο επίπεδο εκπαίδευσης.
Παράλληλα η ίδια η ζωή ανατρέπει τους ισχυρισμούς αυτών που προβάλλουν ότι η χαμηλότερη εκπαίδευση των γυναικών φταίει για τα ψηλότερα ποσοστά ανεργίας σε σχέση με τους άνδρες, αφού οι γυναίκες με μόρφωση ΤΕΙ και ΑΕΙ είναι άνεργες με διπλάσια ποσοστά έναντι των ανδρών. Η ανεργία των γυναικών με επίπεδο μόρφωσης Γυμνασίου έως και Λυκείου αγγίζει σχεδόν τριπλάσια ποσοστά έναντι των ανδρών, ενώ στα κατώτερα επίπεδα μόρφωσης είναι σχεδόν τα ίδια. Μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για προσανατολισμό των γυναικών κύρια σε «γυναικείες σχολές» και «γυναικείες σπουδές». Αν και με μια πρώτη ματιά φαίνεται ότι αυτό είναι αποτέλεσμα των αντιδραστικών αντιλήψεων, θα ήταν λάθος να καταλήξουμε μόνο σε αυτή την πλευρά.
Οι αντιλήψεις, η προσωπική στάση ζωής, δεν είναι τόσο ατομική υπόθεση. Είναι αποτέλεσμα της συνολικής κοινωνικής συνείδησης που διαμορφώνεται από την υλική-οικονομική βάση της καπιταλιστικής κοινωνίας και θα αναπαράγονται όσο τα μέσα παραγωγής θα βρίσκονται στα χέρια της ατομικής ιδιοκτησίας.
Η εκπαίδευση βεβαίως βοηθά στην καλύτερη δυνατότητα πώλησης της εργατικής δύναμης, στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, όμως δεν είναι ο καθοριστικός παράγοντας,  αλλά οι γενικότερες ανάγκες του κεφαλαίου  στην αγορά εργασίας ιδιαίτερα σε περιόδους ύφεσης.
Σήμερα προωθεί τη  λογική του «απασχολήσιμου» αντί του εργαζόμενου, την «δια βίου κατάρτιση», δηλαδή την εκπαίδευση μιας χρήσης σε συνεχή βάση, σύμφωνα με τις ανάγκες του επιχειρηματία, αντί της γενικής μόρφωσης και συνολικότερης επαγγελματικής ειδίκευσης. Γι’ αυτό χτυπιέται η δημόσια παιδεία και υποβαθμίζεται γενικότερα η δημόσια ανώτερη μόρφωση.
Αν μέσα σε αυτές τις πολιτικές που εξελίσσονται, υπολογίσουμε και το ότι μια εργατική οικογένεια δαπανά ετησίως 270.000 για ένα μαθητή του Δημοτικού,  640.000 για έναν του Γυμνασίου και 1.070.000 για ένα του Λυκείου, καταλαβαίνουμε πόσο θα χειροτερεύσει το γενικό επίπεδο μόρφωσης των παιδιών των εργατικής τάξης. Σε συνδυασμό με τις αντιδραστικές αντιλήψεις «ο άνδρας στην κοινωνία, η γυναίκα στο σπίτι», η εργατική οικογένεια θα προωθεί εξαιτίας του οικονομικού κόστους περισσότερο το αγόρι στις επιστήμες και το κορίτσι σε μια στοιχειώδη επαγγελματική εκπαίδευση.

ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑ
Η οικογένεια στον καπιταλισμό λειτουργεί ως σημαντικός μηχανισμός συντήρησης και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης.
Η συντριπτική πλειοψηφία των ανέργων ζει στα πλαίσια της πυρηνικής οικογένειας, σε αντίθεση με το 2,69% που ζουν μόνοι τους .
Ενα σημαντικό μέρος των ανέργων (18,4%) είναι μέλη οικογενειών με εισόδημα  έως 1.000.000 δρχ. Στην κατηγορία μεταξύ 1-2.000.000 δρχ. βρίσκεται το 33,3%, ενώ στην κατηγορία από 2-3.000.000 δρχ. ανήκει το 34,2%. Αυτό αναδείχνει και την τεράστια συρρίκνωση της ικανοποίησης βασικών αναγκών που βιώνει η εργατική οικογένεια .
Ο ρόλος της εργατικής οικογένειας στη φροντίδα των ατόμων που δεν εργάζονται είναι προφανής, λαμβάνοντας υπόψη:
 Τις αυξημένες ανάγκες παροχής κοινωνικών υπηρεσιών, σε αντίθεση με την  περιορισμένη και συνεχώς ελαττούμενη συμβολή του κράτους στην παροχή κοινωνικών υπηρεσιών, για την οικογένεια.
 Των χαμηλών επιδομάτων ανεργίας και του περιορισμένου αριθμού χορήγησής τους, μιας και αποκλείονται από αυτά οι νεοεισερχόμενοι στην παραγωγή και οι απολυμένοι που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις βάσει του νόμου
 Την περίπτωση των καταγραμμένων ως «άεργοι»  ή «νοικοκυρές» οι οποίοι αποτελούν μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Με δεδομένα τα πιο πάνω, η εργατική οικογένεια στον καπιταλισμό αναγκάζεται να λειτουργεί ως βασικό κύτταρο φροντίδας και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Λέμε αναγκάζεται, γιατί ενώ ο καπιταλισμός έχει δημιουργήσει σε μεγάλο βαθμό τις υλικές προϋποθέσεις απαλλαγής της από αυτές τις λειτουργίες (μη παραγωγικές εργασίες τις ονόμαζε ο Λένιν) τις οποίες έχει κοινωνικοποιήσει στην παραγωγή, η συντριπτική πλειοψηφία των εργατικών και λαϊκών οικογενειών δε μπορούν να κάνουν χρήση αυτών των παροχών, επειδή λειτουργούν ως εμπορεύματα.
Αυτή η επιβάρυνση της εργατικής οικογένειας, διεκπεραιώνεται  κατά κύριο λόγο από τις γυναίκες μέλη της, εντείνοντας έτσι τη διπλή καταπίεση που βιώνει η γυναίκα της εργατικής τάξης στον καπιταλισμό.
Είναι ενδεικτικά τα στοιχεία της έρευνας του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ .
Συγκεκριμένα:
ΑΝΔΡΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Κάνουν δουλειές του σπιτιού 50 λεπτά 2 ώρες και 45 λεπτά
Φροντίζουν τα παιδιά 36 λεπτά 1 ώρα και 30 λεπτά
Ξεκουράζονται 3 ώρες και 35 λεπτά 2 ώρες και 10 λεπτά

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΤΑΞΙΚΗ ΠΑΛΗ
Δεν αρκεί να μιλάμε στις εργαζόμενες για τα προβλήματά τους. Δεν αρκεί να λέμε ότι είναι οι πιο φτωχοί των φτωχών. Το ξέρουν από την εμπειρία τους, ούτε να περιοριζόμαστε στο να τους εξηγούμε τα μέτρα που παίρνονται, τα ξέρουν. Σήμερα πρέπει να τους αποκαλύψουμε την ταξική ουσία αυτής της πολιτικής και την προοπτική της δικής τους ύπαρξης, την προοπτική της διεξόδου και την αναγκαιότητα συμμετοχής στην ταξική πάλη.
Η συμμετοχή των γυναικών  στο συνδικαλιστικό κίνημα, είναι γενικά χαμηλό ακόμα και σε κλάδους όπου υπερτερούν οι γυναίκες. Η χαμηλή συμμετοχή  συνδέεται άμεσα με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η εργαζόμενη γυναίκα, ιδιαίτερα αν έχει και παιδιά, με αναχρονιστικές αντιλήψεις ότι η γυναίκα δεν ασχολείται με τα κοινά, τη μικρή προσπάθεια των σωματείων για συμμετοχή των γυναικών στη δράση.
Σε μια έρευνα που είχε κάνει η ΔΗΜΕΛ και η PRC για λογαριασμό της ΓΣΕΕ σχετικά με τους λόγους της χαμηλής συνδικαλιστικής συμμετοχής, οι γυναίκες δήλωσαν ως ένα βασικό, την έλλειψη χρόνου σε αντίθεση με τους άνδρες. Η φροντίδα για τα παιδιά, να τα πηγαίνουν στα φροντιστήρια, ο χρόνος μετακίνησης για δουλειά κλπ.
Τα τελευταία χρόνια προβάλλεται έντονα από το αστικό γυναικείο κίνημα και τις ιδεολογικές (νεοφεμινιστικές) αποχρώσεις του, ότι για την ανατροπή της χαμηλής συμμετοχής των γυναικών στα κέντρα λήψης των αποφάσεων του συνδικαλιστικού κινήματος, είναι η ποσόστωση. Είναι ένα αίτημα που φυσικά θα βοηθούσε. Ομως αν θέλουμε να συμμετέχουν οι εργαζόμενες γυναίκες που βιώνουν αυτές τις πολιτικές, δεν αρκεί από μόνο του αυτό το διοικητικό μέτρο.
Πάνω από όλα χρειάζεται τα σωματεία και ιδιαίτερα το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, να δυναμώσει την πάλη με αιτήματα που σε να αντανακλούν την ταξική αντίληψη για την εργατική οικογένεια, τη γυναίκα, το ρόλο της στην κοινωνία και την παραγωγή. Αιτήματα και μορφές οργάνωσης της πάλης που ανοίγουν το δρόμο της ταξικής συνειδητοποίησης των γυναικών της εργατικής τάξης για τον πραγματικό υπαίτιο των προβλημάτων της και την συμμετοχή της στην πάλη της τάξης της. Οι μορφές συσπείρωσης ποικίλλουν. Με οργάνωση σε σωματεία ή συλλόγους, επιτροπές αγώνα, π.χ. για το ασφαλιστικό, εργατικές επιτροπές σε συνοικίες κλπ.
Οι δυσκολίες δεν είναι αξεπέραστες. Η ιστορία του παγκόσμιου επαναστατικού εργατικού κινήματος αλλά και του κόμματός μας -από την αρχή της ίδρυσής του- έδειξε ότι ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες, οι κομμουνιστές μπήκαν σε εργοστάσια-γκέτο της εργοδοσίας, έβρισκαν τις εργάτριες στις συνοικίες, τις οργάνωναν σε εργατικούς συλλόγους, εξέδιδαν μέχρι και ειδικό έντυπο υλικό, την «ΕΡΓΑΤΡΙΑ». Η εξειδίκευση των επιπτώσεων στις γυναίκες από τις πολιτικές που ασκούνται, ακόμα και οι ιδιαίτερες μορφές συσπείρωσης εργατριών, δεν έρχονται σε αντίθεση με την ένταξή τους στην συλλογική πάλη της εργατικής τάξης. Αντίθετα είναι και καθήκον, αρκεί αυτή η  εξειδίκευση της δουλειάς να διοχετεύεται μέσα στη συνολική πάλη του σωματείου ή στις γενικότερες μορφές του ταξικού εργατικού κινήματος.
Καθήκον των κομμουνιστών είναι η ενδυνάμωση της συνδικαλιστικής και της πολιτικής δουλειάς του κόμματος στις γυναίκες της εργατικής τάξης. Σε αυτόν τον τομέα είμαστε πίσω από τις ανάγκες και τις δυνατότητες. Αυτό σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενες επιδρά σημαντικά στη χαμηλή συμμετοχή και στα ταξικά σωματεία αλλά και στο κόμμα.
Η ένταση των προβλημάτων αλλά και οι διαφοροποιήσεις που συντελούνται, επιβάλλουν να επικεντρώσουμε την προσοχή στις εργαζόμενες μεγάλων βιομηχανικών παραγωγικών μονάδων και κλάδων, στις άνεργες. Τις καθαρίστριες που είναι ένας τομέας που συγκεντρώνει γυναίκες από τα πιο εξαθλιωμένα τμήματα της εργατικής τάξης περικλείοντας και μεγάλη μάζα ξένων εργατριών. Τις γυναίκες που εργάζονται στον τομέα των υπηρεσιών, με έμφαση σε τομείς όπου εισάγονται πιο μαζικά οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις.
Η ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση που κάνει ο ταξικός αντίπαλος είναι πολύ σοβαρή και εξειδικευμένη στις γυναίκες, αξιοποιώντας και τη θρησκεία. Σήμερα που και το πιο μικρό αίτημα απαιτεί ρήξη με βασικούς τομείς της πολιτικής του κεφαλαίου, η ιδεολογική δουλιά μέσα στην εργατική τάξη, τις εργάτριες αποκτά πρωταρχική σημασία.
Η ένταξη της γυναίκας της μισθωτής εργασίας στο αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό μέτωπο πάλης, στην προοπτική του σοσιαλισμού, ανοίγει το δρόμο της λύσης των προβλημάτων που βιώνει, από τη σκλαβιά της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας.

ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑΤΑ ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ


ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑΤΑ ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ






Σήμερα, στην εποχή του ιμπεριαλισμού ή αλλιώς στην κρατικομονοπωλιακή βαθμίδα του καπιταλισμού, η βασική αντίθεση (αυξανόμενη κοινωνικοποίηση της εργασίας και ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της), ολοένα και οξύνεται, γεγονός που σημαίνει διευρυμένη αναπαραγωγή όλων των ανταγωνιστικών αντιθέσεων του καπιταλισμού και δημιουργία παρατεταμένης κρίσης σε όλα τα επίπεδα. Δεδομένου του γεγονότος ότι στενεύουν δραματικά οι δυνατότητες ελιγμών και παραχωρήσεων προς τις λαϊκές δυνάμεις από το μονοπωλιακό κεφάλαιο, μεγαλώνουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις όξυνσης της ταξικής πάλης. Σε αυτό το πλαίσιο οι δυνάμεις του κεφαλαίου επιδιώκουν την άμβλυνση των «κοινωνικών κραδασμών», την αποτροπή της όξυνσης της ταξικής πάλης για να μην κινδυνεύσουν η εξουσία και τα κέρδη τους. Αυτό φυσικά ως φαινόμενο είναι παμπάλαιο, έχει όμως σημασία για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης να παρακολουθούν οι κομμουνιστές πολύ προσεκτικά τις συγκεκριμένες μεθόδους της αστικής τάξης, ώστε να ενισχύουν το ιδεολογικό μέτωπο, να θωρακίζουν την εργατική τάξη στην αντίσταση και αντεπίθεσή της. 
Στην κλασική, δίπτυχη τακτική των καπιταλιστικών εξουσιών «καρότο-μαστίγιο», ιδιαίτερα δύσκολο να αποκαλυφθεί, ρόλο έπαιζαν πάντα οι στρατηγικές ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης. Δουλεμένες πολύπλευρα ιδεολογικοπολιτικά σε κάθε φάση, υποστηρίζονται από πολυπλόκαμους ισχυρούς μηχανισμούς σε εθνικό και διακρατικό επίπεδο. 
Στη σημερινή όμως φάση, όπου οι ανάγκες της καπιταλιστικής συσσώρευσης και ο συσχετισμός των δυνάμεων επέβαλαν τη νεοφιλελεύθερη διαχείριση, πολλές θεωρίες της άρχουσας τάξης δε μπορούν να διατηρήσουν πλέον τη δυναμική που μέχρι τώρα είχαν και συχνά μετατρέπονται σε ανίσχυρα ιδεολογήματα, ανίκανα να απαντήσουν στα μεγάλα διλήμματα που αντικειμενικά δημιουργούνται. Ετσι περνά σταδιακά σε πρώτο πλάνο το «μαστίγιο», οι μορφές καθυπόταξης που στηρίζονται στις διώξεις, τον αυταρχισμό, ακόμη στην ανοικτή βία, στον πόλεμο, σε αυτό που κωδικοποιημένα ονομάζουμε «νέα ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων» στο εσωτερικό των χωρών και στις διεθνείς σχέσεις. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να υποτιμηθεί καθόλου η άλλη πλευρά του νομίσματος, η ενσωμάτωση και χειραγώγηση της εργατικής τάξης μέσω της συστηματικής προσπάθειας επίδρασης και διάβρωσης της ταξικής συνείδησης, η οποία είναι επίσης μια μορφή βίας και ανελευθερίας.
Η παρατεταμένη κρίση δημιουργεί συνθήκες εξαθλίωσης, καλλιεργώντας έτσι το έδαφος για τη μοιρολατρία και αν δεν υπάρχει ανάλογη ισχυρή παρέμβαση της πρωτοπορίας δυσκολεύει τη συνειδητοποίηση της ανάγκης για αντίσταση και ρήξη με το σύστημα, διευκολύνει την προσπάθεια του κεφαλαίου να χειραγωγεί τα λαϊκά στρώματα. Η ίδια η κρίση ύπαρξης του καπιταλισμού διεισδύει στη συνείδηση όλων, ακόμη και της εργατικής τάξης, σαν καθολική κρίση χωρίς διέξοδο και δυσκολεύεται έτσι η ταξική συνειδητοποίηση.
Πολύ σοβαρός αρνητικός παράγοντας στην ταξική ωρίμανση τάξης είναι η διαμορφωμένη κατάσταση στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Η πλειοψηφία της συνδικαλιστικής ηγεσίας έχει στην κυριολεξία αφοπλίσει το συνδικαλιστικό κίνημα, όντας η ίδια διαβρωμένη και εξαρτημένη από το κεφάλαιο. Αυτή η αρνητικότατη για το εργατικό κίνημα κατάσταση μπορεί να ανατραπεί μόνο με όρους κινήματος για βαθιές αλλαγές και όχι με αποσπασματικές δράσεις. 
Η ωρίμανση της ταξικής συνείδησης είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Δε γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη και κύρια δε γίνεται με νουθεσίες, εισηγήσεις και κατευθύνσεις. Γίνεται μέσα από τις μορφές της ταξικής πάλης, γίνεται με την ταξική σύγκρουση, μέσα από τη συγκεκριμένη ιδεολογικοπολιτική δουλειά των κομμουνιστών και την οργανωτική και ιδεολογική ισχυροποίηση του κομμουνιστικού κόμματος. Το αντικειμενικό στοιχείο του βαθμού όξυνσης των αντιθέσεων είναι το υπόβαθρο αυτής της διαδικασίας.
Η δουλιά των κομμουνιστών μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα είναι  βασικός παράγοντας στην άνοδο της ταξικής συνείδησης και πάλης της εργατικής τάξης και στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την οικοδόμηση του λαϊκού μετώπου πάλης, ενάντια στην εξουσία των μονοπωλίων, του ιμπεριαλισμού.
Η ταξική πάλη είναι η κινητήρια δύναμη, το έδαφος οικοδόμησης του Μετώπου. Εχει σημασία αυτό, γιατί πρέπει να κατανοηθεί βαθιά από τους εργαζόμενους ότι το Λαϊκό Μέτωπο θα πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά ενός μεγάλου κινήματος με ριζοσπαστικούς, ανατρεπτικούς πολιτικούς στόχους και όχι μιας κάποιας πολιτικής συμφωνίας κορυφών που θα βάλει στόχο να διαχειριστεί το σύστημα, να κυβερνήσει καλύτερα από τις μέχρι σήμερα κυβερνήσεις.
Επίσης έχει σημασία να αναλύονται οι δυσκολίες της σημερινής πολιτικής κατάστασης, ως δυσκολίες ενός αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων, που όμως μπορεί να ανατραπεί στην πορεία. Να αναδείχνονται οι δυνατότητες παρέμβασης και αποτελεσματικότητας της δράσης για να μη δημιουργούνται ούτε αυταπάτες ούτε απογοήτευση και μοιρολατρία και συνεπώς πλαστή συνείδηση στην εργατική τάξη.


Η ΔΙΑΠΑΛΗ ΣΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Η άρχουσα τάξη, συγκαλύπτοντας με διάφορους τρόπους την ουσία του εκμεταλλευτικού συστήματος, προσπαθεί να κρατήσει τους εργαζόμενους μακριά από τις συνθήκες διαμόρφωσης της ταξικής τους συνείδησης. Τα τελευταία χρόνια επιταχύνονται οι αναδιαρθρώσεις του καπιταλισμού, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της παρατεταμένης κρίσης του. Οι αλλαγές που προωθούνται, έχουν ως κύριο άξονα τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και της κοινωνικής ασφάλισης. Αυτή η διαμορφωμένη κατάσταση δυσκολεύει πολύ ακόμη και προσωρινές, μικρές επιτυχίες. Είναι ένας σημαντικός λόγος ώστε, παρόλο που υπάρχει έντονη αγανάκτηση και διαμαρτυρία, δύσκολα αυτά μετατρέπονται σε αγωνιστική διάθεση. Ενα τμήμα της εργατικής τάξης φτάνει ως την αναγνώριση ορισμένων αντιφάσεων του καπιταλιστικού συστήματος, ως τη συνείδηση της κατάστασης της τάξης του, δε μπορεί όμως να καταλάβει σε βάθος την καπιταλιστική πραγματικότητα και να αποδεχτεί την αναγκαιότητα της ανατροπής της.
Η κατάκτηση της ταξικής συνείδησης απαιτεί μια ιδιαίτερη, μια επιστημονική γνώση της πραγματικότητας, όπως αυτή είναι και όχι όπως εμφανίζεται ότι είναι, χρειάζεται την ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας, που με τη σειρά της χρειάζεται να μεταφερθεί μέσα στους αγώνες της εργατικής τάξης. Για να ανατραπεί αυτή η πραγματικότητα, πρέπει απαραίτητα να συνειδητοποιηθεί από την εργατική τάξη, ποιές είναι οι αιτίες που δημιούργησαν αυτή την πραγματικότητα. Αν επρόκειτο για κάποιες βελτιώσεις της κατάστασής της ή για επέκταση των ελευθεριών και των δικαιωμάτων της, στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, τότε δε θα χρειαζόταν την επιστημονική γνώση για την απόκτηση της ταξικής συνείδησης. Θα αρκούσε η πρακτική πείρα και η πλασματική συνείδηση που δημιουργείται μέσα στην οικονομική και συνδικαλιστική πάλη, αυθόρμητα, στη βάση των αστικών ιδεών. Το κομμουνιστικό κόμμα είναι ο φορέας που θα μεταφέρει τις επαναστατικές ιδέες μέσα στο εργατικό κίνημα. Από τα κομβικά ζητήματα αναδείχνεται η κομμουνιστική δουλειά μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.
Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα στο παρελθόν, διαμορφώθηκε, ατσαλώθηκε και με την πάλη ανάμεσα στα διάφορα πολιτικο-ιδεολογικά ρεύματα στο εσωτερικό του: το ρεφορμισμό, τον αναρχοσυνδικαλισμό, ως τις δυο όψεις της άρνησης της πολιτικής πάλης της εργατικής τάξης για την εξουσία, και τον ταξικό συνδικαλισμό.
Πρωταρχικής σημασίας ζήτημα είναι στις μέρες μας η πάλη ενάντια στο ρεφορμισμό: Ο σύγχρονος ρεφορμισμός, σε ακραία πλέον κατάσταση εκφυλισμού, στηρίζει ανοικτά τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, τους ευρωενωσιακούς στόχους. Ωστόσο δεν έχει χάσει τη δυνατότητα να εγκλωβίζει μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα στο λεγόμενο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα. 


Εκτίμηση του Κόμματος είναι ότι:
«Σημαντικοί κίνδυνοι δημιουργούνται για τη μαζικότητα, την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος, από τις νέες δυσκολίες και τα εμπόδια που μπαίνουν στους εργαζόμενους να οργανωθούν και να δράσουν στα συνδικάτα λόγω των αλλαγών που προωθούνται, κυρίως στις εργασιακές σχέσεις, με την εφαρμογή των ελαστικών μορφών απασχόλησης και την εξατομίκευση της εργασίας. Μέσα στις γραμμές του σ.κ. έχει μεγαλώσει ο αριθμός εκείνων των στελεχών, καθώς και οι παρεμβάσεις των μηχανισμών που υπηρετούν τη στρατηγική της ενσωμάτωσης του σ.κ. Τα δίκτυα των ΟΚΕ απλώνονται σε περιφερειακό και σε τοπικό επίπεδο και με ποικίλους τρόπους προωθούν τη γραμμή της κοινωνικής συναίνεσης και της ταξικής συνεργασίας». (Από την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, για τη δουλειά του Κόμματος στην Εργατική Τάξη και το Συνδικαλιστικό κίνημα,  ΚΟΜΕΠ τ. 3/’97, σελ. 13).
Επομένως, οι συνεπείς ταξικές δυνάμεις σήμερα είναι υποχρεωμένες να παλέψουν κάτω από πολύπλοκες και αντιφατικές συνθήκες ενάντια στο συμβιβασμό και στη λογική της ταξικής συνεργασίας. Ο αγώνας είναι δύσκολος. Η άρχουσα τάξη έχει στη διάθεσή της όλα τα υλικά και πνευματικά μέσα. Μπορεί να χειρίζεται κατά το συμφέρον της την κοινωνική συνείδηση και ψυχολογία. Για τη χειραγώγηση της εργατικής τάξης προωθεί ένα πλήθος ιδεολογημάτων και διαθέτει ισχυρούς μηχανισμούς επίδρασης και ελέγχου του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Σε αυτές τις συνθήκες εξαιρετικά μεγάλη σημασία αποκτά η ιδεολογική παρέμβαση των κομμουνιστών/ιών στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στα πρωτοπόρα τμήματα των εργατών και εργατριών, στην εργατική τάξη γενικότερα.
Στη συνέχεια τούτου του άρθρου θα αναφερθούμε σε ορισμένα ιδεολογήματα και μηχανισμούς χειραγώγησης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, γενικά της εργατικής τάξης.


ΓΙΑ ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
Στην εφαρμογή της αναπαλαιωμένης θεωρίας του «λαϊκού καπιταλισμού» αποδίδονται τα χαρακτηριστικά της «λυδίας λίθου» για την ευημερία. Οι υποστηρικτές του λαϊκού καπιταλισμού διατείνονται ότι η «συμμετοχική» διαδικασία μέσω της κατοχής μετοχών της επιχείρησης όπου εργάζεται κάποιος, ή και άλλης, μπορεί να «μεταμορφώσει», να «εξελίξει» τον καπιταλισμό σε ένα σύστημα με κοινωνικό πρόσωπο, σε κοινωνία δήθεν της «γενικής ευημερίας», να χάσει τα εκμεταλλευτικά του γνωρίσματα και να λειτουργεί προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Αυτό το ιδεολόγημα της αστικής τάξης δεν είναι καινούργιο. Στις ΗΠΑ προϋπήρχε της μεγάλης κρίσης του ’30, στην Ευρώπη εξαπλώθηκε κυρίως μεταπολεμικά. Στηρίχτηκε και αναπτύχθηκε πάνω στην έννοια της «διασποράς της ιδιοκτησίας», άποψη που υποστηρίζει ότι στο σύγχρονο καπιταλισμό σημειώνεται μια συνεχής αύξηση του αριθμού των μικρών μετόχων, οι οποίοι έχουν αρχίσει ν’ ασκούν αποφασιστική επιρροή στις δραστηριότητες των εταιριών.
Με την εμφάνιση των μετοχικών εταιριών άρχισε και η ανάπτυξη του χρηματιστηρίου αξιών, στοιχείο συστατικό της ωρίμανσης του καπιταλισμού (συσσώρευση και συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφαλαίου στη χρηματιστική ολιγαρχία). Οι καπιταλιστές εμφανίζουν τις μετοχικής μορφής επιχειρήσεις ως «δημοκρατικοποίηση του κεφαλαίου» και επιδιώκουν την αύξηση του αριθμού των μικρομετόχων. Τα τελευταία χρόνια μεγάλες εταιρίες διανέμουν μετοχές στους υπαλλήλους τους. Βέβαια, η «διασπορά των μετοχών» δε σημαίνει και «διασπορά της ιδιοκτησίας», αφού το μεγαλύτερο μέρος του μετοχικού κεφαλαίου εξακολουθεί να είναι στα χέρια μιας μικρής ομάδας ανθρώπων. Δημιουργούνται όμως αυταπάτες ότι και ο εργάτης συμμετέχει στην καπιταλιστική ιδιοκτησία, συνεπώς δεν έχει νόημα η ανάπτυξη της ταξικής πάλης για την ανατροπή του καπιταλισμού. 
Ετσι προβάλλεται η λογική της ταξικής συνεργασίας και του «αμοιβαίου οφέλους». «Το όραμα του λαϊκού καπιταλισμού αποτελεί πλέον το κύριο μέσο άμβλυνσης των κοινωνικών διαφορών, αλλά και των ίδιων των εργατικών κινητοποιήσεων. Το σύγχρονο managment φαίνεται ύστερα από χρόνια συγκρούσεων με τους «ταξικούς αντίπαλους», να βρίσκει την πλέον αποτελεσματική μέθοδο για τη μείωση της απεργιακής θερμοκρασίας. Και η μετατροπή των εργαζομένων μιας επιχείρησης σε μικρούς, έστω, συνιδιοκτήτες-εργοδότες του εαυτού τους αποτελεί τον πιο πρόσφορο τρόπο» .
Στην Ελλάδα, η κατεύθυνση χορήγησης πρόσθετων αμοιβών με τη μορφή μετοχών, χρονολογείται από το 1988 στην Τράπεζα Εργασίας. Ακολούθησαν και άλλες Τράπεζες καθώς και η INTRACOM, η OLYMPIC Catering, τα Ελληνικά Πετρέλαια, η Αγροτική Ασφαλιστική, ο ΟΤΕ, η ΕΥΔΑΠ, κλπ.
Η διανομή μετοχών στα λαϊκά στρώματα και ιδιαίτερα στους εργαζόμενους αποσκοπεί: α) στη δημιουργία κινήτρων εργασίας με το μικρότερο δυνατό κόστος για την επιχείρηση, β) στη χειραγώγηση των εργαζομένων και την καλλιέργεια της ταξικής συνεργασίας, αφού δημιουργείται η ψευδαίσθηση του «συνιδιοκτήτη» της επιχείρησης, γ) είναι δόλωμα για τη χειραγώγηση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος στις εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών. Στηρίζει σε αυτούς τους χώρους τη λογική του λεγόμενου κοινωνικού διαλόγου, της συναίνεσης και του συμβιβασμού. 
Ο «λαϊκός καπιταλισμός», εκτός των παραπάνω, περικλείει δυνατότητες για τους καπιταλιστές να αποφύγουν την οποιαδήποτε καταβολή αυξήσεων στους μισθούς.
Ο πρώην υφυπουργός Οικονομικών κ. Ν. Χριστοδουλάκης  θεωρεί πως: «Η εισοδηματική πολιτική δεν αποτελεί πλέον το μοναδικό τρόπο αναδιανομής των εισοδημάτων, όπως συνέβαινε τη δεκαετία του ’60 ή του ’70... Στην Ευρώπη και σιγά-σιγά στην Ελλάδα έχουν αναπτυχθεί πολιτικές συμμετοχής των εργαζομένων στα κέρδη ή στο μετοχικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων... Θα υπάρχουν αντιδράσεις, βέβαια, από τους αποκαλούμενους ακραίους ιδεολογικούς εκφραστές της εργατικής τάξης, που θα το καταγγείλουν ως πολιτική ενσωμάτωσης».
Στη Γαλλία η «σοσιαλιστική» κυβέρνηση ετοιμάζει νομοσχέδιο με το οποίο δρομολογείται η αντικατάσταση των αυξήσεων στους μισθούς με τη διανομή μετοχών. Αξίζει να παραθέσουμε την επιχειρηματολογία που στηρίζει αυτό το μέτρο, όπως την εκθέτει ο γερουσιαστής Σεριώ: «Οι καταναγκασμοί που θέτει η ανταγωνιστικότητα επιβάλλουν στις επιχειρήσεις έναν αυστηρό έλεγχο του κόστους. Σε αυτή τη συγκυρία, η απόκτηση μετοχών της επιχείρησης από τους μισθωτούς όπως και τα άλλα συστήματα χρηματο-οικονομικής συμμετοχής, επιτρέπει να αντισταθμιστεί μερικώς η μικρότερη εξέλιξη των μισθών, εξασφαλίζοντας στο μισθωτό έναν «ετεροχρονισμένο μισθό»». Το μυστικό βρίσκεται στο ότι οι μη μισθολογικές αποδοχές, υπό μορφή μερίσματος και ετεροχρονισμένες, δεν υπόκεινται σε εισφορές κοινωνικής ασφάλισης (πλευρά των επιχειρήσεων) και φορολογούνται λιγότερο (πλευρά εργαζομένων). Ομως αν και οι δύο πλευρές εμφανίζονται κερδισμένες, οι εργαζόμενοι είναι χαμένοι γιατί τα ποσά αυτά θα λείψουν από την κοινωνική πολιτική .
Ο αποκαλούμενος λοιπόν λαϊκός καπιταλισμός εκφράζεται με πολλές μορφές και πρέπει να αντιμετωπιστεί αρνητικά από όλη την εργατική τάξη. Βέβαια η πτώση του ΧΑΑ προεκλογικά έκοψε λίγο τα φτερά της προπαγάνδας του «λαϊκού καπιταλισμού», αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα εξαφανιστούν οι προσπάθειες για να πειστούν τα πιο καλοστεκούμενα τμήματα της εργατικής τάξης. Οι κομμουνιστές πρέπει να συνεχίσουν την προσπάθειά τους για το ξεσκέπασμα αυτού του ιδεολογήματος αξιοποιώντας και τα στοιχεία από τις άλλες καπιταλιστικές χώρες. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, οι οποίες θεωρούνται χώρα-πρότυπο του «λαϊκού καπιταλισμού», τα εισοδήματα του 95% των αμερικανικών οικογενειών δε σημείωσαν πρόοδο κατά την περίοδο 1979-1994. Ενώ το 86,8% των μετοχών το κατέχει το 10% των νοικοκυριών . Ως κάτοχοι μετοχών, υπό μορφή αξιογράφων ή αμοιβαίων κεφαλαίων, εμφανίζεται το 48% των αμερικάνικων νοικοκυριών, όμως μόνο το 21% έχει μετοχές εκτός συνταξιοδοτικών προγραμμάτων. Δηλαδή το μεγάλο μέρος κατέχει αναγκαστικά μετοχές λόγω των ελλείψεων της κοινωνικής ασφάλισης .


ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
Με αυτό το ιδεολόγημα η σοσιαλδημοκρατία επιχειρεί να διαχωριστεί από τις παραδοσιακές νεοφιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις. Απαραίτητη προέκτασή του είναι τα περί «κοινωνίας της αλληλεγγύης». Υποστηρίζει η κλασική και νεόκοπη σοσιαλδημοκρατία ότι μπορεί να υπάρχει καπιταλιστική οικονομία, χωρίς τα δεινά που αναπόφευκτα πηγάζουν από αυτή. Μπορεί να προχωρά η ΟΝΕ και οι πολιτικές που τη στηρίζουν και να βελτιώνεται η ζωή των εργαζομένων. Μπορεί να υπάρχει ο ανταγωνισμός και το κέρδος, ως το ουσιαστικό κινητήριο στοιχείο της οικονομίας και να μη γίνεται «ο άνθρωπος προς άνθρωπο - λύκος». Ερχονται στο προσκήνιο συνθήματα περί «κοινωνικού Μάαστριχτ», υποσχέσεις για εκατομμύρια θέσεις εργασίας, κ.ο.κ.. 
Ολος αυτός ο κουρνιαχτός περί «κοινωνικής αλληλεγγύης» που σηκώνεται στα πλαίσια της ανταγωνιστικής αστικής κοινωνίας μας φέρνει στο νου πόσο εύστοχα καυτηρίαζαν οι Μαρξ και Ενγκελς, στον καιρό τους, το «συντηρητικό ή αστικό σοσιαλισμό»: «Την πιο ταιριαστή του έκφραση ο αστικός σοσιαλισμός την αποκτάει τότε μονάχα, όταν καταντάει ένα απλό ρητορικό σχήμα. Ελεύθερο εμπόριο! Προς όφελος της εργαζόμενης τάξης. Προστατευτικοί δασμοί! Προς όφελος της εργαζόμενης τάξης. Φυλακές με κελιά! Προς όφελος της εργαζόμενης τάξης. Αυτή είναι η τελευταία λέξη του αστικού σοσιαλισμού, η μόνη που την εννοεί στα σοβαρά. Ο σοσιαλισμός της αστικής τάξης είναι ακριβώς ο ισχυρισμός ότι οι αστοί είναι αστοί προς όφελος της εργαζόμενης τάξης» .
Αστοί διανοούμενοι στην Ευρώπη και αλλού, ερευνητές και ινστιτούτα μελετών όλο και πιο συχνά διατυπώνουν την ανησυχία τους για το μέλλον της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας. Επικεντρώνουν την προσοχή τους στην προοπτική της «ανταγωνιστικής βάσης της οικονομίας» και σε ένα σύγχρονο «κράτος-στρατηγείο». Ισχυρή καπιταλιστική οικονομία βέβαια σημαίνει να πετύχουν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις και να ικανοποιηθούν οι επιδιώξεις του κεφαλαίου για ιδιωτικοποιήσεις, ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, με αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και κατάργηση των κατακτήσεων του εργατικού κινήματος. Το κράτος και οι διακρατικές καπιταλιστικές ενώσεις επεξεργάζονται στόχους και πολιτικές στη γενική αυτή κατεύθυνση. Είναι ποιοτικά περισσότερο κράτος και όχι λιγότερο, όπως δήθεν πιστεύουν και προπαγανδίζουν. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Οι κυρίαρχες τάξεις επιδιώκουν παράλληλα κι έναν ακόμη πολύ σοβαρό στόχο: Να γίνει αποδεκτή από τις λαϊκές συνειδήσεις η πολιτική διαχείρισης του συστήματος και ο εγκλωβισμός των εργαζομένων σε στάση αναμονής για ένα καλύτερο αύριο. Γι’ αυτό και η ανατροπή των εργασιακών και κοινωνικών κατακτήσεων δε γίνεται ενιαία, άμεσα και ολοκληρωτικά, γιατί με αυτό τον τρόπο θα υπάρξουν κίνδυνοι «κοινωνικών αναταραχών» και διάλυση της «κοινωνικής συνοχής». 
Ομως, η αυξανόμενη ανεργία και τα άλλα κοινωνικά προβλήματα δύσκολα επιδέχονται φρένο αφού το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα είναι αυτό που τα γεννά και τα εκτρέφει. Το ποσοστό των φτωχών και εξαθλιωμένων ανθρώπων συνεχώς μεγαλώνει. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat (1997): Το 30% των φτωχότερων νοικοκυριών στη χώρα μας συμμετέχει στο 8% του συνολικού εθνικού εισοδήματος, ενώ το 20% των πλουσιότερων νοικοκυριών αποκτά σχεδόν το μισό (46,7%) του εισοδήματος. Το 1/4 των Ελλήνων βρίσκεται κάτω από τη λεγόμενη «γραμμή φτώχειας», δηλαδή κάτω από 91.500 δρχ. το μήνα  το άτομο.
Η θεσμοθέτηση της μερικής απασχόλησης (1998), εκτός από το στόχο της μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης, αποσκοπεί στο να συγκαλυφθεί η ανεργία με το μοίρασμά της. Οι μειώσεις των εργοδοτικών εισφορών και οι επιδοτήσεις προς τους εργοδότες για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, όπως και η εφαρμογή των Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης (ΤΣΑ) κινούνται στην ίδια κατεύθυνση. Είναι μέθοδοι μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης και ταυτόχρονα μέθοδοι εξαπάτησης των λαϊκών στρωμάτων, για να αποδεχτούν χωρίς αντιδράσεις την κατάργηση των κατακτήσεών τους και ουσιαστικά τη διάλυση του συνδικαλιστικού κινήματος. Η Σύνοδος των ευρωενωσιακών ηγεσιών στη Λισσαβόνα προώθησε ακόμα παραπέρα, στο όνομα της «παγκοσμιοποίησης» και του ανταγωνισμού, την αντεργατική επίθεση.
Από κοντά και η λεγόμενη κοινωνική πολιτική . Τα λεγόμενα προγράμματα «κατάργησης του αποκλεισμού από την αγορά εργασίας», χρηματοδοτούμενα από τα ευρωπαϊκά ταμεία αλλά και από τα χρήματα των εργαζομένων (ασφαλιστικά ταμεία και ΟΑΕΔ), αυτή ακριβώς την πολιτική προωθούν. Ακόμη εξαγγέλλονται προγράμματα με ημερομηνία λήξης για διάφορες κοινωνικές ομάδες, π.χ. αποφυλακισθέντες, τοξικοαπεξαρτημένους, κακοποιημένες γυναίκες και παιδιά, ηλικιωμένους, ΑΜΕΑ κλπ. Οταν όμως αυτά τα προγράμματα λήξουν, οι χρήστες υποχρεώνονται να πληρώσουν για να διατηρήσουν τις υπηρεσίες που προσφέρουν.
Με αυτά τα μέτρα η ανεργία δε μειώνεται στην πραγματικότητα, όμως οι συνειδήσεις των εργαζόμενων γίνονται πιο ελαστικές και χειραγωγήσιμες.
Παράλληλα, η κοινωνική αλληλεγγύη, ο εθελοντισμός, η φιλανθρωπία, που ως έννοιες έχουν κακοποιηθεί και σοβαρά διαστρεβλωθεί από την κυβέρνηση και από τις «σοσιαλιστικές» δυνάμεις στην Ευρώπη, τείνουν να αντικαταστήσουν το «κοινωνικό κράτος». Κεντρικός στόχος και εδώ η ταξική ενσωμάτωση και η αποφυγή της πλήρους εξαθλίωσης της εργατικής τάξης. Προωθείται η εξασφάλιση του «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος», της ελάχιστης σύνταξης, της κοινωνικής προστασίας στα κατώτατα όρια φτώχειας.
Διαβάζουμε σε κείμενο-μανιφέστο Γάλλων διανοούμενων υπέρ της δραστικής μείωσης του χρόνου εργασίας και θέσπισης κοινού, κατώτερου για όλους εισοδήματος: «Μια νέα πολιτική ιθαγένεια πρέπει να εδράζεται στην παροχή ενός ελάχιστου εισοδήματος προσφερόμενου σε όλους, ανεξάρτητα από το ύψος των εισοδημάτων τους, της ηλικίας τους ή της κληρονομικής τους κατάστασης. Γιατί το κράτος πρόνοιας δε μπορεί από μόνο του να διασφαλίσει την κοινωνική συνοχή» .
Ακόμη, αξιοποιώντας το επιχείρημα για τη γήρανση του πληθυσμού και συνδέοντάς το με το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και συνταξιοδότησης προτείνουν τη «δια βίου» απασχόληση. Συγκαλύπτουν και εδώ την αντιλαϊκότητα της πρότασης με τη «σάλτσα» της διευκόλυνσης των εργαζομένων και της ελευθερίας επιλογής.
«Να προχωρήσουμε στην κατεύθυνση κατάργησης του σταθερού ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης και να αντιμετωπίσουμε πλέον τους ηλικιωμένους σαν πόρο παρά σαν πρόβλημα... θα εξαλειφθεί η κατηγορία των συνταξιούχων... η ηλικία θα πάψει να συνδέεται αναγκαία με τη σύνταξη καθεαυτή... θα πρέπει οι δικαιούχοι να μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα κεφάλαιά τους προκειμένου πχ. όχι μόνο να αποχωρήσουν από το εργατικό δυναμικό σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά και να χρηματοδοτήσουν την κατάρτισή τους ή τη μείωση του ωραρίου τους, ενόσω ιδίως μεγαλώνουν τα ανήλικα παιδιά τους» .
Στο όνομα της «αλληλεγγύης», εξάλλου, μεταξύ εργαζομένων και ανέργων, νέων και ηλικιωμένων, καλούν την εργατική τάξη να αποδεχθεί τη μερική απασχόληση, την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης κλπ.


ΑΤΟΜΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
Αναγκαίο προπαγανδιστικό συμπλήρωμα της «αλληλεγγύης» είναι η «ατομική ευθύνη». Μια «σύγχρονη» κοινωνική πολιτική, ισχυρίζονται, πρέπει να ενθαρρύνει τα άτομα ώστε να αναλαμβάνουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ευθύνη για τη ζωή τους. «Πρέπει να ζούμε με πιο ενεργό, δραστήριο τρόπο από ό,τι οι προηγούμενες γενιές και να αναλαμβάνουμε με μεγαλύτερη σοβατότητα την ευθύνη για τις συνέπειες όσων κάνουμε και τον τρόπο ζωής που επιλέγουμε» . Μιλάνε για την κοινωνία της «διακινδύνευσης», όπου το κράτος δίνει «ευκαιρίες» και οι πολίτες είναι υπεύθυνοι για να τις αξιοποιήσουν. Ετσι, δεν είναι τυχαίο που ο κ. Σημίτης σε προεκλογική συνέντευξη τύπου αναφέρθηκε σε 300.000 νέες ευκαιρίες απασχόλησης και όχι θέσεις εργασίας.
Αυτή η φιλοσοφική άποψη πολιτικά εκφράζεται σε όλες τις αποφάσεις της ΕΕ και τους μέχρι στιγμής νόμους της ελληνικής κυβέρνησης. Για παράδειγμα στο νόμο 2525/97 για την Εκπαίδευση περνάει η αντίληψη ότι όσοι μαθητές και μαθήτριες δεν επιτύχουν στις διάφορες εξεταστικές βαθμίδες πρέπει να δεχτούν τις συνέπειες της αποπομπής τους από τη διαδικασία των απολυτηρίων εξετάσεων του Λυκείου και της εισόδου τους στην ανώτατη εκπαίδευση. Η έλλειψη των βασικών γενικών γνώσεων, ο πραγματικός και λειτουργικός αναλφαβητισμός δε θα θεωρείται πλέον ευθύνη του κράτους αλλά των συγκεκριμένων ατόμων, που με δική τους ευθύνη έμειναν έξω από την εκπαιδευτική και αργότερα από την παραγωγική διαδικασία, ενώ το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα τους ωθεί στη λεγόμενη ειδίκευση, που γίνεται μέσο παραγωγής φθηνού εργατικού δυναμικού, χωρίς γνώσεις, χωρίς απαιτήσεις κλπ.
Αλλο παράδειγμα: Το πλήθος των εργατικών ατυχημάτων ή θανάτων δε θα θεωρείται πλέον αποτέλεσμα της ελλειπούς ή σε ορισμένες περιπτώσεις παντελούς έλλειψης μέτρων προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, αλλά ατομική ευθύνη του κάθε εργαζόμενου που δεν πρόσεξε ή δε φρόντισε ο ίδιος να προστατευτεί. Βέβαια τα τελευταία χρόνια σε όσες περιπτώσεις οι εργαζόμενοι στο χώρο δουλιάς τους ατομικά απαίτησαν μέτρα προστασίας, το σύνηθες αποτέλεσμα ήταν η απόλυσή τους.
Η πολιτική αυτή της «ατομικής ευθύνης» έχει ήδη πλείστες εφαρμογές και σε άλλους τομείς, όπως της υγείας, της φυσικής και επαγγελματικής αποκατάστασης των ΑΜΕΑ, της πρόνοιας κλπ.
Η ατομική ευθύνη και ικανότητα επένδυσε ιδεολογικά, εν μέρει, και τα συστήματα σύνδεσης μισθού-παραγωγικότητας τα οποία έχουν πολύ συγκεκριμένες ταξικές αναφορές και στρατηγικής εμβέλειας στόχους. Οι στόχοι βέβαια της αστικής τάξης δεν περιορίζονται σε μια μεγαλύτερη μάζα υπεραξίας και όγκου κερδών που είναι το κύριο. Το μονοπωλιακό κεφάλαιο δεν αρκείται στη μείωση του «κόστους εργασίας», στη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, αλλά προσβλέπει σε έναν εργαζόμενο που συνειδητά συμμετέχει ο ίδιος, με ενεργητικότητα και «ατομική ευθύνη» στη διαδικασία της εκμετάλλευσής του. 
Στο βαθμό που προωθείται αυτή η πολιτική οι εργαζόμενοι κατακερματίζονται ως το ατομικό επίπεδο και αντιπαρατίθενται με κάποιες «καλύτερες αμοιβές» σε «αποδοτικούς και μη». Η πολυδιάσπαση της αγοράς εργασίας σε εργαζόμενους των πολλών ταχυτήτων συνοδεύεται με αδρανοποίηση των συλλογικών μορφών αντιπροσώπευσης των εργαζομένων. Ο θεσμός των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας αποδυναμώνεται και προωθείται η ατομικοποίηση των διαπραγματεύσεων κατά μικρές ομάδες ή και ατομικά, μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη, χωρίς τη μεσολάβηση του συνδικάτου. Ετσι, το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα σταδιακά αποδυναμώνεται και αδρανοποιείται. 


ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
Η ιστορία του εργατικού μας κινήματος είναι μια ιστορία ηρωικής δράσης απέναντι στις διώξεις, την τρομοκρατία και πολλές φορές την ωμή βία της άρχουσας τάξης, που έφτανε μέχρι και τη δολοφονία πρωτοπόρων συνδικαλιστών-κομμουνιστών. Δε δίσταζαν οι αστοί να χρησιμοποιούν την αστυνομία και το στρατό ενάντια σε απεργούς εργάτες, τη φυλακή και την εξορία για τους αγωνιστές της εργατικής τάξης. Και όταν κατάλαβαν ότι δε μπορούσαν να ελέγξουν το συνδικαλιστικό κίνημα, σχεδίασαν τη δημιουργία διασπαστικών-εργοδοτικών σωματείων, για να τα χρησιμοποιούν ως απεργοσταστικούς μηχανισμούς και μοχλούς κατακερματισμού του συνδικαλιστικού κινήματος.
Από κοντά και η συνδρομή του νομικού καθεστώτος. Οι δικαστικές αρχές με ιδιαίτερο ζήλο καθαιρούσαν δημοκρατικά εκλεγμένες διοικήσεις συνδικάτων για να διορίσουν νέες. Για ολόκληρες δεκαετίες εργατοπατέρες με στήριξη του κρατικού μηχανισμού κατείχαν «επίσημα» τα συνδικαλιστικά όργανα. Τα γεγονότα του Οκτώβρη 1985, είναι πολύ γνωστά, όταν στο ανώτατο συνδικαλιστικό όργανο, στη ΓΣΕΕ, διορίζεται νέα Διοίκηση. Οι αυταρχικές μέθοδες και η πρακτική των διορισμών είναι προπομποί της λογικής που από κει και πέρα επικράτησε στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας μας, δηλαδή της κοινωνικής συναίνεσης και της ταξικής συνεργασίας.
Το αστικό κράτος διαθέτει ειδικούς μηχανισμούς παρέμβασης στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα για διάδοση της αστικής ιδεολογίας, μέσα από διάφορες σχολές επιμόρφωσης, ειδίκευσης και επανειδίκευσης εργατικού δυναμικού και άλλες δραστηριότητες που αναπτύσσουν διάφοροι κρατικοί μηχανισμοί.
Το 1992, η τότε κυβέρνηση της ΝΔ προχώρησε με νόμο στην ίδρυση ενός ιδιαίτερου οργανισμού ιδεολογικής χειραγώγησης των συνδικαλιστικών στελεχών, του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας (ΕΙΕ) που είχε προετοιμαστεί και προπαγανδιστεί από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΙΕ εκπροσωπούνται το υπουργείο Εργασίας, Παιδείας, οι συνδικαλιστικοί φορείς των εργαζομένων (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ) και των εργοδοτών (ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕ, ΕΣΕΕ). Ο πρόεδρος του ΔΣ διορίζεται από τον Υπουργό Εργασίας. Τα έσοδα του ΕΙΕ προέρχονται από την Εργατική Εστία και από τα Ευρωπαϊκά προγράμματα που διαχειρίζεται. Το ΕΙΕ συμπεριλαμβάνεται στους θεσμούς και τις δομές που προωθούν το ευρωενωσιακό πλαίσιο ταξικής συνδιαλλαγής και διαχείρισης των εργασιακών ζητημάτων, έχει χρησιμοποιηθεί ως όργανο πολιτικής για τον «κοινωνικό διάλογο» και δραστηριοποιείται ως ερευνητικός φορέας για την πολιτική της άρχουσας τάξης.
Για παράδειγμα μέσα από τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης και τις μελέτες για την απασχόληση περνούν οι κατευθύνσεις της ΕΕ για την οικονομική και κοινωνική πολιτική. Μέσα από τα προγράμματα κατάρτισης και ειδίκευσης για νέους, προγράμματα επανειδίκευσης και κατάρτισης σε τομείς πρόνοιας, Τ.Α., εκπαίδευσης, κλπ. η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προωθεί τη μερική απασχόληση και επιδοτεί την ιδιωτική πρωτοβουλία. Η πολιτική αυτή είναι πλήρως ευθυγραμμισμένη με αυτή της ΕΕ.
Αλλά και το Ινστιτούτο Εργασίας ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ λειτουργεί σε αυτά τα πλαίσια και σε συνεργασία με τον ΟΑΕΔ πραγματοποιεί σεμινάρια επιδοτούμενα από κοινοτικά κονδύλια. Στο περιεχόμενο των προγραμμάτων του δεν υπάρχει δυνατότητα συνεπούς ταξικής παρέμβασης, αφού είναι δομημένα στον προσανατολισμό του συμβιβασμού και της ταξικής συνεργασίας.
Το ΚΚΕ είναι αντίθετο με τη συνολική κατεύθυνση αυτής της πολιτικής, γιατί όχι μόνο δεν αντιμετωπίζεται το σοβαρό πρόβλημα της ανεργίας, αλλά αντίθετα αξιοποιείται το ίδιο το πρόβλημα για να κτυπηθούν οι κατακτήσεις των εργαζομένων, να επιδοτηθεί η εργοδοσία και να περικοπούν οι επιδοτήσεις των ανέργων.
Αλλά και η οικονομική παρέμβαση του αστικού κράτους στα εσωτερικά των συνδικάτων πιστεύουμε ότι βοήθησε αποφασιστικά στη συντήρηση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και στην εξαγορά συνδικαλιστικών στελεχών και ηγεσιών που σήμερα έχει πάρει γενικευμένα χαρακτηριστικά. 
Η ίδρυση της Εργατικής Εστίας, του Ταμείου Συνταξιοδότησης εργατικών στελεχών, το γνωστό Ταμείο Εργατοπατέρων, στόχευαν στην παραπέρα ενσωμάτωση του συνδικαλιστικού κινήματος στο σύστημα και τον ασφυκτικό έλεγχό του. Με τα χρήματα της Εργατικής Εστίας ακόμη και σήμερα ενισχύονται οργανώσεις-φαντάσματα, που στέλνουν νόθους αντιπροσώπους στα Συνέδρια.
Ο ΟΜΕΔ (Οργανισμός Μεσολάβησης Διαιτησίας) είναι ένας ακόμη μηχανισμός επιρροής στη συνείδηση των εργαζομένων. Καλλιεργεί τη λογική του συμβιβασμού μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών και στην κυριολεξία απαγορεύει την ταξική πάλη, όσο διάστημα τα συνδικαλιστικά όργανα εργαζομένων και εργοδοτών έχουν προσφύγει στη διαιτησία. 
Το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα δέχεται το θεσμό των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας μέσα από μια αγωνιστική πορεία διαπαιδαγώγησης των εργαζομένων και απόσπασης κατακτήσεων. Η υπογραφή της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας πρέπει να είναι το αποκορύφωμα της ταξικής αναμέτρησης σε κάθε κλάδο εργασίας και όχι αποτέλεσμα ενός εξαρχής συμβιβασμού. 


ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ Ή ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ


Η κυρίαρχη ιδεολογία επιδιώκει να εμφανίσει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής ως αιώνιο. Διαμορφώνει την απατηλή εικόνα ενός κοινωνικού συστήματος που δήθεν έχει πλατιά δημοκρατία, ελευθερία, δικαιοσύνη και ισότητα, έννοιες που στην πραγματικότητα αποτελούν απλές διακηρύξεις για τη δημιουργία πλαστής συνείδησης και απόκρυψης των στόχων της ανταγωνιστικής κοινωνίας. Επίσης οι ιδεολόγοι της αστικής τάξης προσπαθούν να αρνηθούν τον ιστορικό ρόλο της εργατικής τάξης, ισχυριζόμενοι ότι κατακερματίζεται και διαλύεται μέσα στη γενική μάζα των εργαζομένων και δε μπορεί να υπάρξει ως ενιαία τάξη. Αλλωστε, ταυτίζουν σκόπιμα την εργατική τάξη με τους εργαζόμενους σε χειρωνακτική και ανειδίκευτη εργασία.
Η πραγματικότητα τους διαψεύδει αφού όχι μόνον δε μειώνεται η εργατική τάξη αλλά αυξάνεται. Μπορεί να εξαλείφθηκαν παραδοσιακά επαγγέλματα, αλλά εμφανίστηκαν νέοι βιομηχανικοί κλάδοι και επαγγέλματα που συνδέονται με αυτούς, π.χ. χειριστές και προγραμματιστές υπολογιστών, υπάλληλοι γραφείων επεξεργασίας πληροφοριών κλπ.
Ακόμη όλο και πιο έντονα τα τελευταία χρόνια προπαγανδίζεται η αμφισβήτηση και η αποστροφή απέναντι στην πολιτική, τους πολιτικούς και τα κόμματα. Στόχος οι συνειδήσεις των εργαζομένων να μπολιαστούν με την αντίληψη της αναξιοπιστίας της πολιτικής γενικά. Η προσπάθεια αυτή και η λογική του «όλοι ίδιοι είναι», «όλοι έχουν ευθύνες», βρίσκει έδαφος σε ανώριμες ταξικά συνειδήσεις της εργατικής τάξης, γιατί η εμπειρία τους βασίζεται στην εφαρμογή πολιτικής από αστικά κόμματα και πολιτικούς που μεταθέτουν τα βάρη της κρίσης του συστήματος στους εργαζόμενους και συγκαλύπτουν τα εκμεταλλευτικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού.
Βέβαια, όλοι αυτοί που διαγκωνίζονται ποιός θα διαχειριστεί καλύτερα το σύστημα συγκαλύπτουν μια βασική αλήθεια, ότι η πολιτική είναι η συμπύκνωση της οικονομίας, δηλαδή ότι η πολιτική και οι πολιτικές δυνάμεις εξυπηρετούν συγκεκριμένα ταξικά συμφέροντα. Δε γίνεται η πολιτική αστικών κομμάτων να βρίσκεται υπεράνω συμφερόντων και προς όφελος όλων των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων. Αυτή η αντίληψη είναι επικίνδυνη για τους εργαζόμενους και τον αγώνα τους ενάντια στο κεφάλαιο και την εκμετάλλευση. Μόνον η ανάπτυξη ταξικών αγώνων στην προοπτική συγκρότησης του ΑΑΔΜ θα απεγκλωβίζει τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα από την επιρροή αυτών των αντιλήψεων.
Αναγκαία όσο ποτέ είναι η αποκάλυψη στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα του αντιδραστικού ρόλου των αστικών θεωριών και ιδεολογημάτων για την κοινωνία και τις σύγχρονες εξελίξεις στον καπιταλισμό, που έχουν ως στόχο τους τον αποπροσανατολισμό της ταξικής συνείδησης και την ενσωμάτωση στο σύστημα.
Το αμείλικτο δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» που έθεσε η μεγάλη επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ είναι επίκαιρο όσο ποτέ. Γιατί τι άλλο παρά βαρβαρότητα μπορεί να χαρακτηριστεί η σημερινή πραγματικότητα, που λέει ότι η υπερεκμετάλλευση όλων των εργαζομένων στον πλανήτη μας μεγαλώνει συνεχώς, ο πλούτος συγκεντρώνεται σε όλο και λιγότερα χέρια, η φτώχεια και η εξαθλίωση σε όλο και περισσότερους ανθρώπους. Δύο εκατοντάδες άνθρωποι έχουν τόση περιουσία όσο η μισή σχεδόν ανθρωπότητα!
Συνεπώς, για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα μια είναι η επιλογή: η ανάπτυξη κοινωνικο-πολιτικών αγώνων. Κάθε πολιτική από όπου και αν προέρχεται, που δεν έχει τελικό σκοπό την ανατροπή του εκμεταλλευτικού συστήματος, είναι πολιτική διαχείρισης της φτώχειας και της μιζέριας. Δεν μπορεί να είναι αυτό το μέλλον των εργαζομένων. Γίνεται μονόδρομος η απαίτηση και η διεκδίκηση ενός φωτεινού μέλλοντος, η προοπτική του σοσιαλισμού. Η ανάπτυξη ταξικών αγώνων, η οικοδόμηση του Λαϊκού Μετώπου πάλης ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό και η ισχυροποίηση του ΚΚΕ θα δημιουργούν τους όρους αυτής της προοπτικής.  

TOP READ