Βρισκόμαστε
σε μια περίοδο έντονων εξελίξεων που αφορούν τόσο στη νέα καπιταλιστική
οικονομική κρίση όσο και στην όξυνση των ανταγωνισμών ανάμεσα στα
καπιταλιστικά κράτη σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο.
Κρίσιμο στοιχείο για την
αστική εξουσία είναι, στο έδαφος αυτών των εξελίξεων, να διασφαλιστεί η
συναίνεση της εργατικής τάξης και του λαού στις στρατηγικές επιδιώξεις
της αστικής τάξης. Επιδιώκονται δηλαδή αφενός η εμπέδωση του αφηγήματος
ότι μπορεί να υπάρξει διαχείριση της κρίσης που να μοιράζει «δίκαια» τα
βάρη σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, αφετέρου η στοίχιση του
λαού στα σχέδια για τη γεωστρατηγική «αναβάθμιση» της αστικής τάξης της
Ελλάδας, η στήριξη των διπλωματικών και στρατιωτικών ενεργειών της, που
αποσκοπούν στην εδραίωση συνθηκών συνεκμετάλλευσης στο Αιγαίο έπειτα και
από μια πιθανή προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Σε αυτήν την κατεύθυνση
αποδεικνύεται για ακόμα μια φορά πολύτιμη η συμβολή του οπορτουνιστικού
ρεύματος στην έμμεση στήριξη των αστικών επιδιώξεων με έναν δήθεν
«αντιεθνικιστικό» μανδύα, όπως φάνηκε από τις πρόσφατες διακηρύξεις
διαφόρων δυνάμεων αυτού του χώρου (ΑΝΤΑΡΣΥΑ/ΝΑΡ, ΛΑΕ, «Σύλλογος
Κορδάτος» κ.ά.).
«ΝΑΤΟικότεροι» των ΝΑΤΟικών
Στο ζήτημα της όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών το πιο πρόσφατο στοιχείο ήταν η προσπάθεια του ΝΑΡ1 να
απαντήσει - επαναλαμβάνοντας τη γνωστή προβληματική του ανάλυση - σε
κριτική που έγινε από τη μεριά μας με αρθρογραφία στο τεύχος 2/2020 της
ΚΟΜΕΠ.
Ενα πρώτο ζήτημα αφορά στην υποβάθμιση ή και αποσιώπηση του ρόλου του ΝΑΤΟ στην περιοχή καθώς
η αντιπαράθεση των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας προβάλλεται επί
της ουσίας αποσυνδεδεμένη από τα ιμπεριαλιστικά σχέδια, μονάχα ως ένα
«διμερές» ζήτημα. Η εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην περιοχή, η επίδραση του
διεθνούς ανταγωνισμού ΗΠΑ, ΕΕ, Κίνας, Ρωσίας στους ανταγωνισμούς στην
ευρύτερη περιοχή της Ανατ. Μεσογείου, οι
επιδιώξεις της αστικής τάξης της Ελλάδας να προχωρήσουν άμεσα
συμβιβασμοί υπό ΝΑΤΟική εποπτεία ανάμεσα στις δύο χώρες και οι
«διευθετήσεις» που περιλαμβάνουν «συνδιαχείριση» και «γκριζαρίσματα»
είναι άγνωστα στοιχεία για την ανάλυση του ΝΑΡ.
Σε αυτό προστίθεται η ακόμα πιο προκλητική αθώωση των αμερικανοΝΑΤΟικών επιδιώξεων να επιβληθεί καθεστώς συνδιαχείρισης και συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου ανάμεσα
σε Ελλάδα και Τουρκία, καθώς υποστηρίζουν ότι συμβαίνει ακριβώς το
αντίθετο, ότι δηλαδή η αστική τάξη της Ελλάδας προσβλέπει σε ανακήρυξη
ΑΟΖ με τη στήριξη των ΗΠΑ. Πρόκειται για λάθος και άγνοια; Πάντως, το
ίδιο «λάθος» - χωρίς να έχει μέχρι σήμερα απαντηθεί - είχαμε αναδείξει
και σε παλαιότερο άρθρο του «Ριζοσπάστη» (7 - 8/3/2020), όπου είχαμε
παραθέσει και τις δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων διαχρονικά, όπως του
Ματ Πάλμερ, βοηθού υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, του πρέσβη Τζέφρι Πάιατ,
του Αμερικανού βοηθού υπουργού Εξωτερικών Φίλιπ Γκόρντον, το 2011, που
προωθούσαν και προωθούν σταθερά τη γραμμή να αποφεύγεται κάθε μονομερές
βήμα στην προσπάθεια ανακήρυξης της ΑΟΖ.
Επίσης, επαναφέρουν με
μεγάλες αμφισημίες και αντιφάσεις ακόμα και στο ίδιο κείμενο την
επικίνδυνη λογική τους για τις ΑΟΖ και τα κυριαρχικά δικαιώματα στην
περιοχή. Το ερώτημα βέβαια είναι πιο ξεκάθαρο: Εχουν τα ελληνικά νησιά κυριαρχικά δικαιώματα και δικαίωμα για ΑΟΖ ή όχι;
Αν δεχτούμε την ανάλυση
του ΝΑΡ ότι η αμφισβήτηση εκ μέρους της Τουρκίας των κυριαρχικών
δικαιωμάτων είναι απλά ένα ζήτημα διαφορετικής ερμηνείας του Διεθνούς
Δικαίου, όπου απλά
προτείνεται κάποια διαφορετική χάραξη της μέσης γραμμής όχι
υπολογίζοντας τα νησιά αλλά ανάμεσα στην ηπειρωτική Ελλάδα και την
Τουρκία, τότε οδηγούμαστε αναγκαστικά σε δύο συμπεράσματα: Είτε ότι τα
ελληνικά νησιά δεν έχουν ΑΟΖ, όπως διατείνεται η αστική τάξη της
Τουρκίας, είτε ότι μπορεί να έχουν περιορισμένα διακαιώματα, σύμφωνα και
με την πρόσφατη διπλωματική πρακτική της κυβέρνησης2. Σε
κάθε περίπτωση, το να παραδέχεται κανείς μια αμφισβητούμενη - «ανοιχτή»
κατάσταση στα σύνορα της περιοχής καταντά κάθε επίκληση για σταθερότητα
των συνόρων και για ειρήνη ένα απλό ευχολόγιο.
Πλήρες διαζύγιο με τη λενινιστική θεωρία του ιμπεριαλισμού
Βάση όλης της ανάλυσης
του ΝΑΡ είναι η απόσπαση της οικονομικής ουσίας του ιμπεριαλισμού από
την πολιτική που ασκούν τα καπιταλιστικά κράτη. Οπως γράφουν
χαρακτηριστικά στο τελευταίο κείμενό τους, «δεν
είναι όμως ποτέ οι "οικονομικές επιδιώξεις" από μόνες τους, που οδηγούν
σε εθνικισμούς και πολέμους. Εκεί οι καπιταλιστές τα "βρίσκουν". Είναι
όταν αυτές οι επιδιώξεις συμπυκνώνονται στον γεωπολιτικό και
γεωστρατιωτικό έλεγχο, σε έδαφος, σε χώρο γενικά και σύνορα!».
Θεωρούν,
επομένως, ότι στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού οι οικονομικές
επιδιώξεις διαχωρίζονται από εκείνες που έχουν «γεωπολιτικό και
γεωστρατιωτικό» χαρακτήρα και ότι μάλιστα στο επίπεδο των οικονομικών
επιδιώξεων οι καπιταλιστές «τα βρίσκουν»! Δηλαδή, ο ιμπεριαλιστικός
πόλεμος δεν αφορά οικονομικούς ανταγωνισμούς; Τι άλλο είναι αυτό εκτός
από αυταπάτη ότι μπορεί να υπάρξει μια διαφορετική, «μη ιμπεριαλιστική»
πολιτική που μπορεί να λύνει αντιθέσεις ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές,
αρκεί αυτές να είναι «οικονομικού επιπέδου»;
Κατηγορούν μάλιστα το
ΚΚΕ ότι υποβαθμίζει τάχα τις γεωπολιτικές επιδιώξεις της αστικής τάξης
της Ελλάδας, καθώς, όπως λένε, δεν αναδεικνύεται η πρόθεσή της να
ελέγξει τον «γεωπολιτικό και
γεωστρατηγικό "χώρο" (χερσαίο, θαλάσσιο, εναέριο) πάνω στον οποίο θα
ενισχύσει την "εκμετάλλευση" και τον "οικονομικό της ρόλο"».
Παρακάμπτουμε το προφανές αβάσιμο του ισχυρισμού, που μπορεί να
διαπιστωθεί από οποιονδήποτε που θα διαβάσει τις θέσεις του ΚΚΕ. Αξίζει
όμως να επισημάνουμε τη σχηματική, μη
διαλεκτική ανάλυση που θεωρεί ότι οι στόχοι του κεφαλαίου σε
γεωστρατηγικό επίπεδο εκφράζονται ή και επιτυγχάνονται πάντα και μόνο
μέσα από την εδαφική - χωρική επέκταση. Μένει έξω από το οπτικό τους
πεδίο το γεγονός ότι οι γεωπολιτικοί στόχοι επιτυγχάνονται ανάμεσα
στους ιμπεριαλιστές και με «χωρικές» παραχωρήσεις, παίρνοντας άλλα
ανταλλάγματα.
«Πρόταση διεξόδου» από την κρίση που οδηγεί στην ενσωμάτωση
Ενα ακόμη βασικό ζήτημα
στις θέσεις των διαφόρων δυνάμεων του οπορτουνισμού, που αναδείχθηκε με
την εκδήλωση της νέας καπιταλιστικής κρίσης, είναι η επαναφορά της χρεοκοπημένης
λογικής του μεταβατικού προγράμματος, που αποτέλεσε τη σημαία της
παρέμβασής τους την περίοδο 2012 - 2015 με τα γνωστά και πολύ επιζήμια
αποτελέσματα για το εργατικό - λαϊκό κίνημα.
Υποστηρίζουν ότι πρέπει να υπάρξει «ένα αριστερό, ριζοσπαστικό και ρεαλιστικό πρόγραμμα εργατικής και λαϊκής διεξόδου από την κρίση»3 το
οποίο στις διάφορες διακηρύξεις τους περιλαμβάνει μέτρα εκτεταμένης
κρατικής παρέμβασης στην οικονομία, κρατικό έλεγχο επιχειρήσεων,
εθνικοποίηση των τραπεζών, έξοδο από την ΕΕ, «αναπτυξιακή και κοινωνικά
δίκαιη αναθεώρηση χρεών» κ.ά.
Ποιος θα εφαρμόσει άραγε ένα τέτοιο πρόγραμμα;
Η πρώτη απάντηση που δίνεται (π.χ. «Σύλλογος Κορδάτος», ομάδες που έχουν διασπαστεί από ΝΑΡ κ.ά.) είναι το γνωστό αφήγημα της «ανάδειξης μιας λαϊκής, ριζοσπαστικής κυβέρνησης που θα το θέσει σε εφαρμογή»4.
Είναι
μια λογική που καλλιεργεί αυταπάτες ότι είναι δυνατόν, χωρίς
αμφισβήτηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και της εξουσίας του
κεφαλαίου και διά μέσου μιας «προοδευτικής κυβέρνησης», στο έδαφος του
καπιταλισμού, να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και να
υπάρξει πολιτική εξόδου από την κρίση υπέρ των εργαζομένων και του λαού.
Εξάλλου, πρόγραμμα
διαχείρισης της κρίσης δήθεν υπέρ των εργαζομένων έχει εξαγγείλει και ο
ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το ΚΙΝΑΛ, πολιτική εκτεταμένης κρατικής παρέμβασης στην
οικονομία ακολουθεί αυτήν την περίοδο και η ΝΔ, ενώ κρατικοποιήσεις
επιχειρήσεων εφαρμόζουν και κυβερνήσεις σε χώρες της ΕΕ, μετακυλίοντας
τις ζημιές στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων. Αποτελούν άραγε όλα αυτά
στοιχεία μιας «προοδευτικής» - φιλολαϊκής διακυβέρνησης με βάση την
παραπάνω οπορτουνιστική ανάλυση;
Η δεύτερη απάντηση, που
δίνεται από το ΝΑΡ, είναι ότι προτείνει «πολιτικούς κόμβους» που με βάση
την αντίληψή του συσπειρώνουν πιο εύκολα και καλλιεργούν εντέλει την
αντίθεση στον καπιταλισμό. Βέβαια, ένα πρόγραμμα που προτείνει - ακριβώς
όπως και των άλλων οπορτουνιστικών ομάδων - εθνικοποιήσεις τραπεζών και
επιχειρήσεων, διαγραφή του χρέους και έξοδο από την ΕΕ, χωρίς να
συνδέει αυτούς τους στόχους με το ζήτημα της εξουσίας, παραμένει ένα μεταβατικό πρόγραμμα όσες φορές και αν προσπαθήσει το ΝΑΡ να το βαφτίσει «αντικαπιταλιστικό».
Αντικειμενικά, μέσα από ένα τέτοιο πολιτικό πρόγραμμα στοχοποιείται ως
αντίπαλος μια μορφή διαχείρισης του καπιταλισμού (π.χ. η νεοφιλελεύθερη
αντίληψη της ΝΔ) και όχι το ίδιο το σύστημα, και συμβάλλει στο να
διευρύνονται οι αυταπάτες για τη δυνατότητα μιας «φιλολαϊκής» εκδοχής
του, που δήθεν θα επιβάλει από τα κάτω το κίνημα. Είναι η ίδια λογική
που οδήγησε το ΝΑΡ και τις δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην υποστήριξη της
κυβερνητικής ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ και στη συμμετοχή τους στις
κινητοποιήσεις στήριξης της διαπραγμάτευσης του 2015 που έφερε το 3ο -
ΣΥΡΙΖΑίικο - μνημόνιο.
Να βοηθήσουμε στην εξαγωγή συμπερασμάτων
Η στάση των
οπορτουνιστικών δυνάμεων μπροστά στις εξελίξεις στην Ανατ. Μεσόγειο και
στο Αιγαίο, η ανυπαρξία τους στην περίοδο των περιοριστικών μέτρων για
την πανδημία, η επί της ουσίας σύμπλευση στη γραμμή του αντικυβερνητικού
μετώπου του ΣΥΡΙΖΑ, προβληματίζουν τίμιους αγωνιστές που σχετίζονται
πολιτικά με αυτόν τον χώρο.
Τα γεγονότα προσφέρονται
για να βγουν ουσιαστικά συμπεράσματα. Η στάση κάθε δύναμης κρίνεται απ'
την πολιτική που υπηρετεί. Στην περίπτωση του οπορτουνιστικού χώρου
πίσω από απ' τα «αντιεθνικιστικά» και «αντικαπιταλιστικά» συνθήματα
κρύβονται η υπόκλιση στο σχέδιο του ΝΑΤΟ για συνδιαχείριση και
συνεκμετάλλευση του Αιγαίου και η παραπομπή της πάλης για ανατροπή της
αστικής εξουσίας στις ελληνικές καλένδες.
Τώρα είναι η ώρα να
πλατύνει η συζήτηση με κόσμο που προβληματίζεται, να συμβάλουμε ώστε να
βγουν ουσιαστικά συμπεράσματα για την πολιτική που μπορεί να
αντιμετωπίσει προς όφελος των εργαζομένων τους αστικούς σχεδιασμούς, για
τους όρους δυναμώματος του εργατικού - λαϊκού κινήματος, για να
κερδίζονται ευρύτερες δυνάμεις με τη σύγχρονη επαναστατική στρατηγική,
σε αντιπαράθεση με την πολιτική ενσωμάτωσης του οπορτουνισμού.
Παραπομπές
1.
«Για τις ΑΟΖ και τον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό - Κριτική της κριτικής
του ΚΚΕ στις θέσεις του ΝΑΡ», Μπ. Συριόπουλος, Π. Μαυροειδής, 16/6/2020
2.
Πιο αναλυτικά: «Συμφωνία Ελλάδας - Ιταλίας για τον καθορισμό θαλάσσιων
ζωνών. Στην υπηρεσία της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών
σχεδιασμών», Γιώργου Μαρίνου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ,
«Ριζοσπάστης» 13 - 14/6/2020
3. «Εκτιμήσεις και πρόγραμμα πάλης για την επιδημική και οικονομική κρίση», «Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο», 31/5/2020
4. «Πρόγραμμα διεξόδου», εισήγηση του Δ. Καλτσώνη στην εκδήλωση «Τι μας περιμένει μετά την πανδημία;», 10/5/2020