29 Ιαν 2012

Η ίδρυση της Πρώτης Διεθνούς



Η ίδρυση της Πρώτης Διεθνούς
«Η περασμένη πείρα έχει δείξει ότι η
περιφρόνηση του δεσμού της αδελφοσύνης
που έπρεπε να ενώνει τους εργάτες των διαφόρων
χωρών και να τους παρακινεί να παραστέκονται
ο ένας τον άλλον σε όλους τους αγώνες του για τη
χειραφέτηση, θα τιμωρείται πάντα με την κοινή
ματαίωση των ασύνδετων προσπαθειών τους. Αυτή η
σκέψη παρότρυνε τους εργάτες διαφόρων χωρών, που
στις 28 του Σεπτέμβρη 1864 συνάχτηκαν σε δημόσια
συγκέντρωση, στο Σεντ Μάρτιν Χολ του Λονδίνου,
να ιδρύσουν τη Διεθνή Ενωση».
Καρλ Μαρξ1
Το Νοέμβρη του 1863 οι Αγγλοι εργάτες απηύθυναν στους Γάλλους συναδέλφους τους μια έκκληση με την οποία τους καλούσε να συγκροτήσουν μια παγκόσμια οργάνωση2. Στην έκκληση, μεταξύ άλλων, σημειωνόταν:
«Η αδελφοσύνη των λαών είναι εξαιρετικά αναγκαία προς το συμφέρον των εργατών. Γιατί κάθε φορά που προσπαθούμε να καλυτερέψουμε τη θέση μας με την ελάττωση των ωρών της εργασίας και με την αύξηση των ημερομισθίων, οι καπιταλιστές μάς απειλούν ότι θα μισθώσουν Γάλλους, Βέλγους και Γερμανούς εργάτες που θα αναπληρώσουν την εργασία μας με χαμηλότερη τιμή. Δυστυχώς η απειλή αυτή πραγματοποιείται συχνά. Το λάθος, βέβαια, δεν είναι των συντρόφων της ηπείρου3, αλλά οφείλεται αποκλειστικά στην έλλειψη κανονικής σύνδεσης μεταξύ των μισθωτών των διαφόρων χωρών. Ελπίζουμε ωστόσο, πως η κατάσταση αυτή θα πάρει τέλος σε λίγο καιρό, γιατί οι προσπάθειές μας να ανεβάσουμε τους κακοπληρωμένους εργάτες στο ίδιο επίπεδο με κείνους που παίρνουν υψηλά ημερομίσθια, θα εμποδίσουν τους εργολάβους να χρησιμοποιούν μερικούς από μας ενάντια στους άλλους για να καταβιβάζουν το επίπεδο της ζωής σύμφωνα με το κερδοσκοπικό τους πνεύμα»4. Η έκκληση κατέληγε με την πρόταση «να συγκληθεί μια συνέλευση των αντιπροσώπων της Γαλλίας, Ιταλίας, Γερμανίας, Πολωνίας, Αγγλίας και όλων των χωρών όπου υπάρχει επιθυμία συνεργασίας για το καλό της ανθρωπότητας»5.
Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του «Ιδρυτικού Μανιφέστου» και του «Προσωρινού καταστατικού της Διεθνούς Αδελφότητας των Εργατών»
Οι Γάλλοι εργάτες, αν και χρησιμοποίησαν την έκκληση για προπαγάνδα στα εργοστάσια, άργησαν να απαντήσουν στους Αγγλους συναδέλφους τους. Πέρασε σχεδόν ένας ολόκληρος χρόνος και τελικά η απάντηση ήρθε. Στις 28 Σεπτεμβρίου του 1864 στην αίθουσα του Αγίου Μαρτίνου στο Λονδίνο συγκεντρώθηκαν εκπρόσωποι των εργατών της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Πολωνίας και της Ιρλανδίας. Η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη και των εργασιών προήδρευσε ο καθηγητής Ε. Σ. Μπίσλι που είχε μεταφράσει στα γαλλικά την προαναφερόμενη αγγλική έκκληση προς τους Γάλλους εργάτες. Επίσης ο Τζορτζ Οτζερ, που ήταν ο βασικός συντάκτης της, τη διάβασε εκ μέρους των Αγγλων εργατών στους παραβρισκόμενους. Αμέσως τον ακολούθησε στο βήμα ο Μ. Τολέν που διάβασε, εκ μέρους της γαλλικής αντιπροσωπείας την απάντηση των Γάλλων εργατών6. «Παγκόσμια πρόοδος - είπε ο Τολέν7 - καταμερισμός της εργασίας, ελευθερία του εμπορίου, ιδού οι τρεις παράγοντες που πρέπει να απασχολήσουν την προσοχή μας, γιατί είναι τέτοιοι που μπορούν να μεταμορφώσουν ριζικά την οικονομική ζωή της κοινωνίας. Αναγκασμένοι από τη δύναμη των πραγμάτων και τις ανάγκες της εποχής, οι καπιταλιστές σχημάτισαν ισχυρές οικονομικές και βιομηχανικές ενώσεις. Αν δε λάβουμε αμυντικά μέτρα, θα συντριβούμε αλύπητα. Εμείς, εργάτες όλου του κόσμου, οφείλουμε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και ν' αντιτάξουμε ένα φραγμό αξεπέραστο στην τωρινή κατάσταση πραγμάτων που απειλεί να διαιρέσει την ανθρωπότητα σε μια μάζα πεινασμένων και μανιακών ανθρώπων απ' τη μια μεριά και μια ολιγαρχία βασιλιάδων του χρήματος και καλοθρεμμένων βόζων (βουδιστών ιερέων) απ' την άλλη. Ας βοηθήσουμε αμοιβαία για να φτάσουμε στον σκοπό μας».
Αντιπρόσωποι του Συνεδρίου της Α' Διεθνούς, που έγινε το 1869 στη Βασιλεία της Ελβετίας
Μετά απ' όλα αυτά η ίδρυση της Διεθνούς ήταν γεγονός. Αποφασίστηκε να έχει έδρα της το Λονδίνο, να γίνει δημοσιογραφικό της όργανο η αγγλική εργατική εφημερίδα «Beehive», να καταβάλλονται συνδρομές για τη λειτουργία της και να καθοδηγείται προσωρινά από Κεντρική Επιτροπή με υποεπιτροπές σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Τέλος εκλέχτηκε ένα Γενικό Συμβούλιο από 21 μέλη για την εκτέλεση των αποφάσεων. Το συμβούλιο εξουσιοδοτήθηκε να προσλαμβάνει νέα μέλη κατά την κρίση του8.
Η παρουσία και ο ρόλος του Μαρξ στην ίδρυση της Διεθνούς
Στο προεδρείο της συγκέντρωσης βρισκόταν και μια επιβλητική μορφή με πυκνά γένια και μαλλιά, που έμελλε να βάλει ανεξίτηλα τη σφραγίδα του σ' αυτή τη διεθνή εργατική οργάνωση, που μόλις ιδρυόταν. Ηταν ο Κάρολος Μαρξ «Παρευρισκόμουν ο ίδιος στο προεδρείο σαν βουβό πρόσωπο» έγραψε λίγο αργότερα στο φίλο του Φ. Ενγκελς9.
Ο Μαρξ δεν είχε προηγουμένως σχέσεις με τους διοργανωτές της συγκέντρωσης. Εμαθε γι' αυτήν μια εβδομάδα πριν την πραγματοποίησή της από έναν νεαρό Γάλλο δημοκράτη εμιγκρέ, τον Le Lubez, ο οποίος χρησίμευε σαν ενδιάμεσος ανάμεσα στους Γάλλους εργάτες και στις αγγλικές εργατικές ενώσεις. Ο Le Lubez, πλησίασε τον Μαρξ για λογαριασμό των διοργανωτών της συγκέντρωσης, του ανέφερε ποιοι ήταν και τι σκόπευαν να κάνουν και τον κάλεσε να παραβρεθεί στη συγκέντρωση σαν εκπρόσωπος των Γερμανών εργατών. Μάλιστα του ζήτησε να ορίσει στη συγκέντρωση ένα Γερμανό εργάτη για ομιλητή10. Ο Μαρξ δέχτηκε την πρόταση. «Ξέροντας - έγραφε στον Ενγκελς11- ότι αυτή τη φορά το Λονδίνο, όπως και το Παρίσι αντιπροσωπεύονταν από αληθινές δυνάμεις, είχα αποφασίσει ν' απαρνηθώ το συνηθισμένο μου κανόνα ν' αποκρούω αυτού του είδους τις προσκλήσεις». Για Γερμανό εργάτη ομιλητή στη συγκέντρωση ο Μαρξ πρότεινε τον φίλο του Eccarius, με τον οποίο συνδεόταν από τη Λίγκα των Κομμουνιστών.
Τύπος της Πρώτης Διεθνούς
Ο αληθινός ρόλος του Μαρξ δεν ήταν ρόλος ιδρυτή της 1ης Διεθνούς. Υπήρξε όμως ο αναμφισβήτητος πνευματικός καθοδηγητής της. Ακόμη κι αυτός ο αναρχικός Μισέλ Μπακούνιν, που τόσο πολέμησε μαζί του, γράφει για τον Μαρξ12: "Υπήρξε ένας από τους πρώτους, αν όχι ο πρωταρχικός θεμελιωτής της Διεθνούς... Είναι ακόμη μέχρι σήμερα ένα από τα πιο σταθερά, τα πιο έξυπνα και πιο επιδραστικά στηρίγματα του σοσιαλισμού, ένα από τα πιο δυνατά φράγματα ενάντια στην είσοδο κάθε αστικής τάσης και ιδεολογίας».
Ο Μαρξ ήταν αυτός που επεξεργάστηκε την Ιδρυτική Διακήρυξη και το Καταστατικό της «Διεθνούς Ενωσης των Εργατών»13 , όπως ήταν το πλήρες όνομα της 1ης Διεθνούς. Το έργο αυτό το ανέλαβε αφού είχαν απορριφθεί σχετικά κείμενα άλλων ηγετικών στελεχών της Ενωσης και το έφερε σε πέρας με εξαιρετική επιτυχία. Τα κείμενά του αυτά, όπως και ο τρόπος που χειρίστηκε το όλο θέμα, αποτελούν, ακόμη και σήμερα, σχολείο ηγετικής επαναστατικής δράσης και συμπεριφοράς. Τόσο στην ιδρυτική διακήρυξη, όσο και στο καταστατικό είναι διατυπωμένο το σύνολο των απόψεων του Μαρξ που βρίσκουμε στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» και σε άλλα, προ του 1864, έργα του αλλά όχι πάντα με την ίδια γλώσσα και την ίδια σκληρότητα στη μορφή. Στόχος του Μαρξ ήταν να ανεβάσει το επίπεδο των μελών της Διεθνούς κι όχι να δημιουργήσει αντιθέσεις φορμαλιστικού χαρακτήρα με τα διάφορα ρεύματα του εργατικού κινήματος που την απάρτιζαν. Γράφει ο ίδιος στον Ενγκελς: «Ηταν πολύ δύσκολο να ενεργήσουμε κατά τέτοιο τρόπο που η άποψή μας να εκφραστεί έτσι, ώστε να γίνει αποδεχτή από το σημερινό επίπεδο του εργατικού κινήματος... Θα χρειαστεί καιρός ώσπου το κίνημα, που αφυπνίζεται πάλι, να κάνει ξανά δυνατή την παλιά τόλμη της γλώσσας. Θα πρέπει να είμαστε ενεργητικοί στο βάθος, μαλακοί στη μορφή». Για να φανεί ακόμη καλύτερα τι δυσκολίες αντιμετώπισε ο Μαρξ στη σύνταξη αυτών των κειμένων αξίζει να σημειώσουμε τούτο: Από τη Διεθνή τού ανέθεσαν να συμπεριλάβει στον πρόλογο του καταστατικού δύο φράσεις σχετικά με το «καθήκον» και το «δίκαιο» καθώς και με την «αλήθεια», την «ηθική» και τη «δικαιοσύνη». Στο ίδιο γράμμα του στον Ενγκελς σημειώνει ότι συμπεριέλαβε αυτές τις φράσεις προσθέτοντας με νόημα: «Το έκανα προσέχοντας να μην προκληθεί από αυτές τις προσθήκες η παραμικρή ζημιά»14.
Η σημασία της ίδρυσης της Διεθνούς
Τη σημασία της ίδρυσης της Διεθνούς την αποδίδει με καταπληκτική σαφήνεια ο πρόλογος του καταστατικού της, που συνέταξε ο Μαρξ, όπου, ανάμεσα στα άλλα αναφέρεται:15
«Εχοντας υπόψη:
Οτι η χειραφέτηση της εργατικής τάξης πρέπει να κατακτηθεί από την ίδια την εργατική τάξη,
Οτι ο αγώνας για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης δεν είναι αγώνας για ταξικά προνόμια και μονοπώλια, αλλά για ίσα δικαιώματα και καθήκοντα και για την κατάργηση κάθε ταξικής κυριαρχίας,
Οτι η οικονομική υποδούλωση του εργάτη στο μονοπωλητή των μέσων εργασίας, δηλαδή των πηγών της ζωής, βρίσκεται στη βάση όλων των μορφών της δουλείας, στη βάση της κοινωνικής αθλιότητας, του διανοητικού μαρασμού και της πολιτικής εξάρτησης,
Οτι επομένως η οικονομική χειραφέτηση της εργατικής τάξης είναι ο μεγάλος τελικός σκοπός, στον οποίο πρέπει να υποταχθεί σαν μέσο κάθε πολιτικό κίνημα,
Οτι όλες οι προσπάθειες που τείνουν σ' αυτό το μεγάλο σκοπό απέτυχαν ως τώρα από έλλειψη αλληλεγγύης ανάμεσα στους διάφορους εργατικούς κλάδους κάθε χώρας και από την απουσία ενός αδελφικού δεσμού ανάμεσα στους εργάτες των διαφόρων χωρών,
Οτι η χειραφέτηση της εργατικής τάξης δεν είναι ούτε τοπικό, ούτε εθνικό, αλλά ένα κοινωνικό καθήκον που αγκαλιάζει όλες τις χώρες στις οποίες υπάρχει η σύγχρονη κοινωνία και που η λύση του εξαρτάται από την πρακτική και θεωρητική συνεργασία των πιο προχωρημένων χωρών,
Οτι το σημερινό ξαναζωντάνεμα του κινήματος της εργατικής τάξης στις πιο προχωρημένες βιομηχανικές χώρες της Ευρώπης, ενώ γεννά νέες ελπίδες, απευθύνει μια πανηγυρική προειδοποίηση να μην επαναληφθούν τα παλιά λάθη και απαιτεί την άμεση συνένωση των ασύνδετων ακόμα κινημάτων,
Για όλους αυτούς τους λόγους ιδρύθηκε η Διεθνής Ενωση των Εργατών».
Η Πρώτη Διεθνής έπαψε να υπάρχει το 1876 αφού είχε εκπληρώσει την ιστορική της αποστολή. Είχε θέσει τις βάσεις του σύγχρονου εργατικού κινήματος, τόσο από θεωρητική όσο και από οργανωτική σκοπιά, είχε διδάξει στο προλεταριάτο την αξία του προλεταριακού διεθνισμού και της πάλης για την ανατροπή της αστικής τάξης και την κατάκτηση της εξουσίας από τους εργάτες. Επί των ημερών της δράσης της γεννήθηκε το δικό της παιδί, η Κομμούνα του Παρισιού, που ήταν η πρώτη απόπειρα για τη θεμελίωση του εργατικού κράτους.
Η Πρώτη Διεθνής υπήρξε αναμφισβήτητα ένα τεράστιο βήμα του εργατικού κινήματος. Απείχε όμως από το να ανταποκρίνεται σ' αυτό που ονειρεύονταν ο Μαρξ κι ο Ενγκελς, πράγμα απολύτως φυσικό για την εποχή της. Γι' αυτό ο Ενγκελς έγραφε στο Ζόργκε16: «Πιστεύω ότι η επόμενη Διεθνής - ύστερα από μερικά χρόνια επίδρασης των έργων του Μαρξ - θα είναι καθαρά κομμουνιστική και θα διακηρύξει άμεσα τις αρχές της». Το έργο αυτό έφεραν σε πέρας ο Λένιν και το μπολσεβίκικο κόμμα.
1. Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεχτά έργα», τόμος πρώτος, σελ. 450
2. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος ΣΤ2, σελ. 842
3. Εννοεί την Ευρωπαϊκή Ηπειρο σε διάκριση με τη νησιωτική Μ. Βρετανία
4. Δ. Ραζιάνοφ: «Μαρξ- Ενγκελς», εκδόσεις «Αναγνωστίδη», σελ. 178-179
5. Ουίλ. Φόστερ: «Η Ιστορία των τριών Διεθνών», Αθήνα 1975, σελ. 51
6. Ουίλ. Φόστερ, στο ίδιο, σελ. 51
7. Δ. Ραζιάνοφ, στο ίδιο, σελ. 181
8. Ουίλ. Φόστερ, στο ίδιο, σελ. 51
9. Φρ. Ενγκελς Κ. Μαρξ: «Αλληλογραφία», εκδόσεις «Μπάιρον», τόπος β', σελ. 63
10. Μπ. Νικολαϊέβσκι - Οτο Μένχεν - Χέλφεν: «Καρλ Μαρξ», Εκδόσεις «Ράππα», σελ. 336
11. Φρ. Ενγκελς Κ. Μαρξ: «Αλληλογραφία», στο ίδιο, σελ. 63
12. «Michel Bakounin»: «Για έναν αντιεξουσιαστικό σοσιαλισμό» (απόσπασμα από ένα γράμμα στον Χέρτζεν 28/10/1869), εκδόσεις «Ελεύθερος Τύπος», σελ. 94 και 96
13. Βλέπε και δύο αυτά ντοκουμέντα στο σύνολό τους, στο: Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεχτά έργα», τόμος πρώτος, σελ. 440-456
14. Φρ. Ενγκελς - Κ. Μαρξ: «Αλληλογραφία», εκδόσεις «Μπάιρον», τόπος β', σελ. 66
15. Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεχτά έργα», τόμος πρώτος, σελ. 452-453
16. Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεχτά έργα», τόμος δεύτερος, σελ. 561


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


ΦΛΕΒΑΡΗΣ 1862 Η ναυπλιακή εξέγερση κατά του Οθωνα



ΦΛΕΒΑΡΗΣ 1862
Η ναυπλιακή εξέγερση κατά του Οθωνα
Σκηνή απ' τη ναυπλιώτικη εξέγερση (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη)
«Ο Βασιλεύς Οθων ωμοίαζε τον Λουδοβίκον XVI,όστις εις το ημερολόγιον, το οποίον εκράτει περίτων συμβάντων των σημαντικών της ημέρας, τηνημέραν καθ' ην εκυριεύετο η Βαστίλλη έγραφε rienτίποτε δεν ηκολούθησε, και όμως κατά την ημέρανεκείνην η Γαλλία εκλόνιζε το αρχαίον οικοδόμημακαι εσάλευε τας βάσεις της δυναστείας του. Τούτοέπαθε ο Οθων. Ούτε της κοινής γνώμης η ανάπτυξις,ούτε της Γερουσίας η διαγωγή, ηδύνατο να τον κάμουννα εννοήση ότι η φωνή του έθνους απήτη άλλο, παρ'ό,τι αυτός έπραττε και εφρόνει».
Θρασύβουλος Ζαΐμης1
Τη νύχτα της 31ης του Γενάρη προς 1η του Φλεβάρη (13 προς 14/2 με το νέο ημερολόγιο) του 1862 εκδηλώθηκε στο Ναύπλιο εξέγερση, λαού και στρατού, κατά του μοναρχικού καθεστώτος του Οθωνα, κι αυτό όχι τυχαία. «Το Ναύπλιο - σύμφωνα με τον Κορδάτο- ήταν το σπουδαιότερο επαναστατικό κέντρο των αντιβασιλικών» εκείνης της εποχής. Ηταν μια ζωντανή πόλη, που επηρεαζόταν άμεσα από τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις στη χώρα και που τη χαρακτήριζαν οι έντονες πολιτικές ζυμώσεις, γεγονός καθόλου περίεργο αφού υπήρξε η πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας μετά την επανάσταση. Επιπλέον, είχε γίνει το κέντρο υποδοχής όσων βρίσκονταν υπό δυσμένεια από το μοναρχικό καθεστώς. «Τους πιότερους, δηλαδή ανεπιθύμητους ή καταδικασμένους για πολιτικούς λόγους αξιωματικούς - γράφει ο Δ. Φωτιάδης- τους στέλνανε είτε εξόριστους στο Ανάπλι, "υπό αστυνομικήν επιτήρησιν", είτε να φυλακιστούν σ' ένα από τα δύο περίφημα κάστρα του, το Παλαμήδι ή την Ακροναυπλία». Δεν είναι επομένως καθόλου ανεξήγητο που επικεφαλής της εξέγερσης υπήρξαν εξόριστοι και - μυημένοι απ' αυτούς - στρατιωτικοί όπως ο Αρτέμης Μίχου, ο Πάνος Κορωναίος, ο Δ. Θ. Γρίβας, ο Δ. Μπότσαρης, ο Χρ. Ζυμβρακάκης κ.ά. καθώς και μια ομάδα πολιτικών ανάμεσα στους οποίους διακρίνονταν ο δήμαρχος Π. Ζαφειρόπουλος, ο εφέτης Γ. Πετιμεζάς, ο πρωτοδίκης Π. Μαυρομιχάλης, ο πρόξενος του Βελγίου Σπ. Ζαβιτσιάνος, οι δικηγόροι Κ. Αντωνόπουλος, Γρ. Δημητριάδης, Ι. Παπαζαφειρόπουλος, Κ. Πετσάλης και, φυσικά, η Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου - η Ελληνίδα μαντάμ Ρολάν, σύμφωνα με τον Δ. Φωτιάδη4- μια πολύ μορφωμένη γυναίκα, σύζυγος του μακαρίτη τότε γερουσιαστή και δημάρχου του Ναυπλίου Σπ. Παπαλεξόπουλου, το σπίτι της οποίας είχε μεταβληθεί σε κέντρο της επαναστατικής προετοιμασίας. «Η γυνή αυτή - γράφει ο Επ. Κυριακίδης- ...πεντήκοντα ετών, αλλ' ακμαία έτι διασώζουσα τα ίχνη παρωχημένης καλλονής, συνενούσα την γυναικείαν γλυκύτητα προς την ανδρικήν ευτολμίαν, ήτο υπέροχος των συνήθων γυναικών, εύγλωττος, πεπαιδευμένη, ιεροφάντις των στασιαστικών ιδεών, κατέστησε τον οίκον αυτής το κέντρον της συνωμοσίας».
Ο τελευταίος πρωθυπουργός του Οθωνα Γενναίος Κολοκοτρώνης (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)
Αρχικά οι επαναστάτες είχαν ορίσει ως ημερομηνία εκδήλωσης της εξέγερσης την 3η/16η του Φλεβάρη αλλά υποχρεώθηκαν να αλλάξουν τα σχέδιά τους και να κινηθούν δύο μέρες νωρίτερα λόγω του ότι μια σειρά από επιστολές του Α. Μίχου και του Σπ. Ζαβιτσιάνου, στις οποίες περιγράφονταν οι αντικαθεστωτικές ενέργειες, έπεσαν στα χέρια των υπηρεσιών του οθωνικού καθεστώτος.
Ας δούμε όμως εν συντομία πώς εξελίχθηκε, έστω και πρόωρα εκδηλωθείσα, η εξέγερση.
Η επικράτηση και οι σκοποί της εξέγερσης
Οι επαναστάτες, χωρίς δυσκολία, κατέλαβαν πολύ γρήγορα όλα τα στρατηγικά σημεία της πόλης και τις δημόσιες υπηρεσίες. Ιδιαίτερη αντίσταση δε συνάντησαν, πράγμα φυσικό αφού «οι αντιδραστικοί ήταν λίγοι, πολύ λίγοι, και ήταν κρυμμένοι στα σπίτια τους»6. Πρώτη ενέργεια των επαναστατών ήταν να απελευθερώσουν τους πολιτικούς κρατούμενους. Στη συνέχεια - και αφού είχαν επιβληθεί - σχημάτισαν πολιτοφυλακή από 400 Ναυπλιώτες και προχώρησαν σε καταμερισμό αρμοδιοτήτων. Ο Α. Μίχος, ως αρχαιότερος στο στράτευμα, ορίστηκε στρατιωτικός αρχηγός της εξέγερσης, ο Κορωναίος αρχηγός των επιτελείων, ο Μπότσαρης φρούραρχος του Ναυπλίου, ο Ζυμβρακάκης φρούραρχος του Παλαμηδίου και αργότερα στρατιωτικός διοικητής Ναυπλίου, ο Γρίβας στρατιωτικός αστυνόμος Ναυπλίου κλπ. Δίπλα στη στρατιωτική ηγεσία της εξέγερσης σχηματίστηκε από τους πολιτικούς Προσωρινή Κυβερνητική Επιτροπή, η οποία με προκήρυξη που εξέδωσε την επομένη 2/15 του Φλεβάρη αποσαφήνισε ως σκοπούς των εξεγερμένων τους παρακάτω7:
«α) Κατάπτωσις του συστήματος, πιστώς υπηρετουμένου υπό της μέχρι τούδε κυβερνήσεως και αναγόρευσις νέου εγγυουμένου τας ελευθερίας του λαού και εφαρμογήν των ετέρων δύο επομένων αρχών.
Ο Οθωνας και η Αμαλία εγκαταλείπουν διωγμένοι την Ελλάδα (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)
β) Διάλυσις της διά βιαίων μέσων συστηθείσης και μέχρι τούδε υπαρχούσης Βουλής.
γ) Συγκρότησις Εθνοσυνελεύσεως υπισχνουμένης την υπό του έθνους ανάκτησιν των καταπατηθεισών αυτού ελευθεριών και πλήρωσιν παντός ευγενούς και εθνικού ημών πόθου».
Οπως εύκολα διαπιστώνει κανείς, οι εξεγερθέντες δεν απαιτούσαν ούτε την κατάργηση του μοναρχικού θεσμού, ούτε την πτώση του Οθωνα. Κύρια απαίτησή τους ήταν η φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος ή, αλλιώς, ο εκδημοκρατισμός του. Επρόκειτο κατά τον Φωτιάδη8 για έναν συμβιβασμό «ανάμεσα σ' εκείνους που ήθελαν ριζικές λύσεις - την κατάργηση της δυναστείας των Βίτελσβαχων - και σ' όσους είχανε την αυταπάτη πως θα μπορούσαν, με νέες συνταγματικές διατάξεις, να βάλουν χαλινάρι στην παλατιανή αυθαιρεσία». Διαφορετική όμως είναι η εκτίμηση του Γ. Ζέβγου, ο οποίος γράφει σχετικά9: «Το περιεχόμενο της εξέγερσης του 1862 περιοριζόταν στο πολιτικό εποικοδόμημα των συνταγματικών ελευθεριών και αγνοούσε τα κοινωνικά προβλήματα, που συντάραζαν τις λαϊκές μάζες. Ακόμα ούτε πρόβλημα αλλαγής της δυναστείας έβαζαν οι επαναστάτες του Αναπλιού. Η εμποροτσιφλικάδικη ολιγαρχία ενδιαφερόταν αποκλειστικά για την εξουσία και γι' αυτό το σκοπό οργάνωνε και κινούσε την πραξικοπηματική πάλη».
Τα βαθύτερα αίτια της εξέγερσης
Χωρίς αμφιβολία η εξέγερση του Ναυπλίου υπήρξε προϊόν βαθύτερων κοινωνικοπολιτικών αιτιών απ' αυτές που μπορούν να διαγνωστούν στις διακηρύξεις των επαναστατών. Είναι κοινός τόπος πως η ελέω Θεού μοναρχία του Οθωνα κάθε άλλο παρά αρεστή ήταν στον ελληνικό λαό, ακόμη και μετά το πραξικόπημα του 1843, που είχε ως αποτέλεσμα την παραχώρηση Συντάγματος. Ενας αλλοεθνής βασιλιάς (Βαυαρός για την ακρίβεια), που είχε επιβληθεί στη χώρα με το έτσι θέλω από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής (την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία), δεν μπορούσε παρά να προκαλεί την απέχθεια και το μίσος ενός λαού που τόσο αίμα είχε χύσει αγωνιζόμενος για τη λευτεριά και την ανεξαρτησία του. Αλλά και η πολιτική που ο Οθωνας ακολούθησε κάθε άλλο παρά άμβλυνε τις λαϊκές διαθέσεις απέναντί του. Δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι για ένα μεγάλο διάστημα τον τόπο κυβερνούσαν απευθείας οι ξένοι. Ούτε ότι, ακόμη και μετά την παραχώρηση Συντάγματος, οι κυβερνήσεις ήταν αποκλειστικά της επιλογής και της αρεσκείας του μονάρχη, πραγματικά πιόνια που κινούνταν σύμφωνα με τις διαθέσεις του, χωρίς ο λαός να έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει. Το σπουδαιότερο ήταν που η πολιτική του Οθωνα, σύμφωνα με τον Ν. Σβορώνο10, «όχι μόνο δεν ανταποκρινόταν στις πιο στοιχειώδεις ανάγκες του ελληνικού λαού αλλά και προσέκρουε στα συμφέροντα των ιθυνουσών τάξεων, που η μοναρχία είχε αποκλείσει από την εξουσία». Είναι χαρακτηριστικό πως η αγροτιά, που αποτελούσε τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού (περίπου 60%), ζούσε μέσα στην αθλιότητα. Το 80% των αγροτών δεν είχε καμία ιδιοκτησία και οι υπόλοιποι διέθεταν μικρούς κλήρους (από μισό έως ένα εκτάριο στις ορεινές περιοχές και από 5 έως 20 εκτάρια στις πεδινές). Το ζήτημα της διανομής των εθνικών γαιών παρέμενε πρόβλημα από την εποχή του Καποδίστρια. Μάλιστα, επί Οθωνα, μέχρι το 1856, παραχωρήθηκαν 28.000 εκτάρια από τα 721.000 που ήταν η ολική επιφάνεια των εθνικών γαιών, αλλά κι αυτές οι παραχωρήσεις πέρασαν στα χέρια των ισχυρών, χωρίς να υπάρξει το παραμικρό όφελος για τη φτωχή αγροτιά που λιμοκτονούσε.
Δυσαρεστημένοι, όμως, ήταν και οι τεχνίτες και έμποροι λόγω της βαριάς φορολογίας και της απουσίας πολιτικής, που θα μπορούσε να βοηθήσει στην ανάπτυξη των επιχειρήσεών τους.
Δίπλα σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και η ισχυροποίηση της ελληνικής αστικής τάξης, η οποία, ιδιαίτερα μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο - από τον οποίο βγήκαν νικήτριες έναντι της Ρωσίας η Αγγλία και η Γαλλία - απαιτεί μεγαλύτερο μερίδιο εξουσίας. «Μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο και τη Συνθήκη του Παρισιού - γράφει ο Σβορώνος11- η διείσδυση της Γαλλίας και της Αγγλίας στις χώρες της Εγγύς Ανατολής, στην Αίγυπτο και στα Βαλκάνια εντείνεται και δημιουργεί στις περιοχές αυτές μια χωρίς προηγούμενο οικονομική κίνηση, όπου μετέχουν ευρύτατα κι οι Ελληνες, διασκορπισμένοι σ' αυτές τις χώρες... Οι ελληνικές παροικίες των Βαλκανίων συνεχίζουν να κατέχουν την πρώτη θέση στην οικονομία των παραπάνω χωρών. Στο Δούναβη δύο χιλιάδες πλοία (σε σύνολο τριών χιλιάδων) έπλεαν μ' ελληνική σημαία. Το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου του Ευξείνου Πόντου διεξαγόταν από Ελληνες εγκατεστημένους στη Ρωσία... Απ' το 1841 το ελληνικό ναυτικό αντιπροσωπεύει το τρίτο του συνολικού εμπορίου της Αλεξανδρείας... Οι Ελληνες μπόρεσαν να επωφεληθούν από τις μεγάλες επιχειρήσεις των Αγγλων στην Τουρκία (σιδηροδρόμους, τηλεγραφικές γραμμές) και να συμμετάσχουν σ' αυτές. Από το 1860 κυρίως σημειώνεται η επιρροή τους ως τραπεζιτών και σαν εταίρων των αγγλικών οίκων στις αγορές της Εγγύς Ανατολής». Η ισχυροποίηση αυτή της ελληνικής αστικής τάξης στις παροικίες την κάνει να προχωρήσει σε επενδύσεις στο εσωτερικό της Ελλάδας. Αυξάνει εντυπωσιακά ο εμπορικός στόλος της χώρας, εισάγεται η ατμοπλοΐα, αναπτύσσεται το εμπόριο αλλά και η παραγωγή προϊόντων για εσωτερική κατανάλωση και εξαγωγές. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων με εξαγωγικό χαρακτήρα (ελαιόλαδο, κρασιά, κορινθιακή σταφίδα κ.ο.κ.) και η εκμετάλλευση της γης γίνεται πλέον με καπιταλιστικό τρόπο.
Είναι απολύτως σαφές, επομένως, πως η ελληνική αστική τάξη θα επιδίωκε να δει και πολιτικά αποκρυσταλλωμένη την ισχυροποίηση της θέσης της στην ελληνική κοινωνία. Κι αυτό ακριβώς έπραξε.
Η εξέγερση του Ναυπλίου και το τέλος του Οθωνα
Η εξέγερση του Ναυπλίου δεν κατάφερε να ανατρέψει τον Οθωνα παρόλο που - έστω και χωρίς την ίδια δυναμικότητα - επεκτάθηκε στην υπόλοιπη Πελοπόννησο και στις Κυκλάδες. Αποτέλεσε όμως το σύνθημα για την ανατροπή του, την αρχή του τέλους της εξουσίας του. Η 8η/21η του Απρίλη 1862, Κυριακή του Πάσχα, ήταν η τελευταία μέρα της αντίστασης των Ναυπλιωτών. Είχαν προηγηθεί διαπραγματεύσεις, με αποτέλεσμα το οθωνικό καθεστώς να δώσει αμνηστία στους εξεγερμένους, πλην των αρχηγών, που μαζί με άλλους, γύρω στους 200 με 300, φύγανε με αγγλικά καράβια για τη Σμύρνη12.
Σ' ένα υπόμνημά του που παρέδωσε στον Οθωνα ο υπουργός του επί των Εσωτερικών, Χ. Χριστόπουλος, σημείωνε ανάμεσα στα άλλα, ως συμπέρασμα από την εξέγερση του Ναυπλίου13: «Η στάσις κατεστράφη και η τάξις επανήλθε, αλλ' αύτη δε θεωρείται παγιωμένη εντελώς διότι διαμένουσιν εις τα πνεύματα αι προκηρυχθείσαι υπό των στασιαστών αρχαί». Η ζωή δεν άργησε να τον δικαιώσει. Τον Οκτώβρη του 1862 ο Οθωνας εκθρονίστηκε και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα ύστερα από εξέγερση των φρουρών της Ακαρνανίας, της Πάτρας, της Κορίνθου, άλλων πόλεων και φυσικά της πρωτεύουσας, που έδωσε το τελειωτικό χτύπημα στο καθεστώς.
«Δυναστεία απωλέσασα την αγάπη του λαού - είχε πει τότε ο πρωθυπουργός Γενναίος Κολοκοτρώνης - δεν πρέπει να υποστηρίζεται εν Ελλάδι διά τη βίας». Φυσικά η δυναστεία του Οθωνα Βίτελσμπαχ ποτέ δεν είχε την αγάπη του λαού για να τη χάσει και άσκησε αρκετή βία για να μπορέσει να διατηρηθεί στην εξουσία. Το ίδιο συνέβη και με τη διάδοχό της, τη δυναστεία των Γλύξμπουργκ. Για τον ελληνικό λαό οι μονάρχες υπήρξαν πάντοτε σύμβολο της ταξικής καταπίεσης και της ξενικής εξάρτησης.-
1. «Εφημερίς των συζητήσεων της Βουλής», 7/9/1864
2. Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας», εκδόσεις «20ός Αιώνας», τόμος XII, σελ. 41
3. Δ. Φωτιάδη: «Η έξωση του Οθωνα», εκδόσεις «Μέλισσα», Αθήνα 1964, σελ. 313
4. Δ. Φωτιάδη, στο ίδιο, σελ. 313. Η μαντάμ Ρολάν ήταν η ψυχή των Γιρονδίνων στη Γαλλική Επανάσταση
5. Επαμεινώνδα Κυριακίδου: «Ιστορία του Σύγχρονου Ελληνισμού, Εν Αθήναις 1892, φωτοτυπική ανατύπωση, Εκδόσεις Β. Γρηγοριάδη, Αθήνα 1972, τόμος Β΄ σελ. 127
6. Γ. Κορδάτου, στο ίδιο σελ. 48
7. «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους», «Εκδοτική Αθηνών», τόμος ΙΓ΄, σελ. 192
8. Δ. Φωτιάδη, στο ίδιο, σελ. 321
9. Γιάννη Ζέβγου: «Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας», εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», μέρος β΄, σελ. 60-61
10. Ν. Σβορώνος: «Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας», εκδόσεις «Θεμέλιο», σελ. 79
11. Ν. Σβορώνος, στο ίδιο, σελ. 89
12. Τ. Βουρνά: «Ιστορία της νεότερης Ελλάδας 1821-1909», εκδόσεις «Τολίδη». Σελ. 404- 409
13. Επαμεινώνδα Κυριακίδου, στο ίδιο, σελ. 149


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


1857: Ξεσηκώνονται οι εργάτριες της Νέας Υόρκης



1857: Ξεσηκώνονται οι εργάτριες της Νέας Υόρκης
Διεθνής Μέρα της Γυναίκας η 8η του Μάρτη, όμως δεν είναι πλατιά γνωστή η ιστορία της καθιέρωσης αυτής της επετείου. Η μέρα αυτή έχει τις ρίζες της βαθιά στην ιστορία του εργατικού κινήματος. ΗΒ` διεθνής Συνδιάσκεψη των σοσιαλιστριών γυναικών, που συνήλθε στην Κοπεγχάγη το 1910, καθιέρωσε, μετά από πρόταση της επιφανούς προσωπικότητας του διεθνούς εργατικού κινήματοςΚλάρας Τσέτκιν, τη μέρα της 8ης Μάρτη σαν Διεθνή Μέρα της Γυναίκας κάτω από δυο βασικά συνθήματα: την πάλη για τα δικαιώματά της και την πάλη για την ειρήνη. Γιατί όμως, η επιλογή της συγκεκριμένης μέρας;
Στις 8 του Μάρτη 1857, οι εργάτριες στα υφαντουργεία και στα ραφτάδικα της Νέας Υόρκης, κατεβαίνουν σε απεργία και διαδηλώσεις. Ζητούν ανθρώπινες συνθήκες δουλιάς και μείωση των ωρών εργασίας. Υπολογίζεται ότι οι γυναίκες εκείνη την εποχή δούλευαν στα εργοστάσια περίπου 16 ώρες τη μέρα ενώ οι μισθοί τους ήταν σημαντικά μικρότεροι απ' τους μισθούς των ανδρών. Ετσι στα αιτήματα των εργατριών της Νέας Υόρκης περιλαμβανόταν και ημείωση των ωρών εργασίας στις 10, αλλά και η εξίσωση των μισθών ανδρών και γυναικών. Ομως εκτός των άλλων διακρίσεων, οι εργάτριες είχαν να αντιμετωπίσουν και τη διάκριση που γινόταν ανάμεσα στους εργαζόμενους αγγλοσαξονικής καταγωγής και στους υπόλοιπους υπέρ των πρώτων.
Η απεργία της 8ης του Μάρτη 1857 ήταν απ' τις σημαντικότερες στιγμές του εργατικού κινήματος διεθνώς, αφού έβαζε στην πρώτη γραμμή τα ζητήματα κατά της εκμετάλλευσης, κατά των φυλετικών διακρίσεων, κατά της ανισοτιμίας ανδρών και γυναικών.
Αισθανόμενοι την απειλή μιας γενικευμένης εργατικής εξέγερσης, οι εργοστασιάρχες απαντούν με ομαδικές απολύσεις και εξαπολύουν τους «μπράβους», για να τρομοκρατήσουν τις εργάτριες που πρωτοστατούσαν στην απεργία. Παρά την τρομοκρατία, οι διαδηλώσεις εκείνης της μέρας χαρακτηρίστηκαν από το μέγεθος και τη μαχητικότητά τους. Στους εργοδότες και στην κυβέρνηση δεν έμενε άλλος δρόμος από το να χρησιμοποιήσουν την αστυνομία. Οι αστυνομικές δυνάμεις ρίχνονται με μανία πάνω στις εργάτριες, οι διαδηλώσεις βάφτηκαν στο αίμα.

1850: Πώς στήθηκε η «Δίκη της Κολωνίας» με στόχο την Ενωση Κομμουνιστών


1850: Πώς στήθηκε η «Δίκη της Κολωνίας» με στόχο την Ενωση Κομμουνιστών
Οι κυβερνήσεις Πρωσίας και Αγγλίας, με την επιστράτευση χαφιέδων και προβοκατόρων, επιχειρούν το πρώτο χτύπημα στο νεαρό τότε κομμουνιστικό κίνημα
1849: Ο Φρίντριχ Ενγκελς στα οδοφράγματα του Ελμπερφελντ. Η δράση της Ενωσης των Κομμουνιστών με επικεφαλής τους Μαρξ και Ενγκελς βρέθηκε στο στόχαστρο της διεθνούς αντίδρασης
Από την εμφάνισή του, το κομμουνιστικό κίνημα προκάλεσε την έντονη ανησυχία των κυρίαρχων τάξεων. Οι αστικές κυβερνήσεις βάζουν μπροστά το μηχανισμό της πλαστογράφησης, του χαφιεδισμού και της προβοκάτσιας. Πριν συμπληρώσει πέντε χρόνια δράσης το κομμουνιστικό κίνημα δέχεται την πρώτη συντονισμένη επίθεση. Το1850 αρχίζει μια εκστρατεία παραπληροφόρησης, η οποία κατέληξε σε μία δίκη, στη«Δίκη της Κολωνίας».
Συλλήψεις χωρίς κατηγορητήριο
Το Μάη του 1851, συλλαμβάνεται στη Γερμανία ένας αριθμός κομμουνιστών. Ομως, παρά τις προσπάθειες των αρχών ασφαλείας το δικαστήριο δεν μπόρεσε να στοιχειοθετήσει την κατηγορία της «εσχάτης προδοσίας» όπως προέβλεπε το σχέδιο.
Στέλνεται, λοιπόν, στο Λονδίνο ένας Πρώσος αστυνομικός, ονομαζόμενος Στίμπερ, που είχε σημειώσει τις πρώτες του «επιτυχίες» ως αστυνομικός σύμβουλος ενάντια στους πεινασμένους υφαντουργούς της Σιλεσίας. Στην αγγλική πρωτεύουσα ο Στίμπερ συνεργάστηκε με έναν χαφιέ ονομαζόμενο Χιρς. Ο Χιρς, σαν εμπορικός υπάλληλος, κατόρθωσε να εισχωρήσει στους κύκλους μερικών κομμουνιστών Γερμανών εμιγκρέδων. Ομως, οι σκοτεινές συνδέσεις του με την αστυνομία ξεσκεπάστηκαν σύντομα και ο Χιρς εξαφανίζεται.
«Εκθέσεις» κατά παραγγελία
Ο Χιρς μπορεί να αποσύρθηκε από την «πιάτσα», συνέχισε όμως να συντάσσει εκθέσεις για την αγγλική και την πρωσική αστυνομία, για τα προς το ζην. Στις «εκθέσεις» αυτές περιλαμβάνονται πληροφορίες για τις συνεδριάσεις της «κεντρικής κομμουνιστικής αρχής», η οποία είχε δήθεν την έδρα της στο Λονδίνο. Σ' αυτήν την υπόθεση, βοήθησε και κάποιος Φλερί, που το πραγματικό του όνομα ήταν Καρλ Φρίντριχ Αουγκουστ Κράουζε, που παρουσιάζονταν σαν έμπορος και ήταν, όπως αποκαλύφθηκε, κατάσκοπος της Πρωσίας.
Το περιεχόμενο των «εκθέσεων» ήταν εξ ολοκλήρου κατασκευασμένο. Ο Φρίντριχ Ενγκελς, που μαζί με τον Καρλ Μαρξ από το Λονδίνο ξεσκέπασε το δίκτυο των χαφιέδων - πλαστογράφων, έγραφε: «Κανένα απολύτως όνομα δε συμπίπτει, κανένα επίθετο δεν είναι σωστά γραμμένο».
Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα
Αλλά τι σημασία έχει αυτό! Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα! Η πρωσική κυβέρνηση θεωρεί επιτέλους «αποδειγμένο» ότι η Ενωση των Κομμουνιστών προετοιμάζει ταραχές, εξεγέρσεις και την επανάσταση, σα να πούμε, για την επόμενη μέρα. Κι έτσι, αρχίζει τονΟκτώβρη του 1852 στην Κολωνία, έπειτα από ενάμιση χρόνο «αποδεικτικής διαδικασίας» και προφυλάκισης, μια τερατώδη δίκη των έντεκα φυλακισμένων κομμουνιστών.
Ο αστυνομικός Στίμπερ παρουσιάζεται σαν κύριος μάρτυρας. Με μεγάλη αυταρέσκεια διατείνεται ότι ένας πράκτοράς του έχει στενότατη σύνδεση με εκείνα τα πρόσωπα στο Λονδίνο που πρέπει να θεωρούνται σαν «υποκινητές της κομμουνιστικής συνωμοσίας». Ο Στίμπερ έκανε «σωστή δουλιά». Για να ενισχύσει το κύρος των επινοήσεων των Χιρς και Φλερί, καταθέτει ένα πλαστογραφημένο «πρωτότυπο βιβλίο πρακτικών των μυστικών συνεδριάσεων του "κόμματος του Μαρξ"». Ο ίδιος, μάλιστα, τονίζει ότι τα «πρακτικά» επιβεβαιώνουν τις εκθέσεις του πράκτορά του και δηλώνει: «Επειτα από βαθιά σκέψη, καταλήγω στη σταθερή πεποίθηση ότι το βιβλίο είναι γνήσιο».
Η αποκάλυψη των πλαστογράφων
Η σύμπτωση της πλαστότητας είναι πραγματικά καταπληκτική. Ο Φρίντριχ Ενγκελς γράφει γι' αυτό: «Πρόσωπα που ονομάζονταν Βίλχελμ, αναφέρονταν σ' αυτό (σ.σ. το «βιβλίο πρακτικών») με τα ονόματα Λούντβιχ ή Καρλ, για τα άλλα πρόσωπα αναφέρεται ότι έβγαζαν λόγους στο Λονδίνο, όταν βρίσκονταν στο άλλο άκρο της Αγγλίας, άλλοι πάλι, σύμφωνα με τις εκθέσεις, διάβαζαν γράμματα που δεν είχαν λάβει ποτέ, αναφέρονταν ακόμα ότι συνέρχονταν ταχτικά κάθε Πέμπτη, ενώ αυτοί συνήθιζαν να κάνουν τις βδομαδιάτικες συναντήσεις τους την Τετάρτη το βράδυ, ένας εργάτης που δεν ήξερε καλά καλά να γράφει, παρουσιαζόταν σαν πρακτικογράφος και υπέγραφε σαν πρακτικογράφος, και όλους τους παρουσίαζαν να μιλούν μια γλώσσα, που μπορεί, μεν, να συνηθίζεται στα γραφεία της πρωσικής αστυνομίας, σίγουρα, όμως, όχι σε μια συγκέντρωση προσώπων που η πλειοψηφία τους αποτελούνταν από συγγραφείς».
Από τη σύγκριση του γραφικού χαρακτήρα, διαπιστώνεται ότι το «Βιβλίο πρακτικών» είναι γραμμένο απ' το ίδιο χέρι, που έχει γράψει και τις «εκθέσεις» - από το χέρι του Χιρς... Αυτό το ομολόγησε, μάλιστα, ενόρκως ο ίδιος και στο δημαρχείο της Μπάου Στριτ, στο Λονδίνο.
Προαποφασισμένη καταδίκη
Μετά την αποκάλυψη, ο Στίμπερ αλλάζει «βιολί» και από κει που ορκιζόταν για την αυθεντικότητα του «βιβλίου των πρακτικών», άρχισε να μιλάει για ένα «βιβλίο σημειώσεων», που περιέχει «πολλά αληθινά στοιχεία». Και παρ' όλο που η πλαστογραφία είναι ολοφάνερη, βγαίνει καταδικαστική απόφαση, αφού στις έδρες των ενόρκων κάθονται, κατά το πλείστον, αριστοκράτες. Εφτά απ' τους έντεκα κατηγορούμενους καταδικάζονται σε φυλάκιση σε φρούρια μέχρι έξι χρόνια. Ο κύριος Στίμπερ, όμως, με την κακότεχνη πλαστογραφία του, πέτυχε ένα «αριστούργημα».
Προβοκάτσια με βασιλική διαταγή
Πενήντα χρόνια αργότερα, το 1901, ο βασιλικός μυστικοσύμβουλος φον Πόσιγκερδημοσιεύει ένα γράμμα του βασιλιά της Πρωσίας, Φρειδερίκου Γουλιέλμου του Δ', με ημερομηνία 11 Νοέμβρη 1850, προς τον πρωθυπουργό του, φον Μαντόιφελ, που στηρίζεται στα έγγραφα του Μυστικού Πρωσικού Κρατικού Αρχείου. Στο γράμμα αυτό, ο βασιλιάς αναπτύσσει μια περίφημη αντικομμουνιστική σκέψη, που, όπως λέει ο ίδιος, «δε θέλει ακριβώς να την εντάξει στις καθαρές. Δηλαδή, την εξής: ο Στίμπερ είναι μια πολύτιμη προσωπικότητα, ικανή να ξεδιπλώσει τον ιστό της συνωμοσίας της απελευθέρωσης και να προσφέρει στο πρωσικό κοινό το θέαμα που δικαίως επιθυμούσε. Το θέαμα της ανακάλυψης και (προπάντων) της τιμωρίας μιας συνωμοσίας. Λοιπόν, βιαστείτε με το διορισμό του Στίμπερ και αφήστε τον να πραγματοποιήσει την πρόβα του. Πιστεύω ότι η σκέψη αυτή είναι ιδιαίτερα παραγωγική και αποδίδω μεγάλη σημασία στην άμεση πραγματοποίησή της... Δεν πρέπει να χαθεί ούτε λεπτό.
Υγιαίνετε!
Φρειδερίκος Γουλιέλμος».
Βίος και πολιτεία μιας «πολύτιμης προσωπικότητας»
Η «πολύτιμη προσωπικότητα» Στίμπερ, που ο Καρλ Μαρξ τον χαρακτηρίζει σαν από τους «ελεεινότερους αστυνομικούς -λούμπεν» του περασμένου αιώνα, τοποθετήθηκε διευθυντής της αστυνομίας του Βερολίνου, τέσσερες μέρες μετά τη βασιλική επιστολή. Το 1870, γίνεται αρχηγός της κατασκοπίας της πρωσικής κυβέρνησης. Η καριέρα του φάνηκε να τελειώνει απότομα όταν φυλακίστηκε για «δόλια παράνομη στέρηση ελευθερίας και παράνομο εξαναγκασμό καταβολής ενός ορισμένου χρηματικού ποσού».
Ομως, ο εγκληματίας ξέρει πάρα πολλά και απειλεί να τα βγάλει στη φόρα. Ετσι, αφήνεται ελεύθερος, και πλουτίζει σαν κερδοσκόπος οικοπεδομεσίτης και από πληρωμές που του καταβάλλουν και η αυλή και η κυβέρνηση. Ο Βίσμαρκ δε θέλει να απολύσει το «βασιλιά των κατασκόπων». Διατάζει, λοιπόν, να τον διορίσουν μυστικό σύμβουλο της κυβέρνησης.
Ταυτόχρονα, ο Στίμπερ μπαίνει στην υπηρεσία του τσάρου της Ρωσίας και οργανώνει στο πρωσικό έδαφος το κυνηγητό ενάντια σε Ρώσους πολιτικούς πρόσφυγες. Οι υπηρεσίες του στον τσαρισμό ανταμείβονται με υψηλές διακρίσεις: το παράσημο της Αγίας Αννας και το Αστέρι στο Παράσημο του Στανισλάβου. Το 1874, αποτραβιέται στην ιδιωτική ζωή. Μέχρι το θάνατό του έζησε με ευμάρεια, από τα έσοδα δύο κτημάτων στην επαρχία του Βραδεμβούργου και τα ενοίκια μεγάλων σπιτιών στο Βερολίνο.
(Στο «Ριζοσπάστη» της Τρίτης: Η απόπειρα δολοφονίας κατά του βασιλιά Γουλιέλμου της Γερμανίας το 1878. Ο Βίσμαρκ θέτει εκτός νόμου το εργατικό κίνημα και τους ηγέτες του).

Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850


Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850
ΙΙ. 13 ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ 1849
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Από το 1830, η αστικοδημοκρατική ομάδα, με τους συγγραφείς της, τους εκπροσώπους της, τις αξίες της, τις φιλοδοξίες της, τους βουλευτές της, τους στρατηγούς της, τους τραπεζίτες και τους δικηγόρους της, συγκεντρώθηκε γύρω από μια παρισινή εφημερίδα, τη Νασιονάλ. Η εφημερίδα αυτή είχε τις δικές της εκδόσεις στις επαρχίες. Η κλίκα τηςΝασιονάλ ήταν η δυναστεία της τρίχρωμης δημοκρατίας. Κατέλαβε αμέσως όλα τα κρατικά αξιώματα, τα υπουργεία, τη διεύθυνση της αστυνομίας, τη διεύθυνση των ταχυδρομείων, τις θέσεις των νομαρχών, τις θέσεις των ανώτερων αξιωματικών που είχαν μείνει κενές στο στρατό. Επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας βρισκόταν ο στρατηγός της, ο Καβενιάκ, και ο αρχισυντάκτης της Μαράστ έγινε ο μόνιμος πρόεδρος της συντακτικής εθνοσυνέλευσης. Στα σαλόνια του, σαν τελετάρχης, απέδιδε τιμές εξ ονόματος της «καθώς πρέπει» δημοκρατίας.
(...)
Η πρώτη πράξη της συντακτικής εθνοσυνέλευσης ήταν ο διορισμός μιας ανακριτικής επιτροπής γιατα γεγονότα του Ιούνη και της 15ης του Μάη, και για τη συμμετοχή των ηγετών του σοσιαλιστικού και του δημοκρατικού κόμματος στα γεγονότα αυτών των ημερών. Η ανάκριση στρεφόταν άμεσα ενάντια στον Λουί Μπλαν, τον Λεντρί - Ρολέν και τον Κοσιντιέρ. Οι αστοί δημοκράτες φλογίζονταν από ανυπομονησία να ξεφορτωθούν τους αντιπάλους αυτούς. Την ικανοποίηση της μνησικακίας τους δεν μπορούσαν να την εμπιστευθούν σε πιο κατάλληλο υποκείμενο από τον κ. Οντιλόν Μπαρό, τον πρώην αρχηγό της δυναστικής αντιπολίτευσης, την ενσάρκωση του φιλελευθερισμού, το μεγαλόπρεπο μηδενικό (nullite grave), την εμβριθή επιπολαιότητα που δεν είχε να εκδικηθεί μονάχα μια δυναστεία, αλλά και να ζητήσει λογαριασμό από τους επαναστάτες για τη ματαίωση μιας πρωθυπουργίας.

(...)
Το σχέδιο για φορολογία του κεφαλαίου, που είχε συλλάβει η προσωρινή κυβέρνηση και που το υιοθέτησε ξανά ο Γκουτσό - με τη μορφή ενός ενυπόθηκου δανείου - απορρίφθηκε από τη συντακτική συνέλευση. Ο νόμος που περιόριζε τη μέρα εργασίας σε δέκα ώρες καταργήθηκε. Η φυλάκιση για χρέη μπήκε ξανά σ' εφαρμογή, αποκλείστηκε η συμμετοχή στο σώμα των ενόρκων μεγάλου τμήματος του γαλλικού πληθυσμού που δεν ξέρει ούτε ανάγνωση, ούτε γραφή. Γιατί όχι κι από το δικαίωμα ψήφου; Ξαναεφαρμόστηκε η κατάθεση χρηματικής εγγύησης για τις εφημερίδες. Περιορίστηκε το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.
Στη βιασύνη τους όμως να ξαναδώσουν πίσω στις παλιές αστικές σχέσεις τις παλιές τους εγγυήσεις και να εξαλείψουν κάθε ίχνος που άφησαν πίσω τους τα κύματα της επανάστασης, οι αστοί δημοκράτες σκόνταψαν σε μιαν αντίσταση που τους «απειλούσε» με αναπάντεχο κίνδυνο.
Κανένας δεν είχε αγωνιστεί στις μέρες του Ιούνη για τη σωτηρία της ιδιοκτησίας και για την αποκατάσταση της πίστης πιο φανατικά από τους Παρισινούς μικροαστούς - τους καφετζήδες, τους εστιάτορες, τους ταβερνιάρηδες, τους μικρεμπόρους, πραματευτάδες, επαγγελματίες κ.λπ. Το μαγαζί ανασκουμπώθηκε και βάδισε ενάντια στο οδόφραγμα για ν' αποκαταστήσει την κυκλοφορία που οδηγεί από το δρόμο στο μαγαζί. Πίσω όμως από το οδόφραγμα στέκονταν οι πελάτες κι οι οφειλέτες, μπρος του οι πιστωτές του μαγαζιού. Κι όταν τα οδοφράγματα γκρεμίστηκαν και οι εργάτες συντρίφτηκαν, κι όταν οι μαγαζάτορες, μεθυσμένοι από τη νίκη, έτρεξαν πίσω στα μαγαζιά τους, βρήκαν την είσοδο φραγμένη από ένα σωτήρα της ιδιοκτησίας, έναν επίσημο πράκτορα της πίστης, που τους παρουσίαζε τις απειλητικές επιστολές: ληξιπρόθεσμο γραμμάτιο! ληξιπρόθεσμο νοίκι! ληξιπρόθεσμη τραβηχτική! χρεοκοπημένο μαγαζί! χρεοκοπημένος μαγαζάτορας!

Διάσωση της ιδιοκτησίας! Ομως το σπίτι όπου κατοικούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Το μαγαζί που φυλάγανε δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Τα εμπορεύματα που πουλούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Ούτε το μαγαζί τους, ούτε το πιάτο όπου τρώγανε, ούτε το κρεβάτι όπου κοιμούνταν ανήκαν πια σ' αυτούς. Απ' αυτούς ακριβώς έμπαινε ζήτημα να σωθεί αυτή η ιδιοκτησία προς όφελος του ιδιοκτήτη που τους είχε νοικιάσει το σπίτι, του τραπεζίτη που τους είχε προεξοφλήσει το γραμμάτιο, του κεφαλαιούχου που τους είχε δανείσει μετρητά χρήματα, του εργοστασιάρχη που είχε εμπιστευθεί σ' αυτούς τους λιανοπωλητές εμπορεύματα για πούληση, προς όφελος του μεγαλέμπορα που είχε δώσει επί πιστώσει τις πρώτες ύλες σ' αυτούς τους επαγγελματίες. Αποκατάσταση της πίστης! Μα η ξαναδυναμωμένη πίστη αποδείχτηκε ένας ζωηρός και γεμάτος ζήλο θεός, ακριβώς γιατί έδιωξε από τους τέσσερις τοίχους του τον αναξιόχρεο οφειλέτη μαζί με τη γυναίκα και τα παιδιά του, παραδίνοντας την εικονική ιδιοκτησία του στο κεφάλαιο και ρίχνοντας τον ίδιο στη φυλακή για χρέη, στη φυλακή που ξαναϋψώθηκε απειλητικά πάνω από τα πτώματα των εξεγερμένων του Ιούνη.
Οι μικροαστοί είδαν με τρόμο ότι τσακίζοντας τους εργάτες παραδώσανε τους εαυτούς τους χωρίς αντίσταση στα χέρια των πιστωτών τους. Η χρεοκοπία τους, που από το Φλεβάρη και ύστερα κέρδιζε χρόνο και που είχε φαινομενικά αγνοηθεί, κηρύχτηκε ανοιχτά ύστερα από τον Ιούνη.

Η ονομαστική ιδιοκτησία τους είχε αφεθεί απείραχτη τόσο καιρό, όσο χρειαζόταν για να τους οδηγήσουν στο πεδίο της μάχης, εν ονόματι της ιδιοκτησίας. Τώρα που είχε ξεκαθαριστεί ο μεγάλος λογαριασμός με το προλεταριάτο, μπορούσε να ξαναξεκαθαριστεί κι ο μικρός λογαριασμός με τον μπακάλη. Στο Παρίσι, το συνολικό ποσό των γραμματίων που εκκρεμούσε η πληρωμή τους ήταν πάνω από 21 εκατομμύρια φράγκα, στις επαρχίες πάνω από 11 εκατομμύρια. Οι ιδιοκτήτες άνω των 7.000 εμπορικών επιχειρήσεων του Παρισιού δεν είχαν πληρώσει το νοίκι τους από το Φλεβάρη.
(...)
Στο πρώτο σχέδιο Συντάγματος που καταρτίστηκε πριν από τις μέρες του Ιούνη, βρισκόταν ακόμα το «droit au travail», το δικαίωμα στην εργασία, η πρώτη αδέξια διατύπωση όπου συνοψίζονται οι επαναστατικές αξιώσεις του προλεταριάτου. Αυτό μετατράπηκε στο droit a l' assistance, στο δικαίωμα να παίρνει βοήθημα απ' το δημόσιο. Και ποιο σύγχρονο κράτος δεν τρέφει τους απόρους του με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο; Το δικαίωμα στην εργασία είναι, με την αστική έννοια, ένας παραλογισμός, ένας άθλιος, ευσεβής πόθος. Πίσω όμως απ' το δικαίωμα στην εργασία κρύβεται η βία πάνω στο κεφάλαιο, πίσω απ' τη βία πάνω στο κεφάλαιο η ιδιοποίηση των μέσων παραγωγής, η υπαγωγή τους στην οργανωμένη εργατική τάξη, επομένως, η κατάργηση της μισθωτής εργασίας, του κεφαλαίου και των αμοιβαίων σχέσεών τους. Πίσω απ' το «δικαίωμα στην εργασία» βρισκόταν η εξέγερση του Ιούνη. Η συντακτική συνέλευση, που έθετε ουσιαστικά το επαναστατικό προλεταριάτο εκτός νόμου, ήταν για λόγους αρχής υποχρεωμένη να βγάλει τη διατύπωση του δικαιώματος εργασίας απ' το Σύνταγμα, αυτό το νόμο των νόμων, ήταν υποχρεωμένη να ρίξει το ανάθεμα στο «δικαίωμα στην εργασία».
Στις 21 του Μάρτη, στην ημερήσια διάταξη της εθνοσυνέλευσης βρισκόταν το νομοσχέδιο του Φοσέ ενάντια στο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι: Η κατάργηση των λεσχών. Το άρθρο 8 του Συντάγματος εγγυάται σ' όλους τους Γάλλους το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι. Η απαγόρευση των λεσχών ήταν, λοιπόν, μια αναμφισβήτητη παραβίαση του Συντάγματος, και η συντακτική η ίδια έπρεπε να ευλογήσει τη βεβήλωση των αγίων της. Οι λέσχες όμως ήταν τα σημεία συγκέντρωσης, τα συνωμοτικά κέντρα του επαναστατικού προλεταριάτου. Η ίδια η εθνοσυνέλευση είχε απαγορεύσει το συνασπισμό των εργατών ενάντια στους κεφαλαιοκράτες τους. Και οι λέσχες, τι άλλο ήταν παρά ένας συνασπισμός ολόκληρης της εργατικής τάξης ενάντια σ' ολόκληρη την αστική τάξη, η συγκρότηση ενός εργατικού κράτους ενάντια στο αστικό κράτος; Μήπως δεν ήταν άλλες τόσες συντακτικές συνελεύσεις του προλεταριάτου και άλλες τόσες ετοιμοπόλεμες στρατιωτικές μονάδες της εξέγερσης; Εκείνο που έπρεπε πριν απ' όλα να θεσπίσει το Σύνταγμα, ήταν η κυριαρχία της αστικής τάξης. Είναι φανερό, λοιπόν, πως με το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, το Σύνταγμα μπορούσε να εννοεί μόνο τα σωματεία που βρίσκονταν σε αρμονία με την κυριαρχία της αστικής τάξης, δηλαδή με το αστικό καθεστώς. Αν, για λόγους θεωρητικής ευπρέπειας, το Σύνταγμα εκφραζόταν γενικά, δεν υπήρχαν τάχα η κυβέρνηση και η εθνοσυνέλευση για να το ερμηνεύσουν και να το εφαρμόσουν σε κάθε ειδική περίπτωση; Και αν στην προκατακλυσμιαία εποχή της δημοκρατίας, οι λέσχες απαγορεύονταν ουσιαστικά από την κατάσταση πολιορκίας, δε θα έπρεπε μήπως ν' απαγορεύονται από το νόμο, στην ταχτοποιημένη, συγκροτημένη δημοκρατία; Οι τρίχρωμοι δημοκράτες δεν είχαν τίποτε άλλο ν' αντιτάξουν σ' αυτή την πεζή ερμηνεία του Συντάγματος εκτός από την εμφαντική φρασεολογία του Συντάγματος. Ενα μέρος απ' αυτούς, οι Πανιέρ, Ντικλέρ κ.λπ., ψήφισαν για την κυβέρνηση και της εξασφάλισαν έτσι την πλειοψηφία. Το άλλο μέρος, με τον αρχάγγελο Καβενιάκ και τον πατέρα της εκκλησίας Μαράστ επικεφαλής, όταν εγκρίθηκε το άρθρο για την απαγόρευση των λεσχών, αποσύρθηκε σε μια ιδιαίτερη αίθουσα του γραφείου, μαζί με τον Λεντρί - Ρολέν και τους ορεινούς - «και αντάλλαξαν γνώμες». Η εθνοσυνέλευση είχε παραλύσει: Δεν είχε πια απαρτία. Στην κατάλληλη στιγμή, στα γραφεία της επιτροπής, ο κ. Κρεμιέ θυμήθηκε ότι από δω μπορεί κανείς να πάει κατευθείαν στο δρόμο, κι ότι τώρα δεν ήταν πια Φλεβάρης του 1848, αλλά Μάρτης του 1849. Το κόμμα της Νασιονάλ, ξαφνικά φωτίστηκε και γύρισε πίσω στην αίθουσα των συνεδριάσεων της εθνοσυνέλευσης και από πίσω του ακολούθησαν οι ορεινοί, εξαπατημένοι για μιαν ακόμα φορά, που ενώ τυραννιούνταν διαρκώς από επαναστατικές διαθέσεις, επιζητούσαν επίσης διαρκώς συνταγματικές δυνατότητες κι ένιωθαν τον εαυτό τους ακόμα περισσότερο στη θέση του όταν βρίσκονταν πίσω από τους αστούς δημοκράτες παρά όταν βρίσκονταν μπροστά στο επαναστατικό προλεταριάτο. Ετσι παίχτηκε η κωμωδία. Και η συντακτική η ίδια είχε θεσπίσει ότι η παραβίαση του γράμματος του Συντάγματος αποτελεί τη μόνη πιστή πραγματοποίηση του πνεύματός του.
Δεν έμενε να κανονιστεί παρά ένα μόνο σημείο, η σχέση της συγκροτημένης δημοκρατίας με την ευρωπαϊκή επανάσταση, η εξωτερική πολιτική της. Στις 8 του Μάη 1849 επικρατούσε μια ασυνήθιστη έξαψη στη συντακτική, που ζούσε τις τελευταίες της μέρες. Η επίθεση του γαλλικού στρατού ενάντια στη Ρώμη, η απόκρουσή του από τους Ρωμαίους, η πολιτική του ατίμωση και η στρατιωτική του καταισχύνη, η άνανδρη δολοφονία της δημοκρατίας της Ρώμης από τη γαλλική δημοκρατία, δηλαδή η πρώτη ιταλική εκστρατεία του δεύτερου Βοναπάρτη βρισκόταν στην ημερήσια διάταξη. Οι ορεινοί είχαν για μιαν ακόμα φορά παίξει το μεγάλο τους ατού: Ο Λεντρί - Ρολέν είχε καταθέσει στο προεδρικό τραπέζι την απαραίτητη μήνυση ενάντια στην κυβέρνηση, κι αυτή τη φορά ενάντια και στον Βοναπάρτη, για παραβίαση του Συντάγματος.
(...)
Στις 28 του Μάη συνήλθε η νομοθετική συνέλευση. Στις 11 του Ιούνη επαναλήφθηκε η σύγκρουση της 8 του Μάη και, στο όνομα των ορεινών, ο Λεντρί - Ρολέν έκανε μήνυση ενάντια στον πρόεδρο και την κυβέρνηση για παραβίαση του Συντάγματος, για το βομβαρδισμό της Ρώμης. Στις 12 του Ιούνη, η νομοθετική συνέλευση απέρριψε τη μήνυση ακριβώς όπως την είχε απορρίψει στις 11 του Μάη η συντακτική συνέλευση, μα τη φορά αυτή το προλεταριάτο έσπρωξε τους ορεινούς στους δρόμους, όχι όμως σε οδομαχίες, αλλά μονάχα σε μια παρέλαση. Αρκεί να ειπωθεί ότι οι ορεινοί βρίσκονταν επικεφαλής αυτής της κίνησης, για να ξέρουμε ότι το κίνημα νικήθηκε και ότι ο Ιούνης του 1849 ήταν μια γελοιογραφία τόσο καταγέλαστη όσο και τιποτένια του Ιούνη του 1848. Η μεγάλη υποχώρηση της 13 του Ιούνη δεν επισκιάστηκε παρά από την ακόμα μεγαλύτερη έκθεση της μάχης του Σανγκαρνιέ, του μεγάλου άνδρα που ξεφούρνισε το κόμμα της τάξης. Κάθε κοινωνική εποχή χρειάζεται τους μεγάλους άνδρες της κι όταν δεν τους βρίσκει, τους εφευρίσκει, όπως λέει κι ο Ελβέτιος.
Στις 20 του Δεκέμβρη υπήρχε μονάχα το πρώτο μισό της συγκροτημένης αστικής δημοκρατίας, ο πρόεδρος. Στις 28 του Μάη συμπληρώθηκε με το άλλο μισό, με τη νομοθετική συνέλευση. Τον Ιούνη του 1848 η διαμορφωμένη αστική δημοκρατία είχε χαράξει τη μέρα της γέννησής της στο μητρώο της Ιστορίας με μιαν απερίγραπτη μάχη ενάντια στο προλεταριάτο, και τον Ιούνη του 1849, την είχε χαράξει η συγκροτημένη αστική δημοκρατία με μιαν ακατονόμαστη κωμωδία που έπαιξε με τη μικροαστική τάξη. Ο Ιούνης του 1849 ήταν η Νέμεση του Ιούνη του 1848. Τον Ιούνη του 1849 δε νικήθηκαν οι εργάτες, μα πέσανε οι μικροαστοί που στέκονταν ανάμεσα σ' αυτούς και στην επανάσταση. Ο Ιούνης του 1849 δεν ήταν η αιματηρή τραγωδία ανάμεσα στη μισθωτή εργασία και στο κεφάλαιο, μα το γεμάτο με φυλακές αξιοθρήνητο δράμα, που παίχτηκε ανάμεσα στον οφειλέτη και τον πιστωτή. Το κόμμα της τάξης είχε νικήσει, ήταν παντοδύναμο, έπρεπε τώρα να δείξει τι ήταν!

Η Ιστορία του «Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος»



Η Ιστορία του «Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος»
Εκδόθηκε στις 20 Φλεβάρη 1848 στα γερμανικά
Η πρώτη ελληνική μετάφραση του «Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος»
Το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», αυτό το κλασικό έργο των Μαρξ - Ενγκελς που γαλουχεί γενιές και γενιές κομμουνιστών, ιδιαίτερα νέων κομμουνιστών, είναι το πρώτο στην Ιστορία του επαναστατικού εργατικού κινήματος Πρόγραμμα Κομμουνιστικού Κόμματος. Η επεξεργασία του, η συγγραφή του, αντανακλά το πέρασμα του εργατικού κινήματος στην ωριμότητά του, αφού για πρώτη φορά εκφράζονται σ' αυτό το έργο επεξεργασμένες η στρατηγική και η τακτική, αλλά και οι σκοποί της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης, δηλαδή ο δρόμος εκπλήρωσης της ιστορικής της αποστολής. Πώς και γιατί οι θεωρητικοί του Επιστημονικού Κομμουνισμού επεξεργάστηκαν αυτό το Πρόγραμμα; Ποια είναι η Ιστορία του; Η αναδρομή στη συγκεκριμένη ιστορική εποχή συμβάλλει πραγματικά στη γνώση της μεθοδολογίας και της δράσης του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Ενγκελς, προκειμένου το εργατικό κίνημα να συνενωθεί με την επιστημονική κοσμοθεωρία, την οποία οι ίδιοι επεξεργάζονταν. Γιατί η ενασχόλησή τους δεν ήταν απλά θεωρητική, όσο και αν αυτή η ενασχόληση αποτελούσε το κλειδί προκειμένου όχι να ερμηνεύσουν τον κόσμο αλλά να τον αλλάξουν, μόνο που επειδή ακριβώς ήταν αυτός ο σκοπός τους, δε ζύμωναν τις εργασίες στον επιστημονικό κόσμο με τον οποίο βεβαίως όξυναν την ιδεολογική αντιπαράθεση. Αλλά τις πρόβαλλαν στην εργατική τάξη, εκεί που πρώτ' απ' όλα υπήρχαν ζωντανή δράση, διεκδικητικοί αγώνες. Στην τάξη για την οποία κατέληξαν και απέδειξαν ότι είναι ο φορέας και δημιουργός της νέας κοινωνίας, της απελευθερωμένης από την ταξική εκμετάλλευση, της κομμουνιστικής κοινωνίας. Ο Ενγκελς γράφει σχετικά μ' αυτό: «Δε σκοπεύαμε λοιπόν καθόλου να ψιθυρίσουμε αποκλειστικά στο αυτί του "επιστημονικού" κόσμου τα νέα επιστημονικά συμπεράσματα, εκθέτοντάς τα σε χοντρά βιβλία. Αντίθετα. Βρισκόμασταν κιόλας και οι δυο βαθιά μέσα στο πολιτικό κίνημα, είχαμε ορισμένους οπαδούς ανάμεσα στους διανοούμενους, ιδίως της δυτικής Γερμανίας, και σημαντική επαφή με το οργανωμένο προλεταριάτο. Ημασταν υποχρεωμένοι να θεμελιώσουμε επιστημονικά την άποψή μας. Αλλά ήταν εξίσου σπουδαίο για μας να κερδίσουμε με τις πεποιθήσεις μας το ευρωπαϊκό και πριν απ' όλα το γερμανικό προλεταριάτο».
Καρλ Μαρξ - Φρίντριχ Ενγκελς,δουλεύοντας πάνω στο Μανιφέστο. Εργο του V. Polyakov, 1961
Η ιστορία του «Μανιφέστου» είναι συνυφασμένη με την ως τότε πορεία των επιστημονικών μελετών και ερευνών των Μαρξ - Ενγκελς, πάνω στα ζητήματα της ιστορικής εξέλιξης, τα συμπεράσματά τους για την εναλλαγή των κοινωνιών από τη μια βαθμίδα, την κατώτερη, στην επόμενη την ανώτερη (έχουν ήδη θεμελιώσει τον ιστορικό υλισμό), με τις πρώτες μελέτες τους για την ανάπτυξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (απ' όπου και άρχισε η θεμελίωση της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας), αλλά και τη μελέτη της πάλης των τάξεων στην εποχή εκείνη, προσεγγίζοντας την υπόθεση από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και την προοπτική χειραφέτησής της από την αστική τάξη. Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν περίοδος ανόδου της αστικής τάξης, της τάξης που τότε έφερνε την πρόοδο στην κοινωνική εξέλιξη. Ολη η ως τότε πολυσύνθετη δράση τους είχε έντονο το στοιχείο της διαπάλης με τον ουτοπικό σοσιαλισμό, τα διάφορα μικροαστικά ρεύματα μέσα στο κίνημα που τότε έκανε τα πρώτα του βήματα. Και που έπρεπε από τον αυθόρμητο χαρακτήρα του να περάσει στο συνειδητό. Ηταν η εποχή που είχαν αρχίσει να θεμελιώνουν την επιστημονική κοσμοθεωρία της εργατικής τάξης κι έπαιρναν οι ίδιοι μέρος ενεργά στο κίνημα.
Η Ιστορία επίσης του «Μανιφέστου» είναι συνυφασμένη με την ιστορία της «Ενωσης των Κομμουνιστών», του πρώτου Κομμουνιστικού Κόμματος στην Ιστορία του διεθνούς εργατικού κινήματος.
Η πρώτη έκδοση του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου»
Επομένως, για να κατανοήσουμε πώς οι Μαρξ - Ενγκελς προχώρησαν στη συγγραφή του «Μανιφέστου», που το χειρόγραφό του ταξίδεψε στο Λονδίνο, για να τυπωθεί, λίγες βδομάδες πριν από την επανάσταση του Φλεβάρη του 1848 στη Γαλλία, πρέπει να γνωρίζουμε τόσο την πορεία της δράσης τους ως τότε που ιδρύθηκε η «Ενωση των Κομμουνιστών», αλλά και την ίδρυση της ίδιας της «Ενωσης των Κομμουνιστών».
Στην Ελλάδα το «Μανιφέστο» μεταφράστηκε για πρώτη φορά από τον λογοτέχνη Κώστα Χατζόπουλο, ο οποίος και είχε προσεγγίσει τις σοσιαλιστικές ιδέες από την περίοδο της διαμονής του στη Γερμανία και εκδόθηκε από το «Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθηνών» το 1913. Τυπώθηκε στο τυπογραφείο της «Εφημερίδας των Εργατών» με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Το κοινωνιστικό Μανιφέστο».
Αλλά ας παρακολουθήσουμε αυτήν την Ιστορία.
Οι Μαρξ - Ενγκελς και η ενασχόλησή τους με τη θεωρία
Είναι η περίοδος του 1845. Ο Μαρξ, εξόριστος ήδη από την πρωσική κυβέρνηση, βρίσκεται στη Γαλλία και συγκεκριμένα στο Παρίσι. Ο Μαρξ έχει ήδη ολοκληρώσει το έργο του μετά από συνεργασία με τον Ενγκελς (είναι το πρώτο κοινό τους έργο) «Η αγία οικογένεια ή κριτική της κριτικής», που αποδεικνύει επιστημονικά ότι οι πραγματικοί δημιουργοί της Ιστορίας δεν είναι οι «ήρωες», οι «κριτικοί των κριτικών», οι προσωπικότητες, είναι οι λαϊκές μάζες, αναδεικνύοντας τον πρωτοπόρο ρόλο της εργατικής τάξης στη νομοτελειακή εξέλιξη της κοινωνίας από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό. Στο έργο αυτό, όπως γράφει ο Β. Ι. Λένιν, διατυπώνεται «η σχηματισμένη πια άποψη του Μαρξ για τον επαναστατικό ρόλο τον προλεταριάτου».
Την ίδια περίοδο, ο Ενγκελς ολοκλήρωνε το έργο του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία». Στο έργο του αυτό (τυπώθηκε στα 1845) ο Ενγκελς περιγράφει με ακρίβεια τους καταθλιπτικούς όρους της εργασίας και της ζωής των Αγγλων εργατών και τον ταξικό τους αγώνα εναντίον των εκμεταλλευτών τους. Το βιβλίο αυτό, που στηρίζεται σε πάρα πολλές πηγές και στις προσωπικές του παρατηρήσεις, είναι ένα κατηγορητήριο εναντίον της αστικής τάξης και του καπιταλιστικού συστήματος. Αλλα δεν εξαντλείται σ' αυτό η σημασία του. Στο βιβλίο του αυτό, ο Ενγκελς δεν βλέπει το προλεταριάτο μόνο σαν μια τάξη που υποφέρει, αλλά ανακαλύπτει και τις απέραντες επαναστατικές του δυνάμεις και αποδείχνει τον πολιτικό ρόλο που παίζει το προλεταριάτο στη σύγχρονη κοινωνία. Ο Ενγκελς υποστηρίζει την ανάγκη να συγχωνευτεί ο σοσιαλισμός με το εργατικό κίνημα και να ιδρυθεί ένα επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου.
Το παλιό «Cafe de la Regence» στο Παρίσι, όπου συναντιόνταν ο Καρλ Μαρξ και ο Φρίντριχ Ενγκελς το 1844
Στη συνέχεια, ο Μαρξ, την ίδια επίσης περίοδο του 1845, γράφει τις «Θέσεις για τον Φόιερμπαχ», που θέτει το ζήτημα ότι: «Οι φιλόσοφοι εξηγούν μόνο με διάφορους τρόπους τον κόσμο, αλλά το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε».
Την ίδια περίοδο φτάνει στις Βρυξέλλες και ο Ενγκελς. Συνεργάζονται πάνω στα θέματα της υλιστικής αντίληψης της Ιστορίας και απ' αυτήν τη συνεργασία προκύπτει το έργο τους «Η γερμανική ιδεολογία», όπου αποκαλύπτονται ολοκληρωμένα οι αντικειμενικοί νόμοι της κοινωνικής εξέλιξης και διατυπώνεται γενικά η θεωρία για τους κοινωνικοοικονομικούς σχηματισμούς, αποδεικνύοντας το νομοτελειακό πέρασμα στην αταξική κοινωνία.
Οταν την άνοιξη τον 1845, γράφει ο Ενγκελς, ξανασυναντηθήκαμε στις Βρυξέλλες, ο Μαρξ είχε ολοκληρώσει πια στις κύριες γραμμές την ανάπτυξη της υλιστικής θεωρίας του στην Ιστορία και καταπιαστήκαμε με τη λεπτομερειακή επεξεργασία των καινούριων αυτών αντιλήψεων στους πιο διαφορετικούς τομείς.
Αποτέλεσμα της συνεργασίας αυτής ήταν το έργο «Η γερμανική ιδεολογία», που ο Μαρξ και ο Ενγκελς το έγραψαν στα 1845 - 1846. Το έργο αυτό έμεινε τότε ανέκδοτο. Οπως είπε ο Μαρξ αργότερα, ο κυριότερος σκοπός της εργασίας αυτής ήταν να ξακαθαρίσουν οι ίδιοι οι συγγραφείς μερικά βασικά προβλήματα και ο σκοπός τους αυτός πέτυχε.
Η εξέγερση των υφαντουργών της Σιλεσίας, Ιούνης 1844 (χαλκογραφία της Κάτε Κόλβιτς, 1879)
Στο θαυμάσιο αυτό έργο γίνεται μια βαθιά κριτική ανάλυση της φιλοσοφίας του Χέγκελ και των νεοχεγκελιανών και η κριτική των συγγραφέων απλώνεται και στις φιλοσοφικές και κοινωνιολογικές ιδέες του Λουδοβίκου Φόιερμπαχ. Για πρώτη φορά αναπτύσσονται πλατιά οι βασικές θέσεις της υλιστικής αντίληψης της Ιστορίας, αποκαλύπτονται οι αντικειμενικοί νόμοι της κοινωνικής εξέλιξης και διατυπώνεται σε γενικές γραμμές η μαρξιστική θεωρία για τα κοινωνικο-οικονομικά συστήματα.
Στη «Γερμανική Ιδεολογία» αποδείχνεται πως οι αντιθέσεις ανάμεσα στις συγκεκριμένες σχέσεις παραγωγής και στις παραγωγικές δυνάμεις σε ένα ορισμένο στάδιο ανάπτυξης είναι η αιτία «για όλες τις ιστορικές συγκρούσεις». Ο Μαρξ και ο Ενγκελς απέδειξαν πως η σοσιαλιστική επανάσταση είναι αναπόφευκτη. Παράλληλα, απέδειξαν τη βασική διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στη σοσιαλιστική επανάσταση και σε όλες τις άλλες επαναστάσεις που έγιναν στο παρελθόν. Αντίθετα από όλες τις άλλες επαναστάσεις που μεταβίβαζαν την εξουσία από τα χέρια της μιας εκμεταλλεύτριας τάξης στα χέρια μιας άλλης εκμεταλλεύτριας τάξης, η προλεταριακή επανάσταση στρέφεται εναντίον κάθε εκμετάλλευσης και καταλήγει στη δημιουργία της αταξικής κοινωνίας, στον κομμουνισμό.
Η επιστημονική δραστηριότητα του Μαρξ και του Ενγκελς περιλάμβανε τη δημοσίευση μιας σειράς άρθρων σε εφημερίδες και περιοδικά που δημοσιεύονταν στο Βέλγιο, στη Γερμανία, στη Γαλλία και στην Αγγλία. Ο Μαρξ έκανε και διαλέξεις και, από μια τέτοια σειρά τέτοιων διαλέξεων, που έγινε το 1847 στη νεοϊδρυμένη Εταιρεία Γερμανών Εργατών, προήλθε το έργο του «Μισθωτή Εργασία και Κεφάλαιο», η πρώτη εκλαϊκευτικά γραμμένη παρουσίαση της μαρξιστικής οικονομικής θεωρίας.
Ο Μαρξ και ο Ενγκελς εργάζονταν σε μια περίοδο έντονης διαπάλης, αλλά και επαναστατικής δράσης που αναπτυσσόταν μετά το 1840. Μια οικονομική κρίση υπέβοσκε και πράγματι ξέσπασε στα 1846 - 1847, και συνοδεύτηκε από σκληρή φτώχεια, ανεργία, αλλά και ένταση της πάλης. Στη Γαλλία, η μοναρχία όλο και περισσότερο έχανε τη βάση της και η αντιπολίτευση δυνάμωνε. Στην Αγγλία, το Χαρτιστικό κίνημα (εργατικό κίνημα με διεθνιστική τάση, αλλά κυρίως συνδικαλιστικό) κινητοποιούσε μάζες εργατών.
Στην Ελβετία, ο πόλεμος του «Ιδιαίτερου Συνδέσμου» συνένωσε τα αστικά καντόνια σε συμμαχία ενάντια στα καντόνια όπου η αριστοκρατία κυριαρχούσε βασισμένη στη φεουδαρχική αγροτική οικονομία. Το 1846 ξέσπασε εξέγερση στην Κρακοβία ενάντια στον τσάρο της Ρωσίας (η Πολωνία ήταν τσαρικό έδαφος), που συνοδεύτηκε από άλλα ξεσπάσματα στην Πολωνία, αλλά τσακίστηκε από την αιματηρή καταστολή του τσάρου. Το 1847 ήταν χρονιά με έντονα γεγονότα. Στην Πρωσία ο βασιλιάς προχώρησε στην εφαρμογή Συντάγματος απέναντι σε μια δειλή αστική τάξη, η οποία δεν είχε την τόλμη να διεκδικήσει και να παλέψει ως την οριστική εξάλειψη της φεουδαρχίας, στην Ιταλία είχαμε απότομη ανάπτυξη πολιτικής δράσης των μαζών με κάλεσμα στα όπλα ενάντια στην Αυστρία, στην Ελβετία υπήρξε ένας εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στα καντόνια, στην Αμερική η κατάκτηση του Μεξικού από τις ΗΠΑ κλπ.
Η θέση που πήραν ο Μαρξ και ο Ενγκελς σχετικά με τους επαναστατικούς αγώνες που ξανοίγονταν μπροστά τους βασιζόταν στην κατανόηση εκ μέρους τους ότι η ανάπτυξη, η πολιτική αφύπνιση και η τελική χειραφέτηση της εργατικής τάξης μπορούσαν να προχωρήσουν γρηγορότερα και πιο αποτελεσματικά κάτω από ένα αστικοδημοκρατικό καθεστώς και όχι κάτω από ένα φεουδαρχικό, αυταρχικό καθεστώς. Τα παραδείγματα της Αγγλίας και της Γαλλίας με τα πολιτικά τους κόμματα και τη σχετική ελευθερία του Τύπου, της πρώτης με το Χαρτιστικό κίνημα και της δεύτερης με τη ζωηρή σοσιαλιστική δραστηριότητα, σε σύγκριση με τη Γερμανία όπου δεν υπήρχε έντονη πολιτική ζωή, τη λογοκρισία της και την καθυστερημένη οικονομική της ανάπτυξη, ενίσχυαν αυτή τους τη θέση.
Η επαναστατική τους δράση για τη διάδοση της κομμουνιστικής θεωρίας
Ο Μαρξ και ο Ενγκελς, στις Βρυξέλλες, συγκέντρωσαν γύρω τους μια ομάδα ομοϊδεατών ριζοσπαστών, μερικούς Βέλγους, άλλους εξόριστους. Ενα ταξίδι στην Αγγλία, το καλοκαίρι του 1845, τους έδωσε τη δυνατότητα να γνωρίσουν ή να ανανεώσουν τη γνωριμία τους με μερικούς από τους επαναστάτες της χώρας αυτής, συγκεκριμένα τους αριστερούς χαρτιστές, όπως τον Χάρνεϊ και τα μέλη της «Ενωσης των Δικαίων» που κατοικούσαν στο Λονδίνο, οι πιο πολλοί από τους οποίους ήταν Γερμανοί.
Με την επιστροφή τους στις Βρυξέλλες, ίδρυσαν, στις αρχές του 1846, μια Κομμουνιστική Επιτροπή Αλληλογραφίας για τη στενότερη προσέγγιση διαφόρων ομάδων κομμουνιστών και συμπαθούντων στην Ευρώπη και την Αμερική, για την ενημέρωσή τους για όσα συνέβαιναν σε διάφορες χώρες και για τη δημιουργία μιας ομάδας κομμουνιστικής δράσης. Μερικές από τις πιο σημαντικές τους επαφές ήταν με τους ηγέτες της «Ενωσης των Δικαίων» του Λονδίνου και με τους Χαρτιστές. Ο Χάρνεϊ, καθώς και οι ηγέτες των Δικαίων εξέφρασαν την προθυμία τους να χρησιμεύσουν σαν εκπρόσωποι στο Λονδίνο της Επιτροπής Αλληλογραφίας, παρά τις διαφορές που υπήρχαν ακόμη με τις θέσεις και τις ιδέες των Μαρξ και Ενγκελς.
Την ίδια περίοδο, οι Μαρξ και Ενγκελς συνεχίζουν με ένταση να προπαγανδίζουν τον επιστημονικό κομμουνισμό, αντιλαμβανόμενοι ότι χωρίς το ξεκαθάρισμα μέσα στο εργατικό και σοσιαλιστικό κίνημα της θεωρίας, ήταν αδύνατο να προχωρήσουν στην οργάνωση της δράσης του προλεταριάτου για τους δικούς του σκοπούς, αλλά και στην οργάνωση επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, Κομμουνιστικού Κόμματος. Ηταν εποχή που ακόμη και στις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες εξακολουθούσαν να κυριαρχούν τα μικροαστικά ουτοπικά σοσιαλιστικά ρεύματα, όπως, π.χ., αυτό του Βάιτλινγκ. Πολλοί Γερμανοί εργάτες και βιοτέχνες, που ζούσαν εξόριστοι στο Παρίσι και στο Λονδίνο, είχαν προσχωρήσει στην «Ενωση των Δικαίων». Η οργάνωση είχε ιδρύσει πολλά παραρτήματα και σε μερικές πόλεις της Γερμανίας και της Ελβετίας. Η «Ενωση των Δικαίων» άρχισε να γίνεται μια διεθνής οργάνωση. Στα παραρτήματά της γίνονταν μέλη Γερμανοί, Ρώσοι, Ούγγροι, Τσέχοι, Νοτιοσλάβοι, Ελβετοί, Ολλανδοί και άλλοι.
Τι ήταν η «Ενωση Δικαίων»
Η «Ενωση των Δικαίων» είχε ιδρυθεί στο Παρίσι το 1836 από Γερμανούς εργάτες και διανοούμενους που είχαν επηρεαστεί από τις διάφορες σοσιαλιστικές ιδέες. Λειτουργούσε και ως προπαγανδιστική λέσχη και ως μυστική εταιρεία. Στρατολογούσε τα μέλη της μεταξύ των μαθητευομένων στα διάφορα επαγγέλματα και των χειροτεχνών, μικροαστών από την άποψη της κοσμοθεωρίας τους, αλλά ήδη προλεταρίων από την άποψη του τρόπου ζωής τους. Πολλοί κατόρθωναν να επιβιώσουν ανασφαλώς ταξιδεύοντας από το ένα μέρος στο άλλο, ζώντας μια ζωή μεγάλης αβεβαιότητας και οξύτατων δυσκολιών, αλλά συνέβαλε στην ανάπτυξη της πολιτικής τους σκέψης και δράσης. Εγιναν καλοί προπαγανδιστές της Ενωσης όπου και αν ταξίδευαν και κατάφερναν να ξεπερνούν ακόμη και την αστυνομική δίωξη που είχε στηθεί γι' αυτούς στη Γερμανία. Η συνήθης μέθοδός τους ήταν να ενώνονται ή να δημιουργούν εργατικές εταιρείες για ανοιχτούς εκπαιδευτικούς ή κοινωνικούς σκοπούς και να τις χρησιμοποιούν σαν χώρους στρατολογίας για την Ενωση. Η έδρα ήταν στο Παρίσι, όπου, ο Βάιτλινγκ έπαιζε ηγετικό ρόλο. Το βιβλίο του που έγραψε το 1838, «Η Ανθρωπότητα όπως είναι και όπως θα έπρεπε να είναι», με τις συγκεχυμένες θρησκευτικές ουτοπικές, αλλά και αγωνιστικές επαναστατικές διδασκαλίες του, χρησίμευε σαν ένα είδος επίσημου προγράμματος.
Τα παρισινά τμήματα της Ενωσης πήραν μέρος σε μια αποτυχημένη εξέγερση το 1839, που είχε επικεφαλής τον Μπλανκί. Οι διώξεις που ακολούθησαν αποδιοργάνωσαν στην αρχή την Ενωση αλλά όχι για πολύ. Κάτω από την ηγεσία του Βάιτλινγκ, συνέχισε τις δραστηριότητές της, ιδιαίτερα στην Αγγλία, τη Γερμανία και την Ελβετία. Ο ίδιος ο Βάιτλινγκ ξεκίνησε για τη Γενεύη το 1841, όπου και έδρασε με τη συνήθη του ακάματη φλόγα και έγραψε το κύριο έργο του, τις «Εγγυήσεις». Ρίχτηκε στη φυλακή και, μετά την απελευθέρωσή του, πήγε, μέσω Γερμανίας, στο Λονδίνο, όπου έφθασε το 1845, για να βρει μια δραστήρια οργάνωση της «Ενωσης των Δικαίων».
Ο Μαρξ και ο Ενγκελς δεν έγιναν μέλη της Ενωσης αυτής, γιατί δε συμφωνούσαν με τη γραμμή στη δράση της και προπάντων με τη στενή συνωμοτική τακτική της. Αλλά επηρέαζαν τις θεωρητικές ιδέες των μελών της Ενωσης και είχαν τακτική αλληλογραφία με τους ηγέτες της, οι κυριότεροι των οποίων ήταν οι Σάπερ, Μολ και Μπάουερ. Ο Ενγκελς φρόντισε ώστε τα στελέχη της «Ενωσης των Δικαίων» του Λονδίνου να αναπτύξουν σχέσεις με τους ηγέτες της αριστερής παράταξης των Χαρτιστών με τους οποίους επίσης είχαν αναπτύξει σχέσεις οι Μαρξ και Ενγκελς.
Μεγάλο ρόλο έπαιξαν στον αγώνα του Μαρξ και του Ενγκελς για την ίδρυση ενός προλεταριακού κόμματος οι κομμουνιστικές «Επιτροπές - Σύνδεσμοι» που συγκροτήθηκαν για να διαδώσουν τη θεωρία τους στους εργάτες και για να φέρουν σε επαφή τους σοσιαλιστές που υπήρχαν στιςδιάφορες χώρες.
Οι Μαρξ - Ενγκελς και ο «Σύνδεσμος των Βρυξελλών»
Την άνοιξη του 1846 οι Μαρξ - Ενγκελς ιδρύουν μια τέτοια Επιτροπή - Σύνδεσμο και στις Βρυξέλλες. Μέλη της Επιτροπής αυτής έγιναν και ο Γερμανός σοσιαλιστής Γουλιέλμος Βολφ, ο Βέλγος σοσιαλιστής Ζιγκό και άλλοι. Η Επιτροπή επικοινώνησε τόσο με τους Γερμανούς εργάτες στη Γερμανία, που ήταν οπαδοί των ιδεών τους, αλλά και τους Γερμανούς πολιτικούς πρόσφυγες που ζούσαν στην Αγγλία, στη Γαλλία και στην Ελβετία. Μέσω της «Επιτροπής - Συνδέσμου» των Βρυξελλών οι Μαρξ - Ενγκελς επικοινωνούσαν με τους ηγέτες της αριστερής πτέρυγας των Χαρτιστών στην Αγγλία, όπως ο Γκάρνι, αλλά και με πολλούς σοσιαλιστές σε άλλες χώρες.
Το Μάρτη του 1846 ο Μαρξ μίλησε σε μια συνεδρίαση της «Επιτροπής - Συνδέσμου» των Βρυξελλών και πέρασε από έντονο κριτικό έλεγχο τον Βάιτλινγκ της «Ενωσης των Δικαίων» και τις ουτοπικές μικροαστικές απόψεις του. Ετσι διέκοψαν οριστικά τις σχέσεις τους ο Μαρξ με τον Βάιτλινγκ.
Ταυτόχρονα ο Μαρξ και ο Ενγκελς αγωνίζονταν εναντίον των «αληθινών», όπως λέγονταν, «σοσιαλιστών», που προπαγανδίζοντας την «ένωση των τάξεων» και την «καθολική αγάπη», εμπόδιζαν να αναπτυχθεί η ταξική συνείδηση των εργατών. Ο Μαρξ και ο Ενγκελς ξεσκέπαζαν ακούραστα την αντιδραστική ουσία που είχε το μικροαστικό αυτό ρεύμα. Στη συνεδρίαση της «Επιτροπής - Συνδέσμου» των Βρυξελλών, που έγινε το Μάη του 1846, ο Μαρξ κατέκρινε έντονα τις ξένες και εχθρικές για την εργατική τάξη απόψεις που είχε ο «αληθινός σοσιαλιστής» Χέρμαν Κρίγκε. Η απόφαση που πήρε η Επιτροπή στη συνεδρίαση αυτή, τόνιζε πως οι απόψεις που διατύπωσε ο Κρίγκε και οι άλλοι εκπρόσωποι του λεγόμενου «αληθινού σοσιαλισμού» δεν είχαν καμιά σχέση με τον κομμουνισμό και οι ιδέες που κήρυσσε ο Κρίγκε το μόνο που ήταν δυνατόν να πετύχουν ήταν να κάνουν ζημιά στο κομμουνιστικό κίνημα. Η απόφαση αυτή μαζί με ένα επεξηγηματικό σημείωμα που το έγραψαν ο Μαρξ και ο Ενγκελς στάλθηκαν σαν εγκύκλιος σε όλες τις κομμουνιστικές ομάδες. Τον Αύγουστο του 1846 ο Ενγκελς ύστερα από εντολή της «Επιτροπής - Συνδέσμου» των Βρυξελλών πήγε στο Παρίσι. Την περίοδο αυτή ο Καρλ Γκριν προπαγάνδιζε δραστήρια τον «αληθινό σοσιαλισμό» στους Γερμανούς εργάτες που ήταν μέλη της «Ενωσης των Δικαίων». Ο Ενγκελς σε μια σειρά δημόσιες ομιλίες του ξεσκέπασε την αντιπρολεταριακή ουσία του «αληθινού σοσιαλισμού». Το αποτέλεσμα ήταν πως οι πιο πολλοί εργάτες, που πήραν μέρος στις συγκεντρώσεις αυτές όπου μίλησε ο Ενγκελς, εκδηλώθηκαν εναντίον των απόψεων που είχαν ο Γκριν και οι σύντροφοί του.
Το καλοκαίρι του 1847 εκδόθηκε το έργο του Μαρξ «Η αθλιότητα της φιλοσοφίας», που ήταν απάντηση στο βιβλίο του Προυντόν «Σύστημα οικονομικών αντιθέσεων ή η φιλοσοφία της αθλιότητας», που είχε εκδοθεί στα 1846. Στο έργο του αυτό ο Μαρξ ανατρέπει τις μικροαστικές θεωρίες και ιδέες του Προυντόν για τις βασικές οικονομικές σχέσεις στον καπιταλισμό. Είναι αλήθεια πως στο βιβλίο αυτό δε δίνεται ακόμη με αναπτυγμένη μορφή η μαρξιστική θεωρία για την αξία, την υπεραξία και τη γαιοπρόσοδο (αυτό έγινε από τον Μαρξ αργότερα, στα 1850-1860), αλλά αναπτύσσονται οι πιο σπουδαίες αρχές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας.
Στην «Αθλιότητα της φιλοσοφίας» ο Μαρξ τονίζει την τεράστια ζημιά που έκανε ο Προυντόν με την αρνητική του στάση απέναντι στον ανεξάρτητο ταξικό αγώνα του προλεταριάτου. Ο Μαρξ τονίζει πόσο σπουδαίο ήταν να δημιουργηθούν μαχητικές επαγγελματικές οργανώσεις, το μεγάλο ρόλο τους στην καθοδήγηση του απεργιακού κινήματος και τέλος την ανάγκη της μετατροπής της οικονομικής πάλης της εργατικής τάξης σε πολιτικό αγώνα και σημειώνει: Στον αγώνα αυτόν, που είναι ένας πραγματικός εμφύλιος πόλεμος, ενώνονται και αναπτύσσονται όλα τα στοιχεία για τη μελλοντική μεγάλη μάχη.
Από την «Ενωση των Δικαίων» στην «Ενωση Κομμουνιστών»
Ο ανειρήνευτος αγώνας των Μαρξ και Ενγκελς στη διαπάλη τους ενάντια στα μικροαστικά ρεύματα και η πλατιά ζύμωση για τη διάδοση της επαναστατικής κοσμοθεωρίας, που θεμελίωναν οι ίδιοι, έφεραν γρήγορα αποτελέσματα. Με την επίδραση της ζύμωσης και της προπαγάνδας αυτής πολλά στελέχη της «Ενωσης των Δικαίων» άρχισαν να αφομοιώνουν τις βασικές ιδέες της θεωρίας του επιστημονικού κομμουνισμού που διατύπωσαν οι Μαρξ - Ενγκελς.
Ετσι στις αρχές του 1847 ένας από τους ηγέτες της «Ενωσης των Δικαίων», ο Ιωσήφ Μολ, σύμφωνα με την εντολή που του έδωσε η Ενωση, πρότεινε στον Μαρξ και ύστερα στον Ενγκελς, που βρισκόταν τότε στο Παρίσι, να πάρουν μέρος στην αναδιοργάνωση της Ενωσης και στην επεξεργασία του καινούριου προγράμματός της. Ο Μολ τους ανακοίνωσε πως οι ηγέτες της «Ενωσης των Δικαίων» κατάλαβαν πως η θεωρία τους ήταν σωστή και ήταν έτοιμοι να απαρνηθούν τις προηγούμενες συνωμοτικές μεθόδους και τη θεωρία του Βάιτλινγκ.
Ο Μαρξ και ο Ενγκελς, παίρνοντας υπόψη τις βαθιές αλλαγές που είχαν γίνει στις ιδέες των ηγετών της Ενωσης, καθώς και την προθυμία τους να την αναδιοργανώσουν, δέχτηκαν την πρόσκληση για να συμμετέχουν στην αναδιοργάνωση και στο νέο πρόγραμμα και θέτοντας ορισμένους όρους να γίνουν επίσης μέλη της οργάνωσης. «Μέλη της μυστικής "Ενωσης Κομμουνιστών", γίναμε για πρώτη φορά ο Ενγκελς και εγώ, γράφει αργότερα ο Μαρξ, με τον όρο πως από το καταστατικό της θα διαγράφονταν όλες οι διατάξεις που βοηθούσαν στη δεισιδαίμονη λατρεία της εξουσίας» (Από το γράμμα του Μαρξ στον Μπλος).
Στις αρχές Ιούνη του 1847 συνήλθε στο Λονδίνο το συνέδριο της «Ενωσης των Δικαίων». Το συνέδριο αναδιοργάνωσε την Ενωση και με πρόταση του Μαρξ και του Ενγκελς την ονόμασε «Ενωση των Κομμουνιστών». Στις εργασίες του πρώτου συνεδρίου της «Ενωσης των Κομμουνιστών» πήρε μέρος και ο Ενγκελς σαν αντιπρόσωπος της «Επιτροπής - Συνδέσμου» του Παρισιού. Την «Επιτροπή - Σύνδεσμο» των Βρυξελλών την αντιπροσώπευσε στο συνέδριο ο Βίλχελμ Γουλιέλμος Βολφ, ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του Μαρξ και του Ενγκελς. Ο Μαρξ δεν μπόρεσε να πάρει μέρος στο συνέδριο.
Στο συνέδριο εγκρίθηκε το καταστατικό της «Ενωσης των Κομμουνιστών». Το προηγούμενο ουτοπικό σύνθημα «Ολοι οι άνθρωποι είναι αδέλφια», το αντικατέστησε ένα καινούριο, καθαρά ταξικό, προλεταριακό σύνθημα, το «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε».
Το καταστατικό της «Ενωσης των Κομμουνιστών» καθόριζε ως εξής την οργανωτική της διάρθρωση: Βασική οργάνωση της Ενωσης ήταν η κοινότητα. Οι κοινότητες μιας περιφέρειας αποτελούσαν την οργάνωση της περιφέρειας και ανάλογα ήταν διαρθρωμένη σε κάθε χώρα, όπου μια περιφερειακή οργάνωση αποτελούσε και την καθοδήγηση του κινήματος. Ανώτατο καθοδηγητικό όργανο της Ενωσης ήταν το συνέδριο και στα ενδιάμεσα χρονικά διαστήματα από το ένα συνέδριο ως το άλλο καθοδηγητικό όργανο ήταν η Κεντρική Επιτροπή. Ο Ενγκελς, μιλώντας για την Οργάνωση της «Ενωσης των Κομμουνιστών», τονίζει πως ήταν πέρα για πέρα δημοκρατική και οι επιτροπές της εκλεγμένες έτσι που τα μέλη μπορούσαν να τις αντικαταστήσουν όποτε ήθελαν.
Στο καταστατικό διατυπώνονταν οι βασικές αρχές της Ενωσης. Σκοπός της Ενωσης, έλεγε το πρώτο άρθρο του καταστατικού, είναι «να ανατραπεί η αστική τάξη, να κυριαρχήσει το προλεταριάτο, να καταργηθεί η παλαιά αστική κοινωνία που στηρίζεται στον ανταγωνισμό των τάξεων και να δημιουργηθεί μια καινούρια κοινωνία χωρίς τάξεις και χωρίς ατομική ιδιοκτησία».
Το πρόγραμμα της «Ενωσης των Κομμουνιστών»
Το συνέδριο δέχτηκε για πρόγραμμα της καινούριας οργάνωσης τις ιδέες του επιστημονικού κομμουνισμού, καταδίκασε τις απόψεις του Βάιτλιγκ και αποφάσισε να αποκλείσει τους οπαδούς του από την Ενωση. Ετσι παρατηρούμε ότι οι Μαρξ - Ενγκελς από την πρώτη στιγμή ίδρυσης Κομμουνιστικού Κόμματος φρόντιζαν για την ιδεολογική ενότητά του, ως όρο για την ανάπτυξή του, για την καθοδήγηση του ταξικού αγώνα του προλεταριάτου.
Το πρώτο συνέδριο της «Ενωσης των Κομμουνιστών» ήταν μια μεγάλη νίκη των ιδεολογικών και των οργανωτικών αρχών που είχαν επεξεργαστεί οι θεμελιωτές της επιστημονικής κοσμοθεωρίας της εργατικής τάξης.
Το πρώτο ζήτημα που έπρεπε να αντιμετωπιστεί από τους ηγέτες της «Ενωσης Κομμουνιστών» μετά την ίδρυση του Κόμματος ήταν η έκδοση ενός κεντρικού δημοσιογραφικού οργάνου. Την ίδια περίοδο μεγάλη συμβολή στη διάδοση των ιδεών και της επιστημονικής θεωρίας που επεξεργάζονταν οι Μαρξ - Ενγκελς είχε η «Γερμανική εφημερίδα των Βρυξελλών», με την οποία και συνεργάζονταν από το Σεπτέμβρη του 1847.
Βεβαίως, μετά την ίδρυση της «Ενωσης των Κομμουνιστών», το ξεκαθάρισμα των οργανωτικών αρχών της ώστε να γίνει μαζικό επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου, και της βάσης της ιδεολογικής της συγκρότησης, απέμενε η επεξεργασία του προγράμματός της. Αυτό ανατέθηκε στο δεύτερο συνέδριό της που συνήλθε στο Λονδίνο από τις 29 του Νοέμβρη ως τις 8 του Δεκέμβρη του 1847. Σ' αυτό πήραν μέρος αντιπρόσωποι κοινοτήτων από πολλές χώρες όπως τη Γερμανία, την Αγγλία, τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Πολωνία, την Ελβετία, κλπ. Τις εργασίες του συνεδρίου τις διευθύνανε ο Μαρξ και ο Ενγκελς. Το συνέδριο επικύρωσε οριστικά το καταστατικό της «Ενωσης των Κομμουνιστών», αφού πρώτα συζητήθηκε και αναλύθηκε σε όλες τις κοινότητες της Ενωσης. Σχετικά με το πρόγραμμα αναπτύχθηκε μεγάλη συζήτηση.
Υστερα από τη συζήτηση όλοι οι αντιπρόσωποι στο συνέδριο δέχτηκαν ομόφωνα τις αρχές του επιστημονικού κομμουνισμού που ήταν διατυπωμένες από τα έργα των Μαρξ - Ενγκελς.
Στον Μαρξ και στον Ενγκελς επίσης ανατέθηκε να γράψουν το πρόγραμμα της Ενωσης. Υστερα από μερικές βδομάδες το πρόγραμμα ήταν έτοιμο και ονομάστηκε «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος».
Το «Μανιφέστο» και η συγγραφή του
Η συγγραφή του «Μανιφέστου» ξεκίνησε με ένα πρώτο υλικό που αποτελούνταν από την «ομολογία πίστης» στην Ενωση που έγραψε ο Ενγκελς ως εκπρόσωπός της από το Παρίσι. Ο Ενγκελς, στην προσπάθειά του να πείσει για την ορθότητα των δικών του ιδεών και του Μαρξ, κόντρα σε μικροαστικές αντιλήψεις άλλων μελών της Ενωσης, ξεκίνησε συζητήσεις μέσα στους εργάτες, κυρίως στους ράφτες και τους επιπλοποιούς. Οι συζητήσεις αυτές απέδωσαν καρπούς αφού οι εργάτες του Παρισιού τον εξουσιοδότησαν να γράψει αυτός την «ομολογία πίστης» εξ ονόματος των «Δικαίων» του Παρισιού προς την Ενωση. Αυτό έγινε τον Οκτώβρη του 1847 και την έγραψε σε 25 ερωτήσεις - απαντήσεις. Την έστειλε δε με γράμμα του στον Μαρξ, στα πλαίσια της αναγκαιότητας επεξεργασίας του προγράμματος της «Ενωσης των Κομμουνιστών» γράφοντάς του τα εξής:
«Σκέψου λίγο την ομολογία πίστης. Πιστεύω ότι το καλύτερο είναι η απάλειψη της μορφής της κατήχησης και ο τίτλος "Κομμουνιστικό Μανιφέστο". Πρέπει να του προσθέσουμε έναν ορισμένο όγκο ιστορίας και η σημερινή του μορφή δεν προσφέρεται πολύ καλά γι' αυτό. Θα πάρω μαζί μου από το Παρίσι ό,τι έγραψα. Είναι απλά αφηγηματικό, αλλά έχει άθλια συνταχθεί, με τρομερή βιασύνη» (Γράμμα στον Μαρξ της 23ης - 24ης του Νοέμβρη 1847).
Το σχέδιο αυτό του Ενγκελς διασώθηκε. Ο ίδιος του έδωσε τον τίτλο «Βάσεις του Κομμουνισμού» αλλά όταν εκδόθηκε ο τίτλος του ήταν «Αρχές του Κομμουνισμού».
Το αποτέλεσμα των συζητήσεων στο συνέδριο ήταν η ανάθεση στον Μαρξ να συντάξει τη νέα «ομολογία πίστης» της Ενωσης σαν το επίσημο πρόγραμμά της. Ο Μαρξ δέχτηκε και έτσι κατέληξε να γράψει το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο». Ο Μαρξ ήταν τότε νέος, σε ηλικία 28 χρόνων.
Ο Μαρξ επέστρεψε από το Λονδίνο στις Βρυξέλλες και, με το σχέδιο του Ενγκελς και ό,τι σημειώσεις είχε από το συνέδριο, άρχισε να γράφει το νέο πρόγραμμα, υιοθετώντας τις προτάσεις του Ενγκελς να γίνει Μανιφέστο. Αρχισε το έργο με το συνήθη του λεπτομερή τρόπο, προσπαθώντας να επιτύχει μια όσο το δυνατόν πιο τέλεια μορφή. Του πήρε τόσο καιρό, ώστε ο Σάπερ και οι σύντροφοί του στην Ενωση, στις 24 του Γενάρη 1848, του έστειλαν ένα είδος τελεσιγράφου: Οτι αν το Μανιφέστο... δε φθάσει στο Λονδίνο πριν την 1η του Φλεβάρη, θα ληφθούν παραπέρα μέτρα.
Ο Μαρξ ολοκλήρωσε το «Μανιφέστο» στις αρχές του Φλεβάρη του 1848. Το χειρόγραφο στάλθηκε στο Λονδίνο όπου και εκδόθηκε στα μέσα Φλεβάρη του 1848. Ηταν η περίοδος που ξέσπασε η επανάσταση στο Παρίσι, την οποία και μελέτησε ο Μαρξ γράφοντας το έργο του «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία 1848-1850».
Το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» είναι το πρώτο προγραμματικό κείμενο του επιστημονικού κομμουνισμού και το πρώτο πρόγραμμα μιας διεθνούς κομμουνιστικής οργάνωσης. Στο «Μανιφέστο» διατυπώνονται περιληπτικά οι βασικές θέσεις της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας, οι αντικειμενικοί νόμοι της εξέλιξης της κοινωνίας, η νομοτέλεια για το πέρασμα από τον έναν τρόπο παραγωγής στον άλλον. Η ιστορία όλων των ως τότε ταξικών κοινωνιών χαρακτηρίζεται από το «Μανιφέστο» ιστορία πάλης των τάξεων.«Ελεύθεροι και δούλοι, πατρίκιοι και πληβείοι, μάστορες και καλφάδες, με λίγα λόγια καταπιεστές και καταπιεζόμενοι, ήταν πάντοτε σε έναν αιώνιο ανταγωνισμό, έκαναν έναν αδιάκοπο, πότε κρυφό και πότε φανερό, αγώνα που τελείωνε πάντοτε με έναν επαναστατικό μετασχηματισμό όλου του κοινωνικού οικοδομήματος ή με τη γενική καταστροφή των τάξεων που αγωνίζονταν».
Στο «Μανιφέστο» αναλύονται συνοπτικά αλλά θαυμάσια οι νόμοι εξέλιξης του καπιταλισμού και οι όροι για τη γρήγορη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και τη γέννηση της μεγάλης μηχανικής παραγωγής. Με καταπληκτική δύναμη και βάθος το «Μανιφέστο» αναλύει τις ανταγωνιστικές αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν τον καπιταλισμό και αποδείχνει πως η καταστροφή του είναι αναπόφευκτη.
Η αστική κοινωνία που ξεπήδησε από τα σπλάχνα της φεουδαρχίας, γράφουν στο «Μανιφέστο» ο Μαρξ και ο Ενγκελς, δεν εξαφάνισε τις ταξικές αντιθέσεις, αλλά απλώς στη θέση των παλιών δημιούργησε καινούριες τάξεις, καινούριους όρους καταπίεσης και καινούριες μορφές αγώνα. Μια από τις εκδηλώσεις της σύγκρουσης ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και στις καπιταλιστικές παραγωγικές σχέσεις είναι οι περιοδικές οικονομικές κρίσεις που συγκλονίζουν την αστική κοινωνία. Τις κρίσεις αυτές η αστική τάξη τις ξεπερνάει καταστρέφοντας τεράστιες ποσότητες από υλικά αγαθά με το λυσσασμένο ανταγωνισμό για την κατάκτηση καινούριων αγορών κατανάλωσης. Αλλά έτσι προετοιμάζει ακόμη πιο μεγάλες, ακόμη πιο καταστροφικές κρίσεις.
Το «Μανιφέστο» αποκαλύπτει την υποκρισία της καπιταλιστικής κοινωνίας, όπως την αστική ηθική, το αστικό κράτος όπου η κρατική εξουσία είναι το όργανο που διευθύνει γενικά όλες τις υποθέσεις που αφορούν μόνο την αστική τάξη, εστιάζοντας στην αναγκαιότητα της αντικατάστασης της ατομικής ιδιοκτησίας ως το θεμέλιο όλων των δεινών για το προλεταριάτο. Αναδεικνύει τη δημιουργία της παγκόσμιας αγοράς ως αποτέλεσμα ανάπτυξης του καπιταλισμού, καταδικάζει τους επιθετικούς πολέμους της που είναι γνώρισμα φυσικό του καπιταλισμού και αποδείχνει πως με το γκρέμισμα του καπιταλιστικού συστήματος αλλάζουν ριζικά οι διεθνείς σχέσεις. Μαζί με τον ανταγωνισμό των τάξεων στο εσωτερικό του έθνους θα εξαφανιστεί και η έχθρα ανάμεσα στα έθνη. Ετσι θα εξαφανιστούν και οι αφορμές που προκαλούν τις διεθνείς συγκρούσεις και τους πολέμους. Το «Μανιφέστο» αποδείχνει πως στην αστική κοινωνία το προλεταριάτο καταπιέζεται και πως η αποστολή της εργατικής τάξης είναι κοσμοϊστορική, γιατί θα γίνει ο νεκροθάφτης του καπιταλισμού και ο οικοδόμος της κομμουνιστικής κοινωνίας.
Ο καπιταλισμός στηρίζεται στη μισθωτή εργασία, στην άγρια εκμετάλλευση των εργατών αλλά ταυτόχρονα συγκεντρώνει τους εργάτες στα εργοστάσια και συνενώνει την εργατική τάξη. Από όλες τις τάξεις που στον καπιταλισμό αντιδρούν στην αστική τάξη, μόνο το προλεταριάτο είναι μια συνεπής επαναστατική τάξη που αγωνίζεται για την απελευθέρωσή του και ταυτόχρονα για την απελευθέρωση ολόκληρης της κοινωνίας από την εκμετάλλευση.
Τεράστια σημασία έχει η ιδέα που προβάλλεται στο «Μανιφέστο» για τη μετατροπή του προλεταριάτου σε κυρίαρχη τάξη. Εδώ διατυπώνεται μια από τις πιο θαυμάσιες και τις πιο σπουδαίες ιδέες του μαρξισμού σχετικά με το κράτος, συγκεκριμένα η ιδέα για τη δικτατορία του προλεταριάτου. Στο «Μανιφέστο» προσδιορίζονται τα εξής βασικά προβλήματα που θα αντιμετωπίσει η εργατική τάξη όταν θα κατακτήσει την πολιτική εξουσία: «Το προλεταριάτο χρησιμοποιεί την πολιτική του κυριαρχία για να αποσπάσει από την αστική τάξη βήμα προς βήμα όλο το κεφάλαιο, για να συγκεντρώσει όλα τα μέσα της παραγωγής στα χέρια του κράτους, δηλαδή του προλεταριάτου που θα οργανωθεί σε κυρίαρχη τάξη, και για να αυξήσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα τις παραγωγικές δυνάμεις». Ο Β. Ι. Λένιν γράφει σχετικά μ' αυτό τα εξής: «Εδώ βλέπουμε να διατυπώνεται μια από τις πιο θαυμάσιες και τις πιο σπουδαίες ιδέες του μαρξισμού σχετικά με το κράτος, συγκεκριμένα η ιδέα για τη δικτατορία του προλεταριάτου2Το κράτος, το οργανωμένο δηλαδή σε κυρίαρχη τάξη προλεταριάτο, αυτό είναι η δικτατορία του προλεταριάτου».
Στο «Μανιφέστο» ο Μαρξ και ο Ενγκελς αναπτύσσουν για πρώτη φορά τις βασικές θέσεις της θεωρίας τους για το Κομμουνιστικό Κόμμα. Τονίζουν πως οι κομμουνιστές δεν έχουν κανένα συμφέρον διαφορετικό από τα συμφέροντα που έχει το προλεταριάτο στο σύνολό του, και πως οι κομμουνιστές είναι η εμπροσθοφυλακή του.
Οι κομμουνιστές, που σύμφωνα με τους Μαρξ και Ενγκελς όχι μόνο δεν κρύβουν τις ιδέες τους αλλά τις προπαγανδίζουν ανοιχτά, οπλισμένοι με την πρωτοπόρα επαναστατική θεωρία, είναι το μοναδικό κόμμα που κατανοεί τις νομοτέλειες της κοινωνικής εξέλιξης, το μοναδικό κόμμα που είναι ικανό να μπει μπροστά στον αγώνα του προλεταριάτου για την ανατροπή του καπιταλισμού, για την οικοδόμηση της αταξικής, κομμουνιστικής κοινωνίας.
Το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» τελειώνει με τα περήφανα λόγια που αντηχούν σαν ένα φλογερό κάλεσμα των εργατών όλων των χωρών στον αγώνα για το γκρέμισμα του καπιταλισμού και για τη νίκη του κομμουνισμού: «Οι κυρίαρχες τάξεις ας τρέμουν μπροστά στην κομμουνιστική επανάσταση! Οι προλεταριάτοι δεν έχουν να χάσουν τίποτα άλλο εκτός από τις αλυσίδες τους. Αλλά θα κερδίσουν τον κόσμο ολόκληρο».
«ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ, ΕΝΩΘΕΙΤΕ».
Πηγές:
1. «Παγκόσμια Ιστορία της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ», τ. ΣΤ1, εκδόσεις «Μέλισσα»
2. Φρίντριχ Ενγκελς, «Για την ιστορία της Ενωσης των Κομμουνιστών», Διαλεχτά Εργα, τ. 2ος σελ 390-413, εκδόσεις «Γνώσεις».

Λ. Κ.


TOP READ