Τις προάλλες η κε του μπλοκ βρέθηκε από σπόντα στο κτίριο
της Αρχιτεκτονικής, στο ΕΜΠ, μπροστά σε έναν τοίχο με το σύνθημα: αρχιτεκτονική
μπορούν να κάνουν οι πάντες, ακόμα κι οι αρχιτέκτονες. Το οποίο μου θύμισε
συνειρμικά ένα προβοκατόρικο τσιτάτο του Ραφαηλίδη για το κόμμα, όπου μπορείς
να βρεις τα πάντα, ακόμα και κομμουνιστές. Αν και δεν είναι ίσως τόσο παράξενο,
αν σκεφτείς πότε το έγραψε και ποιος μπορεί να είχε υπόψη του.
Οι αρχι-τέκτονες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ετυμολογικά
και αρχι-μασόνοι, ιδιαίτερη κλίκα που οι υπόλοιποι Πολυτεχνίτες δεν τους
θεωρούν Πολυτεχνίτες, αλλά κάτι σαν σπουδαστές της Καλών Τεχνών. Δεν είναι όμως
αυτό το θέμα της ανάρτησης –χωρίς να είναι κι αυστηρά καθορισμένο, από την
άλλη- αλλά μια αναρχική αφίσα σε ένα διπλανό τοίχο της αρχιτεκτονικής, που μου
κέντρισε το ενδιαφέρον. Το αρχικό θέμα της (πρέπει να) ήταν η αντιφασιστική
πορεία στην επέτειο της δολοφονίας του Φύσσα, που δέχτηκε την επίθεση των ΜΑΤ.
Πέρα από την αναμενόμενη εισαγωγή «μπάτσοι χτύπησαν συντρόφους», κτλ, η διαφορά
ήταν στις λεπτομέρειες, που ακολούθησαν και τις αναπαράγω από μνήμης –ελπίζω
χωρίς να αλλοιώνω το γενικό νόημα.
Μπάτσοι
χτύπησαν δεκάδες συντρόφους, που κατέβηκαν στο δρόμο κουβαλώντας διαφορετικούς
λόγους και στάθηκαν ο ένας δίπλα στην
άλλη, χωρίς διαχωρισμούς φύλου,
ηλικίας και σωματικής διάπλασης.
(οι υπογραμμίσεις δικές μου)
Πρόκειται για μια αντιφασιστική πορεία, σε μια εργατική
γειτονιά, όπως το Κερατσίνι, αλλά αυτό που προσδιορίζει την ταυτότητα όσων
συμμετέχουν δεν είναι κάποιο ταξικό ή πολιτικ΄οστοιχείο, αλλά πρωτίστως η
έλλειψη κάποιου φυλετικού, σωματικού ή ηλικιακού διαχωρισμού! Ας μείνουμε σε
αυτά που μας ενώνουν...
Μα είναι να γελάει κανείς, όπως θα έλεγε ο μακαρίτης ο
Συρίγος, και να κρατάει την κοιλιά του, όπως θα πρόσθετα εγώ, που δεν έχω
ιδιαίτερα μικρή κοιλιά –εφόσον δηλ δίνουμε σημασία στους σωματικούς
διαχωρισμούς. Αλλά αυτό είναι bullying, όπως
λέει κι ο Ζαραλίκος –που είχε υψηλές παρουσίες στη χτεσινή του παράσταση.
-Τι είπατε;
Αν πάλι δίναμε σημασία στις διατυπώσεις, που αντανακλούν
πάντα κάποια ουσία, και τις ξεψειρίζουμε, θα στεκόμασταν ασφαλώς στη φράση «ο
ένας δίπλα στην άλλη», που εξελίσσει ένα βήμα παραπέρα τον λεκτικό αντισεξισμό
του χώρου, που έχει περάσει σε πολλές φράσεις του τύπου «σύντροφοι,
συντρόφισσες» ή ακόμα χειρότερα «κάποιοι-κάποιες», στην υπογραφή των συλλογικών
κειμένων, και σε συνθήματα του στιλ «γράψου μόνος-μόνη σου» στις εγγραφές των
σχολών.
Αξίζει, παρεμπιπτόντως, να αναφερθεί και μια πετυχημένη
αφίσα της/των Εαακ (που την/τα αναφέρω με δύο άρθρα, στα πρότυπα του
αντισεξιστικού γλωσσικού στιλ, αλλά αν είχε ακολουθήσει τη διάσπαση της
Ανταρσυα και διαχωριζόταν από τους/τις Αρανίτες/Αρασίτες δε θα ταλαιπωρούμασταν
τόσο, προφανώς όμως είναι κι αυτοί ενάντια στους διαχωρισμούς, γενικώς κι
αορίστως, και περιμένουν από τους άλλους να το πάρουν απόφαση και να φύγουν από
μόνοι τους, όταν βαρεθούν) που έχει γίνει θέμα συζήτησης στο διαδίκτυο, κι
απεικονίζει ένα γυμνό ζευγάρι σε ένα κρεβάτι, με τα πεθερικά πάνω από το κεφάλι
τους και την κοπέλα πάνω από το σφο της, κατά τα κρατούντα αντισεξιστικά ήθη
και έθιμα.
Μήπως όμως είναι κατά βάθος σεξιστική γιατί η κοπέλα
εκτίθεται γυμνή, για να τραβήξει το λιγούρικο ανδρικό κοινό; Και μήπως η
διατύπωση «ο ένας δίπλα στον άλλο» είναι κάπως προβληματική; Γιατί δηλ να μη
λέμε «η μία δίπλα στον άλλο»; Για να διαχωριστούμε (αν και γενικά ενάντια στους
διαχωρισμούς από θέση αρχής) απ’ την υποκριτική, φαλλοκρατική ευγένεια που
βάζει πρώτα τα θηλυκά σε τέτοιες περιπτώσεις; Και επίσης, γιατί να μην μπουν
πρώτα οι Βροντάτσηδες και ύστερα οι Φουρτουνάτσηδες, έστω με την πολιτισμική
σύμβαση της αλφαβητικής σειράς;
Δεν υποτιμώ καθόλου το ζήτημα του σεξισμού, που –όπως
ακριβώς και ο φασισμός- είναι πολλές φορές υπόγειος κι ασυνείδητος, παρυφεί στις
λεπτομέρειες και το κάτω κεφάλι των ανδρών, που βρίσκεται σε σχέσεις
αλληλεξάρτησης με το πάνω (αλλά ποιο από τα δύο είναι το κυρίαρχο;). Δεν αγνοώ
επίσης τη δύναμη της συνήθειας, που αποτυπώνει τα κουσούρια και τα στραβά αυτού
του συστήματος, όπως πχ τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, που (ελλείψει κάποιου
μαθήματος σχετικής αγωγής στο σχολείο) για τα αγοράκια ειδικά προέρχεται σχεδόν
αποκλειστικά από τσόντες και αναπαράγει τα πρότυπά τους. Ενώ σέβομαι απόλυτα
ακόμα και τις πιο παιδικές, «ρομαντικές» αναστολές, καθώς δυσκολεύομαι (και
βασικά δεν πρόκειται) να αναφερθώ σε μια κοπέλα ως «μουνί», με τον ίδιο τρόπο
που γενικά αποφεύγω να πω τους αναρχικούς «φρικιά» και τους
εξωκοινοβουλευτικούς «αριστεριστές» -άσε που δεν είναι κιόλας.
Αλλά αυτός ο λεκτικός αντισεξισμός, πέρα από βάναυσο
βιασμό της γλώσσας, που την μετατρέπει από εργαλείο σε φετίχ, δε μου φαίνεται
άξιος λόγου παρά μόνο για τρολάρισμα. Χώρια που έχω την υποψία ότι φτάνει στα
όρια του ψυχαναγκασμού κι ότι στην πραγματικότητα, εφόσον είναι φραστικός,
μπορεί να εξαντλείται εκεί, στα λόγια, και να μη φτάνει ποτέ στην ουσία και τις
πράξεις.
Για το συμπέρασμα περί βιασμού, μπορείτε να δείτε,
ενισχυτικά προς τα παραπάνω, αυτό το κείμενο της Αναρχικής Ομοσπονδίας που αυτές
τις μέρες συνδιοργανώνει ένα είδος αναρχικού συνεδρίου! Για παράδειγμα τη θέση
9, με το... «ταυτοτικό στοιχείο».
Επειδή όμως ο τύπος πηγαίνει μαζί με την ουσία (κι η
μορφή με το περιεχόμενο), θα διαπιστώσετε ότι όλα αυτά τα 21 σημεία (κάτι σαν
τους 21 όρους της Κομιντέρν) δεν είναι παρά ο πρόλογος για να καταλήξουμε στην
πρόταση ενός... «επαναστατικού, μεταβατικού προγράμματος»
Κι έτσι, καθώς πλησιάζει κι η παρέλαση (που παραδοσιακά
αποστρέφεται ο χώρος), μου έρχεται συνειρμικά στο νου ένα στρατιωτικό
τραγουδάκι διασκευασμένο.
Το μεταβατικό, το μεταβατικό, το μεταβατικό, πολύ το
αγαπώ...
Υγ: άσχετο με τα προηγούμενα, αλλά σήμερα στην -πάντα ανοιχτή σε τέτοια κείμενα- ΕφΣυν κυκλοφόρησε και το κείμενο που συνυπογράφουν ο Καλαματιανός με τον Αραβανή.