Από τα λίγα ενδιαφέροντα, πολλά ανησυχητικά και ακόμα
περισσότερα ευτράπελα που συνέβησαν αυτές τις μέρες με αφορμή την
ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, επέλεξα να ασχοληθώ με ένα από αυτά
που ακούστηκαν δια στόματος κυβερνητικών στελεχών και παρακυβερνητικών
τρολ. Ηττήθηκε, λέει, ο εθνικισμός. Ισχύει άραγε;
Καταρχάς και μόνο όταν τολμάς να ξεστομίζεις αυτή τη
φράση λίγες μέρες μετά από το μεγαλύτερο ναζιστικό φεστιβάλ που
πραγματοποιήθηκε στο κέντρο της Αθήνας, είναι πρόκληση. Εδώ να ανοίξω
μια παρένθεση για να γράψω κι εγώ το αυτονόητο, ότι δεν ήταν όλοι όσοι
συμμετείχαν στο συλλαλητήριο Ναζί, αλλά όλοι, ισως κυριολεκτικά όλοι, οι
Ναζί της επικράτειας ήταν εκεί. Κλείνει η παρένθεση.
Η συζήτηση για το «Μακεδονικό» εδώ και δεκαετίες στη
χώρα μας καταφέρνει να κινητοποιήσει όποιον κινείται στο εθνικιστικό
τόξο. Καταφέρνει να υποβάλλει σε ασκήσεις επαναστατικής γυμναστικής κάθε
μοναχό, ηλικιωμένη θεούσα και ψεκασμένο συνωμοσιολόγο που βρίσκεται εν
ζωη. Καταφέρνει να διδάξει καινούριες εμπειρίες σε αυτούς τους
ανθρώπους, όπως την επαφή τους με τα δακρυγόνα και τα χημικά. Εκτός αν
βρέχει.
Καταφέρνει να επαναφέρει στη ζωή εθνικιστικά ζόμπι,
όπως τους Καρατζαφέρηδες, τους Μπαλτάκους και όλο εκείνο το σινάφι που
χρόνια βιοπορίζεται πουλώντας πατρίδα.
Καταφέρνει να δίνει αέρα στα πανιά της ναζιστικής
συμμορίας η οποία εμφανίζεται όπως ακριβώς επιθυμεί: αντισυστημική και
καταδιωκόμενη δήθεν από το σύστημα. Παράλληλα, επιθέσεις σε καταλήψεις
και στέκια, στολισμός των πόλεων με σβάστικες και άλλα αποκρουστικά. Η
ονείρωξη του κάθε Ναζί.
Καταφέρνει να γεμίσουν τα σχολεία χουντικά και
ναζιστικά συνθήματα. Να πολιτικοποιηθεί άγαρμπα μια γενιά με όρους
«προδοτών», και δημοκρατίας που πούλησε τη Μακεδονια.
Αλλά εν προκειμένω, η συγκεκριμένη συγκυρία και ο
τρόπος με τον οποίο επενδύθηκε η «επιτυχία» της ψήφισης της συμφωνίας
από μια ετερόκλητη (;) πλειοψηφία, κάθε άλλο παρά απαλλαγμένη από έναν
ιδιότυπο εθνικισμό είναι. «Καταφέραμε να πάρουμε τον πολιτισμό μας πίσω.
Κερδίσαμε στις διαπραγματεύσεις. Τους στριμώξαμε και τους πήραμε και τα
σώβρακα. Και τώρα θα γίνουμε επιτέλους η ηγέτιδα χώρα στα Βαλκάνια».
Δεν το λες και διεθνιστικό το πνεύμα…
Βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ και σε αυτή την περίπτωση κινήθηκε
όπως πάντα. Λίγο απ’ όλα. Λίγο πατριωτισμό, λίγο διεθνισμό σε τσιτάτα,
λίγα ψέματα και συκοφαντίες, λίγο προσωπολατρεία, πολλές, πάρα πολλές
υπερωρίες των τρολς, επικοινωνιακές πινελιές, παρασκήνιο και ούτε
κουβέντα για την ταμπακιέρα.
Αυτή η ιστορία μάλλον θα ενισχύσει τον εθνικισμό και
δεν θα τον νικήσει. Και δεν προκύπτει από πουθενά ότι ήταν και στόχος
του ΣΥΡΙΖΑ κάτι τέτοιο. Λογικά με ικανοποίηση θα δεχτούν μια άνοδο της
Χρυσής Αυγής ή όποιου άλλου ακροδεξιού αναχώματος κόψει ψήφους από τη
ΝΔ. Σαφώς και για την άνοδο της ακροδεξιάς, την επανα-επικράτηση
εθνικιστικών συνθημάτων, τη νομιμοποίηση στα μάτια του λαού της
ναζιστικής συμμορίας δεν ευθύνεται μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ. Ευθύνεται όμως για το
ότι άνοιξε τους ασκούς του αιόλου και το μόνο που είχε να αντιτάξει σε
αυτό ήταν μια σφεντόνα με τουιτς, memes και εξυπνακισμούς. Ψεκάστε, σκουπίστε, μπείτε στο ΝΑΤΟ, τελειώσαμε. Και η ζωή συνεχίζεται.