ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΤΟ ΑΡΧΕΙΑΚΟ ΥΛΙΚΟ
- Τεύχος: 2007 Τεύχος 5
- της Συντακτικής Επιτροπής της ΚΟΜΕΠ
Στην
ενότητα «Οικονομία: χθες … σήμερα» η ΚΟΜΕΠ δημοσιεύει το περιεχόμενο
μιας μικρής μπροσούρας που περιλαμβάνεται στο «Αρχείο ΚΚΕ», τις
«Οικονομολογικές Κουβέντες» της MaryMarcy. Αποτελεί εκλαϊκευτική
παρουσίαση: α) Του μηχανισμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από την
τάξη των καπιταλιστών. β) Του δίκιου της εργατικής τάξης να κατακτήσει
την πολιτική εξουσία και να απαλλοτριώσει τα μέσα παραγωγής από τους
καπιταλιστές και να τα θέσει κάτω από τη σχεδιασμένη κοινωνική παραγωγή.
Το
ξεχωριστό αυτού του κειμένου είναι ότι δημοσιεύτηκε το 1921 σε
μπροσούρα από το Εκδοτικό Τμήμα της Ελληνικής Σοσιαλιστικής Ενωσης στην
Αμερική (793 SecondAvenue, NewYork, N.Y.).
Στην
αναδημοσίευσή μας τηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτότυπου κειμένου, η
οποία έχει μια ιδιαίτερη αξία, καθώς δείχνει τη γλώσσα της εποχής και το
επίπεδο της μετάφρασης.
Η
ίδια η ύπαρξη και η δραστηριότητα της Ελληνικής Σοσιαλιστικής Ενωσης
Αμερικής είναι δείγμα της ανόδου του επαναστατικού εργατικού κινήματος
της εποχής, της διεθνούς ακτινοβολίας της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής
Επανάστασης το 1917 στη Ρωσία.
Η
έκδοση είναι χαρακτηριστική για την αξία διάδοσης στην εργατική τάξη
και στις μέρες μας, της μαρξιστικής θεωρίας που επιστημονικά αποκαλύπτει
το μηχανισμό της εκμετάλλευσης και ξεσκεπάζει τις θεωρίες της ταξικής
συνεργασίας.
Χαρακτηριστική
της εκδοτικής δραστηριότητας της Ελληνικής Σοσιαλιστικής Ενωσης
Αμερικής είναι και η λίστα με τα άλλα βιβλία που είχε εκδώσει, τα οποία
παραθέτει στο εσωτερικό οπισθόφυλλο του βιβλίου, κάτω από την προτροπή
προς τους Ελληνες εργάτες μετανάστες στις ΗΠΑ: «Ελληνες εργάται
μορφωθείτε σοσιαλιστικώς». Το δε οπισθόφυλλο της έκδοσης είναι
αφιερωμένο στη διάδοση της εφημερίδας «Η Φωνή του Εργάτου», οργάνου της
Ελληνικής Σοσιαλιστικής Ενωσης.
Το
παρόν ντοκουμέντο εύκολα φέρνει στο νου τις διώξεις, τη βία, τις
δολοφονίες που δέχτηκε το εργατικό κίνημα στις ΗΠΑ και τον προδοτικό
ρόλο της εργατικής αριστοκρατίας της σοσιαλδημοκρατίας που οδήγησε στην
υποταγή και τον πλήρη εκφυλισμό που επακολούθησαν τα επόμενα χρόνια.
Διαβάζοντας
το κείμενο συνειδητοποιεί κάποιος ακόμα μια φορά τη σημασία που έχει η
επαφή με ντοκουμέντα της ιστορίας του κινήματος της εργατικής τάξης.
Αναδεικνύεται η ανάγκη να αναζητηθούν, να προβληθούν και να αξιοποιηθούν
και άλλα τέτοια ντοκουμέντα. Σε αυτό μπορούν να συμβάλλουν και οι
αναγνώστες και αναγνώστριες της ΚΟΜΕΠ, που διαθέτουν ή γνωρίζουν την
ύπαρξη ιστορικών ντοκουμέντων, φωτογραφιών, εντύπων και άλλων υλικών,
επικοινωνώντας με το κόμμα μας, για την προσφορά τους, σε φυσική μορφή
είτε σε ψηφιακό αντίγραφο.
Τεύχος: 2007 Τεύχος 5της Μαίρης Μάρσυ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Κάθε
εργάτης που γεύτηκε λίγο από Σοσιαλιστική φιλολογία και το μυαλό του
άρχισε πεια να δουλεύη, και τα μάτια του να βλέπουν το θαμβωτικό φως της
αλήθειας, κάθε τέτοιος συνειδητός εργάτης αισθάνεται την ανάγκην ενός
βιβλίου που να δίνη την επιστημονική εξήγησι των οικονομικών φαινομένων.
Η
Οικονομολογικές Κουβέντες της Μαίρης Μάρσυ, (δεύτερο βιβλίο της ίδιας
συγγραφέως στην Βιβλιοθήκη της Ε.Σ.Ε.) εξηγούν με σιταρένια λόγια και με
φράσεις ολοζώντανες το τι θα πη Μισθός, από πού βγαίνουν τα Κέρδη, πως
κανονίζονται η Τιμές, πως λογαριάζεται η Αξία κλπ.
Πράγματα
δηλαδή που τα παιδιά των αστών, μόνο στα Εμπ. Σχολεία μαθαίνουν (κι
εκείνα όλο ψευτιές), πράγματα που η Πλουτοκρατική Τάξις τα κρατεί τόσο
μυστικά ώστε και η ίδια φοβάται να τα γράψη και να τα διαβάση, οι
βιοπαλαιστές τα βγάζουν στη φόρα, στο φως του Ηλιου, να τα διαβάση ο
κοσμάκης που σαπίζει στη δουλειά, και, ενώ αυτός παράγει τα εκατομμύρια,
υποφέρει και βασανίζεται στη δυστυχία.
Με
λόγια μετρημένα, γεμάτα όμως έννοια, η Μαίρη Μάρσυ στο παρόν βιβλίο μας
εξηγεί φωτεινότερα ακόμα κι’ απ’ τον Ηλιο γιατί η εργατική τάξις
υποφέρει, γιατί δεν πρέπει να περιμένη κανείς προκοπή όσο διαρκεί το
σύστημα της μισθοδουλείας.
Με
ένα σωρό ωραία και ζωντανά παραδείγματα μας εξηγεί πως ο Κεφαλαιούχος
κλέπτει απ’ τον εργάτη τον καρπόν των κόπων του και πως ειμπορούμε μια
για πάντα να βάλουμε τελεία και παύλα στο κακούργο σημερινό καθεστώς της
κοινωνίας, ανατρέποντας το Καπιταλιστικόν σύστημα και στήνοντας στη
θέσι του την Σοσιαλιστική Κοινωνία.
Για
να φθάσουμε όμως στην χαρμόσυνη εκείνη μέρα χρειάζεται πρώτα οι εργάτες
να ξυπνήσουν και να νοιώσουν ότι η τάξι τους (τάξις των προλεταρίων)
έχει συμφέροντα όλως διόλου αντίθετα απ’ τα συμφέροντα της αστικής
(κεφαλαιοκρατικής) τάξεως, να οργανωθούν όσο μπορούν στενώτερα σε
Βιομηχανικές Ενώσεις, πολεμώντας δε διαρκώς ως ένα σώμα τους
Καπιταλιστές, να γυμνάζωνται για την μεγάλη και τελειωτική μάχη που θα
σώση την Ανθρωπότητα απ’ το ζυγό του Κεφαλαίου.
Νέα Υόρκη, Νοεμβρίου 5, 1920.
Χρ. Ρουτσόπουλος
Ι. ΤΙ ΠΟΥΛΑΤΕ ΣΤΟΝ ΑΦΕΝΤΙΚΟ
Αν
είσαι εργάτης ή εργάτρια, αδιάφορο τι κάμνεις στο μαγαζί ή στο
εργοστάσιο, ή στο μεταλλείο, ξέρεις ότι δύο ειδών δυνάμεις είνε σε
ενέργεια στο κατάστημα, ανθρώπινη (η δύναμη εργασίας), και ατμός.
Ο
νοικοκύρης ενός Εργοστασίου βαρελιών στην Ινδιάνα σκέφθηκε ότι ήτανε
εφθηνότερο να δουλεύη το εργοστάσιό του με δύναμη που θα έπερνε από άλλη
εταιρία, παρά να βάλη δυναμομηχανές ιδιαίτερες στο κατάστημά του.
Εζήτησε λοιπόν να του στείλουνε τους αντιπροσώπους των τρεις Εταιρίες
που παράγανε δύναμη μέσα στην πόλι του.
Ο
πρώτος που ήρθε απ’ αυτούς ήτανε απ’ την Εταιρία που επρότεινε να
κινήση το εργοστάσιο με δύναμη ατμό. Ο δεύτερος ήρθε από την Εταιρία που
επρότεινε να του βάλουν μια μηχανή με γκαζολίνην. Ο τρίτος ήρθε από την
Εταιρία που επρότεινε για την κίνησι τη δύναμη του νερού. Αυτός εζήτησε
την ευθυνότερη τιμή. Γι’ αυτό κ’ επήρε η Εταιρία του τη δουλειά.
Σ’
αυτό το μεταξύ ο Εργοστασιάρχης ήτανε έτοιμος ν’ ανοίξη το κατάστημά
του. Είχε ξυλεία δηλ. ακατέργαστο υλικό για ν’ αρχίση. Είχε μηχανήματα.
Πήρε και δύναμη κινητήριο. Ενα πράγμα όμως του έλειπε για ν’ αρχίση την
εργασία και να παράγη δούγες και στεφάνια για τα βαρέλια.
Αυτό πράγμα ήτανε το εμπόρευμα που προμηθεύουνε οι εργάτες. Ητανε η «ανθρώπινη δύναμι», ανθρώπινη «δύναμι εργασία»[1].
Εκατό
χρόνια προτήτερα, σχεδόν όλα γινότανε με ανθρώπινη «δύναμι εργασία»,
αλλά όσο βγαίνανε τελειοποιημένα μηχανήματα, τόσο λιγόστευε η ανθρώπινη
εργασία, που εχρειάζετο για να φκιάνονται τα διάφορα πράγματα. Μεγάλα
μηχανήματα που κινούνται με ατμό ή νερό κάνουνε τώρα την περισσότερη και
βαρύτερη δουλειά.
Ο
νοικοκύρης όμως του μεταλλείου ή του εργοστασίου χρειάζεται κι άλλο
είδος δύναμης, που να οδηγή τες μηχανές και να τες τροφοδοτή. Χρειάζεται
την «δύναμι-εργασία» σας.
Ο εργοστασιάρχης των βαρελιών της Ινδιάνας είπε πως χρειάζεται «χέρια».
Εννοούσε «χέρια για δουλειά». Εννοούσε «δύναμι-εργασία». Πέρασε λοιπόν στες εφημερίδες μια ειδοποίησι ότι «Ζητούνται άνδρες».
Εννοείται
πως δεν ζητούσε απ’ ευθείας ν’ αγοράση «άνδρες», όπως ο κόσμος αγοράζει
κτήνη. Νοίκιασε μερικούς από σας για να του δουλέψετε. Αγόρασε την
ανθρώπινη δύναμί σας (για εργασία), την «δύναμι-εργασία» σας.
Και
σεις του πουλήσατε την «δύναμι-εργασία» σας απαράλλακτα όπως ο βαλμάς
πουλάει άλογα, ή ο ψωμάς πουλάει ψωμί. Πήγατε στον αφεντικό για να του
«πουλήσετε» κάτι. Αυτός είχε βγη στο παζάρι για ν’ αγοράση ανθρώπινη
δύναμι-εργασία, και, αν τη τιμή σας ήτανε φθηνή, πήρατε βέβαια τη
δουλειά.
Πολλοί από μας εργάζονται πολλά χρόνια πριν καταλάβουνε ότι εμείς οι μισθωτοί εργάται έχουμε κάποιο εμπόρευμα για πούλημα.
Ενόσω
έχουμε την ικανότητα για δουλειά, προσπαθούμε να εύρουμε αγοραστή για
την δύναμι-εργασία μας. Κυνηγάμε δουλειά και αφεντικό (που πάντοτε
συντροφεύει τη δουλειά).
Ανδρες και γυναίκες που δεν έχουνε άλλο πόρο ζωής, αναγκάζονται να πουλήσουν την «δύναμι-εργασία τους» με μισθό για να ζήσουνε.
Εμπόρευμα είνε κάτι που ικανοποιεί κάποιαν ανθρώπινη ανάγκη. Κάτι που παράγεται με δύναμι-εργασία, για πούλησι ή για ανταλλαγή.
Ενα
φόρεμα που κάμνει μια γυναίκα για τον εαυτό της δεν είνε εμπόρευμα. Ενα
φόρεμα όμως που φκιάνεται για να πουληθή σ’ άλλον αυτό είνε εμπόρευμα.
Δεν φκιάνεται δηλ. για χρήσι, αλλά για πούλημα.
Τα
πρόβατα είνε εμπόρευμα. Το ίδιο είνε τα παπούτσια, τα σπήτια, το ψωμί, ο
ατμός, η δύναμι του νερού, όταν πουλιούνται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Και
η δύναμί σας για να φκιάνετε πράγματα, η εργατική σας δύναμι (ή όπως ο
Μαρξ την ονομάζει η «δύναμι εργασία» σας) είνε κι αυτή εμπόρευμα τον
καιρό που την πουλάτε σε αφεντικό για μισθό.
Ξέρετε
ότι κάθε άνθρωπος που πουλάει ένα εμπόρευμα γυρεύει όσο μπορεί
υψηλότερη τιμή. Ο μπακάλης της γειτονειάς σας ζητάει όσο μπορεί
περισσότερα για το βούτυρο, που σας πουλάει. Οι καρβουνιάρηδες
ανεβάζουνε τες τιμές κάθε φορά που μπορούν να το κάμουνε. Και σεις, όταν
κάνετε απεργία, ζητάτε όσο μπορείτε υψηλότερο μισθό.
Υψηλές τιμές για δύναμι-εργασία, ζητάνε οι μισθωτοί εργάτες.
Χαμηλές τιμές για δύναμι-εργασία, ζητάνε τα αφεντικά.
Σκεφτήτε λοιπόν, είναι τα συμφέροντά σας ίδια;
Τι συμβαίνει όταν υπάρχουνε δέκα άνθρωποι και συναγωνίζονται για να πουλήσουμε την δύναμι-εργασία τους;
Ποιος παίρνει τη δουλειά;
Τι
συμβαίνει όταν είνε πολλές δουλειές και μονάχα ένας εργάτης; Υψηλότερο ή
χαμηλότερο μισθό θα πάρη; Θα πουλήσει σε καλή τιμή την δύναμι-εργασία
του;
Οταν
οι εργάτες είνε λίγοι και οι εργοστασιάρχαι αναγκάζονται να πληρώσουνε
υψηλή τιμή για δύναμι-εργασία (δηλ. για μισθούς), σε κάποιο μέρος,
βαστάει πολύν καιρό η σπάνις των εργατών; Αν όχι, τότε γιατί;
Οταν οι εργάτες κυνηγάνε δουλειά, σε ποιες πόλεις τρέχουνε; Γιατί;
Εχει καμμιά σχέσι, ο νόμος της προσφοράς και ζητήσεως, με την τιμή που πουλάτε την δύναμι-εργασία σας;
Γιατί
το Τραστ του Χάλυβος στήνει στην Κίνα ένα εργοστάσιο που του κοστίζει
πενήντα εκατομμύρια δολλάρια; Θα κάμουνε περισσότερα κέρδη φκιάνοντας
ατσάλι στην Κίνα, παρά στην Αμερική; Γιατί;
Γιατί οι Κινέζοι εργάτες έρχουνται στην Αμερική για να πουλήσουν την δύναμι-εργασία τους;
Ο
Καρλ Μαρξ έχει γράψει πολλά για τα Εμπορεύματα, για την Αξία τους και
για την Τιμή τους. Για να εννοήσουμε αυτά καλά είνε ανάγκη πρώτα να
ξέρουμε ότι κι εμείς πουλάμε ένα εμπόρευμα που ονομάζεται
«δύναμι-εργασία».
Στο
ερχόμενο κεφάλαιο θα εξηγήσουμε πως καθορίζεται η αξία της
δύναμης-εργασίας σας, και πως καθορίζεται η αξία των άλλων εμπορευμάτων.
ΙΙ. Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΣ
Στο
προηγούμενο κεφάλαιο εμάθαμε ότι η σχέσις του μισθωτού εργάτη προς τον
εργοδότη είνε όμοια με τη σχέσι εκείνου που πουλεί ένα εμπόρευμα προς
τον άλλον, που το αγοράζει. Είτε εργάζεται στο εργοστάσιο ή στο
μεταλλείο, ή στον μύλο, ή ό,τι δήποτε δουλειά κάνεις, πωλείς εις τον
αφεντικό σου την δύναμι που έχεις για εργασία, δηλαδή την δύναμι-εργασία
σου.
Γνωρίζουμε ότι η δύναμι-εργασία είνε εμπόρευμα, όπως τα παπούτσια ή τα καπέλλα ή ό,τι δήποτε άλλο.
Ολα
τα Εμπορεύματα είνε προϊόν της εργασίας, δηλαδή ποτές δεν υπήρξε
εμπόρευμα, που να μην προήλθε από την δύναμι και την σκέψη του εργάτη ή
της εργάτριας.
Τα
παπούτσια τα φκιάνουν εργάτες, επίσης οι ψωμάδες, που ψήνουν το ψωμί,
είνε εργάτες. Σπήτια, τροχιόδρομοι, σιδηρόδρομοι, παλάτια, γεφύρια, όλα
γίνονται με το χέρι του εργάτη.
Υπάρχει ένα κοινό πράγμα, το οποίον έχουν μέσα τους όλα α εμπορεύματα, και αυτό είνε «η εργασία».
Ενα εμπόρευμα έχει ανταλλακτική αξία μόνον επειδή περιέχει ανθρώπινη εργασία.
Τα άλογα είνε εμπόρευμα. Η αγελάδες και ο χρυσός και αυτά είνε εμπορεύματα.
Γιατί; Επειδή χρειάσθηκε ανθρώπινη εργασία για να τα μεγαλώσει, ή για να βγάλη τον χρυσό από τα έγκατα της γης.
Η δύναμι-εργασία είνε επίσης εμπόρευμα, είνε το αποτέλεσμα της ανθρωπίνης εργασίας των περασμένων χρόνων.
Δουλευτάδες άνδρες και γυναίκες ξοδέψανε εργασία για να κάμουνε και μεγαλώσουνε εσένα και εμένα.
Κάποιος
έκαμε το ψωμί, άλλος έρραψε τα παπούτσια, τρίτος έκτισε τα σπήτια,
τέταρτος έφκιασε τα ρούχα μας. Ολα τα πράγματα, που φάγαμε, φορέσαμε και
μεταχειρισθήκαμε, φκιάχτηκαν από εργάτες και εργάτριες.
Η δύναμί τους ήτανε χρήσιμη εργασία.
Χωρίς αυτά δεν θα μπορούσαμε να μεγαλώσουμε και να εργασθούμε, δηλαδή να έχουμε δύναμι-εργασία για πούλημα.
Δύναμι-εργασία ξοδεύτηκε για να μεγαλώσουμε, ώσπου να μπορέσουμε κι εμείς να εργασθούμε.
Η αξία κάθε εμπορεύματος μετριέται με την ώρα κοινωνικής εργασίας, που χρειάζεται για να παραχθή.
Ο
Μαρξ σ’ ένα βιβλιαράκι του λέγει: «Θα νόμιζε ίσως κανείς, ότι αφού η
αξία κάθε εμπορεύματος μετριέται με την ώρα, που ξοδεύεται για να
παραχθή, όσο πειο αργός, πειο τεμπέλης είνε κανείς, τόσο και η εργασία
του έχει περισσότερη αξία. Αυτό είνε λάθος. Πρέπει να θυμάστε, ότι είπα
τη λέξι «κοινωνική» εργασία, και αυτή η λέξις εμπερικλείει πολλή έννοια.
Λέγοντας
πως η αξία κάθε πράγματος μετριέται με την ώρα, που ξοδεύεται για να
φκιαχθή, ή με το ποσόν της εργασίας, που είνε αποκρυσταλλωμένη μέσα του,
εννοώ «πόση εργασία απ’ την απαιτούμενη για την κοινωνία πάρθηκε για να
φκιαχθή εκείνο το πράγμα, σε συνθήκες κανονικές, με τρόπο κανονικό, και
με τέχνη ικανοποιητική».
Οταν
ξοδεύετε τρεις μήνες για να κόψετε ένα ξύλο με το σουγιά σας και να
φκιάσετε μια καρέκλα, δεν σημαίνει πως η καρέκλα αυτή έχει μεγαλύτερη
αξία για την κοινωνία από τις άλλες καρέκλες που φκιάνονται στα
εργοστάσια με τις ντουζίνες, με τα κατάλληλα μηχανήματα και εργαλεία.
Ξέρουμε πως κάθε τελειοποίησις σ’ ένα μηχάνημα λιγοστεύει την ώρα που χρειάζεται για να φκιασθή ένα πράγμα.
Το πετρέλαιο είνε πειο φθηνό απ’ ό,τι ήτανε άλλοτε επειδή τώρα χρειάζεται ολιγώτερη ώρα για να βγη.
Το
ατσάλι είνε φθηνότερο απ’ τα παληά χρόνια επειδή η τελειοποιημένες
σήμερα μηχανές ξοδεύουν λιγώτερη ανθρωπίνη εργασία για το φκιάσιμό του.
Ας
υποθέσουμε πως βάζουμε όλα τα εργοστάσια παπουτσιών να δουλεύουνε μαζή
όλα ακατάπαυστα για να προφθάσουνε τα εκατομμύρια ζευγάρια παπούτσια που
χρειάζεται η χώρα.
Οσα
εργοστάσια έχουνε μηχανές του παληού καιρού θα ξοδεύουνε περισσότερη
ανθρώπινη εργασία, παρά τα άλλα που έχουνε μηχανές της τελευταίας
εφεύρεσης για να κάνουνε τα ίδια ζευγάρια παπούτσια.
Η
αξία λοιπόν των παπουτσιών θα μετρηθή με την ώρα την κανονική που η
κοινωνία με τες προόδους των μηχανών χρειάζεται για να φκιασθούνε τα
παπούτσια.
Κατά
τον ίδιο τρόπο μετριέται η αξία του χρυσού, και του ασημιού, δηλαδή με
την κανονική ώρα που δίνει η προοδευμένη κοινωνία για να γίνουν. Η αξία
του χρυσού και του ασημιού υψώνεται ή ξεπέφτει. Σήμερα ο χρυσός έχει
πολύ λιγώτερη αξία παρά είκοσι χρόνια πριν, επειδή με τες νέες μεθόδους
που εφευρεθήκανε χρειάζεται λιγώτερη εργασία για να βγη από τη γη.
Είκοσι
χρυσά δολλάρια σήμερα έχουνε τη μισή αξία απ’ ό,τι είχανε είκοσι χρόνια
πριν. Επειδή χρειάζεται μόνο η μισή εργασία που χρειάζονταν άλλοτε για
να βγη ο χρυσός αυτός από τη γη.
ΙΙΙ. ΑΞΙΑ
Η αξία του εμπορεύματος κανονίζεται από την εργασία που περιέχεται μέσα σ’ αυτό.
Αν
μ’ έλεγε π.χ. ένας ότι ένα επανωφόρι έχει την ίδια αξία με μία φορεσιά
ρούχα, θα καταλάβαινα αμέσως ότι το επανωφόρι και η φορεσιά είνε ίσα
στην αξία επειδή περιέχουν ίσως ποσότητες του ίδιου κοινού πράγματος,
δηλ. εργασίας.
Γενικώς
μιλώντας, ένα σακκάκι έχει ίσην αξίαν με τέσσαρα πανταλόνια. Γιατί το
σακκάκι έχει περισσότερη αξία από τα πανταλόνια; Και ποιο είνε το μέτρο
με το οποίο μετρούμε την αξία κάθε πράγματος όταν πρόκειται να τ’
ανταλλάξουμε.
Οπως μάθαμε προτήτερα το μέτρο της αξίας είνε η Εργασία. Το
σακκάκι, που αναφέραμε, αξίζει όσο αξίζουν τέσσαρα πανταλόνια μαζή,
επειδή το σακκάκι εμπεριέχει τέσσαρες φορές περισσότερη κοινωνική
εργασία παρά ένα πανταλόνι.
Η
αναγκαία κοινωνική εργασία που εμπεριέχεται σ’ ένα εμπόρευμα,
(υποδήματα, σακκάκι, χρυσός, ψωμί, δύναμι-εργασία, ή ό,τι δήποτε άλλο)
κανονίζει την ανταλλακτική του αξία.
Η
ανταλλαγή λοιπόν, γίνεται, κατά τον ακόλουθο τρόπο. Ενα ποσόν σιτάρι,
που χρειάζεται κοινωνική εργασία δέκα ωρών για να γίνη, ανταλλάσσεται με
τόσα ρούχα, παπούτσια, καρέκλες, χρυσό, ή κάτι άλλο, όσα γίνονται με
δέκα ωρών κοινωνικής εργασίας.
Η τιμές των διαφόρων εμπορευμάτων διαρκώς αλλάζουν, επειδή αλλάζει και το ποσόν αναγκαίας κοινωνικής εργασίας που εμπεριέχουν.
Τον
περασμένο μήνα διαβάσαμε για ένα καινούργιο είδος χυτηρίου, με τον
οποίον ένα παιδί κατορθώνει να βγάζη σε μια μέρα τόσα καλούπια
χυτοσίδηρο, όσα βγάζουνε δέκα άνδρες έως τώρα. Η αξία των καλουπιών
χυτοσιδήρου εξέπεσε τώρα στο χυτήριο όπου εφάρμοσαν αυτό το είδος.
Γενικώς όμως στην Αγορά τα καλούπια χυτοσιδήρου πολύ λίγο εξέπεσαν.
Για την γενικήν παραγωγήν
πολύ μικρή οικονομία έγινε στην εργασία. Οταν ο νέος αυτός τρόπος
εφαρμοσθή γενικώς σε όλα τα Σιδηροχυτήρια, και γίνη γενικώς οικονομία
στην εργασία, τότε και η τιμή γενικώς θα ξεπέση στην Αγορά.
Οταν
θεωρούμε τα εμπορεύματα ως αξίες, λαμβάνουμε υπόψη την εμπεριεχομένην
σ’ αυτά, προσδιορισμένη ή αν σας αρέσει καλλίτερα αποκρυσταλωμένη
εργασία.
Γι΄
αυτό η διαφορά τους στην τιμή είνε μόνο αναλόγως της περισσότερης ή
λιγότερης ανθρωπίνης εργασίας που εμπεριέχει το καθένα, π.χ. ένα
μεταξωτό μανδήλι εμπεριέχει περισσότερη εργασία από ένα τούβλο.
«Ενα
εμπόρευμα έχει αξίαν επειδή είνε αποκρυστάλωσις κοινωνικής εργασίας…
Συνεπώς η αξία των εμπορευμάτων αντιστοιχεί προς το ποσόν εργασίας που
δουλεύτηκε (που εμπεριέχεται) σ’ αυτά». (Μαρξ)
«Οταν
λογαριάζουμε την αξία ενός εμπορεύματος, πρέπει στην ποσότητα εργασίας
που μεταχειρισθήκαμε τελευταία, να προσθέσουμε και την ποσότητα εργασίας
που ξοδεύτηκε προηγουμένως για τα πρώτα υλικά, και την εργασία που
εμπεριέχεται μέσα στα εργαλεία, μηχανήματα, κτίρια κ.λπ. τα οποία
μεταχειρίζεται ο εργάτης». (Μαρξ)
Η
τιμή των βαρελιών π.χ. κανονίζεται από την ποσότητα κοινωνικής «του
Εργοστασίου» εργασίας που ξοδεύεται για την κατασκευή των δουγιών και
των στεφανιών, και από την ποσότητα εργασίας που αναλογεί στην φθορά των
μηχανών (για την κατασκευή αυτή), καθώς και από την ποσότητα εργασίας
που ξοδεύτηκε για το κόψιμο, πριόνισμα, ροκάνισμα και μεταφορά της
ξυλείας έως το Εργοστάσιο.
Κάθε
φορά που προστίθεται εργασία στην κατασκευή διαφόρων ειδών (παπούτσια,
καπέλλα, γάντια, θερμάστρες, σιγάρα, κ.λπ). ο,τιδήποτε κι αν είνε αυτά
τα πράγματα, η αξία τους ανεβαίνει.
Κάθε φορά που η αναγκαία για την κατασκευή τους εργασία λιγοστεύει, και η αξία τους κατά την ίδια αναλογία ξεπέφτει.
Π.χ.
όλα τα έπιπλα, κατά τα τελευταία χρόνια εφθήνηναν πολύ, επειδή η
τελειοποιημένες μηχανές κάνουνε μεγάλη οικονομία στην απαιτούμενη
εργασία.
Ο
χρυσός εφθήνηνε πολύ κατά τα τελευταία δέκα χρόνια, επειδή ηύρανε
μεθόδους ώστε να βγάζουνε το μάλαμα τώρα με λιγώτερη εργασία από πριν.
Το
λάστιχο ακριβαίνει διαρκώς, επειδή εξαντλήθηκε το άγριο, και τώρα
ξοδεύεται περισσότερη ανθρώπινη εργασία, στο φύτευμα και την περιποίηση
των δένδρων.
Σ’
όλες τες Βιομηχανίες βλέπουμε πως μέρα με την ημέρα διαρκώς μεγαλύτερες
μηχανές και τελειότερες λιγοστεύουνε την ποσότητα ανθρώπινης εργασίας
που εμπεριέχεται στο κάθε πράγμα.
Οσο λοιπόν λιγοστεύει η εμπεριεχόμενη στο κάθε πράγμα ανθρώπινη εργασία, τόσο και η αξία του ξεπέφτει.
IV.ΤΙΜΗ
Συνηθίσαμε
να κανονίζουμε την ανταλλακτική αξία των διαφόρων εμπορευμάτων με
νομισματικές ονομασίες. Η ονομασίες αυτές είνε σε χρυσό. Ολα μας τα
τραπεζογραμμάτια γράφουν απάνω «Πληρωτέον σε -τόσο- χρυσό».
Και
ο χρυσός όμως, είνε και αυτός ένα εμπόρευμα όπως το ψωμί, τα ρούχα ή τα
αυτοκίνητα. Ολα τα εμπορεύματα ανταλλάζουνται με τόσον χρυσό, όσος
εμπεριέχει το ίδιο ποσόν εργασίας.
Δηλαδή
αν δέκα χρυσά δολλάρια εμπεριέχουν σαράντα ώρες χρήσιμης εργασίας, ο
χρυσός αυτός θα ανταλλαχθή με (δηλ. θα αγοράση) τόσα ζευγάρια παπούτσια
όσα γίνονται σε σαράντα ώρες κοινωνικής εργασίας.
Ομιλώντας
γενικώς λέγομεν ότι ένα εμπόρευμα που εμπεριέχει δέκα ωρών αναγκαία
εργασία, πρέπει να ανταλλάζεται με χρυσό ή ό,τι δήποτε άλλο εμπόρευμα
που εμπεριέχει και εκείνο δέκα ωρών αναγκαία εργασία.
Η προσφορά όμως και η ζήτησις αλλάζουν πολλές φορές την ανταλλακτική αξία των πραγμάτων.
Μια
προσωρινή έλλειψι κάρβουνου (όταν δηλαδή η προσφορά δεν είνε ίση με την
ζήτηση) επιτρέπει στους εμπόρους να ανεβάσουν την τιμή του κάρβουνου
για λίγο καιρό.
Οταν
κάποτε κατασκευάζουνται περισσότερα αυτοκίνητα από όσα ζητεί η αγορά,
τότες οι εργοστασιάρχαι κατεβάζουν για λίγο καιρό την τιμή τους.
Οι
τιμές δηλαδή πάντοτε κυμαίνονται λίγο παραπάνω ή λίγο παρακάτω από την
αξία του εμπορεύματος, πάντοτε όμως γύρω στην αξία του.
Προσέξατε ότι δεν ομιλούμε εδώ για τις τιμές των μονοπωλείων. Θα μιλήσουμε γι’ αυτές αργότερα.
Ο Μαρξ γράφει:
«Οταν η προσφορά και η ζήτησις είνε ίσες, η τιμές της αγοράς είνε ανάλογες με την φυσική[2] αξία των πραγμάτων, δηλαδή με την ποσότητα κοινωνικής εργασίας που χρειάστηκε για την παραγωγή τους.
Αν
αντί να έχετε υπ’ όψιν σας τες ημερήσιες διακυμάνσεις των τιμών,
αναλύσετε την κίνησι της αγοράς σε μακρότερη περίοδο… θα βρήτε ότι η
διακύμανσις των τιμών της αγοράς, άλλοτε ακριβώτερες, άλλοτε φθηνότερες,
εξουδετερώνουν η μία την άλλην και περιστρέφονται πάντοτε γύρω στην
πραγματική αξία, εκτός των μονοπωλείων.
Αν
λοιπόν έχετε υπ’ όψιν σας ότι τα εμπορεύματα πωλούνται και αγοράζονται,
το περισσότερο στην αξία τους, και έχετε μέσα στο νου σας ότι το κέρδος
βγαίνει μέσα από την τιμή των εμπορευμάτων, ματαίως θα προσπαθήσετε να
βρήτε πώς γίνηκε το κέρδος.
Κέρδος βγαίνει μόνο όταν ένα πράγμα πουλιέται ακριβότερα από ό,τι αξίζει.
Αλλοιώς είνε αδύνατο να εξηγήσει κανείς πού βρέθηκε το κέρδος».
V. ΠΩΣ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΤΑ ΚΕΡΔΗ
Πολλοί
από μας συνηθίσανε να σκέπτωνται ότι τα κέρδη γίνονται από κατεργαριά,
από ιδιαίτερα προνόμια, ή από μονοπώλιο. Τόσο πολύ μιλάμε για τες
κλεψιές των καπιταλιστών, ώστε έχουμε παραλείψει να ιδούμε τον κυριώτερο
τρόπο που γίνονται τα Κέρδη. [3]
Οπως
λέγει ο Μαρξ, αν δεν μπορείτε να δικαιολογήσετε τα κέρδη απάνω στην
ανταλλαγή των πραγμάτων, ανταλλαγή γινόμενη στην αξία τους, τότε
ουδέποτες μπορείτε να τα δικαιολογήσετε.
Συμπεραίνουμε λοιπόν κι’ έτσι υποθέτει όλος ο κόσμος ότι τα πράγματα ανταλλάσσονται γενικών σύμφωνα με την αξία τους.
Ας
υποθέσουμε τώρα ότι ένας εργαζόμενος άνθρωπος χρειάζεται δύο ωρών
εργασία κάθε μέρα για να παράγη ό,τι του χρειάζεται για τη ζωή.
Ας υποθέσουμε επίσης ότι δύο ωρών εργασία αξίζει 2 Δολλάρια.
Η
δύναμι-εργασία (που πωλεί ο εργάτης) αξίζει (όπως όλα τα εμπορεύματα)
τόσο, όση ποσότης κοινωνικής εργασίας εμπεριέχεται σ’ αυτήν. Συνεπώς,
αξίζει τόσα αναγκαία πράγματα της ζωής, όσα γίνονται σε δύο ωρών εργασία
την ημέρα.
Αν
ο εργάτης πωλή την δύναμι-εργασία του, στην αξία της απάνω, τότε θα
πάρη εις αντάλλαγμα κάτι που να αντιπροσωπεύη δύο ωρών κοινωνική
εργασία. Παραπάνω αναφέραμε ότι θα πάρη δύο (2) Δολλάρια μεροκάματο.
Με
άλλα λόγια μιας ημέρας δύναμι-εργασία, αντιπροσωπεύει δύο ωρών
κοινωνική εργασία, μεταμορφωμένη σε τροφή, ρούχα, και κατοικίαν, όπως
λέγουμε ότι δύο (2) δολλ. χρυσά εμπεριέχουν 2 ωρών αναγκαία εργασία.
Ο
εργάτης παίρνει αρκετό (2 δολλ.) μεροκάματο για να φάγη, να πιή και να
ντυθή αρκετά για να αναπαράγη δύναμι-εργασία. Παίρνει δηλαδή την αξία
της δύναμις-εργασίας του.
Οι
εργάτες όμως πωλούνε στα αφεντικά την δύναμι-εργασία τους με την ημέρα,
ή με την εβδομάδα, προς τόσες ώρες την ημέρα. Ο κεφαλαιούχος αγοράζει
το εμπόρευμα (δύναμι-εργασία) πληρώνοντας την αξία του.
Αν ο εργάτης είνε μεταλλωρύχος, σε δύο ώρες θα βγάλη κάρβουνο ίσο στην αξία με 2 Δολλάρια, δηλ. με ολόκληρο το μεροκάματό του.
Δηλ.
το κάρβουνο αυτό, εμπεριέχει δύο ωρών κοινωνική εργασία, απαράλλαχτα
όπως δύο χρυσά δολλάρια ή τα αναγκαία πράγματα της ζωής (που αγοράζει με
2 δολλάρια) αντιπροσωπεύουν κ’ εκείνα δύο ωρών κοινωνική εργασία.
Μ’ άλλα λόγια σε δύο ώρες ο μεταλλωρύχος θα βγάλη τόσο κάρβουνο που να αξίζει όσο είνε ολόκληρό το μεροκάματό του.
Επειδή
όμως συνήθως πωλεί την δύναμι-εργασία του με την ημέρα ή με την
εβδομάδα, γι’ αυτό ο αφεντικός του τον βάζει και εργάζεται όσο μπορεί
περισσότερο.
Ο
Μαρξ λέγει ότι ένας εργάτης πρέπει να εργάζεται την ημέρα δύο ώρες
(αντιπροσωπευόμενες με 2 Δολλάρια) για να μπορή να αναπαράγη κάθε μέρα
τόση δύναμη-εργασία.
Ωστε
όταν ο αφεντικός βάζη τον εργάτη να δουλεύη δέκα ώρες την ημέρα, τότε
τον βάζει και δουλεύει οκτώ ώρες περισσότερο από ό,τι είνε αναγκαίο για
να βγάλη ο εργάτης το μεροκάματό του.
Αυτές οι παραπανήσιες οκτώ ώρες είνε η υπεραξία, η υπερπαραγωγή.
Στις
δύο πρώτες ώρες της εργασίας του, ο εργάτης έχει κερδίσει το μεροκάματό
του, όσο δε άλλο κάρβουνο βγάλει στες υπόλοιπες ώρες (που αξίζει 8
δολλάρια) όλο εκείνο το παίρνει ο κεφαλαιούχος.
Επειδή
όμως ο εργάτης επώλησε στον κεφαλαιούχο τη δύναμι-εργασία του,
οσονδήποτε κάρβουνο και αν βγάλη, όλο ανήκει στον αφεντικό.
Ώστε,
όπως βλέπουμε, ο κεφαλαιούχος ξοδεύει την ημέρα δύο δολλάρια σε
μεροκάματο (δηλ. δύο ωρών κοινωνική εργασία) και παίρνει εις αντάλλαγμα
από τον εργάτη κάρβουνο ή άλλου πράγμα που αξίζει 10 δολλάρια (δηλ. δέκα
ώρες κοινωνικής εργασίας).
Αυτός είνε ο τρόπος με τον οποίον βγαίνουν τα κέρδη.
Χρόνια
στη γραμμή οι κεφαλαιούχοι αγοράζουν δύναμι-εργασία στο κόστος της. Οι
κεφαλαιούχοι εξουσιάζουν όλα τα προϊόντα που παράγουν οι εργάτες
ολόκληρη την ημέρα. Δίνουνε στους εργάτες 2 δολλάρια, που
αντιπροσωπεύουν δύο ωρών κοινωνική εργασία και πέρνουνε απ’ αυτούς
πράγματα που εμπεριέχουν δέκα ωρών εργασία.
Κάρβουνο
(που εμπεριέχει δέκα ωρών εργασία) ανταλλάσσεται με χρυσό (ή νόμισμα)
που εμπεριέχει δέκα ωρών εργασία, περίπου δηλ. με 10 δολλάρια. Ητοι ο
ανθρακωρύχος παράγει κάρβουνο αξίας 10 δολλ.
Παίρνει όμως μόνο 2 δολλάρια.
Η
αξία των οκτώ ωρών, ή το κάρβουνο που αξίζει 8 δολλ. και το οποίον ο
κεφαλαιούχος κλέπτει από τον εργάτη, είνε πλεονάζουσα αξία για την
οποίαν ο κεφαλαιούχος δεν του δίνει αντάλλαγμα.
Ο
Καρλ Μαρξ λέγει: «Το σύστημα του μισθού ή της καπιταλιστικής παραγωγής
βασίζεται απάνω σ’ αυτό τον τρόπο της ανταλλαγής μεταξύ κεφαλαίου και
εργασίας. Το αποτέλεσμα είνε ο εργάτης μένει πάντα εργάτης και ο
κεφαλαιούχος μένει πάντα κεφαλαιούχος».
«Η αναλογία της πλεοναζούσης αξίας[4],
(αν υποθέσουμε ότι όλες η άλλες περιστάσεις μένουν η ίδιες), βρίσκεται
αν λογαριάσουμε πόσο μεροκάματο χρειάζεται για να κερδισθή το
ημερομίσθιο του εργάτη, και το περισσότερο είνε τότε η πλεονάζουσα αξία
αυτή. Δηλαδή είνε η ώρες που έρχονται ύστερα από εκείνες που χρειάσθηκε
για να παραγάγη το ημερομίσθιο που θα πληρωθεί».
Ο
κεφαλαιούχος είνε νοικοκύρης του προϊόντος που παράγει ο εργάτης. Οταν
πουλεί το εμπόρευμα, πουλεί πράγμα του οποίου έν μέρος (το περισσότερο)
του κοστίζει τίποτα, ενώ ο εργάτης ξόδεψε ώρες για την παραγωγή του.
Είνε
πολύ εύκολο να καταλάβη κανείς τον ακόλουθο λογαριασμό. Ο ανθρακωρύχος
(εργάτης) πληρώνεται το αντίτιμο της εργασίας του. Δύο δολλάρια όμως
περιέχουν δύο ωρών εργασία. Δύο δολλάρια αντιπροσωπεύουν περίπου τα
αναγκαία πράγματα της ζωής (που περιέχουν κι’ αυτά δύο ωρών εργασία) που
χρειάζουνται για να ξαναδώσουν στον εργάτη νέα δύναμι-εργασία για την
δουλειά της άλλης ημέρας.
Τα
πράγματα που αγοράζει με το ημερομίσθιό του εμπεριέχουν δύο ωρών
εργασία, ενώ αυτός παράγει πράγματα που περιέχουν δέκα ωρών εργασία και
τα οποία παίρνει ο κεφαλαιούχος.
Το
κακό αυτό προέρχεται από το γεγονός ότι ο εργάτης πουλεί τη
δύναμι-εργασία του, και κατά συνέπεια ο κεφαλαιούχος κυττάζει πώς να
ωφεληθή περισσότερο από αυτή τη συμφωνία. Αν ο εργάτης ζητούσε ν’
ανταλλάξη την δύναμι-εργασία του με πράγματα ίσης αξίας, δεν θα ήτανε
πλεια ημερομίσθιος εργάτης. Ο κεφαλαιούχος δεν θα τον έπερνε στη δουλειά
του επειδή δεν θα μπορούσε να του κλέψει την πλεονάζουσα αξία.
Οι
άνδρες όμως και η γυναίκες που είνε αναγκασμένοι κάνουνε τέτοιες
συμφωνίες. Είνει υποχρεωμένες να πουλήσουν την δύναμι-εργασία τους,
απέναντι μισθού για να ζήσουνε. Απ’ το άλλο μέρος οι κεφαλαιούχοι τους
πέρνουνε στη δουλειά τους με μόνο το σκοπό να βγάλουν κέρδη απ’ τη ράχη
τους.
Οι
κεφαλαιούχοι πληρώνουν στους εργάτες τόσο ημερομίσθιο όσο τους φθάνει
για να ζήσουν, προσπαθούν όμως να τους κάμουνε να δουλεύουν όσες ώρες
περισσότερες μπορούν, μόνο και μόνο για να παράγουν περισσότερη
πλεονάζουσα αξία.
Οι
έξυπνοι όμως εργάτες και η εργάτριες δεν θέλουνε πλειά να πουλούνε τη
δύναμι-εργασία τους κατ’ αυτόν τον τρόπο. Μέρα με την ημέρα ζητούνε
περισσότερο να πληρώνωνται τη σωστή αξία του προϊόντος της εργασίας
τους.
«Βαρεθήκαμε
πλεια να είμαστε εμπόρευμα, υποχρεωμένοι να πουλούμε τον εαυτό μας, για
μισθό «στην τιμή της αγοράς». Δεν μπορούμε να υποφέρουμε πλειά την
αδικία ν απέρνουμε δύο ωρών αξίας πράγματα αντίκρυ σε δέκα ωρών αξίας
πράγματα που παράγουμε. Κουρασθήκαμε πλεια ζώντας με τόσο λιγνό μισθό
και στοιβάζοντας εκατομμύρια για την καπιταλιστική τάξι».
Αυτή
είνε η πρώτη απαίτησι του Σοσιαλισμού. Να παύσουν πλειά οι εργάτες και η
εργάτριες να πουλούν τον εαυτό τους σαν εμπόρευμα. Θέλουμε να είμαστε
νοικοκυραίοι των προϊόντων που εμείς παράγουμε, και να κάνουμε δίκαια
ανταλλαγή, δηλ. όταν δίνουμε ένα πράγμα, να παίρνουμε κάτι που να έχει
την ίση αξία.
Εσείς
και εγώ, δουλεύουμε για τον αφεντικό, επειδή είνε νοικοκύρης του
εργοστασίου, του Μεταλλείου, ή του Σιδηροδρόμου. Η Ιδιοκτησία των μέσων
της παραγωγής και διανομής, (Εργοστάσια, Γη, Μεταλλεία, Μηχανές, κλπ.)
κάμνουν αφεντικούς κεφαλαιούχους και ημερομίσθιους εργάτες σαν εσένα και
εμένα.
Οι Σοσιαλισταί διδάσκουν ότι σ’ όλον τον κόσμον οι εργάτες πρέπει να είνε νοικοκυραίοι (όλοι μαζή) όλων των βιομηχανιών.
Οταν
εσύ και εγώ και οι σύντροφοί μας είμαστε νοικοκυραίοι του εργοστασίου
μέσα εις το οποίον δουλεύουμε, δεν θα έχουμε να δίνουμε σε άλλον τα
προϊόντα της εργασίας μας.
Θα είμαστε όλοι μαζή κοινοί νοικοκυραίοι. Η ανταλλαγή των διαφόρων πραγμάτων θα γίνεται ίσα και ίσα.
Ο
Σοσιαλισμός θέλει να μας κάμη σωστούς ανθρώπους, ενώ σήμερα είμαστε
εμπόρευμα που πουλιέται και αγοράζεται στο παζάρι, όπως μια αγελάδα, ή
ένα ζευγάρι παπούτσια.
ΕΥΘΗΝΕΣ ΤΙΜΕΣ
ΜΕΡΙΚΑ ΑΚΟΜΑ ΓΙΑ ΤΑ ΚΕΡΔΗ
Ξέρουμε
ότι η δύναμι για εργασία ή δύναμι-εργασία είνε εμπόρευμα. Η αξία ενός
εμπορεύματος ορίζεται από την αναγκαίαν κοινωνικήν εργασίαν που
εμπεριέχεται μέσα σ’ αυτό.
Αν
χρειάζεται τριών ωρών κοινωνική εργασία για να σας δώση τα αναγκαία
προς το ζην για μια μέρα, η αξία της δύναμης-εργασίας σας θα είνε
τρίωρος αναγκαία κοινωνική εργασία.
Οσο μεγαλήτερο μισθό παίρνετε λοιπόν, τόσο λιγώτερο κέρδος αφίνετε στον κεφαλαιούχο.
Αν
εκεί που δουλεύετε 7 ώρες σας αναγκάσουν να δουλεύετε 10 ώρες, τότες ο
κεφαλαιούχος θα βάζη στην τσέπη του και τα πράγματα που θα κατασκευάζετε
στες παραπανίσιες εκείνες 3 ώρες.
Ολοι
παραπονούνται για την ακρίβεια της ζωής. Πολλοί πιστεύουν ότι άμα
εφθηνήνουν τα πράγματα η κατάστασίς μας θα καλλιτερεύση. Θαρρούν πως
όταν φθηνήνη η ζωή θα περισσεύσουμε ένα μέρος απ’ τον μισθό μας. Δεν
σκέπτουνται ότι οι κεφαλαιούχοι αμέσως θα ξεπέσουν τα μεροκάματά μας.
Για
να εξηγηθώ καλλίτερα δίνω το ακόλουθο παράδειγμα. Ας υποθέσουμε πως η
Δημαρχία του Σικάγου αγοράζει όλα τα σπήτια, φάρμες και όλα τα κτίρια,
και έτσι γίνεται νοικοκυρά ολόκληρου του Σικάγου.
Ας δούμε τώρα αν αυτό θα ωφελήση τους εργάτες ή μάλλον τους κεφαλαιούχους;
Ολοι
ξέρουμε ότι όταν η ζωή είνε φθηνή σ’ ένα μέρος, όλοι οι εργάτες και η
εργάτριες τρέχουν προς τα εκεί για να βρουν δουλειά, δηλαδή για να
πουλήσουν την δύναμι-εργασία τους. Εχουν την ιδέα ότι βρίσκονται δουλειά
σε μέρος που η ζωή κοστίζει φθηνά, θα περισσεύσουν χρήμα, και έτσι ίσως
γίνουν και αυτοί κεφαλαιούχοι.
Δέτε
όμως τι συμβαίνει. Εξ αιτίας της φθήνειας της ζωής οι εργάτες
πλημμυρίζουν στο Σικάγο. Αρχίζει αμέσως συναγωνισμός ανάμεσα στους
εργάτες για δουλειά. Τι συμβαίνει τότε; Η τιμή της δύναμις-εργασίας
ξεπέφτει. Ποιος αγοράζει την δύναμι-εργασία; Οι κεφαλαιούχοι.
Ποιος ωφελιέται λοιπόν; Οι εργάτες ή οι Κεφαλαιούχοι; Αυτό είνε το κατάντημα.
Δεν
βλέπετε τι συμβαίνει στην Αλάσκα; Γιατί δεν πηγαίνουν οι κεφαλαιούχοι
να κάμουνε Εργοστάσια εκεί; Επειδή η ζωή είνε ακριβή. Κατά συνέπειαν το
ατσάλι που θα κατασκευάζανε στην Αλάσκα θα κόστιζε ακριβώτερα από εκείνο
που κατασκευάζουνε στα Χαλυβουργεία Βηθλεέμ και Γκάρρυ, και συνεπώς θα
έμνησκε απούλητο εξ αιτίας του συναγωνισμού.
Εχουμε
ειδήσεις απ’ την Γουατεμάλα, ότι Εργοστασιάρχαι Βαμβακοϋφαντουργείων
διαλέγουνε μέρη για να κτίσουνε Εργοστάσια εκεί. Οι κάτοικοι της
Γουατεμάλας μπορούνε να ζήσουνε με πολύ μικρά μεροκάματα. Σχεδόν όλοι
τους έχουνε δικές τους καλύβες και σπητάκια. Το κλίμα είνε ζεστό και
συνεπώς δεν ξοδεύουνε πολλά χρήματα σε φορέματα και σε καύσιμο ύλη.
Υπάρχουν
δένδρα που δίνουν ψωμόκαρπο, δηλαδή έτοιμο ψωμί. Υπάρχουν βανάνες
άφθονες. Συνεπώς δεν χρειάζουνται σιτάρι, ούτε αλεύρι, ούτε καν
μαγειρεύουν. Γι’ αυτό οι κάτοικοι της Γουατεμάλας μπορούν να ζήσουν με
μεροκάματο 10 έως 12 σέντσια την ημέρα.
Αν
μπορούσαν λοιπόν οι κεφαλαιούχοι να συνηθίσουν τους Γουατεμαλαίζους να
δουλεύουν όσο και οι Αμερικανοί, τότες η χώρα εκείνη θα ήτανε ο
Παράδεισος για τους κεφαλαιούχους.
Οταν
λοιπόν οι κεφαλαιούχοι αγοράσουνε η γη και αναγκασθούνε οι κάτοικοι να
δουλεύουνε για μεροκάματο για να ζήσουνε, τότε όλοι οι κεφαλαιούχοι θα
τρέξουνε εκεί για να κτίσουνε Εργοστάσια.
Οπως
και αν εξετάσω το πράγμα δεν βλέπω λοιπόν εγώ κανένα τρόπο που να
ωφελιέται ο εργάτης απ’ τη φθήνεια της ζωής, αφού μαζύ μ’ αυτή
φθηναίνουν και τα μεροκάματα.
VI. ΥΨΗΛΕΣ ΤΙΜΕΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ
Είδαμε
τι σημαίνουν χαμηλές τιμές, και κατά πόσον ωφελιέται απ’ αυτές ο
εργάτης. Ανακαλύψαμε ότι εξ αιτίας του συναγωνισμού μεταξύ εργατών για
δουλειά, τα μεροκάματα ξεπέφτουν (όταν φθηναίνουν η τιμές) ώστε μόλις να
αντικρύζουν τες ανάγκες της ζωής.
Ας
ξανακουβεντιάσουμε για την ανταλλαγή των εμπορευμάτων. Οταν η αξία των
αναγκαίων προς το ζην ανεβαίνει, λ.χ. γίνεται δύο φορές ακριβώτερη, τότε
και η αξία της δύναμις-εργασίας σας και εκείνη διπλαίνει.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι η αξία των προς το ζην (τροφή, ρούχα, κατοικία) εδιπλασιάσθηκε, το μεροκάματό σας όμως έμεινε το ίδιο.
Οι
μεταρρυθμιστές θα σας πούνε αμέσως ότι ο μπακάλης, ο χασάπης, ο
υφασματάς, ο νοικοκύρης, σας εκμεταλλεύονται. Θα σας πούνε ότι ο
παραφέντης σας, σας εκμεταλλεύεται, οι δε άλλοι απλούστατα σας κλέβουν.
Οταν
το μεροκάματό σας δεν ανεβαίνει σύμφωνα με την ακρίβεια της ζωής, αυτό
θα πη ότι ο αφεντικός σας δεν σας πληρώνει πεια την αξία της
δύναμης-εργασίας σας. Διότι η αξία της δύναμης-εργασίας σας καθορίζεται
απ’ την αξία της τροφής, των ρούχων, του ενοικίου, κλπ.
Μη
νομίζετε ότι επειδή το νοίκι είνε ακριβό, ή η τροφή κοστίζει πολύ, ότι
σας κλέβουν όταν πληρώνετε γι’ αυτά. Οταν ακριβαίνουν αυτά, ανεβαίνει
και το μεροκάματό σας. Μόνον δε όταν το μεροκάματό σας εξισούται με τα
έξοδα αυτά, μόνον τότε πληρώνεσθε την αξία της δύναμης-εργασίας σας
δίκαια.
Πιθανόν
καμμιά φορά να υπάρχη έλλειψις εργατών. Τότε τα μεροκάματά σας είναι
ακριβά. Ελλειψις ή περίσσευμα οποιουδήποτε εμπορεύματος είνε η αιτία που
ανεβαίνει ή κατεβαίνει η τιμή του πολλές φορές.
Το μονοπώλειο όμως μόνον κάνει να ανταλλάσσεται ένα πράγμα σε τιμή ανώτερη από την αξία του για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.
Επαναλαμβάνω.
Ο Μεταρρυθμιστής λέγει: Ο εργάτης πέρνει το μεροκάματό του. Ο
παραφέντης του τον εκμεταλλεύεται. Οταν δε πηγαίνει να αγοράση
παπούτσια, τροφή, κρέας, ρούχα, κτλ. Τα βρίσκει ακριβώτερα αφ’ ότι
μπορεί να πληρώσει γι’ αυτά. Ώστε, λέγει ο μεταρρυθμιστής, οι έμποροι
εκμεταλλεύονται κι αυτοί τον εργάτη.
Δεν χωρεί το μυαλό του ότι η αξία του μισθού καθορίζεται από το κόστος της ζωής.
Δεν πληρώνονται όλοι οι εργάτες ούτε όλες οι εργάτριες την αξία της δύναμης-εργασίας τους. Μερικοί πληρώνουνται κάτι περισσότερο από
την αξία της δύναμης-εργασίας τους. Γνωρίζω ένα κορίτσι που δουλεύει σ’
ένα μεγάλο Κατάστημα για 5 δολλάρια την εβδομάδα. Με 5 δολλ.
εβδομαδιάτικο είνε αδύνατο βέβαια να τραφή, να ντυθή και να πληρώση
νοίκι. Ο αδελφός της πέρνει 18 δολλ. την εβοδμάδα. Τα έξοδά του είνε
ολιγώτερα από 18 δολλ. Κατά συνέπειαν βοηθεί την αδελφή του στα έξοδά
της.
Ποτές
άνθρωπος δεν μπορεί να ζήση για πολύν καιρόν με μισθόν που δεν
αντικρύζει τα έξοδά του. Πρέπει να ζητήσει βοήθεια από κάπου. Οι
συγγενείς που είνε πειο ευτυχείς θα τον βοηθήσουνε για να σταθή στα
πόδια του. Χιλιάδες οικογένειες πέρνουνε βοηθήματα από καιρού εις καιρόν
από Φιλανθρωπικά Σωματεία, εις τρόπον ώστε η εργατική τάξι μόλις
πληρώνεται την αξία της δύναμης-εργασίας της. Με άλλα λόγια η στρατιά
των εργατών πέρνει αρκετά για να παραγάγη καινούργιους εργάτες γι’ αύριο
και για είκοσι χρόνια αργότερα.
Αιτία που τα μεροκάματα είνε τόσο χαμηλά ώστε μόλις να μπορή κανείς να ζη είνε οι άεργοι που αγωνίζονται να βρούνε δουλειά.
Είδαμε
παραπάνω ότι αύξησις του κόστους της ζωής ακολουθείται από αύξηση του
μεροκάματου. Κατά συνέπεια αν πρέπει να μη θυμώνουμε με τον μπακάλη, τον
χασάπη, ή τον νοικοκύρη, αλλά με τον αφεντικό μας που δεν ανεβάζει τον
μισθό μας. Είμαστε αναγκασμένοι να ζητάμε υψηλότερο μισθό για να
μπορέσουμε να ζήσουμε.
Υψηλές
τιμές όμως δεν θα πη πάντοτε ότι η αξία της τροφής, των ρούχων κλπ.
περίσσευσε. Πολλές φορές σημαίνει ότι ο χρυσός (δηλαδή το μέτρον της
ανταλλαγής) ξέπεσε σε αξία.
Ολα
γενικώς τα πράγματα έχουν μια τάσι σε ξεπεσμό της αξίας τους, επειδή τα
τελευταία χρόνια, εξ αιτίας των μηχανικών εφευρέσεων, ολιγώστευσεν η
ανθρώπινη εργασία, ήτις εμπεριέχεται σ’ αυτά. Η αξία του χρυσού ξεπέφτει
πολύ γρηγορότερα από την αξία του κρέατος, των παπουτσιών, του ψωμιού
και των ρούχων.
Το
κόστος της ζωής ξεπέφτει, αλλά πολλή γρηγορότερα ξεπέφτουν οι μισθοί.
Από τότε που ο χρυσός (και οι μισθοί) ξέπεσε περισσότερο από τ’ άλλα
χρήσιμα πράγματα της ζωής, ανταλλάσσεται με λιγώτερα απ’ αυτά. Με ένα
Δολλάριον αγοράζει κανείς σήμερα λιγώτερο κρέας παρά όσο αγόραζε πέντε
χρόνια προτήτερα.
Οι
Μεταρρυθμιστές φωνάζουν για φθηνότερες τιμές, οι επαναστάτες όμως
ζητούν υψηλότερους μισθούς, (την αξία της δύναμης-εργασίας τους) σε όλα
τα μέρη της γης που ο χρυσός είνε το μέτρο της ανταλλαγής.
Εργάζονται επίσης για την κατάργηση αύριο της μισθοδουλείας[5]. Παντού βλέπουμε τους μισθούς ν’ ανεβαίνουν βραδέως για να μπορέση η εργατιά ν’ ανταποκριθεί στο κόστος της ζωής.
Ανησυχούμε
για τις υψηλές τιμές, ενώ η τιμές ονομαστικώς μόνος είνε υψηλότερες από
πριν. Η αξία του χρυσού (και των μισθών) εξέπεσε πολύ, επειδή δε η αξία
των άλλων πραγμάτων δεν εξέπεσε στο ίδιο σημείο, γι’ αυτό ο Χρυσός
αγοράζει λιγώτερα πράγματα.
Ειμπορεί
να παίρνουμε ίσως το ίδιο ποσόν Δολλαρίων την εβδομάδα, η αξία όμως των
Δολλαρίων αυτών εξέπεσε. ΣΗΜΕΡΟΝ οι μισθοί μας έχουν ξεπέσει. Εκτός αν
μας δώσουν αρκετά ώστε να μπορούμε ν’ αγοράσουμε τα αναγκαία προς το
ζην, σήμερα δεν πληρωνόμαστε την αξία της δύναμης-εργασίας μας.
1.
Τα προς το ζην αναγκαία ακριβαίνουν όταν η ΑΞΙΑ των πραγμάτων υψώνεται.
Για να πληρωνόμαστε λοιπόν κ’ εμείς την αξία της δύναμης-εργασίας μας,
πρέπει να πάρουμε ανάλογη αύξηση μισθού.
2.
Η αξία του χρυσού (δηλ. και του μισθού) μπορεί να ξεπέσει σε σημείο που
να μη αντικρύζη το κόστος της ζωής, (δηλαδή την τιμή της
δύναμης-εργασίας μας). Αν λοιπόν δεν πάρουμε αύξησι μισθού, τότε θα πη
πως πληρωνόμαστε λιγώτερο από την αξία της δύναμης εργασίας μας.
VII. ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ
Μου
φαίνεται πως, όσο να τελειώσω όσα προηγουμένως είπα, οι Μεταρρυθμιστές
διαρκώς σκέπτουνταν να με ρωτήσουν: «Αι καλά. Τι λες όμως για τα
Μονοπώλια»;
Πρώτα-πρώτα,
ουδέποτε υπήρξε κανένα απόλυτο και διαρκές Μονοπώλιο. Υπάρχουν
Χαλυβουργεία στην Κίνα, στην Ιαπωνία, στο Μεξικό, στην Αγγλία και στην
Γερμανία, που θα προμηθεύσουν την Αμερικανική αγορά, αν ειμπορούν να
κάμουν πειο φθηνές τιμές. Σήμερα μάλιστα η Κίνα προμηθεύει
σιδηροδρομικές γραμμές (ράλια) στην Καλιφόρνια, σε τιμή πολύ φθηνότερη
από τα Αμερικάνικα Χαλυβουργεία.
Πετρελαιορυχεία υπάρχουν ένα σωρό σε διάφορες άλλες χώρες.
Υπηρεσίες
αυτοκινήτων, ηλεκτρικών κάρρων και αεροπλάνων, διώρυγες, καταρράκτες,
κλπ., όλα συναγωνίζονται τους σιδηροδρόμους. Οπου οι σιδηροδρομικοί
ναύλοι ακριβαίνουν περισσότερο από ό,τι μπορούν να πληρώσουν τα
εμπορεύματα, ο Εργοστασιάρχης φεύγει και πηγαίνει σ’ άλλη πόλι.
Ισως
να υπάρχουν άνθρωποι που να ελπίζουν διαρκές μονοπώλιο, αλλά πάντοτε
υπάρχει ο φόβος ότι κάποιος άλλος θα έλθη να τους πάρη τη δουλειά.
Ουδέποτε
άνθρωπος ημπόρεσε να υψώση την γενικήν τιμήν κανενός πράγματος σύμφωνα
με την ατομικήν του θέληση, και να πληρωθή την τιμή αυτή. Οποιος μπορεί
να κατορθώσει αυτό το πράγμα θα γίνη κύριος όλου του κόσμου.
Ο
Τζων Ροκφέλλερ μπορεί ίσως να υψώση την τιμή του πετρελαίου σε μερικά
μέρη, δεν μπορεί όμως να εξαναγκάση τους ανθρώπους να πληρώσουν αυτή την
τιμή. Οι μονοπωληταί αυτοί υπόκεινται στους οικονομολογικούς νόμους
όπως και οι μισθωτοί εργάται. Κανένας μονοπωλητής δεν ήταν ποτέ τόσο
φιλάνθρωπος ώστε να μη γδάρη το εμπόριο και το δημόσιο όσο μπορούσε
περισσότερο. Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν είνε μόνον η ατομική τους θέληση
που κανονίζει τον υψωμό των τιμών.
Πάντοτε
όταν ένας κεφαλαιούχος κατορθώση να καταφέρη ένα μονοπώλιο, άλλοι
κεφαλαιούχοι έτοιμοι παραμονεύουν να εφαρμόσουν κάποιο συναγωνιστικό
σχέδιο για να του αρπάξουν από τα χέρια την χρυσοτόκον όρνιθα.
Υπάρχουν
βέβαια στες Ην. Πολιτείες μερικά «σχεδόν» μονοπώλια. Μερικά απ’ αυτά
κατορθώνουν να πουλούν (ή να ανταλλάσσουν) τα εμπορεύματά τους σε τιμές
μεγαλύτερες από την αξία τους. Αλλα απ’ αυτά καταγίνονται στην παραγωγή
τροφίμων, άλλα στην κατασκευή ενδυμάτων και άλλα στο κτίσιμο σπητιών.
Δεν
θέλω να πω ότι επειδή κάποιος κατορθώνει να μονοπωλήση ένα πράγμα ότι
απαραιτήτως θα υψώση την τιμή του. Θα προσπαθήση βέβαια να κατεβάση το
κόστος του, κλείων περιττά Εργοστάσια και βάζοντας σε ενέργεια
τελειότερα μηχανήματα να λιγοστεύση την ανθρώπινη εργασία που
εμπεριέχεται στο προϊόν αυτό. Πολλά μονοπωλούμενα πράγματα πουλιούνται
σε τιμή φθηνότερη παρά προτήτερα.
Οταν
ένα μονοπωλούμενο πράγμα ανταλλάσσεται στο κόστος του, σύμφωνα με την
νέα μέθοδο παραγωγής η τιμή του θα είνε φθηνότερη. Πολλοί φίλοι με
βεβαιώνουν ότι το πετρέλαιο σήμερα είνε φθηνότερο παρά είκοσι ή τριάντα
χρόνια πριν, προτού ακόμη ο Ροκφέλλερ διοργανώση το οκταπόδι του. Αν
ένας μονοπωλητής εξακολουθεί να πουλή ένα πράγμα στην ίδια τιμή, κάμνει
μεγάλα κέρδη, διότι το κόστος του πράγματος εκείνου εξέπεσε ίσως κατά 50
τα εκατό.
Τώρα
ας πάρουμε ένα έκτακτο παράδειγμα για να ιδούμε ποιος πληρώνει την
ύψωσι της τιμής όταν ένα φανταστικό οκταπόδι διπλασιάση την τιμή των
πραγμάτων.
Ας
υποθέσουμε ότι δύο μεταλλωρύχοι πέρνουνε 5 δολλ. μεροκάματο εργαζόμενοι
σ’ ένα μεταλλείο χαλκού στην Αλάσκα. Πέντε δολλάρια την ημέρα μόλις
τους φθάνουν να ζήσουν κάπως υποφερτά, στην παγωμένη Αλάσκα. Εκείνος που
εμπορεύεται στην Αλάσκα τα τρόφιμα και τα ενδύματα έχει σχεδόν το
μονοπώλιο.
Ας
υποθέσουμε ότι ο άνθρωπος αυτός διπλασιάζει τες τιμές για λίγο καιρό.
Αμέσως το κόστος της ζωής ανεβαίνει στα 10 δολλάρια την ημέρα.
Ο
νοικοκύρης του μεταλλείου θ’ αναγκασθή να διπλασιάση το μεροκάματο των
μεταλλωρύχων, αν πρόκειται αυτοί να πληρώνονται όπως και πριν την αξία
της δύναμης-εργασίας τους. Θα πρέπει να τους πληρώνει 10 δολλ.
μεροκάματο αν θέλη να δουλέψουνε και αύριο. Αν ο νοικοκύρης του
μεταλλείου βρίσκει ότι 10 δολλ. μεροκάματο δεν του αφήνει τίποτε κέρδος,
θ’ αρνηθή ν’ ανεβάση τα μεροκάματα και θα προτιμήση να κλείση το
μεταλλείο του. Οι μεταλλωρύχοι θα φύγουνε απ’ την Αλάσκα και ο κύριος
Μονοπωλητής θα μείνη χωρίς πελατεία. Τον υπολογισμό αυτόν πρέπει πάντα
να τον κάμη κάθε ένας που λογαριάζει να κάμη μονοπώλιο. Υπάρχει, όπως
βλέπετε, πάντοτε ο κίνδυνος να σκοτώσει την όρνιθα που του κάμει το
χρυσό αυγό.
Βλέπετε
ότι όταν υψώνεται το κόστος της ζωής, πρέπει να υψώνουνται και οι
μισθοί, και όταν υψώνουνται οι μισθοί λιγοστεύει το κέρδος του
αφεντικού.
Ο
Μονοπωλητής λοιπόν που εδιπλασίασε την τιμή των διαφόρων πραγμάτων, και
εξηνάγκασε να διπλασιαστούν τα μεροκάματα, εξαναγκάζει στην
πραγματικότητα τον αφεντικό μας να μοιράση τα κέρδη του μαζύ μ’ αυτόν.
Ωστε
Μονοπώλιο γενικώς σημαίνει ότι ο μονοπωλητής έχει τη δύναμη να
εξαναγκάση τους αφεντικούς να μοιράσουν μαζί του τα κέρδη του.
Ο
πραγματικός αγών είνε αναμεταξύ του Μονοπωλητού και του Νοικοκύρη του
μεταλλείου, ο οποίος θα πράξη ότι ειμπορεί για να «σπάση τα Τραστ».
Ισως
με μια τέτοια περίπτωση ο νοικοκύρης του μεταλλείου μας προσφέρει
μεροκάματο 9 δολλ. και εμεί σαν προσπαθήσουμε για λίγο καιρό να ζήσουμε
με 9 δολλ. την ημέρα. Δεν θα μπορέσουμε όμως να το καταφέρουμε και θα
τον παρατήσουμε, επειδή η πληρωμή θα είνε λιγώτερη από την αξία της
δύναμης-εργασίας μας.
VIII.ΜΙΣΘΟΙ
Υπάρχουν
πολλοί τρόποι που να καλιτερέψη σήμερα ο εργάτης την θέσιν του. Στο
πέμπτο Κεφάλαιον μιλήσαμε για τες χαμηλές τιμές και κατά πόσον αυτές
ωφελούνε τον εργάτη. Ανακαλύψαμε ότι, όταν ξεπέφτουνε η τιμές των
εμπορευμάτων, ξεπέφτουνε και τα εργατικά ημερομίσθια, εξ αιτίας του
συναγωνισμού ανάμεσα στους εργάτες για δουλειά.
Είνε
αδύνατον σ’ έναν αφεντικό να κατεβάση χωρίς αιτία τα ημερομίσθια των
εργατών του, όπως είνε αδύνατο στους Κεφαλαιούχους να ανεβάσουνε τες
τιμές χωρίς αιτία.
Πρέπει να παρουσιασθούν περιστάσεις και συνθήκες ευνοϊκές για τον υψωμό ή τον ξεπεσμόν των τιμών.
Η αιτία που ξεπέφτει τα μεροκάματα (δηλ. την τιμή της δύναμης-εργασίας) είνε η Στρατιά των Αέργων.
Ας μιλήσουμε τώρα καλλίτερα για τους μισθούς.
Η
δύναμι-εργασία είναι κι’ αυτή εμπόρευμα, όπως το αλεύρι, τα ρούχα κλπ. Η
αξία και η τιμή της δύναμης-εργασίας καθορίζονται λοιπόν απαράλλακτα
κατά τον ίδιο τρόπο όπως και η αξία και η τιμή κάθε άλλου εμπορεύματος.
Οι μισθωτοί εργάται πάντοτε προσπαθούν να πάρουν υψηλότερους μισθούς, δηλαδή υψηλότερη τιμή για την δύναμη-εργασία τους.
Εύκολα
λοιπόν καταλαβαίνετε ότι ο μεταλλωρύχος που κατορθώνει ν’ ανεβάση το
ημερομίσθι του από $2 στα $3 την ημέρα, αφίνει στον νοικοκύρη του
μεταλλείου λιγώτερο κέρδος από πριν. Πέρνει πίσω περισσότερο μέρος του
προϊόντος της εργασίας του. Ο σκοπός δε των Σοσιαλιστών, δηλαδή των
επαναστατών εργατών και εργατριών, είναι να πέρνη ο εργάτης πίσω την
αξία ολόκληρου του προϊόντος της εργασίας του.
Μερικοί
σπουδαίοι οικονομολόγοι είπαν πολλές φορές ότι αύξησις ημερομισθίου δεν
ωφελεί τον εργάτη, επειδή ο Κεφαλαιούχος τότες ανεβάζει την τιμή των
εμπορευμάτων, σε τρόπον ώστε ο εργάτης της πάλι καταντά στην ίδιαν
αναλογίαν.
Στο
βιβλίο του όμως, Αξία, Τιμή και Κέρδη ο Καρλ Μαρξ λέγει: «Πώς επηρεάζει
ο υψωμός των ημερομισθίων τις τιμές των εμπορευμάτων; Μόνο επηρεάζοντας
την ισορροπία της προσφοράς και ζητήσεώς των».
«Είναι
αλήθεια ότ η εργατική τάξις ξοδεύει τα μερομίσθιά της και πρέπει να τα
ξοδεύει αγοράζοντας τα αναγκαία προς το ζην. Αυξησις λοιπόν των
ημερομισθίων θα πη αύξησις του χρήματος που διαθέτουν οι εργάται για
αγορά τέτοιων πραγμάτων, και συνεπώς αύξησις της ζητήσεώς των. Μοιραίως
τότε οι τιμές των πραγμάτων υψώνονται».
«Ετσι
λοιπόν χωρίς καμμιά υστεροβουλία οι Κεφαλαιούχοι που παράγουν αυτά τα
πράγματα βλέπουν να έρχεται αυτομάτως μια αύξησις της τιμής των
εμπορευμάτων τους, τόση ώστε να ισορροπή την αύξησι ημερομισθίου που
έδωκαν στους εργάτας τους».
«Υπάρχουν
όμως και Καπιταλισταί που δεν παράγουν τίποτε. Διέτε αυτοί τι
παθαίνουν. Οταν ανεβαίνουν οι μισθοί, τα κέρδη τους λιγοστεύουν. Η τιμές
όμως των εμπορευμάτων τους μένουν στάσιμες για τον λόγον ότι η ζήτησίς
τους δεν αύξησε…».
«Τουναντίον
μάλιστα η ζήτησίς τους ξεπέφτει και κατά συνέπειαν ξεπέφτουν και η
τιμές τους. Αυτών λοιπόν των Κεφαλαιούχων τα κέρδη ξεπέφτουν…».
«Οταν προέλθη μια τέτοια διαφορά στο κέρδος του Κεφαλαίου ανάμεσα στης διάφορες Βιομηχανίες τι θα συμβή τότε;».
«Κεφάλαιον
και εργάται θα μεταφερθούν απ’ την Βιομηχανία που δεν αφίνει κέρδος σ’
εκείνην που αφίνει. Αυτό δε θα εξακολουθήση μόνον όσο η προσφορά σ’ αυτή
τη Βιομηχανία ισοζυγίση με την ζήτησι, η δε ζήτησις εμπορευμάτων της
προηγούμενης Βιομηχανίας ισοζυγίση κ’ εκείνη τότε με την λιγοστευμένη
πεια προσφορά της».
«Οταν
φθάσουμε λοιπόν σ’ αυτό το διπλό ισοζύγιο, τότε η αναλογία του κέρδους
θα φθάση να είναι πάλι η ίδια όπως και άλλοτε και στης δύο Βιομηχανίες».
«Επειδή
η διαφορά προήλθε από το ότι η ισορροπία ζητήσεως και προσφοράς των
εμπορευμάτων εκείνων είχε διαταραχθή, μόλις η ισορροπία αυτή
αποκαταστάθηκε πάλι, αμέσως και η διαφορά του κέρδους εξαφανίστηκε.
Ελειψε η αιτία, έλειψε και η συνέπειά της».
IX. ΛΙΓΩΤΕΡΕΣ ΩΡΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Στο κεφάλαιο VI μιλήσαμε για γενική αύξησι των μισθών και γιατί αυτή είναι ωφέλιμη.
Πώς όμως θα επιτύχουμε την αύξηση αυτήν ;
Είναι
αλήθεια ότι η εργατική τάξις, ως τάξις, ουδέποτε ωργανώθηκε επαρκώς
ώστε να μπορέση να πάρη γενικήν πέρα-πέρα αύξησι της τιμής της
δύναμης-εργασίας της, δηλαδή περισσότερο μερτικό απ’ το προϊόν της
εργασίας της.
Είναι
επίσης αλήθεια ότι όταν φθάσουν να έχουν ωργανωθή τόσο καλά οι εργάτες,
και να γίνουν συνειδητά εργάτες δεν θα σταθούν ζητώντας αύξησι μισθού
αλλά θα καταργήσουν μια για πάντα την μισθοδουλειά.
Το
Κεφάλαιον όμως έχει εξακολουθητικώς πόλεμο εναντίον των εργατών.
Πάντοτες βαστάει τους μισθούς τόσο χαμηλά ώστε μόλις αντικρύζουν το
κόστος της ζωής. Κρατάει τις ώρες της εργασίας τόσο πολύ ώστε η
σωματικές δυνάμεις των εργατών να εξαντλούνται.
Κατ’
ανάγκην λοιπόν οι εργάτες διαρκώς προσπαθούν να καλλιτερεύσουν την
θέσιν τους, κ’ έτσι βρίσκονται πάντα σε πόλεμο προς τους αφεντικούς.
Οπου και αν στραφούμε λοιπόν, βλέπουμε ομάδες εργατών να πολεμάνε προς τους Κεφαλαιούχους.
Δε
χρειάζεται φιλοσοφία για να καταλάβει κανείς όι όταν ένας εργάτης ή μία
εργάτρια δουλεύει 12 έως 14 ώρες την ημέρα, η σωματικές της δυνάμεις
εξαντλούνται και δεν έχει χάλι ούτε να διαβάση ούτε να σκεφθή, πολύ
λιγώτερο δε θα δράση επαναστατικώς.
Επίσης
ξέρουμε εκ πείρας ότι οι μισθοί είνε υψηλότεροι όταν οι εργάσιμες ώρες
είνε μόνον οκτώ, παρά όταν είνε 16. Χρειάζονται δύο παρτίδες εργατών να
δουλέψουν από 8 ώρες όταν μια μηχανή δουλεύει 16 ώρες την ημέρα.
Οχι μόνον αναγκαίον, αλλά είνε υψίστης σημασίας να εξακολουθούμε διαρκώς τον αγώνα μας εναντίον των Κεφαλαιούχων.
Από
τες νίκες κι’ απ’ τες ήττες μας μαθαίνουμε πόσο δυνατοί ή πόσο αδύνατοι
είμαστε. Πολεμώντας διδασκόμεθα τον πόλεμο. Πολλές φορές αγώνες που
φαίνονται πως χρεωκοπούν μας δίνουν να καταλάβουμε ότι πρέπει ν’
αλλάξουμε την τακτική του πολέμου μας. Η αλληλεγγύη δε της εργατικής
τάξεως στερεώνεται μόνο όταν πολεμούμε και εργαζόμαστε ως τάξις.
Και
μικροπόλεμοι ακόμα περιωρισμένων ομάδων εργατών -Κραφτ Γιούνιονς-
εναντίον των εργοδοτών κι αυτοί ακόμα δίνουνε καρπούς και δυναμώνουνε
την εργατική αλληλεγγύη. Διότι οι μικροπόλεμοι αυτοί των Κραφτ
Γιούνιονς, συνήθως τελειώνουν σε αποτυχία, κι έτσι οι εργάτες
διδάσκονται ότι μόνο στη Βιομηχανική Ενωση έγκειται η επιτυχία και η
νίκη.
Βεβαίως
η απεργίες των Κραφτ Γιούνιονς, δεν είνε πάντοτε αποτυχία, μέρα όμως με
την ημέρα η νίκες τους λιγοστεύουν, επειδή ο Βιομηχανικός Πολιτισμός
διαρκώς προοδεύει και κάθε νέο χρόνο, καινούργια μηχανήματα, καινούργιες
εφευρέσεις αντικαθιστούν τους τεχνίτας.
Πολλές
φορές τεχνίτες εργάτες σε μέρη όπου ήτανε περιζήτητοι κάμανε ενώσεις
και βαστάξανε το μονοπώλιο της τέχνης τους, και αναγκάσανε τους
αφεντικούς να υψώσουν τα μεροκάματα, και να λιγοστέψουν τες εργάσιμες
ώρες. Η νίκες όμως αυτές χρεωστούνται μάλλον στα πλεονεκτήματα της
τέχνης, παρά στην εργατική συνείδησι της τάξεώς των.
Σήμερα
σ’ όλα τα μέρη όπου βάσις του νομίσματος είνε ο χρυσός, οι εργάτες
ζητούν και πέρνουν αύξησι μισθού. Αυτό γίνεται επειδή ξεπέφτει η αξία
του χρυσού, και συνεπώς το χρήμα ανταλλάσσεται με λιγώτερα πράγματα από
πριν, διότι η τιμή των εμπορευμάτων ακριβαίνει, και το κόστος της ζωής
ανεβαίνει.
Οι
εργάτες αυτοί πέρνουνε υψηλώτερους μισθούς, επειδή η ζωή κοστίζει
περισσότερο. Για τους Κεφαλαιούχους το πράγμα αυτό μοιάζει σαν όταν ένας
έχει ένα άλογο και αναγκάζεται να ξοδεύει περισσότερα τον καιρό που
ακριβαίνει το κριθάρι, για να διατηρήση το ζώο του στες δυνάμεις του.
Η νίκη αυτή των εργατών δεν μπορεί ν’ αποδοθή στην εργατική συνείδησι τάξεως[6], μολαταύτα όμως κι αυτή είνε ωφέλιμη, επειδή κάθε τέτοια μάχη ξυπνάει μέσα στο μυαλό των εργατών την συνείδησι τάξεως.
Τα σημερινά μηχανήματα, αντικαθιστούν μέρα με την ημέρα περισσότερους εργάτας, είτε τεχνίτας είτε ατέχνους.
Οι
τεχνίται εργάται ρίχνονται έτσι στην τάξι των ατέχνων και οι άτεχνοι
στην τάξη των αέργων. Ετσι δε, λίγο κατ’ ολίγο, οι εργάτες αναγκάζονται ν
ασυναγωνίζονται αναμεταξύ τους για ψωμί. Καμμιά δύναμι στον κόσμο δεν
μπορεί να σταματήσει την πρόοδο των αυτόματων μηχανημάτων, που είνε από
της λαμπρότερες εφευρέσεις του ανθρώπινου γένους, και που προορίζονται
ν’ απελευθερώσουν μια μέρα την ανθρώπινη κοινωνία από την χειρονακτική
εργασία.
Πρέπει λοιπόν ν’ αγωνιζόμαστε σήμερα και αύριο. Και ο αγώνας θα γίνεται αγριώτερος μέρα με την ημέρα.
Καθημερινώς ρίχνουνται στην τάξι των αέργων χιλιάδες εργατών και εργατριών. Πρέπει λοιπόν να λιγοστέψωμε τον αριθμό των αέργων.
Κάμνοντας
Βιομηχανικές Ενώσεις να λιγοστέψωμε τες εργάσιμες ώρες. Οταν επιτύχουμε
το οκτάωρο της εργασίας, αυτό θα πη ότι δίνουμε δουλειά σε χιλιάδες
νέους εργάτες και εργάτριες που υποφέρουν από αργία.
Οσο
δε λιγώτεροι εργάται υπάρχουν άεργοι, τόσο λιγοστεύει ο αναμεταξύ μας
συναγωνισμός και συνεπώς οι μισθοί μας ανεβαίνουν. Γι’ αυτό λοιπόν
πρέπει να λιγοστεύουμε τον αριθμό των αέργων.
Λιγοστεύοντας
της ώρες εργασίας, βρίσκουμε λίγη ώρα να διαβάσουμε, να διασκεδάσουμε,
να οργανωθούμε και να διδαχθούμε, κι έτσι να επιτύχουμε ακόμα
καλλύτερους μισθούς σ΄ όλη την Αμερική.
Επαναλαμβάνω:
Τα μηχανήματα των νέων εφευρέσεων ρίχνουνε καθημερινώς χιλιάδες εργάτες
στην Στρατιά των Αέργων. Οταν η εργάσιμες ώρες είνε λιγώτερες, τότε θα
υπάρχη εργασία για περισσότερους εργάτας και περισσότερες εργάτριες, κι
έτσι οι μισθοί θα κρατούνται υψηλά. Επίσης δε μ’ αυτό τον τρόπο
αναπτύσσεται το πολεμικό πνεύμα του εργάτη, η αλληλεγγύη, και η εργατική
συνείδησις τάξεως.
Πλημμυρίστε
εργάτες τον κόσμο με της ψήφους σας. Εκλέξετε τους συντρόφους σας που
τους γνωρίζετε, που δουλεύουν μαζή σας, σε κάθε κυβερνητική θέσι.
Καταλάβετε έτσι κάθε έδρα, για να έχετε υπό την κατοχή σας τα δικαστήρια
και τον στρατό, για να έχετε υπό τον έλεγχό σας και τας διαταγάς σας τα
οπλοστάσια, και την αστυνομία, να κάμετε εσείς τους νόμους, και να
βοηθήτε τους συντρόφους σας εργάτας.
Διοργανωθήτε
λοιπόν ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΣ. Οταν πάρετε στην κατοχή σας την Κυβέρνηση, δηλαδή
την Πολιτική Εξουσία, θα δώσετε την τελευταία μάχη στον Καπιταλισμό, και
θα υπογράψετε την εις θάνατος καταδίκης της Μισθοδουλείας.
[1] Σημ. ΚΟΜΕΠ: Εννοεί την εργατική δύναμη.
[2] Σημ. ΚΟΜΕΠ: Εννοεί την πραγματική αξία.
[3] Για
να εξηγήσουμε το πώς γενικώς προέρχονται τα κέρδη, πρέπει ν’ αρχίσουμε
από το θεώρημα ότι, συνήθως, τα εμπορεύματα πουλιούνται στην αληθινή
τους αξία και ότι τα κέρδη βγαίνουν μέσα από την τιμή στην οποία
πουλιούνται, δηλαδή αναλόγως του ποσού εργασίας που εμπεριέχεται μέσα σ’
αυτά.Αν δεν μπορείτε να δώσετε εξήγησι στα κέρδη, σύμφωνα μ’ αυτή την
υπόθεση, είνε αδύνατο να μπορέσετε να δώσετε άλλη εξήγησι.
[4] Σημ. ΚΟΜΕΠ: Εννοεί την υπεραξία.
[5] Σημ. ΚΟΜΕΠ: Εννοεί τη μισθωτή εργασία.
[6] Σημ. ΚΟΜΕΠ: Εννοεί την ταξική συνείδηση.