Όποιος δεν την έχει δει να σπεύσει! Η ταινία είναι ότι πρέπει για σινεμά. Παρακάτω δίνω και το βίντεο που είναι όλη η ταινία υποτιτλισμένη για όσους αδυνατούν να πάνε για οποιονδήποτε λόγο στο σινεμά.
Η δίκη τελείωσε και οι ένορκοι συγκεντρώνονται για να βγάλουν την ετυμηγορία. Όλοι είναι έτοιμοι να καταδικάσουν τον κατηγορούμενο, εκτός από έναν, ο οποίος προσπαθεί να πείσει τους υπόλοιπους 11 ενόρκους ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα όσο φαίνονται. Έτσι αυτό που ξεκίνησε σαν μια κανονική δίκη καταλήγει μια αποκάλυψη των αδυναμιών, των προκαταλήψεων και των προβλημάτων του κάθε ενόρκου.
"Οι 12 Ένορκοι" ήταν υποψήφιοι για 3 Όσκαρ (Καλύτερης ταινίας, Σκηνοθεσίας, Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου).
Κέρδισε 6 βραβεία σε διάφορους διαγωνισμούς ενώ είχε και άλλες 12 υποψηφιότητες.
Επίσημος Τίτλος: 12 Angry Men
Πρεμιέρα: Στις ΗΠΑ Σάββατο, 13 Απριλίου 1957 και στη Ελλάδα Πέμπτη, 27 Οκτωβρίου 1958
Σκηνοθεσία:Σίντνεϊ Λούμετ
Σενάριο: Ρέτζιναλντ Ρος
Πρωταγωνιστούν: Χένρι Φόντα, Μάρτιν Μπάλσαμ, Τζον Φέντλερ, Λι Τζέι Κομπ, Ι. Τζι Μάρσαλ, Τζακ Κλούγκμαν, Εντ Μπινς, Τζακ Γουάρντεν, Τζόζεφ Σουίνι, Εντ Μπέκλεϊ, Τζορτζ Βόσκοβεκ, Ρόμπερτ Βέμπερ
Κατηγορία: Δικαστικό Δράμα
Έτος παραγωγής: 1957
Διάρκεια: 96'
Και η αναλυτική κριτική από τον Ριζοσπάστη
«Δράμα δωματίου» υψηλότατης τάξης. Βέβαια, τα φιλμ που δίνουν την αίσθηση του κινηματογραφημένου θεάτρου δεν χωνεύονται εύκολα... Μολονότι το θέατρο έχει συγγένεια πρώτου βαθμού με το σινεμά, στηρίζεται σαν τέχνη σε διαφορετικές προϋποθέσεις, συνθήκες και συμβάσεις, όπως, π.χ., στο ότι μεταξύ σκηνοθέτη, ηθοποιού και κοινού δεν παρεμβαίνει η οθόνη προβολής, αλλά η τέχνη του θεάτρου στηρίζεται στην απόσταση αναπνοής από το κοινό, στη ζωντανή επαφή, στο ότι η σκηνική δράση αναπτύσσεται μπροστά σου, σε χρόνο πραγματικό. Η τέχνη του κινηματογράφου καλλιεργεί άλλες προσδοκίες που άπτονται του ρυθμού, του περιεχομένου και της «εκτέλεσης», κάτι που μπορεί να αποβεί αποπνιχτικό ακόμα και για έναν ικανό σκηνοθέτη αν τα στοιχεία αυτά δεν συνδυαστούν αρμονικά. Ο Λούμετ με περισσή μαεστρία κατάφερε να μετουσιώσει, με άριστη χρήση της κινηματογραφικής γλώσσας, ένα, κατά βάση, θεατρικό έργο του Reginald Rose, με κοντινά πλάνα και κινήσεις της κάμερας που τραβά από τρεις διαφορετικές γωνίες λήψεις, χωρίς να χάσει ούτε ένα πόντο από τη «λογοτεχνικότητα» του κινηματογραφικού κειμένου, την αγωνία, το τέμπο και τη δύναμη που πηγάζει από το πρωτογενές υλικό!
Η υπόθεση είναι απλή αλλά κρίσιμη. Ενας φτωχός νεαρός, ξένος, προφανώς Μεξικανός, κατηγορείται στο δικαστήριο ότι μαχαίρωσε ένα βράδυ τον πατέρα του. Οι 12 ένορκοι πρέπει να συνενωθούν σε μια ομόφωνη ετυμηγορία, να «ζυγιάσουν» τα αποδεικτικά στοιχεία και να αποφασίσουν αν ο κατηγορούμενος είναι ένοχος - σύμφωνα με τα στοιχεία/ενδείξεις - ή «όχι ένοχος» σύμφωνα με την αρχή της λογικής αμφιβολίας. Αν κριθεί ένοχος, ο νεαρός θα εκτελεστεί αμέσως στην ηλεκτρική καρέκλα. Οι 12 ένορκοι, όλοι λευκοί Αμερικανοί ευυπόληπτοι πολίτες με διαφορετικό παρελθόν ο καθένας, βρίσκονται κλειδωμένοι σε ένα δωμάτιο του δικαστικού μεγάρου μια αποπνιχτικά ζεστή και υγρή καλοκαιρινή μέρα, με έναν χαλασμένο ανεμιστήρα και με προσωπικούς, καθένας τους λόγους, να θέλει να βρίσκεται κάπου αλλού... Δεν συγκρατούμε τα ονόματά τους, μόνο τον αριθμό του καθένα, και κάποια επαγγέλματα. Μαθαίνουμε όμως τις προκαταλήψεις τους και πόσο χρόνο είναι διατεθειμένοι να διαθέσουν για τη ζωή κάποιου ανθρώπου που κρατούν στα χέρια τους. Καθένας τους αντιπροσωπεύει ένα από τα πολλά στερεότυπα που οι άνθρωποι είθισται να προβάλλουν όταν αρνούνται να σκεφτούν και να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους.
Εκτός από μια λακωνική εισαγωγή κι έναν σύντομο επίλογο στο τέλος, ολόκληρη η αφηγηματική διαδικασία, διάρκειας 90 λεπτών, κινείται μέσα στους τέσσερις τοίχους αυτού του απομονωμένου δωματίου. Οι 11 από τους 12 θεωρούν ότι οι αποδείξεις κατατείνουν στη σύνθλιψη του νεαρού. Μόνο ένας, το νούμερο 8 (ο Χένρι Φόντα), πάει κόντρα στο ρεύμα, προβάλλοντας βάσιμα «εύλογη αμφιβολία» σε πλείστα σημεία των αποδεικτικών στοιχείων. Ο ρόλος του Χένρι Φόντα είναι ίσως από τους καλύτερους της καριέρας του. Ερμηνεύει ένα φυσιολογικό άνθρωπο, έναν αρχιτέκτονα, με δυνατή αίσθηση δικαίου και ηθικής. Ηδη από τις εισαγωγικές σκηνές ο Φόντα καθορίζει το στίγμα, όταν οι υπόλοιποι κάθονται γύρω από το τραπέζι και κάνουν δημόσιες σχέσεις μεταξύ τους ανταλλάσσοντας τις κάρτες τους.
Δεδομένου ότι η απόφαση των ενόρκων πρέπει να είναι ομόφωνη, ανοίγει καταναγκαστικά μια δραματική αντιπαράθεση αναμεταξύ τους με ατέρμονες συζητήσεις και «κοσκίνισμα», ξανά και ξανά, των μαρτυριών και καταθέσεων, προς απογοήτευση και αγανάκτηση όσων ενόρκων έλπιζαν σε συνοπτικές διαδικασίες ώστε να μη χάσουν τον αγώνα ράγκμπι. Αργά και σταθερά ο Φόντα πείθει τόσο τους υπόλοιπους ενόρκους όσο κι εμάς τους θεατές για το πλήθος αναπάντητων ερωτημάτων που έρχονται στην επιφάνεια...
Δίχως άλλο, η δύναμη του δράματος στηρίζεται ουσιαστικά στο κείμενο και στον τρόπο που το σενάριο αναδεικνύει και τονίζει τα σημεία καμπής, αλλά και στις ερμηνείες των 12 ισότιμων - ναι - χαρακτήρων σε ό,τι αφορά το «βάρος» και το εκτόπισμα των ρόλων... Και όλα γίνονται με τέτοια διακριτικότητα που δίνει την αίσθηση ότι δεν υπάρχει σκηνοθέτης, ότι παρακολουθούμε τη δράση από κάποια σχισμή στον τοίχο...
Το μεγαλείο στο «ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΕΝΟΡΚΟΙ» βρίσκεται κυρίως στο ότι η ταινία λειτουργεί καταγγελτικά σαν ένα γοητευτικό και απόλυτα ακριβές πορτρέτο του αμερικανικού δικαστικού συστήματος, της ανύπαρκτης έννοιας της «αντικειμενικότητας» και της δημοκρατίας εν γένει. Κάθε φορά που βλέπει κανείς την ταινία ανακαλύπτει καινούργια πράγματα. Πλήθος τεχνικών λεπτομερειών αναμειγνύεται με προσωπικές στιγμές των ενόρκων που αποκαλύπτονται σαν οντότητες, ένας πανέξυπνος συνδυασμός! «ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΕΝΟΡΚΟΙ» είναι η καλύτερη ταινία του Λούμετ, γυρίστηκε το 1957 και παραμένει σήμερα, 56 χρόνια μετά, επίκαιρη όσο ποτέ. Ειλικρινά μην τη χάσετε!!!