20 Νοε 2018

Πισώπλατη επίθεση από φασιστοειδή σε μέλος του ΚΚΕ στο Γέρακα

Τραμπούκοι που συνδέονται με τις φασιστικές ομάδες που δρουν στο Γέρακα το τελευταίο διάστημα επιτέθηκαν πισώπλατα σε μέλος του ΚΚΕ και στέλεχος της ΚΝΕ, καθώς γυρνούσε από τη δουλειά του. Ο Άγγελος Μπαλτάς, που ήδη δεχόταν απειλές στο χώρο εργασίας του και τηλεφωνικά, χτυπήθηκε στο κεφάλι με αντικείμενο και στη συνέχει οι θρασύδειλοι χάθηκαν στο σκοτάδι. Η Τομεακή Οργάνωση Μεσογείων και Λαυρεωτικής εξέδωσε ανακοίνωση, καλώντας αύριο στις 19.00 σε συγκέντρωση καταδίκης των φασιστοειδών στην κεντρική πλατεία του Γέρακα:
«Σαν τους ποντικούς του επιτέθηκαν πισώπλατα, χτυπώντας τον στο κεφάλι με αντικείμενο, την ώρα που γυρνούσε από τη δουλειά σπίτι του.
Η επίθεση έρχεται ως συνέχεια μιας σειράς απειλών που είχε δεχθεί ο σύντροφος, τόσο στη δουλειά του όσο και τηλεφωνικά. Η επίθεση δεν είναι άσχετη από τη δράση φασιστικών ομάδων, που έχει αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα στην περιοχή, με αφορμή τα γεγονότα που έχουν γίνει στο 1ο ΓΕΛ Γέρακα.
Τέτοιοι ήταν και είναι οι φασίστες, ως γνήσιοι άνθρωποι της νύχτας χτυπάνε στο σκοτάδι, νομίζοντας πως θα κρυφτούν.
Τους ενοχλεί η παρέμβαση του Κόμματος στους εργαζόμενους και τη νεολαία της περιοχής. Γελιούνται αν νομίζουν ότι με τέτοιες δράσεις θα τρομοκρατήσουν το ΚΚΕ και την ΚΝΕ. Τα 100 χρόνια ζωής και δράσης του ΚΚΕ διδάσκουν ότι δεν μας λυγίζουν τέτοιες πρακτικές, αντίθετα μας δυναμώνουν. Θα μας βρουν μπροστά τους. Ας το καταλάβουν καλά. Η εργατική τάξη, ο λαός, θα τους απομονώσει και θα τους βάλει βαθιά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Καλούμε σε συγκέντρωση και καταδίκη της φασιστικής δράσης στην περιοχή, την Τετάρτη 21 Νοεμβρίου, στην κεντρική πλατεία του Γέρακα, στις 19.00.
Είναι η σαπίλα όλου του ντουνιά, μπλόκο στους φασίστες σε κάθε γειτονιά».
Την επίθεση καταδίκασε και το Εργατικό Κέντρο Λαυρίου σημειώνοντας πως:
Έχουν στοχοποιήσει το συγκεκριμένο νέο γιατί η δράση του είναι ενάντια στην αδικία, την εκμετάλλευση, το ρατσισμό. Γιατί ο σύντροφος Άγγελος Μπαλτάς είναι μέλος του ΚΚΕ και στέλεχος της ΚΝΕ και η δράση του στην περιοχή τους δημιουργεί προβλήματα στο να χύνουν το ρατσιστικό δηλητήριο μέσα στη νεολαία. Καλούμε όλους τους εργαζόμενους, το λαό της περιοχής, να καταδικάσουν και να απομονώσουν αυτή τη δράση των φασιστών. Έχουν χρέος απέναντι στα παιδιά τους να κόψουν το κεφάλι στο ναζισμό. Αυτό μπορεί και θα πράξει το εργατικό-λαϊκό κίνημα.

TV και κυρίαρχη ιδεολογία: η προτεινόμενη μαζική μάθηση στα νέα κοινωνικά δεδομένα

Αν και με μειωμένο ρόλο τα τελευταία χρόνια λόγω της εξάπλωσης του διαδικτύου, η τηλεόραση παραμένει σταθερά το κυρίαρχο ΜΜΕ επωμιζόμενη σε μεγάλο βαθμό και τον πολιτισμικό – ψυχαγωγικό τομέα και τη μαζική του διάχυση στην κοινωνία ως πρότυπο, ως παράδειγμα, ως νέα τάση. Ορισμένα προγράμματα, μάλιστα, μπορούν να χαρακτηριστούν υβριδικά, αφού είναι ευμετάβλητο το μείγμα ενημέρωσης – ψυχαγωγίας που διατείνονται πως παρέχουν, ενώ τα αμιγώς ψυχαγωγικά προγράμματα, από τη σκοπιά της διάχυσης κυρίαρχων ιδεών και ιδεολογίας, μπορούν να θεωρηθούν ως η ανάποδη πλευρά της ενημέρωσης· εκείνη η πλευρά που τεκμηριώνει στη μακρά διάρκεια και με τον πιο απτό καθημερινό τρόπο την ευμετάβλητη φύση της πολιτικής επικαιρότητας.
Αν θεωρήσουμε πως όλο το υλικό της τηλεόρασης μεταφέρει την κυρίαρχη ιδεολογία σε διαφορετική μορφή (ενημέρωση – ψυχαγωγία), από διαφορετικό φορέα (εκπομπή – κανάλι) και σε διαφορετική αναλογία (αποϊδεολογικοποίηση – προπαγάνδα), πρέπει να κάνουμε ορισμένες αρχικές παρατηρήσεις. Προσπερνώντας τη διαπλοκή, τα δάνεια των καναλιών, τον τρόπο με τον οποίο πάρθηκαν – παίρνονται οι άδειες κ.λπ. και στρεφόμενοι στον κανόνα της καπιταλιστικής αγοράς θα λέγαμε πως το τηλεοπτικό πρόγραμμα είναι ένα εμπόρευμα που ικανοποιεί μια ανάγκη (αξία χρήσης), πρέπει να βρει το μερίδιό του στην αγορά για να επιβιώσει (να καρπωθεί την ανταλλακτική αξία), ενώ παράλληλα να μεταφέρει την αστική ιδεολογία (ιδεολογικός μηχανισμός). Το τρίτο, το να μεταφέρει την αστική ιδεολογία, συνδέεται και με το πρώτο (αξία χρήσης) και με το δεύτερο (να καρπωθεί την ανταλλακτική αξία). Το πρόγραμμα, δηλαδή, καλείται να μεταφέρει ιδέες (πάντα συνυφασμένες, βέβαια, με την τεχνική του ποιότητα), οι οποίες θα βρίσκουν ανταπόκριση στην κοινωνία, έτσι ώστε να «αγοραστεί». Ταυτόχρονα, αυτές οι ιδέες πρέπει να εναρμονίζονται με την κυρίαρχη ιδεολογία καλύπτοντας το φάσμα της, αλλά επειδή αυτό είναι δύσκολο, τουλάχιστον να καλύπτουν ορισμένες πλευρές της.
Από τα παραπάνω προκύπτει η λογική των target groups: τα προγράμματα – εμπορεύματα απευθύνονται σε διαφορετικές ηλικιακές, πολιτισμικές ή πολιτικές ομάδες με στόχο να «αγοραστούν» μέσω της αγοράς των εμπορευμάτων – διαφημίσεων. Εκκινώντας πάλι από την αρχή, φτάνουμε στο σημείο να συμπεράνουμε τον φετιχισμό των εμπορευμάτων – διαφημίσεων· τα εμπορεύματα – διαφημίσεις συνδέονται εμμέσως με τις ιδέες της κυρίαρχης ιδεολογίας που μεταφέρουν τα εμπορεύματα – προγράμματα: όποιος είναι καλός δέκτης των συγκεκριμένων ιδεών που μεταφέρει το πρόγραμμα, πιθανώς θα είναι κι αυτός που πρέπει να απευθυνθούν τα εμπορεύματα που διαφημίζονται.
Χρειάζεται, επομένως, μια μορφή «πολιτισμικής έρευνας αγοράς» από τα πάνω για να διαπιστωθεί ποιοι ακριβώς είναι ευεπίφοροι και σε ποιες συγκεκριμένες ιδέες της κυρίαρχης ιδεολογίας. Κι αυτή η έρευνα, για να είναι επιτυχής, χρειάζεται να παίρνει υπόψη της όχι μόνο όλο το φάσμα ιδεών που κυκλοφορούν στην κοινωνία, αλλά όλο το φάσμα των νέων ιδεολογικών τάσεων που αναπτύσσονται ή είναι δυνατόν να αναπτυχθούν σε μια κοινωνία που διαχωρίζεται όχι ταξικά, αλλά με βάση τις καταναλωτικές της συνήθειες που είναι καθορισμένες οικονομικά (εισόδημα, ταξική θέση) και ιδεολογικά – πολιτισμικά.
Με το «ιδεολογικά», εννοούμε, το σε ποιο target group εντάσσεται ο καθένας με βάση το φύλο, την ηλικία, την πολιτική συνείδηση, την πολιτισμική ταυτότητα, το κοινωνικά διαμορφωμένο και συνεχώς διαμορφούμενο γούστο· γνωρίζοντας, βέβαια, πως όλα αυτά σε μικρό η μεγαλύτερο βαθμό συνδέονται εγγενώς μεταξύ τους. Επιστρέφοντας στην αρχική ιδέα, αυτή η «πολιτισμική έρευνα αγοράς» χρειάζεται, δηλαδή, να παίρνει υπόψη της τα ήδη ιδεολογικά σταθερά κεκτημένα και να δημιουργεί τις συνθήκες για να διασπείρει και παράλληλα να καρπωθεί τα ρευστά επόμενα: παραφράζοντας τον Vygotsky, έτσι δημιουργούνται οι ζώνες επικείμενης ή εγγύτερης ανάπτυξης της κυρίαρχης ιδεολογίας εντός της κοινωνίας.
Στο παραπάνω πλαίσιο εξηγείται η συνύπαρξη παλιών και νέων ιδεών σε προγράμματα της τηλεοπτικής παραγωγής που αναπαράγουν εντός τους τις βασικές τάσεις του παρελθόντος και του μέλλοντος, του παλιού και του νέου. Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε ορισμένα τέτοια δίπολα που συνυπάρχουν: εθνικισμός – κοσμοπολιτισμός, ρατσισμός – διαφορετικότητα, μαζικό (mainstream) – εναλλακτικό (alternative), παραδοσιακό – μοντέρνο, ανταγωνισμός – φιλία, επαγγελματισμός – κοινωνικά μηνύματα κ.λπ.
Παράλληλα με αυτήν τη συγχρονική συνύπαρξη των διαφορετικών μειγμάτων της κυρίαρχης ιδεολογίας στα ψυχαγωγικά τηλεοπτικά προγράμματα, μπορούμε να διακρίνουμε και την διαχρονική – (σύντομη) ιστορική πορεία τους διακρίνοντας τις βασικές τους τάσεις, οι οποίες καθορίζονται βέβαια από τις γενικότερες κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις και τις πολιτισμικές αλλαγές στο πεδίο της μαζικής κουλτούρας. Η βασική τάση, λοιπόν, των ψυχαγωγικών προγραμμάτων και ιδιαίτερα της προμετωπίδας αυτών – δηλαδή των ριάλιτι – είναι η εξής.
Διακρίνεται η με αυξανόμενη ένταση εργαλειοποίηση όχι μόνο του πνεύματος, αλλά κυρίως του σώματος του συμμετέχοντος με στόχο να μεταφερθούν με πιο απτό τρόπο οι κυρίαρχες αξίες στο τηλεοπτικό κοινό. Στο πνεύμα και στο σώμα του συμμετέχοντος αποκρυσταλλώνονται οι αξίες του προγράμματος, προσωποποιούνται και παραδίδονται στην ηθική κρίση του κοινού. Ένα σαφές παράδειγμα των παραπάνω αποτελεί η ίδια η εξέλιξη της θεματολογίας τους: τα σχεδόν απρόσωπα τηλεπαιχνίδια ξερών γενικών γνώσεων του πρώτου καιρού μετασχηματίστηκαν βαθμιαία και κλιμακωτά σε τηλεπαιχνίδια που βασικό ρόλο παίζει το τζογάρισμα και η τύχη αντί των γνώσεων και έπειτα σε προσωποποιημένα ριάλιτι που στοχεύουν στο να εκτεθεί η ίδια η ζωή και ο χαρακτήρας του συμμετέχοντος. Η πιο πρόσφατη εκδοχή των τελευταίων είναι να συνδυάζεται η έκθεση του χαρακτήρα και της ζωής του συμμετέχοντος με την επαγγελματική αποκατάσταση και καταξίωσή του. Πλέον, δηλαδή, ο χαρακτήρας και η ζωή – εν τέλει η ίδια η προσωπικότητα – του συμμετέχοντος δεν αιωρείται σε εντελώς α-κοινωνικό και α-πολιτικό πλαίσιο, αλλά μεταφέρεται ακριβώς το συγκεκριμένο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα αναδειχθεί και θα κριθεί η προσωπικότητα του συμμετέχοντος με βάση τις κυρίαρχες αστικές αξίες.
Ο τελικός συνδυασμός των τριών παραπάνω (εργαλειοποίηση πνεύματος – σώματος, μεταφορά πολιτικού – κοινωνικού πλαισίου, ανάδειξη και κρίση προσωπικότητας) αποτελεί αυτό το μείγμα που κάνει πολύ πιο απτές τις αξίες με τη μεταφορά των οποίων διαμορφώνονται και οι ίδιες οι προσωπικότητες του πιο ευάλωτου κοινού και ιδιαίτερα της νεολαίας. Ο συνδυασμός αυτός αποτελεί ουσιαστικά μια διαμεσολαβημένη μέσω της κυρίαρχης ιδεολογίας προσομοίωση του πώς αναμένεται από το σύστημα να δράσει κάποιος σήμερα· αποτελεί μια παραμορφωτική εικόνα της πραγματικότητας η οποία όμως βρίσκει πεδίο δράσης στην ίδια την πραγματικότητα. Αυτή είναι ουσιαστικά και η βασική λειτουργία της ιδεολογίας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο ενθαρρύνονται και οι συγκρούσεις αξιών μέσω των συγκρούσεων προσωπικοτήτων διαμορφώνοντας αξιακά δίπολα: έτσι, ενώ την ίδια ώρα μπορεί να κυριαρχεί η αξία του υπερανταγωνιστικού επαγγελματισμού της υπακοής στον εργοδότη ή πελάτη, παράλληλα ως αντίβαρο μεταφέρεται και η αξία της πάσης φύσεως διαφορετικότητας ή διάφορων άλλων κοινωνικών μηνυμάτων που φυσικά και δεν άπτονται καθόλου της φτώχειας, της εξαθλίωσης, της ταξικής διάρθρωσης των κοινωνιών και φυσικά των αιτίων τους. Ενώ την ίδια ώρα μπορεί να προβάλλεται ο καταμερισμός εργασίας της «βαριάς βιομηχανίας του τουρισμού» ως μια κάποια επαγγελματική διέξοδος του παίκτη που μέσω της συμμετοχής του ευελπιστεί να αναδειχθεί και να επιβιώσει στο συγκεκριμένο επαγγελματικό χώρο, παράλληλα μεταφέρεται και η αξία τελειομανίας αυτής της εργασίας, καθώς αυτή πρόκειται να απευθυνθεί στα υψηλότερα κλιμάκια της αστικής τάξης.
Το τελευταίο είναι τουλάχιστον καταπληκτικό. Την ώρα που ανορθολογισμός, στερεότυπα, θεωρίες συνωμοσίας, μαγγανείες κ.λπ. κυριαρχούν σε μια κοινωνία που ισχυρίζεται πως παρέχει παιδεία της καλλιέργειας κριτικής σκέψης, την ώρα που οι κοινωνικές – ανθρωπιστικές σπουδές αντιμετωπίζονται υποτιμητικά εντός του καπιταλισμού αφού σε μεγάλο βαθμό δεν αποφέρουν κέρδη, την ώρα που η προπαγάνδα στην ενημέρωση δεν περιορίζεται στην ερμηνεία της είδησης, αλλά και στην ίδια την είδηση (fake news)· την ώρα, δηλαδή, που στον σύγχρονο κόσμο χρειάζεται τέτοια ευρεία γνώσεων και όξυνση της κριτικής σκέψης για να ανταποκριθεί κάποιος τουλάχιστον ως πολίτης, αντ’ αυτού η κυρίαρχη ιδεολογία μεταφέρει αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «επιστημονικοποίηση του σερβιτόρου» μέσα από μια μπιχεβιοριστική κοινωνική άμεση μάθηση του συγκεκριμένου παραδείγματος.
Όλο το άνωθεν σκηνικό προσιδιάζει με μια βιομηχανία διαμόρφωσης προτύπων του νέου εργατικού δυναμικού ως υπηρετών του μεγάλου κεφαλαίου. Μέσω αυτής, το ανυποψίαστο κοινό εκπαιδεύεται να συναινεί στην κυριαρχία του και να προσαρμόζεται στις επιταγές του περιμένοντας τη δική του σειρά. Εκπαιδεύεται με τη μορφή ηθικών κρίσεων καλού ή κακού, δίκαιου ή άδικου να συμμετέχει νοερά σε μια διαδικασία ανάπτυξης και διάχυσης αστικών διλημμάτων όσον αφορά την ίδια την προσωπικότητα του ανθρώπου ως εργαζόμενου.
Στα ίδια κανάλια σε διαφορετική ώρα ή σε διαφορετικά κανάλια στην ίδια ώρα μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει οποιοδήποτε τέτοιο μείγμα αξιών ή συγκρούσεών τους επιθυμεί: το μυστικό της επιτυχίας και της αστικής δημοκρατίας και της κυρίαρχης ιδεολογίας είναι ότι δίνει επιλογές στο κοινό. Η «ελεύθερη αγορά» των ιδεολογικών αξιών υποτίθεται πως ανεβοκατεβαίνει εδώ σαν σε χρηματιστήριο με τα κλικ των κουμπιών του κοινού που υποτίθεται πως έχει τη δύναμη να απορρίψει και να επιβραβεύσει. Στην πραγματικότητα, όμως, ολόκληρη η παλέτα αυτών συνιστά την διάδοση της κυρίαρχης ιδεολογίας και η αλλαγή των κλικ δεν εκλαμβάνεται ως αποδοκιμασία των προβαλλόμενων ιδεών· εκλαμβάνεται ως αποτυχία του προγράμματος να τις μεταφέρει με ενδιαφέροντα κι αποτελεσματικό τρόπο. Και αυτό στην ελεύθερη αγορά μεταφράζεται πολύ απλά, πολύ καθαρά και εντελώς αναμενόμενα: αντικατάστασή του με ένα αποτελεσματικότερο.

«Αυτή τη νύχτα παίρνουν πάλι ανθρώπους για εκτέλεση…»


70 χρόνια από την εκτέλεση του Νίκου Γόδα

Δίπλα στον τάφο του Νίκου Γόδα, οι σύντροφοί του. Όλοι μαζί κάνουν το μικρό Λαζαρέτο μεγάλο, μεγάλο σαν τα ιδανικά τους, κόκκινο σαν το νεανικό τους αίμα.
«Αυτή τη νύχτα παίρνουν πάλι ανθρώπους για εκτέλεση...»Ο Νίκος ήταν 27 χρονών. Πλάι του ο Λεωνίδας μόλις 19. Παρακάτω ο Δημήτρης πρόλαβε να κλείσει τα 22, το ίδιο και ο Παναγιώτης. Ο Σίμος κατάφερε να γίνει ακριβώς 20 χρονών…
Ο Φάνης τον πέρασε, όχι πολύ, αλλά τουλάχιστον πέρασε τα 21 που ήταν το όριο ενηλικίωσης τότε.
Κάθε σταυρός και μια ζωή στην αυγή της, κάθε σταυρός και μια ματωμένη ιστορία με απάνθρωπα βασανιστήρια στις φυλακές, ξεκινώντας από τα Σωφρονιστήρια Ανηλίκων και συνεχίζοντας στη Μακρόνησο για τους στρατεύσιμους, στα Γιούρα για τους ενηλίκους, στην Κέρκυρα για τους μελλοθάνατους…
Σαν χθες τη νύχτα, 18 προς 19 Νοέμβρη 1948, μετά το κλείσιμο των πολιτικών κρατουμένων στα κελιά τους στην πτέρυγα Θ των φυλακών Κέρκυρας, ακούστηκαν τα βήματα του δεσμοφύλακα. Σταμάτησε μπροστά από το κελί του Νίκου Γόδα.
Ήξερε. Το περίμενε. Όλοι το περίμεναν. Την τελευταία νύχτα τους έπαιρναν από τα κελιά και τους έβαζαν σε έναν χώρο έξω από το κεντρικό κτήριο, στον «Γολγοθά».
«Αυτή τη νύχτα παίρνουν πάλι ανθρώπους για εκτέλεση...»Εκεί μπορούσαν να γράψουν το τελευταίο τους γράμμα, το γράμμα στη μάνα, στη σύντροφο, στο παιδί…
Ποιο παιδί; Οι ίδιοι ήταν ακόμα παιδιά στην ηλικία…
Πότε να προλάβουν να ερωτευθούν, να παντρευτούν, να κάνουν οικογένειες..; Πότε;
Εκείνος που εκτελέστηκε 20-22 χρονών στα 1947, στα 1948 ή στα 1949 ήταν παιδί μόλις 9, 10, 11 χρονών όταν μπήκαν στην πατρίδα μας οι ναζί.
Τα επόμενα χρόνια ήταν ο ίδιος πιτσιρίκος που κράταγε τσίλιες για να κλέψουν οι άλλοι το καρβέλι το ψωμί από τα γερμανικά φορτηγά.
Μόλις λίγο μεγάλωσε άρχισε να βλέπει τον πατέρα του στο χωριό να μην έχει σπόρους να φυτέψει τα χωράφια, ήταν η τιμωρία του επειδή είχε πάρει μέρος στην Αντίσταση.
«Αυτή τη νύχτα παίρνουν πάλι ανθρώπους για εκτέλεση...»Τον μεγάλο του αδερφό είχε να τον δει πολύ καιρό, από την μάχη του Δεκέμβρη στην Αθήνα, που τον είχαν συλλάβει οι Άγγλοι και τον είχαν στείλει μαζί με χιλιάδες άλλους κάπου στην Β. Αφρική, σε κάποιο στρατόπεδο.
Η αδερφή του πεινούσε, η μάνα του έλεγε ότι εμείς δεν δικαιούμαστε βοήθεια από την OUNRA, εμείς δεν δικαιούμαστε ούτε σπόρους, ούτε πετρέλαιο, ούτε γάλα σε σκόνη για τα παιδιά μας…
Μετά, το χωριό του άρχισε να ερημώνει.
Όσοι σώθηκαν από τις φονικές συμμορίες που όργωναν την ύπαιθρο, άρχισαν να ανεβαίνουν στα βουνά, ειδικά μετά τον Ιούνιο του 1946, όταν άρχισε να ισχύει το Γ΄ Ψήφισμα.
Λίγες μόλις μέρες αργότερα, τον Ιούλιο άρχισαν οι πρώτες εκτελέσεις.
Μέσα στα τέλη εκείνου του ματωμένου καλοκαιριού του ’46, έφυγε κι εκείνος για το βουνό, κυνηγώντας κάτι απλό και μεγάλο, κοινό για όλους εκτός από τους δικούς του, κυνηγώντας τη ζωή…
«Αυτή τη νύχτα παίρνουν πάλι ανθρώπους για εκτέλεση...»Μετά ήρθε το σωφρονιστήριο ανηλίκων, οι βασανισμοί, οι βιασμοί, η πείνα, το ξύλο, ο εξευτελισμός…
Ο πατέρας του είχε χαθεί, κάποιοι είπαν ότι τον είχαν πάρει στα Γιούρα, εκεί που τους έπαιρναν για να θανατώσουν έμμεσα όσους ξέφευγαν από το άμεσο μαχαίρι του Γ΄ Ψηφίσματος.
Ο ίδιος, μόλις λίγο μεγάλωσε, τον πήραν από το Σωφρονιστήριο και έκτοτε γύρισε όλες φυλακές των μελλοθανάτων, το Ιτζεδίν, το Επταπύργιο και τώρα την Κέρκυρα με το τελευταίο της κελί…
Το Λαζαρέτο…
Πριν ξημερώσει η μέρα, τους πήγαν στο παλιό λιμάνι τη πόλης. Εκεί τους περίμενε ένα μικρό πλοίο, ο Αλέξανδρος.
Πηγαίνοντας για το Λαζαρέτο, πέρασαν μπροστά από το άλλο μικρό νησάκι που είναι δίπλα από την Κέρκυρα, το Βίδο.
Εκεί ήταν οι φυλακές των ανηλίκων κομμουνιστών, όλοι παιδιά κάτω των 21 ετών, η λεγόμενη και «μικρή Μακρόνησος».«Αυτή τη νύχτα παίρνουν πάλι ανθρώπους για εκτέλεση...»
Δύο μικρά, καταπράσινα κομμάτια γης μέσα στα νερά του Ιονίου, το ένα για να βασανίζει ανηλίκους, το άλλο για να σκοτώνει νέους και τα δύο μαζί για να κυνηγούν και να σκοτώνουν τα όνειρα των ανθρώπων για μια όμορφη, δίκαιη, ελεύθερη ζωή.
Οι Αρχές φρόντιζαν να γίνονται οι μεταγωγές των μελλοθανάτων πολύ νωρίς το πρωί, πριν το χάραμα, πιστεύοντας ότι θα έκρυβαν μέσα στο σκοτάδι της νύχτας την αλήθεια των εκτελέσεων.
Δεν τα κατάφεραν, δεν τους άφηναν εκείνοι που έμεναν πίσω, εκείνοι που περίμεναν τη σειρά τους στο επόμενο θανατικό δρομολόγιο του «Αλέξανδρος».
Έφτιαχναν οι κρατούμενοι αυτοσχέδια χωνιά και σκαρφάλωναν όσο πιο κοντά μπορούσαν στα μικρά παράθυρα των κελιών τους, από εκεί φώναζαν μέσα στη νύχτα:
«Κερκυραίοι, αυτή τη νύχτα παίρνουν πάλι ανθρώπους για εκτέλεση…»
«Αυτή τη νύχτα παίρνουν πάλι ανθρώπους για εκτέλεση...»Πάνω στην ώρα που ο ήλιος του Νοέμβρη έκανε να σηκωθεί πίσω από τα Ηπειρώτικα βουνά για να φωτίσει ξανά τη ζωή, πάνω σ’ εκείνη την ώρα ακούστηκαν οι πυροβολισμοί από το Λαζαρέτο…
Ήταν ξημέρωμα 19 Νοέμβρη 1948.

Τον σκότωσαν στο ξύλο – Ξεκάθαρα δολοφονία ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλο κατά τους ιατροδικαστές

Παρότι από την πρώτη στιγμή ήταν ξεκάθαρο πως ο θάνατος του Ζακ ήταν αποτέλεσμα στυγνής δολοφονίας, πλέον έρχεται και το ιατροδικαστικό πόρισμα να επικυρώσει το προφανές. Ο θάνατος προήλθε από ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις της καρδιάς ως συνέπεια της υπερδιέγερσης που υπέστη ο οργανισμός του από τα πολλά τραύματα. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο πως οι δυο μαγαζάτορες και όσοι άλλοι τον χτύπησαν κυριολεκτικά σκότωσαν στο ξύλο το θύμα. Το πόρισμα έρχεται να προστεθεί στο χτεσινό εύρημα των τοξικολογικών πως ο Ζακ ήταν καθαρός από ναρκωτικές ουσίες, καθώς μόνο μια απειροελάχιστη ποσότητα αλκοόλ ανιχνεύτηκε στο αίματου, ενώ υπενθυμίζουμε ότι στο διαβόητο μαχαίρι που επικαλούνται ως άλλοθι οι φονιάδες δε βρέθηκαν δακτυλικά αποτυπώματα του Ζακ, που εξάλλου από τις πρώτες μέρες της υπόθεσης έγινε φανερό ότι δεν είχε μπει στο κατάστημα να κλέψει, αλλά σε ταραχή κι αφού πρώτα είχε εκδιωχτεί από παρακείμενα καταστήματα, καταλήγοντας υπό άγνωστες μέχρι στιγμής συνθήκες στο μοιραίο κοσμηματοπωλείο.
Δυστυχώς ο Ζακ δεν είχε την τύχη να βρει κάποιον να σταματήσει τη θηριωδία σε βάρος, τόσο από τους δυο καταστηματάρχες και το λοιπό όχλο, όσο και από την ΕΛΑΣ, είχε όμως την “τύχη” το έγκλημά και η πορεία πριν και μετά από αυτό σε σημαντικό βαθμό να έχει καταγραφεί, όπως και να έχει φίλους λόγω της κοινωνικής του δράσης που δε θα άφηναν να περάσει η δολοφονία στα ψιλά, όπως έχει συμβεί σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις στο παρελθόν. Χρέος όλων όχι μόνο το μαχαίρι να φτάσει στο κόκκαλο, αλλά και να το τσακίσει, τόσο στους φυσικούς αυτουργούς, όσο και σε όσους άμεσα ή έμμεσα εμποδίζουν την απρόσκοπτη πραγματοποίηση της έρευνας και την τιμωρία των ενόχων.

Άθλια προβοκάτσια της ΕφΣυν σε βάρος Παπαρήγα – Κουτσούμπα

Μπορεί η ΕφΣυν να μας έχει συνηθίσει κατά καιρούς σε προβοκατόρικα δημοσιεύματα κατά του ΚΚΕ, αυτή τη φορά ωστόσο πραγματικά ξεπέρασε τον εαυτό της. Αναφερόμαστε στο ένθετο της  εφημερίδας με τίτλο«Οι Γενικοί Γραμματείς του ΚΚΕ – , στο οποίο περιέχεται και το καθόλα ντροπιαστικό κείμενο «Δεν υπάρχουν στοιχεία για Παπαρήγα – Κουτσούμπα».
Εντελώς «αθώα», οι συντάκτες διερωτώνται : «Γιατί καταστράφηκε ο δικός της φάκελος (σ.σ. της Αλ. Παπαρήγα), ενώ σώθηκαν φάκελοι στελεχών του κόμματος που βρίσκονταν σε κατώτερη κομματική βαθμίδα απ’ αυτήν;».
Και διανθίζοντας την προβοκάτσια συνεχίζουν: «Εξίσου παράδοξο είναι το γεγονός ότι στα Αρχεία της Ασφάλειας (…) το όνομα της Αλέκας Παπαρήγα δεν βρίσκεται πουθενά. Ούτε καν σε καταστάσεις απαγόρευσης αποδημίας στο εξωτερικό. Κι ενώ τα χτυπήματα στις οργανώσεις του ΚΚΕ είναι απανωτά, πουθενά δεν εμφανίζεται ως ύποπτη για σχέση με τον παράνομο κομματικό μηχανισμό. Ενα τρίτο παράδοξο στην υπόθεση αυτή είναι ότι έχουν καταστραφεί και οι φάκελοι των άμεσων συγγενών της Αλέκας Παπαρήγα, όπου ενδεχομένως θα είχαν περάσει πληροφορίες και για τη δική της δράση. Δεν υπάρχει ο φάκελος του πεθερού της Μήτσου Παπαρήγα, κορυφαίου κομματικού και συνδικαλιστικού στελέχους του ΚΚΕ που δολοφονήθηκε το 1949 στην Ασφάλεια· δεν υπάρχει ο φάκελος του πατέρα της Νίκου Δρόσου, ο οποίος είχε κάνει σπουδαίους αγώνες· δεν υπάρχει ο φάκελος του συζύγου της, του αείμνηστου Θανάση Παπαρήγα…». Αφού λοιπόν τολμούν να πιάσουν στο στόμα τους ακόμα και τον περίγυρο της Αλέκας, στο σύνολό τους αγωνιστές πανθομολογούμενης τιμιότητας και εμβέλειας, προσπαθούν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, αποδίδοντας την απουσία φακέλου σε “προχειρότητα με την οποία επελέγησαν οι φάκελοι που σώθηκαν”.
Ως κερασάκι στην τούρτα από κοπριά, οι συντάκτες δεν παραλείπουν να αναφερθούν στην καταστροφή του φακέλου του νυν γγ. Δημήτρη Κουτσούμπα, την οποία επίσης αφήνουν να εννοηθεί πως είναι «ύποπτη», όχι όμως τόσο όσο της προκατόχου του, «λόγω ηλικίας» (!). Όπως σημειώνει πολύ σωστά ο Ριζοσπάστης που ανέδειξε το θέμα, το εμετικό αυτό κείμενο δε χρεώνεται μόνο στο γνωστό κουκουεδολόγο Γ. Πετρόπουλο και τους λοιπούς συντάκτες της αθλιότητας, αλλά συνολικά στο έντυπο, που απεκδύεται όσο περνάει ο καιρός και τα τελευταία ίχνη στοιχειώδους δεοντολογίας.
Η ΕφΣυν γνωρίζει πολύ καλά πως  η καύση της μεγάλης πλειονότητας των φακέλων της Ασφάλειας αποφασίστηκε με διακομματική συναίνεση (και του τότε Συνασπισμού) το 1989 στη πλαίσια της άρσης των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου . Μπορεί κανείς να έχει πιθανόν δικαίως ενστάσεις για την απόφαση αυτή από ιστορική σκοπιά, δε δικαιούται όμως να μην αναφέρει καν το γεγονός, δημιουργώντας εντυπώσεις στους λιγότερο πληροφορημένους. Θα λέγαμε αιδώς Αργείοι, αν δεν ήμασταν σίγουρη για την ανοσία των υπευθύνων στο συγκεκριμένο «μικρόβιο».

Ο Θανάσης Χατζής και η νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε

Ο Θανάσης Χατζής ήταν μια σεμνή φυσιογνωμία του κομμουνιστικού κινήματος, που συνέδεσε το όνομά της με την εποποΐα του ΕΑΜ και τις πιο λαμπρές στιγμές της Εθνικής Αντίστασης.
Γεννήθηκε το 1905 στο Αμύνταιο της Φλώρινας, στα τελευταία χρόνα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μετά το θάνατό του, ο Δήμος της γενέτειράς του τίμησε τη μνήμη του, επιμελούμενος ένα ωριαίο ντοκιμαντέρ, αφιερωμένο στη ζωή και τη δράση του Θανάση Χατζή, απ’ το οποίο αντλούμε χρήσιμα στοιχεία για την προσωπική και πολιτική του διαδρομή. Ο ίδιος αγαπούσε πολύ την ιδιαίτερη πατρίδα του, κάτι που αντανακλάται και στο ψευδώνυμο «Αμύντας» που χρησιμοποίησε κατά την αντιστασιακή του δράση.
Η οικογένειά του ήταν σημαίνουσα στην πόλη και με αγωνιστικές παραδόσεις, καθώς ο πατέρας του Αλέξης Χατζής ήταν γραμματέας της Εθνικής Επιτροπής για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Φοίτησε στη γαλλική σχολή Θεσσαλονίκης, όπου ασπάστηκε τις μαρξιστικές ιδέες και επηρεάστηκε από την Οχτωβριανή Επανάσταση, για να κλειστεί στις φυλακές Επταπυργίου για τη δράση του, απ΄όπου απελευθερώθηκε μόνο χάρη στην παρέμβαση της οικογένειάς του. Οργανώθηκε στην ΟΚΝΕ και ήταν ηγετικό στέλεχος του φοιτητικού κινήματος στην Αθήνα, όπου σπούδασε αρχικά νομική, για να επιλέξει τελικά την οδοντιατρική.
Υπηρέτησε στο τάγμα ανεπιθύμητων του Καλπακίου, καθώς διέκοψε την φοίτησή του στη Σχολή Ευελπίδων, (όπου μπήκε μετά από παρότρυνση του συζύγου της αδελφής του) ενώ στη συνέχεια άνοιξε οδοντιατρείο στο Αμύνταιο, όπου ήταν ο μόνος οδοντίατρος για 20.000 κατοίκους. Στην περιοχή του ζούσαν πολλοί σλαβόφωνοι, που υπέστησαν μεγάλες διώξεις, όπως και ο ίδιος, που φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία, με βάση το Ιδιώνυμο. Ο ίδιος ήταν πυρηνάρχης των κομμουνιστών στελεχών, συμβάλλοντας στην οργάνωση του ιατρείου των φυλακών. Απελευθερώθηκε μαζί με τους σλαβόφωνους κρατούμενους, για να πάρει εκ νέου το δρόμο της εξορίας λίγο καιρό αργότερα. Υπηρέτησε ως γιατρός στον πόλεμο του ’40, όπου και τραυματίστηκε σοβαρά, αποσπώντας παράσημο για τη δράση του.
Μετά τη σύλληψη του Λευτέρη Αποστόλου – αδελφός της Ηλέκτρας – που ήταν ο πρώτος χρονικά γραμματέας του ΕΑΜ για τους πρώτους δυο μήνες μετά την ίδρυσή του, ο Θανάσης Χατζής τον αντικατέστησε, κι ανέλαβε να φέρει εις πέρας μια δύσκολη αποστολή: την εύρυθμη λειτουργία ενός διαρκώς διευρυνόμενου μετωπικού σχηματισμού, που βασιζόταν στην αρχή της ομοφωνίας, περιλαμβάνοντας ωστόσο πολιτικές δυνάμεις με διαφορετική στρατηγική στόχευση. Παράλληλα επιφορτίστηκε με το μεγαλύτερο μέρος των διερευνητικών επαφών για συνεργασία με διάφορες προσωπικότητες απ’ τα παλιά κόμματα, έχοντας την ευκαιρία να διαπιστώσει από πρώτο χέρι τη γενική απροθυμία του αστικού πολιτικού κόσμου να ηγηθεί ενεργά της Αντίστασης, καθώς προτιμούσε να λουφάξει περιμένοντας τους Άγγλους «απελευθερωτές» – με την ελευθερία να πέφτει σαν «ώριμο φρούτο» κι όχι σαν καρπός του ένοπλου λαϊκού αγώνα. Σύμφωνα με τον ιστορικό Ηλία Νικολακόπουλο, ένα σημαντικό μέρος της μαζικότητας του ΕΑΜ οφείλεται στην ακατάπαυστη δράση του Χατζή και των επαφών του.
Το Φλεβάρη του ’42 ιδρύεται ο Ε.Λ.Α.Σ. και ο Χατζής αναλαμβάνει πολιτικός καθοδηγητής του, κερδίζοντας το σεβασμό ακόμα και των αντιπάλων του, όπως οι Βρετανοί και ο ΕΔΕΣ. Θα συνεργαστεί μα το Δημήτρη Γληνό για τη συγγραφή του βιβλίου «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ», ενώ μαζί με το λογοτέχνη Δημήτρη Χατζή (που αργότερα προλόγισε και το γνωστότερο έργο του), το Δ. Καρβούνη και Κ. Βιδάλη, θα αποτελέσουν τη συντακτική ομάδα της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ». Ο Χατζής εκτός από σημαντική συγγραφική δεινότητα διέθετε και καλλιτεχνική κλίση, ως παίχτης βιολιού. Την ίδια εποχή θα γνωρίσει τη σύντροφό του Ηρώ Χατζημάρκου, με την οποία απέκτησαν ένα γιο. Εκλέχθηκε εθνοσύμβουλος στους Κορυσχάδες, με τη γυναίκα του να λέει πως ανατρίχιασε όταν τον είδε να ανεβαίνει στο βήμα, αν και ήταν παράνομος. Κέρδισε το βαθμό του αξιωματικού του ΕΛΑΣ, αλλά διαφώνησε με τη συμφωνία του Λιβάνου κι ως εκ τούτου παρέδωσε τα καθήκοντά του στα μέσα του ’44 στον Μήτσο Παρτσαλίδη, που είχε απελευθερωθεί την ίδια χρονιά. Έτσι δεν είχε ενεργό ανάμιξη από νευραλγική, στελεχική θέση στα γεγονότα της κρίσιμης περιόδου της απελευθέρωσης και των Δεκεμβριανών.
Εξελέγη στην ΚΕ του ΚΚΕ κατά το 7ο συνέδριο του κόμματος, δεύτερος σε ψήφους μετά τη Χρύσα Χατζιβασιλείου, αλλά μέσα στο 1945 συνελήφθη κι εξορίστηκε στην Ικαρία. Ακολούθησε το ΔΣΕ βγαίνοντας στο βουνό το 1947, όπου όμως τέθηκε σε διαθεσιμότητα στα τέλη του 1949, λόγω της κριτικής που ασκούσε, σε μια φάση απόλυτα κρίσιμη που απαιτούσε εκ των πραγμάτων μόνο απόλυτα πεπεισμένους συντρόφους. Η άποψη του τότε γγ Νίκου Ζαχαριάδη ήταν πως ο Χατζής είχε εγωιστικές τάσεις, για αυτό και δέχτηκε να αναλάβει κάποια καθήκοντα.
Ακολούθησε την πλειονότητα των μαχητών του ΔΣΕ στην Τασκένδη, μένοντας λίγο έξω από αυτήν, στην πόλη Τσιρτσίκ, όπου δούλεψε ως εργάτης τόρνου, συνεχίζοντας να διαφωνεί με την ηγεσία και να χαρακτηρίζεται “αντιζαχαριαδικός”, χωρίς ποτέ όμως να του αποδοθεί το στίγμα του «προδότη». Είχε χωριστεί από την οικογένειά του, καθώς η Ηρώ είχε συλληφθεί και φυλακιστεί από το αστικό καθεστώς στην Ελλάδα. Ο ίδιος είχε στείλει ένα παιχνίδι κάποτε στο γιο του με τις χώρες, το οποίο κρατήθηκε από την ασφάλεια γιατί θεωρήθηκε «ύποπτο», ενώ με την οικογένειά του επανασυνδέθηκε αργότερα, όταν ξαναμπήκε στην ΚΕ υπό την ηγεσία του Κολιγιάννη, μετά την καθαίρεση του Νίκου Ζαχαριάδη το 1956. Δούλεψε σε πολυκλινική ως οδοντίατρος, αλλά το 1957 διαγράφηκε οριστικά από το κόμμα και το 1968 εγκαθίσταται στα Σκόπια της ενωμένης τότε Γιουγκοσλαβίας. Κατά μία έννοια, φαίνεται να ακολουθεί παράλληλη πορεία με τον Μάρκο Βαφειάδη, χωρίς όμως να σχετίζεται με τη δική του μετέπειτα πορεία-κατάντια, καθώς στα γεράματά του εντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ.
Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, όταν και επαναπατρίστηκε στην Ελλάδα, ο Θανάσης Χατζής αφιερώνεται στη συγγραφή ιστορικών μελετών για τα μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν τον περασμένο αιώνα. Εμβληματική θέση στο έργο του έχει η πολύτομη (αρχικά τρίτομη κι ύστερα τετράτομη, συμπληρωμένη) ιστορία της Εθνικής Αντίστασης με τίτλο «Η Νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε.» Σε αυτήν ο Χατζής παραθέτει πλήθος εγγράφεων, αποφάσεων και ντοκουμέντων, φροντίζοντας κατά κανόνα να τεκμηριώνει τα συμπεράσματά του. Αποφεύγει τους αφορισμούς και την εύκολη λαθολογία, τη στοχοποίηση της ηγεσίας (αν και είναι σαφής η «συμπάθειά» του στο Γιώργη Σιάντο, αντιπαραθετικά προς την έλλειψη τόλμης του Γιάννη Ιωαννίδη). Και παρά τις αρκετές επιμέρους διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς για την προσέγγισή του, μας δίνει μια απ’ τις πιο πλήρεις κι αξιόλογες μονογραφίες γι’ αυτή την περίοδο.
Για τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ενδιαφέρον παρουσιάζει μια σύντομη αναφορά στο βιβλίο του Δ. Κουφοντίνα “Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη”, που συναντά σε πηγαδάκια τον παλαίμαχο κομμουνιστή και τον αντιμετωπίζει με σεβασμό, χωρίς αυτός φυσικά να έχει ενεργό πολιτική δράση ή οποιαδήποτε σχέση με την πολιτική πορεία και τις επιλογές του πρώτου.
Έφυγε από τη ζωή στις 16 Νοέμβρη 1982 και τάφηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών δυο μέρες αργότερα. Λίγο πριν πεθάνει, επισκέφτηκαν το βαριά άρρωστο Θανάση Χατζή ο τότε γγ του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης μαζί με τον Κώστα Λουλέ και το Βάσο Γεωργίου. Η κηδεία του ήταν πάνδημη, με 53 πούλμαν να καταφτάνουν από όλη την Ελλάδα και τα στεφάνια να κατακλύζουν το δρόμο. Ιδιαίτερα συγκινητικό και ξεχωριστό είναι το παρακάτω στιγμιότυπο από την κηδεία με τη σημαία του ΕΑΜ να προπορεύεται:

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ



Σαράντα πέντε χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και ξαναγυρνάμε στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης που αμφισβητούνταν οι νεκροί του, όπως έκανε με ανακοινώσεις του ο αντιπρόεδρος της Ν.Δ  Α. Γεωργιάδης,  απαξιώνονταν ο εορτασμός του, ενδεικτική η ανακοίνωση του Συνδέσμου Ιδιωτικών Σχολείων.
               Όλα αυτά τα χρόνια το θέμα του εορτασμού του Πολυτεχνείου εξακολουθεί να παραμένει ανοικτό, δηλ. τόσο η σημασία των γεγονότων  εκείνου του Νοέμβρη, όσο και ο  χαρακτήρας των εκδηλώσεων που εκ των υστέρων γίνονται. Κι είναι ίσως αυτό μια ένδειξη  πως  δεν έχει μετατραπεί  σε απλή μουσειακή, συγκινησιακή  εκδήλωση, αλλά  κάθε φορά μπορεί να συνδέεται με σύγχρονες αναζητήσεις και υπαρκτές κοινωνικές  και πολιτικές αντιθέσεις. Στον εορτασμό του κάθε χρονιά μάλιστα μπορούμε να ανιχνεύσουμε και προσανατολισμούς της κυρίαρχης πολιτικής. Έτσι από τον ενωτικό εορτασμό που επιδίωκε το ΠΑΣΟΚ όταν ήρθε στην εξουσία, χρίζοντας τον εαυτό του ως αυθεντικό του ερμηνευτή και συνεχιστή των αγώνων του 1973 που δικαιώθηκαν με την εκλογική του νίκη, φτάσαμε στους εορτασμούς των χρόνων της κρίσης που αντικαθιστούν  την ιστορική μνήμη με τη συγκίνηση και το μύθο στην καλύτερη περίπτωση ή την απαξιώνουν στη χειρότερη.
               Για χρόνια η εξέγερση του Πολυτεχνείου χρησιμοποιήθηκε για να μεταβαπτιστεί η παθητική αντίσταση μεγάλου τμήματος του πληθυσμού σε ενεργητική και, το κυριότερο, για να συμπεριληφθεί και ο αστικός κόσμος στην μάχιμη αντιστασιακή πραγματικότητα, όπου πρωτοστατούσαν αριστεροί, ως σύνολο και όχι μόνο μέσω μεμονωμένων προσωπικών πράξεων αντίστασης. Γι’  αυτό και η κυρίαρχη πολιτική σε κάθε επέτειο, πέρα από τις διαφωνίες για τη δικαίωση του αγώνα, σ’ αυτή τη μονοσήμαντη ανάγνωση της εξέγερσης του Πολυτεχνείου κατεύθυνε προβάλλοντας την ενότητα στόχων της εξέγερσης. Και κάπως έτσι δικαιώνονταν ιδεολογικά και οι εξουσίες του αστικού  κράτους που  οικοδομούνταν μεταπολιτευτικά. Και μ’ αυτόν τον ιδεολογικό μηχανισμό, της αντίστασης σύσσωμου του ελληνικού λαού, από κομμουνιστές έως και μεγαλόσχημους μεγαλοαστούς, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις της μεταπολίτευσης πραγματοποίησαν τις δέουσες ανακατατάξεις και ανανεώσεις.
               Κοντά λοιπόν μισό αιώνα από την εξέγερση, οι θέσεις και στάσεις  απέναντι της τόσο της κυρίαρχης πολιτικής όσο και δημόσιων προσώπων που φιλοδοξούν με …αντικειμενικότητα να ποδηγετούν ιδεολογικά πλατιά τμήματα του πληθυσμού είναι ενδεικτικές των στόχων και σκοπιμοτήτων τους. Ιδιαίτερα αισθητό είναι  στα χρόνια της κρίσης, όταν στην αναζήτηση υπευθύνων  γι’ αυτή ενοχοποιήθηκε η περίφημη γενιά του Πολυτεχνείου, με επιχείρημα την ιδιοτέλεια του βίου και πολιτείας κάποιων πρωταγωνιστών της εξέγερσης, ενώ χρόνο το χρόνο πολλοί διανοούμενοι και πολιτικοί επιδίδονται στον αγώνα τον καλό της απαξίωσης, πλαγίως και  εμμέσως ακόμη,  της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Από τον καθηγητή  του πανεπιστημίου της Οξφόρδης Σ. Καλύβα που με …αντικειμενικότητα χρεώνει στο Πολυτεχνείο την ανάληψη της εξουσίας από «την πολύ ακραία ομάδα του Δημητρίου Ιωαννίδη» μέχρι τις παλινωδίες του Α. Γεωργιάδη σχετικά με την ύπαρξη νεκρών στο Πολυτεχνείο.
               Κι αναρωτιέται κανείς για τις σκοπιμότητες αυτής της απαξίωσης, που ακόμα δεν τολμά να εμφανίζεται χωρίς μεταμφίεση. Γιατί αν η εξέγερση του Πολυτεχνείου  αποκρυστάλλωσε την αντίθεση μεγάλων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας με τη χούντα, με τη νεολαία των πανεπιστημίων στην πρωτοπορία, που εμφορούνταν ίσως από διαφορετικές πολιτικές ιδεολογίες με τις περισσότερες σε αναφορά προς τον Μαρξ, και αν σ’ αυτό συμμετείχαν και επαναστάτες ή ακούστηκαν αιτήματα βαθύτερης ανατροπής, όμως το περιεχόμενο της εξέγερσης είχε στο κέντρο της την πτώση της χούντας και  την αποκατάσταση της αστικής δημοκρατίας, διαφορετικής από εκείνη του παρελθόντος με τις φυλακές και τα ξερονήσια. Και είναι αντιφατικό, αυτοί  που φροντίζουν τις σκοτεινές εποχές να επιβιώνουν με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες  να ψέγουν όσους τολμούν να ριψοκινδυνέψουν, γιατί δεν ολοκλήρωσαν την επανάσταση, στην οποία οι ίδιοι σε κάθε περίπτωση είναι εχθρικοί.
 Δεν υπήρξε γενιά πολυτεχνείου παρά μόνο επειδή συνέπεσε ηλικιακά με την εξέγερση. Ούτε όλοι οι φοιτητές συμμετείχαν ούτε όλοι οι νέοι ήταν επαναστάτες. Κι αν στη χώρα μας προείχε η πτώση της δικτατορίας, όπου πρωτοστάτησε η νεολαία αυτό δεν είχε να κάνει απλώς με την ηλικία. Και στα κινήματα εκείνης της δεκαετίας σ’ Ευρώπη και Αμερική ήταν πρωτοπορία οι φοιτητές, δηλ.  τα παιδιά των μεγάλων και μικρών αφεντικών, των μεσαίων στρωμάτων και μερικών εργατικών στρωμάτων, που η αστική κοινωνία της ευημερίας, επειδή οι ανάγκες για εξειδικευμένο προσωπικό αυξάνονταν, δεν εμπόδισε τη δίψα τους για μόρφωση, που στην πραγματικότητα μεταφραζόταν σε ένα μεγάλο ποσοστό σε δίψα για κοινωνική θέση. Μόνο που η διάψευση των ελπίδων  για την ύπαρξη εγγύησης ίσων ευκαιριών από το αστικό κράτος και η  συνειδητοποίηση για τις άχρηστες αυταπάτες πως η μόρφωση είναι το μέσο  απελευθέρωσης από την ταξική σκλαβιά ενώ αποτελεί παγίδα για εξάρτηση και υποταγή από την αστική εξουσία, τροφοδότησαν τα κινήματα αυτά. Και έτσι δημιουργήθηκε και  ψευδαίσθηση της εισόδου των φοιτητών σαν συστατικό στοιχείο  των τάξεων που έρχονται σε ρήξη με την αναπτυγμένη καπιταλιστική κοινωνία.  
Και στη χώρα μας, της χούντας με την εθνικοφροσύνη και την άγρια καταστολή,  με τη νεολαία που αναγκάζεται σε μετανάστευση ή εξωθείται στο περιθώριο, λόγω πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων, να μην βλέπει κάποια ελπίδα στο μέλλον της, η εξέγερσή της ήταν και πιο επικίνδυνη, κυριολεκτικά για τους συμμετέχοντας ζήτημα ζωής και θανάτου. Κι ήταν  οι κοινωνικοί όροι ύπαρξης των λαϊκών στρωμάτων απ’ όπου προέρχονταν η πλειοψηφία των εξεγερμένων που τροφοδοτούσαν την έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια που πήρε σε συγκεκριμένες συνθήκες εκρηκτικές διαστάσεις.
Γι’ αυτό  δεν είναι συμπτωματικό που αυτή η εξέγερση συνδυάστηκε με τους αγώνες της αριστεράς από τα χρόνια του ΕΑΜ και όλη τη μεταπολεμική περίοδο τροφοδοτώντας μια πολιτική ριζοσπαστικότητα. Γι’ αυτό και η απαξίωση του Πολυτεχνείου στοχεύει, αποκόπτοντας το από την αγωνιστική παράδοση, στο ίδιο το στοιχείο της εξέγερσης, που ξεπερνάει κάθε θεσμοποίηση και υπάρχει πάντα κίνδυνος κάθε επέτειος του Πολυτεχνείου να γίνει εφαλτήριο για έκφραση όχι απλώς  νέων προβληματισμών  αλλά και νέων αγώνων.

Η πολιτική τους θερίζει ζωές


Τουλάχιστον 15 εργάτες και εργάτριες στους ΟΤΑ έχουν χάσει τη ζωή τους από το καλοκαίρι του 2017 μέχρι σήμερα. Δέκα εργάζονταν στην καθαριότητα, οι τέσσερις ήταν συμβασιούχοι και δύο δούλευαν σε εργολάβο. Εκατοντάδες άλλοι έχουν τραυματιστεί, λιγότερο ή περισσότερο σοβαρά. Πολλοί ακόμα χτυπιούνται από επαγγελματικές ασθένειες, για τις οποίες δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός καταγραφής ή πρόληψης.
Η πραγματικότητα αυτή δεν διαμορφώνεται τυχαία, ούτε είναι «αποκλειστικότητα» των ΟΤΑ. Οι εργαζόμενοι βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωποι με την έλλειψη μέτρων για την Υγεία και την Ασφάλεια, που συνιστούν «κόστος» για την εργοδοσία και το κράτος, γι' αυτό τα αποφεύγουν. Οι ελλείψεις αυτές, σε συνδυασμό με την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και την εντατικοποίηση της δουλειάς, με τους αντεργατικούς νόμους της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων, βάζουν σε κίνδυνο την ασφάλεια, ακόμα και τη ζωή των εργαζομένων.
Ο κλάδος των ΟΤΑ, όπου η «ευελιξία» χτυπάει «κόκκινο», το επιβεβαιώνει περίτρανα. Επιπλέον, η προσωρινότητα της απασχόλησης για έναν μεγάλο αριθμό εργαζομένων στην Τοπική Διοίκηση αυξάνει την εργασιακή ανασφάλεια και τους καθιστά περισσότερο ευάλωτους στις εργοδοτικές πιέσεις, διευκολύνει την εντατικοποίηση της εργασίας.
Εργαζόμενοι με αυτές τις μορφές αναλαμβάνουν δουλειές χωρίς εκπαίδευση, πολλές φορές όχι σε αντικείμενα για τα οποία προσλήφθηκαν. Επιβαρυντικοί παράγοντες είναι ακόμα η έλλειψη προσωπικού, η 24ωρη λειτουργία υπηρεσιών, η νυχτερινή εργασία, τα κυκλικά ωράρια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο νεκρός εργαζόμενος στην καθαριότητα του δήμου Ασπρόπυργου. Παρά το γεγονός ότι ήταν κωφός, του ανατέθηκε εργασία σε πόστο με αυξημένους κινδύνους, καθώς απασχολούνταν σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας με πολλά ατυχήματα.
* * *
Η μετατροπή των χώρων δουλειάς σε «παγίδες θανάτου» είναι παράγωγο της αντεργατικής νομοθεσίας που διαμόρφωσαν οι προηγούμενες και η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, με κριτήριο τα κέρδη του κεφαλαίου, αλλά και τη λειτουργία των δήμων με ιδιωτικοοικονομικά - ανταποδοτικά κριτήρια. Νόμοι του κράτους, όπως το χτύπημα της μόνιμης και σταθερής δουλειάς, η επέκταση των προσωρινών και ελαστικών μορφών απασχόλησης, το τσάκισμα του κατώτατου μισθού, η εντατικοποίηση, η διευκόλυνση των απολύσεων, που δίνουν αέρα στα πανιά της εργοδοσίας, είναι παράγοντες που συντελούν στην αύξηση των «ατυχημάτων».
Η συντριπτική πλειοψηφία των δημοτικών αρχών, οι δήμαρχοι των ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και διάφοροι που δηλώνουν δήθεν «ανεξάρτητοι», είτε στηρίζουν είτε δεν αμφισβητούν αυτή την αντιλαϊκή πολιτική. Γι' αυτό τους βαραίνουν μεγάλες ευθύνες, που πρέπει να τους αποδοθούν από τους εργαζόμενους. Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, όπως και οι προηγούμενες, κρατά υποβαθμισμένες και αποδυναμωμένες τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες για τον έλεγχο των μέτρων Υγείας και Ασφάλειας, προωθεί την αντίληψη της ταξικής συνεργασίας, κουκουλώνει την ευθύνη των εργοδοτών.
Ακόμα πιο πέρα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ προσπαθεί να αφοπλίσει και να χειραγωγήσει το εργατικό κίνημα, για να θωρακίσει το κεφάλαιο από τις αντιδράσεις και τις δίκαιες διεκδικήσεις των εργαζομένων για καλύτερες συνθήκες δουλειάς, αυξήσεις στους μισθούς, μόνιμη και σταθερή εργασία. Χτύπησε παραπέρα το δικαίωμα στην απεργία, σε συνεργασία με τις δυνάμεις του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, στέλνει το «συνδικαλιστικό» της Ασφάλειας και τις δυνάμεις καταστολής στα συνδικάτα. Την ίδια ώρα, η αστική Δικαιοσύνη βγάζει παράνομες τη μία μετά την άλλη τις απεργίες.
Δεν χωρούν επομένως εφησυχασμός και αυταπάτες. Αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι να δυναμώσει ο αγώνας για δουλειά με σύγχρονα δικαιώματα και ανάκτηση των απωλειών, για την προστασία της υγείας και της ζωής στην εργασία, για μέτρα ασφάλειας. Να δυναμώσει η πάλη για τις σύγχρονες ανάγκες, ενάντια στους φορείς και τα όργανα της πολιτικής που θερίζει ζωές και σμπαραλιάζει την υγεία των εργαζομένων στους ΟΤΑ και σε κάθε άλλο χώρο δουλειάς.

Χ. Μ.

Ελεεινοί...




Το ένθετο της «Εφημερίδας των Συντακτών», «Οι Γενικοί Γραμματείς του ΚΚΕ - μέσα από τους φακέλους της Ασφάλειας», περιέχει ένα κατάπτυστο κείμενο με τον τίτλο «Δεν υπάρχουν στοιχεία για Παπαρήγα - Κουτσούμπα».
Αυτήν την πολιτική αλητεία δεν την χρεώνονται μόνο ο Γ. Πετρόπουλος και οι υπόλοιποι συντάκτες. Τη χρεώνεται ως συνυπεύθυνη και η ΣΥΡΙΖΑίικη «Εφημερίδα των Συντακτών».
Οι προβοκάτορες θέτουν το εξής ερώτημα: «Γιατί καταστράφηκε ο δικός της φάκελος (σ.σ. της Αλ. Παπαρήγα), ενώ σώθηκαν φάκελοι στελεχών του κόμματος που βρίσκονταν σε κατώτερη κομματική βαθμίδα απ' αυτήν;».
Αυτήν τη βρωμιά τη συμπληρώνουν οι ίδιοι, γράφοντας: «Εξίσου παράδοξο είναι το γεγονός ότι στα Αρχεία της Ασφάλειας (...) το όνομα της Αλέκας Παπαρήγα δεν βρίσκεται πουθενά. Ούτε καν σε καταστάσεις απαγόρευσης αποδημίας στο εξωτερικό. Κι ενώ τα χτυπήματα στις οργανώσεις του ΚΚΕ είναι απανωτά, πουθενά δεν εμφανίζεται ως ύποπτη για σχέση με τον παράνομο κομματικό μηχανισμό. Ενα τρίτο παράδοξο στην υπόθεση αυτή είναι ότι έχουν καταστραφεί και οι φάκελοι των άμεσων συγγενών της Αλέκας Παπαρήγα, όπου ενδεχομένως θα είχαν περάσει πληροφορίες και για τη δική της δράση. Δεν υπάρχει ο φάκελος του πεθερού της Μήτσου Παπαρήγα, κορυφαίου κομματικού και συνδικαλιστικού στελέχους του ΚΚΕ που δολοφονήθηκε το 1949 στην Ασφάλεια· δεν υπάρχει ο φάκελος του πατέρα της Νίκου Δρόσου, ο οποίος είχε κάνει σπουδαίους αγώνες· δεν υπάρχει ο φάκελος του συζύγου της, του αείμνηστου Θανάση Παπαρήγα...».
Αφού, λοιπόν, οι συντάκτες επιδίδονται σε τέτοια εμετικά, βρώμικα και απαράδεκτα, βάζουν και μία παρένθεση, για να έχουν κάποιο φτηνό άλλοθι. Γράφουν: «Δείχνει την προχειρότητα με την οποία επελέγησαν οι φάκελοι που σώθηκαν»...
Οι προβοκάτορες κάνουν λόγο και για την καταστροφή του φακέλου του Δημήτρη Κουτσούμπα, που όμως τη βρίσκουν πιο... λογική λόγω ηλικίας! Δηλαδή, και γι' αυτήν τίθεται κατά την άποψή τους θέμα, αλλά ...όχι και τόσο. Απλώς, λιγότερο!
Το ΚΚΕ έχει δεχτεί σε όλη την Ιστορία του άπειρα βρώμικα χτυπήματα. Τα αντιμετώπισε και οι κατά καιρούς προβοκάτορες πήραν τη θέση που τους αξίζει. Οι σημερινοί πιστεύουν άραγε ότι θα την αποφύγουν; Είναι βαθιά νυχτωμένοι.

Συνεχίζουμε, θα νικήσουμε!




Το ΚΚΕ, το Κόμμα μας γιορτάζει από το περασμένο Σάββατο τον έναν αιώνα ζωής και δράσης. Ενας γιορτασμός που ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια και τώρα κορυφώνεται, μετά από εκατοντάδες πολύμορφες πρωτοβουλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Γιορτάζουμε μαχητικά με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, αντλώντας δύναμη από την ηρωική μας Ιστορία.
Οργανώνοντας μια πλατιά εξόρμηση στους εργαζόμενους, στο λαό, στους τόπους δουλειάς και στις συνοικίες. Από το πρωί του Σαββάτου 17 Νοέμβρη, μέρα που πριν από έναν αιώνα ξεκινούσε το Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ, οι Οργανώσεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ δίνουν τη μάχη της διακίνησης του επετειακού «Ριζοσπάστη» με το ειδικό ένθετο, που περιέχει τα πρακτικά αυτού του ιστορικού Συνεδρίου.
Μια εξόρμηση που ακόμα συνεχίζεται, με στόχο να είναι δεκάδες χιλιάδες τα λαϊκά σπίτια που θα φτάσουμε και θα ανοίξουμε τη συζήτηση.
Με την εξόρμηση αυτή φιλοδοξούμε να έρθουμε σε επαφή με νέες δυνάμεις, αλλά και να επικοινωνήσουμε με εργατόκοσμο που προβληματίζεται έντονα, που τα προηγούμενα χρόνια πίστεψε ότι μια κυβερνητική εναλλαγή στο πλαίσιο της σημερινής εξουσίας θα μπορούσε να αλλάξει την πορεία, να τους καλέσουμε σήμερα «να κάνουν τη διαφορά», συσπειρωμένοι με το ΚΚΕ.
Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν τη σύγχρονη στρατηγική του ΚΚΕ, και σήμερα πιο εύκολα μπορεί να καταλάβουν περισσότεροι εργαζόμενοι ότι το Κόμμα μας είναι το μοναδικό τους αποκούμπι και η ενίσχυσή του ο μόνος δρόμος για να ενισχυθεί η πάλη τους.
Γιορτάζουμε, δίνοντας τον καλύτερό μας εαυτό για να υλοποιήσουμε τους υψηλούς μας στόχους. Να ανταποκριθούμε στο καθήκον της ισχυροποίησης του ΚΚΕ παντού, με νέες δυνάμεις και Οργανώσεις καταρχάς μέσα στους τόπους δουλειάς. Δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό για να αλλάξουν οι συσχετισμοί μέσα στα συνδικάτα, για να χάνει δυνάμεις ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός και να δυναμώνει η γραμμή της σύγκρουσης με την εργοδοσία, το κράτος, τις κυβερνήσεις και τις ενώσεις τους, να χειραφετούνται διαρκώς εργατικές δυνάμεις από το σύστημα και τους μηχανισμούς του, για να ανασυντάσσεται το εργατικό κίνημα. Για να στεριώνει με περισσότερες δυνάμεις η κοινωνική συμμαχία ανάμεσα στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου.
Γιορτάζουμε, δίνοντας τη μάχη για να απορρίψουν μαζικά οι εργαζόμενοι τη λογική του «μικρότερου κακού» και τον εφησυχασμό που καλλιεργεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ τόσο σε ό,τι αφορά την καπιταλιστική ανάπτυξη, που τσακίζει τα εργατικά δικαιώματα, όσο και την εμπλοκή της στους δολοφονικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Για να δυναμώσει ο αγώνας για να κλείσουν οι βάσεις του θανάτου, για να μην εμπλέκεται η Ελλάδα στα θανατηφόρα σχέδια των ιμπεριαλιστικών οργανισμών.
Ολη αυτή η βδομάδα, μέχρι τη μεγάλη πολιτική - πολιτιστική εκδήλωση του ΚΚΕ στο ΣΕΦ για τα 100χρονα του Κόμματος, θα είναι αφιερωμένη από τις Κομματικές και ΚΝίτικες Οργανώσεις στη μεγάλη επέτειο.
Συνεχίζουμε, λοιπόν, με την αισιοδοξία που διακρίνει τους κομμουνιστές, η οποία πηγάζει από την κοσμοθεωρία μας, από την πίστη στο δίκιο της εργατικής τάξης. Με βαθιά πεποίθηση ότι ο νέος μας αιώνας θα συμπέσει με τις νέες επαναστατικές εφόδους της εργατικής τάξης, κλιμακώνουμε τις προσπάθειές μας για να αφήσει η 100ή επέτειος του ΚΚΕ μια ακόμα πολύτιμη παρακαταθήκη σε αυτήν τη συγκλονιστική πορεία.

TOP READ