Εμπρός της Γης οι κολασμένοι
της πείνας σκλάβοι εμπρός - εμπρός
Το δίκιο από τον κρατήρα βγαίνει
σα βροντή σαν κεραυνός.
Φτάνουν πια της σκλαβιάς τα χρόνια
όλοι εμείς οι ταπεινοί της Γης
που ζούσαμε στην καταφρόνια
θα γίνουμε το παν εμείς.
* * *
Στον αγώνα ενωμένοι
κι ας μη λείψει κανείς
Ω! Νάτη, μας προσμένει
στον κόσμο η Διεθνής.
* * *
Θεοί, αρχόντοι, βασιλιάδες
με πλάνα λόγια μας γελούν
της Γης οι δούλοι κι οι ραγιάδες
μοναχοί τους, θα σωθούν...
Για να λείψουν τα δεσμά μας
για να πάψει πια η σκλαβιά
να νιώσουν πρέπει τη γροθιά μας
και της ψυχής μας τη φωτιά.
* * *
Τα λόγια αυτά έχουν τραγουδηθεί απ' όλους τους εργάτες του κόσμου. Ο Υμνος της Διεθνούς έγινε σύμβολο για τους «κολασμένους της Γης». Ξεσήκωσε καρδιές. Υψωσε τις γροθιές των προλετάριων. Ομως, όσο γνωστό είναι αυτό το ποίημα, άλλο τόσο άγνωστη είναι η ιστορία του, πώς γεννήθηκε, ποιος το έγραψε και ποιος το μελοποίησε. Και, αν αυτό αποκτά μιαν ιδιαίτερη αξία, είναι διότι γράφτηκε και μελοποιήθηκε από εργάτες. Ο Ευγένιος Ποτιέ είναι ο ποιητής, που συμπύκνωσε το όραμα για ένα νέο κόσμο - το σοσιαλιστικό κόσμο - σε αυτούς τους στίχους. Και ο Πιερ Ντεζετέ, ο συνθέτης που έκανε αυτές τις λέξεις να «χορέψουν». Ενα επαναστατικό ποίημα, σε μια επαναστατική μουσική.
Ποιοι ήταν, όμως, αυτοί οι δύο εργάτες - καλλιτέχνες; Κάτω από ποιες συνθήκες και με ποιες επιρροές γράφτηκαν αυτοί οι στίχοι; Πότε και πώς έζησαν; Σε αυτά τα ερωτήματα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε τούτο το κείμενο. Η ιστορία, άλλωστε, του Υμνου της Διεθνούς των εργατών έχει ένα ξεχωριστό δικό της ενδιαφέρον, που δείχνει τα επίπεδα που μπορεί να φτάσει η προλεταριακή Τέχνη, όταν στοχεύει στην αφύπνιση των λαών, στην εξέγερση των εργαζομένων, με στόχο την εγκαθίδρυση της δικής τους εξουσίας.
Ο Ευγένιος Ποτιέ
Ο Ευγένιος Ποτιέ γεννήθηκε τον Οκτώβρη του 1816 στο Παρίσι. Ηταν εργάτης από πολύ μικρή ηλικία, ζώντας έτσι και ο ίδιος τα βάσανα μιας ζωής που καθορίζεται από τις συνθήκες της εκμετάλλευσης του προλεταριάτου από το κεφάλαιο. Αυτή η πραγματικότητα αντανακλά στη συνείδησή του την αναγκαιότητα της πάλης των εργατών ενάντια στους εκμεταλλευτές τους, ενώ ταυτόχρονα γίνεται η πηγή της έμπνευσης της ποίησής του, η οποία επίσης υπηρετεί τους σκοπούς του αγώνα, όπως τους αντιλαμβανόταν τότε ο Ευγένιος Ποττιέ. Αυθόρμητα στην αρχή και μάλιστα κάτω από τις ιδέες των ουτοπικών σοσιαλιστών. Παίρνει μέρος στην επανάσταση του Ιούλη του 1830 στο Παρίσι. Τότε γράφει και τα πρώτα του ποιήματα. Το 1830 εκδόθηκε η συλλογή τραγουδιών του με τίτλο «Η νέα μούσα» και γίνεται γνωστός ως ποιητής της εργατιάς.
Στα οδοφράγματα του 1848
Συμμετέχει στους εργατικούς αγώνες στη Γαλλία, βρίσκεται στα οδοφράγματα της επανάστασης του Φλεβάρη του 1848 και πολεμάει μαζί με το παριζιάνικο προλεταριάτο για τη δημοκρατία μέχρι την ανατροπή της αυτοκρατορίας του Λουδοβίκου του Φίλιππου. Μαχητής από τους πρωτοπόρους της εργατικής τάξης συνδυάζει τη δουλειά, τον αγώνα, με την ποίηση.
Στην επανάσταση του Φλεβάρη, για πρώτη φορά η εργατική τάξη, παίρνοντας μέρος με τους δικούς της ηγέτες Λουί Μπλαν, Αλμπέρ, Μπλανκί, Καμπέ, Ρασπάιγ και άλλους, αλλά από κοινού με τη βιομηχανική αστική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα για την ανατροπή της αυτοκρατορίας και τη Δημοκρατία, ξεχωρίζει θέτοντας δικά της αιτήματα. Εξασφάλισε μάλιστα τη συμμετοχή με τους δικούς της εκπροσώπους (Λουί Μπλαν και Αλμπέρ), στην προσωρινή κυβέρνηση που προήλθε από την επανάσταση. «Το προλεταριάτο, επιβάλλοντας τη δημοκρατία στην προσωρινή κυβέρνηση και μέσω της προσωρινής κυβέρνησης σ' ολόκληρη τη Γαλλία, εμφανίστηκε μεμιάς στο προσκήνιο σαν ανεξάρτητο κόμμα, ταυτόχρονα όμως προκαλούσε σε αγώνα ενάντιά του ολόκληρη την αστική Γαλλία. Εκείνο που το προλεταριάτο κατάχτησε ήταν το έδαφος του αγώνα για την επαναστατική του χειραφέτηση. Σε καμιά περίπτωση όμως την ίδια τη χειραφέτηση. Αντίθετα, η δημοκρατία του Φλεβάρη έπρεπε πριν απ' όλα να ολοκληρώσει την κυριαρχία της αστικής τάξης μπάζοντας πλάι στην αριστοκρατία του χρήματος, όλες τις ιδιοκτήτριες τάξεις στη σφαίρα της πολιτικής εξουσίας»1(Μαρξ). Η επανάσταση ήταν, λοιπόν, αστική και επιδίωκε την εξασφάλιση της εξουσίας κυρίως από τη βιομηχανική αστική τάξη, που πολιτικά, έως τότε ήταν στην αντιπολίτευση, ενώ την κυβερνητική εξουσία κατείχαν οι τραπεζίτες και οι Χρηματιστές. «Η δημοκρατία του Φλεβάρη έκανε, τέλος, να προβάλλει καθαρά η αστική κυριαρχία, παραμερίζοντας το στέμμα που πίσω του έμενε κρυμμένο το κεφάλαιο»2 (Μαρξ). Αντικειμενικά, στις τότε συνθήκες η επανάσταση δεν μπορούσε να πάει πιο μπροστά. Το προλεταριάτο, εκτός από την επιβολή του γενικού εκλογικού δικαιώματος και των αστικών θεσμών, απέσπασε και την υπόσχεση για την εξασφάλιση της ζωής των εργατών δίνοντάς τους δουλειά, ως υποχρέωση της προσωρινής κυβέρνησης. Μάλιστα, το σχετικό διάταγμα το υπαγόρευσε ένας εργάτης, ο Μαρς.3
Και όταν η κυβέρνηση ξέχασε την υπόσχεση, οι εργάτες πρόβαλαν το σύνθημα: «Οργάνωση της εργασίας! Υπουργείο εργασίας»4(Μαρξ). Εως εδώ μπορούσε να φτάσει η εργατική τάξη και όχι πιο μπροστά. Δεν μπορούσε ακόμη να συνειδητοποιήσει ότι το μοίρασμα της εξουσίας με τους αστούς ήταν αδύνατο και ας είχε καταχτήσει τη δημοκρατία, όπως επίσης και η λύση των δικών της αιτημάτων ήταν απραγματοποίητη στο σύνολό τους από μια τέτοια εξουσία. Απόδειξη ότι η προσωρινή κυβέρνηση όρισε μια επιτροπή να εξετάσει τα αιτήματα των εργατών, ενώ την ίδια ώρα όλη η εξουσία περνούσε στην αστική τάξη. Αλλωστε, ο Λαμαρτίνος ένας από τους ηγέτες της επανάστασης και της αστικής τάξης αμφισβήτησε στους μαχητές των οδοφραγμάτων, στους εργάτες δηλαδή, την ανακήρυξη της δημοκρατίας. Αυτή έπρεπε να ανακηρυχτεί με εκλογές απ' όλους τους Γάλλους. Και «το παρισινό προλεταριάτο δεν έπρεπε να λερώσει τη νίκη του με ένα σφετερισμό». Ηταν ένα βήμα να απαλλαγούν οι αστοί από την επαναστατημένη εργατική τάξη, αφού αυτός τώρα ήταν ο πραγματικός τους αντίπαλος. Και ολοκληρώθηκε όταν έσπρωξαν την εργατική τάξη σε νέα εξέγερση τον Ιούνη του 1848, δηλαδή όταν αρνήθηκαν την υλοποίηση του αιτήματος για υπουργείο εργασίας.
«Στη θέση των διεκδικήσεων που ήταν υπερβολικές στη μορφή, μικρόπρεπες και μάλιστα αστικές στο περιεχόμενο, και που ήθελε να τις αποσπάσει από τη δημοκρατία του Φλεβάρη, μπήκε το θαρραλέο επαναστατικό μαχητικό σύνθημα: Ανατροπή της αστικής τάξης! Δικτατορία της εργατικής τάξης!».5 Αλλά μόνο οι δυνάμεις της εργατικής τάξης δεν έφταναν γι' αυτό το σκοπό της εξέγερσής τους. Ετσι ηττήθηκαν. Αλλωστε, η αστική τάξη προετοίμαζε αυτή την εξέλιξη πιο νωρίς, τον Απρίλη, όταν η προσωρινή κυβέρνηση διέδωσε ψευδώς ότι οι εργάτες που είχαν συγκεντρωθεί στο Πεδίο του Αρεως στις 16 Απρίλη του 1848, ήταν οπλισμένοι και ετοιμάζονταν «κάτω από την ηγεσία του Λουί Μπλαν, του Μπλανκί, του Καμπέ και του Ρασπάιγ, για να βαδίσουν από κει προς το δημαρχείο, να ρίξουν την προσωρινή κυβέρνηση και να ανακηρύξουν μια κομμουνιστική κυβέρνηση»6(Μαρξ). Ετσι ανακλήθηκε ο στρατός στο Παρίσι και ενώ έως εκείνη τη στιγμή οπλισμένοι μαχητές ήταν οι εργάτες, τώρα ο συσχετισμός άλλαξε υπέρ της αστικής τάξης. Ουσιαστικά, το ζήτημα της εξουσίας είχε λήξει. Το σπρώξιμο στην εξέγερση του Ιούνη χρειαζόταν, για να ολοκληρωθεί η εδραίωση της αστικής εξουσίας με τη σφαγή των εξεγερμένων εργατών.
Ο Ευγένιος Ποτιέ ζει και την επανάσταση και την ήττα της εργατικής τάξης. Σ' αυτές τις συνθήκες συνεχίσει να γράφει ποιήματα για το δίκιο του αγώνα των εργατών, κάνοντας ταυτόχρονα βήματα μπροστά ως προς την ωρίμανση της συνείδησής του για τον τελικό σκοπό της ταξικής πάλης. Βεβαίως είναι και η εποχή που εμφανίζονται τα έργα των Μαρξ, Ενγκελς, η εποχή που αρχίζει να μπολιάζεται το εργατικό κίνημα με τη δική του θεωρία.
Από τους πρωτεργάτες της εξέγερσης του Παρισιού στα 1871
Η πιο σημαντική περίοδος στη ζωή και στο έργο του Ποτιέ άρχισε την εποχή της Παρισινής Κομμούνας το 1871. Υπερασπίστηκε το Παρίσι, όταν το πολιορκούσαν τα γερμανικά στρατεύματα και ήταν μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της εθνοφρουράς. Εχει ήδη προσχωρήσει στην Α΄ Διεθνή, έχοντας περάσει από τις ιδέες του ουτοπικού σοσιαλισμού στην επαναστατική υλιστική κοσμοαντίληψη. Από ποιητής των καταπιεζόμενων και των φτωχών έγινε ποιητής του επαναστατημένου προλεταριάτου. Ηταν από τους οργανωτές της Κομμούνας, εκλεγμένο μέλος της και πολέμησε στα οδοφράγματα.
Ετσι, ο Ευγένιος Ποτιέ ζει όλες τις εξελίξεις από την ήττα των Γάλλων στο γαλλογερμανικό πόλεμο και τη συνθηκολόγηση της αστικής κυβέρνησης της Γαλλίας έως την ήττα της Κομμούνας. Τα γεγονότα της εποχής εκείνης ανέδειξαν για πρώτη φορά την εργατική τάξη στην εξουσία, έστω και για 72 μέρες, και απέδειξαν, για πρώτη φορά, στην ιστορία της ταξικής πάλης και των επαναστάσεων ότι η εργατική τάξη βρίσκεται στο προσκήνιο των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων «ως τάξη για τον εαυτό της», χειραφετημένη πολιτικά από την αστική τάξη. Οπως έγραψε χαρακτηριστικά ο Μαρξ, «ήταν η πρώτη επανάσταση με την οποία η εργατική τάξη αναγνωρίστηκε ανοιχτά, σαν η μόνη τάξη που ήταν ακόμα ικανή για κοινωνική πρωτοβουλία».7
Ο γαλλογερμανικός πόλεμος τον Αύγουστο του 1870, τον οποίο ξεκίνησε η Γαλλία υπό τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ΄ τον επονομαζόμενο και «μικρό» οδηγούσε σε ήττα και, στις 2 Σεπτέμβρη 1870, ο γαλλικός στρατός συνθηκολογεί με διαταγή του Αυτοκράτορα. Οι Γερμανοί έφτασαν μπροστά στο Παρίσι στις 19 Σεπτέμβρη και το πολιορκούν.
«Η είδηση της συνθηκολόγησης του Sedan γίνεται γνωστή στο Παρίσι την ίδια μέρα (2 Σεπτέμβρη) και προκαλεί μεγάλο αναβρασμό. Η αντιπολίτευση ενάντια στον Ναπολέοντα τον 3ο, έντονη από καιρό, ξεσπά. Το νομοθετικό σώμα του Παρισιού συνέρχεται επειγόντως και παίρνει πολλές ριζικές αποφάσεις. Οι πιο σημαντικές είναι οι εξής:
α) Κατάργηση της μοναρχίας και εγκαθίδρυση της δημοκρατίας (4 Σεπτέμβρη).
β) Δημιουργία κυβέρνησης «Εθνικής Αμυνας».
γ) Δημιουργία Εθνοφρουράς για την υπεράσπιση της πόλης από τον κίνδυνο άμεσης κατάληψης που φαίνεται πια καθαρά.
Η κυβέρνηση βρίσκεται βασικά κάτω από την καθοδήγηση αστών οπαδών του ρεπουμπλικανικού καθεστώτος (L. Gambetta, Jules Ferry, J. Favre κλπ.). Η Εθνοφρουρά αποτελείται βασικά από ένοπλους εργάτες και μικροαστούς.
Με την εμφάνιση των Πρώσων (19 Σεπτέμβρη) αρχίζει η πολιορκία της πόλης. Καθώς ο καιρός περνά και οι στερήσεις δυναμώνουν, στις γραμμές των υπερασπιστών της πόλης εμφανίζονται σοβαρές διαμάχες. Η αστική τάξη, στο Παρίσι και όλη τη Γαλλία, ζητά μια άμεση ειρήνη με τους Πρώσους, όποιοι και αν είναι οι όροι. Αντίθετα, οι εργάτες και οι «αριστεροί» μικροαστοί του Παρισιού ζητούν συνέχιση της αντίστασης, δηλαδή για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο της εποχής μας, τάσσονται υπέρ του λαϊκού πολέμου μέχρις εσχάτων. Σε όλη τη Γαλλία, όπου οι Γερμανοί αποφεύγουν να επεκταθούν, παρουσιάζεται μια γενική κινητοποίηση των αντιδραστικών δυνάμεων, εμφανίζεται, μάλιστα, ένα πλατύτατο μοναρχικό ρεύμα. Η κατάσταση αυτή είχε ως αποτέλεσμα, ανάμεσα στα άλλα, την παράλυση σε μεγάλο βαθμό των αμυντικών προσπαθειών.
Στις 28 Γενάρη 1871, η κυβέρνηση Εθνικής Αμυνας υπογράφει ανακωχή με τους Γερμανούς. Η ανακωχή αυτή δεν είναι τίποτε άλλο από πλήρης συνθηκολόγηση. Η συνθήκη προβλέπει παράδοση των οχυρών και διάλυση του τακτικού στρατού.
Η Κομμούνα στο προσκήνιο
Η αναγγελία της ανακωχής προκαλεί την ανοιχτή εκδήλωση των αντιθέσεων στους κόλπους των υπερασπιστών της πόλης. Η Εθνοφρουρά αρνείται να παραδοθεί και συγκεντρώνει τα κανόνια της (που είχαν κατασκευαστεί με έρανο των κατοίκων και όχι με κρατικά κονδύλια) στο λόφο της Μονμάρτης. Σε πολλές περιοχές του Παρισιού δημιουργείται επαναστατικός αναβρασμός.
Η κατάσταση επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο, με τις εκλογές που γίνονται στις 7 του Φλεβάρη για την ανάδειξη Εθνοσυνέλευσης που θα επικύρωνε την ανακωχή, αλλά και τους όρους της συνθήκης ειρήνης που θα υπογραφόταν. Στην Εθνοσυνέλευση κυριαρχούν συντριπτικά οι αντιδραστικές δυνάμεις των άκρων. Από τους 700 αντιπροσώπους, οι 375 είναι ανοιχτά μοναρχικοί, ενώ όλοι οι άλλοι - με ελάχιστες εξαιρέσεις - ανήκουν στην άκρα Δεξιά των μεγαλοαστικών κομμάτων. Η Εθνοσυνέλευση συνέρχεται στο Μπορντό. Σχηματίζεται κυβέρνηση με επικεφαλής τον Adolfe Thiers (πιο γνωστό με το εξελληνισμένο όνομα Θιέρσος), που εξουσιοδοτείται να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς για την άμεση υπογραφή συνθήκης ειρήνης.
Στις 26 Φλεβάρη, γίνονται γνωστοί οι προκαταρκτικοί όροι της συνθήκης ειρήνης. Οι όροι επικυρώνονται από την Εθνοσυνέλευση του Μπορντό την 1η Μάρτη. Την ίδια ημέρα ο γερμανικός στρατός εισέρχεται στο Παρίσι και καταλαμβάνει τα φρούρια της βόρειας και ανατολικής πλευράς της πόλης.
Στο Παρίσι, η κατάσταση έχει πια φτάσει σε εκρηκτικό σημείο. Η Εθνοφρουρά και τα επαναστατικά στοιχεία έχουν εξοργιστεί με τη σύνθεση της Εθνοσυνέλευσης και με την πολιτική της. Απορρίπτουν την ανακωχή και τη συνθήκη ειρήνης και γίνεται μάλιστα και λόγος για ένοπλη αντίσταση.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να προλάβει τις εξελίξεις. Στις 18 Μάρτη κυβερνητικά στρατεύματα εισβάλλουν στις εργατικές συνοικίες και περικυκλώνουν τη Μονμάρτη, απαιτώντας την παράδοση των όπλων της Εθνοφρουράς. Οταν συναντούν άρνηση, διατάσσεται γενική επίθεση. Οι στρατιώτες, όμως, αρνούνται να υπακούσουν.
Αυτή είναι η αρχή της εξέγερσης. Οι εξεγερμένοι καταλαμβάνουν το Δημαρχείο, ενώ η εξουσία περνά στα χέρια της Κεντρικής Επιτροπής της Εθνοφρουράς. Στις 20 Μάρτη γίνονται προσπάθειες εξέγερσης και σε άλλες πόλεις. Οι προσπάθειες αποτυχαίνουν.
Η κυβέρνηση της Γαλλίας μεταφέρεται στις Βερσαλλίες (17χλμ. δυτικά του Παρισιού) που οι Γερμανοί έχουν, στο μεταξύ, εκκενώσει.
Στις 26 Μάρτη, εκλέγεται η Παρισινή Κομμούνα και στις 28 ανακηρύσσεται πανηγυρικά και επίσημα σε κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση των Βερσαλλιών, μόλις βεβαιώνεται για την υπεροχή της, αρνείται κάθε σχέση με την Κομμούνα και αποκλείει το Παρίσι. Ετσι, σχηματίζονται δύο κυβερνήσεις. Η Κομμούνα, που εδρεύει στο Παρίσι και αντιτίθεται στη συνθηκολόγηση και οι Βερσαλλίες, που είναι υπέρ της άμεσης συνθηκολόγησης.
Οι κομμουνάροι αντιπαραβάλανε στο αστικό κράτος την κοινωνία της Κομμούνας.
- «Το πρώτο διάταγμα της Κομμούνας ήταν το διάταγμα για την κατάργηση του μόνιμου στρατού και για την αντικατάστασή του με τον οπλισμένο λαό».
- «Η Κομμούνα δεν επρόκειτο να είναι ένα κοινοβουλευτικό, αλλά ένα εργαζόμενο σώμα, εκτελεστικό και νομοθετικό ταυτόχρονα. Η αστυνομία, που ως τότε ήταν το όργανο της κεντρικής κυβέρνησης, απογυμνώθηκε αμέσως από όλες τις πολιτικές της ιδιότητες και μετατράπηκε σε υπεύθυνο όργανο της Κομμούνας, που μπορούσε να ανακληθεί σ' οποιαδήποτε στιγμή».
- «Το ίδιο έγινε και με τους δημόσιους υπαλλήλους σ' όλους τους κλάδους της διοίκησης. Από τα μέλη της Κομμούνας ως τους κατώτερους υπαλλήλους, η δημόσια υπηρεσία έπρεπε να αμείβεται με εργατικούς μισθούς».
- «Χώρισε την εκκλησία από το κράτος και απαλλοτρίωσε όλες τις εκκλησίες, που αποτελούσαν οργανισμούς με ιδιόκτητη περιουσία... Ολα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα άνοιξαν δωρεάν για το λαό και ταυτόχρονα ξεκαθαρίστηκαν από κάθε επέμβαση της εκκλησίας και του κράτους. Ετσι, όχι μόνο η εκπαίδευση έγινε προσιτή σε όλους, μα και η ίδια η επιστήμη λευτερώθηκε από τα δεσμά που της είχαν επιβάλει η ταξική πρόληψη και η κυβερνητική εξουσία».
- «Το μεγάλο κοινωνικό έργο της Κομμούνας ήταν η ίδια της η ύπαρξη, η εργασία της. Τα ειδικά μέτρα της μπορούσαν μόνο να υποδείξουν την κατεύθυνση προς την οποία κινείται μια κυβέρνηση του λαού από τον ίδιο το λαό. Τέτοια μέτρα ήταν η κατάργηση της νυχτερινής δουλειάς των αρτεργατών, η επί ποινή απαγόρευση της συνήθειας που είχαν οι εργοδότες να ελαττώνουν τα μεροκάματα επιβάλλοντας πρόστιμα στους εργάτες τους... η παράδοση όλων των κλειστών εργαστηρίων και εργοστασίων σε συνεταιρισμούς εργατών...».
Σημείωση: Τα «πρώτα διατάγματα» παρουσιάζονται όπως τα περιγράφει ο Μαρξ στο έργο του «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία».
Στις 21 Μάη τα στρατεύματα του στρατηγού Μακ - Μαόν - του νικημένου του Sedan - αρχίζουν γενική επίθεση ενάντια στο Παρίσι. Πρόκειται για στρατιωτική επίθεση καλά προετοιμασμένη. Στηρίζεται στην κινητοποίηση 130.000 καλά οπλισμένων και εκπαιδευμένων στρατιωτών που υποστηρίζονται από μεγάλες μονάδες βαρέος πυροβολικού. Απέναντί τους βρίσκονται 10.000 Εθνοφρουροί και γύρω στις 20.000 «Ομόσπονδοι», άσχημα οπλισμένοι και εφοδιασμένοι.
Η επίθεση προχωρά γρήγορα διασχίζοντας τις εύπορες συνοικίες του Δ. Παρισιού. Προσκρούει, όμως, σε σκληρή αντίσταση όσο προχωρεί στο κέντρο της πόλης. Οι μάχες για την κατάληψη της πόλης κράτησαν συνολικά μία εβδομάδα, από τις 21 έως τις 28 Μάη, που έμεινε στην ιστορία με το όνομα «Ματωμένη Εβδομάδα». Η σύγκρουση πήρε γρήγορα αγριότατο και αιματηρότατο χαρακτήρα. Τελικά, οι κυβερνητικές δυνάμεις συνέτριψαν την Κομμούνα, με την κατάληψη των τελευταίων οδοφραγμάτων της στην οδό Ραμπονό στις 28 Μάη».8
Ενας από τους πιο μεγάλους προπαγανδιστές με το τραγούδι
Σ' αυτή την τελευταία βδομάδα, κατ' άλλους τον Ιούνη του 1871, ο Ευγένιος Ποτιέ, όντας παράνομος στο Παρίσι, μετουσιώνει σε ποίημα την εργατική εξέγερση και την Κομμούνα που καθοδήγησε η Α΄Διεθνής με τον Μαρξ, γράφει τους στίχους της Διεθνούς που έμελλε να γίνει ο Υμνος της παγκόσμιας εργατικής τάξης.
Μετά την ήττα της Κομμούνας και τη σφαγή του επαναστατημένου προλεταριάτου του Παρισιού, μετουσιώνει καλλιτεχνικά την ήττα συνεχίζοντας να γράφει ποίηση, που εκφράζει το στόχο και τη δράση της Κομμούνας, και καλεί στον αγώνα για το ταξικό όραμα του προλεταριάτου, την κομμουνιστική κοινωνία, «μιλώντας» απλά, καθαρά, στην καρδιά και στο νου του λαού, παρακινώντας για τη συνέχιση και ένταση της ταξικής πάλης για την επιβολή της ιστορικής ανάγκης ανατροπής της εκμεταλλευτικής κοινωνίας.
Μετά την ήττα της Κομμούνας, ο Ευγένιος Ποτιέ έφυγε από τη Γαλλία, αρχικά για τη Μεγάλη Βρετανία και στη συνέχεια στις ΗΠΑ. Εζησε εξόριστος έως το 1880 οπότε επέστρεψε στη Γαλλία, σε ηλικία 64 ετών, μισοπαράλυτος και φτωχός, μα πλούσιος από επαναστατικό - καλλιτεχνικό ταλέντο, που το αφιερώνει στους αγώνες, στο ηθικό και στη δικαίωση των οραμάτων της τάξης του. Συνέχισε τον ταξικό αγώνα και με την επιστροφή του στη Γαλλία εντάσσεται στο Εργατικό Κόμμα. Το 1884 δημοσίευσε τις συλλογές «Κοινωνικο-οικονομικοί στίχοι και σοσιαλιστικά επαναστατικά τραγούδια», «Ποιος είναι τρελός;». Το 1887 δημοσιεύει τη συλλογή «Επαναστατικά τραγούδια». Σε αυτές τις εκδόσεις συμπεριλαμβάνονται τα καλύτερα τραγούδια και ποιήματα.
Πέθανε μέσα στην αγάπη της εργατικής τάξης, του λαού, σε αναγνώριση της δράσης του στις 8 Νοέμβρη του 1887.
Ο Λένιν για τον Ποτιέ
Για τα 25 χρόνια από το θάνατο του Ευγένιου Ποτιέ, ο Λένιν γράφει για τον ποιητή της εργατιάς άρθρο στην «Πράβντα», το 1913. Παρακάτω το δημοσιεύουμε ολόκληρο:
«Το Νοέμβρη του περασμένου χρόνου, του 1912, έκλεισαν 25 χρόνια από την ημέρα του θανάτου του Γάλλου ποιητή - εργάτη Ευγένιου Ποτιέ, που έγραψε τον περίφημο προλεταριακό Υμνο της Διεθνούς ("Εμπρός της Γης οι κολασμένοι" κ.τ.λ.).
Ο Υμνος αυτός μεταφράστηκε σ' όλες τις ευρωπαϊκές, και όχι μόνο, γλώσσες. Σ' όποια χώρα κι αν βρεθεί ένας συνειδητός εργάτης, όπου κι αν τον ρίξει η μοίρα, όσο κι αν νιώθει τον εαυτό του ξένο, χωρίς γλώσσα, χωρίς γνωστούς, μακριά από την πατρίδα του, μπορεί να βρει συντρόφους και φίλους με το γνωστό σκοπό του Υμνου της Διεθνούς.
Οι εργάτες όλων των χωρών άρπαξαν τον Υμνο του πρωτοπόρου τους μαχητή, του προλετάριου - ποιητή, και τον έκαναν παγκόσμιο προλεταριακό ύμνο.
Και οι εργάτες όλων των χωρών τιμούν τώρα τον Ευγένιο Ποτιέ. Η γυναίκα και η κόρη του ζουν ακόμη και ζουν μέσα στη φτώχεια, όπως ζούσε σ' όλη του τη ζωή ο ποιητής του Υμνου της Διεθνούς. Ο Ευγένιος Ποτιέ γεννήθηκε στο Παρίσι στις 4 του Οχτώβρη 1816. Ηταν μόλις 14 χρόνων, όταν σύνθεσε το πρώτο του τραγούδι και το τραγούδι αυτό τιτλοφορούνταν "Ζήτω η ελευθερία!". Το 1848 πήρε μέρος σαν μαχητής των οδοφραγμάτων στη μεγάλη μάχη των εργατών ενάντια στην αστική τάξη.
Ο Ποτιέ γεννήθηκε σε φτωχή οικογένεια και σ' όλη του τη ζωή έμεινε φτωχός, προλετάριος. Εβγαζε το ψωμί του συσκευάζοντας κιβώτια και αργότερα κάνοντας ζωγραφιές πάνω σε υφάσματα.
Από το 1840 ο Ευγένιος Ποτιέ απαντούσε σε όλα τα σπουδαία γεγονότα της ζωής της Γαλλίας με το μαχητικό του τραγούδι, αφυπνίζοντας τη συνείδηση των καθυστερημένων, καλώντας τους εργάτες να ενωθούν, μαστιγώνοντας την αστική τάξη και τις αστικές κυβερνήσεις της Γαλλίας.
Στην περίοδο της Μεγάλης Κομμούνας του Παρισιού (1871) ο Ποτιέ εκλέχτηκε μέλος της. Από τις 3.600 ψήφους, αυτός πήρε τις 3.352. Συμμετείχε σ' όλα τα μέτρα της Κομμούνας, της πρώτης αυτής προλεταριακής κυβέρνησης.
Η πτώση της Κομμούνας ανάγκασε τον Ποτιέ να καταφύγει στην Αγγλία και στην Αμερική. Τον περίφημο Υμνο της Διεθνούς τον έγραψε τον Ιούνη του 1871, την άλλη μέρα, μπορούμε να πούμε, μετά την αιματηρή ήττα του Μάη.
Η Κομμούνα καταπνίγηκε... αλλά η "Διεθνής" του Ποτιέ διακήρυξε τις ιδέες της σ' όλο τον κόσμο, κι αυτή ζει τώρα όσο ποτέ άλλοτε.
Το 1876, στην εξορία, ο Ποτιέ έγραψε το ποίημα: "Οι εργάτες της Αμερικής στους εργάτες της Γαλλίας". Στο ποίημα αυτό απεικόνιζε τη ζωή των εργατών κάτω από το ζυγό του καπιταλισμού, την εξαθλίωσή τους, τη βασανιστική εργασία τους, την εκμετάλλευσή τους, τη σταθερή πεποίθησή τους για την επικείμενη νίκη της υπόθεσής τους.
Μόνο ύστερα από εννιά χρόνια μετά την Κομμούνα, ο Ποτιέ γύρισε στη Γαλλία κι αμέσως μπήκε στο "Εργατικό Κόμμα". Το 1884 εκδόθηκε ο πρώτος τόμος των ποιημάτων του. Το 1887 εκδόθηκε ο δεύτερος τόμος με τον τίτλο: "Επαναστατικά τραγούδια".
Πολλά άλλα τραγούδια του ποιητή - εργάτη εκδόθηκαν πια μετά το θάνατό του.
Στις 8 του Νοέμβρη 1887 οι Παρισινοί εργάτες συνόδευσαν στο νεκροταφείο Pare Lachaise, όπου είναι θαμμένοι οι εκτελεσθέντες κομμουνάροι, τη σορό του Ευγένιου Ποτιέ. Η Αστυνομία ματοκύλισε τους εργάτες, για να αποσπάσει από τα χέρια τους την κόκκινη σημαία. Τεράστιες μάζες πήραν μέρος στην κηδεία. Από παντού αντηχούσαν οι ιαχές: "Ζήτω ο Ποτιέ!".
Ο Ποτιέ πέθανε μέσα στη φτώχεια. Αφησε όμως πίσω του ένα αληθινά αθάνατο πνευματικό μνημείο. Ηταν ένας από τους πιο μεγάλους προπαγανδιστές με το τραγούδι. Οταν έγραψε το πρώτο τραγούδι του, οι σοσιαλιστές εργάτες μετριούνταν το πολύ πολύ σε δεκάδες. Τώρα το ιστορικό τραγούδι του Ευγένιου Ποτιέ το ξέρουν δεκάδες εκατομμύρια προλετάριοι...».
Ο Ντεζετέ και η μελοποίηση της «Διεθνούς»
Το ποίημά του, ο Ποτιέ, ποτέ δεν το άκουσε να τραγουδιέται. Κι αυτό γιατί μελοποιήθηκε στη γαλλική πόλη Λίλλη (Lille), ένα χρόνο μετά το θάνατό του. Συνθέτης - όπως είδαμε - ήταν ο Πιερ Ντεζετέ.
Πρώτη φορά τραγουδήθηκε σε ένα καφενείο στην οδό Βινιέτ 21, από τη χορωδία των εργατών της Λίλλης με την ονομασία «Λύρα των εργαζομένων» στις 23 Ιούνη 1888, στη γιορτή των εφημεριδοπωλών. Η Λίλλη εκείνον τον καιρό ήταν το κέντρο των βιομηχανιών κλωστοϋφαντουργίας και ορυχείων και ακόμη η έδρα του Κόμματος των Γάλλων Εργατών, που ίδρυσε ο Ζιλ Γκεστ. Ετσι, ήταν ο πλέον κατάλληλος τόπος, για να ακουστεί για πρώτη φορά ο Υμνος της «Διεθνούς».
Ο Ντεζετέ γεννήθηκε στη βελγική Γάνδη το 1848 και πέθανε το 1932 στο Σεν Ντενί στο Παρίσι. Καταγόταν από εργατική οικογένεια, που αργότερα μετανάστευσε στη Γαλλία και κέρδιζε τη ζωή του κατασκευάζοντας έπιπλα. Από παιδί εργαζόταν σε διάφορες επιχειρήσεις στη Λίλλη, τραγουδούσε σε χορωδία, μελετούσε θεωρία της μουσικής και μάθαινε μουσικά όργανα.
Αργότερα, προσχώρησε στο επαναστατικό κίνημα και έγινε αρχηγός της «Λύρας των εργαζομένων». Η μουσική της «Διεθνούς» δημοσιεύτηκε μόνο με το επώνυμό του, χωρίς να αναφέρεται το όνομά του. Αργότερα, οι σοσιαλιστές της δεξιάς, που αντιμάχονταν τον Ντεζετέ, εκμεταλλεύτηκαν την παράλειψη αυτή και πίεσαν τον αδελφό του Αντολφ (επίσης συνθέτη) να αμφισβητήσει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στο τραγούδι. Το 1922, έπειτα από μακρά διαδικασία, το εφετείο επικύρωσε τα δικαιώματα του Πιερ.
Η εργασία μελοποίησης της «Διεθνούς» ανατέθηκε στο Ντεζετέ από ένα στέλεχος του Κόμματος των Γάλλων Εργαζομένων, τον Γουσταύο Ντελορί, που αργότερα έγινε και δήμαρχος της πόλης. Στον Ντελορί άρεσε το άγνωστο αυτό ποίημα του Ποτιέ και ήθελε να το κάνει ύμνο του κόμματος με την ευκαιρία των εργασιών της ίδρυσης της Δεύτερης Διεθνούς, η οποία τελικά έγινε στις 21 Ιουλίου του 1889.
Αλλα τραγούδια του, από τα οποία μερικά παρέμειναν αδημοσίευτα είναι «Ο κομμουνιστής» (στίχοι Ποτιέ), «Εμπρός», «Εργάτες», «Δρεπάνι και σφυρί» και «Ο θρίαμβος της Ρωσικής Επανάστασης» (στίχοι του ίδιου). Από το 1902, ο Ντεζετέ ζούσε στο Σεν Ντενί. Το 1920, έγινε μέλος του ΚΚ Γαλλίας και το 1928 επισκέφτηκε την ΕΣΣΔ. Το 1962 δημοσιεύτηκε στη Μόσχα συλλογή διασκευασμένων τραγουδιών του από τον Β. Α. Μπέλυι.
Ο Ντεζετέ πήρε πολύ λίγους επαίνους για τη συνεισφορά του στη μουσική και ιστορική κληρονομιά της Γαλλίας. Μάλιστα, απολύθηκε από τη δουλειά του και μπήκε στο «μαυροπίνακα» της Ενωσης Εργοδοτών της χώρας του. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να υποτιμήσει την επίδραση που είχε η μουσική του.
Η «ζωή» του Υμνου
Οπως συμβαίνει με όλα τα καλλιτεχνικά έργα, έτσι και με τον Υμνο της «Διεθνούς», ο ύμνος, όταν έφυγε απ' τα χέρια των δημιουργών του, απέκτησε δική του «ζωή». Κι αυτή τη ζωή θα δούμε εδώ.
Το 1888, την ίδια χρονιά που μελοποιείται, ο ύμνος εκδίδεται σε ξεχωριστό φυλλάδιο σε 6.000 αντίτυπα και εκδότη τον Boldoduc. Από τις αρχές του 1890, η «Διεθνής» διαδόθηκε στους κύκλους των εργαζομένων στη Βόρεια Γαλλία και το Βέλγιο, ενώ μετά το 1ο Συνέδριο της Β΄ Διεθνούς στο Παρίσι, κυκλοφόρησε και πέρα από τα σύνορα Γαλλίας - Βελγίου και άρχισε να τραγουδιέται σαν διεθνής ύμνος του επαναστατικού αγώνα του προλεταριάτου.
Στα 1894, ο Γάλλος σοσιαλιστής Γκοσελέν, καταδικάστηκε σε φυλάκιση για τη δεύτερη έκδοση της μουσικής της «Διεθνούς». Αιτία ήταν η 5η στροφή που απηχούσε την αντιμιλιταριστική εκστρατεία της Α΄ Διεθνούς. Οι πρώτες μεταφράσεις του κειμένου του ποιήματος εμφανίστηκαν στα 1890 - 1900. Στην παγκόσμια, όμως, διάδοση της «Διεθνούς» και στη μετάφραση των στίχων της στις γλώσσες όλων των λαών του κόσμου, συνέβαλε και η Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση. Η μουσική της «Διεθνούς» απέκτησε δεύτερη ιστορική ζωή σε νέα χορωδιακή έκδοση και με μελωδία ελαφρά αλλαγμένη στη Ρωσία, τα πρώτα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας.
Η συμβολή της Οχτωβριανής Επανάστασης στον Υμνο
Το κείμενο της μουσικής της «Διεθνούς» δημοσιεύτηκε στη ρωσική γλώσσα στο 1ο φύλλο της λενινιστικής «Ισκρα», το Δεκέμβρη του 1900. Στα 1902 ο Κοτς, έγραψε και δημοσίευσε τους στίχους της «Διεθνούς», στα ρώσικα και η γραφή αυτή έγινε δεκτή απ' όλους. Την ίδια χρονιά, οι στίχοι τυπώθηκαν στο περιοδικό «Ζιζν» που εκδιδόταν στο Λονδίνο και τη Γενεύη. Το ρώσικο κείμενο, που είναι μετάφραση της 1ης, 2ης και 3ης στροφής, με την επίδραση των ιδεών του Λένιν απέκτησε πρωτότυπη μορφή, που ανταποκρινόταν στα αγωνιστικά προβλήματα του νέου σταδίου του ρωσικού επαναστατικού κινήματος. Στροφές της «Διεθνούς», εκτός από τις εφημερίδες και τα περιοδικά των μπολσεβίκων και τις συλλογές των επαναστατικών τραγουδιών, δημοσιεύτηκαν και σε περισσότερες από μισό εκατομμύριο προκηρύξεις και διακηρύξεις πριν από την Επανάσταση του Οκτωβρίου.
Με βάση τους ρωσικούς στίχους, η «Διεθνής» μεταφράστηκε σε όλες τις γλώσσες των λαών της ΕΣΣΔ και σε πολλές γλώσσες άλλων χωρών. Αρχίζοντας από το 4ο Συνέδριο του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Ρωσίας (1906), η «Διεθνής» έγινε κομματικός ύμνος της ρωσικής επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας. Στην έναρξη του 3ου Πανρωσικού Συνεδρίου των Σοβιέτ, στις 10 Ιανουαρίου 1918, η «Διεθνής» εκτελέστηκε σαν κρατικός ύμνος του νεαρού Σοβιετικού Κράτους.
Παρέμεινε εθνικός ύμνος της ΕΣΣΔ, μέχρι το 1944, όταν και καθιερώθηκε ο νέος κρατικός ύμνος της Σοβιετικής Ενωσης. Τότε η «Διεθνής» - σύμφωνα με απόφαση της Ολομέλειας του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (μπολσεβίκων) - καθιερώθηκε ως ύμνος του Κόμματος. Παράλληλα, ήταν ύμνος και της Γ΄ Διεθνούς.
Σημειώσεις:
1. Καρλ Μαρξ, «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850», σελ. 44-45 εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»
2. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 45
3. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 45
4. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 46
5. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 67
6. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 60
7. Καρλ Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», «Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς, Διαλεχτά Εργα», εκδόσεις «Γνώσεις» τ. 1ος, σελ. 627.
ΠΗΓΕΣ:
- «Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια». Λήμματα «Διεθνής», «Πιέρ Ντεζετέ», «Ευγένιος Ποτιέ».
- Β. Ι. Λένιν, «Απαντα», 5η έκδοση, τόμος 22, σελ. 283 - 285, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
- «The Guardian» (εφημερίδα του ΚΚ Αυστραλίας), 3 Ιούνη 1998, «Η "Διεθνής" - ο ύμνος της εργατικής τάξης».