18 Ιαν 2021

Εκφυλιστική διαλεκτική ασθένεια

 


 


Στα τέλη της δεκαετίας του '90, μετά τα Ιμια και πριν από την έναρξη της ελληνοτουρκικής «διπλωματίας των σεισμών», είχα την τύχη να πετάξω, και μάλιστα επί πενήντα περίπου λεπτά, μ' ένα Mirage 2005. Εμπειρία μοναδική, στα όρια των αντοχών ενός κανονικού πιλότου. Τη θεωρώ μια από τις πιο διδακτικές και χρήσιμες εμπειρίες στη ζωή μου, τέτοια που να μου επιβάλλει να είμαι εξαιρετικά φειδωλή στην ευκολία και στο άλλοθι του τόσο συνηθισμένου «ανθρώπινο λάθος». Αυτού δηλαδή που αμέτρητες φορές καλύπτει πολιτικές επιλογές, συστημικές παθογένειες, δικαιολογίες ή και δίκες καλών προθέσεων, όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τραγωδίες, ήττες και συμβάντα που μπορεί να κρίνουν τη μοίρα. Οχι απλώς ενός όπλου, αλλά ενδεχομένως κι ενός λαού, μιας πατρίδας.
Οσο κι αν φαίνεται παράξενο, στη μοναξιά των αιθέρων με πανάκριβο όχημα τη ζωή, εξαρτημένη από τις γνώσεις και την εμπειρία του πιλότου, αλλά και την τελική έκβαση μιας πτήσης απ' άκρου εις άκρον του Αιγαίου, να κρέμεται από τη συλλογικότητα κάθε ανθρώπινου και τεχνικού κρίκου (τότε της μοίρας Γεράκι), αποκτάς μια διαφορετική συγκρότηση και συναίσθηση της πολιτικής, της κοινωνικής κι ως ένα βαθμό και της ιδεολογικής και ηθικής προσέγγισης των εννοιών: λαός, στρατός, άμυνα κι όλα αυτά που αυτές τις μέρες συζητάμε σε επίπεδο Ελληνοτουρκικών σχέσεων, εξοπλιστικών προγραμμάτων και ΝΑΤΟικών επικίνδυνων σχεδίων.

Επικαλέστηκα εδώ αυτή τη μοναδική για έναν πολίτη εμπειρία, για να υπογραμμίσω με όλες τις ανθρώπινες δυνάμεις μου την ανάγκη, όχι απλώς να γίνουν κατανοητές οι θέσεις του ΚΚΕ ως βαθιά πατριωτικές σε θέματα άμυνας, αλλά και ως αναγκαίο να κατανοηθούν, για να θωρακιστεί ο λαός απέναντι σε επικίνδυνες, βαθιά αντιλαϊκές πολιτικές επιλογές, που μας χώνουν βαθύτερα στο στόμα του ιμπεριαλιστικού δράκου. Και ταυτόχρονα, με πλαστά διλήμματα και υποταγή σε αλλότρια συμφέροντα, καταφέρνουν να εκμηδενίζουν, με συνεχές πλασάρισμα της διαρκούς συμμαχικής τουρκικής απειλής, την κριτική ικανότητα του λαού και το δικαίωμά του να ρωτάει, πριν δώσει και την τελευταία του δεκάρα και σταγόνα αντοχής, ποιος αγοράζει, για ποιο λόγο, και κυρίως για ποιες ανάγκες, εργαλεία πολέμου και όχι υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων, της ειρήνης και της ασφάλειάς του. Κι εδώ αρχίζουν τα πολιτικά δύσκολα, και τα επικοινωνιακά χυδαία κι εύκολα, που καταλήγουν σε άγνοια κινδύνου για το τι επιτρέπουμε, χωρίς να το καταλαβαίνουμε ή να το συνειδητοποιούμε, να θεωρείται πραγματικός κίνδυνος για το τώρα και το αύριο όλων μας.

Ο γεωπολιτικός χάρτης της γειτονιάς μας έχει κυριολεκτικά μουτζουρωθεί από τις αναδιατάξεις των συμμαχιών, και τα παιχνίδια και τους τριγμούς των θηριωδών συμφερόντων της ενεργειακής και πολεμικής βιομηχανίας, τόσο και έτσι, που μες στη θολούρα να καλλιεργείται η ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να μπαίνουμε «όλοι μαζί» σε μια κούρσα εξοπλισμών και μια αδιαφανή πολεμική προετοιμασία, που πλασάρεται ως αμυντική, αλλά δεν εγγυάται όχι απλώς σύνορα αλλά ούτε αυτή καθαυτή την επιβίωση εξ ίσου τεράστιων μαζών. Η αντίσταση που προβάλλει το ΚΚΕ στην προσφορά πανάκριβων υπηρεσιών για υλοποίηση των αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδίων, και τελικά κερδών, είναι κυριολεκτικά μεσούσης της πανδημίας, κορυφούμενης της ύφεσης και επικείμενης της οικονομικής καταστροφής, ένα εμβόλιο κατά της φανερά ταξικής και νομοτελειακά αντιλαϊκής, κι επομένως αντιπατριωτικής αρρώστιας, που δεκαετίες τώρα μας βασανίζει: η αρρώστια είναι εκφυλιστική. Μετατρέπει την εθνική άμυνα σε εμπορική υπόθεση, και τη συζήτηση περί αυτήν σ' ένα παζάρι όπου ανακατώνονται και πολτοποιούνται στο ιστορικό μίξερ πολυεθνικοί κολοσσοί, στρατιές από λομπίστες, τραπεζική και οικονομική διπλωματία, συμμαχίες της τσέπης κι εργαλειοποίηση περιορισμένων συρράξεων. Στη ζυγαριά αυτής της αρρώστιας μπαίνουν από τη μια μεριά το αίμα, η φτώχεια, ο εξανδραποδισμός κι από την άλλη τα συμβόλαια, τα κέρδη και το εύρος της εξουσίας των μεγάλων παικτών, που σήμερα έρχονται ως σύμμαχοι και σου πουλάνε τόσα όπλα, που μπορούν να στ' αρπάξουν όταν και οπότε θέλουν, είτε καταδικάζοντάς τα σε αφλογιστία, είτε επειδή τους συμφέρει να συμμαχήσουν με τον εχθρό σου, γιατί πληρώνει περισσότερα κι αιμορραγεί ευκολότερα.
Κι άντε να πείσεις απ' τη μεταπολίτευση ως τα σήμερα τον κόσμο να εμβολιαστεί έναντι αυτής της εκφυλιστικής συζήτησης περί εθνικής άμυνας, όταν οι λέξεις - κλειδιά που κυριάρχησαν, όλο τον καιρό της αρρώστιας, ήταν μίζες, σκάνδαλα, καριέρες, πασπαλισμένες με μυστικότητα και άγνοια. Οταν το έθνος ιδιωτικοποιείται τότε ο λαός για την άμυνα αιμορραγεί ακατάπαυστα. Και για πολίτες και για στρατιωτικούς.


Ιστορία του παχέος εντέρου – Ο Βασίλι Μπλοχίν και το αντικομμουνιστικό σπλάτερ του Newsbeast

 


Ξεχάστε τις ταινίες τρόμου και τα τετριμμένα που έχετε δει ως τώρα. Τα καλύτερα σπλάτερ και σλάσερ σενάρια δεν τα έχετε διαβάσει ακόμα και το Newsbeast έρχεται να καλύψει το κενό με ένα πόνημα μυθιστορίας που θα σας κρατήσει άυπνους ή τουλάχιστον να κρατήσετε την κοιλιά σας από τα γέλια. Ο λόγος για το βιογραφικό σημείωμα που το σάιτ αφιερώνει στον στρατηγό και στέλεχος της NKDV Βασίλι Μπλοκίν (η σωστή προφορά είναι πιθανότατα Μπλαχίν, αλλά αυτό είναι το μικρότερο πρόβλημα στο άρθρο) με τον διακριτικό τίτλο “Ο αγαπημένος εκτελεστής του Στάλιν” που σκότωσε 7.000 ανθρώπους, έναν – έναν”. Αφού πρώτα τους ήπιε το αίμα με το μπουρί της σόμπας, πληροφορία που θα έμπαινε αν το επέτρεπε ο χώρος.

Ανάμεσα στα “ζοφερά όργανα του θανάτου”, πληροφορούμαστε από τον άγνωστο συντάκτη, “κανείς τους δεν ήταν τρομακτικότερος από τον Βασίλι Μπλοκίν, που είχε να καμαρώνει για τον αδιανόητα μεγάλο αριθμό ανθρώπων που έπεσαν νεκροί από τα χέρια του. Το άστρο του ανέτειλε μέσα στα σκοτάδια της μυστικής αστυνομίας, ώστε να γίνει ο άγγελος του θανάτου στους διωγμούς του Πατερούλη”.

Αν διακρίνετε μια τόσο δα μικρή διάθεση υπερβολής στο παραπάνω, είναι επειδή δεν έχετε διαβάσει το υπόλοιπο πόνημα, που θα σας πείσει ότι ο Μπλοκίν ήταν κάτι μεταξύ Τζεγκίς Χαν, Βλάντ Τέπες και Αττίλα -της μάστιγας του θεού. Γιατί, σαν να μην έφτανε ότι σκότωσε “κόσμο και κοσμάκη” (sic) από τη δεκαετία του ’20, εκεί που δεν κρατιόταν πια ήταν κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε και αναδεικνύεται σε αιματοβαμμένο πρωταγωνιστή της “Κατυνολογίας”, έχοντας “εκτελέσει προσωπικά πάνω από 7000 Πολωνούς”. 
Το κείμενο προσπερνά στα γρήγορα τα νεανικά χρόνια του Μπλοκίν, συνοψίζοντάς τα στο “από τα λιγοστά που τον αφορούν αυτή την περίοδο, ξέρουμε ότι ο Μπλοκίν διακρινόταν για τον σαδισμό και την προθυμία του στο έγκλημα. Αλλά και σε αυτό που ο ίδιος ο Στάλιν ονόμαζε «μαύρη εργασία»: βασανιστήρια, εκφοβισμό και μυστικές εκτελέσεις δηλαδή.” Κι όταν λέμε ξέρουμε, εννοούμε για γκαραντί πράγματα, ο λόγος μας συμβόλαιο.
Το αίμα αρχίζει να ρέει ποτάμι όταν πια ο Μπλοχίν μπαίνει στην Τσεκά, όπου “θα τραβούσε την προσοχή των ανωτέρων του”, δηλαδή το Χένρικ Γιάκοντα, το Νικολάι Γιεζόφ και το Λαβρέντι Μπέρια κι έτσι “αφού ανέβηκε γοργά τα σκαλιά της ιεραρχίας, το 1926 τον βρίσκει στον ρόλο που θα αποθέωνε με τη δράση του: κρατικός εκτελεστής.”

Η αγωνία κορυφώνονται και οι λεπτομέρειες γίνονται ολοένα και πιο γλαφυρές:

“Εκεί, στον τελευταίο όροφο της Lubyanka, σκότωνε πια κόσμο σε ημερήσια διάταξη. Ο τρόπος πάντα ο ίδιος: ο μελλοθάνατος γονάτιζε και ο Μπλοκίν του φύτευε μια σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Τα πτώματα καίγονταν σε ένα κρεματόριο. Τον Οκτώβριο του 1927 εγκαινιάστηκε μάλιστα ένα καινούριο αποτεφρωτήριο, για να συμπέσει με τη 10η επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης, και τώρα ήταν σε σχέδιο του αρχιεκτελεστή.” Σφύζει από τόση ζωντάνια – pun intended – η περιγραφή, που νιώθεις ότι ο συντάκτης μύρισε καμένη σάρκα με τα ίδια του τα ρουθούνια.

Εννοείται πως μέσα σε όλο αυτό το θανατικό δε θα μπορούσε να λείπει και ο ίδιος ο Στάλιν, με τον Μπλοκίν να τυγχάνει της εύνοιάς του κι έτσι ο ίδιος να γίνεται “προσωπική επιλογή του ηγέτη της ΕΣΣΔ να ηγηθεί των σφαγών κατά τον «Μεγάλο Τρόμο» του 1936-1938”. Μάλιστα, “η προσωπική τους σχέση ήταν τέτοια που όταν κατηγορήθηκε και ο ίδιος τελικά ο Μπλοκίν για συνωμοσία κατά του κράτους το 1939, ο Στάλιν αρνήθηκε να υπογράψει την καταδίκη του. Τότε ήταν που επαίνεσε τη «μαύρη εργασία» του εκτελεστή του, την οποία θεωρούσε ανεκτίμητη.” Αυτό ακριβώς, τίποτε άλλο, γιατί οι φιλίες δε χαλάνε για τα κόμματα.

Ο Μπλοκίν έπλεε το λοιπόν σε πελάγη ευτυχίας και αίματος των αντιπάλων του και “καυχιόταν ιδιαίτερα για τη δολοφονία του στρατάρχη και αρχηγού του «κόκκινου» επιτελείου Μιχαήλ Τουχατσέφσκι, αλλά και για τον φόνο δύο εκ των τριών αφεντικών του, τόσο του Γιάκοντα το 1938 όσο και του Γιεζόφ το 1940.” Πού τον έχανες, πού τον έβρισκες το Βασίλι, στα καπηλειά να αφηγείται μετά την πέμπτη βότκα πώς έσφαζε τον Τουχατσέφσκι και το Γιεζόφ.

Τα καλύτερα όμως ήρθαν φυσικά με την υπόθεση Κατύν, όπου πλέον ο πρωταγωνιστής μας “είχε μετατραπεί σε σταλινικό τέρας”. Παράλληλα, πλέον έπαιρνε διαταγές “αποκλειστικά από τον «κόκκινο» ηγέτη, γεγονός που απλοποίησε πολύ τη μαύρη δουλειά του. Τώρα δεν χρειαζόταν ούτε γραφειοκρατίες ούτε χαρτούρες, ο Στάλιν τον είχε απαλλάξει από τέτοιες σκοτούρες”. Ναι, όλο αυτό αριστούργημα κάνει και ρίμα στο τέλος και χτυπάει έτσι στα ίσια μια υποψηφιότητα όχι μόνο για το Πούλιτζερ, αλλά και για το Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Εν πάσει περιπτώσει, η μεγάλη μέρα έφτασε τον Απρίλη του 1940, κι ο Μπλοκίν, έχοντας γράψει πολλά χιλιόμετρα πτωμάτων, “καταφτάνει λοιπόν στο στρατόπεδο αιχμαλώτων του Οστασκόφ, δίπλα στο δάσος του Κατίν, όπου κρατούνταν κυρίως Πολωνοί αξιωματικοί και αστυνομικοί που είχαν πέσει στα χέρια του Κόκκινου Στρατού μετά τη σοβιετική εισβολή στην Πολωνία του 1939”.

Εκεί λοιπόν, “για 28 συναπτές νύχτες δολοφονούσε ανθρώπους με απίστευτη αποτελεσματικότητα και ταχύτητα, γράφοντας μια από τις πλέον φρικαλέες σελίδες στην ιστορία των μαζικών εκτελέσεων”. Το διαμαντάκι που ακολουθεί αξίζει απλά να παρατεθεί αυτούσιο:

Οι εκτιμήσεις μιλούν για 22.000 πολωνούς νεκρούς, 7.000 εκ των οποίων θανατώθηκαν από το χέρι του Μπλοκίν. Ο οποίος έστησε τη φονική κάμαρά του στο Καλίνιν, μεταφέροντας εκεί με τρένο όσους πολωνούς αιχμαλώτους είχαν χαρακτηριστεί αναλώσιμοι.

Ο θάλαμος που είχε στήσει στο υπόγειο του στρατηγείου της Εν Κα Βε Ντε στο Καλίνιν ήταν έτσι σχεδιασμένος από τον «λογιστή του θανάτου», όπως τον χαρακτήριζαν, που να διευκολύνει την ταχύτητα των δολοφονιών.

Ο ίδιος είχε προαποφασίσει ότι ένας καλός ρυθμός θανάτου ήταν οι 300 εκτελέσεις τη νύχτα και κατασκεύασε έναν αποδοτικότατο μηχανισμό εξόντωσης και μεταφοράς των πτωμάτων.

Οι μελλοθάνατοι μεταφέρονταν αρχικά σε έναν προθάλαμο βαμμένο κόκκινο, τον οποίο ο Μπλοκίν αποκαλούσε χαιρέκακα “λενινιστικό δωμάτιο”, για την αναγνώρισή τους. Κατόπιν τους περνούσαν χειροπέδες και τους έφερναν ενώπιον του εκτελεστή στο διπλανό δωμάτιο.

Το οποίο είχε ηχομονώσει ο Μπλοκίν για να πνίγει τις κραυγές απελπισίας των Πολωνών, την ίδια ώρα που το κεκλιμένο τσιμεντένιο πάτωμα διοχέτευε το αίμα σε ένα σιφόνι.

«Ένας πεπειραμένος εκτελεστής πυροβολεί στον λαιμό, κρατώντας την κάννη λοξά προς τα πάνω», έλεγε ο ίδιος, «τότε υπάρχει πιθανότητα η σφαίρα να βγει από το μάτι ή τον λαιμό. Αν σκοτώνεις 250 ανθρώπους τη μέρα, ο καθαρισμός του χώρου μπορεί να αποδειχτεί σοβαρό πρόβλημα».

Φορώντας τη δερμάτινη στολή, την ποδιά του χασάπη και τα μακριά ως τον αγκώνα γάντια του, εκτελούσε το έργο του με ζήλο απαράμιλλο. Τα αγαπημένα του σύνεργα του θανάτου ήταν τα γερμανικά πιστόλια Walther PPK, που έπαιρναν φωτιά μόλις έδυε ο ήλιος.

Ο Μπλοκίν δεν εμπιστευόταν την αξιοπιστία του σοβιετικού περίστροφου TT-30, το οποίο συνήθιζε να υπερθερμαίνεται στη δεκάωρη συνεχή χρήση, βγάζοντας πολλά προβλήματα.

Είχε εξάλλου τέτοια δολοφονική εμπειρία στις πλάτες του που πλέον η μέθοδός του ήταν ανατριχιαστικά άψογη.

Οργάνωσε το φονικό απόσπασμα σε χρόνο-ρεκόρ, επιστρατεύοντας καμιά τριανταριά μοσχοβίτες δεσμοφύλακες, ακόμα και φορτηγατζήδες. Το απίστευτο σε έκταση και θηριωδία έργο του ήταν τέτοιο που οι συνάδελφοι εκτελεστές τον χαρακτήρισαν «καλλιτέχνη του θανάτου»”.

Για τη χρήση του γερμανικού όπλου όμως δεν έφταιγαν μόνο τα σκάρτα σοβιετικά περίστροφα, απόδειξη της ανωτερότητας της ναζιστικής πολεμικής βιομηχανίας προφανώς, αλλά και το γεγονός “ήταν όμως και το άλλο: αν ανακαλυπτόταν ποτέ το έγκλημα, όπως και έγινε το 1943 από τους ναζί εισβολείς, η χρήση των γερμανικών πιστολιών θα έριχνε αλλού το βάρος της θηριωδίας.” Είναι πραγματικά να σκίζεται η καρδιά σου από την απανθρωπιά των μπολσεβίκων. Πώς θα μπορούσαν ποτέ να παγιδεύσουν τους ναζί, που είναι γνωστό ότι ποτέ δεν είχαν δώσει δικαιώματα. Ίσα – ίσα, όπως μας είπε ήδη το κείμενο, αν διακρινόταν για κάτι ήταν στην ικανότητά τους να ανακαλύπτουν εγκλήματα άλλων, οπότε ποιος ξέρει, ίσως η ανθρωπότητα να τους χρωστά κι ευγνωμοσύνη.

Ο συντάκτης βέβαια μας λέει ότι ο Γκέμπελς “έτριβε τα χέρια του” κι έστησε “επικοινωνιακό σόου” με την “ανακάλυψη” των μαζικών τάφων των Πολωνών αξιωματικών, αλλά και πώς να μην ενθουσιάζονταν οι ναζί, γνωρίζοντας ότι η προπαγάνδα τους θα περνούσε αργότερα ελέω Ψυχρού Πολέμου περίπου ως θέσφατο της δυτικής αστικής ιστοριογραφίας. Εκείνη την εποχή βέβαια, όπως σχεδόν με ανυπόκριτη λύπη ομολογεί το κείμενο “λίγοι πίστεψαν την εκδοχή τους (σ.σ. των ναζί,συνώνυμο της αξιοπιστίας δηλαδή), ακόμα λιγότεροι ήθελαν ωστόσο να τα χαλάσουν με τον Στάλιν…”, αντί να ενωθούν με τους γενναίους εκδικητές της πολωνικής ελίτ κατά της κόκκινης αρκούδας εννοούν τα αποσιωπητικά.

Κι αν σας έχει μείνει καμία αμφιβολία για όλα αυτά, τα λέει και το βιβλίο Γκίνες, που το 2010 κατέταξε το Μπλοχίν ως “παραγωγικότερο εκτελεστή της καταγεγραμμένης ανθρώπινης ιστορίας”. Τι χρεία έχομεν άλλων μαρτύρων; Το Γκίνες, το κόπι πέιστ από τη wikipedia και η κοιλιά του συντάκτη είναι τα πολυτιμότερα εργαλεία ιστορικής έρευνας και συνάμα πηγή έμπνευσης για λογοτεχνικά κομψοτεχνήματα στους δύσκολους καιρούς της καραντίνας.

TOP READ