Όλα
τα είχαμε και αυτό που μας έλειπε ήταν τα… προβλήματα με το «Άγιο Φως»!
Σε μια περίοδο που ο κόσμος ολόκληρος πλήττεται από τον κορωνοϊο είναι
σε εξέλιξη και η (επίκαιρη
κάθε Πάσχα) ιστορία του «Αγίου Φωτός»: Μια ιστορία θεομπαιξίας και
σκοταδισμού με τη συμμετοχή και της κατά τα άλλα ουδετερόθρησκης
Πολιτείας που απονέμει σε ένα καντήλι τιμές αρχηγού κράτους..
Το
έχουμε ξαναγράψει, ας το ξαναπούμε μια ακόμη φορά, χωρίς ωστόσο να
ελπίζουμε ότι θα ιδρώσει το αυτί αυτών που κυβέρνησαν και αυτών που
κυβερνούν σήμερα, και να σταματήσει αυτό το απερίγραπτο καραγκιοζιλίκι.
Είναι
δικαίωμα κάθε κληρικού πατριάρχη , δεσπότη, παπά, διάκου αλλά και κάθε
πιστού να πιστεύει πως το «Άγιον Φως», που μας έρχεται κάθε χρόνο από τα
Ιεροσόλυμα, ανάβει «θαυματουργικώ τω τρόπω» και το παίρνει ο
ελληνορθόδοξος πατριάρχης, ο οποίος έχει μπει μόνος του στο κουβούκλιο
του Παναγίου Τάφου.
Είναι
δικαίωμα κάθε κληρικού και πιστού να πιστεύει και να το διακηρύσσει πως
το «Άγιον Φως» δεν καίει και μπορεί ο καθένας να περάσει τα χέρια του
από αυτό, να το ακουμπήσει στα γένια του ή τα μαλλιά του και να μην
καεί. Το δικαίωμα στην βλακεία και τον σκοταδισμό δεν μπορεί να το στερήσει κανείς από κανένα. Και τα σκυλιά δεμένα.
Αγύρτες και θεομπαίχτες στον καιρό του κορωνοϊού
Όμως
μας πέφτει και μας παραπέφτει λόγος όταν όλη αυτή η ιστορία με το
«Άγιον Φως» καταντάει μια κυβερνητική και πολιτική υπόθεση στην οποία
τα τελευταία χρόνια ,αγύρτες και θεομπαίχτες πολιτικοί, από τους
οπαδούς της «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών», μέχρι και τους γιαλαντζί
αριστερούς, επιδίδονται σε ένα άθλιο παιχνίδι ψηφοθηρίας,
εκμεταλλευόμενοι το θρησκευτικό συναίσθημα ενός λαού βασανισμένου και
τυραννισμένου από αυτούς τους ίδιους.
Όλοι
αυτοί έστηναν και στήνουν μια άθλια παράσταση, με υπουργούς που δίπλα
στους χρυσοστολισμένους δεσποτάδες με το ένα χέρι σταυροκοπιούνται και
με το άλλο σπρώχνουν για να τους πιάσει ο τηλεοπτικός φακός και να
δουν οι πιστοί και ψηφοφόροι πόσο ευλαβείς είναι. Μια κακόγουστη
παράσταση με ταρατατζούμ, ευσταλείς ευζώνους και στρατιωτικά αγήματα,
που αποδίδουν σε ένα φανάρι τιμές αρχηγού κράτους, μεταφέροντας μας στα
χρόνια του Μεσαίωνα.
Και
όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι απλώς αντικείμενο ενός σκετς σε μια
επιθεώρηση (για παράδειγμα αυτή η ιδέα κάποιων βλαχοδημάρχων να κάνουν
ντελίβερι τα φανάρια), αν δεν ήταν μια ακόμη προσβολή σε ένα λαό που
υποφέρει. Μια προσβολή στη νοημοσύνη μας και στο λογικό μας.
Από τους λατίνους στους ορθοδόξους: business as usual!
Έχουν
γραφτεί τόσα πολλά (και στον «Ημεροδρόμο») γι’ αυτή την ιστορία της
«θαυματουργικώ τω τρόπω» αφής του Αγίου Φωτός, ένα καλά σχεδιασμένο
εκκλησιαστικό θεατρικό δρώμενο, που δεν χρειάζεται να τα επαναλάβουμε.
Απλά σε χοντρικές γραμμές θα θυμίσουμε ότι όλη αυτή την ιστορία την
ξεκίνησαν λατίνοι καλόγεροι που συνόδευαν τις ορδές των τυχοδιωκτών και
αλητών από όλη την Ευρώπη, σ’ αυτό που έμεινε στην ιστορία σαν
Σταυροφορίες. Και μετά, όταν οι Άραβες κατέλαβαν πάλι την Ιερουσαλήμ
και έδωσαν
κυρίαρχη θέση στους ορθοδόξους. Και αυτοί, σαν καλοί διαχειριστές,
κατάλαβαν πόσο επικερδής είναι αυτή η ιστορία και την συνέχισαν. Έτσι
απλά. Πώς λέμε business as usual; Ακριβώς!
Αδ. Κοραής: «Όνειδος και αίσχος»
Το έχει γράψει και ο Κοραής ήδη από το 1825:
«Μην
πιστεύετε όσα λέγουν περί του αγίου φωτός. Το άγιον φως είναι πλάσμα
ασεβές και αναίσχυντον […] πλάσμα λατίνων μοναχών και φραγκοπατερικών
γέννημα […] Μηχανουργήματα λαοπλάνων ιερέων το εξ ουρανού ψευδοκαταίβατα
φώτα […] όνειδος και αίσχος, στρατηγούμενον από θρασυτάτους
θαυματοπλάστας […] Μοναχοί, θρασύτατοι γόητες, επενόησαν το θαύμα του
αγίου φωτός, δια να ενισχύσουν τον ηλίθιον ζήλον των προσκυνητών […]
Ξεκίνησε τον ένατο αιώνα […] στα χέρια Δυτικών μοναχών… πέρασε στα χέρια
των Ανατολικών την δωδεκάτην εκατονταετηρίδα […] και έπραξαν βέβαια
(πάλιν το λέγω) κακά υιοθετώντας το θαύμα των Δυτικών […] διότι έπραξαν
ό,τι θα έπραττε και κάθε άλλος κοσμικός, όστις κληρονομών πλούσιον
εργαστήριον, δεν το κλείει αλλά απεναντίας φροντίζει και τις πραμάτειες
ν’ αυξήσει και τους αγοραστές να πολλαπλασιάσει. […] Το ψευδόθαυμα αυτό
το πιστεύουν ολίγοι, ίσως τινές δια μωρίαν και άλλοι δι’ αισχροκέρδειαν
[…] Ουδέ ο Χρυσόστομος το επίστευεν ή μάλλον ουδέ το εγνώριζε, διότι, αν
εις τον καιρόν του εθαυματουργείτο το άγιον φως, πώς ήτο δυνατόν να
λέγη ότι δέν εγίνοντο πλέον θαύματα;» (Άτακτα: Περί του Ιεροσολύμοις Αγίου Φωτός, Τόμ. 3, 1825).
Ν. Καζαντζάκης: «Τα απομεινάρια της φοβερής οπτασίας…»
Κλείνουμε θυμίζοντας ένα απόσπασμα της μαρτυρίας του Νίκου Καζαντζάκη που βρέθηκε στα Ιεροσόλυμα στα χρόνια του μεσοπολέμου:
« Στέκομαι
στην είσοδο του Άγιου Τάφου με ολανοιγμένα αχόρταγα μάτια: Μεγάλο
Σάββατο. Ο ναός της Ανάστασης σα μια τεράστια κυψέλη βουίζει , οι
πλάκες κάτω είναι γιομάτες αραβόφωνους χριστιανούς, με τα φέσια, με τις
βρωμερές πολύχρωμες τζελεμπίες, με τα φλεγόμενα τσιμπλισμένα μάτια. Κάτω
από τις αψίδες του ναού, ξαπλωμένοι σε ψάθες, σε κουρέλια ή σε χαλιά,
άντρες και γυναίκες που έχουν κοιμηθεί εδώ τη νύχτα προσμένοντας τη
στιγμή τούτη τη φοβερή που θα σφεντονιστεί το άγιο φως από το κουβούκλι
του Παναγίου Τάφου.
Γκρίζα
λαγήνια με νερό, με πορτοκαλιά ράπικα ξόμπλια , γκαζόζες, σερμπέτια,
λεμόνια, κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι μέσα στο κατασκηνωμένο στην
εκκλησία ανθρωπομάζωμα.
Τα
μπρίκια του καφέ βράζουν σε καμινέτα, κάτω από τα μεγάλα κονίσματα, οι
μάνες ανοίγουν τα στήθια τουςμπροστά στον κόσμο και βυζαίνουν τα μωρά
τους (…) Γέλια, κλάματα, στριγγλιές. Άλλοι ψέλνουν, άλλοι κάτω από τις
λοήσιμες πατανίες παίζουν στις σκοτεινές γωνιές του ναού με τις γυναίκες
τους. Κι ακούς ξάφνου, ως περνάς μέσα στο βαριόχνοτο σκοτάδι, γέλια από
κοπέλες που γαργαλίζονται …».
Κι αφού περιγράφει την είσοδο του Πατριάρχη στο κουβούκλιο, ο Καζαντζάκης καταλήγει:
«…
Ο ναός άδειασε. Σαν όνειρο ξωτικό, απίθανο μου φάνταξε όλη τούτη η
φοβερή βουή, το μανιασμένο πλήθος και τα λοήσιμα κουρέλια. Μα σκύβοντας
χάμω, έτσι που γύριζα ολομόναχος μέσα στην εκκλησία, ένιωσα πως όλο
τούτο το ανατολίτικο όραμα ήταν αλήθεια, γιατί κάτω στις πλάκες είδα τα
απομεινάρια της φοβερής οπτασίας: πασατέμπος, πορτοκαλόφλουδες,
λιοκούκουτσα και σπασμένες μποτίλιες γκαζόζα»…(«Ταξιδεύοντας: Ιταλία- Αίγυπτος- Σινά- Ιερουσαλήμ- Κύπρος- Ο Μοριάς», σελ 152- 156).