27 Μαρ 2018

Ιερείς εισέπραξαν μισθούς 313 ετών σε επτά χρόνια!

Δύο ιερείς από τα Φάρσαλα και τέσσερις εφοριακοί της τοπικής ΔΟΥ, δύο από τον Βόλο, ένας Λαρισαίος και ένας επίσης από τα Φάρσαλα, θα βρεθούν στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων κατηγορούμενοι πως συνεργάστηκαν στο «φούσκωμα» μισθοδοτικών καταστάσεων ιερέων της Μητρόπολης Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων. Το αποτέλεσμα ήταν να καταβληθούν μισθοί… 313 ετών, σε μόλις επτά χρόνια, «εξαφανίζοντας» 3,8 εκατομμύρια ευρώ από τα δημόσια ταμεία.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «Ελευθερίας», ο ένας ιερέας είχε ορισθεί από τον μητροπολίτη ως αρχιερατικός επίτροπος της εκκλησιαστικής περιφέρειας Φαρσάλων και ήταν αρμόδιος να εισπράττει τη μισθοδοσία των κληρικών της περιφέρειας. Κάτι που είχε ο άλλος ιερέας πριν από εκείνον.
Οι καταστάσεις σε μηχανογραφημένη μορφή συντάσσονταν από διοικητικούς υπαλλήλους της ΙΜ Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων. Στη συνέχεια υπογράφονταν σε 7 αντίγραφα από τον γενικό αρχιερατικό επίτροπο.
Από τις καταστάσεις αυτές ένα αντίγραφο παρέμενε στη Μητρόπολη, ενώ τις υπόλοιπες έξι τις έπαιρνε ο ένας ιερέας και τις πήγαινε στη ΔΟΥ Φαρσάλων για να τις καταθέσει. Εκεί μετά τον έλεγχο από το Τμήμα Εσόδων η ΔΟΥ προέβαινε στη σύνταξη πράξης έγκρισης πληρωμής αυτών. Εκδίδονταν αντίστοιχα γραμμάτια είσπραξης και πήγαινε σε αυτό ο ιερέας και έπαιρνε τα χρήματα. Μερικές φορές σε επιταγές, άλλες σε μετρητά.
Το 2004 προκύπτει ένα σφάλμα. Δεν διαγράφηκαν οι μισθοί ιερέων που είχαν συνταξιοδοτηθεί. Μπήκε παραπάνω ένα ποσό 8.500 χιλιάδων ευρώ. Το τυχαίο αυτό γεγονός αντιλαμβάνεται ο ένας ιερέας τη στιγμή που κανένας δεν ψάχνει το ποσό, σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα. Τότε συλλαμβάνει ένα σχέδιο. Να αλλοιώνει τις μηνιαίες μισθοδοτικές καταστάσεις σε μόνιμη βάση και να παίρνει αυτός τη διαφορά. Λέει το σχέδιό του στον έτερο ιερέα και συμφωνεί να το εφαρμόσουν.
Ο παπάς όμως είναι έξυπνος. Φοβάται τον έλεγχο. Γι’ αυτό, όπως κατηγορείται, πηγαίνει στον τότε προϊστάμενο της ΔΟΥ Φαρσάλων. Οι δύο άνδρες γνωρίζονται πολύ καλά. Ο εφοριακός «έτεινε ευήκοον ους» στο σχέδιο του ιερέα, προσδοκώντας κι εκείνος όφελος. Στο κόλπο, όπως αναφέρεται στο βούλευμα, μπαίνει και ο διαχειριστής του ταμείου. Μυούν και μια γυναίκα που τότε ήταν προϊστάμενη στο Τμήμα Εξόδων. Τα παραπάνω τα ήξερε και η σύζυγος του ενός εφοριακού.
Έτσι αρχίζει το μεγάλο «πάρτι». Από το 2005, οι καταστάσεις αλλοιώνονταν. Τα χρήματα έμπαιναν «φουσκωμένα». Τα έπαιρναν οι ιερείς και έδιναν ένα μέρος στους εφοριακούς, σύμφωνα με το κατηγορητήριο.
Από το 2005 κάθε μήνα αλλοίωναν τις μισθοδοτικές καταστάσεις βάζοντας αρκετές φορές και το νούμερο «1» πριν το αναγραφόμενο ποσό. Οι καταστάσεις αυτές πήγαιναν στον εφορία και εκεί αφού «γινόταν πλημμελής έλεγχος» εκδιδόταν αντίστοιχα γραμμάτια είσπραξης.
Τον Ιούνιο του 2012 ένα τραπεζικός υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας στη Λάρισα παρατηρεί πως οι ιερείς της εκκλησιαστικής περιφέρειας Ελασσόνας, που έχει την ίδια δύναμη με την περιοχή των Φαρσάλων, λαμβάνουν ποσά μισθοδοσίας πολύ μικρότερα από αυτά των Φαρσάλων.
Εντοπίζει τη μεγάλη διαφορά και προβληματίζεται. Επικοινωνεί τηλεφωνικά με έναν υπάλληλο της ΔΟΥ και με τη σειρά της ενημερώνει την προϊστάμενη. Αυτή μη μπορώντας να κάνει διαφορετικά επικοινωνεί με την οικονομική επιθεωρήτρια και έτσι έγινε ο πρώτος έλεγχος. Αμέσως σταματάει ο τρόπος μισθοδοσίας να γίνεται όπως γινόταν. Έτσι αποκαλύπτεται πως όλο αυτό το διάστημα από το 2004 ως και το 2012 φτάνει στα 3,8 εκατομμύρια!
Ο ένας εκ των δύο ιερέων κατά τη διάρκεια της απολογίας του ενώπιον ανακριτή μέσω απολογητικού υπομνήματος, σύμφωνα με πληροφορίες της «Ελευθερίας», είχε τονίσει πως όταν αντιλήφθηκε αρχικά το πρώτο λάθος το 2004 επέστρεψε το ποσό στον προϊστάμενο της ΔΟΥ. Όμως «αυτός μου είπε με ύφος: Ό,τι βλέπεις δεν θα μιλάς πάτερ, γιατί δεν θα τα πάμε καλά. Με ρώτησε αν ήθελα να συνεργαστώ μαζί του και να εξασφάλιζα ένα επιπλέον εισόδημα 2 χιλιάδων ευρώ».
«Είμαι ορφανός από πατέρα, μεγάλωσα με στερήσεις. Υπέπεσα στον πειρασμό του πλούτου, αν και ιερέας. Μέγα λάθος μου και το πληρώνω. Μου άρεσε μια ζωή τρυφηλή και σπάταλη. Δίχως να σκέφτομαι το αύριο. Το σχέδιο μου το υπέδειξε ο προϊστάμενος. Το επιπλέον ποσό το παρέδιδα πάντα στο γραφείο του διευθυντή της ΔΟΥ Φαρσάλων. Εγώ συνολικά αφαίρεσα ποσό περίπου 200.000 ευρώ. Τα υπόλοιπα τα κράτησαν ο προϊστάμενος της ΔΟΥ και οι συνεργοί του» ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων.
Πριν από ενάμιση χρόνο, οι δύο ιερείς καταδικάστηκαν για μια παράμετρο της υπόθεσης (για μερικούς μήνες του 2012) από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Ο ένας τιμωρήθηκε με 18 χρόνια κάθειρξης και ο άλλος με έξι. Με εκείνη την απόφαση οδηγούνταν στη φυλακή και ο δεύτερος ιερέας της υπόθεσης. Το Πενταμελές Εφετείο, επίσης επέβαλε την καταβολή αποζημίωσης ποσών 220 και 710 χιλιάδες ευρώ προς το Ελληνικό Δημόσιο, από τους ιερείς, αντίστοιχα. Αυτά άλλωστε είναι τα ποσά, τα οποία εισέπραξαν και ιδιοποιήθηκαν, από τον Ιανουάριο του 2012 μέχρι τον Ιούνιο του έτους οπότε και συνελήφθησαν.

Το σκάνδαλο πίσω από το «σκάνδαλο»


Η αποκάλυψη της αξιοποίησης προσωπικών πληροφοριών δεκάδων εκατομμυρίων χρηστών του «Facebook», με σκοπό την πολιτική και κοινωνική χειραγώγησή τους και ειδικότερα την υποστήριξη της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ (το λεγόμενο σκάνδαλο «Cambridge Analytica»), θεωρήθηκε «προδοσία» της εμπιστοσύνης των χρηστών αυτού του Μέσου Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ), «εξαπάτηση» σχετικά με τις διαβεβαιώσεις προστασίας των δεδομένων τους, «ανεπάρκεια» της εταιρείας σε σχέση με το ίδιο το περιστατικό (γιατί το άφησε να γίνει), αλλά και με τη διαχείρισή του (καθυστέρηση στην παραδοχή του). Και αφού η «κριτική» έκανε τον κύκλο της στην αστική δημοσιολογία και εκφράστηκαν πολλές ανησυχίες για τη δυνατότητα χειραγώγησης της κοινωνικής συνείδησης από τα ΜΚΔ, τώρα που «πάει να κλείσει το θέμα», έφτασαν να γράφονται ακόμη και απόψεις του τύπου: Ας πρόσεχαν οι χρήστες του «Facebook» να μη συμμετέχουν σε έρευνες που τους ζητούν προσωπικά στοιχεία. Δηλαδή φταίχτες είναι τελικά τα θύματα, που τα είχαν διαβεβαιώσει ότι συμμετέχουν σε μια επιστημονική έρευνα και ότι τα δεδομένα τους είναι ασφαλή.


***
 
Το θέμα, υποστηρίζουν, δεν είναι να εγκαταλειφθεί το «Facebook», το θέμα είναι να προσέχουν οι χρήστες τι πληροφορίες ανεβάζουν σ' αυτό. Λες και οι 270.000 συμμετέχοντες απαρίθμησαν εθελοντικά τους 30-50 εκατομμύρια «φίλους» τους και δεν έγινε αυτό εν αγνοία τους, με απευθείας αξιοποίηση των διασυνδέσεων που έχουν με άλλους χρήστες. Το πρόσφατο «σκάνδαλο» με το «Facebook» είναι μόνο η κορυφή της ...κορυφής του παγόβουνου. Οχι επειδή δεν αποκαλύφθηκαν ποιος ξέρει πόσες άλλες ανάλογες περιπτώσεις αξιοποίησης από τρίτους προσωπικών δεδομένων των χρηστών του «Facebook» (και του «Twitter» και του «Instagram» και όλων των άλλων ΜΚΔ), αλλά επειδή συγκαλύφθηκε η μεγαλύτερη εικόνα: Το ίδιο το «Facebook» και τα άλλα ΜΚΔ είναι που εκμεταλλεύονται πρώτα απ' όλους και σε μόνιμη βάση τις πληροφορίες που σκοπίμως ή άθελά τους, με άμεσο, αλλά κυρίως με έμμεσο τρόπο αναρτούν τα δισεκατομμύρια των χρηστών τους στις σελίδες τους. Βεβαίως, αυτές οι «αποκαλύψεις» γίνονται στο πλαίσιο αντιπαράθεσης, πολέμου οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων, η ουσία όμως δεν είναι η «κακή» χρήση αυτών των μέσων («κοινωνικής δικτύωσης»), αλλά η ίδια η λειτουργία τους, που δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετική αφού βρίσκονται υπό τον έλεγχο μονοπωλιακών ομίλων και της εξουσίας του κεφαλαίου.

***
 
Τι μέτρα πήρε το «Facebook» για να μην ξαναϋπάρξει άλλη περίπτωση τύπου «Cambridge Analytica»; Πέρα από τα γνωστά φληναφήματα, τις υποσχέσεις περί προστασίας των δεδομένων, δεσμεύτηκε να αλλάξει τη διασύνδεση προγραμματισμού του συστήματός του, για να περιορίσει τις δυνατότητες τρίτων να συλλέγουν στοιχεία. Με άλλα λόγια, περιορίζει για τους απ' έξω την πρόσβαση στον τεράστιο όγκο προσωπικών πληροφοριών που το ίδιο συγκεντρώνει και θα συνεχίσει να συγκεντρώνει, να διατηρεί και να επεξεργάζεται για δικό του εμπορικό όφελος. Ο περιορισμός δεν επηρεάζει τις διωκτικές αρχές και τις μυστικές υπηρεσίες, που κάθε χρόνο πραγματοποιούν δεκάδες χιλιάδες επίσημες αιτήσεις προς το «Facebook» για παράδοση στοιχείων (εκείνων που δεν μπορούν να συλλέγουν μέσω της διασύνδεσης προγραμματισμού), οι οποίες βεβαίως ικανοποιούνται πάραυτα από τους κεφαλαιοκράτες ιδιοκτήτες. Και αυτές πιο πολύ για «ξεκάρφωμα» είναι, αφού η NSA (Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας των ΗΠΑ) έχει ουσιαστικά πλήρη και online πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων του «Facebook». Τα ΜΚΔ είναι αποδεδειγμένα εξαιρετικό δώρο προς τα κράτη (περισσότερο των ΗΠΑ, αλλά και τα υπόλοιπα) και χρησιμοποιούνται πολλαπλώς από τις υπηρεσίες τους. Ορισμένες φορές, μάλιστα, κρατικές αρχές, όπως η αστυνομία, υπερηφανεύονται για το πώς αξιοποίησαν το «Facebook» ή άλλα ΜΚΔ στην αντιμετώπιση της «τρομοκρατίας», στην πάταξη της εγκληματικότητας και πάει λέγοντας.

***
 
Το «Facebook» και τα άλλα ΜΚΔ είναι «δωρεάν» επειδή χρυσοπληρώνονται από την πώληση και εκμετάλλευση των πληροφοριών που αντλούν από τους χρήστες τους εν αγνοία τους. Προσφέρουν χωρίς ενοίκιο το «χωράφι» όπου οι χρήστες θα καλλιεργήσουν με δικό τους κόπο πληροφορίες προσωπικού και κοινωνικού χαρακτήρα. Τον «καρπό» από αυτόν τον «αγρό» δρέπουν τα μονοπώλια, ώστε να μπορούν οι ιδιοκτήτες τους να φιγουράρουν στη λίστα με τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου. Με τις ίδιες πολύτιμες πληροφορίες «εξοπλίζονται» μυστικές και άλλες υπηρεσίες, που είναι επιφορτισμένες με το καθήκον της θωράκισης του αστικού συστήματος. Κάθε καλοπροαίρετος και κυρίως όποιος συμμετέχει στο κίνημα και στους εργατικούς - λαϊκούς αγώνες, πρέπει να σκεφτεί καλά πού αφιερώνει το χρόνο και την ενέργειά του, πώς προστατεύει τον εαυτό του για το σήμερα και για το αύριο. Στο «Facebook» γίνεται «γραναζάκι» του μηχανισμού παραγωγής κερδών για τους ιδιοκτήτες του και πληροφοριών χρήσιμων σε αυτούς που προσπαθούν να τον εμποδίσουν να αλλάξει τον κόσμο. Οι πραγματικές ανθρώπινες σχέσεις, τα πραγματικά κοινωνικά δίκτυα οικοδομούνται με τη διά ζώσης επικοινωνία, την έμπρακτη αλληλεγγύη στις δυσκολίες της καθημερινής ζωής και ιδίως εκεί που ο αγωνιστής μαζί με τους συναδέλφους του και τους συντρόφους του αναμετριέται με την αστική τάξη, στο εργοστάσιο, στο γραφείο, στο σχολείο, στον τόπο κατοικίας.


Στ. Ξ.
 
 
 
 


Ηθικός κίνδυνος



Ο φίλος είχε διαβάσει το χτεσινό κείμενο και προσπάθησε να με στριμώξει. "Η πραγματικότητα σε διαψεύδει", μου είπε κατηγορηματικά. "Με τα capital control αποφεύχθηκε η μαζική ανάληψη καταθέσεων, με τις ανακεφαλαιοποιήσεις και τις πάσης μορφής ενισχύσεις οι τράπεζες κατάφεραν να ελέγξουν τα προβλήματα ρευστότητάς τους και, σε γενικές γραμμές, δεν υπάρχει πανικός. Άρα το κλίμα δεν είναι τόσο άσχημο όσο νομίζεις, οπότε υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες για επιστροφή στην ανάπτυξη".

Κατ' αρχήν, αμφισβητώ έντονα ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας έχει ξεπεράσει τα προβλήματά του. Από την μια, η συνεχιζόμενη απαξίωση του συντελεστή παραγωγής που λέγεται "εργασία" σημαίνει ότι δεν έχει τελειώσει η καταστροφή κεφαλαίων, η οποία συνιστά απαραίτητο συστατικό τής εξόδου από την κρίση. Από την άλλη, εκτιμώ πως η όποια βελτίωση στην εικόνα τού κλάδου οφείλεται εν πολλοίς στην αλλαγή των λογιστικών προτύπων και όχι σε κάποια ριζική διόρθωση των διαφόρων στρεβλώσεων: η εκτύπωση χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες μεγάλων χωρών καλά κρατεί, η αγορά παραγώγων ζη και βασιλεύει, ο αποπληθωρισμός και ο στασιμοπληθωρισμός εξακολουθούν να απαιτούν εργώδη προσπάθεια για να τιθασσευτούν κλπ.


Κοντά σε όλα τούτα, τα οποία μπορούν να αμφισβητηθούν ως προσωπικές εκτιμήσεις, υπάρχει και κάτι άλλο, αναμφισβήτητο: η ραγδαία επέκταση του φαινομένου, το οποίο στην οικονομική γλώσσα αποκαλείται ηθικός κίνδυνος (moral hazard). Ο όρος θα μπορούσε να αποδοθεί ως κίνδυνος αλλαγής της οικονομικής συμπεριφοράς λόγω της μεταβολής του πλαισίου προστασίας έναντι ενός κινδύνου. Με απλά λόγια, ηθικός κίνδυνος είναι ο κίνδυνος να αρχίσει κάποιος (άτομο, επιχείρηση, κράτος κλπ) να συμπεριφέρεται απρόσεκτα όταν γνωρίζει πως δεν θα πληρώσει τις ζημιές αν κάτι πάει στραβά.

Ας θυμηθούμε λίγο πώς εξελίχθηκε η τρέχουσα καπιταλιστική κρίση. Όλα άρχισαν με τα στεγαστικά δάνεια χαμηλής εξασφάλισης, που χορηγούσαν οι τράπεζες των ΗΠΑ. Οι δανειολήπτες έπαιρναν δάνεια ίσα ή και μεγαλύτερα από την αξία του ακινήτου που θα αγόραζαν, με περίοδο χάριτος και με μόνη εξασφάλιση το ίδιο το ακίνητο. Η ιδέα ήταν απλή: αν η αξία του ακινήτου ανεβεί μέχρι να τελειώσει η περίοδος χάριτος, το πουλάω και καρπώνομαι την διαφορά και, αν πέσει, το αφήνω στην τράπεζα και καθαρίζω. Προφανώς, οι τράπεζες αξιολόγησαν εντελώς λανθασμένα τον ηθικό κίνδυνο αυτής της διαδικασίας.

Από την πλευρά τους, τα στελέχη των τραπεζών είχαν κάθε συμφέρον να προωθούν όσο πιο πολλά τέτοια δάνεια μπορούσαν, αφού έτσι εξασφάλιζαν υψηλότερα μπόνους ενώ δεν είχαν την παραμικρή ευθύνη σε περίπτωση που αυτά τα δάνεια δεν θα εξυπηρετούνταν. Φαίνεται πως ούτε αυτόν τον ηθικό κίνδυνο, που προερχόταν από τα ίδια τα στελέχη τους, αξιολόγησαν σωστά οι τράπεζες.

Κατά μία έννοια, οι τράπεζες δεν πολυνοιάζονταν για τους ηθικούς κινδύνους επειδή είχαν βρει τρόπο να ξεφορτώνονται οποιονδήποτε κίνδυνο. Πακεττάριζαν αυτά τα δάνεια και δημιουργούσαν ένα όμορφα δομημένο προϊόν, το οποίο το πωλούσαν στα διάφορα επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία δελεάζονταν από την υψηλή απόδοση και δεν λογάριαζαν τον καταφανή ηθικό κίνδυνο. Και γιατί να το κάνουν άλλωστε; Αν έχεις στα χέρια σου ένα προϊόν υψηλού κέρδους, τα υπόλοιπα βρίσκεις τρόπο και τα κανονίζεις. Ρυθμίζεις, ας πούμε, τον όποιο κίνδυνο μέσω CDS, βάζεις και μια εταιρεία αξιολόγησης να το βαθμολογήσει με ΑΑΑ και μετά το μοσχοπουλάς. Όλο και κάποιος πρόθυμος θα βρεθεί (ένα ασφαλιστικό ταμείο, ας πούμε) να του το κάνεις πάσα.

Το πράγμα στράβωσε όταν το σύστημα μπούκωσε, όταν η φούσκα δεν γινόταν να φουσκώσει άλλο. Η συρρίκνωση άρχισε και το μάζεμα του κουβαριού έφτασε ως τις τράπεζες, οι οποίες ξύπνησαν από τον λήθαργό τους βλέποντας τους δανειολήπτες να τους γυρνούν την πλάτη. Οι προβλέψεις άρχισαν να πέφτουν σύννεφο και οι τραπεζίτες στράφηκαν για βοήθεια στο κράτος, μεταβιβάζοντας ουσιαστικά το κόστος των εγκληματικά λανθασμένων επιλογών τους στους φορολογούμενους πολίτες, οι οποίοι, όντας στην βάση τής πυραμίδας, δεν έχουν την δυνατότητα να φορτώσουν τα βάρη τους σε άλλους.


Ό,τι περιγράψαμε παραπάνω, συνιστά την μεγαλύτερη βόμβα στα θεμέλια του καπιταλιστικού οικοδομήματος. Από την στιγμή που τα κράτη αποδέχθηκαν το κόστος τού ηθικού κινδύνου των τραπεζών, το φαινόμενο άρχισε να εξαπλώνεται επιδημικά. Υπό το πρίσμα τού κυνικού "γιατί να μη τζογάρω, αφού άλλος θα πληρώσει αν χάσω;", η άκριτη ανάληψη ηθικού κινδύνου επεκτάθηκε και στις επιχειρήσεις. Το παράδειγμα των αυτοκινητοβιομηχανιών τού Ντητρόιτ είναι χαρακτηριστικό ενώ και οι κραυγές τού Mega περί ευθυνών τής κυβέρνησης βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος.

Το χειρότερο είναι ότι αυτό το μικρόβιο έχει πλήξει και τα κράτη, τα ισχυρότερα των οποίων ανζητούν τρόπους να μεταβιβάσουν το κόστος τού ηθικού κινδύνου των επιλογών τους σε τρίτους. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ τυπώνουν συνεχώς χρήμα, υποτιμώντας έτσι συνεχώς το νόμισμά τους, προκειμένου να μειώσουν τεχνητά το δημόσιο χρέος τους εις βάρος των δανειστών τους.

Είπαμε πολλά και είναι ώρα να κλείσουμε. Σε έναν κόσμο με πλήθος φορολογικών παραδείσων και με αναρίθμητες επιχειρήσεις να ανοίγουν και να κλείνουν στην πρώτη ευκαιρία αλλά και σε πείσμα των εξωραϊσμένων αριθμών, εξακολουθώ να μη τρέφω υψηλές προσδοκίες για σύντομη επιστροφή στην πραγματική ανάπτυξη. Τουλάχιστον, ώσπου να πάρω μια σοβαρή απάντηση στην λογική απορία μου: γιατί να δουλέψω όταν μπορώ να κονομήσω τζογάροντας, δίχως να με προβληματίζει το πώς θα πληρώσω αν χάσω; 

Γιάννης Κορδάτος, μια υλιστική ματιά στην επανάσταση του 1821







ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΡΔΑΤΟΣ: ΜΙΑ ΥΛΙΣΤΙΚΗ ΜΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

                                                                                                                   

Έφυγε και φέτος η 25η Μαρτίου, με περιφρουρημένες, πλέον, τις παρελάσεις, με σκόρπιες σημαίες σε βεράντες, με τα κλασικά αφιερώματα μνήμης για το ’21, τις ταινίες εποχής και άλλα. Μια ημέρα ανύψωσης του «πεσμένου εθνικού φρονήματος» για κάθε σύγχρονο Έλληνα, ένα flashback σε εποχές που ο Ρωμιός κατάφερνε να πρωταγωνιστεί στα γήπεδα της παγκόσμιας ιστορίας, αγωνιζόμενος για τα ιερά και τα όσιά του. Τι υπάρχει, όμως, πίσω απ’ όλα αυτά, πίσω από το Ρήγα, τους Φιλικούς, τον Κολοκοτρώνη και άλλες προσωπικότητες και ήρωες, πίσω από τους κλέφτες και τους αρματολούς, πίσω από τις νίκες στα Δερβενάκια και στο Ναυαρίνο, πίσω από τη δόμηση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους; Ποιες ήταν οι κινητήριες δυνάμεις που οδήγησαν στην αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού; Ποιος ήταν ο χαρακτήρας της Επανάστασης του ’21; Ένας από τους πρώτους ανθρώπους που ξέφυγαν από την ανάγνωση του ’21 ως ενός αποκλειστικά εθνικοαπελευθρωτικού αγώνα ήταν ο Γιάννης Κορδάτος, κοινωνιολόγος και ιστορικός ο οποίος διετέλεσε γραμματέας του (νεοσύστατου τότε) ΚΚΕ από το 1920 έως το 1924. Ο έγκριτος τούτος μαρξιστής, με το έργο του «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821» θα γίνει ο πρώτος ο οποίος θα αξιοποιήσει τα εργαλεία του υλισμού για να ερμηνεύσει το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα του 1821, αποτυπώνοντας στο έργο του το κοινωνικό στάτους, όπως αυτό διαμορφώθηκε πάνω στα συντρίμμια του Βυζαντίου από την επεκτεινόμενη Οθωμανική Αυτοκρατορία, τη δυναμική των κοινωνικών τάξεων και την κατάληξη της σύγκρουσής τους, με αποκορύφωμα την Επανάσταση του 1821.
Κινητήρια δύναμη του ’21 δεν υπήρξε ούτε ο άσβεστος ενθουσιασμός των υπόδουλων ραγιάδων για την ελευθερία ούτε η μεγάλη και ιερά πίστη των υπόδουλων Ελλήνων προς τη θρησκεία του Χριστού, στοιχεία τα οποία ιεραρχούσαν ψηλά προγενέστεροι και σύγχρονοι του Κορδάτου ιστορικοί. Για το μαρξιστή Κορδάτο, τα πράγματα είναι απλά: καμιά εθνική εξέγερση, λέει, δεν είναι ανεξάρτητη από τον υλιστικό παράγοντα, ο οποίος κυριαρχεί στη ζωή. Τα αίτια, λοιπόν, της Επανάστασης του ’21 δε θα μπορούσαν παρά να βρίσκονται στις κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις που λάμβαναν χώρο στον Ελλαδικό χώρο αλλά και ευρύτερα στη χερσόνησο του Αίμου, ιδίως από το 18ο αιώνα και μετά. Σε ένα φεουδαρχικό περιβάλλον το οποίο σταδιακά παρακμάζει, μια νέα τάξη γεννιέται και έρχεται δυναμικά στο προσκήνιο, πρώτα στη Δύση και έπειτα στην Ανατολή: η αστική. Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη.

ΟΙ ΑΝΤΙΜΑΧΟΜΕΝΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

Για τον Κορδάτο, η Βυζαντινή αυτοκρατορία είχε όλα εκείνα τα γνωρίσματα ενός τυπικού φεουδαρχικού κράτους[1]: θεοκρατικό πνεύμα, δουλοπαροικία, απολυταρχικό διοικητικό σύστημα, κατακτητικές βλέψεις. Η πτώση του Βυζαντίου και η έλευση του Οθωμανού δυνάστη δεν πρόκειται για τραγικό γεγονός, κατά το μαρξιστή αναλυτή. Το μοντέλο της διοίκησης ποτέ δεν άλλαξε. Παρά τις αρχικές σφαγές του ελληνικού στοιχείου, ο Μωάμεθ ο Πορθητής, ελέω έλλειψης στελεχών για τη διοίκηση της αχανούς νέας αυτοκρατορίας, παρεχώρησε πολλά θρησκευτικά και διοικητικά προνόμια στους Έλληνες, με τον κλήρο να παραμένει ως κράτος εν κράτει (τυπική φεουδαρχική οργάνωση). Το Βυζαντινό αποκεντρωτικό κοινοτικό σύστημα θα διατηρηθεί, με τους κοτζαμπάσηδες να γίνονται οι τοποτηρητές του Σουλτάνου. Αυτοί εφήρμοζαν τους φορολογικούς νόμους, όντας οι μοναδικοί εκπρόσωποι της κοινότητας απέναντι στο κράτος, και είχαν στα χέρια τους τη δικαστική εξουσία, μαζί με τους μητροπολίτες. Μάλιστα, η στάση τους υπήρξε ιδιαίτερα σκληρή απέναντι στους ομοεθνείς τους δουλοπάροικους, με τις αυθαιρεσίες και τις τρομοκρατικές πράξεις να αποτελούν κανόνα σε βάρος του υπόδουλου ελληνισμού. Η ισχύς των κοτζαμπάσηδων ήταν, μάλιστα, τόσο μεγάλη που, συχνά, στρεφόταν ενάντια σε εκπροσώπους του Οθωμανικού κράτους, με μεταθέσεις και τιμωρίες για πασάδες και μπέηδες. Πλάι στους πανίσχυρους προεστώτες και τον ευνοούμενο κλήρο στέκονταν και οι ευγενείς του Γαλατά, οι Φαναριώτες. Το στρώμα των Ελλήνων αυτών αριστοκρατών της Κωνσταντινούπολης υπήρξε ουκ ολίγες φορές αρωγός στα κατακτητικά σχέδια των σουλτάνων σε βάρος άλλων λαών τόσο της Βαλκανικής όσο και της Ευρώπης. Τα παραπάνω, λοιπόν, στοιχεία, κοτζαμπάσηδες, κλήρος και Φαναριώτες[2], συγκροτούσαν, μαζί με τους εκπροσώπους του Οθωμανικού κράτους, το αντίπαλον δέος για την νεαρή κι ανερχόμενη, όπως θα δούμε, αστική τάξη[3].
Ποιες ήταν, όμως, οι συνθήκες που έβγαλαν στο προσκήνιο την αστική τάξη; Από τα μέσα του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα υπάρχει η παραδοχή μιας μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης, σε τομείς εμπορίου και ναυτιλίας, στην υπόδουλο Ελλάδα. Μια ανάπτυξη που μόνο απρόσμενη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Με τις εμπορικές σχέσεις Ελλάδος-Δύσης να χρονολογούνται από την εποχή των Σταυροφοριών, το κύρος των Ελλήνων καραβοκυραίων και εμπόρων ήταν αρκετά αυξημένο. Έτσι, η κρίση που διερχόταν την περίοδο αυτή το Βενετσιάνικο και το Γαλλικό ναυτικό εμπόριο, λόγω αποκλεισμού από τα άλλα μοναρχικά κράτη της Ευρώπης, έδωσαν την ευκαιρία στον Ελληνικό στόλο να βγει στο προσκήνιο, αναλαμβάνοντας την τροφοδοσία της αποκλεισμένης Γαλλίας και τις ανταλλαγές μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας, με κομβικό σημείο στην εξέλιξη αυτή τη συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή του 1774. Πολλαπλά τα οικονομικά οφέλη, λοιπόν, για διάφορες περιοχές της υπόδουλης Ελλάδας: Σπέτσες, Ύδρα και Ψαρά γνωρίζουν μεγάλη ναυτιλιακή ανάπτυξη, ενώ το εμπόριο ανθεί στη Θεσσαλία και τη Θεσπρωτία. Παράλληλα, εκατομμυριούχοι έμποροι από τα Ζαγοροχώρια δραστηριοποιούνται στη Μολδοβλαχία, ενώ στη Ρωσία εντοπίζονται σπουδαίοι εμπορικοί οίκοι Ζαγοραίων. Τα παραπάνω στοιχεία δηλώνουν το εξής: τη σταδιακή μεταμόρφωση της τότε φεουδαρχικής κοινωνίας, τη γέννηση της μπουρζουαζίας και τη μετατροπή της σε νεότερη αστική τάξη.
Οι οικονομικές εξελίξεις που έφεραν στον αφρό την αστική τάξη είχαν σαν αποτέλεσμα και μια πνευματική ανάπτυξη για τις ελληνικές κοινότητες, μια «Αναγέννηση» για τον Ελληνισμό, όπως αυτή αποτυπώθηκε στην καλλιέργεια των γραμμάτων και των επιστημών, στο εσωτερικό και το εξωτερικό της υπόδουλης Ελλάδος. Ήδη, από μια προγενέστερη περίοδο, στον ελληνικό χώρο είχαν συσταθεί ελληνικά σχολεία (17ος αιώνας) και ανώτερες σχολές στα Ιωάννινα και την Αθήνα, για διδασκαλία Ελληνικών, Λατινικών και Επιστημών, ενώ, παράλληλα, κατά το τέλος του 18ου αιώνα εμφανίζονται στη Βενετία ελληνικά τυπογραφεία, με τον αριθμό των απόδημων συγγραφέων και λογίων να αυξάνεται. Δε θα πρέπει να παραλειφθεί, φυσικά, πέραν των οικονομικών συνθηκών, ο κεντρικός ρόλος που διαδραμάτισε στο ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 και η διάδοση των προοδευτικών ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 από τους Έλληνες λογίους. Ο γνησιότερος των αντιπροσώπων της ανερχόμενης αστικής τάξης ήταν, αδιαμφισβήτητα, ο Ρήγας Φεραίος, που με τα ποιήματά του συνέβαλε τα μέγιστα στην εξάπλωση των φιλελεύθερων δυτικών ιδεών στον ελλαδικό χώρο. Οι στίχοι του[4] διαπνέονται έντονα από τον πνεύμα της Γαλλικής Επανάστασης, αποκαλύπτοντας το αστικό πνεύμα της Ελληνικής Επανάστασης του ’21, ενώ στα έργα του έκανε αναφορά σε αντιπροσωπευτικό σώμα που περιλαμβάνει ολόκληρο το λαό, στοιχείο που υπήρχε σχεδόν αυτούσιο στο πρώτο Γαλλικό Σύνταγμα. Ο Θούριος και τα λοιπά του έργα αποτελούσαν μια έκκληση για κοινή εξέγερση όλων των λαών της Βαλκανικής κατά του απολυταρχισμού, ένα κάλεσμα σε αγώνα για όλους τους κατοίκους του Βασιλείου, ανεξαρτήτως θρησκείας και διαλέκτου, με τελικό στόχο τη δημιουργία μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας. Εδώ αξίζει να επισημάνουμε δυο σημεία. Πρώτον, αναγιγνώσκεται η πρωτοπορία της Ελληνικής αστικής τάξης στα Βαλκάνια στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες στη χερσόνησο του Αίμου, ενώ παράλληλα ο ρωμέικος αστισμός γίνεται βαλκανικός για το Ρήγα, καθώς το κάλεσμά του απευθύνεται σε όλους τους Ρωμιούς, τους ραγιάδες των Βαλκανίων. Δεύτερον, υπάρχει μια αντίφαση στο παμβαλκανικό όραμα του Ρήγα, όταν καλεί τους ραγιάδες να ξεσηκωθούν υπό το σύμβολο του σταυρού, τη στιγμή που, ως είδαμε και παραπάνω ο κλήρος ήταν ταγμένος ουσιαστικά με το φεουδαρχικό κατεστημένο. Η στάση, όμως, αυτή έχει την εξήγησή της. Ο Ρήγας ταύτιζε τον Τουρκικό απολυταρχισμό με τον Οθωμανικό θρησκευτικό φανατισμό, οπότε, φαντάζει λογικό το ότι πρόβαλλε σαν στοιχείο ενοποίησης των Ρωμιών κατά του Τουρκικού ζυγού το σταυρό. Ο Κορδάτος δίνει και μια ευρύτερη εξήγηση: σε καμία εθνική επανάσταση, ακόμα και σε αμιγώς κοινωνικές επαναστάσεις δεν εξουδετερώνονται πλήρως οι παλιές παραδόσεις, εν προκειμένω η ορθόδοξη πίστη. Παρά τις αντιφάσεις του, όμως, ο Ρήγας υπήρξε ίσως ο καθοριστικότερος εκφραστής των αστικών ιδεών που απετέλεσαν τη βάση του ξεσπάσματος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.[5]

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Κομβικό ρόλο, καθώς πλησιάζουμε προς το ξέσπασμα της Επανάστασης του ’21, διαδραμάτισε η Φιλική Εταιρεία, μια εταιρεία με μυστικές αρχές και επαναστατικό χαρακτήρα στα πρότυπα των Ιταλών Καρμπονάρων. Η Φιλική Εταιρεία ιδρύθηκε στην Οδησσό από τρεις εμπόρους (Σκουφάς-Τσακάλωφ-Αναγνωστόπουλος), με τα περισσότερα μέλη να προέρχονται από την αστική τάξη. Η έντονη οικονομική ανάπτυξη και ο πανευρωπαϊκός αναβρασμός, εκδηλωμένος μέσα από τις φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά και η μη ανταπόκριση του ισχύοντος αποκεντρωτικού διοικητικού συστήματος στις ανάγκες της εποχής επανέφεραν το Ανατολικό ζήτημα στο προσκήνιο και, με την αστική τάξη να έχει συγκεντρώσει τους απαραίτητους όρους για να διεκδικήσει επάξια την εξουσία, τέθηκε η ιδέα της Επανάστασης κατά του Τουρκικού ζυγού. Οι Έλληνες φεουδάρχες, λόγω των βαθύτερων υλικών τους συμφερόντων, όπως είδαμε παραπάνω, ήταν δεδομένο πως δε θα διατείνονταν θετικά απέναντι σε μια ενδεχόμενη εξέγερση. Για να τους εμπλέξουν οι Φιλικοί στο παιχνίδι, τους εξαπάτησαν με τη φήμη πως επικεφαλής της Επανάστασης ήταν η «ορθόδοξος και μεγάλη» μοναρχική Ρωσία. Λόγω, μάλιστα ανεπάρκειας πολιτικού κύρους στην ηγεσία της Εταιρείας, αυτή ανατέθηκε από τους Φιλικούς στον μοναρχικών φρονημάτων Ιωάννη Καποδίστρια, σε μια απόπειρα, παράλληλα, να μη δυσαρεστήσουν τους Έλληνες φεουδάρχες. Ως ήταν φυσικό, βέβαια, ο ξένος προς τις Ευρωπαϊκές φιλελεύθερες ιδέες Καποδίστριας άσκησε κριτική στην επιλογή της επαναστατικής οδού και αρνήθηκε την πρόταση των Φιλικών. Εδώ παρεμβάλλεται το τραγελαφικό γεγονός της δολοφονίας του απεσταλμένου των Φιλικών στη Ρωσία Γαλάτη από τους ίδιους τους Φιλικούς, για να μην υπάρξει διαρροή υποψίας πως ο Καποδίστριας αρνήθηκε, με δεδομένο το πόσο μεγάλο δέλεαρ ήταν για τους κοτζαμπάσηδες και τον κλήρο η προοπτική του αγώνα υπό την ηγεσία της Ρωσίας. Οι προσεγγίσεις στον Καποδίστρια συνεχίστηκαν και, ως ήταν φυσικό, απέτυχαν, αναγκάζοντας τους Φιλικούς να στραφούν στη λύση του, επίσης «Ρωσόφιλου» Αλέξανδρου Υψηλάντη, ο οποίος το 1820 αναδεικνύεται σε υπέρτατο έφορο της Φιλικής Εταιρείας και αρχιστράτηγο του αγώνα.   
Με τον Υψηλάντη στη θέση του αρχηγού οι κοτζαμπάσηδες ήταν βέβαιοι πως η Ρωσία κινεί τα νήματα πίσω από τη Φιλική Εταιρεία. Οι Φιλικοί, όμως, με το φόβο της αποδοκιμασίας της ανάμιξης Υψηλάντη από τον Τσάρο, επέσπευσαν τις διαδικασίες έκρηξης της Επανάστασης κι, έτσι, την 7η Μαρτίου του 1821 ο Υψηλάντης εισβάλλει με στρατεύματά του από τη Ρωσία στη Μολδαβία. Οι Ευρωπαίοι μονάρχες δεν άργησαν να αντιδράσουν στο ξέσπασμα της επανάστασης και, αφού συνεδρίασαν το Μάιο του 1821, αποφάσισαν την καταστολή κάθε εξέγερσης στην Ευρώπη, την ίδια στιγμή που ο Τσάρος Αλέξανδρος, τασσόμενος υπέρ των Ευρωπαίων μοναρχών, αποκήρυσσε τον Υψηλάντη, φέρνοντας την πρώτη πολιτική αποτυχία της Επανάστασης. Αλλά και η πρώτη στρατιωτική δεν άργησε να έρθει: ο Υψηλάντης, υπερασπιζόμενος από την πλευρά του τα συμφέροντα των Ελλήνων φεουδαρχών, δεν μπόρεσε ποτέ να εμπνεύσει τους πληθυσμούς στη Μολδοβλαχία. Μάλιστα, ήρθε σε σύγκρουση με το μυημένο στους Φιλικούς Βλάχο οπλαρχηγό Βλαδιμηρέσκου ελέω των αντιλήψεων του δεύτερου περί αγροτικού χαρακτήρα της Επανάστασης, μια σύγκρουση η οποία οδήγησε στη σύλληψη και τον τουφεκισμό του Βλαδιμηρέσκου. Η εκτέλεση του Βλάχου οπλαρχηγού απογοήτευσε τους Μολδαβούς αγρότες, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις δυνάμεις του Υψηλάντη. Η ήττα στο Δραγατσάνι ήταν αναπόφευκτη. Παρόλες τις αποτυχίες στο μέτωπο της Μολδοβλαχίας, η ανύψωση του λαβάρου της Επανάστασης δεν άργησε στον Ελλαδικό χώρο. Έτσι, κατά σειρά στο χορό του αγώνα μπήκαν η Πελοπόννησος, οι Σπέτσες, τα Ψαρά, η Ύδρα και μετά η Άμφισσα, η Λειβαδιά, η Θήβα, το Πήλιο και οι ορεινές κοινότητες της Θεσσαλίας. Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, πως, μετά την εξέγερση, συστήθηκε Βουλή της Θεσσαλομαγνησίας με έδρα το Βελεστίνο.    
Το κλίμα, πάντως, εντός του στρατοπέδου των επαναστατημένων Ελλήνων μόνο αδερφικό δεν ήταν[6]. Κι αυτό ήταν και φυσικό επακόλουθο της κοινωνικής προέλευσης και των επιδιώξεων των μαχόμενων κομματιών. Από τη μια πλευρά, περιοχές όπως το Μεσολόγγι και τα νησιά διαπνέονταν έντονα από το αστικό, φιλελεύθερο πνεύμα, με τα νησιά να έχουν δική τους Γερουσία. Από την άλλη, βρισκόταν η Πελοπόννησος του συντηρητικού φεουδαρχισμού και του έντονου τοπικιστικού αισθήματος, γεγονός που μπορεί να εξηγηθεί αν δούμε πως η Πελοπόννησος ήταν μια χερσόνησος αποκομμένη από την ηπειρωτική Ελλάδα με συνθήκες κλειστής οικονομίας και δυνατότητες ανεξάρτητης και αυτάρκους επαρχίας. Πιο ειδικά, αξίζει να δει κανείς και τη Μάνη, που υπήρξε αυτόνομη ηγεμονία στην εποχή της Τουρκοκρατίας, προπαρασκευάζοντας στρατιωτικά στελέχη και αποτελώντας πολιτικό καταφύγιο για την υπόλοιπη Ελλάδα. Υπό την επίδραση των παραπάνω συνθηκών, ο αρχηγός της Πελοποννησιακής Γερουσίας ανέλαβε τον τίτλο του «κοινού αρχιστράτηγου», άνευ της σύμφωνης γνώμης της λοιπής αγωνιζόμενης Ελλάδας, ενώ δεν έλειψαν και άλλες κινήσεις διαχωριστικών τάσεων των Πελοποννησίων προυχόντων. Με τους Πελοποννήσιους, λοιπόν, να μάχονται για μια Ελλάδα περιορισμένη στα όρια της Πελοποννήσου και τους Νησιώτες, και ευρύτερα τους φιλελεύθερους, να αγωνίζονται για μια Ελλάδα μεγάλη με όρια όλη τη Βαλκανική, είναι δεδομένο πως οι διαφωνίες αυτές βάθαιναν μετά τις πρώτες επιτυχίες της Επανάστασης, στοιχείο δηλωτικό της διαφορετικότητας των μαχόμενων κοινωνικών τάξεων. Η έλευση του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, ως αντιπροσώπου των φιλελεύθερων αστικών ιδεών δεν έλυσε ποτέ τα ζητήματα που προέκυπταν και, παρά την αρχική υποχώρηση των Πελοποννησίων και την αναγνώριση Κεντρικής Κυβέρνησης υπό την επιρροή Νησιωτών και Ρουμελιωτών, το Σεπτέμβρη του 1824, οι Πελοποννήσιοι αναιρούν την αναγνώριση αυτή και συγκεντρώνονται με τους οπλαρχηγούς τους, φανατισμένους κατά της Κεντρικής Κυβέρνησης, γύρω από το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Η στάση αυτή, τελικά, κατεστάλη προσωρινά από τους Ρουμελιώτες. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να τονιστεί πως οι οπλαρχηγοί σε μόνιμη προσοδοφόρα θέση πάντα κινούνταν, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο, και με γνώμονα το προσωπικό συμφέρον, θέση που δικαιολογεί κάπως την ασάφεια της συνείδησης των Ρουμελιωτών οπλαρχηγών στη διαμάχη Πελοποννησίων-Κυβερνητικών, οι οποίοι δε θα εμπλέκονταν στον αγώνα αν δεν είχε παρέμβει δυναμικά ο Μαυροκορδάτος.
Ως πάντα, οι ξένοι παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, έτοιμοι να παρέμβουν για την εξυπηρέτηση των (συγκρουόμενων ενίοτε) συμφερόντων τους. Η Επανάσταση του 1821 δε θα μπορούσε να ξεφύγει από αυτό το μοτίβο. Πρώτος «φιλέλλην» ο Βρετανός Τζωρτζ Κάνιγκ (της πλατείας Κάνιγγος), εχθρός του Αυστριακού μονάρχη Μαίτερνιχ, λόγω της νέας εξωτερικής πολιτικής της Αγγλίας στην Ανατολή και τη Μεσόγειο που ήταν ευνοϊκή για την Ελληνική Επανάσταση. Διορατικός καθώς ήταν ο Κάνιγκ, θέλησε να αποτρέψει ενδεχόμενη εύνοια της Ρωσίας προς τους εξεγερμένους Έλληνες. Τα αντικρουόμενα συμφεροντολογικά ελατήρια των Ευρωπαίων οδήγησαν στη συνθήκη του Λονδίνου το 1827, με την οποία οι κυβερνήσεις Αγγλίας-Γαλλίας-Ρωσίας μεσολάβησαν για την ειρήνευση Ελλάδας-Τουρκίας με τον όρο να αποκτήσει η Ελλάδα διοικητική ανεξαρτησία ως υποτελής στο Σουλτάνο. Η Τουρκία αποδέχτηκε τη συνθήκη μόνο υπό τον όρο της «απόλυτης υποταγής» της Ελλάδας. Στις 16 Οκτωβρίου 1827 οι ναύαρχοι των Μεγάλων Δυνάμεων στέλνουν τελεσίγραφο στον Ιμπραήμ να λύσει τον αποκλεισμό των ελληνικών παραλίων και να γίνει δεκτή η συνθήκη του Λονδίνου. Ο Ιμπραήμ δε δέχεται και η συνέχεια γνωστή: ναυμαχία του Ναυαρίνου τέσσερις μέρες μετά, με το στόλο των Μεγάλων Δυνάμεων να κατατροπώνει τον αντίστοιχο Τούρκικο. Στο μεταξύ, ήδη από το Μάρτιο του 1827 και την Γ’ Εθνοσυνέλευση στην Τροιζήνα (στην οποία ανατέθηκε η αρχηγία των ενόπλων δυνάμεων στους Τσωρτς και Κόχραν, δείγμα ανεπάρκειας των αλληλοσπαρασσόμενων Ελλήνων οπλαρχηγών), έχει έλθει στο προσκήνιο ο Ιωάννης Καποδίστριας, στον οποίο εκχωρείται κατόπιν εκλογής η νομοτελεστική δύναμη («σε έναν και μόνον»), ένα ελαφρύ πισωγύρισμα σε σχέση με τις πιο δημοκρατικές και φιλελεύθερες 2 πρώτες Εθνοσυνελεύσεις. Ένα πισωγύρισμα που μπορεί να ερμηνευτεί αφενός από το φόβο εκφυλισμού και καταστολής της Επανάστασης από τους Πελοποννήσιους κοτζαμπάσηδες, αφετέρου από την άγνοια του ακραία δεσποτικού χαρακτήρα του Καποδίστρια.    

ΤΟ ΝΕΟΣΥΣΤΑΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

Κάπως έτσι ξεκινά η περίοδος του Καποδίστρια. Από τα πρώτα πράγμα που έκανε ο φιλορώσος διοικητής ήταν να ιδρύσει ένα πανελλήνιο συμβουλευτικό σώμα, το οποίο εξαρτιόταν απ’ τον ίδιο. Προσέφερε οικονομική στήριξη στην Πελοπόννησο, όπου υπήρχε ισχυρή οικονομική εξάρτηση της μεσαίας γεωργικής τάξης και του αδύναμου λαού από τους προύχοντες, και ήρθε σε σύγκρουση από την πρώτη μέρα με τους Υδραίους και τους Νησιώτες ευρύτερα, απέναντι στους οποίους ακολούθησε πολιτική οικονομικού αποκλεισμού. Ο υπέρμετρα, όμως, δεσποτικός του χαρακτήρας θα τον φέρει σύντομα σε ρήξη και με τους θεωρητικά ευνοούμενούς του, κοτζαμπάσηδες: για την παγίωση της δημόσιας ασφάλειας και την εμπέδωση του σεβασμού στο νόμο επιθυμούσε την έλευση ξένων τοποτηρητών για να αναλάβουν τη διοίκηση, στοιχείο που καταργούσε την αποκεντρωτική διοίκηση και αφαιρούσε δύναμη από τους προεστώτες. Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι ήδη υπάρχουσες αλληλοσπαρασσόμενες πολιτικές φατριές διαμορφώθηκαν σε κόμματα ξένης επιρροής, το Ρωσικό, με στήριξη από τους Πελοποννήσιους, το Αγγλικό, με στήριξη από τους Νησιώτες, και το Γαλλικό, με στήριξη από τους Ρουμελιώτες. Τα παιχνίδια των Μεγάλων Δυνάμεων στα εσωτερικά του νεογέννητου Ελληνικού κράους συνεχίστηκαν εντονότερα μετά τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, με τους μεν Γάλλους φοβούμενους την αυξανόμενη Ρωσική επιρροή να στέλνουν στρατεύματα υπό του Μαιζώνος, δήθεν για την εκδίωξη των Αιγυπτίων, τους δε Άγγλους φοβούμενους την υπερίσχυση της Ρωσίας στο Ρωσοτουρκικό πόλεμο (ξέσπασε μετά τη ναυμαχία του Ναυαρίνου) και το μεγάλωμα της Ελλάδας να απαγορεύουν την επέκτασή της προς τη Στερεά. Εν τω μεταξύ ο Καποδίστριας συνέχισε να διαπράττει το ένα «πολιτικό φάουλ» μετά το άλλο, αρνούμενος την πρόταση των μεγάλων Δυνάμεων να ταξιδεύουν τα ελληνικά πλοία υπό τις σημαίες τους, μέτρο ωφέλιμο εκείνη τη στιγμή με τη μάστιγα της κρίσης να χτυπά ανελέητα (χαρακτηριστικό το ότι άνεργοι ναυτεργάτες έφευγαν απ’ την Ύδρα για την Κωνσταντινούπολη) και, παράλληλα, καταστέλλοντας με τη βία τον (δεδομένο) κοτζαμπασηδισμό και την ασυδοσία των Μανιατών. Με το λαό δυσαρεστημένο από την αυταρχική διοίκηση και την Αγγλία και τη Γαλλία να ενισχύουν ηθικά και υλικά την αντιπολίτευση, το μέλλον του πρώτου διοικητή της Ελλάδας φάνταζε δυσοίωνο και το τέλος του δεν άργησε να έρθει, στις 9 Οκτώβρη του 1831, από το χέρι των εκ Μάνης Μαυρομιχάληδων. Ο Καποδίστριας[7] πλήρωσε, πέραν των ήδη αλληλοσυγκρουόμεων κοινωνικών συμφερόντων των Ελλήνων, τη «με το έτσι-θέλω» επιθυμία επιβολής του συγκεντρωτικού του συστήματος σε μια μέρα, αποδεικνύοντας εαυτόν ξένο προς το περιβάλλον στο οποίο κλήθηκε να δράσει και, φυσικά, απέτυχε οικτρά.
Το θάνατο του Καποδίστρια διαδέχτηκαν νέοι εμφύλιοι σπαραγμοί κυβερνητικών-αντιπολιτευομένων, συγκρούσεις που αποτελούσαν φυσική συνέχεια των συνθηκών της επανάστασης στο εσωτερικό μέτωπο των αγωνιζόμενων. Η λήξη των γεγονότων που ακολούθησαν τη δολοφονία Καποδίστρια θα επέλθει με την εκλογή του Όθωνος ως βασιλιά, γεγονός που σήμανε και την ήττα της αστικής τάξης. Μια ήττα που ήρθε σαν αποτέλεσμα τόσο της οικονομικής κρίσης της εμπόλεμης χώρας που έθιξε το εμπόριο και τη ναυτιλία επιφέροντας την απώλεια της προηγούμενης ισχύος και κοινωνικής επιρροής των αστών όσο και της αύξησης της γαιοκτησίας των Ελλήνων φεουδαρχών. Το τελικό αποτέλεσμα, λοιπόν, της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ενός αγώνα με έντονο το στοιχείο της κοινωνικής σύγκρουσης, ήταν η δημιουργία ενός λιλιπούτειου κράτους στο οποίο ο λαός μπορεί να απαλλάχθηκε ολοκληρωτικά από τον Τουρκικό ζυγό, δεν απαλλάχθηκε, όμως, παρά μόνο εν μέρει από το φεουδαρχισμό.

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΚΟΡΔΑΤΟΥ

                Το έργο του Κορδάτου αποτελεί, όπως είδαμε και στην εισαγωγή, την πρώτη ανάγνωση της Επανάστασης του ’21 μέσα από υλιστική σκοπιά, με τα εργαλεία του μαρξισμού, ενώ γράφεται το 1924, σε μια εποχή που είναι ισχυρή η επίδραση της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917. Αποτελεί μια ηχηρή απάντηση σε όσους αντιμετώπιζαν τον αγώνα του ’21 σαν μια αποκλειστικά εθνικής φύσεως εξέγερση ενάντια στον ξένο δυνάστη ή, ακόμα χειρότερα, ως θρησκευτικό αγώνα των υπόδουλων Χριστιανών ενάντια στους κυρίαρχους Μουσουλμάνους. Για τον Κορδάτο, άλλωστε, τα πράγματα είναι απλά: «Οι ιδέες δεν κατεβαίνουν απ’ τον ουρανό, αλλά ανεβαίνουν μέσα από το οικονομικό συγκρότημα της περιόδου». Παρά τη μεγάλη εκδοτική επιτυχία του βιβλίου του (εξάντληση της πρώτης έκδοσης), ο Κορδάτος κατηγορήθηκε για κάποια σημεία του έργου του, κυρίως για μια στατική ταξική ανάλυση με στατιστικούς όρους αντιπαράθεσης των συγκρουόμενων κοινωνικών τάξεων, για έλλειψη στην παρουσίαση του υποβάθρου των εμφυλίων συγκρούσεων και για την απουσία κατάθεσης σαφούς άποψης για τη συγκρότηση του νεοελληνικού έθνους. Στο ευρύτερο έργο του «Νεοελληνική Ιστορία» αποπειράται να διορθώσει τη στατική ανάλυση της «Κοινωνικής Σημασίας», εμβαθύνοντας και διακρίνοντας κοινωνικά στρώματα εντός των αντικρουόμενων τάξεων. Παρά την όποια κριτική, ωστόσο, στο έργο του, ο Κορδάτος είναι ο πρώτος που προσπαθεί μέσα απ’ το έργο του να δώσει τα βασικά μεθοδολογικά εργαλεία και να βοηθήσει στην κατανόηση της Ελληνικής Ιστορίας στο νεαρό εργατικό κίνημα αλλά και στο ΚΚΕ, που εκείνη την περίοδο ταλανιζόταν από το Μακεδονικό πρόβλημα, αναδεικνύοντας τη δυναμική της ταξικής πάλης και, μέσα από αυτή, την πορεία προς την κοινωνική χειραφέτηση.    

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


[1] Πέραν της άποψης του «καθαρού φεουδαρχικού» χαρακτήρα τόσο της Βυζαντινής όσο και της διάδοχής της Οθωμανικής αυτοκρατορίας υπάρχει και η αντίληψη περί επικράτησης ενός «ασιατικού μοντέλου παραγωγής» στις παραπάνω περιπτώσεις, ενός μοντέλου που περιγράφηκε στα πλαίσια μιας ευρύτερης επεξεργασίας των προκαπιταλιστικών μορφών συσσώρευσης που κάνει ο Μαρξ στα “Grundrisse”. Σε τι έγκειται, όμως, αυτό το «ασιατικό μοντέλο»: α) μια σχέση ιδιοκτησίας πάνω στη γη που ασκείται από την άρχουσα τάξη, β) μια σχέση κατοχής της γης, που παραμένει στα χέρια των εργαζομένων που υπόκεινται στις συγκεκριμένες σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης, γ) οργάνωση τόσο των σχέσεων ιδιοκτησίας όσο και των σχέσεων κατοχής όχι σε ατομικό αλλά σε συλλογικό επίπεδο. Η κυρίαρχη τάξη, λοιπόν, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οργανώνεται σε κράτος ή σε κοινωνικό σχηματισμό που προσομοιάζει σε κράτος (προ-κρατική ηγεμονία), με το Σουλτάνο να προσωποποιεί την ενότητα της κρατικής εξουσίας. Ο μεμονωμένος αγρότης δεν κατέχει τη γη που καλλιεργεί, η οποία ανήκει στην «ασιατική κοινότητα», παρά μόνο μετά την ένταξή του στην κοινότητα αυτή. Η επαρχία του Σουλτάνου χωρίζεται σε επαρχίες και οι επαρχίες σε τιμάρια. Τα τιμάρια αποτελούν οικονομική, πολιτική και στρατιωτική ενότητα στα πλαίσια του δεσποτικού κράτους. Σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, έχουμε τον κυρίαρχο Σουλτάνο, εκπρόσωπο του Θεού στη γη (ο ασιατικός δεσποτισμός είναι θρησκευτικός). Η απόσπαση της υπερεργασίας των εργαζομένων γινόταν με τη μορφή του φόρου, που καταβαλλόταν μέσω του κεντρικού διοικητικού μηχανισμού στο Σουλτάνο. Πέραν των τιμαρίων υπήρχαν και τα βακούφια, τα τιμάρια δηλαδή της Εκκλησίας, Οθωμανικής ή Ορθόδοξης, τα οποία δε διέφεραν σε κοινωνικές σχέσεις από τα “true” τιμάρια, αλλά η ύπαρξή τους δήλωνε μια σχετική αυτονομία των θρησκευτικών αρχών από το Σουλτάνο (με την Εκκλησία να ιδιοποιείται τους φόρους από τα βακούφια). Επικεφαλής των κοινοτήτων τίθενται οι προεστώτες, οι οποίοι γίνονται οι μεσολαβητές μεταξύ τιμαρίου-κοινότητας και κεντρικού κρατικού μηχανισμού. Στην εκλογή των προεστών (όπου αυτή λάμβανε χώρα) συμμετείχαν μόνο τα μέλη των κυρίαρχων οικογενειών της κοινότητας, ενώ υπήρχαν και κοινότητες με ισόβιους κοτζαμπάσηδες. Ο τοπικός στρατιωτικός μηχανισμός αφορούσε τους αρματολούς (martolos στα τούρκικα), ένοπλο σώμα υπό την ηγεσία των κοτζαμπάσηδων. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις εκείνες στις οποίες οι αρματολοί διεκδικούσαν την τοπική εξουσία από τους κοτζαμπάσηδες, κινητοποιώντας τις Τουρκικές αρχές, εγκαταλείποντας την περιοχή τους και μετατρεπόμενοι πλέον σε κλέφτες, για να συνεχίσουν ως τέτοιοι την πάλη ενάντια τόσο, πλέον, στους κοτζαμπάσηδες όσο και στις Τουρκικές αρχές.

[2] Στο μετέπειτα έργο του «Η Νεοελληνική Ιστορία» στο τρίπτυχο «κοτζαμπάσηδες-κλήρος-Φαναριώτες» έρχεται να προστεθούν οι κλέφτες και οι αρματολοί. Ο Κορδάτος παρουσιάζει τον κλεφταρματολισμό, ουσιαστικά, σαν στρατιωτικοκοινωνική λειτουργία του φεουδαρχισμού. Αρματολισμός και ληστεία ήταν συγκοινωνούντα δοχεία για τον Κορδάτο, με τον κλέφτη και το διώκτη του (αρματολό) να συγκρούονται συχνά με τον «τουρκικό απολυταρχισμό» και τον «ελληνικό κοτζαμπασισμό», αλλά, παράλληλα καλοτυχίζανε από το φτωχό ελληνικό αγροτικό λαό, που περνούσε ζωή σκληρή, υπό την τυραννία του «Τούρκου μπέη» και του «Ρωμιού κοτζαμπάση». Αυτή η όχι και τόσο ξεκάθαρη θέση των κλεφτών και των αρματολών δεν απετέλεσε εμπόδιο για να επιδιώξει να συνάψει συμμαχίες η ανερχόμενη αστική τάξη, η οποία προσπάθησε να εμφυσήσει σε αυτό το κοινωνικό στρώμα-σχηματισμό εθνικά ιδεώδη, επιτυχώς θα λέγαμε, αν αναλογιστούμε πόσο συνεισέφεραν στον αγώνα, με τις αντιφάσεις τους, τα κλεφταρματολίκια της Στερεάς Ελλάδας.

[3] Ο Κορδάτος θεωρεί πως η ύπαρξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας συνιστά ανάχωμα στην αστική ανάπτυξη στα Βαλκάνια. Χαρακτηριστικά λέει: «Μέσα στην Τουρκική αυτοκρατορία καμιά ασφάλεια για τις οικονομικές συναλλαγές δεν υπήρχε. Η ατομική ιδιοκτησία δεν ήταν ασφαλισμένη». Η πατρότητα αυτής τη φράσης και αυτής της ανάλυσης, εν γένει, βρίσκεται στον Ένγκελς, ο οποίος γράφει στο έργο του «Η εξωτερική πολιτική του τσαρισμού»: «Η Τουρκική κυριαρχία, όπως και κάθε ανατολική, είναι ασυμβίβαστη με την καπιταλιστική κοινωνία. Όση υπεραξία κερδίζεται δεν είναι σίγουρη από τα χέρια των αρπακτικών σατραπών και πασάδων. Λείπει ο πρώτος βασικός όρος της αστικής προσοδοφόρας δραστηριότητας: η ασφάλεια του προσώπου και της ιδιοκτησίας του εμπόρου».

[4] Χαρακτηριστικό παράδειγμα στίχων δηλωτικών του φιλελεύθερου δυτικού πνεύματος που διέπνεε το έργο του Ρήγα:
Συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν
Να βάλλωμεν εις όλα να δίδουν ορισμόν
Ο νόμος να ναι πρώτος και μόνος οδηγός
Και της πατρίδος ένας να γίνη αρχηγός

[5] Στο τέλος της παρουσίασης της ανερχόμενης αστικής τάξης, καλό θα ήταν να δούμε την άποψη του Κορδάτου για τη δόμηση της ελληνικής εθνικής συνείδησης μέσα από τον κοινωνικό και εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του ’21, επηρεασμένη, φυσικά, από τις θέσεις του ΚΚΕ του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 1930. Στο μεσοδιάστημα μεταξύ της κυκλοφορίας της «Κοινωνικής Σημασίας της Ελληνικής Επαναστάσεως» και της «Νεοελληνικής Ιστορίας», το ΚΚΕ εξέδωσε μεταφρασμένο το βιβλίο του Μπρόιντο «Το Εθνικό Ζήτημα υπό το φως του Μαρξισμού», για τις ανάγκες προώθησης της θέσης του για «την κρατική ανεξαρτησία Μακεδονίας και Θράκης» (θέση με την οποία είχε έρθει σε σύγκρουση ο Κορδάτος). Στο βιβλίο αυτό, το έθνος επισημαίνεται ως ένα ιστορικό φαινόμενο που οφείλει την ύπαρξή του στον κεφαλαιοκρατισμό, ενώ ως εθνικισμός ορίζεται ως η πολιτική της μπουρζουαζίας για να στρέψει τις λαϊκές μάζες ενός έθνους ενάντια στις αντίστοιχες άλλων εθνών, υποδιαιρώντας τον σε αμυντικό και επιθετικό, μια κατηγοριοποίηση που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της αντίληψης του Κορδάτου περί εθνικής συνείδησης των Ελλήνων. Ως αμυντικός εθνικισμός, δε, ορίζεται ο εθνικισμός μιας μη αξιόμαχης πολιτικά και οικονομικά μπουρζουαζίας για να αντιπαρατεθεί σε ισχυρότερα αντίπαλα έθνη. Ο Κορδάτος, λοιπόν, θεωρεί την περιρρέουσα το ’21  πνευματική αναγέννηση απότοκο ενός αμυντικού εθνικισμού, ενώ θεωρεί τις αντικειμενικές και υποκειμενικές διεργασίες προετοιμασίες της Επανάστασης μήτρα του ελληνικού έθνους.   

[6] Αξίζει εδώ μια μικρή αναφορά σε έναν άνθρωπο, που παρουσιαζόταν τόσο από σύγχρονους του Κορδάτου όσο και από μεταγενέστερους ιστορικούς (δείτε και τα σύγχρονα βιβλία Ιστορίας σε σχολικό ή μη επίπεδο) ως σημαντική φιγούρα του αγώνα του ’21, στον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’. Ο Γρηγόριος ουδεμία σχέση έχει με τη φιλοπατρία και την ελληνοπρέπεια που του αναγνωρίζουν αρκετοί. Ως γνήσιος εκπρόσωπος του κλήρου, ήταν φορέας μοναρχικών ιδεών, ως εκ τούτου δεν προξενεί εντύπωση ότι είχε αφορίσει την Επανάσταση, τον Υψηλάντη και τους Φιλικούς, αποκαλώντας «εθνοφθόρον» το τόλμημα της Επανάστασης. Χαρακτηριστική του φράση: «εκήρυξαν του Γένους την ελευθερίαν και με την φωνήν αυτήν εφείλκυσαν πολλούς των εκεί κακοήθεις και ανόητους». Ουδόλως υπήρξε εθνομάρτυρας, ο θάνατός του ήταν μια τυπική πολιτική δολοφονία σε εποχές πολιτικού αναβρασμού από την κρατούσα εξουσία, κατά τον Κορδάτο.   

[7] Εδώ θα ακολουθήσει  μια αναφορά σε στοιχεία και απόψεις που κατέθεσαν περί του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας σύγχρονοί του συγγραφείς. Ο φιλέλληνας ιστορικός Τίερς αναφέρει ότι ο Καποδίστριας μεσολάβησε ώστε να αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους για την παράδοση της Αθήνας. Λόγος της παραπάνω στάσης κατά τον Τίερς, ήταν αφενός η αποστροφή του προς την πρωτεύουσα της Αρχαίας Ελλάδας, την αρχαία εστία των δημοκρατικών ιδεών, και αφετέρου επειδή ήθελε να παραμείνουν όσο το δυνατόν μικρότερα τα σύνορα του νέου Ελληνικού κράτους για να μείνει αυτός ισόβιος Κυβερνήτης, μιας και κανένας πρίγκηπας δε θα θελε να γίνει βασιλιάς ενός τόσο μικρού κράτους. Ο Ρως, από την πλευρά του, παρουσιάζει και αυτός την αποστροφή του Καποδίστρια προς τις αρχαιοελληνικές ιδέες και τον πολιτισμό. Χαρακτηριστικά, παρουσιάζει τον Κυβερνήτη να λέει για τις ιδέες των αρχαίων «ταύτα είναι ιδέαι πεπλανημέναι, ας πρέπει να εγκαταλίπητε,… αυτοί (οι Αρχαίοι) ήσαν ακατάσταται κεφαλαί», ενώ μας δίνει μια ακόμη «καυτή» φράση του: «ο διάβολος να πάρη τους Τούρκους που δεν εχάλασαν αυτά τα αρχαία». Και δε σταματάει ο Ρως στις απόψεις του Καποδίστρια για την Αρχαία Ελλάδα. Τον παρουσιάζει σαν «φαυλότερο του Σουλτάνου τύραννο», φέροντας το παράδειγμα της φιλελεύθερης Ύδρας, που «δε γνώρισε κατάσκοπο πριν τον Καποδίστρια». Ο Φίνλεϊ παρουσιάζεται πιο συγκρατημένος απέναντι στον Κυβερνήτη: «… τα προτερήματα αυτού και αι ιδιωτικαί αυτού αρεταί τυγχάνουσιν του προσήκοντος επαίνου. Αλλά τα προτερήματα ταύτα μεθ’ όλης της του ανδρός σοφιστείας και εντέχνων λογισμών και ψευδών προσχημάτων δεν ήρκεσαν ίνα καλυφθώσιν τα κακά τα επενεχθέντα εις την Ελλάδα επί του φαύλου συστήματος της Κυβερνήσεώς του». Τέλος, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η άποψη του Υπουργού Εξωτερικών και Γενικού Γραμματέα επί Καποδίστρια Σπύρου Τρικούπη, όπως την παρουσιάζει στον 4ο τόμο της «Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως». Ο Τρικούπης αναφέρει πως ο Καποδίστριας, έχοντας μεγαλώσει στη Ρωσία, θεωρείτο θιασώτης της Ρωσικής πολιτικής στην Ελλάδα. Όταν, όμως, κλήθηκε να πάρει την εξουσία, παραιτήθηκε από κάθε ρωσικό δεσμό. Την εικόνα του αμαύρωσαν οι εξής κηλίδες, κατά τον Τρικούπη: αγαπούσε να περιαυτολογεί, να επαίρεται και να χλευάζει τους ανθρώπους του αγώνα, απέδιδε πάντα τις ευτυχείς πολιτικές περιστάσεις στη δική του ικανότητα και θεωρούσε ότι ο τόπος δε θα ευημερούσε αν δεν έρχονταν άνθρωποι «έξωθεν» να τον κυβερνήσουν. «Φιλογενείς δε και φιλελευθέρας αρχάς πρεσβεύων, ήθελε να κυβερνά δεσποτικώς τους ομογενείς του.»

Για τις θέσεις του ΚΚΕ σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις

Για τις θέσεις του ΚΚΕ σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τις εξελίξεις στα Βαλκάνια, στο Κυπριακό, στη Μέση Ανατολή και γενικότερα στην ευρύτερη περιοχή, μίλησε την Κυριακή 25η Μάρτη 2018 στη Λευκωσία της Κύπρου, ο Ελισαίος Βαγενάς, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και Υπεύθυνος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ.
Ο Ελισαίος Βαγενάς, σημείωσε αρχικά πως το ΚΚΕ, που κλείνει φέτος 100 χρόνια ζωής και δράσης σταθερά κρατά το τιμόνι της πάλης ενάντια στον καπιταλισμό και στα μονοπώλια, επιδιώκει τη συγκέντρωση δυνάμεων για την ανατροπής του εκμεταλλευτικού συστήματος και για την οικοδόμηση μιας νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση, ανεργία και πολέμους.
Το στέλεχος του ΚΚΕ καυτηρίασε την αντεργατική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά και την εμπλοκή της στους διεθνείς ανταγωνισμούς και στις πολεμικές συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή μας. Υπογράμμισε πως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πρέπει να βλέπονται ως «κομμάτι» των γενικότερων εξελίξεων.
Ο Ελ.Βαγενάς τόνισε πως η εμπλοκή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ, περικλείει μεγάλους κινδύνους για το λαό, κι αναφερόμενος στις αιτίες αυτής της κατάστασης, στάθηκε στις σχέσεις συνεργασίας και ανταγωνισμού, που διαμορφώνουν οι κυρίαρχες αστικές τάξεις σε Ελλάδα και Τουρκία, στις φιλοδοξίες που έχουν για αναβάθμιση του ρόλου τους, αλλά και στους σχεδιασμούς ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, με την εμπλοκή γενικότερων ανταγωνισμών μονοπωλίων για τον ενεργειακό πλούτο της περιοχής, τα μερίδια των αγορών, τους δρόμους μεταφοράς.
Το στέλεχος του ΚΚΕ σημείωσε πως ιδιαίτερα η αστική τάξη της Τουρκίας, επιδιώκει να παίξει ισχυρότερο ρόλο, όχι μόνον περιφερειακό, αλλά ακόμη και παγκόσμιο και στη βάση αυτή η αστική τάξη της Τουρκίας αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο, αλλά και άλλων χωρών, επιδιώκοντας να βάλει στο χέρι τμήμα του ενεργειακού πλούτου που υπάρχει, προκρίνει τη «ντε γιούρε» διχοτόμηση της Κύπρου, και διατηρεί στρατούς κατοχής σε 3 χώρες, (Κύπρο, Ιράκ, Συρία), ενώ στέλνει στρατεύματα και φτιάχνει στρατιωτικές βάσεις εκτός της Τουρκίας (Κατάρ, Σομαλία, Αλβανία, Σουδάν). Επιπλέον, επιδιώκει να αξιοποιήσει για τα σχέδιά της τα ζητήματα του θρησκεύματος και των μειονοτήτων.
Ο Ελ. Βαγενάς αναφέρθηκε αναλυτικά στις εξελίξεις στη Συρία, αλλά και στα Βαλκάνια και στηλίτευσε την εμπλοκή της ελληνικής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στους αμερικανό-νατοϊκούς σχεδιασμούς. Επανέλαβε τις θέσεις αρχών του ΚΚΕ για το ζήτημα της ΠΓΔΜ, που στρέφονται ενάντια στον εθνικισμό και τον αλυτρωτισμό, καθώς και στην ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

Στιγμιότυπο από την επιτυχημένη εκδήλωση της Κομματικής Οργάνωσης του ΚΚΕ στην Κύπρο, την Κυριακή 25 του Μάρτη 2018
Σ’ ότι αφορά τις εξελίξεις στην Κύπρο σημείωσε πως απαιτείται μελέτη της πείρας των 44 χρόνων, που ακολούθησαν την τουρκική εισβολή και κατοχή, ζήτημα που διαρκώς αναδεικνύει το ΚΚΕ.  Σήμερα βγαίνουν συμπεράσματα γύρω από τις δεκάδες διαδικασίες συνομιλιών, που διεξάγονται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και τον πραγματικό έλεγχο των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Τουρκίας. Διαδικασίες, που  ανακυκλώνουν «λύσεις» σε κατεύθυνση διχοτομική, δύο κρατών, όπως αποδείχθηκε και με το σχέδιο Ανάν το 2004 που απέρριψε ο κυπριακός λαός. Η εκτίμηση στην οποία έχει καταλήξει το ΚΚΕ είναι πως η θέση για Διζωνική – Δικοινοτική Ομοσπονδία και τα «δύο συνιστώντα κράτη», οδηγεί σε διχοτόμηση, κι όχι σε ένωση του νησιού, όπως ισχυρίζεται η κυπριακή κυβέρνηση. «Σήμερα, με παρέμβαση των ΗΠΑ, τίθεται το ζήτημα της συνδιαχείρισης των φυσικών πόρων σε μια πορεία αναβάθμισης του ψευδοκράτους και διατήρησης της κατοχής. Στόχος είναι να βάλουν στο χέρι τον πλούτο και για να το πετύχουν αυτό σπρώχνουν και στη “ντε γιούρε” διχοτόμηση, μονάχα που αυτό γίνεται “βαφτίζοντας το κρέας σε ψάρι”. Λέγοντας πως ένα σχέδιο τύπου Ανάν είναι λύση. Δεν είναι λύση, αλλά είναι παγίδα για το λαό της Κύπρου!
Το ΚΚΕ τάσσεται υπέρ της άμεσης αποχώρησης του συνόλου των κατοχικών δυνάμεων και υποστηρίζει  το κλείσιμο των βρετανικών βάσεων. Θεωρούμε ότι η πάλη της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων, πρέπει να κατευθύνεται στο στόχο για μια Κύπρο στην οποία αφέντης θα είναι ο λαός της, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, Αρμένιοι, Λατίνοι και  Μαρωνίτες. Μια Κύπρο Ενιαία, (ένα και όχι δύο κράτη) Ανεξάρτητη, με Μία και Μόνη Κυριαρχία, μία Ιθαγένεια και Διεθνή Προσωπικότητα, χωρίς ξένες βάσεις και στρατεύματα, χωρίς ξένους εγγυητές και προστάτες».
Το ΚΚΕ, που, όπως είπε, μελετά προσεκτικά τις εξελίξεις, σημειώνει ότι αυτές δεν επιτρέπουν ούτε εφησυχασμό ούτε λεονταρισμούς κι αναφέρθηκε στις αιτίες των ιμπεριαλιστικών πολέμων και στη στάση των κομμουνιστών, στα καθήκοντα των κομμουνιστικών κομμάτων της περιοχής και στην ανάγκη συντονισμού της πάλης τους.
Ο Ελ. Βαγενάς τόνισε μεταξύ άλλων, πως δεν μπορεί να υπάρξει καμία “εθνική γραμμή” με τα αστικά κόμματα, που στηρίζουν το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, που καλλιεργούν αυταπάτες στο λαό πως δεν κινδυνεύει δήθεν από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο χάρη στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και τον καλούν να υπομείνει τα αντιλαϊκά μέτρα, και πρόσθεσε χαρακτηριστικά: «Σήμερα, που έχουμε και την επέτειο της Επανάστασης του 1821, ακούμε πολλές φανφάρες περί “ανάγκης εθνικής ενότητας και ομοψυχίας”. Όμως όλα τα παραπάνω δείχνουν πως αυτοί που καλούνε σε αυτήν την ψεύτικη ενότητα θέλουν απλώς την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα “νεροκουβαλητή στο μύλο τους”.  Δεν θα τους κάνουμε τη χάρη! Τέτοια ενότητα με εκείνους που καλούνε να θυσιαστεί ο λαός στο όνομα της καπιταλιστικής ανάκαμψης και των σχεδίων των ιμπεριαλιστών συμμάχων τους δεν μπορεί να υπάρξει, όπως δεν υπήρξε τέτοια ενότητα και στην Επανάσταση του 1821. Εκείνη η ενότητα που χρειάζεται σήμερα ο λαός μας είναι η συμμαχία της εργατικής τάξης, με τα άλλα λαϊκά στρώματα της κοινωνίας μας, για να ανοίξει ο δρόμος για την εργατική εξουσία, που θα βγάλει τη χώρα από το “φαύλο κύκλο” των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, θα κοινωνικοποιήσει τον πλούτο και τα μέσα παραγωγής, θα σχεδιάσει επιστημονικά τον τρόπο ικανοποίησης των σύγχρονων λαϊκών αναγκών».
Τέλος, ο Ελ. Βαγενάς, στάθηκε στο κάλεσμα του ΚΚΕ προς τους εργαζόμενους και τη νεολαία να παλέψουν ενάντια σε κάθε επιδίωξη αλλαγής συνόρων, σε κάθε αλλαγή διεθνών συνθηκών, που οδηγεί στην αιματοχυσία των λαών. Ενάντια στον εθνικισμό, που θέλει να κρύψει πως οι εργαζόμενοι σε άλλες χώρες έχουμε σήμερα τον ίδιο αντίπαλο: τα μονοπώλια, τον καπιταλισμό, τις κυβερνήσεις τους και τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες τους. Ενάντια στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, που είναι οι εμπρηστές των πολέμων. Για να κλείσει η βάση της Σούδας και όλες οι ξένες βάσεις στην Ελλάδα και να επιστρέψουν οι Έλληνες στρατιωτικοί από αποστολές εκτός συνόρων. Για την αποχώρηση της Ελλάδας από όλες τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες όπως το ΝΑΤΟ κι η ΕΕ, ζήτημα που μπορεί να το εγγυηθεί οριστικά και μόνιμα με ανάπτυξη – συνεργασία και φιλία με όλους τους λαούς, μόνο η εργατική-λαϊκή εξουσία.
Της ομιλίας του Ελισαίου Βαγενά, προηγήθηκε σύντομη εισαγωγική ομιλία του Άκη Πούλου, γραμματέα της ΚΟ Κύπρου του ΚΚΕ στην οποία ανέφερε τα εξής:
“Αγαπητοί σύντροφοι και φίλοι,
σας καλωσορίζουμε στην σημερινή εκδήλωση – συζήτηση των Κομματικών Οργανώσεων του ΚΚΕ στην Κύπρο. Ιδιαίτερα καλωσορίζουμε τους συντρόφους μας και φίλους φαντάρους καθώς και βετεράνους συντρόφους του κινήματος στην Κύπρο που μας τιμούν για μια ακόμα φορά με την παρουσία τους.
Το ΚΚΕ πραγματοποιεί σε όλη την Ελλάδα αλλά και στην Κύπρο, όπου ζουν χιλιάδες Έλληνες μετανάστες, παρεμβάσεις, εκδηλώσεις, συλλαλητήρια και πορείες, για να αναδείξει εκείνη την πλευρά των εξελίξεων που αφορούν συνολικά τους εργαζόμενους στην περιοχή. Το Κόμμα μας επισημαίνει τις ευθύνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ , αλλά και της κυβέρνησης Αναστασιάδη συνολικά των αστικών κυβερνήσεων με αφορμή τις εξελίξεις στην περιοχή, διότι επιχειρεί να εφησυχάσει το λαό, την ίδια στιγμή που τον εμπλέκει στα επικίνδυνα σχέδια των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, για το μοίρασμα του ενεργειακού πλούτου, που είναι παράγοντας αποσταθεροποίησης, φέρνει πιο κοντά την πιθανότητα ενός πολέμου. Το ΚΚΕ καλεί τους λαούς της περιοχής να επαγρυπνούν, να δυναμώνουν την πάλη ενάντια στον καπιταλισμό, το σύστημα δηλαδή που γεννά πολέμους, προσφυγιά, φτώχεια και δυστυχία για τους εργαζόμενους και τα παιδιά τους. Σας καλούμε να αντιδράσετε στα σχέδια των αστικών κυβερνήσεων και κομμάτων που στηρίζουν τα μονοπώλια και την εξουσία τους, για να γίνουν οι εργατικές τάξεις των χωρών μας πρωταγωνιστές των εξελίξεων.”

«Έχουμε ελευθερία λόγου μόνο για Συριζαίους και ομοφυλόφιλους»!

        


Εάν πιστεύει ότι σ’ αυτόν τον τόπο υπάρχει ελευθερία λόγου μόνο για Συριζαίους και ομοφυλόφιλους, τότε ας μην χάνει χρόνο! Ας δηλώσει είτε Συριζαίος, είτε ομοφυλόφιλος, είτε και τα δύο για να μπορεί να συνεχίσει να λέει ότι του καπνίσει! Άλλωστε σ’ αυτόν τον τόπο ότι γουστάρει ο καθένας δηλώνει! Εμείς δεν έχουμε πρόβλημα πάντως να δηλώσει είτε Συριζαίος, είτε ομοφυλόφιλος, είτε φασίστας, είτε ναζιστής, είτε ταγματασφαλίτης! Ότι και να δηλώσει μας διασκεδάζει αφάνταστα, αφού προς το παρόν δεν μπορεί τουλάχιστον να μας βάλει στο τσουβάλι με τη γάτα, να μας βγάλει τα νύχια, να μας κάνει φάλαγγα όπως έκανε τον παλιό καλό καιρό!

Σηναφοτσίρας

Παλμίρο Τολιάτι: Πρόδρομος του ιταλικού ευρωκομμουνισμού ή μήπως όχι;

Ο Παλμίρο Τολιάτι, που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1893 στη Γένοβα, αποτέλεσε μετά τον Αντόνιο Γκράμσι τη σημαντικότερη φυσιογνωμία στην ιστορία του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Η συμβολή του στην στην καταπολέμηση του φασισμού στην πατρίδα του και διεθνώς και στην εξάπλωση της κοινωνικής επιρροής του κόμματος, που κατέστη μεταπολεμικά το μαζικότερο της Δυτικής Ευρώπης είναι αδιαμφισβήτη. Εξίσου αδιαμφισβήτητο είναι ωστόσο ότι οι πολιτικές του επιλογές, χωρίς φυσικά να αποτελούν απλώς προσωπικό ζήτημα, άνοιξαν το δρόμο για τη μετάλλαξη του ΙΚΚ, με όχημα τον ευρωκομμουνισμό. Η εν λόγω θεωρία θα ήταν αναχρονιστικό να αποδοθεί στον Τολιάτι που εξάλλου απεβίωσε πολλά χρόνια πριν καν διατυπωθεί ο όρος, ούτε γνωρίζουμε αν θα ενέκρινε αυτή την πορεία (παρότι είχε υποδείξει ως “δελφίνο” τον Μπερλίνγκουερ, που ωστόσο εκλέχτηκε αρκετά αργότερα, το 1972), ιδιαίτερα μάλιστα τον αντισοβιετισμό που συνεπαγόταν. Το θεωρητικό της υπόβαθρο εντοπίζεται ωστόσο αδρομερώς αλλά με σαφήνεια, στη σκέψη και τη δράση του Ιταλού ηγέτη.
Τρίτος στη σειρά μεταξύ τεσσάρων παιδιών ήταν γιος δασκάλας και λογιστής, ενώ ο πατέρας του πέθανε νωρίς αφήνοντας την οικογένεια στη φτώχεια, ωστόσο χάρη στις εξαιρετικές του σχολικές επιδόσεις ο νεαρός Παλμίρο εξασφάλισε υποτροφία ώστε να πραγματοποιήσει σπουδές νομικής στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, όπου γνωρίστηκε με τον Γκράμσι, συνδεόμενος με δια βίου φιλία. Το 1914 γράφτηκε στο Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, αλλά στο ζήτημα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου τάχθηκε με την ανοιχτά φιλοπολεμική και αλυτρωτική μερίδα του Σαλβεμίνι, που έβλεπε στον πόλεμο τη δυνατότητα “απελευθέρωσης” εδαφών στα οποία κατοικούσαν Ιταλοί (η επίσημη γραμμή του κόμματος εκφράστηκε με το μεσοβέζικο σύνθημα, “ούτε συμμετοχή, ούτε σαμποτάζ”, αποτυπώνοντας την τεράστια διαπάλη στους κόλπους του). Δήλωσε μάλιστα εθελοντής στον Ερυθρό Σταυρό αλλά και στο μέτωπο απ’ όπου επέστρεψε λόγω πλευρίτιδας.
Η εμπειρία του στον πόλεμο αλλά και το καταλυτικό γεγονός της Οχτωβριανής Επανάστασης προκάλεσαν τη μεταστροφή του, όπως και του ίδιου του Γκράμσι εξάλλου, με τον οποίο άρχισε να συνεργάζεται στα πλαίσια του περιοδικού L’Ordine nuovo, από το φιλελευθερισμό και το νεοϊδεαλισμό στο μαρξισμό. Στήριξε τη δημιουργία του ΙΚΚ από τους κόλπους του Σοσιαλιστικού κόμματος το Γενάρη του 1921, αν και δεν παραβρισκόταν τη στιγμή της ίδρυσής του στο Λιβόρνο, αλλά στο Τορίνο, διευθύνοντας το έντυπο. Εκείνα τα χρόνια ξεκινά με προτροπή του Γκράμσι η ενασχόλησή του με τη μελέτη του φασιστικού φαινομένου, ενώ από το 1923 αφιερώνεται στην κομματική δράση. To 1924, με πρωτοβουλία του Γκράμσι και τη στήριξη της Κομμουνιστικής Διεθνούς, διαχώρισε τη θέση του από τον τότε γραμματέα του κόμματος Αμαντέο Μπορντίγκα (ο οποίος αργότερα διαγράφηκε από το κόμμα ως τροτσκιστής), ενώ συνέγραψε μαζί με το Γκράμσι τις θέσεις για το τρίτο συνέδριο του ΙΚΚ που πραγματοποιήθηκε το 1926. Στο συνέδριο αυτό ο Τολιάτι διορίστηκε αντιπρόσωπος του ΙΚΚ στην εκτελεστική επιτροπή της Κομιντέρν και μετακόμισε στη Μόσχα ως τις αρχές του 1927, όταν λόγω της σύλληψης του Γκράμσι από το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι στα τέλη του ’26, ανέλαβε την καθοδήγηση του κόμματος από τη Γαλλία, όπου εγκαθίδρυσε την έδρα του παράνομου κόμματος.
Αν και συνδέθηκε στενά με το Μπουχάριν, σε γενικές γραμμές στις εσωκομματικές διαμάχες της δεκαετίας του ’20 και τις εκκαθαρίσεις του ’30 υποστήριξε ενεργά την πλειοψηφική τάση του μπολσεβικικού κόμματος υπό τον Ιωσήφ Στάλιν, κάτι που έδωσε δια βίου τροφή για κατηγορίες από τους αντιπάλους του. Αντιτάχθηκε στη γραμμή του σοσιαλφασισμού όπως είχε διαμορφωθεί στο 6ο συνέδριο της Κομιντέρν, ενώ το 1934 κλήθηκε στη Μόσχα για να συμμετάσχει στην προετοιμασία του 7ου συνεδρίου, που ως γνωστόν εγκατέλειψε την ως τότε γραμμή πολεμικής προς τη σοσιαλδημοκρατία προς όφελος της πολιτικής των Λαϊκών Μετώπων. Το καλοκαίρι του 1935 αναλαμβάνει μαζί με το Γκεόργκι Δημητρόφ τη θέση του γραμματέα της Κομιντέρν. Ενδιαφέρον υπό το φως των μετέπειτα εξελίξεων παρουσιάζει το άρθρο του “Για τις ιδιαίτερότητες της ισπανικής επανάστασης” το 1936, όπου για πρώτη φορά διατυπώνεται η θεωρία της “δημοκρατίας νέου τύπου”, όπου το προλεταριάτο θα μπορούσε να κατακτήσει την εξουσία δίχως προσφύγει σε επαναστατικά μέσα, αλλά κατακτώντας την πλειοψηφία σε αστικές εκλογές. Η ενασχόλησή του με το ισπανικό ζήτημα τον έφερε ως απεσταλμένο της Κομιντέρν με τη θέση του πολιτικού επιτρόπου στο Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα το 1937, εν μέσω εμφυλίου.
Με τον Δημητρώφ και άλλα ηγετικά στελέχη στο 7ο συνέδριο της Κομιντέρν
Επέστρεψε στην ΕΣΣΔ μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, ασκώντας αντιφασιστική προπαγάνδα μέσω ραδιοφώνου κι ασχολούμενος με την επιμέλεια των Τετραδίων της φυλακής και των Επιστολών από τη φυλακή του Γκράμσι, που εκδόθηκαν μεταπολεμικά από τον εκδότη Εϊνάουντι. Η απόβαση των Δυτικών Συμμάχων στη Σικελία το καλοκαίρι του 1943 άλλαξε άρδην την πολιτική κατάσταση στην Ιταλία, καθώς το Μεγάλο φασιστικό συμβούλιο, αντανακλώντας τις ανησυχίες του αστικού καθεστώτος που κλονιζόμενο επεδίωκε την αλλαγή στρατοπέδου, συνέλαβε το Μουσολίνι και τον αντικατέστησε με το στρατηγό Μπαντόλιο, που ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τους Αγγλοαμερικανούς που κατέληξαν στη συνθηκολόγηση της χώρας στις 8 Σεπτέμβρη. Αμέσως μετά οι Γερμανοί εισέβαλαν σε βόρεια και κεντρική Ιταλία, φυγαδεύοντας το Μουσολίνι που ίδρυσε το φασιστικό κράτος του Σαλό ως το τέλος περίπου του πολέμου τον Απρίλη του 1945, όταν κι ο ίδιος εκτελέστηκε.
Εντωμεταξύ το Κομμουνιστικό κόμμα είχε κερδίσει τεράστια αίγλη με τους αγώνες του κατά του φασισμού τα προηγούμενα χρόνια, η οποία θα εντεινόταν για το υπόλοιπο διάστημα του πολέμου χάρη στον αγώνα κατά των ναζί σε όσες περιοχές είχαν καταλάβει. Μάλιστα, το γεγονός πως ο φασισμός είχε υπάρξει για δεκαετίες η κυρίαρχη επιλογή της εγχώριας αστικής τάξης χωρίς καμία εξωτερική παρέμβαση, προσέδιδε ιδιαίτερα ταξικά χαρακτηριστικά στο αντιφασιστικό ιταλικό κίνημα ως εκείνη τη στιγμή. Έτσι λοιπόν αιφνιδίασε πολλούς η λεγόμενη “Στροφή του Σαλέρνο”, μια μέρα μετά την ιταλική συνθηκολόγηση, όταν το ΙΚΚ διακήρυξε την πρόθεσή του να συμμετάσχει σε κυβέρνηση όλων των πολιτικών δυνάμεων υπό την πρωθυπουργία του Μπαντόλιο. Πρότεινε επίσης τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το πολιτειακό (όπως και πράγματι έγινε το 1946 με υπερψήφιση της κατάργησης της μοναρχίας), μεταθέτοντας το ζήτημα της εργατικής εξουσίας για μετά τον πόλεμο.
Άνοιγε έτσι ο δρόμος για τη συμμετοχή του ΙΚΚ και του Τολιάτι προσωπικά στις κυβερνήσεις “εθνικής ενότητας”. Στην απόφαση αυτή συνετέλεσαν οι υστερικές αντικομμουνιστικές φωνές που έβλεπαν στη συμμετοχή αυτή το προοίμιο επερχόμενης επανάστασης, αλλά κυρίως οι κατευθύνσεις του ίδιου του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, ήδη πριν από την αυτοδιάλυση της ΚΔ το 1943, με τον ίδιο το Στάλιν μάλιστα να έχει ενημερωθεί προσωπικά από το γραμματέα του ΙΚΚ για τις προθέσεις του, χωρίς να προβάλει αντιρρήσεις. Όπως ισχύει και στις υπόλοιπες περιπτώσεις των ΚΚ της εποχής, περιλαμβανομένου του ελληνικού, οι τελικές αποφάσεις λαμβάνονταν και υλοποιούνταν από τις ίδιες της εκάστοτε ηγεσίες, που χρεώνονται και τη βασική ευθύνη για το αποτέλεσμα. Στην περίπτωση του ΙΚΚ μια κίνηση τακτικής ενδεχομένως κατανοητή λόγω των συνθηκών της εποχής μετατράπηκε σε μόνιμη στρατηγική, καθώς δεν ερμήνευσε ή δε θέλησε να ερμηνεύσει τα σημάδια σταδιακής ενσωμάτωσης του κόμματος στο αστικό πολιτικό σύστημα. Ο Τολιάτι συμμετείχε από το 1944 ως το 1946 ως υπουργός σε διαδοχικές κυβερνήσεις εθνικής ενότητας, με σημαντικότερη στιγμή το 1946, όταν ως υπουργός του χριστιανοδημοκράτη πρωθουπουργού Ντε Γκάσπερι αμνήστευσε κάθε πολιτικό αδίκημα που τελέστηκε μετά τη συνθηκολόγηση, δίνοντας ουσιαστικά συγχωροχάρτι σε πολλούς φασίστες εγκληματίες. Στόχος ήταν ο προσεταιρισμός ή έστω ο κατευνασμός των μεσαίων κυρίως στρωμάτων, που είχαν αποτελέσει τη ραχοκοκκαλιά του φασιστικού καθεστώτος. Ωστόσο η αποκρυστάλλωση των αντιμαχόμενων στρατοπέδων του ψυχρού πολέμου είχε και στην Ιταλία αποτέλεσμα τη σκλήρυνση της στάσης απέναντι στους κομμουνιστές.  Οι εγχώριες αντικομμουνιστικές δυνάμεις με τη στήριξη του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, εκπαραθύρωσαν τους κομμουνιστές από την κυβέρνηση το 1947.
Ήδη εκείνη την περίοδο είχαν διαφανεί τα όρια της συμμετοχής στην αστική διαχείριση. Παρά τις διακηρύξεις του ΙΚΚ πως το αστικό μεταπολεμικό σύνταγμα (στην οριστική του μορφή ψηφίστηκε το 1948), στη διαμόρφωση του οποίου πρωτοστάτησε το κόμμα, συνεισφέροντας κάποιες πραγματικά προοδευτικές, αλλά κυρίως στο επίπεδο της θεωρίας, διατάξεις, μπορούσε να γίνει όχημα ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό, η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Όχι μόνο δε λύθηκαν βασικά προβλήματα των εργατικών στρωμάτων, καθώς το κόστος ζωής αυξήθηκε δραματικά σε σχέση με τις αυξήσεις των μισθών, όχι μόνο δεν καταπολεμήθηκε η ανεργία, αλλά παρέμειναν άλυτα και στοιχειώδη ζητήματα αστικού εκσυγχρονισμού. Για παράδειγμα, το ΙΚΚ συναίνεσε στην συνταγματική αναγνώριση του Κονκορδάτου που είχε συνάψει ο Μουσολίνι με το Βατικανό το 1929, με το οποίο έληγε η από καταβολής ιταλικού κράτους διαμάχη πολιτείας κι εκκλησίας και παραχωρούνταν σημαντικά προνόμια στην Αγία Έδρα. Γεγονός που δεν εμπόδισε καθόλου τον πάπα να προχωρήσει σε αφορισμό των Ιταλών κομμουνιστών κατά τις κρίσιμες εκλογές του 1948. Στις εκλογές αυτές, η ένωση Κομμουνιστικού και Σοσιαλιστικού Κόμματος απέτυχε να επικρατήσει έναντι της συμμαχίας με επικεφαλής το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, εξαιτίας και της λυσσαλέας εκστρατείας που ενορχηστρώθηκε εντός κι εκτός χώρας για το σκοπό αυτό. Λίγους μήνες μετά, ο Τολιάτι δέχτηκε απόπειρα δολοφονίας με τρεις σφαίρες, προκαλώντας τεράστιο κύμα αντιδράσεων και συμπαράστασης σε όλη τη χώρα.
Η δυναμική παρουσία του ΙΚΚ στη μεταπολεμική πολιτική σκηνή αλλά και τους εργατικούς αγώνες της χώρας εδραιώνεται τα επόμενα χρόνια, παράλληλα όμως ενισχύεται και το ιδεολόγημα του “ιταλικού δρόμου προς το σοσιαλισμό”, που αποτέλεσε θεωρητικό προοίμιο για την ένταξη του ΙΚΚ στο ευρωκομμουνιστικό ρεύμα τη δεκαετία του ’70. Ο Τολιάτι προσαρμοζόταν στις εκάστοτε αλλαγές ηγεσίας στην ΕΣΣΔ, φαινόμενο που βέβαια αποτελούσε κανόνα για το κομμουνιστικό κίνημα διεθνώς, την οποία όπως είπαμε στήριζε παρά τις διαφοροποιήσεις μέχρι τέλους, όπως στα γεγονότα της Ουγγαρίας το 1956, όταν και επήλθε η διάλυση της συμμαχίας του ΙΚΚ με του Σοσιαλιστές του Πιέτρο Νέννι.  Μετά το θάνατο του Στάλιν το 1953 δήλωνε πως ο τελευταίος ήταν: “Ένας γίγαντας της σκέψης, κι ένας γίγαντας της δράσης. Το όνομά του θα πάρει ένας ολόκληρος αιώνας, ο πιο δραματικός ίσως, αλλά σίγουρα ο πιο πυκνός σε αποφασιστικά γεγονότα στην κοπιώδη και λαμπρή ιστορία του ανθρώπινου γένους”. Λίγα χρόνια αργότερα, συντάχθηκε χωρίς πρόβλημα με την πολιτική της λεγόμενης “αποσταλινοποίησης”. Μετά το θάνατό του ενώ παραθέριζε στην Κριμαία το 1964, δημοσιεύτηκε επιστολή του στο Χρουστσώφ, όπου τάσσεται υπέρ του “πολυκεντρισμού” στο διεθνές κίνημα, έτερο βασικό πόλο της μετέπειτα ευρωκομμουνιστικής σκέψης. Λίγο πρν το θάνατό του, είχε συζητήσεις με τον Μπρέζνιεφ, τότε νούμερο δύο του Κρεμλίνου και προαλειφόμενο για αντικαταστάτη του Χρουστσώφ που ως γνωστόν ανετράπη την ίδια χρονιά, με στόχο τη σύγκληση διεθνούς διάσκεψης των ΚΚ για την αποκατάσταση του σινοσοβιετικού σχίσματος.
Σκηνή από την κηδεία του Τολιάτι. Διακρίνονται κάποιες από τις αντιπροσωπείες των κομμουνιστικών κομμάτων διεθνώς. Στην τρίτη σειρά, η αντιπροσωπεία του SED, κυβερνώντος κόμματος της ΓΛΔ. 
Η κηδεία του έγινε στις 25 Αυγούστου 1965 στη Ρώμη, συγκεντρώνοντας ένα εκατομμύριο λαού. Προς τιμήν του, η σοβιετική Σταυρούπολη στο Βόλγα μετονομάστηκε σε Τολιάτι. Σε δημοψήφισμα που πραγματοποιήθηε το 1996, οι κάτοικοι που συμμετείχαν ψήφισαν σε ποσοστό 82% υπέρ της διατήρησης του ονόματος του ιστορικού γραμματέα.

Προσαρμογές





«Το αμυντικό μας δόγμα, όμως, δεν εξελίσσεται και παραμένει ανησυχητικά στάσιμο. Παρά τον αποτρεπτικό του χαρακτήρα, το δόγμα πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα γεωπολιτικά δεδομένα και να αποκτήσει άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Γι' αυτόν τον σκοπό πρέπει να υιοθετηθούν αρχές όπως η ευελιξία, ο αιφνιδιασμός και η επιθετική δράση». Αυτά σημειώνει σε άρθρο της η «Καθημερινή της Κυριακής» και, αν μη τι άλλο, είναι ενδεικτικά για τους επικίνδυνους σχεδιασμούς και τις «αναζητήσεις» των αστικών επιτελείων. Με τον όρο «προσαρμογή στα νέα γεωπολιτικά δεδομένα», εννοούν να εμπλακεί ενεργότερα η Ελλάδα στα επικίνδυνα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια, για τα συμφέροντα της αστικής τάξης. Είναι αυτά τα συμφέροντα και οι επιδιώξεις που ήδη στέλνουν Ελληνες στρατιωτικούς σε ΝΑΤΟικές αποστολές εκτός συνόρων, που αναβαθμίζουν την Ελλάδα ως πολεμικό ορμητήριο των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ στην περιοχή, που καθιστούν την Ελλάδα «βραχίονα» της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Αμυνας της ΕΕ στη Ν/Α Μεσόγειο. Μέσα σ' ένα τέτοιο περιβάλλον, το αμυντικό δόγμα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων θεωρείται παρωχημένο για το ρόλο που καλείται να παίξει η Ελλάδα στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και σχεδιασμούς. Γι' αυτό «ζυμώνουν» αλλαγές, προδιαγράφοντας ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους και περιπέτειες για το λαό.

Το σκάνδαλο πίσω από το «σκάνδαλο»


Η αποκάλυψη της αξιοποίησης προσωπικών πληροφοριών δεκάδων εκατομμυρίων χρηστών του «Facebook», με σκοπό την πολιτική και κοινωνική χειραγώγησή τους και ειδικότερα την υποστήριξη της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ (το λεγόμενο σκάνδαλο «Cambridge Analytica»), θεωρήθηκε «προδοσία» της εμπιστοσύνης των χρηστών αυτού του Μέσου Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ), «εξαπάτηση» σχετικά με τις διαβεβαιώσεις προστασίας των δεδομένων τους, «ανεπάρκεια» της εταιρείας σε σχέση με το ίδιο το περιστατικό (γιατί το άφησε να γίνει), αλλά και με τη διαχείρισή του (καθυστέρηση στην παραδοχή του). Και αφού η «κριτική» έκανε τον κύκλο της στην αστική δημοσιολογία και εκφράστηκαν πολλές ανησυχίες για τη δυνατότητα χειραγώγησης της κοινωνικής συνείδησης από τα ΜΚΔ, τώρα που «πάει να κλείσει το θέμα», έφτασαν να γράφονται ακόμη και απόψεις του τύπου: Ας πρόσεχαν οι χρήστες του «Facebook» να μη συμμετέχουν σε έρευνες που τους ζητούν προσωπικά στοιχεία. Δηλαδή φταίχτες είναι τελικά τα θύματα, που τα είχαν διαβεβαιώσει ότι συμμετέχουν σε μια επιστημονική έρευνα και ότι τα δεδομένα τους είναι ασφαλή.
***
Το θέμα, υποστηρίζουν, δεν είναι να εγκαταλειφθεί το «Facebook», το θέμα είναι να προσέχουν οι χρήστες τι πληροφορίες ανεβάζουν σ' αυτό. Λες και οι 270.000 συμμετέχοντες απαρίθμησαν εθελοντικά τους 30-50 εκατομμύρια «φίλους» τους και δεν έγινε αυτό εν αγνοία τους, με απευθείας αξιοποίηση των διασυνδέσεων που έχουν με άλλους χρήστες. Το πρόσφατο «σκάνδαλο» με το «Facebook» είναι μόνο η κορυφή της ...κορυφής του παγόβουνου. Οχι επειδή δεν αποκαλύφθηκαν ποιος ξέρει πόσες άλλες ανάλογες περιπτώσεις αξιοποίησης από τρίτους προσωπικών δεδομένων των χρηστών του «Facebook» (και του «Twitter» και του «Instagram» και όλων των άλλων ΜΚΔ), αλλά επειδή συγκαλύφθηκε η μεγαλύτερη εικόνα: Το ίδιο το «Facebook» και τα άλλα ΜΚΔ είναι που εκμεταλλεύονται πρώτα απ' όλους και σε μόνιμη βάση τις πληροφορίες που σκοπίμως ή άθελά τους, με άμεσο, αλλά κυρίως με έμμεσο τρόπο αναρτούν τα δισεκατομμύρια των χρηστών τους στις σελίδες τους. Βεβαίως, αυτές οι «αποκαλύψεις» γίνονται στο πλαίσιο αντιπαράθεσης, πολέμου οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων, η ουσία όμως δεν είναι η «κακή» χρήση αυτών των μέσων («κοινωνικής δικτύωσης»), αλλά η ίδια η λειτουργία τους, που δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετική αφού βρίσκονται υπό τον έλεγχο μονοπωλιακών ομίλων και της εξουσίας του κεφαλαίου.
***
Τι μέτρα πήρε το «Facebook» για να μην ξαναϋπάρξει άλλη περίπτωση τύπου «Cambridge Analytica»; Πέρα από τα γνωστά φληναφήματα, τις υποσχέσεις περί προστασίας των δεδομένων, δεσμεύτηκε να αλλάξει τη διασύνδεση προγραμματισμού του συστήματός του, για να περιορίσει τις δυνατότητες τρίτων να συλλέγουν στοιχεία. Με άλλα λόγια, περιορίζει για τους απ' έξω την πρόσβαση στον τεράστιο όγκο προσωπικών πληροφοριών που το ίδιο συγκεντρώνει και θα συνεχίσει να συγκεντρώνει, να διατηρεί και να επεξεργάζεται για δικό του εμπορικό όφελος. Ο περιορισμός δεν επηρεάζει τις διωκτικές αρχές και τις μυστικές υπηρεσίες, που κάθε χρόνο πραγματοποιούν δεκάδες χιλιάδες επίσημες αιτήσεις προς το «Facebook» για παράδοση στοιχείων (εκείνων που δεν μπορούν να συλλέγουν μέσω της διασύνδεσης προγραμματισμού), οι οποίες βεβαίως ικανοποιούνται πάραυτα από τους κεφαλαιοκράτες ιδιοκτήτες. Και αυτές πιο πολύ για «ξεκάρφωμα» είναι, αφού η NSA (Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας των ΗΠΑ) έχει ουσιαστικά πλήρη και online πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων του «Facebook». Τα ΜΚΔ είναι αποδεδειγμένα εξαιρετικό δώρο προς τα κράτη (περισσότερο των ΗΠΑ, αλλά και τα υπόλοιπα) και χρησιμοποιούνται πολλαπλώς από τις υπηρεσίες τους. Ορισμένες φορές, μάλιστα, κρατικές αρχές, όπως η αστυνομία, υπερηφανεύονται για το πώς αξιοποίησαν το «Facebook» ή άλλα ΜΚΔ στην αντιμετώπιση της «τρομοκρατίας», στην πάταξη της εγκληματικότητας και πάει λέγοντας.
***
Το «Facebook» και τα άλλα ΜΚΔ είναι «δωρεάν» επειδή χρυσοπληρώνονται από την πώληση και εκμετάλλευση των πληροφοριών που αντλούν από τους χρήστες τους εν αγνοία τους. Προσφέρουν χωρίς ενοίκιο το «χωράφι» όπου οι χρήστες θα καλλιεργήσουν με δικό τους κόπο πληροφορίες προσωπικού και κοινωνικού χαρακτήρα. Τον «καρπό» από αυτόν τον «αγρό» δρέπουν τα μονοπώλια, ώστε να μπορούν οι ιδιοκτήτες τους να φιγουράρουν στη λίστα με τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου. Με τις ίδιες πολύτιμες πληροφορίες «εξοπλίζονται» μυστικές και άλλες υπηρεσίες, που είναι επιφορτισμένες με το καθήκον της θωράκισης του αστικού συστήματος. Κάθε καλοπροαίρετος και κυρίως όποιος συμμετέχει στο κίνημα και στους εργατικούς - λαϊκούς αγώνες, πρέπει να σκεφτεί καλά πού αφιερώνει το χρόνο και την ενέργειά του, πώς προστατεύει τον εαυτό του για το σήμερα και για το αύριο. Στο «Facebook» γίνεται «γραναζάκι» του μηχανισμού παραγωγής κερδών για τους ιδιοκτήτες του και πληροφοριών χρήσιμων σε αυτούς που προσπαθούν να τον εμποδίσουν να αλλάξει τον κόσμο. Οι πραγματικές ανθρώπινες σχέσεις, τα πραγματικά κοινωνικά δίκτυα οικοδομούνται με τη διά ζώσης επικοινωνία, την έμπρακτη αλληλεγγύη στις δυσκολίες της καθημερινής ζωής και ιδίως εκεί που ο αγωνιστής μαζί με τους συναδέλφους του και τους συντρόφους του αναμετριέται με την αστική τάξη, στο εργοστάσιο, στο γραφείο, στο σχολείο, στον τόπο κατοικίας.

TOP READ