«Με αγώνες κατακτάμε τα δικαιώματά μας»: Ναι μεν αλλά...
Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει το παραπάνω σύνθημα που συμπυκνώνει τη διαδοχική εμπειρία συνδικαλιστικών και γενικότερων πολιτικών αγώνων σε κάθε χώρα, και βεβαίως στην Ελλάδα; Ομως και αυτό το σύνθημα, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των συνθημάτων, έχει ένα εγγενές αδύνατο σημείο, είναι αφαιρετικό, υπονοεί πολλά ή και μπορεί να εννοηθεί ότι δεν υπονοεί τίποτε άλλο παρά τα ίδια τα λόγια του.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η μόνη λέξη που δε θέλει και πολλή ερμηνεία και εμβάθυνση είναι η λέξη «κατακτάμε». Το «αγώνες» και «τα δικαιώματά μας» χρήζουν ερμηνείας και εμβάθυνσης, άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι φωνάζεται και πέρα από τη μήτρα που το γέννησε, το ταξικό ρεύμα του συνδικαλιστικού κινήματος, σε κινητοποιήσεις ανεξάρτητα αν έχουν ή όχι καθαρό ριζοσπαστικό στίγμα.
Το πιο βασικό, πάντως, ζήτημα στο σύνθημα αναφέρεται στο περιεχόμενο των εργατικών δικαιωμάτων, για να αναφερθούμε στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, θέμα με ανάλογη σημασία για τα φτωχά - λαϊκά στρώματα.
Ο όρος δικαιώματα δεν λείπει από κανένα αστικό σύνταγμα, όπως και από τις διακηρυγμένες, στα λόγια, αρχές του ΟΗΕ, των ιμπεριαλιστικών ενώσεων, αυτών που γνωρίζουμε πολύ καλά στην Ελλάδα, (ΕΕ, ΝΑΤΟ). Για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα έχει διαφορετικό περιεχόμενο ανάλογα βεβαίως με τις εξελίξεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης, το γενικότερο συσχετισμό δυνάμεων.
Το μεγαλύτερο μέρος των συνδικαλισμένων εργαζομένων περιορίζει το δικαίωμα ή τα δικαιώματά του σε ορισμένα άμεσα μέτρα που κυρίως αφορούν ικανοποίηση μισθολογικών αιτημάτων, κοινωνικών παροχών, ή το δικαίωμα στη δουλειά σε συνθήκες που αυξάνεται η ανεργία. `Η όπως είναι σήμερα στην επιστροφή δικαιωμάτων που καταστρατηγήθηκαν.
Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, βασικοί κομματικοί πυλώνες του συστήματος ως τον Μάη - Ιούνη του 2012, υποστήριζαν ορισμένα από τα αιτήματα αυτά, ιδιαίτερα αν αφορούσαν δημόσιους υπαλλήλους ή εργαζόμενους στις τότε ΔΕΚΟ, γενικότερα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, άλλοτε τα αποδοκίμαζαν ως συντεχνιακά, ανάλογα αν ήταν κυβέρνηση ή αξιωματική αντιπολίτευση. Σήμερα η τρικομματική κυβέρνηση, σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής κρίσης και Μνημονίων, τα αιτήματα των εργαζομένων τα βαφτίζει ως συντεχνιακά, εγωιστικά, ή και όταν κατά παραχώρηση θεωρούνται δίκαια, ενοχοποιούνται ως ανεδαφικά και ουτοπικά, ότι τάχα θα ικανοποιηθούν όταν το κεφάλαιο επανέλθει στους ρυθμούς κερδοφορίας που είχε.
Για το ΚΚΕ, δεν υπήρξε ποτέ ούτε υπάρχει δίλημμα, υποστηρίζουμε και μάλιστα πρωτοστατούμε στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης και όχι γενικά και αφηρημένα αγώνων, προτάσσοντας οξυμένα επίκαιρα αιτήματα, επαναφέροντας αιτήματα που είχαν ως ένα βαθμό ικανοποιηθεί και σήμερα καταργούνται όπως είναι το ζήτημα της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Ταυτόχρονα, μας απασχολούν οι εργαζόμενοι να παίρνουν ενεργός μέρος στην οργάνωση των αγώνων, να επιλέγουν τις κατάλληλες και αντίστοιχες μορφές πάλης που καθορίζονται και από την οξύτητα των προβλημάτων και τη μελετημένη κλιμάκωση της ταξικής πάλης, της κοινωνικής συμμαχίας.
Ομως δεν πάψαμε ούτε θα πάψουμε να διαφωτίζουμε την εργατική τάξη ότι δεν πρέπει, στο όνομα δραματικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει με κορυφαίο της ανεργίας ή την απειλή ανεργίας, τους μισθούς και συντάξεις πείνας, να παγιώσει μια λογική μειωμένων απαιτήσεων σε μια περίοδο που χρειάζεται ανασύνταξη και αντεπίθεση. Σε μια περίοδο που επιχειρείται να έλθει η ανάκαμψη που θα στηριχθεί στα ερείπια των εργατικών δικαιωμάτων.
Η καλλιέργεια μειωμένων απαιτήσεων, και κυρίως η αποδοχή τους, υπονομεύει έως και ακυρώνει τους όποιους αγώνες αποφασίζουν να οργανώσουν οι εργαζόμενοι. Σ'αυτήν τη λογική των μειωμένων απαιτήσεων ποντάρει σήμερα η κυβέρνηση συνεργασίας, η καπιταλιστική εργοδοσία και ο άλλος πυλώνας της ο ΣΥΡΙΖΑ με τους δικούς του συμμάχους. Χαρακτηριστική απόδειξη είναι ότι η πιο συγκεκριμένη προεκλογική εξαγγελία που από τώρα κάνει είναι ότι θα επαναφέρει τον κατώτατο μισθό στο επίπεδο των 700 ευρώ της περιόδου 2010!, τέτοια ανατροπή πρεσβεύει, χωρίς μάλιστα να επεκτείνεται στο σύνολο των ανατροπών που αποφασίσθηκαν.
Ομως το άρθρο δεν έχει σκοπό να κάνει κριτική στα κόμματα διαχείρισης της κρίσης, κυρίως να θυμίσει στους εργαζόμενους, να συμβάλει έστω με νύξεις να μάθουν οι νεότεροι, γιατί το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα βρέθηκε ανέτοιμο (με εξαίρεση το ριζοσπαστικό ταξικό ρεύμα του με επικεφαλής το ΠΑΜΕ), να δράσει σε συνθήκες κρίσης, να έχει κατακτήσει αυτή την στιγμή έστω μια κάποια θέση εξέδρας για τα επόμενα δραματικά χρόνια που έρχονται. Να αναδείξει μια σημαντική πλευρά του.
Οι εργαζόμενοι στη 10ετία του '70 και κυρίως τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ απέσπασαν ορισμένες κατακτήσεις, όχι καθολικές αλλά για ορισμένους κατά βάση κλάδους, τομείς του Δημοσίου, πίσω από τις πραγματικές αναπτυξιακές δυνατότητες που είχε και έχει η Ελλάδα, και ενώ ο χορός των κερδών πήγαινε προκλητικά καλά. Ηταν κατακτήσεις όχι μόνο πίσω από τις ανάγκες, αλλά και με ένα στίγμα: αποτέλεσαν το μοχλό εξαγοράς άμβλυνσης της ταξικής συνείδησης, της οργάνωσης, της ταξικής ενωτικής μαχητικότητας, μέσα ενσωμάτωσης στο πολιτικό και κοινωνικοοικονομικό σύστημα.
Σημειώνουμε, επίσης, ότι ορισμένες από τις επιλεκτικές παροχές οι κυβερνήσεις τις προσέφεραν χωρίς πάντα ή στις περισσότερες μάλλον περιπτώσεις να έχουν προηγηθεί μεγάλοι, δυναμικοί μαζικοί αγώνες, δηλαδή ορισμένες παροχές για τα μέτρα του αστικού πολιτικού συστήματος αναντίστοιχες προς την όποια πολιτική και συνδικαλιστική πίεση είχαν υποστεί οι εκάστοτε αστικές κυβερνήσεις.
Ενα παράδειγμα: Το καθεστώς της επιδοματολογίας για τους εργαζόμενους στη Δημόσια Διοίκηση, στους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, στις πρώην ΔΕΚΟ, και ορισμένες παροχές που η ιδιωτική καπιταλιστική εργοδοσία είχε επίσης δώσει, με την ίδια πονηρή σκοπιμότητα, ιδιαίτερα σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους με αστρονομικά κέρδη. Αντί για αύξηση στο βασικό μισθό, καθιέρωση νέων επιδομάτων και ύψωση των ήδη υπαρχόντων.
Το ΚΚΕ και τότε προειδοποιούσε τους εργαζόμενους ότι δεν πρέπει να θεωρούν κατάκτηση την επιδοματολογία, και ότι ανεξάρτητα τι αποφασίστηκε, στη συνείδησή τους, πρέπει να λογίζεται ως παγίδα, πράγμα που επιβεβαιώθηκε σε λιγότερο από 10 χρόνια, ακόμα και πριν την κρίση. Αποκάλυπτε επίσης τη φύση των αγροτικών επιδοτήσεων από την ΕΟΚ/ΕΕ.
Εγιναν στο παρελθόν απεργίες διαρκείας των εκπαιδευτικών για αυξήσεις μισθού και τελικά πήραν ένα επίδομα για την αγορά βιβλίων, στην πραγματικότητα όμως χρησιμοποιήθηκε ως συμπλήρωμα του μισθού. Αν κάποιοι εκπαιδευτικοί χρησιμοποίησαν το «επίδομα βιβλιοθήκης» γι' αυτό το σκοπό, δεν αλλάζει η βασική τάση. Βεβαίως, το ΚΚΕ κατανοεί πλήρως ότι ο εκπαιδευτικός πρέπει να διαθέτει έναν αριθμό βιβλίων και βοηθημάτων, συμπληρωματικών εκδόσεων για να μην κάνει απλή αναπαραγωγή της ύλης των σχολικών βιβλίων, να μαθαίνει νέα πράγματα που χρειάζονται, να διευρύνει τον ορίζοντά του, για να μπορεί να διευρύνεται και ο ορίζοντας της σκέψης και της κρίσης των μαθητών. Πέρα από τη συστηματική επιμόρφωση που πρέπει να γίνεται στα πανεπιστήμια, υπάρχει ανάγκη και της αυτομόρφωσης. Αυτό το ζήτημα λύνεται με καλά οργανωμένες δανειστικές βιβλιοθήκες στα σχολεία, ή σε πανεπιστημιακές σχολές, με μηχανισμό ενημέρωσης των εκπαιδευτικών και όχι με ένα επίδομα που δίνεται σε υποκατάσταση της αύξησης του μισθού και μάλιστα δεν αποδεικνύεται ότι επιβεβαιώνεται ο σκοπός για τον οποίο καθιερώθηκε.
Οι εφημερίες των γιατρών καταπονούν, επιβαρύνουν, δε λύνεται το ζήτημα της παροχής με υπερωρία, το πρόβλημα όμως είναι ότι η πρόσθετη αυτή αμοιβή πρόβλεπε και τις πλαστές εφημερίες ή τις εφημερίες από το σπίτι! Αντίθετα, οι γιατροί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο αποκλειστικά δημόσιο τομέα της Υγείας, πρέπει να αμείβονται καλά, να εργάζονται κανονικό ωράριο και την ίδια ώρα με προσλήψεις να διασφαλίζεται η εφημερία, η πλήρης καθημερινή εξυπηρέτηση των ασθενών, αλλά και η Πρόνοια, η δημόσια Υγεία που επίσης απαιτεί προσλήψεις γιατρών, νοσηλευτικού και ειδικού προσωπικού.
Η μεγάλη πλειοψηφία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, με ευθύνη των ηγεσιών των ΔΑΚΕ - ΠΑΣΚΕ αλλά και άλλων όπως του ΣΥΝ και στη συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ έδρεψαν καρπούς ή προσπάθησαν να δρέψουν καρπούς με αυτές τις μεσοβέζικες «κατακτήσεις», εγκαλώντας το ΚΚΕ γιατί τάχα δεν ενδιαφέρεται για τα άμεσα προβλήματα, τα παραπέμπει όλα στο σοσιαλισμό, το γνωστό δηλαδή ψέμα με ουρά....
Πώς αντιμετωπίστηκε το ΚΚΕ, όταν έθετε ζήτημα ότι η επιδοματολογία είναι παγίδα όχι μόνο για την τσέπη αλλά και για τη συνείδηση των εργαζομένων;
Συκοφαντούσαν, και ως σήμερα το κάνουν, το ΚΚΕ ότι στοχεύει στη λαϊκή εξαθλίωση, προκειμένου να ξεσπάσει η επανάσταση, άρα δεν ενδιαφέρεται για τη βελτίωση έστω με αυτό τον τρόπο των μισθών. Εκτός των άλλων, αποδεικνύονται και αδιάβαστοι και παραχαράκτες, γιατί το ΚΚΕ δεν έχει τέτοια θεωρητική αντίληψη για την πρόοδο της ταξικής συνείδησης, τις επαναστατικές συνθήκες και την επανάσταση.
Αν βγαίνει ένα συμπέρασμα και για εμάς είναι ότι έπρεπε πιο συστηματικά και πιο επίμονα να αποκαλύπτουμε το είδος των κατακτήσεων στις συνθήκες του καπιταλισμού. Δεν ήταν όλες οι κατακτήσεις πραγματικές ώστε να συμβάλλουν και στη σχετική ή απόλυτη βελτίωση αλλά και στην ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης και της κοινωνικής συμμαχίας.
Το ΚΚΕ δεν έχει καμία σχέση, παρά τις όποιες αδυναμίες εμφάνισε ή και δισταγμούς να πάει πιο ξεκάθαρα κόντρα στο ρεύμα, με τη σκόπιμη τακτική των άλλων πολιτικών δυνάμεων και των «παιδιών» τους στα συνδικάτα. Απλά πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ακόμα πιο στέρεα σήμερα ότι δεν αρκεί να πηγαίνεις κόντρα στο ρεύμα σε γενικότερα ιδεολογικά και πολιτικά ζητήματα όπως το θέμα της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, του ιμπεριαλιστικού πολέμου, της λεγόμενης αντιτρομοκρατικής εκστρατείας, αλλά και κόντρα σε πρακτικές που οι συνδικαλιστικές ηγεσίες καλλιεργούν και πετυχαίνουν να τις διαμορφώνουν σε κυρίαρχη κοινωνική πεποίθηση, συνείδηση. Βεβαίως, δεν είναι εύκολη υπόθεση, γιατί πίσω από μια συνδικαλιστική πρακτική υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα που τη στηρίζει με διπλό τρόπο, είτε με ύπουλες παροχές, είτε με επίθεση και συκοφάντηση ως συντεχνιακή αντίληψη. Εννοείται ότι η θέση να πάμε κόντρα με την κυρίαρχη λογική μέσα στην εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα, προωθείται και αναπτύσσεται με διαφορετικό τρόπο, σε σύγκριση με την κατά μέτωπο επίθεση στον ταξικό αντίπαλο.
Είναι άλλο πράγμα οι προσαρμογές στα αιτήματα που αποτελούν κρίκους και άλλο πράγμα η γραμμή πάλης. `Η θα αναπτύσσεται σε αντιμονοπωλιακή αντικαπιταλιστική κατεύθυνση ή θα είναι συμβιβαστική και ηττοπαθής.
Ενα παράδειγμα από το σήμερα: Η ΟΛΜΕ εξαγγέλλει απεργία διαρκείας στις εξετάσεις, ή μάλλον καλύτερα απειλεί εφόσον αυξηθούν οι ώρες διδασκαλίας κ.λπ.
Η άρνηση της αύξησης των ωρών απασχόλησης και μάλιστα για το σκοπό που γίνεται είναι σωστή, το αίτημα της μη σύμπτυξης των σχολείων επίσης. Η μορφή πάλης όμως, ύστερα από μια περίοδο απεργιακής και κυρίως πολύμορφης αγωνιστικής ανομβρίας ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, έρχεται σε μια στιγμή που δυστυχώς έχει θεωρηθεί ως η πιο κρίσιμη μάχη της ζωής των γονιών και των παιδιών τους, καθώς όλοι κρέμονται από την είσοδο στα ΑΕΙ και ΤΕΙ έστω να έχει το «παιδί ένα χαρτί». Εδώ ανοίγεται ένα άλλο θέμα που δεν διαπραγματεύεται το άρθρο για το πώς η εργατική οικογένεια, η λαϊκή οικογένεια βλέπει τον αγώνα για το παρόν και το μέλλον της νέας γενιάς.
Η παρατήρηση δεν αφορά αποκλειστικά τη μορφή πάλης. Το θέμα είναι ότι η ηγεσία του εκπαιδευτικού κινήματος θα έπρεπε έγκαιρα, και ειδικά σήμερα, να κάνει τον κόπο να αναδείξει στην εργατική - λαϊκή οικογένεια το είδος των εξετάσεων, το περιεχόμενό τους, σε τι εξετάζονται τα παιδιά και πώς προετοιμάζονται τόσο από το σχολείο όσο και από το καθεστώς των φροντιστηρίων (συνιστά αίσχος και απόδειξη της ιδιωτικοποίησης της Παιδείας), από ποιες απαντήσεις εξαρτάται αν θα αδειάσουν, ακόμα περισσότερο, οι τσέπες των γονιών για να επαναλάβουν του χρόνου το πείραμα.
Τι έχει κάνει η ηγεσία εκπαιδευτικών (εννοούμε την πλειοψηφία, φυσικά) για τις δραματικές εξελίξεις που, εδώ και μια 10ετία και πάνω, έχουμε στα αναλυτικά προγράμματα διδασκαλίας, που βγάζουν εγγράμματους, αμόρφωτους;
Αλήθεια, δεν αξίζει μια απεργία όταν μάλιστα γίνεται ή θα γίνει πιθανά στις εξετάσεις, να ανοίξει το πρόβλημα της υποβάθμισης και της ταξικότητας της μόρφωσης των παιδιών του λαού, της υποκρισίας των εξετάσεων ως αξιολόγηση της γνώσης και της ικανότητας των παιδιών; Βεβαίως, είναι ζήτημα σύνθετο, απαιτείται κάθε σχολείο με ευθύνη και πρωτοβουλία των εκπαιδευτικών να γίνει κάστρο πάλης, αντίστασης στη μορφωτική φτώχεια, στο αντιεπιστημονικό περιεχόμενο πολλών βιβλίων, στις μεθόδους διδασκαλίας, μαζί με τον αριθμό των μαθητών, τις σχολικές αίθουσες κ.λπ. Είναι και αυτό εργασιακό δικαίωμα των εκπαιδευτικών πέρα από τα δίκαια αιτήματα για το μισθό, τις προσλήψεις, την επιμόρφωση, τα ωράρια. Ενα τέτοιο κίνημα μπορεί να συμβάλει στον προσανατολισμό (όχι βεβαίως στο καπέλωμα και την ποδηγέτηση) των μαθητικών αγώνων, της μαθητικής ζωής μέσα στο σχολείο.
Τα τελευταία χρόνια, βεβαίως, έχουμε και θετικά παραδείγματα συνδυασμού αγώνων και αιτημάτων, μορφών πάλης και κατεύθυνσης που απαιτείται σήμερα. Μόνο που δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στα όργανα αυτά του κινήματος έχει διαμορφωθεί πλειοψηφία δυνάμεων που ανήκουν στο ΠΑΜΕ , στα όργανα αυτά είναι εκλεγμένοι κομμουνιστές που θέλουν και αποτελέσματα στους αγώνες, όσο εξαρτάται από αυτούς, αλλά και ανασύνταξη του κινήματος, όξυνση της ταξικής πάλης.
Ενα θετικό παράδειγμα προκύπτει από την Ομοσπονδία Οικοδόμων, με αιτήματα άμεσα, απολύτως αναγκαία σήμερα, αλλά ταυτόχρονα ανοίγουν το δρόμο για να κατανοηθούν τα πραγματικά δικαιώματα των οικοδόμων που στην ουσία είναι δικαιώματα στην οικονομία, στην ανάπτυξη, στην εξουσία. όπως άλλωστε ισχύει για ολόκληρη την εργατική τάξη.
Δίπλα στα επιτακτικά, λόγω επικαιρότητας αιτήματα, υπάρχει ένα ολόκληρο πλαίσιο πάλης για κατασκευές που εξασφαλίζουν δουλειά για όλους και όλες, και μαζί ανταποκρίνονται στις ανάγκες της λαϊκής οικογένειας, των νέων ζευγαριών, έργα που προσαρμόζονται στις ελληνικές ιδιαιτερότητες (σεισμογενές έδαφος κ.λπ.). Δεν περιορίζονται στον κλάδο των οικοδόμων, δείχνουν το δρόμο σε εργαζόμενους και άνεργους ελευθεροεπαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους για κοινή δράση και συμμαχία, αφού οι κατασκευές απαιτούν διαφορετικά επαγγέλματα. Αυτός και μόνο αυτός ο αγώνας διασφαλίζει το πιο δυναμικό αύριο του κινήματος, χειραφετεί, μαχητικοποιεί. Βεβαίως, εμφανή αποτελέσματα δεν έρχονται αυτόματα, όμως έγινε το πρώτο βήμα.
Αλλο παράδειγμα: Η εξαιρετικής σημασίας ενέργεια των κομμουνιστών που μαζί με δυνάμεις που μετέχουν στο ΠΑΜΕ συμφώνησαν να γράφουν ως μέλη των σωματείων των εργατών δήμου και τους έκτακτους, συμβασιούχους. Αυτή η θέση προωθήθηκε και σε άλλους κλάδους παρά το ενιαίο εχθρικό μπλοκ που συναντήσαμε. Ενα πελώριο όχι υψώθηκε από όλες τις άλλες παρατάξεις και τους γνωστούς και μη εξαιρετέους σε τέτοιες επιλογές Συριζαίους, γιατί ο νόμος δεν επιτρέπει... Για μας η νομιμότητά τους είναι παράνομη, πρέπει έτσι να κατανοείται, καθώς ο νόμος τους υπηρετεί τη διάσπαση της εργατικής τάξης. Δεν σκεφθήκαμε καθόλου ως Κόμμα ότι οι συμβασιούχοι και έκτακτοι είχαν προσληφθεί κυρίως από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και από τον ΣΥΡΙΖΑ (έχει οργιάσει με κομματικά κριτήρια στο χώρο της ΤΑ, όπου ελέω ΠΑΣΟΚ και δήθεν ανένταχτων ψηφοδελτίων έχει κατακτήσει σημαντικές θέσεις ακόμα και την περίοδο που ο φορέας είχε δεν είχε στη βουλή το 4%), επομένως δεν περιμέναμε να κερδίσουμε σε συνδικαλιστικές ψήφους. Αυτό σημαίνει ταξική στάση, ταξική ενότητα, αυτό σημαίνει ότι ένα κίνημα στο σύνολό του και κατά κλάδο ετοιμάζεται για δύσκολες ώρες, για μεγάλες καμπές, συγκεντρώνει όλες τις δυνάμεις, αυτό είναι πολιτική συσπείρωσης.
Θα μπορούσαμε να γράφουμε παραδείγματα που να γεμίσουν 100% ολόκληρο το «Ριζοσπάστη». Αυτά τα λίγα για την ώρα αρκούν κατά τη γνώμη μας. Το θέμα είναι λοιπόν σήμερα το σύνθημα ΜΕ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΤΑΚΤΑΜΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΑΣ να αρχίζει ευρύτερα να ξεκαθαρίζεται ποιοι αγώνες, πώς προετοιμάζονται, ποια οργάνωση και μαζικότητα, ποια κατεύθυνση, ποιος είναι ο αντίπαλος, για ποιο σκοπό. Γιατί η εμβέλεια και αποτελεσματικότητα των αγώνων εξαρτάται σε αποφασιστικό βαθμό στο τι συντελείται σε κάθε εργοστάσιο, επιχείρηση, τόπο δουλειάς, καθώς το βιομηχανικό προλεταριάτο είναι η ραχοκοκαλιά του εργατικού - συνδικαλιστικού κινήματος, χωρίς βεβαίως να υποτιμώνται, κάθε άλλο, τα άλλα τμήματα της εργατικής τάξης. Οσο αυτά τα προβλήματα δε λύνονται στη συνείδηση των εργαζομένων, ναι μεν θα έχουμε αγώνες με πολλά σκαμπανεβάσματα και διαρκή αστάθεια, ενώ ο αντίπαλος, μια λερναία ύδρα, έχει το πλεονέκτημα να χρησιμοποιεί όλα τα κόμματα -πλην ΚΚΕ- ακόμα και εκείνα που δεν είναι γέννημα - θρέμμα του όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, να κλείνει κάποιες τρύπες έστω και με μπαλώματα, να αναπληρώνει απώλειες, να έχει το πάνω χέρι στη διάβρωση της αποτελεσματικότητας του κινήματος. Οχι για πάντα βέβαια, αλλά για όσο κρίσιμο διάστημα το πρόβλημα της εξουσίας δεν απασχολεί ως σκοπός πάλης ένα μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης. Το ΚΚΕ σήμερα είναι πιο έμπειρο, φάνηκε άλλωστε και στις αποφάσεις του 19ου Συνεδρίου και πιο έτοιμο να αντιμετωπίσει όποια βαρίδια, αδυναμίες διατηρεί ως σήμερα, ώστε να ανταποκριθεί στο ρόλο του στο εργατικό κίνημα και την κοινωνική συμμαχία, στη νικηφόρα πορεία για την εργατική - λαϊκή εξουσία.