Με συγκεκριμένες προτάσεις, προκειμένου η Εκπαίδευση να προσαρμοστεί πιο άμεσα και ευέλικτα στο «νέο παραγωγικό πρότυπο»,
παρουσιάστηκε τη Δευτέρα η μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και
Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με τίτλο «Εκπαίδευση και αγορά εργασίας στην
Ελλάδα: Επιπτώσεις της κρίσης και προκλήσεις».
Για μία ακόμα
φορά, το Ιδρυμα, που παρεμβαίνει κατά καιρούς και καταγράφει στοιχεία
καταλήγοντας σε μέτρα από τη σκοπιά των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων,
επανέρχεται στα ζητήματα της Παιδείας με προτάσεις που αποτυπώνουν τις
αξιώσεις τους για την «επόμενη μέρα» και ζητούμενο τη στήριξη της
ανάκαμψης των κερδών τους: «Η οικοδόμηση ενός νέου παραγωγικού προτύπου,
διεθνώς ανταγωνιστικού, με εξαγωγικό προσανατολισμό ειδικότερα σε
συνθήκες έντονων τεχνολογικών μετασχηματισμών, δεν μπορεί να επιτευχθεί
χωρίς ριζικές αλλαγές και στο εκπαιδευτικό σύστημα, στη μεριά δηλαδή της
προσφοράς δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας. Με τις παλιές γνώσεις και
δεξιότητες δεν μπορεί να οικοδομηθεί ένα νέο παραγωγικό πρότυπο»,
σημειώνεται χαρακτηριστικά.
***
Για τις παρεμβάσεις που προτείνει το ΙΟΒΕ, παραθέτει στατιστικές που καταγράφουν στοιχεία
για την αύξηση της ανεργίας μετά το 2009 και τις προοπτικές
απασχόλησης, σημειώνοντας μεταξύ άλλων πως «η μεγαλύτερη αύξηση του
αριθμού των ανέργων σημειώθηκε μεταξύ των αποφοίτων ανώτατης εκπαίδευσης
(179,1%) και ακολούθησαν εκείνοι με εκπαίδευση στο Λύκειο (138,4%), ενώ
η μικρότερη στους ανέργους με εκπαίδευση Δημοτικού (55,6%)».
Υπογραμμίζεται επίσης πως τα ποσοστά απασχόλησης και ανεργίας
επιδεινώνονται για όσους αποφοίτησαν πιο πρόσφατα από όλες τις βαθμίδες
της Εκπαίδευσης.
Με βάση τα στοιχεία που περικλείει, η έρευνα καταλήγει πως
«συνθήκες
που έχουν διαμορφωθεί πιέζουν σημαντικά την αποτελεσματικότητα του
εκπαιδευτικού συστήματος και της απόδοσης της δημόσιας επένδυσης στην
εκπαίδευση» - λες και δεν έχουν ρόλο και ευθύνη οι μεγάλες
επιχειρήσεις για το τοπίο που έχει διαμορφωθεί στην απασχόληση - και
ζητά παρεμβάσεις.
Συνοψίζοντας τις προτάσεις, δίνει έμφαση μεταξύ
άλλων στην αυτονομία που κάνει τα εκπαιδευτικά ιδρύματα πιο ευέλικτα και
ανοιχτά στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων:
«Η πρόκληση της σύνδεσης
της ελληνικής εκπαίδευσης με την απασχόληση συνδέεται με την πρόκληση
της οικοδόμησης, αφενός, ενός συστήματος αυτόνομων ιδρυμάτων ανώτατης
εκπαίδευσης με ευέλικτη οργάνωση και αποτελεσματική διοίκηση. Αφετέρου,
συνδέεται με την οικοδόμηση ενός αποκεντρωμένου συστήματος μέσης
εκπαίδευσης συνδεδεμένου σχετικά περισσότερο με τις ανάγκες της αγοράς
εργασίας. Η αυτονομία όμως των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, η
αποκέντρωση του εκπαιδευτικού συστήματος και η αλλαγή των μαθητικών και
φοιτητικών ροών εντός του συστήματος απαιτούν τη ριζική αλλαγή της
διακυβέρνησης, με αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης, διοίκησης και
εποπτείας και την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δομών».
***
Ως μία από τις «προκλήσεις» καταγράφεται επίσης«ο
αναπροσανατολισμός της μέσης λυκειακής εκπαίδευσης από τη γενική
εκπαίδευση στην τεχνική - επαγγελματική εκπαίδευση, με αύξηση της
ελκυστικότητάς της και της συμμετοχής των μαθητών σε αυτήν, συνδεδεμένης
με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο».
Αντί δηλαδή για την ώριμη και αναγκαία καθιέρωση ενός ενιαίου σχολείου
για όλους, ζητείται πρόωρη στροφή στην Τεχνικοεπαγγελματική Εκπαίδευση, η
οποία μάλιστα θα είναι ακόμα πιο δεμένη με τις απαιτήσεις της αγοράς
και θα αφορά βέβαια τα παιδιά των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Για την
Ανώτατη Εκπαίδευση, στην πρώτη γραμμή βρίσκονται προτάσεις για ιδρύματα
και αποφοίτους στα μέτρα της καπιταλιστικής αγοράς. Μεταξύ αυτών, η
«εφαρμογή της συμφωνίας της Bologna για τη διάρθρωση των σπουδών σε 3
κύκλους, με τον πρώτο κύκλο διάρκειας 3 ετών και αξιοποίηση του δεύτερου
κύκλου για ενίσχυση του επαγγελματικού προσανατολισμού των σπουδών»
(πρόταση δηλαδή για ακόμα μεγαλύτερη αποσύνδεση του πτυχίου από το
επάγγελμα, αφού η ενίσχυση του επαγγελματικού προσανατολισμού
προτείνεται για τα μεταπτυχιακά), «ατομικά προγράμματα σπουδών» και
κινητικότητα, εισαγωγή φοιτητών σε σχολές ή ιδρύματα, πέταγμα της
παιδαγωγικής επάρκειας εκτός πτυχίου σε μεταπτυχιακά που θα οργανώνονται
από «Σχολές Εκπαίδευσης των πανεπιστημίων» και «περιορισμό της ρύθμισης
των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων στα ρυθμιζόμενα
επαγγέλματα και αποσύνδεσή τους από το πτυχίο». Ενώ σε ό,τι αφορά τη
χρηματοδότηση, προτείνει ανάμεσα σε άλλα «σύνδεση μέρους της
χρηματοδότησης των ιδρυμάτων με την πορεία μετάβασης των αποφοίτων τους
στην αγορά εργασίας»!
***
Εκθέσεις σαν κι αυτή, που κάνουν την εμφάνισή τους συχνά - πυκνά και στο χώρο της Παιδείας, έχουν συγκεκριμένο ταξικό πρόσημο.
Τα ζητήματα που θέτει το ΙΟΒΕ (αυτονομία, «αξιολόγηση», ελκυστικότητα
της Τεχνικοεπαγγελματικής Εκπαίδευσης, σύνδεση με τις επιχειρήσεις,
αποσύνδεση πτυχίου - επαγγέλματος κ.λπ.), δεν είναι πρωτάκουστα. Τα
έχουν ανοίξει και η τωρινή και οι προηγούμενες κυβερνήσεις και
βρίσκονται σταθερά στην ατζέντα της ΕΕ και άλλων ιμπεριαλιστικών
οργανισμών και συνδέονται με στρατηγικές επιλογές τους για την
Εκπαίδευση. Το ΙΟΒΕ δεν κρύβει πως στο πίσω μέρος των όσων καταγράφει
και προτείνει, βρίσκεται το «νέο παραγωγικό πρότυπο». Το οποίο όμως
έρχεται σε κόντρα με τις σύγχρονες πραγματικές λαϊκές ανάγκες, σε όλους
τους τομείς της ζωής, χτίζεται πάνω σε ισοπεδωμένες κατακτήσεις και
δικαιώματα, μεταξύ αυτών και το μορφωτικό. Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί,
οι φοιτητές, η λαϊκή οικογένεια έχουν άλλα συμφέροντα και δεν μπορούν να
υιοθετούν ως δικές τους τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Τα καθημερινά
προβλήματα της Παιδείας, οι ελλείψεις, το φτωχό περιεχόμενο, το βάθεμα
των ταξικών φραγμών, δεν είναι θέματα που απασχολούν ουσιαστικά
αντίστοιχες εκθέσεις, καθώς αυτές έχουν αφετηρία το πώς το εκπαιδευτικό
σύστημα μπορεί να συμβάλλει στην κερδοφορία των επιχειρήσεων. Απέναντι
στις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις που προτείνονται, γονείς,
εκπαιδευτικοί, φοιτητές, μαθητές, εργαζόμενοι, μπορούν και πρέπει να
αντιτάξουν και να κάνουν πράξη με τη δύναμη της διεκδίκησης την ανάγκη
για μία Παιδεία που θα ανταποκρίνεται στις πραγματικές διευρυμένες
λαϊκές ανάγκες και δυνατότητες της εποχής.