20 Ιαν 2021

Οι ΗΠΑ έχουν συνέχεια – Τον Γκουαϊδό αναγνωρίζει ως πρόεδρο η κυβέρνηση Μπάιντεν

 


Μπορεί η αλλαγή φρουράς στο τιμόνι των ΗΠΑ να χαιρετίστηκε ως “ελπιδοφόρα αλλαγή” από διάφορες “αριστερές – προοδευτικές” δυνάμεις, στη χώρα μας και όχι μόνο, αλλά η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν φροντίζει να δώσει σαφή δείγματα γραφής πριν καν αναλάβει καθήκοντα, καλά-καλά.

Ο Άντονι Μπλίνκεν έδωσε χτες ακρόαση στη Γερουσία για να εγκριθεί ο διορισμός του ως νέος Υπουργός Εξωτερικών, και μαζί τα διαπιστευτήρια της νέας κυβέρνησης.

Μπορεί η μαριονέτα του ανυπόληπτου Χουάν Γκουαϊδό να εγκαταλείπεται πλέον και από τους ένθερμους υποστηρικτές του, ωστόσο η κυβέρνηση Μπάιντεν θα συνεχίσει να τον αναγνωρίζει ως τον “νόμιμο πρόεδρο” της Βενεζουέλας, συνεχίζοντας “πιο αποτελεσματικά στοχευμένες” κυρώσεις, με στόχο την παραίτηση του Μαδούρο και τη διενέργεια “δίκαιων και ελεύθερων εκλογών”.

Οι ΗΠΑ φαίνονται αποφασισμένες να μην εγκαταλείψουν το παιχνίδι σε μία από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγές χώρες του κόσμου. Ενώ οι ανακοινώσεις του Μπλίνκεν διαψεύδουν τις ελπίδες της νόμιμης και εκλεγμένης βενεζουελανικής κυβέρνησης για μια πιθανή αλλαγή πορείας στην πολιτική των ΗΠΑ, με τη νέα κυβέρνηση.

Ο νέος υπουργός Εξωτερικών έδωσε το στίγμα της ολόπλευρης στήριξης και σε έναν άλλο στρατηγικό σύμμαχο των ΗΠΑ, το Ισραήλ, με τη δήλωσή του πως η λύση των δύο κρατών -ισραηλινού και Παλαιστινιακού, δε μοιάζει ρεαλιστική -τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Παράλληλα δεσμεύτηκε πως η κυβέρνηση θα συνεχίσει να αναγνωρίζει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, διατηρώντας εκεί την πρεσβεία της -διατηρεί έτσι ως τετελεσμένη την απόφαση που πήρε η κυβέρνηση Τραμπ.

Το μόνο “ιερό και απαραβίαστο” για την εκάστοτε κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι η “ασφάλεια του κράτους του Ισραήλ”. Όσο για τους Παλαιστίνιους, καλούνται να συμβιβαστούν με το σχέδιο, που είχε παρουσιάσει η απερχόμενη κυβέρνηση, και την απαράδεκτη προοπτική ενός συρρικνωμένου κράτους, με πρωτεύουσα στην περιφέρεια της Ιερουσαλήμ, χωρίς τους εβραϊκούς οικισμούς, που θα τους προσαρτούσε το κράτος του Ισραήλ.

Όπως αποδεικνύει η κυβέρνηση Μπάιντεν -πριν καλά-καλά αναλάβει καθήκοντα- το αστικό κράτος έχει συνέχεια. Το ίδιο και η πολιτική μιας ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης, που δεν επηρεάζεται από κυβερνητικές εναλλαγές.

Τα έξυπνα πουλιά και οι θεωρίες συνωμοσίας για τις νέες τεχνολογίες

 



Πριν από μέρες δέχτηκα πολλές επιθέσεις κατά πόσο μπορώ να καταλάβω τις νέες τεχνολογίες. Αυτός τις έπαιζε λέει στα δάκτυλα και ήξερε τα πάντα! Η πιο ωραία κατηγορία του είναι πως κάτι σαν κι εμένα που δεν καταλαβαίνουν τη νέα τεχνολογία είναι οι διώκτες των ανθρώπων που θέλουν να πλησιάσουν το ΚΚΕ!

 Κατέβασε δε όλη την συνομωσιολογική και επιστημονική αρθρογραφία για να πείσει ότι η νέα τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη αντικαθιστούν τους ανθρώπους στις ταξικές σχέσεις, αναλαμβάνει δηλαδή τις σχέσεις να τις χειρίζεται η τεχνητή νοημοσύνη (!) και οδηγήθηκε, χωρίς να το καταλάβει, στον φετιχισμό της τεχνολογίας, κατά το πρότυπο που ο Μαρξ την ανέλυσε στο Κεφάλαιο με τίτλο «Ο Φετιχικός χαρακτήρας του Εμπορεύματος και το μυστικό του» (Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, Τ. Α΄σελ.84). Έδωσε δηλαδή υπερφυσικές ιδιότητες στην τεχνολογία και νόμισε ότι η τεχνολογία απέκτησε μυθική δύναμη πάνω στους ανθρώπους, ενώ δεν είναι τίποτα άλλο από άψυχο όργανο όπως κάθε εμπόρευμα και κάθε όπλο, της ταξικής εξουσίας του πλούτου πάνω στους εκμεταλλευόμενους.

 Το χειρότερο, προσπάθησε να «αποδείξει» ότι υπεραξία δεν παράγεται μόνο και αποκλειστικά από εργάτες που βρίσκονται σε καπιταλιστική παραγωγική σχέση με τους  κεφαλαιοκράτες, αλλά πήγε να προσομοιάσει το πληκτρολόγημα των μνμ στο πληκτρολόγιο ως «απλήρωτη εργασία» που δημιουργεί αξία και υπεραξία, επειδή οι εταιρείες κλέβουν τα data (δεδομένα), τα επεξεργάζονται και τα πουλάνε! Και του γράφω ότι το οξυγόνο είναι το ακριβότερο και πολυτιμότερο αγαθό της ζωής αλλά το παίρνουμε τζάμπα. Αν όμως το παράγουμε και το βάλουμε σε φιάλες θα πληρώσουμε όχι το οξυγόνο που το παίρνουν τζάμπα αλλά τη δουλειά της παραγωγής, μεταφοράς κλπ. αξία έχει μόνο όταν κάτι παράγεται για να πουληθεί ως εμπόρευμα και μόνο με βάση την κοινωνικά αναγκαία εργασία (χρόνο) που παράγεται.

 Καμία συνεννόηση. 


  Πριν αλέκτωρ λαλήσει όμως ήρθε «βοήθεια» από τη χώρα της τεχνολογίας! Η άποψη της μυθοποίησης των νέων τεχνολογιών και της αντίληψης ότι τα πάντα καταγράφονται και αναλύονται από την τεχνητή νοημοσύνη σε πεδία που ούτε φανταζόμαστε, κατέρρευσε στην χώρα με την υψηλότερη τεχνητή νοημοσύνη, τις ΗΠΑ!

Το νέο είναι απλό και περνάει σε όλες σχεδόν τις ειδήσεις:

[Σύμφωνα με δημοσίευμα του CNN, οι 25.000 άνδρες και γυναίκες της αμερικανικής εθνοφρουράς περνούν από εξονυχιστικό έλεγχο. Κι αυτό γιατί, εκτός από τον εξωτερικό κίνδυνο των οπλισμένων ομάδων ακροδεξιών εξτρεμιστών, που απειλούν με επιθέσεις στην αμερικανική πρωτεύουσα και τις πρωτεύουσες πολλών πολιτειών, οι αρχές φοβούνται εξτρεμιστικά στοιχεία που έχουν παρεισφρήσει στα σώματα ασφαλείας και συνεργάζονται με οργανώσεις, όπως οι Proud Boys και Boogaloo Bois.

«Αυτό που συμβαίνει είναι να ελέγχονται προτού φύγουν από την πολιτεία τους και να λαμβάνουν ενός είδους πιστοποίηση από το FBI» δήλωσε ο επικεφαλής της Εθνικής Φρουράς του της Ουάσιγκτον. Όπως είπε, ο έλεγχος περιλαμβάνει συγκεκριμένες ερωτήσεις σχετικά με τις πεποιθήσεις τους και τις απόψεις τους σχετικά με τη νομιμότητα των εκλογών, ενώ λαμβάνεται υπόψιν το ιστορικό τους. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα μέλη της Εθνικής Φρουράς ελέγχονται τόσο κατά την ένταξή τους στην υπηρεσία όσο και στην πορεία.]

 Αυτή η είδηση καταρρίπτει κάθε συνομωσιολογική θεωρία ότι με τις νέες τεχνολογίες ελέγχονται και καταγράφονται τα πάντα. Αν ήταν έτσι θα ήταν θέμα δευτερολέπτων ο πλήρης έλεγχος όλων των μελών της εθνοφρουράς, δεν θα χρειάζονταν κανένα FBI να κάνει έρευνες και ερωτήσεις, αλλά αρκούσαν μερικά πλήκτρα στους τεχνολόγους των εταιριών και όλα θα ήταν γνωστά!

 Δεν ήταν όμως! Και η θεωρία καταρρέει πριν στηθεί.

 Κανένας δεν υποτιμά τις νέες τεχνολογίες και την προοπτική τους στα χέρια της άρχουσας τάξης. Θα κάνει το παν, όπως κάθε εξουσία στο παρελθόν, να διατηρήσει την κυριαρχία της στις μάζες το λαού. Όμως τα όριά της συγκοινωνούν με τις παραγωγικές σχέσεις και την παρακμή τους, τις κρίσεις και την άρνηση των ανθρώπων να είναι εκμεταλλευόμενοι και να ζουν το δράμα ενός παρηκμασμένου συστήματος. Στο τέλος, η εξουσία θα αρχίσει να φοβάται και αυτούς που χειρίζονται τις νέες τεχνολογίες, φως φανάρι αυτό με την εθνοφρουρά, άσχετα αν οι φόβοι είναι από δεξιά. Όταν όμως οι χειριστές των τεχνολογιών είναι άνθρωποι της εργατικής τάξης, η οποία σηκώνει επαναστατικό κεφάλι, όσο και αν υποτάσσονται, κάποια στιγμή θα περάσουν στην αντίληψη πως μόνο η ανατροπή θα σώσει τον κόσμο και τους ίδιους. Εκεί είναι και το τέλος κάθε τεχνολογίας ως όργανο της άρχουσας τάξης. Το είδαμε τόσες φορές, δυνάμεις καταστολής να περνάνε με τον λαό…

 Τέλος, οι «θεϊκές» δυνάμεις των τεχνολογιών που ελέγχουν τα πάντα, αποδείχτηκε ότι δεν μπορούν να εντοπίσουν τι θα κάνουν όλοι όσοι πραγματικά ετοιμάζουν «κάτι» τη μέρα της ορκωμοσίας. Αν οι τεχνητές νοημοσύνες τα ήξεραν όλα, θα ήταν για την εθνοφρουρά θέμα μερικών πλήκτρων και σε δευτερόλεπτα θα εμφανίζονταν όλος ο χάρτης της χώρας με το σύνολο των ιδεών και προθέσεων του λαού σε κατάταξη επικινδυνότητας, καταλήγοντας σε αυτούς που ετοιμάζουν επίθεση. Θα καταγράφονταν, από πιο μέρος είναι ο καθένας με όλα τα ονόματα και τις διευθύνσεις τους!  Αντί γι αυτό βάζουν το  FBI να κάνει ελέγχους και την εθνοφρουρά που δεν εμπιστεύονται να κάνει επάλληλες σειρές, οδοφράγματα και αμυντικές γραμμές, έχοντας άγνοια του αριθμού και των σκέψεων αυτών που θα επιτεθούν, αν επιτεθούν κλπ, κλπ. Τέτοιες νέες τεχνολογίες και τέτοια τεχνητή νοημοσύνη που σε εμάς παρουσιάζεται ότι ελέγχει τα πάντα  και στις ΗΠΑ δεν μπορεί να βρει ποιος ετοιμάζει όπλα για να εισβάλει στο Καπιτώλιο, είναι για κλάματα!

 Μαζί καταρρέουν και οι θεωρίες συνομωσιολογίας που σκοπεύουν να τρομοκρατήσουν τον κόσμο για την αόρατη δύναμη της άρχουσας τάξης και αντί για ταξικές και πολιτικές μάχες να δίνει μάχες με αόρατους εχθρούς και ανεμόμυλους σαν τον Δον Κιχώτη!

 Για την ιστορία, όταν διάβασε το λινκ που συνέτριβε τις μεταφυσικές θεωρίες του για τις νέες τεχνολογίες με μπλόκαρε! Όποιος θέλει λεπτομέρειες μπορεί να διαβάσει τα κομμάτια που θέλει. 

 Ψηφιακή τεχνολογία. Στην υπηρεσία ποιών;

 http://aristeripolitiki.blogspot.com/2021/01/b

 

 

 

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΕΥΣΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ

 


 Η Υπουργός Παιδείας, Ν. Κεραμέως,  από κοινού με  τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Μ. Χρυσοχοΐδη, παρουσίασαν πριν μια εβδομάδα το σχέδιο νόμου με τίτλο  «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, Προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας, Αναβάθμιση του Ακαδημαϊκού Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις». Εκπαίδευση και Αστυνομία εμφανίζονται σε συμπληρωματικούς ρόλους όχι μόνο με το ίδιο το νομοσχέδιο, αλλά και συμβολικά με την από κοινού παρουσίαση των υπουργών.   Στο οποίο νομοσχέδιο ανάμεσα στα άλλα θεσμοθετείται η παρουσία της αστυνομίας στα πανεπιστημιακά ιδρύματα για  την προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και την αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος, με τον νομοθέτη να φαίνεται να αδιαφορεί για  την αντίφαση της νομοθετικής του πρότασης.  Πώς ένα αστυνομικό σώμα φύλαξης πανεπιστημιακών χώρων, που κατά τον Μ. Χρυσοχοΐδη θα έχει δικαίωμα να κάνει συλλήψεις, να συντάσσει δικογραφίες και να παραπέμπει στον εισαγγελέα, μπορεί να διαφυλάσσει την ακαδημαϊκή ελευθερία;   

               Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιδιώκει με τους νόμους που ψηφίζει, για το πανεπιστημιακό άσυλο παλιότερα, την αστυνομοκρατία στο πανεπιστήμιο τώρα, να εκριζώσει από την κοινή γνώμη και την ακαδημαϊκή κοινότητα στάσεις και αντιλήψεις σχετικά με την προστασία αυτών των ελευθεριών που συνδέονται με τα δημοκρατικά αιτήματα της μεταπολίτευσης, ώστε να καταρριφτούν ευκολότερα οι κοινωνικές αντιστάσεις για το αστυνομοκρατούμενο κράτος που οικοδομείται.
Η ακαδημαϊκή ελευθερία οικοδομήθηκε σε αντίθεση με τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές αρχές που σκοπεύουν να ασκήσουν περιορισμό ή πίεση και είναι η βασική αρχή του πανεπιστημίου που είναι συμβατή με την αυτονομία του. Αυτές οι δυο έννοιες αλληλεπικαλύπτονται, αλλά μένουν διακριτές, αφού αυτονομία σημαίνει διοικητική ανεξαρτησία που εξασφαλίζει την πνευματική ανεξαρτησία των πανεπιστημιακών. Η  ακαδημαϊκή ελευθερία θεωρείται όπλο άμυνας έναντι παρεμβάσεων από εξωτερικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να θέσουν υπό αμφισβήτηση την απαραίτητη ελευθερία που απολαμβάνουν οι πανεπιστημιακοί προκειμένου να ασκήσουν σωστά το επάγγελμά τους. Και βέβαια αυτό προϋποθέτει επίσης, σε αντάλλαγμα, ότι οι πανεπιστημιακοί γνωρίζουν τα καθήκοντά τους και τα εκπληρώνουν. Στη χώρα μας, ακόμα κι αν η λειτουργία των πανεπιστημίων εξαρτάται από την κρατική εποπτεία, όμως μετά τη μεταπολίτευση τη συνύπαρξη της με γνήσιες ακαδημαϊκές ελευθερίες κανείς δεν τολμούσε να αμφισβητήσει.   
Στη σύγχρονη ιστορία μέχρι τώρα, οι δύο δυνάμεις που έχουν απειλήσει την ελευθερία των πανεπιστημίων είναι η πολιτική εξουσία και οι θρησκευτικές αρχές. Στις μέρες μας  γίνεται  κατανοητό ότι  κύρια απειλή προέρχεται από τις αυτοδιαφημιζόμενες φιλελεύθερες αστικές δημοκρατίες με τον βαρύ περιορισμό που θέτει η παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική οικονομία. Κατά κάποιο τρόπο, όλα τα πανεπιστήμια βιώνουν μια υπερεθνική ανταγωνιστικότητα που κυριαρχείται και δομείται εξ ολοκλήρου από τη λογική του οικονομικού συστήματος, του μονοπωλιακού καπιταλισμού και τους σκοπούς του. Το οποίο κλείνει το πανεπιστήμιο σε ένα κλουβί γραφειοκρατίας, όπου εξωτερικοί φορείς που σχετίζονται με εταιρείες και μονοπώλια επιβάλλουν με τα δικά τους κριτήρια μια μόνιμη και συνεχή αξιολόγηση, και κυρίως και πάνω απ’ όλα το περιερχόμενο του ερευνητικού έργου των πανεπιστημίων.
Η ακαδημαϊκή ελευθερία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά αποβλέπει στο κοινό καλό. Εάν δεν υπήρχε αυτή η αλτρουιστική διάσταση στην ακαδημαϊκή ελευθερία, τότε δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί  η  ύπαρξη ενός τέτοιου προνομίου. Η δυσκολία βέβαια έγκειται στον εντοπισμό αυτού του κοινού αγαθού και οι απαντήσεις ποικίλλουν ανάλογα με την αντίληψή που επικρατεί για το πανεπιστήμιο και τους σκοπούς του και εξαρτάται από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες.  Γιατί αν στόχος της  πανεπιστημιακής εκπαίδευσης  είναι η παροχή διπλωμάτων με αξία στην αγορά εργασίας ή η μετατροπή του πανεπιστημίου σ’ έναν οργανισμό όπου χρηματοδοτούνται εκείνες οι γνώσεις που έχουν μοναδικό σκοπό να διασφαλίσουν την αναπαραγωγή της καπιταλιστικής οικονομίας, τότε βεβαίως η ακαδημαϊκή ελευθερία μόνο ως τροχοπέδη στην εκπλήρωση αυτών των στόχων μπορεί να λειτουργήσει. Η  επιστήμη και τεχνολογία σε συνδυασμό με την οικονομία να αυτονομούνται  από τις ανάγκες του ανθρώπου, η γνώση να γίνεται στέρεα και ποσοτική και όλα να τίθενται στην υπηρεσία μιας οικονομίας που δυναστεύει τον άνθρωπο. Κι έτσι, η δυνατότητα του ανθρώπου για δημιουργία  και μάθηση γίνεται εμπόρευμα σε πακέτο, εντάσσεται σε μια διαδικασία παραγωγής-κατανάλωσης στην οποία ο πανεπιστημιακός δεν πρέπει να ενδιαφέρεται η να ξέρει τίποτε παραπάνω απ’ όσα χρειάζεται να γίνει ελκυστικό εμπόρευμα η γνώση του.
Αν όμως θεωρείται στόχος της ύπαρξης ενός πανεπιστημίου η παραγωγή γνώσεων και η συνεχής ανανέωσή τους, τότε η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ. Γιατί για να συμβεί αυτό είναι απαραίτητο, αφενός, οι παραγωγοί αυτής της γνώσης να απολαμβάνουν μεγάλη ελευθερία για να αφιερωθούν αποκλειστικά σε αυτό το δύσκολο έργο δημιουργίας νέων γνώσεων, και αφετέρου να διδάσκουν με ελευθερία ελεύθερα άτομα, τους φοιτητές, εκπαιδεύοντάς τους να έχουν ανεξαρτησία πνεύματος, να μην  λαμβάνουν παθητικά τη γνώση, γιατί στη συνέχεια είναι αυτοί που θα συμβάλουν στη βελτίωση αυτής της γνώσης αμφισβητώντας την.
Οι δραστηριότητες λοιπόν της αστυνομίας στις πανεπιστημιουπόλεις, με το νομοσχέδιο που προωθείται, με πρόσχημα πάντα την πάταξη μιας εγκληματικότητας στον πανεπιστημιακό χώρο που συστηματικά και επαναλαμβανόμενα διογκώνεται και παραμορφώνεται  η ύπαρξή και η έντασή της, μπορούν να απειλήσουν την ακαδημαϊκή ελευθερία. Γιατί ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό των αστυνομικών σωμάτων είναι το δικαίωμά τους να χρησιμοποιούν νόμιμα τη βία και να στερούν τους πολίτες από την ελευθερία τους, προσφέροντας μάλιστα στους ίδιους μεγάλους πειρασμούς, ή και διατεταγμένους,  για κατάχρησή του.
Με το νομοσχέδιο αυτό  η κυβέρνηση Μητσοτάκη, χωρίς προσχήματα και δισταγμούς, θέλει να επιβάλλει εκείνη τη μορφή πανεπιστημίου που συνάδει με το αυταρχικό κράτος το οποίο χρόνο το χρόνο οικοδομείται.   
Με την μονιμοποίηση της αστυνομίας μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους επιδιώκεται η καταστολή της όποιας αντίρρησης όχι πια όταν εκδηλώνεται, αλλά στη γέννησή της, πριν ακόμα προλάβει να υπάρξει. Ο ιδανικότερος τρόπος για να ελέγχεται η πράξη  είναι να κατευθύνεται η σκέψη. Η ύπαρξη της αστυνομίας δίνει μορφή σ’ αυτόν τον έλεγχο και τον εντάσσει αδιαμαρτύρητα στην καθημερινότητα, ακόμα και της αναζήτησης της γνώσης. Και σε ανθρώπους που η καθημερινότητά τους ελέγχεται και υπόκειται σε συνεχή επιτήρηση, η έκταση, η ένταση και ο στόχος της οποίας εξαρτάται από κέντρα εκτός πανεπιστημίου, τότε καμιά ελευθερία σκέψης ή δράσης δεν διασώζεται χωρίς συνεχή αγώνα.
Φοιτητές και καθηγητές σε πανεπιστημιακά κτίρια περιφραγμένα ή αποκομμένα από τον ιστό της πόλης και φυλασσόμενοι από αστυνομικά σώματα, βρίσκονται εκεί για να μάθουν να κάνουν καλά τη δουλειά που η κυρίαρχη εξουσία απαιτεί.  Και δεν είναι τυχαίο πως τα πανεπιστημιακά κτίρια επιδιώκεται και από άποψη χώρου και δομής να είναι αποκομμένα από την κοινωνία και τη ζωή. Ακόμα κι αν βρίσκονται στο κέντρο της πόλης, όπως το ΑΠΘ στη Θεσσαλονίκη, η περίφραξή τους με κάγκελα σ’ αυτήν την προσπάθεια εντάσσεται, να είναι αποκομμένα από κάθε δραστηριότητα, να είναι αποκλειστικά και μόνο το πανεπιστήμιο  τόπος παραγωγής ειδικών, φορείς εκείνης της γνώσης που υπαγορεύουν εταιρείες για ανάπτυξη της οικονομίας, με αδιαφορία για τα προβλήματα της κοινωνίας. Να ελαχιστοποιείται  η δυνατότητα ακόμα και κάποια ενδοφοιτητικά γεγονότα να γίνονται πόλος έλξης και αφορμή  για συνάντηση με την κοινωνία έξω από το πανεπιστήμιο.
Και αυτό αφορά καθηγητές και φοιτητές. Εκτός από εκείνους τους καθηγητές ή φοιτητές  που θεωρούν το πανεπιστήμιο ένα γρανάζι της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας του καπιταλισμού και τους ίδιους συνεπείς εκπροσώπους του.

 

Η «επόμενη μέρα» επιβάλλει διεκδίκηση και αγώνα!


Με την αγωνία της «επόμενης μέρας» και με τις οικονομικές υποχρεώσεις της προηγούμενης χρονιάς φορτωμένες στην πλάτη τους, άνοιξαν τα καταστήματά τους χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι σε όλη τη χώρα. Η κυβέρνηση και τα επιτελεία της προσπαθούν να δημιουργήσουν «κλίμα αισιοδοξίας» στους χειμαζόμενους μικρέμπορους και άλλους αυτοαπασχολούμενους επαγγελματίες, αλλά η πραγματικότητα είναι αμείλικτη.

Το πολυδιαφημισμένο μέτρο του «click away» την περίοδο των γιορτών απέδωσε κυρίως για τους μεγάλους εμπορικούς ομίλους και καταστήματα. Αλλά και τα μέτρα που διαφήμιζε η κυβέρνηση ως «στήριξη» τάχα στους επαγγελματίες, αποδείχτηκαν «σταγόνα στον ωκεανό» για τους βιοπαλαιστές του κλάδου, που μετράνε νέα χρέη από την πανδημία και την κρίση, πρόσθετα σ' αυτά που τους έσφιγγαν τη θηλιά στο λαιμό και πριν από το lockdown.

* * *

Για παράδειγμα, η «επιστρεπτέα προκαταβολή» ή οι ενισχύσεις μέσω προγραμμάτων από τις Περιφέρειες, απευθύνονται σε επιχειρήσεις με μεγαλύτερους τζίρους, ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι απλά «κλοτσάνε» λίγο παρακάτω τα μεγάλα αδιέξοδα με τα οποία έχουν να αναμετρηθούν. Η στρατηγική που τους θεωρεί «βαρίδι» για την ανταγωνιστικότητα της καπιταλιστικής οικονομίας στέκεται απέναντί τους σε ανάπτυξη και κρίση, ενώ τα «άνοιξε - κλείσε» την περίοδο της πανδημίας ενέτειναν την ανασφάλεια για την επιβίωση.

Δεν είναι τυχαίο ότι, παρά τα μεγάλα λόγια της κυβέρνησης για στήριξη τάχα των επαγγελματιών από τις συνέπειες της πανδημίας και των lockdown, υπολογίζεται ότι ένα 25% τουλάχιστον απ' αυτούς δεν θα αντέξει μετά το άνοιγμα των καταστημάτων και θα κλείσει. Είναι βέβαιο ότι η πλειοψηφία αυτών που ζορίζονται περισσότερο είναι μικρές επιχειρήσεις που η πανδημία τούς έδωσε το τελειωτικό χτύπημα.

* * *

Ούτε όμως το άνοιγμα των καταστημάτων του λιανεμπορίου και των υπηρεσιών συνοδεύτηκε από τη λήψη ουσιαστικών μέτρων προστασίας από την πανδημία, με ευθύνη του κράτους, που την αρνείται συστηματικά. Ως αποτέλεσμα, ελλοχεύει ο κίνδυνος για ένα νέο λοκντάουν.

Απέναντι σ' αυτό το ενδεχόμενο η κυβέρνηση συνεχίζει την επίκληση της «ατομικής ευθύνης», καθιστώντας τους μαγαζάτορες και τα λαϊκά στρώματα υπεύθυνους (!) για την «ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς» και για τον «έλεγχο της πανδημίας», ενώ η ίδια δεν παίρνει κανένα μέτρο για αποσυμφόρηση στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και στους μεγάλους χώρους δουλειάς, που είναι αποδεδειγμένα οι βασικές εστίες υπερμετάδοσης του ιού.

Ούτε βέβαια φροντίζει για την ενίσχυση του συστήματος Υγείας, ή την αντιμετώπιση των προβλημάτων με τους εμβολιασμούς, όπως διεκδικούν υγειονομικοί, εργαζόμενοι και μικροί ΕΒΕ. Την ίδια ώρα, όμως, αξιοποιεί το άνοιγμα των καταστημάτων ως πρόφαση για να μην πάρει ουσιαστικά μέτρα στήριξης των αυτοαπασχολούμενων και μικρών ΕΒΕ, ενώ η πανδημία συνεχίζει να αξιοποιείται και στο χώρο του Εμπορίου για να υλοποιηθούν μέτρα - χρόνιες επιδιώξεις των μεγάλων ομίλων, όπως για παράδειγμα η πλήρης και οριστική κατάργηση της κυριακάτικης αργίας.

* * *

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, αν δεν υπάρξουν ουσιαστικά μέτρα στήριξης των εισοδημάτων τους, χιλιάδες βιοπαλαιστές ΕΒΕ δεν πρόκειται να τα βγάλουν πέρα, έστω κι αν τα μαγαζιά τους παραμείνουν ανοιχτά. Γι' αυτό έχουν μεγάλη σημασία οι πρωτοβουλίες που παίρνουν όλο αυτό το διάστημα Ενώσεις των ΕΒΕ, Σωματεία και άλλες οργανώσεις φτωχών αυτοαπασχολούμενων, Επιτροπές Αγώνα κ.λπ. καλώντας σε αγωνιστική διεκδίκηση μέτρων απέναντι στις συνέπειες της κρίσης και της πολιτικής διαχείρισης των συνεπειών της πανδημίας.

Σε αυτές τις πρωτοβουλίες, που ξεδιπλώθηκαν την περίοδο του lockdown και συνεχίζονται τώρα που άνοιξαν τα μαγαζιά, με κλιμάκωση στις 27 Γενάρη, αποτυπώνεται η ανησυχία των χιλιάδων βιοπαλαιστών ΕΒΕ, αλλά και η ανάγκη να μη μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια.

Να δυναμώσουν τις αγωνιστικές ενώσεις και τα σωματεία τους, που πρωτοστατούν στις κινητοποιήσεις, διεκδικώντας μαζικά άμεση ένταξη όλων των επαγγελματιών στο επίδομα ειδικού σκοπού, επιστροφή στο αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ, από το οικονομικό έτος 2019, κατάργηση ΕΝΦΙΑ και τέλους επιτηδεύματος, μείωση των έμμεσων φόρων, διαγραφή τόκων, προστίμων, 30% των υπόλοιπων χρεών στην εφορία και τις τράπεζες και άλλα μέτρα στήριξης.


Φ.

Χωρίς τον ξενοδόχο


Με τα πανεπιστήμια κλειστά εδώ και ένα χρόνο, η κυβέρνηση προωθεί στη Βουλή το νομοσχέδιο που αλλάζει για μια ακόμα φορά τον τρόπο πρόσβασης στα πανεπιστήμια, ενισχύει τους «κόφτες» για τη διαγραφή φοιτητών και εντείνει την καταστολή, με τη συγκρότηση πανεπιστημιακής αστυνομίας, στο όνομα τάχα της «πάταξης της ανομίας» στα ΑΕΙ.

Θα αναρωτηθεί κανείς: Με τους φοιτητές και τις οικογένειές τους να αντιμετωπίζουν τόσα προβλήματα, με τους πρωτοετείς της προηγούμενης χρονιάς να μην έχουν γνωρίσει καν τη σχολή τους, με τους χιλιάδες φοιτητές εγκλωβισμένους μακριά από τον τόπο των σπουδών τους, με ποια κριτήρια διαμορφώνονται οι προτεραιότητες της κυβέρνησης στην Εκπαίδευση;

Την απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν τη δίνει μόνο το νομοσχέδιο που ετοιμάζεται να καταθέσει στη Βουλή, αλλά και το σύνολο των 113 νομοσχεδίων που ψήφισε η κυβέρνηση μέσα στο 2020, τα περισσότερα την περίοδο της πανδημίας.

Νομοσχέδια που στο σύνολό τους αξιοποιούν την πανδημία ως ευκαιρία και ως πρόσχημα για να επιταχύνουν αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις σε όλους τους τομείς, με κοινή συνισταμένη τη στήριξη των απαιτήσεων των επιχειρηματικών ομίλων, με ταυτόχρονο φόρτωμα των συνεπειών της κρίσης και της πανδημίας στις πλάτες του λαού.

Οπως λοιπόν στα Εργασιακά, στο Ασφαλιστικό, στην περιβαλλοντική νομοθεσία και παντού, έτσι και στην Εκπαίδευση η κυβέρνηση πιάνει το νήμα από εκεί που το άφησαν οι προηγούμενοι και κλιμακώνει τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη το κεφάλαιο, διατυπωμένες εδώ και χρόνια μέσα από τη διαδικασία της Μπολόνια και τις άλλες στρατηγικές της ΕΕ για την Ανώτατη Εκπαίδευση, που προχώρησε και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Γι' αυτό στις εξαγγελίες της κυβέρνησης περί «αναβάθμισης των πανεπιστημίων και των σπουδών», που ακούγονται ξανά με αφορμή το επικείμενο νομοσχέδιο, οι μαθητές, οι φοιτητές, οι οικογένειές τους, οι πανεπιστημιακοί και οι εργαζόμενοι στα ΑΕΙ βλέπουν το ακριβώς αντίθετο: Πανεπιστήμια κλειστά, τηλεκπαίδευση με μεγάλα προβλήματα, χωρίς στήριξη από το κράτος, νέο γύρο επίθεσης στα μορφωτικά δικαιώματα της νεολαίας, ένταση των ταξικών φραγμών στις σπουδές, με αναγκαίο συμπλήρωμα την κλιμάκωση της καταστολής, με στόχο το οργανωμένο φοιτητικό κίνημα.

Εκεί ακριβώς συγκλίνει το νέο σύστημα πρόσβασης, που θα εντείνει την κατηγοριοποίηση των σχολών, τα πτυχία πολλών ταχυτήτων, ενώ μετατρέπουν ακόμα περισσότερο το σχολείο σε κέντρο εκγύμνασης δεξιοτήτων και σε αρένα ανταγωνισμού.

Εκεί οδηγεί η αυστηροποίηση των κατευθύνσεων για τη διαγραφή φοιτητών από τα μητρώα των πανεπιστημίων, που η κυβέρνηση τους κολλάει τη ρετσινιά του «αιώνιου», κρύβοντας τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που βάζουν φραγμό σε χιλιάδες παιδιά λαϊκών οικογενειών να ολοκληρώσουν τις σπουδές «στην ώρα τους».

Κρύβοντας τις δικές της ευθύνες και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων για την παντελή απουσία ουσιαστικών μέτρων στήριξης των φοιτητών και των οικογενειών τους, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στη σημαντική επιβάρυνση που προκαλούν οι σπουδές στον οικογενειακό προϋπολογισμό.

Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να φορτώσει σ' αυτούς τους φοιτητές όλα τα στραβά των ΑΕΙ, αποσιωπώντας σκόπιμα στοιχεία ερευνών που δείχνουν ότι το 42,4% των φοιτητών αναγκάζονται να δουλέψουν για να τα βγάλουν πέρα, και ότι στις σημερινές συνθήκες το 40% περίπου όσων ψάχνουν για δουλειά είναι φοιτητές.

Οσο για το επιχείρημα ότι ένα πανεπιστήμιο «καλύτερα συνδεδεμένο με την αγορά εργασίας» θα μπορεί να προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες για απασχόληση και καριέρα, καταρρίπτεται από την πραγματικότητα των μισθών πείνας που παίρνει η πλειοψηφία των μισθωτών επιστημόνων, από την τεράστια ανεργία σε όλους τους επιστημονικούς κλάδους, από τη μεγάλη ετεροαπασχόληση των αποφοίτων και βέβαια από το «brain drain».

Ούτε βέβαια είναι στόχος της καταστολής η πάταξη της ανομίας, όσο κι αν η κυβέρνηση για να προωθήσει την πολιτική της αξιοποιεί τη δράση διαφόρων προβοκατόρικων μηχανισμών, που καμία σχέση δεν έχουν με το φοιτητικό κίνημα. Μήπως δεν ήταν οι ίδιοι που πριν από ενάμιση χρόνο διαβεβαίωναν ότι με την κατάργηση του ασύλου «τελειώνει η ανομία»; Αλλος είναι επομένως ο στόχος τους, και αυτό επιβεβαιώνουν οι εξελίξεις.

Στις προτεραιότητες της κυβέρνησης, που διαμορφώνονται με κριτήριο τις ανάγκες του κεφαλαίου, οι φοιτητές αντιτάσσουν αγωνιστικά τις διεκδικήσεις τους να μην κατατεθεί το νομοσχέδιο, να ανοίξουν τώρα οι σχολές με όλα τα αναγκαία μέτρα προστασίας, να υπάρξουν πραγματικά μέτρα στήριξης των ίδιων και των οικογενειών τους απέναντι στην κρίση και την πανδημία.

Το μήνυμα που στέλνουν δεκάδες φοιτητικοί σύλλογοι, σωματεία και φορείς, με τις κινητοποιήσεις των τελευταίων ημερών και την αυριανή κλιμάκωση στα συλλαλητήρια, είναι ότι η κυβέρνηση λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο αν νομίζει ότι θα εκμεταλλευτεί την πανδημία και τις κλειστές σχολές για να κλιμακώσει την επίθεση στα μορφωτικά δικαιώματα και τις ανάγκες της νεολαίας!

Η αυτονόητη καταδίκη δεν αρκεί..

.

Την αυτονόητη καταδίκη του φαινομένου της σεξουαλικής και κάθε άλλης μορφής βίας και κακοποίησης σε βάρος των γυναικών προκάλεσαν οι καταγγελίες της Σοφίας Μπεκατώρου για τον βιασμό της από μέλος της διοίκησης της Ελληνικής Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας (ΕΙΟ), στα πρώτα βήματα της αθλητικής της σταδιοδρομίας. «Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι στον αθλητισμό θα αντιμετώπιζα τη βία, πόσο μάλλον τη σεξουαλική», τόνισε η Ολυμπιονίκης, φέρνοντας με τη δημόσια παρέμβασή της στην επιφάνεια ένα φαινόμενο που, όπως φαίνεται από καταγγελίες που ακολούθησαν, κάθε άλλο παρά μεμονωμένο είναι.

Ο χώρος του αθλητισμού, κάτω από τη διαβρωτική επίδραση της εμπορευματοποίησης, του ανταγωνισμού και της μετατροπής του σε πεδίο δράσης των πάσης φύσεως «παραγόντων», λειτουργεί ως «θερμοκήπιο» που θρέφει το φαινόμενο. Ωστόσο, το πρόβλημα δεν αρχίζει ούτε τελειώνει στα όριά του. Αντιμέτωπες με πολύμορφη βία, που περιλαμβάνει την παρενόχληση και την κακοποίηση, βρίσκονται εργαζόμενες σε χώρους δουλειάς, φοιτήτριες και σπουδάστριες σε εκπαιδευτικά ιδρύματα, γυναίκες ακόμα και μέσα στο ίδιο τους το σπίτι.

Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα αποτελέσματα παλιότερης έρευνας του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA), το 22% των γυναικών έχουν βιώσει σωματική ή σεξουαλική βία, ενώ το 43% έχουν υποστεί ψυχολογική κακοποίηση. Ωστόσο, οι διαπιστώσεις για την έκταση που έχει το φαινόμενο, η γενικόλογη καταδίκη του και οι ανέξοδες υποσχέσεις για μέτρα που θα οδηγήσουν τάχα στην εξάλειψή του δεν συμβάλλουν στην αποκάλυψη αλλά αντίθετα οδηγούν στη συσκότιση των αιτιών του.

* * *

Οι προτροπές που απευθύνουν κυβερνητικοί εκπρόσωποι και θεσμοί στις γυναίκες αυτές να «σπάσουν τη σιωπή τους» αποδεικνύονται κούφιες και υποκριτικές, καθώς δεν συνοδεύονται από τα απαραίτητα μέτρα στήριξης και προστασίας, με ευθύνη του κράτους, για να μπορέσει μια γυναίκα να αναμετρηθεί με την πραγματικότητα που βιώνει. Αντιθέτως, μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της πολιτικής των κυβερνήσεων, της ΕΕ, των θεσμών που στοιχίζονται πίσω από την ίδια πολιτική, κρύβονται οι πραγματικές οικονομικές και κοινωνικές αιτίες που εκκολάπτουν την πολύμορφη βία σε βάρος των γυναικών, ενώ ταυτόχρονα περισσεύουν οι αναλύσεις που αποτιμούν το φαινόμενο ακόμα και με όρους «κόστους - οφέλους».

Ετσι, η ΕΕ υπολογίζει πως η βία κατά των γυναικών «κοστίζει» 228 δισεκατομμύρια ετησίως, από τα οποία τα 45 αντιστοιχούν στο «κόστος» των δημόσιων και κρατικών υπηρεσιών και 24 δισεκατομμύρια ευρώ στην «απολεσθείσα οικονομική παραγωγή» λόγω του φαινομένου!

«Η εξεύρεση επαρκών πόρων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της βίας ενάντια στις γυναίκες δεν είναι μόνο μια νομική υποχρέωση και μια ηθική επιταγή, αλλά και μια ασφαλής επένδυση επίσης», αναφέρει στο ίδιο μήκος κύματος ο ΟΗΕ (UN Women), κάνοντας με τη σειρά του λόγο για την απαραίτητη «εξοικονόμηση» από τη μείωση των εξόδων που συνεπάγονται οι υπηρεσίες Υγείας και Πρόνοιας, οι νομικές και δικαστικές υπηρεσίες που έχουν ανάγκη οι γυναίκες θύματα, από το μετριασμό της «απώλειας παραγωγικότητας» που συνεπάγονται οι απουσίες από τη δουλειά των γυναικών που πέφτουν θύματα βίαιης συμπεριφοράς.

* * *

Η σεξουαλική, σωματική, λεκτική, ψυχολογική ή όποιας άλλης μορφής βία υφίστανται οι γυναίκες, καλλιεργείται στο έδαφος που διαμορφώνουν οι οικονομικοί και κοινωνικοί καταναγκασμοί που αντιμετωπίζουν. Στο έδαφος, δηλαδή, της εκμετάλλευσης, των σάπιων «αξιών» που φύονται πάνω σε αυτό, των «προτύπων» του ανταγωνισμού, της καταπίεσης, της επιβολής του ισχυρότερου.

Το κύμα στήριξης των γυναικών που καταγγέλλουν τη βία που υπέστησαν, μπορεί και πρέπει να στρέψει την προσοχή στις αιτίες που δημιουργούν και αναπαράγουν το φαινόμενο. Η απερίφραστη καταδίκη μπορεί και πρέπει να δώσει τη «σκυτάλη» στην καταγγελία όσων υπερασπίζονται μια κοινωνία που βλέπει τη βία και την αντιμετώπισή της μέσα από το πρίσμα υπολογισμών «κόστους» και «οφέλους».

Σε κάθε περίπτωση, η αντιμετώπιση ενός τέτοιου κοινωνικού φαινομένου δεν μπορεί να γίνεται με τρόπο ατομικό. Χρειάζεται τώρα να δυναμώσει ο συλλογικός αγώνας, που θα διεκδικεί μεταξύ άλλων την ολόπλευρη στήριξη κάθε γυναίκας, για να μπορεί να αντισταθεί, να αποκρούσει, να καταγγείλει τη βία κάθε μορφής, τις οικονομικές πιέσεις και τους εκβιασμούς.


Ευ. Χ.

Ψεύτικο δίλημμα


Αν κανείς πιστέψει όσα λένε τα κυβερνητικά στελέχη και όσα γράφονται αυτές τις μέρες για το άνοιγμα και άλλων τομέων της οικονομίας, το δίλημμα για τον λαό είναι λίγο πολύ το εξής: «Διάλεξε αν θα ρισκάρεις την υγεία σου και θα αρρωστήσεις, ή αν θα χάσεις τη δουλειά σου, το μαγαζί σου, το σπίτι σου».

Ούτε συζήτηση φυσικά για μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, στα σχολεία, για μέτρα ενίσχυσης του δημόσιου συστήματος Υγείας, τη θωράκισή του, ώστε και οι εμβολιασμοί που προχωράνε με τον αραμπά να «πιάνουν τόπο», για μαζικά και επαναλαμβανόμενα τεστ, την ώρα μάλιστα που ένα τρίτο κύμα της πανδημίας θεωρείται δεδομένο.

Κατά την κυβέρνηση, όποιος θέτει αυτά τα ζητήματα δεν βλέπει ότι «εκτός απ' την υγεία υπάρχει και η οικονομία», ότι «τα ταμεία αδειάζουν» (σίγουρα όχι για τους επιχειρηματικούς ομίλους) και ότι το δημοσιονομικό πλήγμα είναι «πάνω από 3 δισ. ευρώ κάθε μήνα».

Προσποιείται μάλιστα ότι νοιάζεται για τους μικρούς ΕΒΕ, που «αν καθυστερήσουμε να ανοίξουμε, το 25% θα φαλιρίσει» και για τους εργαζόμενους, αφού όσο περνάει ο καιρός χωρίς τζίρο, η μεγαλοεργοδοσία «πιέζεται» να κάνει απολύσεις και νέες περικοπές μισθών! Αν πραγματικά νοιαζόταν όμως γι' αυτούς, θα τους είχε στηρίξει ουσιαστικά μέσα στην πανδημία και δεν θα την είχε αξιοποιήσει σαν «ευκαιρία» για να κλιμακώσει την επίθεση σε βάρος τους...

Με δεδομένη λοιπόν αυτήν τη συνειδητή πολιτική, με δεδομένο ότι δεν σκοπεύει να πάρει κανένα άλλο μέτρο και ότι η μεγαλοεργοδοσία θα συνεχίσει να ξεσαλώνει στους χώρους δουλειάς που γίνονται εστίες υπερμετάδοσης, η κυβέρνηση ζητάει από τους εργαζόμενους, τους επαγγελματίες, τα λαϊκά στρώματα «να κόψουν το λαιμό τους», για να βρουν λέει τις «ισορροπίες» ανάμεσα στην υγεία και την οικονομία (!), ενώ τους «καθιστά υπεύθυνους» και για ό,τι προκύψει από εδώ και πέρα.

Ομως, αν κάτι έχει φανεί τους τελευταίους 10 μήνες, είναι το πόσο παραπλανητικό και κάλπικο είναι το δίλημμα που βάζει ξανά και ξανά η κυβέρνηση.

Γιατί βέβαια το «ζύγι» δεν δείχνει από τη μια πλευρά την υγεία και από την άλλη την οικονομία. Αντίθετα, δείχνει από τη μια μεριά τα συμφέροντα του λαού και από την άλλη αυτά του κεφαλαίου, της μεγαλοεργοδοσίας, προς τη μεριά των οποίων μονίμως «γέρνει».

Δεν έχει άλλωστε κανείς παρά να θυμηθεί ότι την ίδια κουβέντα, με τα ίδια παραπλανητικά επιχειρήματα, επιστράτευσε η κυβέρνηση τον περασμένο Μάη, για να ανοίξει τον τουρισμό με τους όρους που απαιτούσαν οι μεγαλοξενοδόχοι, οι μεταφορείς, οι τουρ οπερέιτορ.

Και τότε τα ίδια έλεγαν, για να αποδειχτεί ότι η κερδοφορία τους και τα όσα αυτή επιβάλλει, δεν συμβαδίζουν ούτε με την υγεία του λαού, που παίχτηκε στα ζάρια, με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα, ούτε με το δικαίωμα δεκάδων χιλιάδων ξενοδοχοϋπαλλήλων στη δουλειά με δικαιώματα.

Δεν έχει παρά να δει κανείς και την κατάσταση στους μεγάλους χώρους δουλειάς, τις βιομηχανίες που λειτουργούσαν κανονικά όλους αυτούς τους μήνες, με την υγεία των εργαζομένων να παίζεται καθημερινά στα ζάρια λόγω της έλλειψης μέτρων, με βαριές συνέπειες όπως δείχνουν τα πρόσφατα παραδείγματα στη Δυτική Αττική, στα Οινόφυτα, πιο πριν στην Κ. Μακεδονία.

Ακόμα και τώρα, οι ανακοινώσεις για το άνοιγμα συνδέονται από την κυβέρνηση με το ξεκαθάρισμα πως «καμία υποχρέωση» δεν φέρει πλέον απέναντι σε χιλιάδες εργαζόμενους και επαγγελματίες, στο αίτημά τους να μη μείνει κανείς χωρίς εισόδημα, να παρθούν μέτρα για τη γενναία διαγραφή χρεών κ.ο.κ., την ώρα που στις «δίπλα σελίδες» διαφημίζει τα πακέτα δισ. που ετοιμάζεται να δώσει στους επιχειρηματικούς ομίλους.

Ακόμα μια φορά επιβεβαιώνεται ότι οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα, καλούνται να πληρώνουν τα σπασμένα με βαριές επιπτώσεις στο εισόδημα, στα δικαιώματα και την υγεία τους, επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και της διαχείρισης της πανδημίας με κριτήριο τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων.

Το κρίσιμο ζήτημα επομένως δεν είναι από ποια δικαιώματα και ποιες ανάγκες τους θα κάνουν κάθε φορά «εκπτώσεις», αλλά να μην κάνουν «εκπτώσεις», να μη δεχτούν σαν «κανονικότητα» να θυσιάζονται διαρκώς για τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους, η διεκδίκηση των αναγκών τους δεν είναι «όνειρο θερινής νυκτός», το οποίο πρέπει να ξεχάσουν, όπως τους λένε κυβέρνηση και κεφάλαιο, αλλά υπόθεση του δικού τους αγώνα σε σύγκρουση μαζί τους.

TOP READ