Τα τρία χρόνια ήταν η αρχή
Αλήθεια, δε σου έχει λείψει, σφε αναγνώστη, αυτή η διαδοχολογία για την
Αλέκα, οι γκαραντί πληροφορίες από τα μέσα, από "στελέχη που γνωρίζουν
πολλά...", ακόμα και τα υστερικά σχόλια ότι είναι ισόβια, την έχουμε
βαλσαμώσει, έχει στην τσάντα της το μουστάκι του Στάλιν και δε
συμμαζεύεται; Όχι, ε; Ούτε κι εμένα. Νομίζω όμως ότι είναι θέμα χρόνου
να ξαναρχίσουν, καθώς μες στη βδομάδα συμπληρώθηκαν τρία χρόνια από το
19ο Συνέδριο και την ανάδειξη του νέου ΓΓ. Τους λείπει βέβαια κι ένα
άσχημο εκλογικό αποτέλεσμα, για να δέσει το γλυκό, αλλά αν δεν έρθει,
τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα. Εκτός πια, κι αν έπαψαν να
ενδιαφέρονται άμεσα για το κόμμα από τη στιγμή που πέτυχαν τη βασική
αναμόρφωση που επιδίωκαν και μια σχετική σταθεροποίηση του πολιτικού
συστήματος.
Τρία βασικά σημεία μπορεί να ξεχωρίσει κανείς για αυτή την επέτειο των τριών χρόνων.
Το πρώτο έχει να κάνει με τα πρόσωπα, που είναι κι ο αγαπημένος (αν όχι ο μοναδικός) τρόπος των αστικών ΜΜΕ να προσεγγίζουν ένα κόμμα και το χαρακτήρα του, κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια. Για εμάς το ζήτημα περνάει σε δεύτερη μοίρα, κάτι που φαινόταν και σε διάφορες απαντήσεις της Αλέκας, όσο ήταν ακόμα γγ, που χρησιμοποιούσε την υπερβολή ως όπλο απέναντι σε αυτό το βιολί, όταν έλεγε πχ πως θα έκανε ότι της όριζε η κετουκε, ακόμα και καθαρίστρια στον Περισσό. Το θετικό είναι πως μετά το συνέδριο, δεν 'αποστρατεύτηκε', αλλά συνεχίζει να αξιοποιείται με διάφορους τρόπους (εκτός από καθαρίστρια): είναι πχ στην κοινοβουλευτική ομάδα, όπου εκτός από τη δεδομένη εμπειρία της, είναι μία από τους καλύτερους ομιλητές, με τις πιο ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις. Ενώ ανέλαβε και μια σειρά εκδηλώσεων-βιβλιοπαρουσιάσεων ανά την Ελλάδα, πχ με την μπροσούρα για το κόμμα παντός καιρού. Και γενικώς παραμένει, κατά τη γνώμη μου, ένα μεγάλο κεφάλαιο που έχει πολλά να προσφέρει, ιδίως στο κομμάτι της παραγωγής θεωρίας και γραπτού έργου. Ακόμα κι αν ήταν να γράψει απλώς μια μονογραφία με πολιτικές αναμνήσεις για την περίοδο που θα εξετάσει ο τρίτος τόμος του δοκιμίου ιστορίας του κόμματος.
Κι επειδή είναι ίσως άχαρο και βασικά χωρίς νόημα να γίνει μια πρόωρη κρίση εν είδει αποτίμησης για τον Κουτσούμπα (που αποδεικνύεται πάντως πολύ καλύτερος από όσο φοβόντουσαν ή έλπιζαν κάποιοι), θα επιμείνω σε αυτό το τελευταίο, μεταφέροντας την αποστροφή μιας κουβέντας που είχαμε με ένα σφο και τη "νοσταλγία" για την εποχή, που οι ΓΓ των ΚΚ ήταν γεροί θεωρητικοί, με συχνές καίριες παρεμβάσεις στον κομματικό τύπο -ένα χαρακτηριστικό που φαίνεται να εκλείπει με το πέρασμα του χρόνου, χωρίς να υπάρχει ωστόσο κάποια προφανής εξήγηση για αυτό.
Το δεύτερο και το τρίτο σημείο είνα το πριν και το μετά, όσα προηγήθηκαν κι αυτά που έρχονται, και μπορούν να εξεταστούν μαζί. Πόσα βήματα έχουν γίνει για το χτίσιμο της λαϊκής συμμαχίας; Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο να απαντηθεί σε μια σειρά ή σε μια παράγραφο (πολύ περισσότερο από εμένα). Υπάρχουν πάντως κάποια χρήσιμα και ενδιαφέροντα στοιχεία για το εργατικό κίνημα στο τρέχον τεύχος της ΚΟΜΕΠ, που πρέπει να αξιοποιηθούν και να συνεκτιμηθούν (λογικά θα υπάρξει σχετική ανάρτηση στο άμεσο μέλλον).
Σε κάθε περίπτωση, το βασικό για πολλούς συντρόφους, δεν είναι το ποσοτικό κομμάτι, ότι καταγράφουμε δηλ μεγαλύτερη επιρροή κι υψηλότερους δείκτες σε κάποιους τομείς της δουλειάς μας, αλλά το ποιοτικό. Θεωρούν δηλ ότι τα βήματα που γίνονται τώρα, είναι πολύ πιο στέρεα και σίγουρα (χωρίς να θεωρείται βέβαια τίποτα δεδομένο) μετά κι από το διδακτικό χαρακτήρα που είχε η υποχώρηση στις διπλές εκλογές του 12' και βασικά η γενική υποχώρηση του κινήματος, που σφραγίστηκε με την άνοδο των εκλογικών αυταπατών για μια εύκολη νίκη από τα πάνω.
Το τι μέλλει γενέσθαι το επόμενο χρονικό διάστημα είναι σε ευθεία συνάρτηση με όσα έγιναν ή δεν έγιναν τα προηγούμενα τρία χρόνια, τα συμπεράσματα από την πρακτική πείρα, τις δυσκολίες που προέκυψαν, τα μέτρα που θα παρθούν για να τις αντιμετωπίσουν, με δυο λόγια τον έλεγχο δράσης και το σχέδιο που διαμορφώνεται βάση του ελέγχου, την αυτοκριτική, την ανάλυση των αδυναμιών, την προσαρμογή στα καινούρια δεδομένα. Κι αν οι αποφάσεις των συνεδρίων είναι κάτι σαν την ειδική, ευέλικτη εφαρμογή των γενικών προγραμματικών αρχών στις διακυμάνσεις της εκάστοτε συγκυρίας, η σύνδεση της τακτικής με τη στρατηγική, κατά τη δική μου τουλάχιστον αντίληψη, θα είχε ένα νόημα να γίνονται σε πιο τακτική βάση κι όχι μόνο κάθε τέσσερα χρόνια.
Αλλά αυτά θα έχουμε χρόνο (έναν για την ακρίβεια) να τα δούμε αναλυτικά στο δρόμο προς το 20ό Συνέδριο, όσο άσχημους ιστορικούς συνειρμούς κι αν προκαλεί το 56' και ο Νικήτας. Ο οποίος αποδεικνύει, παρεμπιπτόντως, ότι τα πρόσωπα δεν είναι ασήμαντα, ούτε όμως κι "αυθύπαρκτα", καθώς αντανακλούν το δοσμένο συσχετισμό και τις διεργασίες που τα ανέδειξαν σε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Τρία βασικά σημεία μπορεί να ξεχωρίσει κανείς για αυτή την επέτειο των τριών χρόνων.
Το πρώτο έχει να κάνει με τα πρόσωπα, που είναι κι ο αγαπημένος (αν όχι ο μοναδικός) τρόπος των αστικών ΜΜΕ να προσεγγίζουν ένα κόμμα και το χαρακτήρα του, κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια. Για εμάς το ζήτημα περνάει σε δεύτερη μοίρα, κάτι που φαινόταν και σε διάφορες απαντήσεις της Αλέκας, όσο ήταν ακόμα γγ, που χρησιμοποιούσε την υπερβολή ως όπλο απέναντι σε αυτό το βιολί, όταν έλεγε πχ πως θα έκανε ότι της όριζε η κετουκε, ακόμα και καθαρίστρια στον Περισσό. Το θετικό είναι πως μετά το συνέδριο, δεν 'αποστρατεύτηκε', αλλά συνεχίζει να αξιοποιείται με διάφορους τρόπους (εκτός από καθαρίστρια): είναι πχ στην κοινοβουλευτική ομάδα, όπου εκτός από τη δεδομένη εμπειρία της, είναι μία από τους καλύτερους ομιλητές, με τις πιο ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις. Ενώ ανέλαβε και μια σειρά εκδηλώσεων-βιβλιοπαρουσιάσεων ανά την Ελλάδα, πχ με την μπροσούρα για το κόμμα παντός καιρού. Και γενικώς παραμένει, κατά τη γνώμη μου, ένα μεγάλο κεφάλαιο που έχει πολλά να προσφέρει, ιδίως στο κομμάτι της παραγωγής θεωρίας και γραπτού έργου. Ακόμα κι αν ήταν να γράψει απλώς μια μονογραφία με πολιτικές αναμνήσεις για την περίοδο που θα εξετάσει ο τρίτος τόμος του δοκιμίου ιστορίας του κόμματος.
Κι επειδή είναι ίσως άχαρο και βασικά χωρίς νόημα να γίνει μια πρόωρη κρίση εν είδει αποτίμησης για τον Κουτσούμπα (που αποδεικνύεται πάντως πολύ καλύτερος από όσο φοβόντουσαν ή έλπιζαν κάποιοι), θα επιμείνω σε αυτό το τελευταίο, μεταφέροντας την αποστροφή μιας κουβέντας που είχαμε με ένα σφο και τη "νοσταλγία" για την εποχή, που οι ΓΓ των ΚΚ ήταν γεροί θεωρητικοί, με συχνές καίριες παρεμβάσεις στον κομματικό τύπο -ένα χαρακτηριστικό που φαίνεται να εκλείπει με το πέρασμα του χρόνου, χωρίς να υπάρχει ωστόσο κάποια προφανής εξήγηση για αυτό.
Το δεύτερο και το τρίτο σημείο είνα το πριν και το μετά, όσα προηγήθηκαν κι αυτά που έρχονται, και μπορούν να εξεταστούν μαζί. Πόσα βήματα έχουν γίνει για το χτίσιμο της λαϊκής συμμαχίας; Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο να απαντηθεί σε μια σειρά ή σε μια παράγραφο (πολύ περισσότερο από εμένα). Υπάρχουν πάντως κάποια χρήσιμα και ενδιαφέροντα στοιχεία για το εργατικό κίνημα στο τρέχον τεύχος της ΚΟΜΕΠ, που πρέπει να αξιοποιηθούν και να συνεκτιμηθούν (λογικά θα υπάρξει σχετική ανάρτηση στο άμεσο μέλλον).
Σε κάθε περίπτωση, το βασικό για πολλούς συντρόφους, δεν είναι το ποσοτικό κομμάτι, ότι καταγράφουμε δηλ μεγαλύτερη επιρροή κι υψηλότερους δείκτες σε κάποιους τομείς της δουλειάς μας, αλλά το ποιοτικό. Θεωρούν δηλ ότι τα βήματα που γίνονται τώρα, είναι πολύ πιο στέρεα και σίγουρα (χωρίς να θεωρείται βέβαια τίποτα δεδομένο) μετά κι από το διδακτικό χαρακτήρα που είχε η υποχώρηση στις διπλές εκλογές του 12' και βασικά η γενική υποχώρηση του κινήματος, που σφραγίστηκε με την άνοδο των εκλογικών αυταπατών για μια εύκολη νίκη από τα πάνω.
Το τι μέλλει γενέσθαι το επόμενο χρονικό διάστημα είναι σε ευθεία συνάρτηση με όσα έγιναν ή δεν έγιναν τα προηγούμενα τρία χρόνια, τα συμπεράσματα από την πρακτική πείρα, τις δυσκολίες που προέκυψαν, τα μέτρα που θα παρθούν για να τις αντιμετωπίσουν, με δυο λόγια τον έλεγχο δράσης και το σχέδιο που διαμορφώνεται βάση του ελέγχου, την αυτοκριτική, την ανάλυση των αδυναμιών, την προσαρμογή στα καινούρια δεδομένα. Κι αν οι αποφάσεις των συνεδρίων είναι κάτι σαν την ειδική, ευέλικτη εφαρμογή των γενικών προγραμματικών αρχών στις διακυμάνσεις της εκάστοτε συγκυρίας, η σύνδεση της τακτικής με τη στρατηγική, κατά τη δική μου τουλάχιστον αντίληψη, θα είχε ένα νόημα να γίνονται σε πιο τακτική βάση κι όχι μόνο κάθε τέσσερα χρόνια.
Αλλά αυτά θα έχουμε χρόνο (έναν για την ακρίβεια) να τα δούμε αναλυτικά στο δρόμο προς το 20ό Συνέδριο, όσο άσχημους ιστορικούς συνειρμούς κι αν προκαλεί το 56' και ο Νικήτας. Ο οποίος αποδεικνύει, παρεμπιπτόντως, ότι τα πρόσωπα δεν είναι ασήμαντα, ούτε όμως κι "αυθύπαρκτα", καθώς αντανακλούν το δοσμένο συσχετισμό και τις διεργασίες που τα ανέδειξαν σε πρωταγωνιστικό ρόλο.