Και μόνο από τον τίτλο της σημερινής παρουσίασης γεννιέται ένα ερώτημα:
Υπάρχουν πολλές ψυχολογίες;
Ολοι οι ψυχολόγοι ερευνούν τα ίδια φαινόμενα, όμως, ο τρόπος που τα προσεγγίζουν διαφέρει ανάλογα με τις φιλοσοφικές τους πεποιθήσεις.
Ενας ιδεαλιστής βλέπει την ψυχή σαν υπερφυσική δύναμη.
Ενας υλιστής τη βλέπει ως λειτουργία του εγκεφάλου.
Στην εποχή μας οι συνεπείς ιδεαλιστές σπανίζουν. Η συντριπτική πλειονότητα των επιστημόνων κατανοεί την ψυχή ως δραστηριότητα του εγκεφάλου.
Ωστόσο, όλοι οι υλιστές ψυχολόγοι δεν αντιμετωπίζουν τα φαινόμενα με τον ίδιο τρόπο.
Από τη μια είναι εκείνοι που βασίζονται στις αρχές του Διαλεκτικού Υλισμού (ΔΥ). Γι' αυτό και η έρευνά τους και τα συμπεράσματά τους συγκροτούν αυτό που λέμε Διαλεκτική Υλιστική Ψυχολογία (ΔΥΨ).
Από την άλλη, είναι εκείνοι που βασίζονται σ' έναν υλισμό, που οι μαρξιστές αποκαλούν απλοϊκό ή μηχανιστικό.
Οι απλοϊκοί υλιστές, παρά την κατ' αρχήν υλιστική τους τοποθέτηση, δεν κατανοούν την κοινωνική ουσία της ψυχικής δραστηριότητας. Τελικά, κάνουν υποχωρήσεις στον ιδεαλισμό.
Συνήθως, προσπαθούν να ερμηνεύσουν τη σκέψη ανάγοντάς την στη βιολογική κίνηση, τη βιολογική στη χημική, τη χημική στην κίνηση των στοιχειωδών σωματίων. Καταλήγουν σε συμπεράσματα του τύπου «όλα είναι στο DNA μας» ή «ο εγκέφαλος είναι ηλεκτρόνια και κουάρκ».
Ωστόσο, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο κόσμος δεν είναι μια σούπα από ηλεκτρόνια και κουάρκ.
Ορισμένοι ερευνητές, ενώ στην εργασία τους λειτουργούν σαν υλιστές, διατυπώνουν ιδεαλιστικές φιλοσοφικές απόψεις. Γι' αυτούς η αλήθεια δεν είναι η ίδια η ζωή αλλά η νοητική επεξεργασία της. Δέχονται ότι η αλήθεια μπορεί να προσδιορίζεται με διαφορετικούς τρόπους, ένα για την εξυπηρέτηση της πρακτικής και άλλο για την ικανοποίηση του νου.
Για παράδειγμα, ο νευρο-επιστήμονας Eccles (1903-1997) - βραβείο Nobel- έβλεπε το πνεύμα και την ύλη σαν δυο ξεχωριστά πράγματα, με καθοριστικό το πνεύμα. Εισήγαγε και μια μονάδα ψυχισμού, το ψυχόνιο [πώς λέμε ηλεκτρόνιο]. Μετά άρχισε να διερωτάται πώς αυτές οι μονάδες μπορούν να αλληλεπιδράσουν με τον εγκέφαλο και τελικά, απέδωσε την ψυχή σε μια υπερφυσική νοητική δημιουργία.
Στην εποχή μας διακρίνουμε δύο προσεγγίσεις στα ψυχικά φαινόμενα, την αστική και τη μαρξιστική.
Στην πρώτη εντάσσονται οι ιδεαλιστές και οι απλοϊκοί υλιστές. Κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι αρνούνται την κοινωνική ουσία της ψυχικής δραστηριότητας.
Στη δεύτερη εντάσσονται οι διαλεκτικοί υλιστές.
Η αστική ψυχολογία προηγήθηκε ιστορικά. Αναπτύχθηκε μαζί με τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, από την εποχή της Αναγέννησης και μετά.
Η μαρξιστική, δηλαδή η ΔΥΨ, γεννήθηκε σαν συνέχεια της αστικής ψυχολογίας και ταυτόχρονα σαν άρνησή της. Θα δούμε γιατί και πώς έγινε αυτό.
Αστική Ψυχολογία
Ξεκινάμε με την αστική ψυχολογία
Εδώ συναντάμε πολλά ψυχολογικά ρεύματα και σχολές. Διατυπώνονται απόψεις πολύ διαφορετικές, αντικρουόμενες. Υπάρχει ένας ανταγωνισμός.
Υπάρχουν και αρκετοί συγγραφείς, που προσπαθούν να συμβιβάσουν τους ανταγωνιστές, κάνονταςεπιλεκτικούς συνδυασμούς απόψεων - ακόμα και ασυμβίβαστων. Φτιάχνουν κάτι σαν σούπα: Δυο κουταλιές συμπεριφορισμό, μια πρέζα ψυχανάλυση, κάτι από μορφολογική ψυχολογία και ανακατεύουμε. Τέλος πασπαλίζουμε με λίγο Βιγκότσκι - είναι της μόδας.
Βέβαια, ο Βιγκότσκι ήταν μαρξιστής, αλλά αυτό το αποσιωπούν.
Αυτά τα φαινόμενα δεν είναι παρά εκδηλώσεις της κρίσης της αστικής ψυχολογίας.
Ο Βιγκότσκι πριν από 80 χρόνια περίπου έκανε μια διεξοδική ανάλυση της κρίσης.
Διαπίστωσε ότι ο πλουραλισμός των απόψεων οφείλεται στην αδυναμία της αστικής επιστήμης να διαμορφώσει μια Γενική Ψυχολογία.
Πριν προχωρήσουμε, ας δούμε περιληπτικά τι σημαίνει Γενική Ψυχολογία, ποιος είναι ο ρόλος της, όπως τον περιγράφει ο Βιγκότσκι:
Στα πλαίσια κάθε επιστήμης, διαμορφώνονται ειδικοί κλάδοι, που μελετούν φαινόμενα μιας συγκεκριμένης κατηγορίας. Π.χ. στη χημεία έχουμε ανόργανη χημεία, οργανική χημεία κλπ. Επίσης, διαμορφώνεται και μιαγενική επιστήμη, η Γενική Χημεία.
Ο κάθε κλάδος συλλέγει στοιχεία, τα ομαδοποιεί, βγάζει γενικά συμπεράσματα, δημιουργεί μια θεωρία.
Οταν το υλικό γενικευθεί μέσα στον κλάδο, η παραπέρα γενίκευσή του είναι δυνατή μόνο σε σύγκριση με υλικό από άλλους κλάδους της ίδιας επιστήμης. Αυτό το κάνει η γενική επιστήμη που επεξεργάζεται το υλικό των κλάδων, γενικεύοντάς το σε ανώτερο επίπεδο.
Η γενική επιστήμη αναπτύσσεται από την ανάγκη να συνεχιστεί η γενίκευση.
Ετσι, η γενική ψυχολογία ολοκληρώνει τους ειδικούς κλάδους αναδείχνει τις πιο γενικές ψυχολογικές κανονικότητες, επεξεργάζεται τις θεωρητικές αρχές και μεθόδους της ψυχολογίας, επεξεργάζεται το σύστημα των εννοιών που χρησιμοποιεί.
Τα αποτελέσματα της έρευνας στη γενική ψυχολογία χρησιμεύουν ως βάση για την ανάπτυξη όλων των κλάδων της ψυχολογίας.
Επιστρέφουμε στην αστική ψυχολογία. Πώς αναπτύχθηκε ιστορικά.
Πάμε μερικούς αιώνες πίσω. Η ανερχόμενη αστική τάξη στην προσπάθειά της να ανατρέψει τη φεουδαρχία στράφηκε κατά της Καθολικής Εκκλησίας που τότε ήταν το ιδεολογικό όπλο των φεουδαρχών και κρατούσε σε ιδεολογική υποταγή τις αμόρφωτες λαϊκές μάζες.
Οι επιστήμονες απέρριψαν το θρησκευτικό δόγμα για την αθανασία της ψυχής και αναγνώρισαν την ψυχή ωςδραστηριότητα του εγκεφάλου.
Μετά την ανατροπή της φεουδαρχίας και με την ανάπτυξη της καπιταλιστικής παραγωγής επιστρατεύτηκε και η ψυχολογία για να καλύψει ανάγκες της οικονομικής ζωής: προβλήματα σχετικά με:
- την επαγγελματική επιλογή,
- την ατομική εξειδίκευση,
- την ψυχολογική δικαίωση νομικών κανόνων,
- τη διαμόρφωση συνθηκών για εντατικοποίηση της εργασίας κλπ. [= «οργάνωση εργασίας»]
Από την αντίθεση στην κρίση
Με την ανάπτυξη της εφαρμοσμένης ψυχολογίας δημιουργήθηκε μια αντίθεση:
Από τη μια είχαμε τις πειραματικές μεθόδους έρευνας που βασίζονταν στον αυθόρμητο υλισμό των ερευνητών.
Από την άλλη την ψυχολογική θεωρία που βασιζόταν στον υποκειμενισμό και στην ιδεαλιστική φιλοσοφία.
Οσο προόδευε η εφαρμοσμένη ψυχολογία τόσο οξυνόταν η αντίθεση, μέχρι που εξελίχθηκε σε κρίση.
Η κρίση εκδηλώθηκε:
- με την απόρριψη της παλαιάς ψυχολογίας από την πλειονότητα των ψυχολόγων αλλά και
- με την αδυναμία τους να δημιουργήσουν μια νέα ψυχολογία σε κοινά αποδεκτές βάσεις.
Στις αρχές του 20ούαιώνα, οι ψυχολόγοι χωρίστηκαν σε αντιμαχόμενες σχολές, που όμως ξεκινούσαν όλες από ιδεαλιστικές ή από απλοϊκές υλιστικές θέσεις.
Σας διαβάζω μια περίληψη των συμπερασμάτων του Βιγκότσκι:
Διεξαγόταν μια πάλη ανάμεσα σε διαφορετικές σχολές που καθεμιά τους προσπαθούσε να υποτάξει τις άλλες.
Στο ερώτημα ποιο είναι το κοινό χαρακτηριστικό όλων των ψυχικών φαινομένων, κάθε σχολή απαντούσε διαφορετικά:
Για την παραδοσιακή ενδοσκοπική ψυχολογία, ήταν η έλλειψη υλικότητας και το ότι μπορούσαν να γίνουν αντιληπτά μόνο από το ίδιο το υποκείμενο.
Για την Αντανακλασιολογία, όλα τα φαινόμενα ήταν αντανακλαστικά.
Για την Ψυχανάλυση ήταν το ασυνείδητο κ.λπ.
Οι ιδεαλιστικές φιλοσοφικές βάσεις της παραδοσιακής ψυχολογίας δεν επέτρεπαν τη διαμόρφωση μιας συνεπούς θεωρίας και μεθοδολογίας, γιατί δεν αντιστοιχούσαν προς την πραγματικότητα.
Η έλλειψη μεθοδολογικής βάσης, δηλαδή η έλλειψη μιας γενικής ψυχολογίας έκανε τους ερευνητές στους ειδικούς κλάδους να μπουν σε γειτονικά πεδία της ψυχολογίας και να διεκδικήσουν το ρόλο της γενικής ψυχολογίας.
Ολα τα ψυχολογικά ρεύματα ακολούθησαν παρόμοια πορεία. Γράφει ο Βιγκότσκι: Στην αρχή κάθε ρεύμα ξεκινά από μια ανακάλυψη και διατυπώνει μια ιδέα για την ερμηνεία του συγκεκριμένου φαινομένου.
Μετά, η επίδραση της ιδέας εξαπλώνεται σε γειτονικές περιοχές και φτάνει να ελέγχει όλο τον κλάδο, ενώ αποσυνδέεται από τα γεγονότα που τη γέννησαν.
Κατόπιν μεταφέρεται σε γειτονικούς κλάδους της ψυχολογίας και τέλος συνδέει την ψυχολογία με άλλα πεδία γνώσης.
Η ιδέα απροκάλυπτα πλέον εντάσσεται σε κάποιο φιλοσοφικό σύστημα. Αποκαλύπτει τι επιδιώκει, από ποιες κοινωνικές τάσεις προέκυψε, ποια ταξικά συμφέροντα υπηρετεί. Ξεσκεπάζεται ως ιδεολογικός πράκτορας μεταμφιεσμένος σε επιστημονικό γεγονός.
Τελικά, υφίσταται κριτική από παντού και περιορίζεται στην περιοχή από την οποία ξεκίνησε. Εξαφανίζεται ως κοσμοαντίληψη και γίνεται μια σταγόνα στον ωκεανό των απόψεων, γιατί στο πεδίο των κοσμοαντιλήψεων δεν υπάρχει χώρος παρά μόνο για δυο: τον υλισμό και τον ιδεαλισμό.
Η έξοδος από την κρίση πραγματοποιήθηκε τελικά με την ανάπτυξη της ΔΥΨ στη Σοβιετική Ενωση στις δεκαετίες 1920-1930. Ο Βιγκότσκι ήταν ένας από τους πρωτεργάτες.
Η αστική τάξη δεν μπορούσε να δεχτεί μια ψυχολογία που βασίζεται στο ΔΥ. Γι' αυτό προσκολλήθηκε στονιδεαλισμό και στον απλοϊκό υλισμό.
Η άρνηση της αστικής ψυχολογίας να αποδεχτεί πολλές υλιστικές επιστημονικές ανακαλύψεις οφείλεται στο γεγονός ότι η ψυχολογία στο σύγχρονο κόσμο εκπληρώνει μια ιδεολογική λειτουργία και υπηρετεί ταξικά συμφέροντα.
Οι πόρτες των πανεπιστημίων παραμένουν κλειστές για τη ΔΥΨ μέχρι σήμερα.
Οι θέσεις της διαστρεβλώνονται συστηματικά, όταν γίνεται κάποια αποσπασματική αναφορά σ' αυτές.
Η κρίση συνεχίζεται στην αστική ψυχολογία και εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους. Αναφέρω μερικούς:
Αδυναμία της αστικής ψυχολογίας να ορίσει με σαφήνεια και συνέπεια τις ψυχολογικές έννοιες που χρησιμοποιεί, όπως συνείδηση, προσωπικότητα, σκέψη κτλ. καθώς και το αντικείμενο της ίδιας της ψυχολογίας.
Διατηρούνται οι λαθεμένες θεωρητικές βάσεις πράγμα που συχνά οδηγεί τους επιστήμονες σε αβάσιμες γενικεύσεις.
Η αστική ψυχολογία, όπως και ολόκληρη η αστική κοινωνία, βασίζεται στον ατομικισμό. Απολυτοποιεί την αυτονομία του ατόμου που το θεωρεί σε αντιπαράθεση με την κοινωνία.
Εξετάζει τα ψυχικά φαινόμενα αποσπασμένα από την κοινωνική πρακτική δραστηριότητα των ανθρώπων.
Απολυτοποιούνται ορισμένες πλευρές των ψυχικών φαινομένων, διογκώνεται το μερικό σε γενικό καιυποκαθίσταται η θεωρητική έρευνα από αποσπασματικές πρακτικές εφαρμογές. Τα τεστ, για παράδειγμα, από μέσα έρευνας αναγορεύτηκαν σε μεθοδολογική αρχή και κατασκευάστηκε αντίστοιχος «κλάδος» της ψυχολογίας, η τεστολογία.
Σχολές που εμφανίστηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα, αφού απέτυχαν να εκπληρώσουν τα βασικά προγράμματά τους, επιχείρησαν να προσαρμοστούν στα νέα επιστημονικά δεδομένα, αλλά με τρόπο που να μη θίγει τις φιλοσοφικές τους βάσεις. Ο Συμπεριφορισμός μετατράπηκε σε Νεο-συμπεριφορισμό, ο Φροϋδισμός σε Νεο-φροϋδισμό κ.τ.λ.
Τα πειραματικά αποτελέσματα συσσωρεύονται και οδηγούν σε μια ιδιότυπη «λατρεία των δεδομένων», αλλά δεν μπορούν να ερμηνευθούν επιστημονικά. Ο Vygotsky επεσήμανε στην εποχή του ότι οι ψυχολόγοι κάνουνμετρήσεις με μεγάλη προσοχή και ακρίβεια, απαντώντας σε ένα τελείως λαθεμένο ερώτημα.
Σημειώνουμε ότι οι σκοποί της ψυχολογικής έρευνας διαφοροποιούνται ανάλογα με την κοινωνία μέσα στην οποία αυτή πραγματοποιείται. Παρά τη σχετική ανεξαρτησία της επιστημονικής σκέψης η κατεύθυνση της έρευνας προσδιορίζεται από το σκοπό της κοινωνικής παραγωγής. Από εδώ πηγάζουν και οι στόχοι της έρευνας και τα μέσα για την πραγματοποίησή της. Οι ψυχολογικές έρευνες εξαρτώνται από τις πρακτικές ανάγκες του κεφαλαίου.
Το σύστημα χρηματοδότησης υπαγορεύει τόσο το στόχο, όσο και την ιδεολογική απόχρωση της έρευνας. Χρηματοδοτούνται κυρίως έρευνες για πιο αποτελεσματικούς τρόπους επηρεασμού των ανθρώπων, ως εργαζόμενων, ως ψηφοφόρων, ως καταναλωτών.
Χαρακτηριστικό είναι το φαινόμενο της χορήγησης ψυχοφαρμάκων για το παραμικρό στην Αμερική. Αυτό οφείλεται:
Στο ότι η κυρίαρχη ερμηνεία των ψυχικών φαινομένων είναι βιολογική.
Στο ότι εξασφαλίζονται κέρδη για τις φαρμακευτικές εταιρίες.
Δεν λείπουν και οι έρευνες σε κατευθύνσεις που δεν οδηγούν πουθενά, γιατί βασίζονται σε λαθεμένες βασικές παραδοχές (προσπάθειες να κάνουν τους πιθήκους να μιλήσουν, τηλεκίνηση, τηλεπάθεια, κ.λπ.).
Υπάρχουν βέβαια και ερευνητές που, παρά τις αντίξοες συνθήκες, κατορθώνουν να προάγουν την επιστημονική έρευνα σε συγκεκριμένους τομείς.
Διαλεκτική Υλιστική Ψυχολογια
Ερχόμαστε τώρα στη ΔΥΨ
Ενώ ο διαλεκτικός υλισμός γεννήθηκε στα μέσα του 19ούαι., η επίδρασή του στην ανάπτυξη της ψυχολογίας εκδηλώθηκε μόνο τον επόμενο αιώνα, μετά τη σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία.
Ο λόγος ήταν ότι η ΔΥΨ δεν μπορούσε να γεννηθεί και να αναπτυχθεί μέσα στα αστικά επιστημονικά ιδρύματα. Χρειαζόταν άλλες κοινωνικές συνθήκες.
Η γέννηση της ΔΥΨ σηματοδοτεί ένα ιστορικά νέο στάδιο στην ανάπτυξη της ψυχολογίας. Διαφέρει από τις σχολές της αστικής ψυχολογίας τόσο στην αντίληψη για τη φύση του ανθρώπου, όσο και στους σκοπούς της ψυχολογικής έρευνας.
Αντικείμενό της έχει τον άνθρωπο σαν κοινωνικό ον. Χωρίς κοινωνική ζωή τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά δεν μπορούν να αναπτυχθούν.
Σκοπό της έχει να κατανοήσει τους αντικειμενικούς νόμους διαμόρφωσης της προσωπικότητας προκειμένου να βοηθήσει την ανάπτυξη στους ανθρώπους της κοινωνικής ευθύνης και της αλληλοβοήθειας. Οι στόχοι της εντάσσονται στο σκοπό του σοσιαλισμού για ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου.
Μεγάλο βάρος δίνεται στην παιδική ψυχολογία, ώστε να βρεθούν πιο αποτελεσματικοί τρόποι για την αφομοίωση από τις νέες γενιές της κοινωνικής πείρας (π.χ. ένα επιστημονικά τεκμηριωμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα).
Για παράδειγμα, αναφέρω ότι δυο αμερικανικά πανεπιστήμια (Stanford + Chicago) εκδώσανε 15 τόμους με μεταφρασμένα άρθρα Σοβιετικών ψυχολόγων και θέμα: «Η ψυχολογία της μάθησης και της διδασκαλίας των μαθηματικών».
Τα κύρια ζητήματα στα οποία εκδηλώνεται η αντιπαράθεση της ΔΥΨ και της αστικής είναι:
- η έννοια της «ψυχής»
- η σχέση βιολογικού - ψυχικού,
- η σχέση κοινωνικού - ατομικού,
- η έννοια της προσωπικότητας,
- οι αρχές και οι μέθοδοι της επιστημονικής έρευνας.
Πριν προχωρήσουμε, να ξεκαθαρίσουμε την έννοια της ύλης.
Για το ΔΥ ύλη είναι οτιδήποτε υπάρχει αντικειμενικά ανεξάρτητα από το αν οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ή όχι την ύπαρξή του. Από μια πέτρα μέχρι την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, το φως δηλαδή.
Η έννοια της ύλης είναι μια νοητική αφαίρεση από τις ποιοτικές διαφορές των αντικειμένων. Οι έννοιες «ύλη», «αντικειμενική πραγματικότητα», «σύμπαν», «κόσμος» έχουν το ίδιο περιεχόμενο.
Η ύλη αναπτύσσεται και οργανώνεται σε μια ατελείωτη ποικιλία υλικών ενοτήτων, που τις λέμε υλικά συστήματα. Τα υλικά συστήματα μπορεί να είναι διακριτές οντότητες (άτομα, μόρια, μακροσκοπικά σώματα), ή πεδία (βαρυτικό, ηλεκτρομαγνητικό κ.λπ.).
Τα υλικά συστήματα διαφέρουν ως προς την πολυπλοκότητά τους και ως προς τον τρόπο που αλληλεπιδρούν. Τα κατατάσσουμε σε διάφορα επίπεδα οργάνωσης της ύλης - από τα απλούστερα προς τα πιο πολύπλοκα. Μια πέτρα και ένα σκουλήκι δεν βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Επίσης, ένας πίθηκος και ένας άνθρωπος βρίσκονται σε διαφορετικά επίπεδα.
Ποιο είναι το κριτήριο με το οποίο διαχωρίζουμε τα επίπεδα; Είναι οι ποιοτικές διαφορές των υλικών συστημάτων ως προς τον τρόπο που αλληλεπιδρούν, ως προς τη μορφή αντανάκλασης του εξωτερικού κόσμου.
Η πέτρα αντανακλά παθητικά το περιβάλλον: φθείρεται κάτω από την επίδραση του ανέμου, της βροχής, των ανθρώπων που τη χρησιμοποιούν.
Τα φυτά αντανακλούν το περιβάλλον ενεργητικά, δηλαδή προσαρμόζονται για να επιβιώσουν: Στρέφονται προς το φως, οι ρίζες τους αναπτύσσονται προς τα κάτω κ.λπ.
Οσο ανεβαίνουμε στην κλίμακα εξέλιξης των ζωντανών οργανισμών περνάμε σε ανώτερες μορφές ενεργητικής αντανάκλασης: στα εξαρτημένα αντανακλαστικά των ζώων και τέλος στην ανθρώπινη συνείδηση.
Δεν έχει ο άνθρωπος εξαρτημένα αντανακλαστικά όπως τα ζώα; Εχει.
Δεν φθείρεται το σώμα του από τον άνεμο, τη βροχή, τα χτυπήματα; Φθείρεται.
Ομως όλες οι κατώτερες μορφές αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον υποτάσσονται στην ανώτερη μορφή, που είναι η ανθρώπινη δραστηριότητα. Μια δραστηριότητα σκόπιμη που βασίζεται στην κατανόηση των αιτιωδών σχέσεων που προσδιορίζουν τα φαινόμενα.
Το ζώο βλέπει τη βροχή, αλλά δεν κατανοεί τι συμβαίνει. Ο άνθρωπος ανακαλύπτει τους νόμους κίνησης της ύλης και γνωρίζει ότι η βροχή είναι αποτέλεσμα της συμπύκνωσης των υδρατμών. Κι ακόμα χρησιμοποιεί τη γνώση του για να δημιουργήσει τεχνητή βροχή.
Για το ΔΥ η ύλη είναι το πρωταρχικό και η νόηση, ο ανθρώπινος ψυχισμός είναι προϊόν ανάπτυξης της ύλης, είναι λειτουργία ενός υλικού συστήματος που διαμορφώθηκε κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες: του ανθρώπινου εγκεφάλου.
Είναι υλική η σκέψη, ο ψυχισμός; Οχι. Η λειτουργία πραγματοποιείται από ένα υλικό σύστημα, στη συγκεκριμένη περίπτωση από τον ανθρώπινο εγκέφαλο, αλλά η ίδια δεν είναι κάτι υλικό. Το βάδισμα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τα πόδια, αλλά το ίδιο το βάδισμα δεν έχει υλική υπόσταση.
Ετσι, ο ανθρώπινος ψυχισμός αποτελεί μορφή ενεργητικής αντανάκλασης του κόσμου στον εγκέφαλο του ανθρώπου. Η αντανάκλαση πραγματοποιείται μέσω της δραστηριότητας του ανθρώπου.
Ο εγκέφαλος αποτελεί το βιολογικό υπόστρωμα του ψυχισμού, αλλά ο ψυχισμός εκφράζει τις σχέσεις του ανθρώπου με τον κόσμο.
Πώς προέκυψε ο ανθρώπινος ψυχισμός; Δεν ήρθε από το πουθενά - αποτελεί συνέχεια και ταυτόχρονα άρνηση του ψυχισμού των ζώων. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά.
Κατά την εξέλιξη των ειδών, οι οργανισμοί αναπτύξανε αισθητήρια όργανα και αισθήσεις. Αυτά είναι η αρχική μορφή ψυχικής δραστηριότητας. Ψυχισμό έχει λοιπόν και η σαύρα και ο σκύλος, όχι η αμοιβάδα, ούτε τα φυτά.
Υλική βάση του ψυχισμού αποτέλεσε αρχικά το νευρικό σύστημα και κατόπιν το ανώτερο τμήμα του, ο εγκέφαλος.
Οσο τελειοποιείται το νευρικό σύστημα των ζώων, τόσο αναπτύσσονται οι λειτουργίες του και τα ψυχικά φαινόμενα, από τα πιο απλά προς τα πιο σύνθετα.
Ομως, ο ψυχισμός του ζώου δεν ξεπερνά ορισμένα όρια. Το ζώο δρα μέσα στα όρια μιας συγκεκριμένης άμεσα αντιληπτής κατάστασης.
Η υπέρβαση αυτών των ορίων γίνεται μόνο στο ανθρώπινο επίπεδο, όταν εμφανίζονται τα λεκτικά νοήματα. Ηομιλία οριοθετεί την περιοχή του ανθρώπου από αυτή των ζώων.
Πώς έγινε το πέρασμα από τη ζωώδη κατάσταση στην ανθρώπινη;
Οι πρόγονοί μας για να επιβιώσουν σε συνθήκες δύσκολες για την ανεύρεση τροφής αναγκάστηκαν να αναπτύξουν μια νέα δραστηριότητα, την εργασία, και συγκεκριμένα την κατασκευή και χρήση εργαλείων.
Εκατομμύρια χρόνια εργασιακής δραστηριότητας χρειάστηκαν για να διαμορφωθεί ο σημερινός ανθρώπινος τύπος, γνωστός ως Κρο-Μανιόν. Και κυρίως ο ανθρώπινος τύπος εγκεφάλου. Γιατί ο εγκέφαλος αναπτύσσεται με τη δραστηριότητα, με την αντιμετώπιση και λύση προβλημάτων.
Ετσι λύθηκε και το πρόβλημα του συντονισμού των ανθρώπινων ενεργειών κατά τη συλλογική παραγωγική δραστηριότητα: με την ανάπτυξη της ομιλίας. Ο άνθρωπος έγινε ικανός να βάζει στόχους, να σκέπτεται.
Ο ψυχισμός απέκτησε στον άνθρωπο κοινωνικο-ιστορικό χαρακτήρα.
Στην ανάπτυξη του ατόμου, ο ψυχισμός του διαμορφώνεται κατά τη διαδικασία της αφομοίωσης και κατάκτησης των μορφών δραστηριότητας που αναπτύχθηκαν ιστορικά από τις προηγούμενες γενεές. Ο κύριος παράγοντας στην ανάπτυξη του νου είναι η αφομοίωση της κοινωνικής πείρας από τον άνθρωπο.
Πώς ερευνά η ΔΥΨ
Μελετά τα ψυχικά φαινόμενα με αντικειμενικές μεθόδους και αξιοποιεί την αυτοπαρατήρηση (ενδοσκόπηση) μόνο σαν βοηθητική πηγή πληροφοριών. Αντικειμενική λέμε μια μέθοδο που εξασφαλίζει τη δυνατότητα επανάληψης της παρατήρησης ή του πειράματος από άλλους ερευνητές, ώστε να αποκλειστούν οι υποκειμενικές ερμηνείες. Αντίθετα, η αυτοπαρατήρηση είναι υποκειμενική και οι ισχυρισμοί του υποκειμένου δεν μπορούν να ελεγχθούν.
Αναζητά τις αντιθέσεις που οδηγούν στη γέννηση και στην ανάπτυξη των φαινομένων. Π.χ. το πέρασμα του παιδιού από ένα στάδιο ανάπτυξης στο επόμενο.
Εξετάζει τις σχέσεις ανάμεσα στα ψυχικά φαινόμενα στην εξέλιξή τους (αλλάζουν, τόσο κατά την ιστορική εξέλιξη της κοινωνίας, όσο και κατά την ανάπτυξη του ατόμου).
Εντάσσει κάθε ξεχωριστή έρευνα στη γενική ψυχολογική θεωρία. Δεν περιορίζεται στην περιγραφή των γεγονότων, ούτε διατυπώνει αυθαίρετα και προκατασκευασμένα συμπεράσματα (όπως π.χ. ο φροϋδισμός).
Η ψυχολογική έρευνα περιλαμβάνει όχι μόνο τη νοητική δραστηριότητα, αλλά και την πρακτική δραστηριότητα,με την οποία οι άνθρωποι αλλάζουν τη φύση και αναδιοργανώνουν την κοινωνία. Σ' αυτή τη δραστηριότητα, η ψυχολογία ερευνά τα κίνητρα και τους τρόπους ρύθμισης των ενεργειών των ανθρώπων. Η δραστηριότητα θεωρείται η κινητήρια δύναμη της ψυχολογικής αντανάκλασης.
Η προσωπικότητα εξετάζεται ως μια ενότητα ψυχικών χαρακτηριστικών του ατόμου, που διαμορφώνεται ανάλογα με τις σχέσεις του με άλλους ανθρώπους στην κοινωνική του δραστηριότητα, και όχι σαν ένα απλό άθροισμα ιδιοτήτων.
Η ψυχολογική έρευνα συνδέεται στενά με την έρευνα του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος και ιδιαίτερα του εγκεφάλου. Οι φυσιολόγοι, οι ιατροί και οι ψυχολόγοι συνεργάζονται, έχοντας κοινή θεωρητική βάση που αντανακλά σωστά την πραγματικότητα. Η γνωστή σ' εμάς διαμάχη ιατρών και ψυχολόγων δεν υπάρχει. Η διάγνωση του ψυχολόγου καθοδηγεί το νυστέρι του χειρουργού.
Γιατί η διαμάχη υπάρχει εδώ; Γιατί οι ιατροί μιλούν απαξιωτικά για τους ψυχολόγους; Γιατί οι αστικές ψυχολογικές θεωρίες έχουν τόση μονομέρεια και αυθαιρεσία που δεν πείθουν τους ιατρούς.
Το βιολογικό, το ψυχικό και τα επίπεδα οργάνωσης της ύλης
Τα υλικά συστήματα αναπτύσσονται σε μια ανοδική πορεία από την απλή οργάνωση στη σύνθετη, από την ανόργανη ύλη στην οργανική, από τη μη-έμβια ύλη στα ζωντανά όντα, από τα κατώτερα ζώα στα ανώτερα και από αυτά στον άνθρωπο.
Η πορεία δεν είναι ομοιόμορφη. Δεν πρόκειται μόνο για ποσοτικές αλλαγές, αλλά και για ποιοτικές. Αντίστοιχα, διακρίνουμε επίπεδα οργάνωσης της ύλης που διαφέρουν ποιοτικά μεταξύ τους.
Σε κάθε επίπεδο οργάνωσης της ύλης αντιστοιχεί ορισμένη μορφή κίνησης της ύλης (π.χ. στο μοριακό επίπεδο έχουμε το σχηματισμό χημικών ενώσεων, στο βιολογικό επίπεδο έχουμε την ανάπτυξη των ζωντανών όντων, στο κοινωνικό επίπεδο έχουμε τη διαδοχή των τρόπων κοινωνικής οργάνωσης, των τρόπων παραγωγής). Η κάθε μορφή κίνησης συνίσταται στις ιδιαίτερες σχέσεις των υλικών συστημάτων για το δοσμένο επίπεδο.
Με άλλα λόγια, οι σχέσεις των υλικών συστημάτων διαφέρουν ποιοτικά, ανάλογα με το επίπεδο οργάνωσης. Οι άνθρωποι ανακαλύπτουν αυτές τις αντικειμενικές σχέσεις και τις διατυπώνουν με τη μορφή νόμων(π.χ. χημικών, βιολογικών, κοινωνικών, νόμων της νόησης).
Κάθε ανώτερη μορφή κίνησης της ύλης προϋποθέτει την ύπαρξη των κατώτερων μορφών (π.χ. η βιολογική τη χημική και τη φυσική) αλλά δεν ανάγεται σε αυτές, δηλαδή δεν μπορεί να εξηγηθεί στη βάση των κατώτερων μορφών σαν να ήταν ένας μηχανικός συνδυασμός τους.
Κάθε μορφή κίνησης της ύλης έχει τους δικούς της νόμους, που προσδιορίζουν την ιδιαιτερότητά της.
Οι κατώτεροι νόμοι περικλείονται στα ανώτερα επίπεδα και εξακολουθούν να δρουν, αλλά μόνο σαν υποδεέστερος παράγοντας που δεν προσδιορίζει τη συγκεκριμένη νέα ποιότητα.
Τα ψυχικά φαινόμενα προϋποθέτουν τα βιολογικά, αλλά δεν μπορούν να αναχθούν σε αυτά.
Ενώ η υλική βάση των ψυχικών φαινομένων στον άνθρωπο (όπως και στα ανώτερα ζώα) είναι ο εγκέφαλος, ο ανθρώπινος ψυχισμός έχει φύση κοινωνική.
Το βιολογικό και το κοινωνικό δεν ταυτίζονται αλλά ούτε μπορούν να διαχωριστούν.
Δεν υπάρχει αλληλεπίδραση σώματος και νου, γιατί είναι ένα και το αυτό: το σκεπτόμενο σώμα. Τα ψυχικά φαινόμενα προκύπτουν από την αλληλεπίδραση ανάμεσα στον άνθρωπο και στον κόσμο.
Ας δούμε για παράδειγμα τη σκέψη.
Η ανατομική, φυσιολογική μελέτη του εγκεφάλου δεν μπορεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα τι είναι σκέψη.
Η σκέψη είναι μια δραστηριότητα του ανθρώπινου σώματος.
Ανάμεσα στο σώμα και στη σκέψη υπάρχει μόνο η σχέση του οργάνου προς τον τρόπο δραστηριότητάς του.
Το σκεπτόμενο σώμα δεν μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στη σκέψη, να επιδράσει πάνω στη σκέψη, γιατί η ίδια του η ύπαρξη, η δραστηριότητά του, είναι η σκέψη.
Η σκέψη δεν είναι προϊόν της δραστηριότητας, αλλά η ίδια η δραστηριότητα τη στιγμή της πραγματοποίησής της, όπως το βάδισμα είναι δραστηριότητα των ποδιών. Η σκέψη δεν προκαλεί αλλαγές στον εγκέφαλο, αλλά υπάρχει μέσω αυτών των αλλαγών.
Οι συνδέσεις ανάμεσα στις ζώνες του εγκεφάλου διαμορφώνονται κατά τη διαδικασία της νοητικής ανάπτυξης, δεν είναι γενετικά δοσμένες από πριν.
Ο εγκέφαλος διαμορφώνεται αφενός στη βάση της κληρονομικότητας που προσδιορίζει τις δυνατότητες ανάπτυξής του, και αφετέρου από την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος που καθορίζει αν οι δυνατότητες αυτές θα αναπτυχθούν, ή όχι.
Ο καθένας γεννιέται με μια ποιότητα νευρικού ιστού. Για να αναπτυχθεί όμως το υπάρχον δυναμικό, πρέπει να υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες, να μεγαλώσει το άτομο σε περιβάλλον που θα του προσφέρει ικανά σε αριθμό και κατάλληλα σε ποιότητα ερεθίσματα. Χωρίς την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος ο εγκέφαλος δεν μπορεί να αναπτυχθεί.
Οι ικανότητες δεν παρέχονται από τη φύση, αλλά διαμορφώνονται κατά την ανθρώπινη δραστηριότητα. Ο άνθρωπος γεννιέται χωρίς νοητικές ιδιότητες, μόνο με τη γενική βιολογική δυνατότητα της απόκτησής τους.
Μόνο με τη δραστηριότητα, την αλληλεπίδραση με τον κόσμο, ο ανθρώπινος εγκέφαλος αρχίζει να αντανακλά τα εξωτερικά αντικείμενα, διαμορφώνοντας ψυχολογικές ποιότητες και ικανότητες.
Δεν υπάρχουν «γεννημένοι ποιητές», «γεννημένοι συνθέτες», κ.λπ. Οι κοινωνικές συνθήκες επιταχύνουν, ή αντίθετα επιβραδύνουν ή και στρεβλώνουν την ανάπτυξη των ικανοτήτων.
Ο άνθρωπος από τη στιγμή της γέννησής του κάνει κτήμα του την κοινωνική πείρα.
Το παιδί, σε αντίθεση με το νεογέννητο ζώο, αφομοιώνει τρόπους δραστηριότητας που δεν έχουν σχέση με βιολογικές ανάγκες. Π.χ. τρώει με κουτάλι και όχι με τα χέρια.
Κάθε ενέργεια του ατόμου εντάσσεται στο σύστημα των σχέσεών του με άλλους ανθρώπους.
Στην κοινωνία ο άνθρωπος βρίσκει τα κίνητρα και τους στόχους της δραστηριότητάς του, τα μέσα και τιςμεθόδους για την πραγματοποίησή της. Το άτομο δεν βρίσκεται σε αντιπαράθεση με την κοινωνία.
Η άποψη ότι η κοινωνία είναι εχθρική απέναντι στο άτομο, μια άποψη που έγινε βασική θέση του φροϋδισμού, δεν οφείλεται μόνο σε άγνοια. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης εκλαμβάνουν τα χαρακτηριστικά τωνεκμεταλλευτικών κοινωνιών σαν χαρακτηριστικά της ανθρώπινης κοινωνίας γενικά.
Η συμπεριφορά και η σκέψη του ατόμου προσδιορίζεται κυρίως από τις κοινωνικές συνθήκες. Ηθικές και πολιτικές απόψεις, στόχοι, ενδιαφέροντα, πεποιθήσεις, έθιμα, γίνονται κίνητρα της κοινωνικής συμπεριφοράς των ανθρώπων.
Αυτά προσδιορίζονται με τη σειρά τους από τη δομή της κοινωνίας.
Ακόμη και οι πιο προσωπικές σχέσεις αντανακλούν το σύνολο των αλληλεπιδράσεων με τους άλλους ανθρώπους, τα χιλιάδες αόρατα νήματα των οικονομικών, νομικών, ηθικών, πολιτισμικών σχέσεων που συνδέουν τάξεις, κοινωνικά στρώματα, ομάδες, και άτομα.
Η συνείδηση και η προσωπικότητα είναι υποκειμενικό προϊόν των κοινωνικών σχέσεων.