Η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο
αλλά να μην το βρίσκεις σχεδόν ποτέ...
Όσοι έχουν ψύχωση με τη δικαίωσή τους, την αναζητούν εναγωνίως, με κάθε τρόπο. Πχ λέγοντας τα πάντα και τα αντίθετά τους, ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει, σαν τριπλή παραλλαγή στο ΠΡΟ-ΠΟ. Αλλά αν βάλεις πολλές τριπλές, το κόστος του δελτίου ανεβαίνει σε δυσθεώρητα ύψη (και βάρη για την τσέπη), οπότε πρέπει να έχεις εναλλακτική. Κάτι σαν το βιβλίο του Σοπενάουερ, με τον τίτλο της ανάρτησης, που βρίσκει τεράστια απήχηση σε ένα κοινό συνηθισμένο στην κοινωνική αδικία και την αφηρημένη επίκληση της δικαιοσύνης, που κάνει ελάχιστα πράγματα για να βρει το δίκιο του, αλλά τα πάντα για την προσωπική του επιβεβαίωση.
Το βασικό πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι ακολουθούν το παράδειγμα του Μωάμεθ από την παροιμία με το βουνό. Και δεν τους ενδιαφέρει να μοχθήσουν ή να μελετήσουν (αυτό ειδικά τους φαίνεται βουνό) για να φτάσουν αυτοί στην αλήθεια, αλλά να τους έρθει αυτή στο πιάτο, να έρθει στα (σοφά) λόγια τους και να προσαρμοστεί ευέλικτα στις ιδέες τους.
Κι επειδή η πραγματικότητα είναι μεν πολύπλοκη κι αντιφατική, αλλά δεν είναι χυλός για να παίρνει το σχήμα μιας συνείδησης, το πρόβλημα περιπλέκεται από τις συνειδήσεις που πλανώνται πλάνην οικτράν, αλλά αρνούνται να πλανηθούν, δηλ να μετακινηθούν, παραμένουν γαντζωμένες στην πλάνη τους και εχθρεύονται οποιονδήποτε της/τους εναντιώνεται και δε συμφωνεί πως πετάει ο γάιδαρος. Οπότε θέλει γαϊδουρινή υπομονή για να γίνει σοβαρή πολιτική συζήτηση με τα συγκεκριμένα άτομα, καθώς περιστρέφεται διαρκώς γύρω από ένα κόλλημα, σαν σκυλί που το έχουν δέσει σε πάσσαλο κι αλυχτάει χωρίς σκοπό.
Η αλήθεια και η προσέγγισή της δεν είναι κάποιο κληρονομικό χάρισμα, αλλά απαιτεί μεθοδικότητα, αναλυτική ικανότητα και τα κατάλληλα ερμηνευτικά εργαλεία. "Ψέματα να πω; Υπάρχει το σύστημα" (μέθοδος), όπως έλεγε και το σλόγκαν μιας παλιάς διαφήμισης. Αν οι κομμουνιστές επιβεβαιώνονται συνεχώς στις εκτιμήσεις τους (με την έννοια της επαλήθευσης και όχι του σας-τα-λεγάκια, που κουνά επιτιμητικά το δάχτυλο), είναι γιατί βασίζονται σε αυτά τα εργαλεία, και όχι γιατί είναι καφετζούδες, σαν τους πολιτικούς τους αντιπάλους, που ποντάρουν στην ευπιστία του κόσμου. Αυτοί σου ζητάνε ένα χαρτονόμισμα (ή ένα ψηφοδέλτιο) για να διαλυθεί το σύννεφο, ενώ οι δικοί μας σου λεν καθαρά πως έρχεται θύελλα και σου διαλύουν το συννεφάκι με τις αυταπάτες για εύκολες, κοινοβουλευτικές λύσεις από τα πάνω, που θα έρθουν σα δώρο από τον ουρανό (αντί να εφοδεύσουμε εμείς σε αυτόν), σαν όλους όσους πέφτουν από τα σύννεφα με την προδοσία (εντός κι εκτός εισαγωγικών) του τρίτου μνημονίου, τον περασμένο Αύγουστο.
Κι αυτή ακριβώς η επέτειος, που πέρασε στα ψιλά (εν μέσω θρησκευτικής κατάνυξη και σκυλοκαβγά για τα τηλεοπτικά πλάνα) είναι η αφορμή για τις παραπάνω σημειώσεις. Γιατί το ΚΚΕ έχει βασικά κατακτήσει την τέχνη να έχει σχεδόν πάντα δίκιο, σε όλα όσα έλεγε (και προειδοποιούσε) πχ για την ΕΕ, την αριστερή κυβέρνηση, το δημοψήφισμα, κοκ. Το ζητούμενο όμως είναι πώς θα μεταδώσει την αλήθεια στις μάζες, για να γίνει υλική δύναμη. Κι είναι αυτές ακριβώς οι δυσκολίες να πει κανείς την αλήθεια (όπως σημείωνε ο Μπρεχτ, που για τη σημειολογία του πράγματος, πέθανε 14 Αυγούστου, την ίδια μέρα που ψηφιζόταν το μνημόνιο και κάποιοι αποστασιοποιήθηκαν όψιμα αλλά κάθε άλλο παρά μπρεχτικά από το Σύριζα) που αποτελούν την τέχνη της πολιτικής.
Το θέμα λοιπόν δεν είναι να έχεις δίκιο, αλλά πώς θα το βρεις. Γιατί η αλήθεια, κι ετυμολογικά να το πάρεις, προϋποθέτει την άρνηση της λήθης, κάτι εξ ορισμού πολύ δύσκολο για μια κοινή γνώμη, που τη βομβαρδίζουν με προπαγάνδα κι άχρηστες πληροφορίες για να νιώθει σαν χρυσόψαρο στη γυάλα, και να μην αποκτήσει ποτέ ιστορική μνήμη. Κι επειδή ένα σημαντικό μέρος του λαού, που αγαπά τις αυταπάτες του, μισεί αυτόν που του λέει την αλήθεια, σαν τους αγγελιοφόρους των κακών μαντάτων, αυτόν που τον καλεί σε ξεσηκωμό και αφύπνιση, όπως το ξυπνητήρι, που μας λέει την πικρή αλήθεια για την ώρα, αντί να μας πει ένα γλυκό ψέμα, να αποκοιμηθούμε. Πχ "όχι μέχρι το τέλος".
Κι αν για εμάς νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, το δίκιο μιας ολόκληρης τάξης, που υφίσταται την εκμετάλλευση, καταλαβαίνει κανείς πόσο δύσκολο είναι να το βρει. Γιατί κανείς δεν αμφισβητεί (στα λόγια) πως το έχει, άλλο αν κάποιοι εξ ημών μαθαίνουν να λατρεύουν το βιαστή-εκμεταλλευτή τους και να τον ευγνωμονούν.
Κανείς δεν πρόκειται να μας χαρίσει τίποτα, αν δεν το διεκδικήσουμε.
Κι αυτό δεν πρόκειται να γίνει δια της νόμιμης (συνταγματικής) ή της δικαστικής οδού, αλλά μόνο αν κινήσουμε εμείς να βρούμε το βουνό -ου μην και να ανέβουμε σε αυτό με ένοπλες ομάδες...
Όσοι έχουν ψύχωση με τη δικαίωσή τους, την αναζητούν εναγωνίως, με κάθε τρόπο. Πχ λέγοντας τα πάντα και τα αντίθετά τους, ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει, σαν τριπλή παραλλαγή στο ΠΡΟ-ΠΟ. Αλλά αν βάλεις πολλές τριπλές, το κόστος του δελτίου ανεβαίνει σε δυσθεώρητα ύψη (και βάρη για την τσέπη), οπότε πρέπει να έχεις εναλλακτική. Κάτι σαν το βιβλίο του Σοπενάουερ, με τον τίτλο της ανάρτησης, που βρίσκει τεράστια απήχηση σε ένα κοινό συνηθισμένο στην κοινωνική αδικία και την αφηρημένη επίκληση της δικαιοσύνης, που κάνει ελάχιστα πράγματα για να βρει το δίκιο του, αλλά τα πάντα για την προσωπική του επιβεβαίωση.
Το βασικό πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι ακολουθούν το παράδειγμα του Μωάμεθ από την παροιμία με το βουνό. Και δεν τους ενδιαφέρει να μοχθήσουν ή να μελετήσουν (αυτό ειδικά τους φαίνεται βουνό) για να φτάσουν αυτοί στην αλήθεια, αλλά να τους έρθει αυτή στο πιάτο, να έρθει στα (σοφά) λόγια τους και να προσαρμοστεί ευέλικτα στις ιδέες τους.
Κι επειδή η πραγματικότητα είναι μεν πολύπλοκη κι αντιφατική, αλλά δεν είναι χυλός για να παίρνει το σχήμα μιας συνείδησης, το πρόβλημα περιπλέκεται από τις συνειδήσεις που πλανώνται πλάνην οικτράν, αλλά αρνούνται να πλανηθούν, δηλ να μετακινηθούν, παραμένουν γαντζωμένες στην πλάνη τους και εχθρεύονται οποιονδήποτε της/τους εναντιώνεται και δε συμφωνεί πως πετάει ο γάιδαρος. Οπότε θέλει γαϊδουρινή υπομονή για να γίνει σοβαρή πολιτική συζήτηση με τα συγκεκριμένα άτομα, καθώς περιστρέφεται διαρκώς γύρω από ένα κόλλημα, σαν σκυλί που το έχουν δέσει σε πάσσαλο κι αλυχτάει χωρίς σκοπό.
Η αλήθεια και η προσέγγισή της δεν είναι κάποιο κληρονομικό χάρισμα, αλλά απαιτεί μεθοδικότητα, αναλυτική ικανότητα και τα κατάλληλα ερμηνευτικά εργαλεία. "Ψέματα να πω; Υπάρχει το σύστημα" (μέθοδος), όπως έλεγε και το σλόγκαν μιας παλιάς διαφήμισης. Αν οι κομμουνιστές επιβεβαιώνονται συνεχώς στις εκτιμήσεις τους (με την έννοια της επαλήθευσης και όχι του σας-τα-λεγάκια, που κουνά επιτιμητικά το δάχτυλο), είναι γιατί βασίζονται σε αυτά τα εργαλεία, και όχι γιατί είναι καφετζούδες, σαν τους πολιτικούς τους αντιπάλους, που ποντάρουν στην ευπιστία του κόσμου. Αυτοί σου ζητάνε ένα χαρτονόμισμα (ή ένα ψηφοδέλτιο) για να διαλυθεί το σύννεφο, ενώ οι δικοί μας σου λεν καθαρά πως έρχεται θύελλα και σου διαλύουν το συννεφάκι με τις αυταπάτες για εύκολες, κοινοβουλευτικές λύσεις από τα πάνω, που θα έρθουν σα δώρο από τον ουρανό (αντί να εφοδεύσουμε εμείς σε αυτόν), σαν όλους όσους πέφτουν από τα σύννεφα με την προδοσία (εντός κι εκτός εισαγωγικών) του τρίτου μνημονίου, τον περασμένο Αύγουστο.
Κι αυτή ακριβώς η επέτειος, που πέρασε στα ψιλά (εν μέσω θρησκευτικής κατάνυξη και σκυλοκαβγά για τα τηλεοπτικά πλάνα) είναι η αφορμή για τις παραπάνω σημειώσεις. Γιατί το ΚΚΕ έχει βασικά κατακτήσει την τέχνη να έχει σχεδόν πάντα δίκιο, σε όλα όσα έλεγε (και προειδοποιούσε) πχ για την ΕΕ, την αριστερή κυβέρνηση, το δημοψήφισμα, κοκ. Το ζητούμενο όμως είναι πώς θα μεταδώσει την αλήθεια στις μάζες, για να γίνει υλική δύναμη. Κι είναι αυτές ακριβώς οι δυσκολίες να πει κανείς την αλήθεια (όπως σημείωνε ο Μπρεχτ, που για τη σημειολογία του πράγματος, πέθανε 14 Αυγούστου, την ίδια μέρα που ψηφιζόταν το μνημόνιο και κάποιοι αποστασιοποιήθηκαν όψιμα αλλά κάθε άλλο παρά μπρεχτικά από το Σύριζα) που αποτελούν την τέχνη της πολιτικής.
Το θέμα λοιπόν δεν είναι να έχεις δίκιο, αλλά πώς θα το βρεις. Γιατί η αλήθεια, κι ετυμολογικά να το πάρεις, προϋποθέτει την άρνηση της λήθης, κάτι εξ ορισμού πολύ δύσκολο για μια κοινή γνώμη, που τη βομβαρδίζουν με προπαγάνδα κι άχρηστες πληροφορίες για να νιώθει σαν χρυσόψαρο στη γυάλα, και να μην αποκτήσει ποτέ ιστορική μνήμη. Κι επειδή ένα σημαντικό μέρος του λαού, που αγαπά τις αυταπάτες του, μισεί αυτόν που του λέει την αλήθεια, σαν τους αγγελιοφόρους των κακών μαντάτων, αυτόν που τον καλεί σε ξεσηκωμό και αφύπνιση, όπως το ξυπνητήρι, που μας λέει την πικρή αλήθεια για την ώρα, αντί να μας πει ένα γλυκό ψέμα, να αποκοιμηθούμε. Πχ "όχι μέχρι το τέλος".
Κι αν για εμάς νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, το δίκιο μιας ολόκληρης τάξης, που υφίσταται την εκμετάλλευση, καταλαβαίνει κανείς πόσο δύσκολο είναι να το βρει. Γιατί κανείς δεν αμφισβητεί (στα λόγια) πως το έχει, άλλο αν κάποιοι εξ ημών μαθαίνουν να λατρεύουν το βιαστή-εκμεταλλευτή τους και να τον ευγνωμονούν.
Κανείς δεν πρόκειται να μας χαρίσει τίποτα, αν δεν το διεκδικήσουμε.
Κι αυτό δεν πρόκειται να γίνει δια της νόμιμης (συνταγματικής) ή της δικαστικής οδού, αλλά μόνο αν κινήσουμε εμείς να βρούμε το βουνό -ου μην και να ανέβουμε σε αυτό με ένοπλες ομάδες...