Η
πορεία και η κατάληξη της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ αποτελεί
αναμφισβήτητα ένα από τα πιο διδακτικά παραδείγματα για όσους διατηρούν
ακόμα αυταπάτες σχετικά με τη δυνατότητα φιλολαϊκής διακυβέρνησης στο
έδαφος του καπιταλισμού. Βοηθά να κατανοηθεί και να μελετηθεί πώς η
άρχουσα τάξη χειραγώγησε τη λαϊκή δυσαρέσκεια με την προπαγανδιστική
μυθοπλασία σχετικά με τη δυνατότητα να υπάρξει φιλολαϊκή έξοδος από την
κρίση, με την ανάδειξη μιας «αντιμνημονιακής», «αριστερής» κυβέρνησης.
Η
απατηλή προσδοκία των λαϊκών στρωμάτων για το θετικό αποτέλεσμα της
υποτιθέμενης «σκληρής διαπραγμάτευσης» με την ΕΕ και το ΔΝΤ
καλλιεργήθηκε συστηματικά πριν και μετά από τις προηγούμενες βουλευτικές
εκλογές. Ωστόσο, η αλυσίδα των πραγματικών γεγονότων με την υπογραφή
της αρχικής συμφωνίας του Φλεβάρη, την «πρόταση Τσίπρα των 47 σελίδων»,
την ψήφιση από τη Βουλή της Σύμβασης Δανειοδότησης από τον Ευρωπαϊκό
Μηχανισμό Στήριξης και του νέου μνημονίου, βοήθησε αντικειμενικά στην
αποκάλυψη του ρόλου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, για τον οποίο έγκαιρα
είχε προειδοποιήσει το ΚΚΕ. Απέδειξε ότι η εναλλαγή πολιτικών δυνάμεων
στην αστική διακυβέρνηση, με όποια ριζοσπαστικά συνθήματα κι αν
εμφανίζονται, όχι μόνο δεν πλήττει, αλλά θωρακίζει την κυριαρχία της
αστικής τάξης.
Στην
πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο στον αφοπλισμό του
λαϊκού κινήματος και στη διαμόρφωση κλίματος ταξικής συνεργασίας πριν
αναλάβει την αστική διακυβέρνηση το Γενάρη του 2015. Όλο το προηγούμενο
διάστημα αποπροσανατόλιζε με συστηματικό τρόπο το λαό από τη στόχευση
του πραγματικού αντιπάλου της αστικής τάξης και της ΕΕ που την στηρίζει.
Η φρασεολογία για ρήξη και ανατροπή των μνημονιακών κυβερνήσεων, της
τρόικας, της γερμανικής πολιτικής του Σόιμπλε, συσκότιζε τον πραγματικό
ένοχο, τα μονοπώλια, τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Έκρυβε ότι η
πολιτική των μνημονιακών στην πραγματικότητα εξειδίκευε στις ελληνικές
συνθήκες βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης τις βασικές κατευθύνσεις θωράκισης
της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων που εφαρμόζονται σ’ όλα
τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Με το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης που εμφάνιζε ως
ριζοσπαστική γραμμή την υιοθέτηση ορισμένων μέτρων στοιχειώδους
ανακούφισης και επιβίωσης των κοινωνικών ομάδων που βρίσκονταν στα όρια
της ακραίας φτώχειας και την οπισθοχώρηση και αναδίπλωση του κινήματος,
εδραίωσε τη μείωση των απαιτήσεων των λαϊκών στρωμάτων για ανάκτηση των
μεγάλων απωλειών που είχαν την περίοδο της κρίσης.
Η
περίοδος της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσε για μια ακόμα φορά
ότι για το σφαγιασμό των λαϊκών δικαιωμάτων, την προώθηση των αντιλαϊκών
αναδιαρθρώσεων, συμφωνούν και βαδίζουν μαζί οι αστικές τάξεις της ΕΕ
και των ΗΠΑ, παρά τις διαφορές των συμφερόντων τους που έχουμε
εκτεταμένα αναλύσει στην αρθρογραφία της ΚΟΜΕΠ.
Τόσο
οι φίλοι της αστικής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, ο Ομπάμα και ο Ολάντ, όσο
και οι προβαλλόμενοι ως αντίπαλοι, όπως ο Σόιμπλε, απαιτούσαν με μια
φωνή να επιταχυνθούν τα αντιλαϊκά μέτρα που υπηρετούν τις ανάγκες και
τις απαιτήσεις του κεφαλαίου. Έτσι φτάσαμε στην υπογραφή του νέου
«Μνημονίου Τσίπρα» που αποτελεί την κατάληξη της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ -
ΑΝΕΛ.
Οι
αναδιαρθρώσεις στην αγορά εργασίας, οι ιδιωτικοποιήσεις, οι
«απελευθερώσεις» στρατηγικών τομέων της οικονομίας, η φοροαφαίμαξη των
μισθωτών και των αυτοαπασχολούμενων, οι περικοπές στις συντάξεις και
στις κρατικές δαπάνες κοινωνικής πολιτικής αποτελούν τον κοινό τόπο σ’
όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Το
πραγματικό αποτέλεσμα της «πρώτης φοράς αριστερά» στη διακυβέρνηση
είναι ασήκωτα νέα βάρη στην πλάτη του λαού, τα οποία έρχονται να
προστεθούν στις υποχρεώσεις των προηγούμενων μνημονίων που η συμφωνία
προβλέπει ότι θα τηρηθούν αυστηρά και απαρέγκλιτα.
Αυτή
ήταν η μεγάλη προσφορά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην αστική τάξη. Να
περάσει η νέα αντιλαϊκή επίθεση με τη μικρότερη δυνατή λαϊκή αντίσταση,
με κλίμα κοινωνικής ανοχής που δε θα μπορούσε να διασφαλίσει η
προηγούμενη συγκυβέρνηση.
Με
την προκήρυξη των νέων πρόωρων εκλογών ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να προσφέρει
τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην αστική εξουσία, προβάλλοντας ως
διακύβευμα την επιλογή της κατάλληλης αστικής κυβέρνησης για να
εφαρμόσει με τον πιο ανώδυνο τρόπο τη νέα συμφωνία και την πολιτική
φθηνότερης εργατικής δύναμης, προσδοκώντας ανάκαμψη από την κρίση εντός
της ΕΕ. Στον εγκλωβισμό της λαϊκής αναζήτησης σ’ αυτήν την κατεύθυνση
συμβάλλουν αποφασιστικά η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το ΠΟΤΑΜΙ.
Το
σκηνικό συμπληρώνεται με την εμφάνιση της «Λαϊκής Ενότητας» (πρώην
«Αριστερή Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ»), ώστε να καλυφτεί το κενό της άσφαιρης
«αντιμνημονιακής» αντιπολίτευσης για την παγίδευση της λαϊκής
αγανάκτησης εντός των τειχών της εξουσίας του κεφαλαίου. Ας δούμε όμως
αναλυτικά και συγκεκριμένα ποιο μέλλον επιφυλάσσει στα λαϊκά στρώματα η
συμφωνία που υπέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν την προκήρυξη των νέων εκλογών.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΑΝΕΙΑΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ «ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ ΤΣΙΠΡΑ»
Το
«Μνημόνιο Τσίπρα» αποτελεί οργανική συνέχεια και ολοκλήρωση των
προηγούμενων μνημονίων –όπως άλλωστε αναφέρει ρητά και το ίδιο το
κείμενο– υλοποιεί βασικές κατευθύνσεις της ΕΕ όπως καταγράφονται σε όλα
τα βασικά ντοκουμέντα της.
Η νέα συμφωνία δομείται γύρω από τους ακόλουθους βασικούς άξονες:
α)
Τη διασφάλιση της «δημοσιονομικής βιωσιμότητας», β) την εξασφάλιση της
«χρηματοπιστωτικής σταθερότητας», γ) την προώθηση της «ανάπτυξης, της
ανταγωνιστικότητας και των επενδύσεων» και δ) την προώθηση ενός
«σύγχρονου κράτους». Αναφέρεται χαρακτηριστικά πως «θα απαιτηθεί η
συνεχής εφαρμογή των συμφωνημένων πολιτικών επί πολλά έτη».
Μπορούμε να κωδικοποιήσουμε το περιεχόμενο της συμφωνίας ως ακολούθως:
1. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Βασικά
στοιχεία της νέας συμφωνίας αναφορικά με το φορολογικό είναι από τη μία
η αυξημένη επιβάρυνση των λαϊκών στρωμάτων από άδικους έμμεσους φόρους
και από την άλλη η μονιμοποίηση και διεύρυνση του συνόλου της
φοροεπιδρομής στα λαϊκά εισοδήματα που δρομολογήθηκε με τα προηγούμενα
μνημόνια. Προβλέπεται σ’ αυτήν την κατεύθυνση μονιμοποίηση του ΕΝΦΙΑ και
παγίωση των εσόδων του στα 2,65 δισ. ανεξάρτητα από τις αλλαγές στις
αντικειμενικές αξίες. Στον τομέα του ΕΝΦΙΑ ξεχωρίζει επίσης η κατάργηση
της απαλλαγής από το συμπληρωματικό φόρο (που αποτελεί και το μεγαλύτερο
τμήμα της φορολογίας) των ενοικιαζόμενων δωματίων που θα ίσχυε για το
2015. Η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε δραστική αύξηση της φορολογίας για το
2015 για εκατοντάδες χιλιάδες μικροϊδιοκτήτες ενοικιαζόμενων δωματίων.
Κεντρικός στόχος της εξέλιξης αυτής είναι η επιτάχυνση της συγκέντρωσης
των ενοικιαζόμενων δωματίων –πολλά από τα οποία λόγω θέσης αποτελούν
πραγματικά «φιλέτα» της τουριστικής αγοράς– στα χέρια μεγάλων
ξενοδοχειακών και τουριστικών ομίλων.
Συγχρόνως
η νέα συμφωνία προβλέπει αύξηση και μονιμοποίηση της εισφοράς
αλληλεγγύης, χτυπώντας και την εισοδηματική κατηγορία 30-50 χιλιάδων
ευρώ το χρόνο κι ένταξή της στη γενική φορολογική κλίμακα και, τέλος, παγίωση του αντιλαϊκού φορολογικού συστήματος,
όπως έχει διαμορφωθεί, μέσα από το νέο φορολογικό νομοσχέδιο για το
οποίο υπάρχει ρητή δέσμευση πως θα διαμορφωθεί μέσα στο φθινόπωρο του
2015.
Η αύξηση των συντελεστών στο ΦΠΑ μέσα
από τη μεταφορά μεγάλου όγκου εμπορευμάτων και υπηρεσιών στην υψηλή
φορολογική κλίμακα μεταφράζεται σε 2,4 δισ. επιπλέον φορολογία για τα
λαϊκά στρώματα, που θα δουν σημαντικές αυξήσεις στα καθημερινά έξοδα,
από τα τρόφιμα και τις μεταφορές, μέχρι τα φροντιστήρια, τα κομμωτήρια
και τις κηδείες.
Επίσης,
η εξομοίωση όλων των βρώσιμων κρεάτων στον ίδιο συντελεστή φορολογίας
(στο 13%) πρέπει να συνδυαστεί και με τη διάρθρωση της ελληνικής
κρεατοπαραγωγής και των εισαγωγών κρέατος1.
Σ’
αυτόν τον άξονα, ξεχωρίζει η επιβολή ΦΠΑ 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση,
εξέλιξη που αυξάνει το κόστος της κατά 1/4 για χιλιάδες οικογένειες. Μόνο από το ΦΠΑ, το νέο Μνημόνιο Τσίπρα κοστίζει σε μια τετραμελή λαϊκή οικογένεια πάνω από 1.000 ευρώ το χρόνο.
Οι αυτοαπασχολούμενοι επιβαρύνονται με σταδιακή αύξηση της προκαταβολής φόρου στο 75% για τα εισοδήματα του 2015 (από 55% για τα περσινά εισοδήματα) και σε 100% για τα εισοδήματα του 2016. Ουσιαστικά επιβάλλεται, για το 2016 και το 2017, πρόσθετος φόρος 20% και 25% αντίστοιχα της φορολογίας που πληρώνουν φέτος.
Για τους φτωχούς αγρότες, η νέα συμφωνία οδηγεί σε πραγματική σφαγή, με εκτίναξη της άμεσης φορολογίας,
κατάργηση της μειωμένης φορολογίας στο πετρέλαιο και στα αγροτικά
εφόδια και δραστική αύξηση της προκαταβολής φόρου από φέτος. Ουσιαστικά
οι φτωχοί αγρότες οδηγούνται σε βίαιη έξοδο από την αγροτική παραγωγή
ώστε να επιταχυνθεί η συγκέντρωση. Με την προώθηση των νέων μέτρων οι αγρότες θα φορολογούνται ως αυτοαπασχολούμενοι, δηλαδή με υψηλό συντελεστή 26% από το πρώτο ευρώ.
Επίσης, η γενική κατεύθυνση «φορολόγησης του συνόλου» της παραγωγής
ανοίγει το δρόμο για να φορολογούνται ως εισοδήματα τόσο τα προϊόντα αυτοκατανάλωσης (π.χ. το λάδι από το χωριό) όσο και τα ενδιάμεσα αγροτικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται από την ίδια την αγροτική παραγωγή (π.χ. φορολόγηση του τριφυλλιού ζωοτροφής).
Επίσης
με το νέο Μνημόνιο αλλάζουν οι όροι αποπληρωμής φόρων από προηγούμενα
χρόνια. Η ρύθμιση των 100 δόσεων μεταβάλλεται με σημαντική αύξηση του
επιτοκίου αποπληρωμής από 3% σε πάνω από 5% ετησίως.
Η
κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να εμφανιστεί με προσωπείο «κοινωνικής
δικαιοσύνης», προωθεί ορισμένες αυξήσεις στη φορολογία του εφοπλιστικού
κεφαλαίου. Ειδικότερα, προωθεί μια αύξηση των συντελεστών φορολογίας 4%
κάθε χρόνο για την επόμενη πενταετία, όπως και την παράταση της ειδικής
εισφοράς. Πρόκειται για αμιγώς επικοινωνιακή κίνηση και σε καμιά
περίπτωση δε συνιστά «δικαιότερη κατανομή των βαρών». Η αύξηση των
φόρων στο εφοπλιστικό κεφάλαιο ανέρχεται σε ελάχιστα εκατομμύρια ευρώ
ετησίως, πραγματικά σταγόνα στον ωκεανό των πολλών δισ. ευρώ πρόσθετων
φόρων για τα λαϊκά στρώματα και των δεκάδων δισ. ευρώ της υφιστάμενης
και διατηρούμενης φορολογίας.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η προώθηση αντιλαϊκών μέτρων μέσα από το γενικό κάλυμμα της «αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής»
και της «αντιμετώπισης της διαφθοράς» που θα αποτελέσουν σημαία της
κυβέρνησης για το επόμενο διάστημα. Η φοροδιαφυγή που θα βάλει στο
στόχαστρο η κυβέρνηση δεν είναι η νόμιμη φοροαποφυγή του μεγάλου
κεφαλαίου, αλλά η φοροδιαφυγή των λαϊκών στρωμάτων, που σε ένα βαθμό
γινόταν τα προηγούμενα χρόνια και με την ανοχή του κράτους. Έχει
αναφερθεί πολλαπλά από κυβερνητικές πηγές η διασταύρωση του ύψους των
καταθέσεων με τις φορολογικές δηλώσεις των τελευταίων ετών για να
διαπιστωθεί αν η αύξηση των καταθέσεων μεταφράζεται σε δηλωμένα
εισοδήματα ή αν αντίθετα είναι «παράνομη». Με αυτόν τον τρόπο ανοίγει
ο δρόμος για αντιμετώπιση εκτεταμένων λαϊκών στρωμάτων ως «φοροφυγάδων»
και για την αναδρομική φορολόγησή τους.
Σε τέτοια κατεύθυνση κινείται και η ταχεία προώθηση του πλαστικού χρήματος,
που άλλωστε εμπεδώθηκε με ένα σχετικά βίαιο τρόπο λόγω της επιβολής των
capital controls. Ήδη το πακέτο μέτρων που ψηφίστηκε κάνει λόγο
αποκλειστικά για συναλλαγές χωρίς μετρητά για ποσά άνω των 70 ευρώ στα
νησιά. Όμως, η γενική κυβερνητική λογική κινείται σε μια γενική εφαρμογή
πλαστικού χρήματος, με σημαία την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Σημειώνουμε πως μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγήσει σε συρρίκνωση των αυτοαπασχολούμενων και συνεπακόλουθα σε επιτάχυνση της συγκεντροποίησης,
για παράδειγμα στο νησιωτικό τουρισμό, καθώς και σε αυξημένες
δυνατότητες παρακολούθησης των λαϊκών στρωμάτων από τις κρατικές αρχές
από την οικονομική οδό. Δίνεται η δυνατότητα παρακολούθησης τόσο των
προτιμήσεων αγοράς του καθενός (π.χ. βιβλία) όσο και η δυνατότητα άμεσης
παρακολούθησης των κινήσεών του, αφού κάθε συναλλαγή αφήνει ένα άμεσο
«ηλεκτρονικό ίχνος».
2. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Στη
νέα συμφωνία αναφέρεται ως διακριτό βήμα και έχει ήδη ψηφιστεί η
υλοποίηση των μηχανισμών ημιαυτόματης περικοπής δαπανών όταν δεν
πιάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι που προβλέπονται στην ευρωπαϊκή
Συνθήκη για τη Σταθερότητα, το Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση, που
υπογράφηκε το 2012. Επί της ουσίας προβλέπεται να στελεχωθεί και να
τεθεί σε λειτουργία ένα «συμβούλιο δημοσιονομικής πολιτικής», το οποίο
θα εξετάζει τον κρατικό προϋπολογισμό και την εξέλιξή του μέσα στη
χρονιά και, όταν θα παρατηρεί απόκλιση της εκτέλεσης από τους στόχους
του προϋπολογισμού, θα επιβάλλει συγκεκριμένα μέτρα άμεσης εφαρμογής για
την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Γίνεται ήδη λόγος για περικοπές
δαπανών πρώτα από την υπηρεσία που έχει απόκλιση, στη συνέχεια από το
σχετικό υπουργείο και, τέλος, από κάποιο υπουργείο γενικά. Εισάγονται
δηλαδή νέα δημοσιονομικά μέτρα για να επιτυγχάνονται κάθε φορά οι
δημοσιονομικοί στόχοι. Στόχος είναι να θωρακιστούν τα τεράστια πρωτογενή
πλεονάσματα των επόμενων ετών και δεκαετιών, εξασφαλίζοντας πως αυτήν
τη φορά θα επιτευχθούν.
3. ΤΡΑΠΕΖΕΣ, ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΙΣ
Η νέα συμφωνία περιλαμβάνει με σαφήνεια την ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού τομέα.
Η ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης
γίνεται ως συνδυασμός πολλαπλών παραγόντων, βασικότεροι από τους
οποίους είναι η νέα εκδήλωση της κρίσης της ελληνικής οικονομίας το
2015, η διόγκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η επαπειλούμενη αλλαγή
στο θεσμικό πλαίσιο των τραπεζών που απομειώνει σημαντικά τα
υπολογιζόμενα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών μέσα από την ελάττωση του
ποσοστού του αναβαλλόμενου φόρου στο σύνολο των κεφαλαίων, η τεράστια
εκροή καταθέσεων το πρώτο εξάμηνο του 2015, η αλλαγή στον τρόπο
αποτίμησης των ενέχυρων των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ που είχε ως
αποτέλεσμα τόσο να μειωθεί σημαντικά το ύψος της χρηματοδότησης που
λαμβάνουν οι τράπεζες βάσει αυτών όσο και να μεταβληθεί το είδος των
ροών που μπορούν να λαμβάνουν (αναγκαστική μετάβαση στον ELA) κ.ά.
Η
νέα ανακεφαλαιοποίηση μεταφράζεται τελικά σε νέο πακέτο χρηματοδότησης
για το τραπεζικό σύστημα, που θα το φορτωθούν τα λαϊκά στρώματα.
Ανακεφαλαιοποίηση
σημαίνει νέα κεφάλαια στο τραπεζικό σύστημα προκειμένου οι τράπεζες να
διαθέτουν επαρκή κεφάλαια ώστε να καλύπτουν τους σχετικούς δείκτες.
Τμήμα αυτών των νέων κεφαλαίων μπορεί να προκύψει μέσα από την
υποχρεωτική μετατροπή σε κεφάλαιο ορισμένων από τις καταθέσεις (κούρεμα
καταθέσεων, μετατροπή τους σε μετοχές κλπ.), η γνωστή διαδικασία
Bail-In. Από τα απαιτούμενα νέα, φρέσκα κεφάλαια στις τράπεζες, οι
ιδιώτες μέτοχοι ενδέχεται να καταβάλουν ένα τμήμα. Ωστόσο, ό,τι
υπολείπεται θα πρέπει να καλυφτεί από δημόσια χρηματοδότηση μέσα από
σχετικό δάνειο των ευρωπαϊκών μηχανισμών, που θα αυξήσει το δημόσιο
χρέος, χρέος που θα κληθεί να καλύψει ο ελληνικός λαός. Συγχρόνως, τα 25
δισ. που έχουν ήδη καταβληθεί για τις προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις
μέσα από τον ΤΧΣ θα χαθούν. Και αυτό, γιατί το ΤΧΣ, ο ιδιοκτήτης των
μετοχών, δε θα προβεί σε καταβολή κεφαλαίων, αφού δε διαθέτει σχετικά
κεφάλαια. Έτσι, θα απομειωθεί η αξία των μετοχών που έχει το ΤΧΣ, που
υπολογίζονται σε 50-70% των μετοχών των τραπεζών.
Ως
εκ τούτου, η νέα ανακεφαλαιοποίηση οδηγεί, μέσα από τις αλλαγές στη
μετοχική σύνθεση των τραπεζών, σε αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος.
Εμπλέκεται άμεσα στους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς σχετικά με τον
έλεγχο του τραπεζικού συστήματος. Η πιθανότητα ανακεφαλαιοποίησης
μέσω του ΕΜΣ (ESM) μεταφράζεται τελικά σε μεταφορά του ελέγχου των
τραπεζών στον εν λόγω ευρωπαϊκό μηχανισμό.
Σημαντική πλευρά αποτελεί η νέα ρήτρα για Bail-In, δηλαδή για υποχρεωτική συμμετοχή των ιδιωτών στη διάσωση μιας τράπεζας, πριν την παροχή κρατικής βοήθειας. Πιο συγκεκριμένα αναφέρει πως οι ιδιώτες (μέτοχοι και πιστωτές, μέσα στους οποίους είναι και οι καταθέτες) υποχρεώνονται να εισφέρουν 8% των συνολικών υποχρεώσεων πριν προβεί το κράτος σε κεφαλαιακή ενίσχυση.
Προκύπτει το ακόλουθο ερώτημα: Αν δε συνεισφέρουν οι μέτοχοι (με φρέσκα
κεφάλαια), πώς θα αποφευχθεί ένα κούρεμα καταθέσεων, όταν η οδηγία και ο
προς ψήφιση νόμος προβλέπει πως το κούρεμα είναι προϋπόθεση για τη
δημόσια χρηματοδότηση; Πρέπει να σημειώσουμε πως η ρήτρα Bail-In ισχύει
από το Γενάρη του 2016 και όχι άμεσα. Με βάση τους κυβερνητικούς
ισχυρισμούς και την τελευταία απόφαση του Eurogroup, η ανακεφαλαιοποίηση
θα γίνει άμεσα το φθινόπωρο χωρίς την εφαρμογή της σχετικής ρήτρας.
Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί η χρονική μετάθεση της διαδικασίας,
ειδικά αν συνυπολογίσει κανείς και τις εκλογές, ενώ σε κάθε περίπτωση
δεν προκύπτει πως δε θα χρειαστεί νέος γύρος ανακεφαλαιοποίησης. Επίσης,
σε κάθε περίπτωση θα αξιοποιηθεί η ρήτρα αυτή ως μοχλός πίεσης
προκειμένου να στηριχτεί μια συμφωνία μέχρι το τέλος του χρόνου,
προκειμένου η ανακεφαλαιοποίηση να μην αφορά και τις καταθέσεις. Η
ρήτρα Bail-in τυπικά αφορά μόνο τους καταθέτες πάνω από 100.000 ευρώ.
Όμως, η ίδια οδηγία αναφέρει πως η συνεισφορά των υπόλοιπων καταθετών
καλύπτεται από το ταμείο εγγύησης καταθέσεων (ΤΕΚΕ), το περιεχόμενο του
οποίου είναι τελείως ανεπαρκές. Έτσι, σε περίπτωση εφαρμογής της ρήτρας
Bail-in, οι καταθέτες κάτω από 100.000 ευρώ είναι πιθανό να δουν
ουσιαστικό κούρεμα καταθέσεων με τη μορφή δεσμευμένων κεφαλαίων, μέχρι
να μπορέσει το ΤΕΚΕ να τα αναπληρώσει (που μπορεί να είναι μεγάλο
χρονικό διάστημα).
Ιδιαίτερα σημαντική πλευρά των αλλαγών στον τραπεζικό τομέα αποτελούν οι υπόλοιπες ρυθμίσεις που ανοίγουν το δρόμο για την επιτάχυνση των πλειστηριασμών.
Η οδηγία BRRD περιλαμβάνει, ως άμεσα εκτελεστές, πράξεις διαχωρισμού
του χαρτοφυλακίου των τραπεζών, δηλαδή την υποχρέωση, πριν την
ανακεφαλαιοποίηση, να πωληθεί ένα καλό κομμάτι των δανείων σε άλλους
χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Ουσιαστικά διαμορφώνεται ευνοϊκό νομικό έδαφος για να τιτλοποιηθούν και να πουληθούν ενυπόθηκα δάνεια σε άλλους επενδυτές. Συγχρόνως, οι αλλαγές στη δικονομία επιταχύνουν τους πλειστηριασμούς ακινήτων και διαμορφώνουν ευνοϊκό καθεστώς πώλησης
(αρχική τιμή συνδεδεμένη με την εμπορική κλπ.). Διαμορφώνεται έτσι ένα
καθεστώς επιτάχυνσης της ρευστοποίησης ενυπόθηκης ακίνητης περιουσίας. Η
τάση αυτή εξυπηρετεί τόσο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αφού
ξεμπλοκάρεται ένα τμήμα των δανείων και τελικά προσελκύονται νέα
κεφάλαια, όσο και τις γενικότερες ανάγκες της καπιταλιστικής
αναπαραγωγής, αφού αίρονται εμπόδια για να απαξιωθεί ένα τμήμα του
κεφαλαίου και διαμορφώνονται ευνοϊκοί όροι για νέες επενδύσεις. Η
προώθηση άλλωστε ορισμένων πλειστηριασμών (μεγάλα εμπορικά ακίνητα που
θα αλλάξουν χρήσεις και ιδιοκτήτες, εκτάσεις κατάλληλες για τουριστική
αξιοποίηση κλπ.) είναι ουσιαστική για να προωθηθούν τα νέα επενδυτικά
σχέδια για την καπιταλιστική ανάπτυξη της επόμενης μέρας.
Η «δέσμευση» του Αλ. Τσίπρα για αναστολή των πλειστηριασμών είναι ψευδεπίγραφη.
Όχι τόσο λόγω της γνωστής αφερεγγυότητας που έχουν οι δεσμεύσεις του
οπορτουνισμού, όσο κυρίως λόγω των πραγματικών λεπτομερειών της
δέσμευσης αυτής. Ο Αλ. Τσίπρας είπε χαρακτηριστικά: «Κανένας άνεργος,
κανένας μεροκαματιάρης, κανένας χαμηλόμισθος και χαμηλοσυνταξιούχος,
κανένας δανειολήπτης σε λαϊκές συνοικίες, σε φτωχές γειτονιές, σε
υποβαθμισμένες γειτονιές, δεν πρόκειται να χάσει το σπίτι του».
Ουσιαστικά προκαταβάλλεται πως η προστασία από τους πλειστηριασμούς θα
αφορά μόνο την ακραία φτώχεια, τελικά η απαγόρευση θα αφορά εκείνα τα
ακίνητα που σε γενικές γραμμές δεν εξυπηρετούν τις ανάγκες του μεγάλου
κεφαλαίου. Άλλωστε, ο πλειστηριασμός ενός ακινήτου, που μπορεί να
αποτελεί και τη μοναδική περιουσία ενός λαϊκού δανειολήπτη, ουσιαστικά
τον απελευθερώνει από την τράπεζα, ενώ το όποιο όφελος της τράπεζας θα
είναι ιδιαίτερα χαμηλό.
4. ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ
Η
νέα συμφωνία προωθεί την απελευθέρωση ολόκληρων τομέων της οικονομίας
με κεντρικό στόχο τη διεύρυνση του πεδίου κερδοφορίας για τους
μονοπωλιακούς ομίλους, έμμεσα και άμεσα.
Η έμμεση προώθηση της απελευθέρωσης είναι μέσα από τη σημαντική φορολογική επιβάρυνση των λαϊκών στρωμάτων και μέσα από τις αλλαγές στο σύστημα ασφάλισης.
Ειδικότερα, τα φορολογικά μέτρα στους αγρότες ουσιαστικά σπρώχνουν ένα πολύ μεγάλο τμήμα των φτωχών αγροτών, και σχεδόν το σύνολο όσων δεν έχουν την αγροτική παραγωγή ως κύριο επάγγελμα, εκτός αγροτικής παραγωγής.
«Απελευθερώνουν» έτσι μεγάλες αγροτικές εκτάσεις για καπιταλιστική
εκμετάλλευση, αλλά και νέα εργατικά χέρια, ένα μέρος των οποίων θα βρει
εργασία σε τέτοιες εκμεταλλεύσεις. Η πλευρά αυτή αποτελεί κεντρικό
στοιχείο της ακολουθούμενης πολιτικής. Όπως είχαμε εκτιμήσει, στη χώρα
διατηρείται σημαντικός αριθμός πολύ μικρών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, που
αφορούν «παραγωγή προοριζόμενη κυρίως για αυτοκατανάλωση, χωρίς
διάθεση στην αγορά κάποιου πλεονάσματος, κάτι που αποτελεί άτυπη στήριξη
του εισοδήματος εργαζόμενων κατοίκων αστικών ή ημιαστικών περιοχών»2.
Η αλλαγή του τρόπου χαρακτηρισμού του αγρότη ουσιαστικά καταργεί βίαια,
με πολλαπλούς τρόπους, μεγάλο τμήμα αυτής της παραγωγής. Εκτός από τα
ευθεία πλήγματα στη φορολόγηση και στην πολιτική επιδοτήσεων, η
προμήθεια αγροτικών εφοδίων θα δυσκολευτεί σημαντικά για τους μη
επαγγελματίες αγρότες. Η πολιτική αυτή οδηγεί συνεπώς σε βίαιη
αποξένωση από την αγροτική γη, σε απότομη συρρίκνωση του αγροτικού
πληθυσμού, σε μείωση του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών στρωμάτων, χωρίς
ταυτόχρονα να εξασφαλίζεται εναλλακτικά νέα σχέση εργασίας, ικανή να
φέρει ικανοποιητικό εισόδημα.
Αυτός
ο πραγματικός προσανατολισμός και του νέου Μνημονίου Τσίπρα όχι απλά
δεν κρύβεται, αλλά ουσιαστικά προβάλλεται διακηρυκτικά: Μέσα στο ίδιο το
κείμενο υπάρχει πρόβλεψη για «μεγαλύτερη συγκέντρωση της αγροτικής
εκμετάλλευσης», στο πλαίσιο της στρατηγικής για την «ανταγωνιστικότητα
της γεωργίας». Βέβαια το πρόβλημα δεν είναι γενικά η συγκεντροποίηση,
αλλά η πραγματοποίησή της με όρους καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Στην
ίδια κατεύθυνση επιτάχυνσης της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του
κεφαλαίου γενικότερα κινείται και η ταχεία προώθηση του πλαστικού
χρήματος. Η εξίσωση των όρων ανάμεσα στο μεγάλο κεφάλαιο (που γενικά δε
φοροδιαφεύγει με μαύρο χρήμα) και στα λαϊκά στρώματα που απασχολούνται
στους ίδιους τομείς είναι φυσικά στα χαρτιά. Το μεγάλο κεφάλαιο φοροαποφεύγει
συστηματικά με πολλαπλούς τρόπους (αφορολόγητα αποθεματικά, αποσβέσεις,
αναπτυξιακούς νόμους, τριγωνικές πωλήσεις, offshore κλπ.). Η
εκτεταμένη «μαύρη οικονομία» αποτέλεσε όλη την προηγούμενη περίοδο
βασικό μηχανισμό επιβίωσης των αυτοαπασχολούμενων. Η άρση αυτής της
δυνατότητας ουσιαστικά ισοδυναμεί με άμεσο βίαιο τσάκισμα εκτεταμένων λαϊκών στρωμάτων από τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό.
Συγχρόνως, με τη νέα συμφωνία προωθείται η
απελευθέρωση και άμεσα. Ειδικότερα διατυπώνεται με σαφήνεια η ανάγκη
υιοθέτησης των αναδιαρθρώσεων που έχει προτείνει ο ΟΟΣΑ με τις γνωστές
«εργαλειοθήκες» του. Μέσα σ’ αυτές περιλαμβάνονται εκτεταμένα μέτρα
απελευθέρωσης σε διάφορους τομείς. Η συμφωνία προβλέπει πραγματικές
ανατροπές στον τρόπο πώλησης του ψωμιού, ανοίγοντας το δρόμο για την
κυριαρχία των supermarket, αλλαγές στο γάλα που οδηγούν σε καταστροφή
χιλιάδες μικροκτηνοτρόφους για να διασφαλιστούν τα συμφέροντα των
μονοπωλιακών ομίλων, την απελευθέρωση των περιορισμών στις μεταφορές με
έμφαση τα φορτηγά, την προώθηση της απελευθέρωσης στα τουριστικά
λεωφορεία και τα τουριστικά επαγγέλματα γενικότερα.
Όλα
αυτά φέρνουν ευρύτατες λαϊκές δυνάμεις μπροστά στην αναγκαιότητα της
κοινωνικοποίησης με εργατική-λαϊκή εξουσία, γιατί μόνο η ριζική αλλαγή
της εξουσίας είναι απάντηση στο μονόδρομο της καπιταλιστικής
«απελευθέρωσης». Η απελευθέρωση μεταφράζεται σε προλεταριοποίηση λαϊκών στρωμάτων, που σήμερα απασχολούνται ως αυτοαπασχολούμενοι ή ως ιδιοκτήτες μικροεπιχειρήσεων, και σε επιτάχυνση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου στους σχετικούς τομείς.
Έχει
ιδιαίτερη σημασία να επισημάνουμε την επίδραση της προλεταριοποίησης
των αυτοαπασχολούμενων στα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα και ιδιαίτερα την
πίεση προς φθηνότερη εργατική δύναμη.
Η προλεταριοποίηση αυξάνει τον εφεδρικό στρατό των ανέργων
που, ως γνωστό, στον καπιταλισμό αποτελεί βασικό, ουσιαστικό μηχανισμό
για διασφάλιση φθηνότερης εργατικής δύναμης. Η βίαιη προλεταριοποίηση
μπορεί να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο διαμόρφωσης εφεδρικού στρατού σε
ορισμένες κατηγορίες.
5. ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ
Η
νέα δανειακή συμφωνία περιλαμβάνει ένα σαφές πλαίσιο επιταχυνόμενης
ολοκλήρωσης των ιδιωτικοποιήσεων κρατικής περιουσίας. Ουσιαστικά
περιγράφεται η δημιουργία ενός νέου ταμείου εγγυήσεων, στο οποίο θα
εισρεύσουν περιουσιακά στοιχεία αξίας 50 δισ. ευρώ, η ρευστοποίηση των
οποίων θα εξυπηρετεί το νέο δανειακό πακέτο. Δηλαδή το νέο δανειακό
πακέτο θα είναι ενυπόθηκο.
Σημαντικά
σημεία που διαφοροποιούν το ταμείο από το υφιστάμενο πλαίσιο (ΤΑΙΠΕΔ)
είναι πως τα περιουσιακά στοιχεία θα περάσουν στο ταμείο άμεσα (και όχι
σταδιακά), καθώς και το γενικότερο πλαίσιο λειτουργίας του (ευρωπαϊκή
εποπτεία και αποτίμηση των assets). Με το ταμείο θα προχωρήσει η
ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης (ΕΥΔΑΠ και ΕΥΔΑΘ), του δικτύου μεταφοράς
(λιμάνια, τρένα, αεροδρόμια κλπ.), αλλά και πλήθους ακινήτων (π.χ.
Ελληνικό, Ρόδος κλπ.), της ενέργειας (π.χ. μετοχές ΔΕΗ, ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ
κλπ.). Ωστόσο, τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία δύσκολα θα πιάσουν
το στόχο των 50 δισ., ειδικά αν αξιολογηθούν σήμερα από «ανεξάρτητους»
εκτιμητές με «κατάλληλες μεθοδολογίες». Μπορούμε βάσιμα να εκτιμήσουμε
πως σημαντικό ρόλο για να καλυφτούν τα 50 δισ. ευρώ θα διαδραματίσουν
δικαιώματα στους φυσικούς πόρους (κυρίως πετρέλαιο και φυσικό αέριο).
Επίσης πρέπει να σημειώσουμε την πιθανότητα η λύση του ταμείου να
επεκταθεί συνδυαζόμενη με μια αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους. Δηλαδή η
πιθανότητα αλλαγής των όρων αποπληρωμής να συνδυαστεί με επέκταση των
περιουσιακών στοιχείων που θα μπουν στο ταμείο (με μετατροπή ακόμα
μεγαλύτερου τμήματος του χρέους σε ενυπόθηκο). Η λύση αυτή μπορεί να
περπατήσει αν τα προσδοκώμενα έσοδα από τους ενεργειακούς πόρους είναι
πολύ περισσότερα.
Η
νέα δανειακή συμφωνία προβλέπει και στον τομέα αυτό συνεχείς ελέγχους
από τους θεσμούς για την υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων
βάσει των ψηφισμένων στόχων.
Σημειώνουμε πως η συγκεκριμένη λύση του ταμείου δεν είναι καινούργια. Πρόκειται για επαναφορά λύσης για τη γενικότερη διαχείριση του χρέους που είχε προταθεί από το γερμανικό επενδυτικό οίκο Roland Berger, ήδη από το 2011, το γνωστό ως σχέδιο Eureca (Εύρηκα).
Το
νέο Μνημόνιο έχει ιδιαίτερη αναφορά στην προώθηση της απελευθέρωσης της
αγοράς ενέργειας, ακολουθώντας τη σχετική ευρωενωσιακή πολιτική.
Αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του τρίτου Μνημονίου: «Η Ελλάδα,
ως ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεσμεύεται να εναρμονίσει το
θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ελληνικής αγοράς ενέργειας, Ηλεκτρισμού
και Φυσικού Αερίου (ΦΑ) με το ισχύον πλαίσιο του τρίτου ενεργειακού
πακέτου που προωθεί συστηματικά η ΕΕ σε όλα τα κράτη-μέλη προκειμένου να
οργανώσει την “Ενεργειακή Ένωση” της Ευρώπης3,
όπως διακήρυξε προσφάτως. Στόχος της ολοκλήρωσης της ευρωπαϊκής
εσωτερικής αγοράς ενέργειας στον Ηλεκτρισμό και στο ΦΑ είναι η
δημιουργία μιας ανοικτής ενεργειακής αγοράς που θα παρέχει, σε όλους
τους καταναλωτές, τη δυνατότητα να επιλέγουν ελεύθερα προμηθευτή στο
ρεύμα και το ΦΑ». Σε αυτό το πλαίσιο, γίνεται σαφής διακριτή αναφορά στην ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ μέσα στο 2015
(δηλαδή του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας) ή στην εφαρμογή
άλλων μέτρων που να οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα. Επίσης, στην ηλεκτρική
ενέργεια προωθείται η περαιτέρω απελευθέρωση γενικότερα, καθώς εισάγεται
ως ρητή δέσμευση ο περιορισμός του μεριδίου της ΔΕΗ κάτω από το
50% της λιανικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αντίστοιχο μοτίβο
ακολουθείται και στον τομέα του φυσικού αερίου, με τη συμφωνία να
εισάγει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για την προώθηση της απελευθέρωσης στον
τομέα του φυσικού αερίου.
Το
πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και η προώθηση της απελευθέρωσης θα έχει
περαιτέρω αρνητικές συνέπειες στα λαϊκά στρώματα. Οι ιδιωτικοποιήσεις
γίνονται για να επεκταθεί ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός και η κερδοφορία
του μεγάλου κεφαλαίου, οδηγώντας σε σημαντική αύξηση του κόστους χρήσης των σχετικών υπηρεσιών από τα λαϊκά στρώματα.
Αναμένονται νέες μεγάλες αυξήσεις στα τιμολόγια του νερού, στο κόστος
μεταφοράς, εδραίωση και πολλαπλασιασμός διοδίων κλπ. Συγχρόνως, οι
ιδιωτικοποιήσεις οδηγούν σε νέο γύρο απολύσεων, επιδείνωσης
εργασιακών συνθηκών, μείωσης των μισθών, σε αύξηση του βαθμού
εκμετάλλευσης στις εν λόγω επιχειρήσεις.
6. ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Ιδιαίτερα
σημαντικό σημείο αποτελούν τα μέτρα «αναδιάρθρωσης του κράτους» που
περιλαμβάνονται στη νέα συμφωνία. Η συμφωνία προβλέπει μέτρα
«αποπολιτικοποίησης» του κράτους και των όρων πρόσληψης, ενώ γίνεται και
σαφής αναφορά στην ανάγκη μείωσης των συνολικών δαπανών. Το ΔΝΤ είχε
ανοίξει το συγκεκριμένο ζήτημα ζητώντας ακόμα πιο επιθετικά τέτοια
μέτρα.
Ουσιαστικά,
με μανδύα την «αποκομματικοποίηση» και την «αξιοκρατία» θα προωθηθούν
μέτρα κινητικότητας των δημόσιων υπαλλήλων, μέτρα κατάργησης της
μονιμότητας, μέτρα εντατικοποίησης σε βάρος των εργαζόμενων. Κεντρικός
στόχος είναι η διαμόρφωση ενός κρατικού μηχανισμού πιο αποτελεσματικού
για τις ανάγκες της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, τις ανάγκες
των μονοπωλιακών ομίλων. Σαν οδικός άξονας εμφανίζεται η διαμόρφωση μιας
ανώτερης, επιτελικής κρατικής υπαλληλίας, επιλεγόμενης με
ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, έχοντας δηλαδή οργανική σχέση με τις
ανάγκες της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, τόσο σε επίπεδο γνώσεων,
δεξιοτήτων και νοοτροπίας, όσο και περισσότερο άμεσης, αφού η μετακίνηση
από και προς το δημόσιο τομέα γι’ αυτήν τη μερίδα δε θα είναι δύσκολη.
Αυτό άλλωστε χαρακτηρίζει γενικά την ανώτερη κρατική υπαλληλία σε πολλές
καπιταλιστικές χώρες (χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο Μ. Ντράγκι,
κεντρικός τραπεζίτης της ΕΕ, διατέλεσε αντιπρόεδρος της Goldman Sachs).
Δίπλα σ’ αυτήν την κρατική υπαλληλία, θα κινείται ένα δεύτερο επίπεδο
κρατικών υπαλλήλων με πολύ χαμηλότερες απολαβές και εκτελεστικό ρόλο, με
ιδιαίτερα εντατικοποιημένη εργασία και πιο ευέλικτες εργασιακές
σχέσεις.
Αυτή
η εξέλιξη επιδρά πολλαπλά στα λαϊκά στρώματα. Ο επιτελικός ρόλος του
κράτους ως διαμορφωτή όρων διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, ως
στηρίγματος των ομίλων, ενισχύεται. Συγχρόνως, οι όροι εργασίας στο
δημόσιο τομέα αντεπιδρούν, όπως αναφέραμε παραπάνω, γενικότερα στους
όρους εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.
Φυσικά, η μείωση των κρατικών δαπανών, συνδυαζόμενη με την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων και της απελευθέρωσης, μεταφράζεται σε περαιτέρω ιδιωτικοποίηση ορισμένων κρατικών κοινωνικών υπηρεσιών.
Η εξέλιξη αυτή μεταφράζεται σε ακριβότερες και λιγότερες σχετικές
υπηρεσίες για τα λαϊκά στρώματα, σε επιδείνωση της κατάστασής τους.
Για
παράδειγμα, η περικοπή των «εκτός έδρας» αμοιβών κρατικών υπαλλήλων δεν
αποτελεί γενικά έναν «εξορθολογισμό» των κρατικών δαπανών. Οι
«εκτός έδρας» αμοιβές σίγουρα αποτελούσαν σημαντικό συμπληρωματικό
εισόδημα μιας κατηγορίας κρατικών υπαλλήλων. Ωστόσο, η λειτουργία μιας
ολόκληρης δέσμης κρατικών υπηρεσιών βασιζόταν σε τέτοιες αποδοχές του
προσωπικού (π.χ. εποπτεία δημόσιων έργων κλπ.) και με το νέο σύστημα δε
θα μπορούν να πραγματοποιηθούν. Με τον τρόπο αυτό στρώνεται το έδαφος
για την προώθηση της ιδιωτικοποίησής τους.
Συγχρόνως,
το Μνημόνιο Τσίπρα περιλαμβάνει ρητή δέσμευση για αναδιάρθρωση του
ενιαίου μισθολογίου του δημόσιου τομέα από το Γενάρη του 2016 και τη
θέσπιση νέων ανώτατων ορίων για τη μισθολογική δαπάνη του Δημοσίου το
2019, που μεταφράζεται σε νέες δραστικές μειώσεις των αποδοχών των δημόσιων υπαλλήλων ξεκινώντας από το νέο έτος.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε «να
εξομαλύνει πλήρως τις μεθόδους εργασίας με τους Θεσμούς,
συμπεριλαμβανομένων των απαραίτητων εργασιών στο έδαφος της Αθήνας, για
να βελτιωθεί η εφαρμογή και η παρακολούθηση του προγράμματος», δηλαδή την επαναφορά στο προηγούμενο παρακολούθησης του προγράμματος. Η νέα δανειακή συμφωνία προβλέπει επίσης πως «η κυβέρνηση πρέπει να συσκέπτεται και να συμφωνεί με τους Θεσμούς για όλα τα σχέδια νόμου στους σχετικούς τομείς […] πριν την υποβολή τους για δημόσια διαβούλευση ή το κοινοβούλιο», ενώ γίνεται και αναφορά στην ανάγκη τροποποίησης νόμων που ψηφίστηκαν την προηγούμενη περίοδο που, «σε αντίθεση με τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου», υπαναχωρούν «σε δεσμεύσεις προηγούμενων προγραμμάτων» , πλην της ανθρωπιστικής κρίσης.
7. ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ
Κεντρικό
επιχείρημα της κυβέρνησης είναι πως η νέα συμφωνία έχει μικρότερα
πρωτογενή πλεονάσματα, πως είναι «δημοσιονομικά πιο χαλαρή».
Πράγματι,
τα πρωτογενή πλεονάσματα που προϋπολογίζονται για το 2015 και το 2016
με τη νέα συμφωνία είναι μικρότερα από αυτά της προηγούμενης συμφωνίας.
Και πώς να μην ήταν, αφού η νέα εκδήλωση της κρίσης, που υπολογίζεται σε
3% το 2015 και σε 2% το 2016, καθιστούν εκ των πραγμάτων αδύνατη την επίτευξη υψηλότερων δημοσιονομικών πλεονασμάτων αυτήν τη διετία.
Γι’ αυτό άλλωστε και η τακτική αυτή δεν είναι «αριστερή πρωτοτυπία».
Κάθε μνημόνιο προέβλεπε μικρά πλεονάσματα για τη χρονιά που υπογραφόταν,
τα οποία αυξάνονταν σταδιακά τα επόμενα χρόνια. Το Μνημόνιο Τσίπρα δεν
αποτελεί εξαίρεση. Τα μικρά πλεονάσματα φέτος και του χρόνου
μετατρέπονται σε ένα τεράστιο πλεόνασμα του 3,5% του ΑΕΠ το 2018, που θα πρέπει να διατηρηθεί για τις επόμενες δεκαετίες και θα το πληρώνει ο λαός. Η επίτευξη αυτών των πρωτογενών πλεονασμάτων θα απαιτήσει νέα, πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα για το 2017 και στη συνέχεια. Γι’ αυτό και το πακέτο των 8,5 δισ. ευρώ των μέτρων που έχουν ήδη συγκεκριμενοποιηθεί αφορά μόνο την τρέχουσα διετία. Τα χειρότερα έπονται.
Η
αναθεώρηση του προϋπολογισμού του 2015 που προετοιμάζεται να ψηφιστεί
άμεσα, ο προϋπολογισμός του 2016 και το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα
Δημοσιονομικής Πολιτικής για την περίοδο 2016-2018, θα κινούνται στους
προαναφερθέντες άξονες και θα εξειδικεύουν τα απαιτούμενα δημοσιονομικά
μέτρα. Εξάλλου οι τριμηνιαίες αξιολογήσεις στρώνουν το δρόμο για νέα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, που θα προωθηθούν το επόμενο διάστημα.
Αναφορικά με την απομείωση του χρέους, η συμφωνία που υπέγραψε ο Τσίπρας και ψήφισε η ελληνική Βουλή αναφέρει ρητά πως «δε θα γίνει κούρεμα του χρέους» και πως η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται να το αποπληρώσει,
περιορίζοντας την όποια αναδιάρθωση σε ένα «άπλωμα» των δανειακών
υποχρεώσεων σε περισσότερα χρόνια. Ουσιαστικά, προσπαθούν να εμφανίσουν
ως επιτυχία μια συμφωνία που κάνει ορισμένη μετάθεση του χρέους στο
μέλλον, ένα χρέος το οποίο δε δημιούργησε ο λαός και από το οποίο δεν
ωφελήθηκε ο λαός.
8. ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΠΑΚΕΤΟ JUNCKER
Άλλο
κεντρικό επιχείρημα αποτελεί το «εμπόριο ελπίδας» της ανάπτυξης.
Ισχυρίζεται πως το περίφημο πακέτο των 35 δισ. ευρώ από την ΕΕ μπορεί να
αλλάξει ουσιαστικά την κατάσταση προς όφελος του λαού.
Το
περιβόητο αναπτυξιακό πακέτο των 35 δισ. ευρώ επίσης δεν έχει ως στόχο
να λύσει κανένα πρόβλημα για τα λαϊκά στρώματα. Από τα 35 δισ. ευρώ, τα
20 δισ. ευρώ είναι ουσιαστικά το νέο πακέτο ΕΣΠΑ για την περίοδο
2014-2020. Πρόκειται για ένα χρηματοδοτικό πακέτο που, όπως και το
προηγούμενο, θα αυξήσει τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων της ελληνικής
οικονομίας. Οι εργαζόμενοι δεν κέρδισαν από το προηγούμενο ΕΣΠΑ και
είναι αυταπάτη να περιμένουν να κερδίσουν κάτι τώρα.
Προϋπόθεση
όμως για να γίνουν επενδύσεις και καπιταλιστική ανάπτυξη στην Ελλάδα
είναι η διασφάλιση ικανοποιητικής κερδοφορίας. Οι καπιταλιστές δεν
επενδύουν «για την ψυχή της μάνας τους». Επενδύουν όταν οι μισθοί είναι
χαμηλοί, το νομοθετικό πλαίσιο ευνοϊκό για τις δραστηριότητές τους,
χωρίς «περιττά προσκόμματα» όπως δάση, παραλίες και περιβάλλον, όταν οι
εργασιακές σχέσεις είναι «λάστιχο». Είναι αυταπάτη να περιμένει κανείς
πως η καπιταλιστική ανάπτυξη θα είναι για όλους και γι’ αυτό είναι
αυταπάτη να περιμένει κανείς πως τα επενδυτικά πακέτα της ΕΕ μπορούν να
οδηγήσουν στη λαϊκή ευημερία.
9. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Απέναντι
σε αυτήν την αντιλαϊκή καταιγίδα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ έκανε λόγο
για κοινωνική δικαιοσύνη λόγω «αναδιανομής». Ισχυρίστηκε πως «για πρώτη
φορά πληρώνουν οι έχοντες», αναφερόμενη σε ορισμένα μέτρα που «θίγουν
τους έχοντες». Ωστόσο τα «γεγονότα είναι πεισματάρικα» και οι συγκριμένοι κυβερνητικοί ισχυρισμοί είναι πραγματικά για γέλια.
Η
αύξηση του φόρου πολυτελούς διαβίωσης μεταφράζεται σε 50 εκ. ευρώ
ετησίως, ενώ η αυξημένη φορολογία για τα εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ
σε 250 εκ. ευρώ. Το συντριπτικό τμήμα δε αυτών των αυξημένων φόρων
αφορά εισοδήματα από 30.000 έως 50.000 ευρώ ετησίως, που σίγουρα δεν
αφορούν το μεγάλο κεφάλαιο και τον πραγματικό πλούτο.
Η
αύξηση του φόρου πολυτελούς διαβίωσης υπολογίζεται μόλις σε 50 εκ.
ευρώ, αναδεικνύοντας πως πρόκειται για «επικοινωνιακό πυροτέχνημα».
Αντίστοιχα,
η αύξηση των φορολογικών συντελεστών για τα νομικά πρόσωπα στο 29%
οδηγεί σε ελάχιστη πραγματική επιβάρυνση των ομίλων. Για τον πραγματικό
πλούτο και την πραγματική εξουσία, τους μονοπωλιακούς ομίλους, δεν
προβλέπεται καμιά ουσιαστική επιβάρυνση, αφού εξακολουθεί να παραμένει
σε λειτουργία ολόκληρη η στεφάνη νόμιμης φοροαποφυγής τους, όπως
αναφέραμε παραπάνω. Σε τελευταία ανάλυση, τα φορολογικά μέτρα
λειτουργούν υπέρ των ομίλων, αφού επιβαρύνουν δυσβάστακτα τις μικρές
επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους, επιταχύνοντας τη
συγκεντροποίηση της παραγωγής στους ομίλους. Ακόμα όμως και αν τελείως καταχρηστικά χαρακτηρίζαμε όλα αυτά τα μέτρα ως μέτρα φορολογίας του κεφαλαίου, η επιβάρυνσή του θα «εκτοξευόταν»… στα 4 δισ. ευρώ το χρόνο, δηλαδή σε
λιγότερο από 10% της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης των 50 δισ., με
το υπόλοιπο 90% να βαραίνει τα συνήθη υποζύγια, τα λαϊκά στρώματα.
10. ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ
Το
τρίτο Μνημόνιο είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό για τον αντιλαϊκό του
χαρακτήρα στον τομέα των συντάξεων, όπου προωθούνται βραχυπρόθεσμες
αλλαγές (προαπαιτούμενα), μεσοπρόθεσμες αλλαγές, υλοποιήσιμες τους
επόμενους μήνες, αλλά και μακροπρόθεσμες αλλαγές που αφορούν γενικότερα
το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Με τη νέα συμφωνία προωθείται τόσο μια
δραστική περικοπή της κρατικής χρηματοδότησης για την κοινωνική ασφάλιση
όσο και η ευρωενωσιακή πολιτική της ανταποδοτικής ασφάλισης.
Σε
επίπεδο κρατικής χρηματοδότησης, η νέα συμφωνία προβλέπει δραστική
περικοπή της κατά 0,25-0,5% του ΑΕΠ για το 2015 και 1% του ΑΕΠ για το
2016. Συγχρόνως, η προαναφερθείσα προώθηση των «δημοσιονομικών κοφτών»
ουσιαστικά επιβάλλει «πάγωμα» της χρηματοδότησης των ταμείων στο
προϋπολογισθέν κάθε φορά ύψος (απαγορεύεται δηλαδή η υπέρβαση των
σχετικών δαπανών).
Ουσιαστικά
το ασφαλιστικό σύστημα θα βρεθεί με σημαντικό έλλειμμα εσόδων το
επόμενο διάστημα, αφού ο πυλώνας της κρατικής χρηματοδότησης
συρρικνώνεται και παγώνει. Έλλειμμα εσόδων που μεταφράζεται σε αναγκαστική περικοπή των δαπανών, δηλαδή των συντάξεων και των παροχών των ασφαλιστικών ταμείων για την ερχόμενη περίοδο.
Η μείωση των δαπανών δεν είναι απλά προϋπολογιζόμενη λογιστικά. Αντίθετα, η κυβέρνηση με το Μνημόνιο Τσίπρα προωθεί συγκεκριμένα μέτρα μείωσης των κοινωνικών δαπανών για την ερχόμενη περίοδο.
Ειδικότερα, με τη νέα συμφωνία προωθείται η σημαντική αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης
μέσα από τη φόρμουλα της ποινικοποίησης κάθε πρόωρης συνταξιοδότησης.
Στόχος είναι να χαρακτηρίζεται ως «πρόωρη» κάθε συνταξιοδότηση πριν το
67ο έτος. Το κείμενο του Μνημονίου Τσίπρα αναφέρει με σαφήνεια πως από
το 2023 η πλήρης σύνταξη στα 62 απαιτεί 40 έτη ασφάλισης (και 12.000
μέρες ασφάλισης), πράγμα πρακτικά αδύνατο, δεδομένης της ανεργίας που
έχει βγάλει εκτός της αγοράς εργασίας μεγάλο τμήμα του εργατικού
δυναμικού. Η διάταξη αυτή ουσιαστικά αυξάνει βίαια το όρια ηλικίας, και
για εργαζόμενους που βρίσκονται σήμερα κοντά στη σύνταξη.
Συγχρόνως, η νέα συμφωνία οδηγεί σε μείωση του ύψους των συντάξεων μέσα από πολλαπλούς τρόπους. Η περιβόητη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά ταμεία μεταφράζεται χοντρικά σε επικουρικά ταμεία που δίνουν τόσες συντάξεις όσες και οι εισφορές κάθε χρόνο.
Η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε άμεση δραστική περικοπή των επικουρικών
συντάξεων, που αποτελούν σημαντικό τμήμα των αποδοχών για μεγάλη μερίδα
συνταξιούχων. Η ενοποίηση των επικουρικών ταμείων σε ένα ουσιαστικά
στοχεύει στην «άμβλυνση» αυτών των μειώσεων μέσα από την κατανομή τους
στο σύνολο των συνταξιούχων (τα ταμεία με πλεόνασμα ή με μικρό έλλειμμα
να στηρίξουν ταμεία με μεγαλύτερο έλλειμμα).
Η νέα συμφωνία προβλέπει με άμεση σταδιακή εφαρμογή την πλήρη κατάργηση του ΕΚΑΣ μέχρι το 2019,
χτυπώντας τις χαμηλές συντάξεις από δεύτερη πλευρά. Κρυμμένη μέσα στις
διατάξεις της νέας συμφωνίας είναι η απαίτηση εφαρμογής του νέου τρόπου
υπολογισμού των συντάξεων που οδηγεί σε δραστικές περικοπές των συντάξεων μεσοπρόθεσμα, ενώ οδηγεί και στην άμεση μείωση της κατώτατης σύνταξης κάτω από τα 400 ευρώ.
Επίσης, μέσα στα μέτρα της νέας συμφωνίας περιλαμβάνεται, με άμεση
εφαρμογή, η αύξηση της παρακράτησης εισφορών υγείας από τις κύριες
συντάξεις κατά 2% (από το 4% στο 6%, ποσοστό που υπολογίζεται επί των
ονομαστικών συντάξεων, πριν τις προηγούμενες περικοπές τους) και την
εφαρμογή παρακράτησης στις επικουρικές, μέτρο που από μόνο του θα οδηγήσει σε νέα εισφοροληστεία περίπου 900 εκ. ευρώ από τα λαϊκά στρώματα.
Έχει
ιδιαίτερη σημασία να τονίσουμε πως οι αλλαγές αυτές δεν αποτελούν, όπως
προσπαθούν να εμφανίσουν σήμερα οι «αντάρτες» του ΣΥΡΙΖΑ, επιλογές που
προέκυψαν ξαφνικά, ως αποτέλεσμα μιας πολιτικής που επιβάλλεται έξωθεν.
Καταρχάς,
υλοποιούν τη γενική πολιτική ΕΕ - τάξης των καπιταλιστών, πολιτική των
τελευταίων δεκαετιών στον τομέα της ασφάλισης, που κινείται γύρω από
τους άξονες αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης. Στο διά ταύτα σημαίνει: Μεγαλύτερος εργάσιμος βίος, μικρότερος συντάξιμος βίος και τελικά αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, προώθηση της ανταποδοτικότητας,
δηλαδή μεταφορά των ασφαλιστικών βαρών στις πλάτες των εργαζόμενων,
ελάφρυνση του αστικού κράτους και των μονοπωλίων από τα ασφαλιστικά
βάρη, συντάξεις προσαρμοσμένες στις ατομικές εισφορές του κάθε
εργαζόμενου, αξιοποίηση των αποθεματικών για την τόνωση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, δηλαδή τζογάρισμα στο χρηματιστήριο, επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα που κουρεύονται και προώθηση της ιδιωτικής ασφάλισης,
δηλαδή δημιουργία νέων πεδίων κερδοφορίας για τα υπερσυσσωρευμένα
κεφάλαια των ομίλων, νέες δυνατότητες για τη διαφοροποίηση ανάμεσα στους
εργαζόμενους, ακόμα μεγαλύτερη δέσμευση εργαζόμενου με «την επιχείρησή
του», αφού συχνά η ιδιωτική ασφάλιση είναι εταιρία του ομίλου.
Οι
συνεχείς αντιασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων δεκαετιών στην
Ελλάδα, από το νόμο Σιούφα μέχρι το νόμο Λοβέρδου, κινούνται στον
παραπάνω άξονα. Στον ίδιο άξονα κινούνται και οι αντίστοιχες αλλαγές σε
ολόκληρη την ΕΕ, που πραγματοποιούνται ανεξάρτητα από το «χρώμα» της
αστικής κυβέρνησης, το ύψος του χρέους, την ύπαρξη μνημονίων και
τρόικας. Σε τελευταία ανάλυση, η όξυνση του διεθνούς ανταγωνισμού και η
υπερσυσσώρευση κεφαλαίου, πλευρές της όξυνσης της βασικής αντίθεσης του
καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, απαιτούν τέτοια μέτρα προς όφελος των
μονοπωλιακών ομίλων. Και για το λόγο αυτό, η πολιτική της ΕΕ και η
πολιτική κάθε αστικής κυβέρνησης που έχει ως αντικειμενικό, αναγκαίο και
νομοτελειακό στόχο της τη διασφάλιση της διευρυμένης αναπαραγωγής του
κεφαλαίου δεν μπορεί παρά να κινείται σ’ αυτούς τους άξονες.
Αυτή
η οικονομική παρατήρηση εξηγεί και το λόγο για τον οποίο η κυβέρνηση
Τσίπρα πρότεινε και προτείνει αλλαγές που κινούνται σ’ αυτούς τους
άξονες, πριν το δημοψήφισμα, τα προααπαιτούμενα και το Μνημόνιο Τσίπρα.
Η πρόταση της κυβέρνησης Τσίπρα προς το Eurogroup, στις 22 Ιούνη, που απολάμβανε τη στήριξη ολόκληρου του ΣΥΡΙΖΑ, συμπεριλαμβανομένων και των σημερινών τάχα διαφωνούντων, έλεγε συγκεκριμένα για τη μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό: «Οι μεταρρυθμίσεις του 2010 και του 2012 μετέβαλαν μερικώς την αειφορία του συνταξιοδοτικού συστήματος […] Αλλά νέες, πολύ πιο φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις απαιτούνται για να τις ολοκληρώσουν».
Και
οι προτάσεις που γίνονταν τότε ήταν η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης
στα 67 έτη μέσα από αντικίνητρα, η ενοποίηση των επικουρικών ταμείων, οι
αλλαγές στο ΕΚΑΣ, η αύξηση των εισφορών κ.ά. Το κείμενο συνέχιζε
λέγοντας πως τον Οκτώβρη θα έρθει δεύτερη φάση μεταρρυθμίσεων που θα
υλοποιήσουν «ένα στενότερο δεσμό ανάμεσα σε παροχές και εισφορές».
Ουσιαστικά, η κυβέρνηση Τσίπρα, με (συν)ευθύνη του τότε αναπληρωτή
υπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης Στρατούλη, προωθούσε ένα πακέτο όπου αποδεχόταν
τις μέχρι τότε μεταρρυθμίσεις, υποσχόταν νέες, πολύ πιο γενναίες,
αύξανε τα όρια συνταξιοδότησης και μείωνε τις συντάξεις.
Στόχος
μας δεν είναι να σχολιαστεί η πολιτική υποκρισία αυτών που συνέταξαν
αυτές τις προτάσεις και σήμερα τις καταγγέλλουν, αλλά να αναδειχτεί πως
οι προτάσεις αυτές είναι τελικά δεμένες με τον ίδιο τον καπιταλιστικό
τρόπο παραγωγής, τις αντιφάσεις και τα προβλήματά του.
11. ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Ο
αντιλαϊκός-αντεργατικός χαρακτήρας της κρατικής πολιτικής που
προωθείται με το νέο μνημόνιο αποκαλύπτεται ξεκάθαρα αν εξετάσει κανείς
τις αναφορές στις εργασιακές σχέσεις, και ειδικότερα τη θέση που παίρνει
απέναντι στην υφιστάμενη κατάσταση, όπως διαμορφώθηκε το τελευταίο
διάστημα, και τις δεσμεύσεις για νέα μέτρα περαιτέρω αποσάθρωσης των
εργασιακών δικαιωμάτων.
Το Μνημόνιο Τσίπρα χαιρετίζει τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί τα τελευταία έτη «ώστε να καταστεί η αγορά εργασίας πιο ευέλικτη», διακηρύττει πως «οι αλλαγές στις πολιτικές για την αγορά εργασίας δε θα πρέπει να συνεπάγονται την επιστροφή σε παλαιότερα πλαίσια πολιτικής»,
αποδεχόμενο έτσι τόσο τα προηγούμενα μνημόνια και την κατεδάφιση των
εργασιακών σχέσεων, και κυρίως τον κεντρικό στόχο της «ευελιξίας», μέσα
από την οποία το κεφάλαιο αυξάνει το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής
δύναμης.
Στη
συνέχεια, το μνημόνιο προβλέπει πως η κυβέρνηση αναλαμβάνει να
δρομολογήσει διαδικασία που σκοπό θα έχει «την επανεξέταση ορισμένων
υφιστάμενων πλαισίων της αγοράς εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ομαδικών απολύσεων, της συλλογικής δράσης και των συλλογικών διαπραγματεύσεων, λαμβανομένων υπόψη των βέλτιστων πρακτικών σε
διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο». Ουσιαστικά ανοίγει ο δρόμος για την
ολοκληρωτική κατεδάφιση της όποιας προστασίας των συνδικαλιστικών
δικαιωμάτων που κατακτήθηκαν με τους αγώνες του εργατικού κινήματος, ενώ
προωθείται και η πάγια επιδίωξη του κεφαλαίου για απελευθέρωση των
ομαδικών απολύσεων. Η επίκληση στις «βέλτιστες πρακτικές» γίνεται για να
«μασκαρευτούν» τα νέα μέτρα με ένα προσωπείο εκσυγχρονισμού και
πολιτισμού, συγκαλύπτοντας πως σε ολόκληρη την ΕΕ τα δικαιώματα των
εργαζόμενων βρίσκονται στο στόχαστρο και αποδομούνται συστηματικά. Στον καπιταλισμό «βέλτιστες πρακτικές» είναι οι αναγκαίες για το κεφάλαιο,
που χρειάζεται φθηνή εργατική δύναμη, ευελιξία για το εργατικό
δυναμικό, ευκολία στις απολύσεις, απλήρωτες υπερωρίες, μέσα από τα οποία
αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνέβαλε αποφασιστικά στην κλιμάκωση της αντιλαϊκής
επίθεσης, στην προώθηση των κατευθύνσεων που υπηρετούν τη θωράκιση της
ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων, τη διασφάλιση φθηνής
εργατικής δύναμης και νέων πεδίων κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Ο
ισχυρισμός του ΣΥΡΙΖΑ ότι υπήρξε ανυποψίαστο θύμα εκβιασμού των
δανειστών και υπέγραψε το Γ΄ Μνημόνιο δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Ο
ΣΥΡΙΖΑ υπηρέτησε προεκλογικά και μετεκλογικά τους στόχους της αστικής
τάξης και έπαιξε ενεργό ρόλο για να υπάρξει η συγκεκριμένη κατάληξη των
διαπραγματεύσεων. Η πορεία από τη διαμόρφωση του προεκλογικού
προγράμματος της Θεσσαλονίκης και τη μετεκλογική συμφωνία του Φλεβάρη,
μέχρι την πρόταση Τσίπρα των 47 σελίδων και το δημοψήφισμα δεν αφήνει
περιθώρια για παρερμηνείες. Ο Αλ. Τσίπρας πρωταγωνίστησε στον εκβιασμό
του λαού με το ίδιο δίλημμα που χρησιμοποίησαν οι κυβερνήσεις του Γ.
Παπανδρέου και του Αντ. Σαμαρά για να ψηφιστεί το νέο πακέτο μέτρων
σφαγιασμού του λαού. Η πορεία αυτή ήταν προδιαγεγραμμένη, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ
είχε αποδεχτεί πριν αναλάβει την κυβέρνηση να υπηρετήσει την
ανταγωνιστικότητα των εγχώριων μονοπωλιακών ομίλων και τις δεσμεύσεις
που ισχύουν για όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Οι
υποσχέσεις για ηπιότερη, λιγότερο επώδυνη εφαρμογή της αντιλαϊκής
πολιτικής που διαδέχτηκαν τα ριζοσπαστικά συνθήματα κατάργησης των
μνημονίων είναι εξίσου απατηλές. Τα βάρη του Γ΄ Μνημονίου για τα λαϊκά
στρώματα θα προστεθούν σ’ αυτά των δύο προηγούμενων.
Οι
όποιες διαφοροποιήσεις σχετικά με το ύψος των προβλεπόμενων πρωτογενών
πλεονασμάτων και των όρων αποπληρωμής του κρατικού χρέους δεν αφορούν
την ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων. Αποτελούν προσαρμογή των στόχων του
κεφαλαίου στα νέα οικονομικά δεδομένα παράτασης της φάσης της
καπιταλιστικής κρίσης στην Ελλάδα και στοχεύουν στη διασφάλιση
μεγαλύτερης κρατικής χρηματοδότησης για να δοθεί ώθηση στην κερδοφορία
των εγχώριων μονοπωλιακών ομίλων. Αποτελούν επίσης αντικείμενο της
διαπάλης μεταξύ της Γερμανίας από τη μια και Γαλλίας-ΗΠΑ από την άλλη
για τη γραμμή οικονομικής διαχείρισης και γενικότερα για το μέλλον της
Ευρωζώνης.
Η
στήριξη από το ΣΕΒ, τους τραπεζίτες, τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το ΠΟΤΑΜΙ της
κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ σ’ όλες τις κρίσιμες πρόσφατες ψηφοφορίες
επιβεβαιώνει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το σταθερό ταξικό
προσανατολισμό της κυβέρνησης προς όφελος του κεφαλαίου.
Η
πορεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποτελέσει πολύτιμο δίδαγμα για
να μην επαναληφθεί άλλη μια φορά η κωμωδία του αντιμνημονιακού μετώπου,
με νέο πρωταγωνιστή τη «Λαϊκή Ενότητα» του Παν. Λαφαζάνη ή το «Plan B»
του Αλ. Αλαβάνου. Να αποτύχει η νέα προσπάθεια αφοπλισμού του κινήματος
από δυνάμεις που ήταν συνένοχες σ’ όλη την αντιλαϊκή πορεία της
κυβέρνησης. Να χρεοκοπήσει η νέα προσπάθεια αποπροσανατολισμού του
κινήματος με τα γνωστά συνθήματα για ρήξη με τις μνημονιακές
κυβερνήσεις, που αφήνουν στο απυρόβλητο τον πραγματικό αντίπαλο, την
εξουσία των μονοπωλίων, του κεφαλαίου και ουσιαστικά της καπιταλιστικής
ΕΕ.
Η
πορεία και η κατάληξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ βοηθά να αποκαλυφτεί ο
μύθος της δυνατότητας φιλολαϊκής διαχείρισης από μια κυβέρνηση της
«Αριστεράς» σε καπιταλιστικό έδαφος. Επιβεβαιώνει το ιστορικό συμπέρασμα
που προκύπτει απ’ όλες τις παρόμοιες προσπάθειες στη Χιλή, στη Γαλλία,
στην Ιταλία και πρόσφατα στην Κύπρο. Επιβεβαιώνει ότι καμιά αστική
κυβέρνηση δεν μπορεί ούτε να ακυρώσει τους νόμους κίνησης της
καπιταλιστικής οικονομίας, ούτε να μεταβάλει τον ταξικό χαρακτήρα του
αστικού κράτους που υπηρετεί την τάξη των καπιταλιστών. Αποδεικνύει ότι,
όσο τα κλειδιά της οικονομίας βρίσκονται στα χέρια των μονοπωλιακών
ομίλων, η κάθε κυβέρνηση θα χορεύει στο δικό τους ρυθμό, ανεξάρτητα από
τα ριζοσπαστικά συνθήματα που μπορεί να χρησιμοποιήσει.
Δικαιώνει
επίσης τη στρατηγική επιλογή του ΚΚΕ να απορρίψει κάθε συμμετοχή ή
στήριξη σε αστική κυβέρνηση, ανεξάρτητα από τον ιδεολογικό μανδύα της. Ο
καθένας μπορεί σήμερα να σκεφτεί τις ολέθριες συνέπειες που θα είχε η
αντίστροφη επιλογή, αν δηλαδή το ΚΚΕ έκανε το τραγικό λάθος να στηρίξει
την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Η
πείρα που έχει συσσωρευτεί δεν αφήνει χώρο για νέα λάθη και νέες
αυταπάτες. Η οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης προϋποθέτει αδιάλλακτη
αντιπαράθεση με όλες τις εκδοχές του οπορτουνιστικού ρεύματος. Απαιτεί
να μπει στο στόχαστρο ο πραγματικός αντίπαλος, η άρχουσα τάξη, να
προετοιμαστεί η πραγματική ρήξη με την ΕΕ, το κεφάλαιο και την εξουσία
του. Απαιτεί αποφασιστικά βήματα για την ανασύνταξη του κινήματος και
την οικοδόμηση της λαϊκής συμμαχίας. Η αποφασιστική ενίσχυση του ΚΚΕ
παντού, και φυσικά στην κάλπη των επόμενων βουλευτικών εκλογών, είναι
απαραίτητη προϋπόθεση για ν’ ανοίξει ο δρόμος της ρήξης και ανατροπής
της εξουσίας του κεφαλαίου, της αποδέσμευσης από την ΕΕ και της
μονομερούς διαγραφής του χρέους προς όφελος του λαού.