[...]
Είναι γεγονός ότι είναι σχετικά πιο εύκολα κατανοητός ο άδικος, ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας του πολέμου από την εργατική τάξη της χώρας που επιτίθεται, αν και αυτό δεν εκφράστηκε στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ομως γίνεται πιο δύσκολα αντιληπτός για την εργατική τάξη της χώρας που δέχεται την επίθεση ότι ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος αφορά και τις δύο πλευρές.
Δεν γίνεται κατανοητό ότι και ο επιτιθέμενος και ο αμυνόμενος διεξάγουν άδικο ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Αν π.χ. η Ελλάδα δεχτεί στρατιωτική επίθεση και εμπλακεί σε πόλεμο, η αστική τάξη της Ελλάδας θα ευθύνεται για την ιμπεριαλιστική επίθεση, γιατί αυτός ο πόλεμος θα αποτελέσει συνέχεια της πολιτικής συμμετοχής στο μοίρασμα των αγορών, των πηγών ενέργειας κλπ., της ενεργητικής συμμετοχής στις στρατιωτικές-πολιτικές συμμαχίες και επεμβάσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ που ακολουθούσε σε «ειρηνική περίοδο».
Συνεπώς το αν ένας πόλεμος είναι δίκαιος ή άδικος δε σχετίζεται με το αν είναι αμυντικός ή επιθετικός (με την κυριολεξία των όρων), αλλά με το ποιας πολιτικής συνέχεια αποτελεί: «Σαν να βρίσκεται η ουσία στο ποιος επιτέθηκε πρώτος, και όχι ποιες είναι οι αιτίες του πολέμου, οι σκοποί που ο πόλεμος βάζει μπροστά του και οι τάξεις που τον διεξάγουν»22.
Το όφελος της εργατικής τάξης στις συνθήκες ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου δεν μπορεί παρά να βρίσκεται στην ήττα και την ανατροπή της αστικής τάξης της χώρας της, σημείωνε ο Λένιν: «Σ’ έναν αντιδραστικό πόλεμο μια επαναστατική τάξη δεν μπορεί παρά να εύχεται την ήττα της κυβέρνησής της. Αυτό είναι αξίωμα. Και το αξίωμα αυτό αμφισβητούν μόνο οι συνειδητοί οπαδοί ή οι ανίκανοι υπηρέτες των σοσιαλσωβινιστών»23.
Το επαναστατικό εργατικό κίνημα δεν είναι αδιάφορο στο ενδεχόμενο ξένης εισβολής ή κατοχής, δεν είναι αμέτοχο στην αντίσταση. Αντίθετα πρωτοστατεί στην εργατική λαϊκή πάλη, οργανώνοντας τη δική του ένοπλη δράση, ώστε η έξοδος από τον πόλεμο να οδηγήσει στη νίκη της εργατικής εξουσίας.
Εργατική τάξη και αστική τάξη πολεμούν σε διαφορετικά μετερίζια. Για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα ο πόλεμος και η κατοχή είναι προέκταση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, γέννημα της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας του κεφαλαίου.
Η εργατική τάξη παλεύει ενάντια στην εξαθλίωση, την καταπίεση και βία του κατακτητή, την ένταση της εκμετάλλευσης, ενάντια στις διεθνείς ιμπεριαλιστικές συμφωνίες. Η δική της «πατρίδα» είναι μια πατρίδα απαλλαγμένη από τους κεφαλαιοκράτες, έξω από τους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς, μια πατρίδα όπου εκείνη θα είναι ιδιοκτήτης του πλούτου που παράγει, που εκείνη θα βρίσκεται στην εξουσία.
Ο πόλεμος της αστικής τάξης για τη δική της «πατρίδα» -ανεξάρτητα από το αν συμμαχεί με την ξένη κατοχή ή αντιστέκεται σε αυτή- και πάλι θα γίνει για τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων, για την αποκατάσταση μιας συμφωνίας στο μοίρασμα των αγορών που θα συμφέρει τα εθνικά μονοπώλια κι όχι για τα εργατικά-λαϊκά συμφέροντα.
[...]
Σε ενδεχόμενο εμπλοκής της Ελλάδας σε πόλεμο η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα θα πρέπει να «πάρουν στα χέρια τους» την κατάσταση, να κάνουν δική τους υπόθεση την έξοδο από τον πόλεμο, καλώντας και την εργατική τάξη της επιτιθέμενης χώρας να πράξει το ίδιο, στρέφοντας την προσοχή και τα όπλα τους ενάντια στον πραγματικό τους εχθρό, στις αστικές τάξεις των χωρών τους, προκειμένου να πάρει ο πόλεμος αυτός χαρακτηριστικά ταξικής αναμέτρησης για την απελευθέρωση και των δύο λαών από την εκμετάλλευση. Ετσι θα εκφραστεί ο προλεταριακός διεθνισμός, η ταυτόχρονη συνεννόηση με το επαναστατικό κίνημα σε άλλες χώρες.
[...]
Το ζήτημα της πατρίδας -θα απαντήσουμε εμείς στους οπορτουνιστές- δεν μπορεί να το βάζει κανείς, αγνοώντας το συγκεκριμένο ιστορικό χαρακτήρα του δοσμένου πολέμου. Ο πόλεμος αυτός είναι ιμπεριαλιστικός, δηλ. πόλεμος της εποχής του πιο ανεπτυγμένου καπιταλισμού, της εποχής του τέλους του καπιταλισμού. Η εργατική τάξη πρέπει στην αρχή “να συγκροτηθεί μέσα στα εθνικά πλαίσια“, λέει το “Κομμουνιστικό Μανιφέστο” που τονίζει παράλληλα τα όρια και τους όρους με τους οποίους αναγνωρίζουμε την εθνότητα και την πατρίδα σαν αναγκαίες μορφές του αστικού καθεστώτος, συνεπώς και της αστικής πατρίδας. Οι οπορτουνιστές διαστρεβλώνουν αυτή την αλήθεια, γιατί εκείνο που είναι σωστό για την εποχή της εμφάνισης του καπιταλισμού το μεταφέρουν στην εποχή του τέλους του καπιταλισμού»24.
[...]
Πώς μπορεί άραγε να είναι επαναστατικός και ριζοσπαστικός ο αγώνας ενάντια στον πόλεμο, κατά το Λένιν όχι «κούφια και χωρίς περιεχόμενο αναφώνηση […] όταν με τον αγώνα αυτόν δεν εξυπακούεται επαναστατική δράση κατά της κυβέρνησης και στη διάρκεια του πολέμου; Φτάνει να το σκεφτείς λιγάκι για να το καταλάβεις. Επαναστατική δράση όμως ενάντια στην κυβέρνησή σου στη διάρκεια του πολέμου σημαίνει, αναμφισβήτητα, αναντίρρητα, όχι μόνο να εύχεσαι να ηττηθεί η κυβέρνησή σου, αλλά και να συμβάλλεις έμπρακτα σ’ αυτήν την ήττα»28.
[...]
Πηγή: ΚΟΜΕΠ, #6/2012 (αποσπάσματα)Παραπομπές:
22. Β. Ι. Λένιν: «Ανοιχτό γράμμα προς τον Μπόρις Σουβάριν», «Απαντα», τ. 30, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 265.
23. Β. Ι. Λένιν: «Για την ήττα της κυβέρνησης της χώρας σου στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο», «Απαντα», τ. 26, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 291.
24. Β. Ι. Λένιν: «Η κατάσταση και τα καθήκοντα της Σοσιαλιστικής Διεθνούς», «Απαντα», τ. 26, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 36-37.
28. Β. Ι. Λένιν: «Για την ήττα της κυβέρνησης της χώρας σου στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο», «Απαντα», τ. 26, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 291.
Υ.Γ.
Το παραπάνω αφιερώνεται στον εθνικιστικό παροξυσμό των ημερών