13 Σεπ 2018

Γερμανία: Παπάδες κακοποιούσαν σεξουαλικά χιλιάδες παιδιά για 7 δεκαετίες!



ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ
Χιλιάδες παιδιά κακοποιήθηκαν σεξουαλικά από ιερείς στη Γερμανία, στο διάστημα από το 1946 μέχρι το 2014, σύμφωνα με μια μελέτη για τη γερμανική Καθολική Εκκλησία, η οποία κατηγορείται ότι εν γνώσει της απέκρυψε τα γεγονότα, αποκαλύπτουν σήμερα μέσα ενημέρωσης.
Αυτή η μεγάλη μελέτη, η οποία άρχισε το 2014, πρόκειται να παρουσιαστεί στις 25 Σεπτεμβρίου στη Φούλντα στη διάρκεια της συνόδου των γερμανών επισκόπων από τον πρόεδρό της, τον καρδινάλιο Ράινχαρντ Μαρξ.
Τουλάχιστον 3.677 παιδιά, στην πλειονότητά τους αγόρια ηλικίας κάτω των 13 ετών, έπεσαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης στα χέρια 1.670 κληρικών, σύμφωνα με την έκθεση αυτή, που περιήλθε σε γνώση των εβδομαδιαίων εντύπων Spiegel και die Zeit.
Επί τριάμισι χρόνια, μια κοινοπραξία ερευνητών των πανεπιστημίων του Μάνχαϊμ, της Χαϊδελβέργης και του Γκίσεν εξέτασαν 38.000 φακέλους και χειρόγραφα που προέρχονταν από 27 γερμανικές επισκοπές και διαβιβάσθηκαν από την Καθολική Εκκλησία. Οι επιστήμονες αυτοί δεν είχαν πάντως άμεση πρόσβαση στα αρχεία.
Σύμφωνα με τους συντάκτες της μελέτης, επί δεκαετίες η Καθολική Εκκλησία «κατέστρεψε ή χειραγώγησε» πολυάριθμα ντοκουμέντα σχετικά με υπόπτους και «υποβάθμισε» εν γνώσει της τη σοβαρότητα και την έκταση της υπόθεσης.
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι κατηγορούμενοι κληρικοί έπαιρναν μεταθέσεις χωρίς οι πιστοί να έχουν προειδοποιηθεί για τον εν δυνάμει κίνδυνο για τα παιδιά τους.
Συνολικά μόνο το ένα τρίτο των υπόπτων αντιμετώπισε διώξεις με βάση το κανονικό δίκαιο, όμως οι τιμωρίες ήταν ελάχιστες, ακόμη και ανύπαρκτες, εξηγούν οι συντάκτες της μελέτης.
Εδώ και χρόνια η Καθολική Εκκλησία της Γερμανίας, όπως και παντού στον κόσμο, συγκλονίζεται από την αποκάλυψη σεξουαλικών κακοποιήσεων.
Το 2017 έκθεση αποκάλυψε πως τουλάχιστον 547 παιδιά της Καθολικής χορωδίας του Ρέγκενσμπουργκ είχαν πέσει θύματα κακοποίησης στο διάστημα από το 1945 μέχρι το 1992.

Ζήτησαν από καθαρίστρια του δήμου Ορεστιάδας να υπογράψει δήλωση …υποταγής

        


Την πλήρη αντίθεσή της στην απόφαση του Δήμου Ορεστιάδας να μην ανανεώσει τη σύμβαση της καθαρίστριας του 2ου Λυκείου Ορεστιάδας, με αποτέλεσμα ύστερα από 5 χρόνια εργασίας στο σχολείο να χάσει τη δουλειά της, εκφράζει η «Λαϊκή Συσπείρωση» Δήμου Ορεστιάδας.
Σε ανακοίνωσή της σημειώνει: «Η απόφαση της μη ανανέωσης της σύμβασης είναι απόλυτα αδικαιολόγητη. Δε φτάνει που οι εργαζόμενες στην καθαριότητα των σχολείων βρίσκονται εδώ και χρόνια σε ομηρία με το απαράδεκτο καθεστώς των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, βρίσκονται αντιμέτωπες και με αυταρχικές συμπεριφορές.
Η απαίτηση της διευθύντριας του σχολείου να υπογράψει η εργαζόμενη υπεύθυνη δήλωση στην οποία αναφερόταν “θα εκτελώ τις επαγγελματικές μου υποχρεώσεις με υπευθυνότητα, συνέπεια, ευσυνειδησία, χωρίς να αντιδρώ, να συμπεριφέρομαι κόσμια στις παρατηρήσεις, συστάσεις και υποδείξεις της διευθύντριας … και σε περίπτωση άρνησης συμμόρφωσής μου θα υποστώ τις νόμιμες κυρώσεις” είναι ο ορισμός του εργασιακού μεσαίωνα. Τέτοιες συμπεριφορές πρέπει να καταδικαστούν από όλους και όχι να καλύπτονται ουσιαστικά από τη δημοτική αρχή.
Η μη υπογραφή από την εργαζόμενη αυτής της απαράδεκτης δήλωσης είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Υπάρχει σύμβαση εργασίας που ορίζει τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Μάλιστα, η σύμβαση εργασίας πρέπει να βελτιωθεί προς τα συμφέροντα των εργαζομένων και όχι να επιβάλλονται αυθαίρετα επιπλέον αντιδραστικοί όροι.
Η “Λαϊκή Συσπείρωση” Δήμου Ορεστιάδας εκφράζει τη συμπαράστασή της στην εργαζόμενη – απολυμένη καθαρίστρια και καλεί όλους τους εργαζόμενους να βγάλουν τα απαραίτητα πολιτικά συμπεράσματα και κυρίως για τη μήτρα που γεννά τα προβλήματα, την πολιτική της ΕΕ και της κυβέρνησης, συνολικά των αστικών κομμάτων και των εκπροσώπων τους στην Τοπική Διοίκηση και τις δυνάμεις του εργοδοτικού κυβερνητικού συνδικαλισμού, που όλοι μαζί προωθούν τις ευέλικτες μορφές εργασίας, για να έχουν τους εργαζόμενους φτηνούς και με σκυμμένο το κεφάλι.
Καλούμε ακόμα τους εργαζόμενους της περιοχής μας να σταθούν στο πλευρό της καθαρίστριας που έχασε τη δουλειά της και να στηρίξουν με όλους τους τρόπους και σε όλα τα επίπεδα τον αγώνα για την επαναπρόσληψή της και τη μετατροπή των συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου.

Μόνιμη και σταθερή δουλειά με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα».

ΘΕΣΜΟΙ ΓΙΑ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΚΑΙ ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗ




Ανάμεσα στις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στα εγκαίνια της ΔΕΘ περιλαμβάνονταν και η δέσμευση για καταβολή των αναδρομικών, από το 2012, σε μισθούς και συντάξεις σε ένστολους, δικαστικούς, πανεπιστημιακούς σε συμμόρφωση με δικαστικές αποφάσεις που έκριναν αντισυνταγματικές τις περικοπές σ’ αυτές.
        Και πραγματικά παρουσιάζει ενδιαφέρον η σύνδεση των συγκεκριμένων θεσμικών μορφών στο αστικό κράτος σ’ αυτήν την εξαγγελία.  Θεσμοί που λειτουργούν κατασταλτικά, όπως στρατός και αστυνομία, αλλά κι αυτοί που εξασφαλίζουν την ιδεολογική «ηγεμονία» της αστικής εξουσίας όπως το πανεπιστήμιο και το δικαστικό σώμα,  πριμοδοτούνται οικονομικά από το κράτος με τη μορφή αναδρομικών που οι ίδιοι οι δικαστικοί έκριναν πως όφειλαν να τους επιστραφούν σε διαφοροποίηση από άλλες κοινωνικές ομάδες. Δηλ. για άλλη μια φορά αποδεικνύεται πως οι οικονομικές επιλογές και οι φαινομενικές αντιφάσεις τους τελούν πάντοτε υπό τον έλεγχο των παρεμβάσεων της αστικής τάξης.  Αυτοί οι θεσμοί είναι καθοριστικοί για τη μορφή και ένταση των ταξικών αγώνων,  γιατί δεν είναι μόνον πως μέσω αυτών εκφοβίζει, απειλεί κι επιβάλλεται το αστικό κράτος, αλλά κυρίως γιατί είναι το μέσον για να προσεγγίζει τη συνείδηση των μαζών ώστε να εσωτερικεύσουν τους αστικούς κανόνες της πολιτικής δράσης.
        Ο ρόλος του αστικού κράτους είναι η υποταγή των εργαζομένων και των καταπιεσμένων ανθρώπων στην κυρίαρχη τάξη με μέσα καταναγκασμού ή χειραγώγησης.
     Η δημιουργία της αστυνομίας ήταν μέρος μιας ευρύτερης επέκτασης της κρατικής δραστηριότητας, για  ν’ αποκτήσει τον έλεγχο της καθημερινής συμπεριφοράς της εργατικής τάξης. Δημόσια εκπαίδευση και αστυνομία στόχο έχουν να διαμορφώσουν εργαζόμενους χρήσιμους για την καπιταλιστική τάξη.
Η αστυνομία είναι ένας από τους θεσμούς που η αστική  τάξη οργανώνει στο πρώτο μισό του19ου αιώνα, γιατί την χρειάζεται για να ελέγχει και να καταστέλλει τις αντιδράσεις των εξαθλιωμένων στις πόλεις. Κάθε οργανωμένη αντίδραση των εργατών έχει να αντιμετωπίσει πια  την αστυνομία που δεν επιδιώκει πάντα να σκοτώνει δημιουργώντας μάρτυρες και προκαλώντας οργισμένες συλλογικές αντιδράσεις, αλλά να εκφοβίζει και να απειλεί. Η αστυνομία βγαίνει στους δρόμους ως αντίρροπη δύναμη στην εργατική τάξη που συγκεντρώνεται και διαμαρτύρεται στους δρόμους είτε πρόκειται για απεργία είτε για διαδήλωση.  
      Η ανάπτυξη της σύγχρονης αστυνόμευσης συμπίπτει με την ανάπτυξη της δημόσιας εκπαίδευσης. Η έννοια του καλού πολίτη που προήλθε από το μεταρρυθμιστικό κίνημα του σχολείου ευθυγραμμίζεται με τις έννοιες της εγκληματολογίας που κατηγοριοποίησαν τους ανθρώπους στο δρόμο, την εργατική τάξη. Η νεανική παραβατικότητα είναι μια έννοια κοινή για την εκπαίδευση και την αστυνόμευση, συνδέει τις δυο δραστηριότητες στην πράξη.
Και τα δημόσια σχολεία στο αστικό κράτος, εκτός των άλλων, συνηθίζουν τα παιδιά στην πειθαρχία της καπιταλιστικής εργασίας, υποβάλλοντάς τα σε αυστηρούς κανόνες. Ο στόχος για διαμόρφωση ηθικού χαρακτήρα των μαθητών έχει το αποτέλεσμα να είναι ικανοί να εργαστούν σκληρά, να ασκούν αυτοέλεγχο. Η ιδεολογία του καλού πολίτη που περνά στη συνείδηση των μαθητών τους ενθαρρύνει συγχρόνως να σκεφτούν πως τα προβλήματα στην κοινωνία προέρχονται από τις δράσεις των «κακών». Εμφυτεύεται λοιπόν ένα συγκεκριμένο είδος συνείδησης στους μαθητές, ώστε να είναι πειθαρχημένοι στη συμπεριφορά τους και τελικά να αρχίσουν να αστυνομεύουν οι ίδιοι τον εαυτό τους.  
       Η διαίρεση μάλιστα της κοινωνίας σε καλούς και κακούς μπορεί να αποβεί ιδανική για εντοπισμό αποδιοπομπαίων τράγων που, δίνοντάς τους αναλόγως και φυλετικά χαρακτηριστικά, να εξυπηρετεί κάθε είδους ρατσιστικές ιδεολογίες. Εξάλλου σε μια κοινωνία, ένα σύστημα ηθικολογικό καταλήγει να είναι ανταγωνιστικό σε μια ταξική κοσμοθεωρία που προσδιορίζει ως  αιτία των ανισοτήτων τη σύγκρουση μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων.
          Κι αν για την αστική νομική θεωρία ο νόμος συνδέεται με την ιδέα του κράτους ως οργάνου προστασίας, όμως στην πράξη ο νόμος είναι όργανο που χρησιμοποιεί η άρχουσα τάξη για να διατηρήσει και να προωθήσει τα συμφέροντά της εις βάρος της εργατικής τάξης. Πάντα οι νόμοι έχουν περισσότερες διατάξεις από ό,τι στην πραγματικότητα χρησιμοποιούνται, ώστε η εφαρμογή τους να μπορεί να είναι επιλεκτική.  Κι έτσι αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των δικαστών ποιο μέρος του πληθυσμού θα στοχεύσουν, αλλά και να επιλέγουν ποια είδη συμπεριφοράς πρέπει να αλλάξουν. Παράδειγμα ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου με πολλές στοχεύσεις  ήταν και η  ευρέως γνωστή περίπτωση  της Ηριάννας, όπως και  οι αποφάσεις διαφόρων δικαστηρίων, Συμβούλιου της Επικρατείας, Ελεγκτικού Συνεδρίου, Μισθοδικείου, σχετικά με τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις που επέβαλλαν νόμοι των μνημονίων ή και η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας για μηδέσμευση τραπεζικών λογαριασμών, θυρίδων κλπ μελών διοικήσεων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου τα οποία δεν απέδωσαν τους παρακρατούμενους φόρους.  Αστυνομία, Εκπαίδευση και Δικαιοσύνη  χρησιμοποιούνται ως μηχανισμοί που είτε λειτουργώντας κατασταλτικά είτε χειραγωγώντας και ελέγχοντας πληροφόρηση και διαπαιδαγώγηση δημιουργούν την κοινωνική συναίνεση.
 Η άρχουσα τάξη διαχέοντας την κυρίαρχη  ιδεολογία της, που ανακηρύσσει  γενικό καλό το ταξικό της συμφέρον,  μέσα από τους θεσμούς της διαμορφώνει συνειδήσεις που το εσωτερικεύουν αποδεχόμενοι το καπιταλιστικό σύστημα, κι έτσι αυτό καθίσταται αόρατο ως κάτι το φυσικό,  για να αναπαράγονται στην τελική οι ίδιες ταξικές δομές κι αντιθέσεις, οι ίδιες εξουσιαστικές πρακτικές που διαιωνίζουν τον καπιταλισμό.

Ούτε ο Πάιατ!





Φαίνεται ότι η επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης για πλήρη στράτευση με τα σχέδια των ΗΠΑ δεν εκφράζεται μόνο με τη στάση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Η τοποθέτηση του ευρωβουλευτή της Χρυσής Αυγής Λ. Φουντούλη στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου για την «κατάσταση των σχέσεων ΕΕ - ΗΠΑ» είναι αποκαλυπτική, αφού θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γίνει από αξιωματούχο των ΗΠΑ: «Ειλικρινά, μου προκαλεί τεράστια έκπληξη η τόσο ωμή προσπάθεια παρέμβασης στα εσωτερικά των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής εκ μέρους του Ευρωκοινοβουλίου, ταυτόχρονα βέβαια διατυπώνεται αντίδραση στην πιθανότητα οι ΗΠΑ να ενεργήσουν με τον ίδιο τρόπο», «ξεσπάθωσε» ο ευρωβουλευτής του ναζιστικού μορφώματος, για να καταλήξει στο διά ταύτα, λέγοντας: «Αν επιθυμείτε όντως τη συνέχιση των καλών σχέσεων, καλό θα ήταν η Ενωση να αναλάβει το μέρος των ευθυνών που της αναλογεί, μιας και προς το παρόν το μόνο που βλέπουμε είναι η συνεχής προσπάθεια εκμετάλλευσης της αμερικανικής αγοράς εκ μέρους κυρίως γερμανικών και ευρωπαϊκών εταιρειών, ενώ αντίθετα υπονομεύεται συστηματικά η αντίστοιχη διείσδυση αμερικανικών εταιρειών στην ευρωπαϊκή αγορά. Το γεγονός αυτό φαίνεται εύκολα αν κοιτάξει κανείς το εμπορικό ισοζύγιο ΗΠΑ - Γερμανίας, οι καλές σχέσεις προϋποθέτουν αρχικά ίση μεταχείριση όλων των μερών»! Τσιράκια των αφεντικών σε όλα τους οι ναζί της Χρυσής Αυγής. Οι επιθυμίες της αστικής τάξης και σε ό,τι αφορά τους ρόλους που θέλει να παίξει στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια για την «αναβάθμισή» της είναι γι' αυτούς... διαταγές.

«Οραμα» του κεφαλαίου




Το «όραμά» του για μια «προοδευτική και δημοκρατική Ευρώπη», στον αντίποδα της σημερινής «νεοφιλελεύθερης και συντηρητικής», παρουσίασε την Τρίτη στο Ευρωκοινοβούλιο ο Αλ. Τσίπρας.
Κάλεσε μάλιστα τις δυνάμεις «από τα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας μέχρι το φιλελεύθερο κέντρο» να συμπαραταχθούν ενάντια στην άνοδο της ακροδεξιάς, την οποία απέδωσε στην κυρίαρχη «νεοφιλελεύθερη» πολιτική, που - όπως είπε - πρέπει να αλλάξει.
Ο Αλ. Τσίπρας επέστρεψε στον «τόπο του εγκλήματος», εκεί όπου μετά το δημοψήφισμα του 2015 και λίγο πριν την ψήφιση του 3ου μνημονίου εμφανίστηκε σχεδόν απολογούμενος για όσα έλεγε τους πρώτους πέντε μήνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, και με προπέτασμα καπνού τις κορόνες ενάντια στη λιτότητα περιέγραψε όσα ακολούθησαν αμέσως μετά, με αποκορύφωμα το μνημόνιο που ψήφισε από κοινού με ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι.
Η προχτεσινή ομιλία του Αλ. Τσίπρα είχε βέβαια άλλο χρώμα, αφού εμφανίστηκε με τον «αέρα» του «επιτυχημένου μεταρρυθμιστή», κάνοντας έναν απολογισμό του αντιλαϊκού έργου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ την τελευταία τριετία.
Για τις επιδόσεις της αυτές, η κυβέρνηση αναγνωρίζεται από «εχθρούς» και φίλους, όπως το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, που περιόρισε την όποια κριτική στην περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ πριν από την ψήφιση του 3ου μνημονίου. Από εκεί κι έπειτα, όλα κύλησαν ...ομαλά.
Πολύ περισσότερο που στην ομιλία του ο Αλ. Τσίπρας μοίρασε διαβεβαιώσεις ότι αυτή η πολιτική, που ενσωματώνει στρατηγικές κατευθύνσεις του κεφαλαίου, θα συνεχιστεί και θα ενταθεί, ως αναγκαία προϋπόθεση για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία καλύτερων όρων ανάκαμψης για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Κι αφού «ξελάσπωσε» την πολιτική των μνημονίων, ανέλαβε να εξωραΐσει την ίδια την ΕΕ, λέγοντας στην ομιλία του ότι υπερασπίζεται την επιστροφή στις «ιδρυτικές αρχές» της και ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, που κι ο ίδιος φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει, μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σ' αυτό. Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να πρωταγωνιστήσει στη σοσιαλδημοκρατική «ανακαίνιση» της ΕΕ, χρησιμοποιώντας τα γνωστά μπαγιάτικα επιχειρήματα ότι μια «αναπτυξιακή πολιτική» μπορεί να στηρίξει και τα κέρδη των μονοπωλίων και τα λαϊκά δικαιώματα. Τα τελευταία βέβαια συνθλίβονται συνεχώς από την πολιτική που εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις, είτε φιλελεύθερες είτε σοσιαλδημοκρατικές, και όχι κάποιοι «νεοφιλελεύθεροι».
Προσπάθησε να εμφανίσει ως νέα κάλπικη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις «προοδευτικές, δημοκρατικές, φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις» και τις «ακροδεξιές - αντιευρωπαϊκές», χρεώνοντας στη «νεοφιλελεύθερη διαχείριση» την ενδυνάμωση των δεύτερων. Απέκρυψε έτσι ότι η ενίσχυση αντιδραστικών δυνάμεων και του αστικού ευρωσκεπτικισμού πραγματοποιείται στο έδαφος των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, της διαχείρισης του Προσφυγικού, της όξυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και της ανισομετρίας, αλλά και του αντικομμουνισμού και της αντιδραστικοποίησης, που βρίσκονται στο DNA της ίδιας της ΕΕ από γεννησιμιού της.
Εκφράζει επίσης το γεγονός ότι η ΕΕ ήταν και παραμένει, ως ένωση καπιταλιστικών κρατών, μια λυκοσυμμαχία που εμπεριέχει τον ανταγωνισμό, την προσπάθεια θωράκισης των συμφερόντων κάθε εθνικού κράτους, κάθε εθνικής αστικής τάξης. Η συνένωσή τους υπάρχει μόνο απέναντι στο ξεπάτωμα των λαών τους και στον κοινό ανταγωνισμό τους απέναντι σε άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα για το μοίρασμα των αγορών. Μεταξύ τους «τρώγονται». Αλλοτε διαχειρίζονται τη φαγωμάρα τους «θεσμικά», εντός δηλαδή των ορίων της ΕΕ, με συμβιβασμούς και υποχωρήσεις και με την ισχυρότερη δύναμη να επιβάλλει τη θέλησή της, άλλοτε θέτοντας σε αμφισβήτηση τη συνοχή της ΕΕ, κάτι που σήμερα βιώνουμε εξαιτίας της όξυνσης των αντιθέσεων και ανταγωνισμών και με παρέμβαση τρίτων δυνάμεων - ΗΠΑ, Ρωσίας, Κίνας κ.ά. Ολους, φιλοευρωπαίους και ευρωσκεπτικιστές, δεν τους χωρίζει καμία άβυσσος. Γι' αυτό βλέπουμε και μεταμορφώσεις των «μεν» σε «δε».
Η πραγματική διέξοδος για το λαό δεν βρίσκεται στην «αναστήλωση» της ΕΕ με αλλαγές στο «μείγμα» της αντιλαϊκής διαχείρισης, με θεσμική θωράκιση απέναντι σε ανταγωνιστές της και εσωτερικές αμφισβητήσεις. Αλλά στον οργανωμένο αγώνα για ανάκτηση απωλειών και σύγχρονα δικαιώματα, σε σύγκρουση με τα κέρδη του κεφαλαίου.
Βρίσκεται στην πάλη για την ικανοποίηση των διευρυμένων λαϊκών αναγκών, που προϋποθέτει αποδέσμευση από όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, με εργατική εξουσία. Εκεί πρέπει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του ο λαός, πετώντας στο καλάθι των αχρήστων παλιά και νέα ψευτοδιλήμματα και αυταπάτες.

TOP READ