Η αποτελεσματικότητα της δράσης μας για την οργάνωση και ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης, για την προώθηση της στρατηγικής του Κόμματος, προϋποθέτει την άμεση και αποτελεσματική απάντηση στα ιδεολογήματα και τις αντιλήψεις που διαμορφώνει ο ταξικός αντίπαλος και οι δυνάμεις του, πρώτ’ απ’ όλα στους χώρους δουλειάς.
Η αστική ιδεολογία και πολιτική προωθείται μέσα από πολλά κανάλια και με πολλές μορφές, συγκαλυμμένα ή απροκάλυπτα, επιδρώντας σημαντικά στη συνείδηση και τις διαθέσεις των εργαζόμενων σε κάθε κλάδο και χώρο δουλειάς. Δρουν τα αστικά κόμματα, ο οπορτουνισμός, οι συνδικαλιστικές παρατάξεις τους, οι καπιταλιστές και οι οργανώσεις τους, ΣΕΒ, ΕΒΕΑ κ.ά. Επομένως η συστηματική παρακολούθηση του περιεχόμενου της δράσης τους, της τακτικής και της επιχειρηματολογίας τους πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της καθοδήγησης και του περιεχόμενου δουλειάς των ΚΟΒ.
Η πείρα της Νομαρχιακής Οργάνωσης Βιομηχανίας στην Αττική επιβεβαιώνει ότι η αντιμετώπιση των διάφορων αντίπαλων ιδεολογημάτων δεν μπορεί να γίνει αποσπασματικά και ξεκομμένα από την προβολή της στρατηγικής του Κόμματος, από τις εκτιμήσεις και τις αποφάσεις για την ανάγκη ανασύνταξης του εργατικού κινήματος, από τις γενικότερες επεξεργασίες και τα συμπεράσματα για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και την κριτική αποτίμηση της ιστορίας του. Καθετί θέλει συγκεκριμένη απάντηση. Αυτή όμως μπορεί να πείσει μόνο αν εντάσσεται στη συνολικότερη πρότασή μας.
Η απάντηση στις αστικές και μικροαστικές απόψεις και τα ιδεολογήματα δεν είναι υπόθεση κάποιων ειδικών, αλλά ολόκληρου του κομματικού δυναμικού. Μόνο τότε μπορεί να είναι αποτελεσματική. Γι’ αυτό χρειάζεται ουσιαστική συζήτηση στις οργανώσεις για την ταξική τους ουσία και στόχευση, για τις αιτίες που αυτά τα ιδεολογήματα γίνονται αποδεκτά από τους εργαζόμενους, για τη ζημιά που κάνουν στην οργάνωση της ταξικής πάλης, για το πώς θα ενισχύσουμε το ιδεολογικό - πολιτικό μέτωπο απέναντί τους. Σε αυτό πρέπει να εκπαιδεύονται συνεχώς οι δυνάμεις μας, να αποκτούν μεγαλύτερη ικανότητα. Σε συζητήσεις με αυτό το περιεχόμενο που πραγματοποιήθηκαν στις ΚΟΒ της ΝΟ Βιομηχανίας και με στενούς οπαδούς, αναδείχτηκε πρώτα απ’ όλα η ανάγκη, η δίψα των κομματικών μελών για τέτοιες ζωντανές ιδεολογικοπολιτικές συζητήσεις μέσα στην ΚΟΒ.
Παράλληλα με την ενίσχυση της επιχειρηματολογίας, καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση αυτών των ιδεολογημάτων παίζει η ένταση της προσπάθειας για την υλοποίηση των αποφάσεων του Κόμματος. Για να αντιμετωπίζεται π.χ. καλύτερα η άποψη περί «αναποτελεσματικότητας», χρειάζεται και συζήτηση γύρω από το τι σημαίνει αποτελεσματικότητα σήμερα και συζήτηση για τις αιτίες των μεγάλων δυσκολιών για να αποσπάσει «κάτι» ο αγώνας στις σημερινές συνθήκες (επίδραση της κρίσης, συνέπειες της αντεπανάστασης, κατάσταση του εργατικού κινήματος, σκαμπανεβάσματα της ταξικής πάλης κλπ.), αλλά και να προχωρεί η οικοδόμηση, η οργάνωση στα συνδικάτα, στους χώρους δουλειάς, στοιχεία που φέρνουν καλύτερα αποτελέσματα, δημιουργούν αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία.
Οι δυνάμεις μας συναντάνε τις αστικές και μικροαστικές αντιλήψεις καθημερινά μέσα στους χώρους δουλειάς, στον περίγυρό τους, αφού -όπως διδάσκει και η θεωρία μας- κυρίαρχη ιδεολογία σε κάθε κοινωνία, επομένως και στην καπιταλιστική, είναι η ιδεολογία της εκάστοτε άρχουσας τάξης. Οι αστικές ιδέες με πλήθος μορφές και εκφράσεις κυριαρχούν και στις συνειδήσεις των εργαζομένων.
Γνωρίζουμε ότι η αστική ιδεολογία είναι κυρίαρχη όχι μόνο γιατί διαθέτει τεράστια υλικά μέσα επίδρασης «από την κούνια» (κράτος, αστικά κόμματα και άλλα ιδρύματα, σχολείο, εκκλησία, ΜΜΕ κ.ά.), αλλά και γιατί στην επιφάνεια της καπιταλιστικής οικονομίας όλα φαίνονται «δίκαια», «δίνω εργασία - παίρνω μεροκάματο». Η υπεραξία, η απλήρωτη δουλειά που συσσωρεύεται σε αμύθητα κέρδη και τεράστιες περιουσίες, οι εκμεταλλευτικές ταξικές σχέσεις και τα ιστορικά τους όρια είναι το καλοκρυμμένο μυστικό της καπιταλιστικής οικονομίας. Η ομίχλη που κρύβει αυτό το μυστικό και σκοτεινιάζει την εργατική συνείδηση μπορεί να διαλυθεί μόνο μέσα στο καμίνι της ταξικής πάλης και με τη δουλειά των κομμουνιστών. Η ιδεολογική πάλη είναι αναπόσπαστη πλευρά της ταξικής πάλης και της δράσης του Κόμματος, όπως αναδείχνει και η πείρα της ΝΟ Βιομηχανίας.
Με στόχο την ενίσχυση της ιδεολογικοπολιτικής δουλειάς στην εργατική τάξη, στις ΚΟΒ εκφράστηκε δημιουργική ανησυχία και προβληματισμός για το πώς θα επεξεργάζεται η κάθε οργάνωση εξειδικευμένο σχέδιο παρέμβασης και απάντησης στις δυνάμεις του ταξικού αντιπάλου και στα ιδεολογήματα που σπέρνει στους εργαζόμενους των διαφόρων κλάδων. Αναδείχτηκαν οι δυσκολίες που έχει μια τέτοια προσπάθεια και ότι για να αντιμετωπιστούν, απαιτείται να βελτιώνεται καθημερινά η καθοδηγητική μας δουλειά, να εξοπλίζει καλύτερα ιδεολογικά-πολιτικά, να αξιοποιείται ο «Ριζοσπάστης», η ΚΟΜΕΠ και όλα τα κομματικά έντυπα και ιδιαίτερα να επιταχυνθεί, όσο εξαρτάται από εμάς, η υλοποίηση των αποφάσεων του Κόμματος για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και την κομματική οικοδόμηση - ισχυροποίηση. Αναδείχτηκε η μεγάλη ευθύνη που αναλαμβάνουν πρώτα-πρώτα τα κομματικά και συνδικαλιστικά στελέχη στην προσπάθεια αυτή, να συμβάλουν αποφασιστικά στο ξεπέρασμα αδυναμιών και υποκειμενικών προβλημάτων που κρατάνε τη δουλειά μας στη ρουτίνα.
Η συζήτηση στις ΚΟΒ εμπλούτισε ακόμα περισσότερο την εμπειρία από τη δράση και την επιχειρηματολογία των άλλων δυνάμεων. Ανέδειξε με γλαφυρό τρόπο με ποια ένταση και με ποιες συγκεκριμένες μορφές συναντάνε τις αστικές ιδέες και την αστική πολιτική επιχειρηματολογία τα κομματικά μέλη στους κλάδους και τους τόπους δουλειάς, ότι εκεί γίνεται καθημερινά πολιτική διαπάλη, κρυφή και φανερή, ότι αυτές οι εμπειρίες πρέπει να συζητιούνται με οργανωμένο τρόπο στις ΚΟΒ για να δρούμε πιο αποτελεσματικά. Η συζήτηση και η ανάπτυξη πρωτοβουλιών στην αντιμετώπιση των άλλων δυνάμεων και των επιχειρημάτων τους από κάθε οργάνωση στον αντίστοιχο χώρο ή κλάδο δε βοηθά μόνο τη συγκεκριμένη κομματική οργάνωση, αλλά ολόκληρο το Κόμμα, με τη μεταφορά και τη συλλογική επεξεργασία της πείρας.
Απαντήθηκαν ερωτήματα που έρχονται από τους εργαζόμενους και αφορούν σοβαρά ζητήματα της στρατηγικής του Κόμματος και της καθημερινής του δράσης, όπως ο χαρακτήρας της κρίσης και η διέξοδος, η πρότασή του για την εργατική - λαϊκή εξουσία, οι θέσεις μας για την ΕΕ και το ζήτημα της εξόδου της Ελλάδας από αυτή, ποιες δυνάμεις μιλάνε σήμερα για έξοδο από την Ευρωζώνη και η διαφορά της θέσης του ΚΚΕ από αυτές, για τους μετανάστες και την ανεργία, τα χαράτσια και την αντίστασή μας, το «κίνημα της πλατείας» και τα συμπεράσματα που βγάλαμε, τα περί «εξάρτησης - υποδούλωσης» της Ελλάδας, το ζήτημα των μορφών πάλης κ.ά.
Ολα τα παραπάνω δείχνουν την αναγκαιότητα για συνεχή ιδεολογικοπολιτική δουλειά με τη στρατηγική του Κόμματος στις οργανώσεις, ενημερωμένη, επικαιροποιημένη και εξειδικευμένη, ανάλογα με τις εξελίξεις και τα ζητήματα που προκύπτουν σε κάθε χώρο ή κλάδο σε συνδυασμό και με τη δράση των άλλων δυνάμεων. Τέτοιου είδους δουλειά βοηθά και ατσαλώνει το κομματικό δυναμικό, το βοηθά να αντιμετωπίζει περιπτώσεις αποκρυσταλλωμένων επιφυλάξεων και διαφωνιών με τη στρατηγική του Κόμματος.
Είναι αναγκαίο να παρακολουθούμε τη δράση, την τακτική των κομμάτων και των παρατάξεων - αστικών και οπορτουνιστικών σε επίπεδο κλάδου και κάθε εργασιακού χώρου και όχι μόνο σε κεντρικό επίπεδο.
Ο ταξικός αντίπαλος με όλες του τις εκφράσεις, κόμματα, παρατάξεις κλπ., παρακολουθεί τη δράση μας. Οι κεφαλαιοκράτες είναι ενήμεροι για όλα. Παρακολουθούν το «Ριζοσπάστη», το περιεχόμενο των ανακοινώσεών μας, τις παρεμβάσεις μας και δρουν αντίστοιχα, συγκεκριμένα και ευέλικτα σε κάθε χώρο και κλάδο. Αμεσος στόχος τους είναι να εκτονώσουν ανώδυνα για το σύστημα την αγανάκτηση των εργαζομένων. Νιώθοντας την πίεση των εργαζομένων που ως τώρα τους ακολουθούν να γίνεται πιο ισχυρή, επιλέγουν μορφές και συνθήματα κινητοποίησης που μπορεί να φαίνονται και ριζοσπαστικά.
Το κεφάλαιο, οι μηχανισμοί του, τα κόμματά του, οι συνδικαλιστικές παρατάξεις του, εκτός από τα ιδεολογικοπολιτικά μέσα, χρησιμοποιούν και άλλα, διάφορες δεσμεύσεις, εκβιασμούς, απειλές. Π.χ. ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ μαζί με την εργοδοσία οργανώνουν το ζήτημα των προσλήψεων. Δεν είναι τυχαίο ότι σε ένα χώρο μπορείς να δεις αρκετούς μαζεμένους ψηφοφόρους της ΝΔ, αλλού του ΠΑΣΟΚ ή του ΛΑ.Ο.Σ. Οι βουλευτές των αστικών κομμάτων έχουν απευθείας συνεννόηση με την εργοδοσία. Παρεμβαίνουν ιδεολογικά-πολιτικά, δουλεύουν πρακτικά, με σχέδιο, οργάνωση. Η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνεται με γενικές καταγγελίες μόνο, θέλει ειδική παρακολούθηση και αντιμετώπιση σε κάθε χώρο.
Η ΠΑΣΚΕ επεξεργάζεται ευέλικτες τακτικές σε κάθε χώρο. Προβάλλει τον ισχυρισμό ότι άλλο ΠΑΣΚΕ, άλλο ΠΑΣΟΚ και άλλο κυβέρνηση. Οταν αυτό δεν πιάνει, διάφορα κομμάτια της συγκροτούν άλλη παράταξη, πολλές «ΠΑΣΚΕ» στον ίδιο χώρο με το ίδιο περιεχόμενο. Για παράδειγμα, στο μέταλλο και αλλού η ΠΑΣΚΕ εμφανίζεται με άλλη ονομασία. Στα ναυπηγεία της Ελευσίνας οργανώνει αγώνα με αίτημα «να δώσει η κυβέρνηση λεφτά στον Ταβουλάρη». Την ίδια περίοδο οργανώνει κινητοποίηση στην ΠΥΡΚΑΛ με αίτημα «να δώσει η κυβέρνηση λεφτά στα ΕΑΣ που είναι κρατικά και όχι στον ιδιώτη Ταβουλάρη». Στο Σκαραμαγκά λέει: «εμείς να ενδιαφερθούμε για το δικό μας ναυπηγείο, δε μας ενδιαφέρει τι γίνεται στο άλλο ναυπηγείο». Στη ΛΑΡΚΟ βάζει ζήτημα: «να συναντηθούμε με την τρόικα, γιατί αυτή κυβερνάει και όχι η κυβέρνηση». Στη ΔΕΗ παρουσιάζεται με αγωνιστικές κορώνες, στοχοποιεί διάφορους υπουργούς και από την πίσω πόρτα προωθεί την πολιτική της κυβέρνησης. Στο συνδικάτο μετάλλου κατέβηκε στις αρχαιρεσίες μετά από χρόνια και επειδή γνώριζε ότι δύσκολα θα μπορούσε να συσπειρώσει και να βγάλει έδρα, προσπαθούσε να βάλει εμπόδια στη συμμετοχή από την αρχή μέχρι το τέλος των αρχαιρεσιών, με διάφορα δικολαβίστικα προσχήματα.
Η ΔΑΚΕ αυτοπροβάλλεται ως αντιμνημονιακή δύναμη, επιτίθεται στην κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ. Παρουσιάζεται αντίθετη σε αποκρατικοποιήσεις με τη λογική «της διατήρησης του 51% στο κράτος» (π.χ. για τη ΔΕΗ ΑΕ) «της αξιοπιστίας του επενδυτή», ότι «οι ιδιωτικοποιήσεις γίνονται σε φθηνές τιμές». Αναδεικνύει ζητήματα επιβολής της τρόικα, ότι «φταίνε κάποιοι που λήστεψαν τον εθνικό πλούτο», όπως γράφει σε διάφορες ανακοινώσεις σε χώρους δουλειάς και κλάδους: «Απαίτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων είναι πλέον η χώρα να απαλλαγεί από τις πολιτικές που αποφασίζει και επιβάλλει η τρόικα, να σταματήσουν οι απαιτήσεις των “Δανειστών” που δεν τους φτάνει που καταλήστεψαν, χρόνια τώρα, τον πλούτο της χώρας με τα υπέρογκα επιτόκια και την εκμετάλλευση της οικονομίας με τα τεράστια κέρδη από τις υπέρογκες τιμές των προϊόντων, την αρπαγή των πηγών πλούτου του εδάφους και κυρίως του υπεδάφους, τώρα απαιτούν ιδιωτικοποιήσεις, σε εξευτελιστικές τιμές, υπηρεσιών του δημοσίου για τους φίλους τους και ακόμη χειρότερα, εκποίηση της δημόσιας περιουσίας με αγοραστές τους ίδιους ή εταιρείες δικών τους συμφερόντων και πάλι με τιμές προκλητικά ευτελισμού».
Αυτές οι αντιμνημονιακές κορώνες εγκλωβίζουν εργαζόμενους.
Στην προπαγάνδα της χρησιμοποιεί άμεση γλώσσα, αξιοποιεί υπαρκτά προβλήματα που απασχολούν τη λαϊκή οικογένεια, όπως η μείωση μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, η αύξηση του εργάσιμου βίου, οι απολύσεις, οι περικοπές στα φάρμακα, στην υγεία, στην εκπαίδευση: «Εσάς θα μειωθούν και πάλι οι μισθοί, εσείς θα απολυθείτε, εσείς θα πάρετε άδεια χωρίς αποδοχές, όλοι εσείς θα παίρνετε μισό επίδομα, μισό δώρο, μικρότερη σύνταξη. Κομμένες οι σπατάλες στα σχολεία και τα νοσοκομεία, θεραπεία χωρίς φάρμακα, χωρίς γιατρούς, χωρίς νοσηλευτές και τροφή μια φορά την ημέρα. Στο εξής θα αρρωσταίνετε κατά την περίοδο των αργιών. Η μόρφωση θα γίνεται εκ περιτροπής και ότι μάθει ο καθένας, δουλειά θέλουμε όχι γράμματα που στο κάτω-κάτω δεν τρώγονται. Ο εργάσιμος βίος ορίζεται στα 80 χρόνια σας και ακούστε, δεν θέλουμε διαμαρτυρίες γιατί “μαζί τα φάγαμε”».
Προπαγανδίζει πως η κυβερνητική πολιτική αναγκάζει τους καπιταλιστές να καταθέσουν τα κέρδη τους στο εξωτερικό, αναδεικνύοντας ως πρόβλημα την έλλειψη «πατριωτισμού» εκ μέρους των Ελλήνων καπιταλιστών: «…τα κέρδη αυτής της δουλικής και εξευτελιστικής για τους εργαζόμενους πολιτικής σε καταθέσεις εκτός Ελλάδος».
Καλεί τους εργαζόμενους σε προσχηματικούς διαλόγους και σε ταξική συνεργασία με τους καπιταλιστές: «…ο διάλογος μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών πρέπει να διεξάγεται στο πλαίσιο της επίλυσης και κατανόησης των προβλημάτων και των δυο πλευρών και όχι της υποταγής των εργαζομένων στα οικονομικά συμφέροντα».
Αναφέρεται γενικόλογα σε αγώνες: «Καλούμε […] για ενότητα, συσπείρωση και συνολική παρουσία σε όλες τις κινητοποιήσεις που βρίσκονται σε ανάπτυξη […] ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΑΠΑΝΤΑΜΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΜΑΣ ΜΕ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΛΠΙΔΑ ΣΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΝΙΚΗ».
Οι συνδικαλιστές του ΣΥΡΙΖΑ προβάλλουν την «ενότητα», την «αυτονομία» του συνδικαλιστικού κινήματος από τα κόμματα και, όπου έχουν τη δυνατότητα, συμμαχούν με άλλες δυνάμεις ενάντια στο ΠΑΜΕ. Καλλιεργούν την αντίληψη, μαζί με μια σειρά οπορτουνιστικές δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στο λεγόμενο συντονιστικό των πρωτοβάθμιων σωματείων, ότι το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ αρκούνται σε «ανώδυνες» κινητοποιήσεις «κομματικά περιχαρακωμένες». Ακόμη και ο τίτλος της συσπείρωσής τους δεν απηχεί την πραγματικότητα. Δεν πρόκειται για συντονιστικό των πρωτοβάθμιων σωματείων όπως παραπλανητικά τιτλοφορούνται αλλά ορισμένωνπρωτοβάθμιων. Προβάλλουν ως πρότυπο κινητοποιήσεις τύπου Κερατέας, κινήματα ακίνδυνα για το σύστημα, τα οποία πολλές φορές το ίδιο το σύστημα προβάλλει και ενισχύει. Κάνουν «σημαία» το «κίνημα της πλατείας» και υιοθέτησαν το αντιδραστικό σύνθημα «έξω τα κόμματα», με το οποίο προσπαθούν να δηλητηριάσουν σε πολλές περιπτώσεις μαζί με ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, κινητοποιήσεις εργαζομένων σε διάφορους χώρους. Π.χ. στο χώρο των τροφίμων, όπου έχουμε σε κάποια εργοστάσια ταξικά σωματεία, προβάλλεται, κυρίως από το χώρο του ΠΑΣΟΚ και την εργοδοσία, ότι «κομματικοποιείται το σωματείο».
Υπάρχουν παραδείγματα που οι καπιταλιστές ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων πρόβαλλαν το «κίνημα της πλατείας, των αγανακτισμένων» και προέτρεπαν τους εργαζόμενους να κινητοποιηθούν στο Σύνταγμα. Οι ίδιοι που βάζουν εμπόδια στις απεργίες των εργαζόμενων, τους στρέφουν σε τέτοιου είδους διαμαρτυρίες, ανώδυνες για το σύστημα και τα κέρδη τους.
Στη ΝΟΥΝΟΥ ορισμένοι δήθεν «ακομμάτιστοι» εκδηλώθηκαν και καλούσαν τον κόσμο να κατέβει και να κάψει την Βουλή. Οι ίδιοι ομολόγησαν αργότερα ότι ήταν μέλη της «Χρυσής Αυγής».
Το δολοφονικό χτύπημα του αντιδραστικού εσμού ενάντια στις δυνάμεις του ΠΑΜΕ στην απεργιακή συγκέντρωση στις 20 Οκτώβρη 2011 είναι αποκαλυπτικό για τον πραγματικό στόχο και τις επιδιώξεις των δυνάμεων της «ακομματικότητας» και της «αυτονομίας». Τις επόμενες μέρες στους τόπους δουλειάς, έκδηλη και μεγάλη ήταν η ικανοποίηση που εκφράσανε χιλιάδες εργαζόμενοι για τη στάση του ΠΑΜΕ.
Σε άλλες περιπτώσεις καλλιεργούν ανοιχτά την ταξική συνεργασία, π.χ. σε ανακοίνωση της Πολιτικής Κίνησης ΕΛΠΕ του ΣΥΝ αναφέρουν: «Οι εργαζόμενοι ξεκινούν έναν πολύχρονο αγώνα, όχι μόνο για την υπεράσπιση των κατακτήσεών τους, αλλά και για το μέλλον της εταιρείας και το δικό τους μέσα σ’ αυτήν».Επίσης σε ανακοίνωση της «Αυτόνομης Παρέμβασης» για την απεργία στα ΕΛΠΕ (11 Απρίλη 2011) μιλούν για«κρίση αξιών και δημοκρατίας», για «εκτελεστική εξουσία που έχει χάσει τα δημοκρατικά και κοινωνικά αντανακλαστικά της, απορροφημένη από την πιο άγρια και αγοραία ανασυγκρότηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών»,απαιτούν «θεσμική υπευθυνότητα».
Τα κυρίαρχα αστικά ιδεολογήματα στους χώρους δουλειάς, που ανάδειξε η συζήτηση στη ΝΟ Βιομηχανίας, δεν εμφανίζονται βέβαια για πρώτη φορά. Συναντώνται διαχρονικά στην πάλη του Κόμματος και του εργατικού κινήματος. Εχει όμως σημασία η μορφή και η ένταση με την οποία εμφανίζονται σήμερα από χώρο σε χώρο, από ποιον ή από ποιους προωθούνται (συνδικαλιστικές παρατάξεις, αστικά κόμματα και οπορτουνιστές, εργοδοσία κλπ.). Τα ιδεολογήματα αυτά δεν μπορούν να διαχωριστούν το ένα από το άλλο. Αλληλοδιαπλέκονται, το ένα τροφοδοτεί το άλλο, αποτελούν πλευρές της ίδιας ουσίας. Τα παραθέτουμε κωδικοποιημένα στη συνέχεια.
Η ΔΗΘΕΝ «ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ» ΤΩΝ ΑΓΩΝΩΝ,
ΛΙΠΑΣΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΛΥΣΗΣ
Υπάρχει σε όλους τους κλάδους και χώρους και εκφράζεται πολύμορφα: «κάναμε τόσες απεργίες και δε βγήκε τίποτα, δε μας υπολογίζουν», «οι μεγάλοι κάνουν ό,τι θέλουν», «όλο οι ίδιοι και οι ίδιοι συμμετέχουμε», «παντού τα ίδια γίνονται», «δεν ξυπνάει ο κόσμος».
Στη ΔΕΗ, μετά τις πολυήμερες απεργίες την άνοιξη του 2011 ενάντια στα μέτρα εφαρμογής του μνημονίου, οι εργαζόμενοι απογοητεύτηκαν, αφού δεν είδαν άμεσα αποτελέσματα. Ηταν όλα συμφωνημένα από τα πριν μεταξύ ΓΕΝΟΠ - εταιρίας και κυβέρνησης. Στα ΕΛΠΕ, μετά τις δυο 10ήμερες απεργίες και τη συμφωνία του σωματείου με την επιχείρηση για μείωση αποδοχών, δημιουργήθηκε κλίμα ηττοπάθειας, γκρίνια και απογοήτευση, η άποψη ότι «φταίνε τα κόμματα και οι παρατάξεις». Στην ΕΥΔΑΠ οι εργαζόμενοι δεν εμπιστεύονται τον αγώνα, αλλά εκφράζουν την αντίληψη πως μόνο μέσω της νομικής οδού υπάρχει ελπίδα να κερδίσουν κάτι από τις περικοπές που έχουν υποστεί. Το γεγονός ότι στις αρχαιρεσίες του συνδικάτου μετάλλου «ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ», στο οποίο έχουν πλειοψηφία οι ταξικές δυνάμεις, δεν ψήφιζαν οι εργαζόμενοι σε πολλούς χώρους που πήγαινε η κάλπη, δείχνει έλλειψη πίστης στη δύναμη της οργανωμένης πάλης.
Η εργοδοσία, εκμεταλλευόμενη τις δυσκολίες που έχει ο αγώνας, προβάλλει την αντίληψη της ατομικής λύσης, της ατομικής εξέλιξης, ότι ο καθένας με σκληρή προσπάθεια μπορεί να πάει μπροστά και όχι μέσα από τη συλλογική πάλη, τα σωματεία και την ταξική πολιτική πάλη. Ταυτίζει πολλές φορές τους οργανωμένους στα σωματεία με την «ανικανότητα και το βόλεμα». Δεν είναι γενικά ενάντια στην οργάνωση, αλλά στην ταξική οργάνωση.
Η σύνδεση μισθού - παραγωγικότητας, τα πριμ, οι ατομικές συμβάσεις και το χτύπημα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ) που επεκτείνονται σε όλους τους κλάδους θα δημιουργήσουν πιο πρόσφορο έδαφος για να ενισχύεται η άποψη αυτή.
Σε πολλούς χώρους απ’ όλους τους κλάδους, προβάλλεται πιο συστηματικά ο ατομικός δρόμος εξέλιξης, η ατομική λύση με το επιχείρημα «άμα είσαι καλός στη δουλειά θα εξελιχθείς, αλλιώς θα μείνεις στάσιμος και αναλώσιμος». Αυτή η αντίληψη επηρεάζει αρκετούς εργαζόμενους, ιδιαίτερα απόφοιτους ΑΕΙ, διαφόρων σχολών.
Αρκετές επιχειρήσεις προβάλλουν «πρωτοπόρους παραγωγικούς εργάτες», τους βραβεύουν, τους δίνουν πριμ παραγωγικότητας.
Η άποψη περί «αναποτελεσματικότητας» και «ατομικής λύσης» επιδρά ανασταλτικά στην οργάνωση των εργαζομένων, στη μαζικοποίηση των ταξικών σωματείων. Δημιουργεί δυσκολίες στην ανασύνταξη του κινήματος, σε όλους τους κλάδους. Μπορούμε να αντιπαρατεθούμε πιο αποφασιστικά και ολοκληρωμένα με αυτή την αντίληψη. Δε λέμε ότι είναι εύκολη η απάντηση, δεν παραβλέπουμε τις αντικειμενικές αιτίες που τη γεννάνε, όπως είναι ο αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων, η ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος και το πλήγμα που δέχτηκε η προοπτική της πάλης της εργατικής τάξης, η μεγαλύτερη εξατομίκευση και απομόνωση στον τρόπο ζωής, η πιο εντατική, η ολόπλευρη και βαθιά δουλειά της άρχουσας τάξης για να επιβάλει την ιδεολογία, την πολιτική και τις «αξίες» της, η ένταση του κρατικού αυταρχισμού και της τρομοκράτησης των εργαζομένων, τα διάφορα εκβιαστικά διλήμματα που στοχεύουν στην αναδίπλωση, σε παράλυση μπροστά στην αντιλαϊκή καταιγίδα. Δεν παραβλέπουμε τον εντεινόμενο χοντροκομμένο ή ραφιναρισμένο αντικομμουνισμό, που συνοδεύεται από ισχυρό κατασταλτικό πλέγμα στα πλαίσια της ΕΕ (τα περί ολοκληρωτισμού, οι απαγορεύσεις στη δράση των ΚΚ, ακόμη και κομμουνιστικών συμβόλων κλπ.). Ωστόσο τίποτα από αυτά δεν μπορεί να σταματήσει την ιστορική κίνηση προς τα μπρος, να εξαλείψει τα ταξικά συμφέροντα, την ταξική πάλη.
Διαθέτουμε πλούτο ιστορικών και σύγχρονων παραδειγμάτων για να πείσουμε. Ενα σύγχρονο παράδειγμα: Για 20 τουλάχιστον χρόνια, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 (και πριν), παρεμποδίστηκαν από το εργατικό κίνημα με τη δράση του ΚΚΕ, του ΠΑΜΕ, τα αντεργατικά μέτρα που ολοκληρώνει σήμερα η κυβέρνηση του μαύρου μετώπου με το πρόσχημα του χρέους. Υποχρεώθηκε η αστική εξουσία σε ελιγμούς, σε σταδιακή προώθησή τους. Από αυτό όχι μόνο βγήκαν κερδισμένοι οι εργαζόμενοι ολόκληρης γενιάς, αλλά και διατηρήθηκε στο εργατικό κίνημα η ταξική φλόγα που, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να γίνει φωτιά που θα κάψει την αντιλαϊκή πολιτική. Αυτό το εξαιρετικά σημαντικό κέρδος του αγώνα, παρακαταθήκη για το παρόν και το μέλλον, για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης χρειάζεται να το προβάλλουμε έντονα και συστηματικά. Η κατανόησή του είναι στοιχείο ανάπτυξης της ταξικής συνείδησης. Αντίστροφα, εργατικά κινήματα με μεγάλη μαζικότητα, όπως χωρών της Δυτικής Ευρώπης, όπου μακρόχρονα κυριάρχησε ο οπορτουνισμός και ρεφορμισμός, οδηγήθηκαν στην ουσιαστική διάλυση, στην πλήρη ενσωμάτωση. Οχι μόνο δεν πρόβαλαν αντίσταση στην αντεργατική επίθεση, αλλά συναίνεσαν σε μέτρα τσακίσματος εργατικών κατακτήσεων.
Γνωστό είναι εξάλλου από τη θεωρία μας και επιβεβαιωμένο από την ιστορική εμπειρία του εργατικού κινήματος ότι οι όποιες κατακτήσεις στο έδαφος του καπιταλισμού είναι «υποπροϊόν» της επαναστατικής πάλης της εργατικής τάξης. Αν δεν τρίζουν καρέκλες της αστικής εξουσίας, δύσκολα αποσπώνται κατακτήσεις και στα πλαίσια του συστήματος. Αποδείχθηκε και με αρνητικό τρόπο, με την επικράτηση της αντεπανάστασης στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Μια από τις τεράστιες συνέπειές της ήταν η εξάλειψη του λεγόμενου «τρίτου διαπραγματευτή» (δηλαδή της ΕΣΣΔ και των άλλων σοσιαλιστικών κρατών) που βάρυνε υπέρ της εργατικής τάξης στις καπιταλιστικές χώρες.
Στο βαθμό που αναπτύσσεται η οργάνωση της εργατικής τάξης, που αλλάζει ο συσχετισμός δυνάμεων στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και γενικότερα, που προσανατολίζεται η πάλη του εργατικού κινήματος και χτίζεται η κοινωνική συμμαχία με προοπτική τη ριζική αλλαγή στο επίπεδο της εξουσίας, την εργατική λαϊκή εξουσία, θα αποσπούν και οι επιμέρους αγώνες πιο σημαντικά αποτελέσματα, πάντα πρόσκαιρα, μερικά και αμφισβητούμενα, όσο δεν ανατρέπεται η αστική εξουσία. Ταυτόχρονα και στον ίδιο βαθμό θα αντιμετωπίζονται και θα υποχωρούν οι κάθε λογής φόβοι και αναστολές που προκύπτουν από την αντικειμενική κατάσταση της κρίσης (όπως π.χ. η τρομακτική αύξηση της ανεργίας) και την τρομοκρατική δράση της εργοδοσίας και όλων των δυνάμεων της αστικής τάξης.
ΤΟ ΦΟΒΗΤΡΟ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ,
ΟΠΛΟ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
Η ανεργία εξελίσσεται σε εφιάλτη, πριν απ’ όλα για τους άνεργους, δημιουργεί απογοήτευση, ηττοπάθεια, επιδρά αρνητικά στην ψυχολογία. Τους εργαζόμενους τους οδηγεί σε μοιρολατρία, σε χαμήλωμα των απαιτήσεων, σε συμβιβασμό με τους αντεργατικούς σχεδιασμούς της εργοδοσίας (παραβίαση - κατάργηση ΣΣΕ, μείωση μισθών, διευθέτηση χρόνου εργασίας, εκ περιτροπής εργασία κ.ά.). Σε ορισμένους χώρους μπροστά στο φόβο της απόλυσης, επειδή όπως λέει ο εργοδότης «η επιχείρηση δεν πάει καλά», οι ίδιοι οι εργαζόμενοι ζητάνε περικοπές σε μισθούς, νυχτερινά, υπερωρίες. Επιδρά ανασταλτικά στην οργάνωση της πάλης. Ο φόβος αυτός οδηγεί, ορισμένες φορές, στο να βλέπουν οι εργαζόμενοι αρνητικά τις προσπάθειες των σωματείων να οργανώσουν την πάλη σε κάποιο χώρο, γιατί «αυτό δημιουργεί προβλήματα στην επιχείρηση και θα είναι χειρότερα, θα κάνει απολύσεις». Αυτό αξιοποιείται με τον καλύτερο τρόπο από την εργοδοσία, προς δύο αλληλοτροφοδοτούμενες κατευθύνσεις: Να δυναμώνει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους εργάτες και να προωθεί την ταξική συνεργασία.
Πολλές επιχειρήσεις προβάλλουν ιδεολογήματα όπως «η επιχείρηση-οικογένεια», «ο καλός εργοδότης, που κάνει ό,τι μπορεί για να μην απολύσει», που «προσπαθεί να βρει κοινή λύση για το συμφέρον της επιχείρησης και των εργαζόμενων». Ξεχωρίζουν την κυβέρνηση από την εργοδοσία, τα κυβερνητικά μέτρα από τα συμφέροντα του εργοδότη, αφού «και αυτός θίγεται από τα μέτρα της κυβέρνησης, όπως και οι εργαζόμενοι». Είναι ιδεολογήματα στο πλαίσιο της γενικότερης προσπάθειας που κάνει η άρχουσα τάξη με τη βοήθεια και του οπορτουνισμού για να συσκοτίζει τη σχέση οικονομίας - πολιτικής. Ετσι π.χ. ανάγει τις αιτίες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης σε προβλήματα κακής διαχείρισης από τις κυβερνήσεις, ότι ενίσχυσαν υπέρμετρα τις τράπεζες και όχι το παραγωγικό κεφάλαιο, ότι η οικονομία (οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι τράπεζες κλπ.) κυριαρχεί στην πολιτική και ότι πρέπει επιτέλους «η πολιτική να πάρει το πάνω χέρι» και άλλα ανάλογα που καμία σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα. Η αστική πολιτική και οι αστοί πολιτικοί εκφράζουν τα συμφέροντα των καπιταλιστών ως τάξης. Οι μεταξύ τους αντιπαραθέσεις και ανταγωνισμοί είναι αντιπαραθέσεις μεταξύ τμημάτων μιας τάξης με κοινό, γενικό συμφέρον ενάντια στην εργατική τάξη, την οποία από κοινού εκμεταλλεύονται.
Στον κλάδο του Τύπου, που η κρίση έχει χτυπήσει πολύ δυνατά, το κλείσιμο επιχειρήσεων, η εκ περιτροπής εργασία και οι απολύσεις είναι καθημερινό φαινόμενο. «Θα πεισμώσουν οι εργοδότες άμα κάνουμε απεργία - θα το κλείσουν μια ώρα αρχύτερα» ακούγεται από εργαζόμενους σε διάφορες επιχειρήσεις του κλάδου. Στις επιχειρήσεις που ισχυροποιούνται στον κλάδο, όπως π.χ. στο Χαϊδεμένο, εκεί πολλοί λένε: «βλέπετε τι γίνεται γύρω στις άλλες επιχειρήσεις, εμείς είμαστε τυχεροί δεν χρειάζεται να διαμαρτυρόμαστε, έρχονται σε εμάς οι δουλειές από τις άλλες επιχειρήσεις που κλείνουν».
Στα τρόφιμα και ειδικότερα στη ΜΕΒΓΑΛ και στη ΔΕΛΤΑ που πάνε για συγχώνευση, ο φόβος της απόλυσης είναι μεγάλος. Στις επιχειρήσεις που έχουν καλύτερες απολαβές, οι εργαζόμενοι δε δραστηριοποιούνται εύκολα, λέγοντας: «έχω μια καλή δουλειά, ας μη μιλήσω». Στην ΠΕΠΣΙ λένε: «ας πάρουμε 0% αύξηση για να σώσουμε τις θέσεις εργασίας», στη FOLIE: «αν απεργήσουμε ως βάρδια, θα βγάλει η επόμενη την παραγωγή και θα στοχοποιηθούμε…».
Σε επιχειρήσεις στον κλάδο του Φάρμακου, που είχαν υψηλή κερδοφορία και η κρίση δεν τις άγγιξε ακόμη όπως σε άλλους κλάδους, κι εκεί ο φόβος της απόλυσης είναι έντονος, με αποτέλεσμα ορισμένοι να λένε: «τι συζητάμε τώρα για ΣΣΕ και αυξήσεις, αφού απειλούνται ακόμα και οι θέσεις εργασίας, να δούμε πώς να κρατήσουμε τη δουλειά μας πρώτα και βλέπουμε για τα υπόλοιπα». Υιοθετούν δηλαδή σε ένα βαθμό τα κυβερνητικά και εργοδοτικά επιχειρήματα.
Στο Ζώνη Μετάλλου, που υπάρχει πολύς κόσμος μακροχρόνια άνεργος, όταν προκύπτει κάποια δουλειά υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στους άνεργους για το ποιος θα δουλέψει. Ταυτόχρονα ο φόβος σε αυτούς που δουλεύουν είναι μεγάλος.
Οπου η εργοδοσία βάζει ζήτημα «απολύσεις ή λιγότερες μέρες δουλειάς με λιγότερες αποδοχές», αρκετοί εργαζόμενοι επιλέγουν το δεύτερο. Ενα από τα πολλά είναι το παράδειγμα της ΝΤΟΜΟΥΣ, όπου οι εργαζόμενοι αποφάσισαν το δεύτερο μέσα από μυστική ψηφοφορία.
Οσο θα μεγαλώνει η ανεργία, τέτοια φαινόμενα θα πολλαπλασιάζονται. Σε αυτό θα συμβάλλει η άσχημη κατάσταση του εργατικού κινήματος, ο χαμηλός βαθμός οργάνωσης των εργαζόμενων, τα άμαζα σωματεία, η διάσπαση των εργατών ανάμεσα σε αυτούς με σταθερές εργασιακές σχέσεις και σε αυτούς με ελαστικές που δεν εντάσσονται σε πολλά σωματεία με ευθύνη των συνδικαλιστών των αστικών κομμάτων, η έλλειψη οργάνωσης της πάλης των ίδιων των ανέργων από τα συνδικάτα.
Σε αρκετές περιπτώσεις, όπου η κατάσταση είναι πολύ άσχημη ή παρουσιάζεται έτσι από την εργοδοσία, κυριαρχεί η αντίληψη του «να ενωθούμε όλοι μαζί για να σώσουμε το εργοστάσιο». Σε πολλούς χώρους όπου υπάρχει πρόβλημα πληρωμών κάνουν υπομονή οι εργαζόμενοι και στηρίζουν. Δείχνουν ανοχή σε μειώσεις μισθών, 3ωρα, 4ωρα, απλήρωτες υπερωρίες, μπροστά στο φόβο του κλεισίματος και της απόλυσης.
Στη φαρμακοβιομηχανία ΚΛΕΒΑ οι εργαζόμενοι δέχτηκαν να δουλεύουν τετραήμερο για 9 μήνες το 2010 και από την αρχή του 2011 δέχτηκαν και μειώσεις στους μισθούς τους. Υιοθέτησαν πλήρως τη λογική της εργοδοσίας ότι «στην επιχείρηση είμαστε μία οικογένεια, ο εργοδότης είναι καλός, πρέπει να τον στηρίξουμε για να ξεπεραστούν τα προβλήματα». Ακόμα και όσοι εργαζόμενοι διαφώνησαν με αυτή τη λογική και δεν υπέγραψαν τη μείωση του μισθού τους, δεν το εξέφρασαν με αγωνιστικό τρόπο και υπέστησαν τις συνέπειες.
Η λογική του «καλού» εργοδότη, π.χ. για τον Γιαννακόπουλο (ΒΙΑΝΕΞ) και τον Πενταφράγκα (ΕΛΠΕΝ), που δεν απολύει ή δε μειώνει μισθούς, εκφράζεται και μέσα από δημοσιεύματα αστικών εφημερίδων και σε τηλεοπτικές εκπομπές. Οι εργαζόμενοι στους παραπάνω χώρους δύσκολα οργανώνονται και δεν είναι τυχαίο. Η αντίληψη της «επιχείρησής μας» ενισχύεται και από τις αυξήσεις που δίνουν ακόμα και σήμερα φαρμακευτικές επιχειρήσεις, τη στιγμή που δεν υπογράφουν κλαδική σύμβαση εργασίας.
Στα τρόφιμα, ορισμένοι εργαζόμενοι ρωτάνε τις απεργιακές φρουρές: «κλείνεις τη ΦΑΓΕ που δουλεύω, τη ΔΕΛΤΑ την έκλεισες;» εκφράζοντας την αγωνία για τον ανταγωνισμό. Στο ΓΙΩΤΗ, στελέχη έλεγαν: «είμαστε οικογενειακή επιχείρηση, παίρνουμε για δουλειά τα παιδιά των εργαζομένων και όλα είναι καλά».
Σε ορισμένους κλάδους, όπως στη Ζώνη Μετάλλου στο Πέραμα, ο οπορτουνισμός μαζί με άλλες δυνάμεις προβάλλουν το επιχείρημα ότι «η ανεργία αυξάνει εξαιτίας των υψηλών μεροκάματων, της δράσης των ταξικών δυνάμεων, των συνεχών κινητοποιήσεων». Στη συνείδηση ορισμένων εργαζομένων αυτό επιδρά και νομίζουν ότι, σε περίπτωση που πέσουν τα μεροκάματα, θα επιστρέψει η δουλειά.
Στις αρχαιρεσίες στο Σκαραμαγκά οι εργαζόμενοι στήριξαν τις δυνάμεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού που είναι υπεύθυνες για τη σημερινή κατάσταση του ναυπηγείου, προσβλέποντας ότι η αποτροπή του κινδύνου κλεισίματος των ναυπηγείων βρίσκεται στη συνεργασία με την κυβέρνηση. Στην UNILEVER κάποιοι λένε ότι «αν δεν έχουμε τα κέρδη που θέλουν οι ξένοι, θα κλείσουν το παράρτημα στην Ελλάδα».
Στις ιδιωτικές επιχειρήσεις ενέργειας καλλιεργείται η άποψη πως «η κρίση αποτελεί ευκαιρία για τον κλάδο». Επομένως, «να δουλέψουμε όλοι για να πάρει μερίδιο η εταιρεία στην αγορά. Ετσι θα εξασφαλίσουμε δουλειά, όταν οι άλλοι απολύονται». Αυτή η λογική που βασίζεται στο γεγονός ότι οι καπιταλιστές επενδύουν αυτή τη στιγμή στην ενέργεια, οδηγεί σε απόσπαση από την πάλη, εφησυχασμό, αυταπάτες περί αναπτυσσόμενου κλάδου που δεν έχει τίποτα να φοβηθεί. Κρύβει ότι θα υπάρχει το πιο άγριο εργασιακό καθεστώς με συνθήκες και μισθούς Κίνας.
Οι επιχειρήσεις προσπαθούν και με άλλους τρόπους να ενισχύσουν την αντίληψη της «επιχείρησής μας», ότι «είμαστε μια οικογένεια». Σε ορισμένες απευθύνουν καλέσματα στους εργαζόμενους να καταγγείλουν στην επιχείρηση «όποιον εργαζόμενο ή στέλεχος δεν κάνει σωστά τη δουλειά του και παραβιάζει τις αρχές της εταιρίας, κάτι που μας βλάπτει όλους». Τέτοια δραστηριότητα αναπτύσσει π.χ. ο όμιλος της PEPSICO, καλώντας τους εργαζόμενους να καταγγέλλουν τέτοια περιστατικά ανώνυμα σε ένα τηλεφωνικό κέντρο. Η ανακοίνωση που κυκλοφορεί στους χώρους του εργοστασίου γι’ αυτή την ενέργεια ονομάζεται «Μίλα ελεύθερα». Η ίδια πολυεθνική επιβραβεύει και προπαγανδίζει τους υπαλλήλους της χρονιάς μέσα από μηνιαία περιοδική έκδοση των ομίλων PEPSICO - ΗΒΗ TASTY, διατυπώνοντας: «έκαναν τη διαφορά, γιατί εργάστηκαν στους 4 βασικούς πυλώνες» που διαμόρφωσε η πολυεθνική.
Τελευταία χρησιμοποιούν σε περισσότερες επιχειρήσεις διάφορα προγράμματα «εταιρικής ευθύνης», όπου καλούν τους εργαζόμενους της επιχείρησης μαζί με τις οικογένειές τους να πάνε για τον καθαρισμό μιας παραλίας, ενός δάσους και άλλα παρόμοια. Καλλιεργούν «τον εθελοντισμό», «την ευθύνη για το περιβάλλον που θα αφήσουμε στα παιδιά μας». Η COCA - COLA, για παράδειγμα, προβάλλει προς την κατεύθυνση της «πράσινης ανάπτυξης» τη μελλοντική δημιουργία μονάδας συμπαραγωγής ενέργειας στο Σχηματάρι, με την οποία θα μειωθούν οι ρύποι κατά 40%. Συνεργάζονται με τις περιβόητες ΜΚΟ σε διάφορες ενέργειες, όπως η καταπολέμηση του AIDS. Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΖΥΘΟΠΟΙΙΑ προβάλλει πρόγραμμα κατά του αλκοολισμού, η ΔΕΗ παίρνει πρωτοβουλίες υποστήριξης της «τοπικής απασχόλησης» «κόντρα» στην ανεργία. Επιδίδονται σε φιλανθρωπικές δραστηριότητες, όπως η ΜΕΒΓΑΛ που παρέχει δωρεάν προϊόντα σε ορφανοτροφεία, παιδικά χωριά SOS, στο Χαμόγελο του Παιδιού, συνεργάζεται με τους Γιατρούς του Κόσμου, διοργανώνει εθελοντική αιμοδοσία. Καλλιεργούν την αντίληψη περί ευαίσθητης επιχείρησης - εργοδοσίας, κρύβοντας ότι η συμμετοχή των επιχειρήσεων γίνεται με το αζημίωτο. Αντιπαραθέτει αυτή τη δράση στη δράση των ταξικών σωματείων.
Πολλές επιχειρήσεις, όμιλοι κάνουν σοβαρή ιδεολογική παρέμβαση μέσω διάφορων περιοδικών που εκδίδουν. Μέσα από αυτά καλλιεργούν την άποψη περί «κοινών στόχων», επιβραβεύουν «την αύξηση της παραγωγικότητας και την κάλυψη των στόχων». Είναι ζητούμενο για τις ταξικές δυνάμεις η παρακολούθηση αυτής της ιδεολογικής - πολιτικής δραστηριότητας των καπιταλιστών.
Η αντιμετώπιση της αντίληψης «της επιχείρησής μας» δεν είναι εύκολη υπόθεση και ιδιαίτερα σε περίοδο κρίσης. Εχει σχέση με το ότι σήμερα οι εργαζόμενοι ταυτίζουν τη λειτουργία της επιχείρησης με το δικό τους συμφέρον, με το αν θα έχουν δουλειά. Εχει σχέση με τη δυσκολία να κατανοηθεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, πώς γίνεται η εκμετάλλευση. Διότι η ανεργία, οι οικονομικές κρίσεις, η διαρκής προσπάθεια των καπιταλιστών να περιορίσουν στο κατώτερο δυνατό την τιμή της εργατικής δύναμης είναι νομοτελειακά φαινόμενα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Ο εκρηκτικός τρόπος, με τον οποίο εμφανίζονται σήμερα, δείχνει και τα ιστορικά όρια του καπιταλισμού. Αυτό δε σημαίνει βέβαια αυτόματη κατάρρευση του συστήματος, αλλά ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν τίποτα θετικό να περιμένουν στα πλαίσιά του, ότι πραγματική απάντηση στα προβλήματα των εργαζόμενων μαζών μπορεί να δώσει μόνο ένας νέος ανώτερος τρόπος οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, ο σοσιαλισμός - κομμουνισμός. Γίνεται όλο και πιο φανερό στη διαδρομή της παρούσας κρίσης που χτυπά με διαδοχικά και αλλεπάλληλα «κύματα» μεγάλο μέρος του καπιταλισμού, ότι η ασθενής ανάκαμψη, όπου υπάρχει, δεν επαναφέρει καμία απολύτως εργατική κατάκτηση από αυτές που σαρώθηκαν στη φάση της κρίσης. Αντίθετα, η ζωή των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων βυθίζεται όλο και πιο κάτω. Μισθοί και ζωή Κίνας και Ινδίας για τους εργαζόμενους είναι το σύγχρονο ιδανικό της αστικής τάξης.
Η «ΣΥΝΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ» ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
Το ιδεολόγημα περί συνυπευθυνότητας των εργαζομένων καλλιεργείται έντονα από τα αστικά κόμματα, τους δορυφόρους τους, από οπορτουνιστικές δυνάμεις και τα ΜΜΕ. Τροφοδοτείται με τη συνεχή αποκάλυψη διάφορων σκανδάλων, υπαρκτών και ανύπαρκτων, με την αποκάλυψη της διαφθοράς που υπάρχει σε ορισμένους χώρους του Δημοσίου, της Υγείας, με την προπαγάνδα ότι «όλοι φοροδιαφεύγουμε» κ.ά. Ταυτίζουν τους παχυλούς μισθούς της εργατικής αριστοκρατίας με τα ψίχουλα των εργαζόμενων. Επηρεάζει πλατιά στρώματα εργαζόμενων, δημιουργεί αίσθημα συνενοχής και λειτουργεί ανασταλτικά στη συμμετοχή στους αγώνες, στη δράση, οδηγεί σε παθητική στάση απέναντι στην αντιλαϊκή επίθεση. Σε χώρους όπως η ΔΕΗ, η ΕΥΔΑΠ, όπου υπήρξαν φαινόμενα διαφθοράς, βολέματος, καλών μισθών, με τη συμβολή του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, εκφράζεται πιο έντονα η λογική ότι «όλοι έχουμε βολευτεί, τώρα όλοι μαζί θα πρέπει να προσπαθήσουμε». Επηρεάζει όμως και εργαζόμενους πέρα από αυτούς τους χώρους. Σε αρκετές φαρμακευτικές επιχειρήσεις, λόγου χάρη, οι εργαζόμενοι εκφράζουν την άποψη «τόσα χρόνια περνάγαμε καλά, πληρωνόμασταν πάνω και από την κλαδική σύμβαση, τώρα που υπάρχει κρίση και η δουλειά της εταιρίας έχει μειωθεί, δεν πρέπει κι εμείς να ζοριστούμε;». Θεωρούν δηλαδή φυσιολογικό να υποστούν τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης, επειδή οι καπιταλιστές - εργοδότες τους έχουν δημιουργήσει την αντίληψη ότι απολαμβάνουν το ίδιο, αποκρύπτοντας το γεγονός της τεράστιας κερδοφορίας των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, που τους επιτρέπει να δίνουν αυτό το «κάτι παραπάνω».
Χαρακτηριστικό για το πώς καλλιεργείται το αίσθημα της συνυπευθυνότητας από τις πολυεθνικές είναι και το παράδειγμα του γενικού διευθυντή της PEPSICO, ο οποίος -απευθυνόμενος μέσα από συνέντευξη στο μηνιαίο περιοδικό των ομίλων PEPSICO - ΗΒΗ TASTY στους εργαζόμενους της πολυεθνικής αυτής στην Ελλάδα- είπε: «Παίζουμε για να κερδίσουμε όλοι μαζί»!
Αυτή η λογική χρειάζεται διαρκή αποκάλυψη από την πλευρά μας. Να αναδεικνύουμε συνεχώς ποιον ωφελεί, ποιον υπηρετεί, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα σε κάθε χώρο ή κλάδο τη σήψη, τον εκφυλισμό, τη διαφθορά, την εξαγορά, όλα τα παράγωγα του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό ισχύει όχι μόνο για το Δημόσιο, τους χώρους των πρώην ΔΕΚΟ (ΔΕΗ, ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ, ΕΥΔΑΠ), αλλά και σε άλλους κλάδους, όπου και εκεί υπάρχει μεγάλη σήψη στον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό. Μαζί με την αντιμετώπιση αυτής της λογικής να καλλιεργούμε αίσθημα μηδενικής ανοχής σε αυτά τα φαινόμενα.
Η ΑΥΤΑΠΑΤΗ ΓΙΑ ΕΝΑΝ «ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ» ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
ΚΑΙ ΤΟ «ΑΝΕΦΙΚΤΟ» ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ
Το ζήτημα της εξουσίας είναι η καρδιά της πολιτικής, της πάλης των τάξεων. Αυτό πρώτ’ απ’ όλα επιχειρεί να θολώσει η αστική τάξη. Η προσπάθεια της άρχουσας τάξης με όλες τις εκφράσεις της και του οπορτουνισμού να συσκοτίσουν το χαρακτήρα της οικονομικής κρίσης και να «αθωώσουν» τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και την εξουσία του κεφαλαίου δε μένει χωρίς αποτέλεσμα. Ενας μεγάλος αριθμός εργαζόμενων παγιδεύεται στα αστικά ιδεολογήματα και εκφράζεται με κριτική στον «ελληνικό» καπιταλισμό, ως «ιδιόρρυθμη» περίπτωση, στο «ανίκανο, διεφθαρμένο κράτος», στα «ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των Ελλήνων». Ερμηνεύουν τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα της διαφθοράς, της ύπαρξης πολλών δημόσιων υπάλληλων, της γραφειοκρατίας, των διεφθαρμένων ή ανίκανων πολιτικών που «έπνιξαν την Ελλάδα στο χρέος» και την αντιπαραβάλλουν με την κατάσταση σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «υπάρχει δυνατότητα για καλή λειτουργία του καπιταλισμού, αν αλλάξουν οι θεσμοί, τα πρόσωπα, αν τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι».
Αυτή η αντίληψη αντιστρέφει την πραγματικότητα, αναγορεύοντας τα αποτελέσματα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε αιτίες. Ετσι καλλιεργεί κλίμα συνενοχής, απαλλάσσει το καπιταλιστικό σύστημα, προβάλλοντας την ανθρώπινη ευθύνη, τους καλούς ή κακούς χειρισμούς. Πολλές φορές αυτή η αντίληψη αξιοποιείται, ώστε να δημιουργηθεί το έδαφος για την επέκταση της δράσης του ιδιωτικού τομέα σε χώρους που καλύπτει ο δημόσιος τομέας.
Η πρότασή μας για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης, το σοσιαλισμό, απολαμβάνει μεγαλύτερης προσοχής και ενδιαφέροντος σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Παρόλα αυτά, πολλοί τη βλέπουν ως όραμα «μακρινό» ή ανέφικτο. Εκφράζουν προβληματισμό για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε και τις ανατροπές. Ζητούν άμεσες λύσεις στα καυτά προβλήματα και προβληματίζονται στον ένα ή άλλο βαθμό για πολιτικές διεξόδους (κομματικές και κυβερνητικές) που φαντάζουν «εύκολες», «εφικτές», παρότι όχι μόνο είναι ουτοπία η λαϊκή ανακούφιση μέσα από τέτοιο δρόμο, αλλά και θα δώσει μικρή ή μεγάλη ανάσα στην αστική τάξη. Η αυθόρμητη αναζήτηση άμεσων λύσεων γίνεται το έδαφος που εκμεταλλεύεται ο οπορτουνισμός, το αξιοποιεί, προτάσσοντας λύσεις μέσα στα όρια του συστήματος, χτυπώντας ταυτόχρονα τη στρατηγική του ΚΚΕ.
Σε αρκετούς χώρους δουλειάς, μετανάστες εργάτες από πρώην σοσιαλιστικές χώρες μεταφέρουν την αρνητική πείρα της περιόδου των ανατροπών, επηρεάζοντας και τους υπόλοιπους εργαζόμενους. Σε νέους ανθρώπους, οι οποίοι δεν έζησαν τις κατακτήσεις του σοσιαλισμού, επιδρά πιο έντονα η συκοφάντηση από τα αστικά ΜΜΕ.
Οι παραπάνω απόψεις - ιδεολογήματα δεν πρέπει να υποτιμηθούν. Είναι σύνθετο θέμα να απαντηθούν και η αντιμετώπισή τους απαιτεί γνώση και εκλαϊκευτική ικανότητα. Δεν είναι εύκολο, αλλά είναι θεμελιακό πρωταρχικό ζήτημα να αποκαλύπτουμε την καπιταλιστική εκμετάλλευση, την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής (ενώ η εργασία είναι συλλογική - κοινωνική) ως τη μήτρα της οικονομικής κρίσης και γενικά των σύγχρονων δεινών της εργατικής τάξης. Οπως δείχνει η πείρα εδώ δεν αρκεί η αφηρημένη έκθεση των κομμουνιστικών ιδεών, αλλά απαιτείται η ανάδειξη της πείρας από το χώρο, τον κλάδο, την οικονομία της Ελλάδας, της Ευρώπης, την παγκόσμια οικονομία. Μέσα από αυτά να δείχνουμε το δεσμό της οικονομίας με την πολιτική, δηλαδή ποια ταξικά συμφέροντα υπηρετεί η κυβέρνηση, η ΕΕ, κάθε πολιτική δύναμη και η συνδικαλιστική της έκφραση. Να αναδείχνεται και να μη θεωρείται αυτονόητο, κεκτημένο της συνείδησης των εργαζόμενων, το γεγονός ότι εργατική τάξη και καπιταλιστές χωρίζονται από άβυσσο, έχουν διαμετρικά αντιτιθέμενα συμφέροντα γενικά και ειδικά σε φάση οικονομικής κρίσης.
Βέβαια η διαφώτιση δεν αρκεί. Η πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών στο κίνημα, στην ταξική πάλη, είναι προϋπόθεση για να σπάνε προκαταλήψεις, να προσεγγίζουν νέες δυνάμεις το ΚΚΕ, να αποκρούεται και η αντίληψη «όλοι ίδιοι είναι» που προβάλλεται πολύ έντονα από το σύστημα και τους μηχανισμούς του, με στόχο να πλήξουν το ΚΚΕ, «τσουβαλιάζοντάς» το με τα αστικά και οπορτουνιστικά κόμματα. Εκφράζεται και σε συνδικαλιστικό επίπεδο. Προσπαθούν να πλήξουν την ανάγκη οργάνωσης των εργαζόμενων, της συνδικαλιστικής δράσης, το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα και τα ταξικά σωματεία, ταυτίζοντάς τα με τα εργοδοτικά - ξεπουλημένα. Σε περιόδους οξυμένης ταξικής πάλης, απεργιών, κινητοποιήσεων εντείνεται αυτή η αντι-ΚΚΕ επίθεση, καθώς και σε περιόδους αρχαιρεσιών, οπότε και το επιχείρημα αυτό προβάλλεται πιο έντονα. Στις εκλογές του Μετάλλου («ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ») υπήρξαν εργαζόμενοι που ανοιχτά καλούσαν σε μη συμμετοχή στις αρχαιρεσίες με το επιχείρημα ότι «όλοι τα ίδια λέτε, όλοι τα ίδια είστε».
Η εργοδοσία, αξιοποιώντας τη στάση του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, καλλιεργεί σε μεγάλο βαθμό την αντίληψη ότι οι συνδικαλιστές είναι «βολεμένοι», «δε δούλεψαν ποτέ» κ.ά. Στην ΕΒΓΑ εργαζόμενοι έλεγαν πως όλες οι κινητοποιήσεις είναι καλές, ακόμα και αυτές χωρίς προσανατολισμό. Στην ΤΕΡΝΑ-Ενεργειακή κάποιοι εργαζόμενοι έλεγαν «να αντιδράσουμε από μόνοι μας, χωρίς τα συνδικάτα».
Γενικά η αντίληψη «όλοι ίδιοι είναι» δηλητηριάζει αρκετούς εργαζόμενους, είτε πραγματικά την πιστεύουν είτε τη χρησιμοποιούν σαν άλλοθι γιατί δεν έχουν αποφασίσει να ξεκόψουν από τα αστικά κόμματα είτε γιατί δεν είναι ακόμα αποφασισμένοι να δράσουν και να επωμιστούν ενδεχόμενες θυσίες.
ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Μπαίνουμε σε περίοδο όξυνσης της ταξικής πάλης. Ενα μέρος των εργαζομένων συνειδητοποιεί τα αδιέξοδα του καπιταλισμού, αναζητεί διέξοδο έξω από μονόδρομους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Πρέπει εμείς πιο θαρρετά να συζητήσουμε μαζί τους τη διέξοδο που εμείς προτείνουμε και υπάρχουν δυνατότητες να αποσπάσουμε και να συσπειρώσουμε νέες δυνάμεις. Παράλληλα οι δυσκολίες που προκαλεί η κρίση σε πλατιά λαϊκά στρώματα, οδηγεί ένα μέρος τους σε αναζήτηση άμεσων λύσεων, εύκολων διεξόδων από αυτή την κατάσταση.Ενα μέρος εργαζομένων, που ζούσαν καλύτερα από τους υπόλοιπους και μειώθηκαν τα εισοδήματά τους, βλέπουν με νοσταλγία την προηγούμενη κατάσταση. Ολα αυτά δημιουργούνε πρόσφορο έδαφος για την καλλιέργεια και ανάπτυξη διαχειριστικών λογικών, οπορτουνιστικών αντιλήψεων. Ο οπορτουνισμός και οι άλλες δυνάμεις τα παρακολουθούν και τα γνωρίζουν και προσαρμόζουν ανάλογα τις θέσεις και την τακτική τους, κάνοντας ότι μπορούνε «και με το μαστίγιο και με το καρότο» για να χτυπήσουν το Κόμμα, το ταξικό κίνημα. Δεν πρέπει να υποτιμήσουμε την προσπάθειά τους. Χρειάζεται να οξύνουμε την αντιπαράθεση και την επαγρύπνηση. Για να τους αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά χρειάζεται να παρακολουθούμε πιο καλά το πώς προβάλλουν και υλοποιούνε την πολιτική τους σε κάθε κλάδο και χώρο δουλειάς, το πώς κάθε φορά διαμορφώνουν την ταχτική τους και να γίνονται αντικείμενο συζήτησης στα καθοδηγητικά όργανα και στις ΚΟΒ.