.
Την Τρίτη που μας πέρασε, δόθηκε στο Κογκρέσο και στη δημοσιότητα η ετήσια έκθεση της επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών στον Λευκό Οίκο, Αβρίλ Χέινς, όπου καταγράφονται οι βασικοί γεωπολιτικοί αντίπαλοι, οι παγκόσμιες απειλές και οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν οι ΗΠΑ το αμέσως επόμενο διάστημα. Κατά το αναμενόμενο, στην έκθεση κυριαρχούν οι αναφορές στην Κίνα και τη Ρωσία, επιβεβαιώνοντας ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν, σε συνέχεια της προηγούμενης Τραμπ, επικεντρώνει την πολιτική της μέσα κι έξω από τη χώρα στην αντιμετώπιση των απειλών που προέρχονται από τους δυο βασικούς ανταγωνιστές της, και κυρίως από την Κίνα, που απειλεί την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Οπως σημειώνεται στη εισαγωγή της έκθεσης, οι δυο αυτές χώρες, με το Ιράν και τη Β. Κορέα σε πιο περιφερειακούς ρόλους, έχουν αποδείξει «την ικανότητα και την πρόθεση να προωθήσουν τα συμφέροντά τους σε βάρος των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, παρά την πανδημία».
Στο μακροσκελές κεφάλαιο για την Κίνα σημειώνεται ανάμεσα σε άλλα ότι η κυβέρνησή της «θα συνεχίσει την προσπάθεια να επεκτείνει την επιρροή της χώρας και να υπερσκελίσει την επιρροή των ΗΠΑ, βάζοντας "σφήνες" μεταξύ της Ουάσιγκτον, των συμμάχων και των εταίρων της, ενθαρρύνοντας νέους διεθνείς κανόνες», που ευνοούν τα συμφέροντα της Κίνας. Παράλληλα, όμως, η έκθεση προβλέπει ότι «οι Κινέζοι ηγέτες θα επιδιώξουν ευκαιρίες για τη μείωση των εντάσεων με την Ουάσιγκτον, όταν αυτό ταιριάζει στα συμφέροντά τους». Περιγράφοντας ορισμένα από τα «σημεία» που «ποντάρει» η Κίνα για να υπερφαλαγγίσει τις ΗΠΑ, η έκθεση αναφέρει ότι η κινεζική κυβέρνηση «θα συνεχίζει να εστιάζει την πολιτική της στην καινοτομία και τη βιομηχανία, επειδή βλέπει αυτήν τη στρατηγική ως αναγκαία για να μειωθεί η εξάρτηση της χώρας από τις ξένες τεχνολογίες, να καταστεί δυνατή η στρατιωτική πρόοδος και να διατηρηθεί η οικονομική της ανάπτυξη».
Για την ανάπτυξη των στρατιωτικών δυνάμεων και τους εξοπλισμούς, η εκτίμηση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών είναι ότι θα συνεχιστεί η επιδίωξη της Κίνας «να γίνει μια μεγάλη δύναμη, διασφαλίζοντας αυτό που θεωρεί ως επικράτειά της και εδραιώνοντας την υπεροχή της σε περιφερειακά ζητήματα, οικοδομώντας έναν στρατό παγκοσμίου επιπέδου και αποσταθεροποιώντας διεθνείς κανόνες και σχέσεις. Η Κίνα δεσμεύεται σε μια πολυετή και ολοκληρωμένη μεταρρυθμιστική ατζέντα των στρατιωτικών της δυνάμεων». Ανάμεσα σε άλλα, η Κίνα «θα επιταχύνει την επέκταση και διαφοροποίηση του πυρηνικού της οπλοστασίου, περισσότερο από κάθε άλλη φορά στην ιστορία της, σκοπεύοντας να διπλασιάσει τουλάχιστον το μέγεθος του πυρηνικού της αποθέματος στην επόμενη δεκαετία και να πετύχει τη λεγόμενη "πυρηνική τριάδα" (σ.σ. εκτόξευση πυρηνικών όπλων από ξηρά, αέρα και θάλασσα)». Τέλος, εκτιμάται ότι «η Κίνα αποτελεί απειλή σε ό,τι αφορά την κατασκοπεία στον κυβερνοχώρο».
Ενδιαφέρον έχει το κεφάλαιο για τη Ρωσία, που εστιάζει στις στρατιωτικές της δυνατότητες και στις «ποικίλες τακτικές, με τις οποίες επιχειρεί να υπονομεύσει την επιρροή των ΗΠΑ, να πετύχει νέους διεθνείς κανόνες και εταιρικές σχέσεις, διαιρώντας τις δυτικές χώρες και αποδυναμώνοντας τις δυτικές συμμαχίες». Σημειώνεται επίσης η ικανότητα της Ρωσίας «να διαμορφώνει παγκόσμια γεγονότα ως σημαντικός παίκτης σε μια νέα πολυπολική διεθνή τάξη», όπως στη Συρία και την Ουκρανία, και προβλέπεται ότι «η Ρωσία θα συνεχίσει να αναπτύσσει τις στρατιωτικές, πυρηνικές, διαστημικές, κατασκοπευτικές ικανότητες, χρησιμοποιώντας παράλληλα τους ενεργειακούς της πόρους για να προωθήσει την ατζέντα της, που υπονομεύει τις ΗΠΑ». Από το «ραντάρ» των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών δεν περνάει απαρατήρητο ότι «η Ρωσία μπορεί να μετατρέψει ένα κενό ισχύος σε ευκαιρία, εκεί που διακυβεύονται τα συμφέροντά της, επεκτείνοντας το στρατιωτικό, εμπορικό και ενεργειακό της αποτύπωμα και οικοδομώντας συνεργασίες με συμμάχους και αντιπάλους των ΗΠΑ - κυρίως με την Κίνα - για να πετύχει τους στόχους της».
Στον στρατιωτικό τομέα η πρόβλεψη είναι ότι «η Ρωσία θα δώσει έμφαση στα νέα όπλα που παρουσιάζουν αυξημένες απειλές» και ότι θα παραμείνει «ο μεγαλύτερος και πιο ικανός αντίπαλος των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά τους πυρηνικούς εξοπλισμούς, καθώς επεκτείνει και εκσυγχρονίζει τις δυνατότητές της σ' αυτόν τον τομέα». Σημειώνεται τέλος ότι «η Ρωσία αποτελεί μια από τις πιο σοβαρές απειλές στον τομέα των πληροφοριών για τις ΗΠΑ, καθώς χρησιμοποιεί τις μυστικές της υπηρεσίες για να διαιρεί τις δυτικές συμμαχίες, να διατηρεί την επιρροή της στη μετα-σοβιετική περιοχή και να αυξήσει την κυριαρχία της σε όλο τον κόσμο, υπονομεύοντας την παγκόσμια ισχύ των ΗΠΑ και σπέρνοντας έριδες ακόμα και εντός των Ηνωμένων Πολιτειών».
Ολες αυτές οι επισημάνσεις, αν και δεν είναι καινούργιες, συμβάλλουν στην αποκάλυψη της «μεγάλης εικόνας», αλλά και των κινδύνων που συνεπάγεται για τους λαούς η όξυνση των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, καθώς ενισχύεται η τάση αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα, ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κίνα, επιδρώντας καθοριστικά στις σχέσεις τους και με τις άλλες δυνάμεις. Οπως αναφέρουν οι Θέσεις της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο του ΚΚΕ, «οι εξελίξεις δείχνουν ότι σήμερα ενισχύεται αντικειμενικά η δυνατότητα της Κίνας να απειλήσει την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα τα επόμενα χρόνια (...) Στην όξυνση της αντιπαράθεσης των δύο δυνάμεων, που λαμβάνει παγκόσμιο χαρακτήρα, μιας κι εκδηλώνεται ταυτόχρονα σε πολλές περιοχές του πλανήτη, εμπλέκονται όλο και περισσότερο διεθνείς, πολυμερείς οργανώσεις και συμφωνίες, γεγονός που δείχνει ότι η αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών οικονομιών μπορεί να συμβαδίζει με την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων (...) Η διαπάλη ΗΠΑ - Κίνας επιδρά και στις σχέσεις συνεργασίας και ανταγωνισμού τους με άλλα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα, ιδιαίτερα με τη Ρωσία αλλά και κράτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης».
Το βέβαιο είναι ότι η εποχή που ζούμε γίνεται ολοένα και πιο ζοφερή για τους λαούς, επιβεβαιώνοντας το σάπισμα του καπιταλισμού. Γι' αυτό είναι αναγκαία όσο ποτέ η επιφυλακή και η αγωνιστική εγρήγορση των λαών, για να μην πληρώσουν αυτοί τους ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστών, αλλά με την οργανωμένη πάλη τους σε κάθε χώρα, ενάντια στην αστική τάξη και τις διεθνείς της συμμαχίες, να γίνουν αυτοί οι πρωταγωνιστές των εξελίξεων, ανοίγοντας δρόμους προς τα δικά τους συμφέροντα και τις σύγχρονες ανάγκες.