Το ενδιαφέρον μου για τον διάσημο πια
στο παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα και στους λογοτεχνικούς κύκλους Πάκο
Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ (Paco Ignacio Taibo II), γεννήθηκε εδώ και πολλά
χρόνια, από κάποιες συνεντεύξεις του, πριν διαβάσω ιστορικά κείμενα και
μυθιστορήματά του και αρκετά πριν ο «υποδιοικητής» Μάρκος και οι
Ζαπατίστας αποκτήσουν μια ιδιαίτερη θέση στη ζωή και στη δράση του.
Γεννημένος στην Ισπανία, σε μια οικογένεια όπου κυριαρχούσαν οι
αγωνιστές που πολέμησαν τον Φράνκο και τον ισπανικό φασισμό, αναγκάστηκε
στα εννιά του χρόνια να εκπατριστεί και να καταφύγει με την οικογένειά
του στο Μεξικό. Όπως φαίνεται από τη συνέχεια, ο μικρός Πάκο αφομοίωσε
τις πολιτικές και ιδεολογικές παραδόσεις της οικογένειας και παρέμεινε
μέχρι σήμερα πιστός στις αξίες τους. Ένα παράδειγμα: Όταν ο αμερικανός
πρόεδρος Μπιλ Κλίντον δήλωσε πως έχει στο κομοδίνο του και διαβάζει το
βιβλίο του Τάιμπο «Με τέσσερα χέρια», είπε ο Πάκο: «Ο
Κλίντον είναι ο πιο ακραίος αμερικανός πρόεδρος που μπορώ να ανεχτώ ως
αναγνώστη μου. Αν μάθω ότι με διαβάζει και ο Μπους, θ’ αλλάξω επάγγελμα». Κι όταν του ζήτησαν να διακρίνει τον επαναστάτη από τον τρομοκράτη, απάντησε:«Υπάρχει
μεγάλη διαφορά. Ένας κοινωνικός επαναστάτης, όπως ο Γκεβάρα, έχει πολύ
γερές ρίζες μέσα στην κοινωνία, είναι μια έκφραση της κοινωνίας. Ένας
τρομοκράτης είναι ένας τύπος ο οποίος πιστεύει ότι ο Θεός οδηγεί τις
πράξεις του και από αυτό το πιστεύω οδηγείται σε αυτές, ξεκομμένος από
την υπόλοιπη κοινωνία. Η διαφορά, λοιπόν, είναι πραγματικά ξεκάθαρη». Κι ύστερα ολοκλήρωσε την απάντησή του με μια ερώτηση την οποία άφησε αναπάντητη: «Ποιος είναι τελικά τρομοκράτης; Και εκείνος που κατοικεί στον Λευκό Οίκο στην Ουάσιγκτον τι είναι;» [1]
Αυτά και κάτι παρόμοια φαίνεται ότι
εξόργισαν κάποιους δικούς μας «αριστερούς», από εκείνους που σε κάθε
αμερικανικές προεδρικές εκλογές, φωνάζουν σαν αυτόκλητοι ψηφοφόροι,
«Ψηφίζω Κλίντον» ή «Ψηφίζω Ομπάμα», δεδομένου ότι θεωρούν τον εκάστοτε
υποψήφιο των αμερικανών «Δημοκρατικών» ως δικό τους — μέχρις εκεί φτάνει
η αριστεροσύνη τους. Έτσι, ο Ανταίος Χρυσοστομίδης, δημοσιογράφος της
εφημερίδας «Αυγή» και συγγραφέας του πολιτικού αριστουργήματος «ΛΕΩΝΙΔΑΣ
ΚΥΡΚΟΣ, Η δυναμική της ανανέωσης» (διάλογοι Ανταίου και Λεωνίδα με
πρόλογο Φώτη Κουβέλη) αναγκάστηκε εξαιτίας της πολιτικής συμπεριφοράς
του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ να συντάξει ένα λιβελογράφημα εναντίον του,
όπου τον κατακεραύνωνε… για το όνομά του και για την πολιτική του
ιδεολογία [2]:
«Ο Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ο ΙΙ (το ΙΙ, ακριβώς όπως στους βασιλιάδες και στους πάπες) δηλώνει αριστερός» τον συκοφάντησε ο Χρυσοστομίδης. Φυσικά, ο λιβελογράφος γνώριζε ότι το όνομα τού πατέρα τού συγγραφέα είναι Paco Ignacio Taibo I κι
ότι το «ΙΙ» στο όνομα του συνονόματου γιου υπάρχει για τη μεταξύ τους
διάκριση, δεδομένου ότι και ο πατέρας ήταν γνωστός συγγραφέας και
δημοσιογράφος. Αυτό, όμως, ο Χρυσοστομίδης έκανε πως δεν το ξέρει,
παρότι αναφέρεται ακόμη και στην Βικιπαίδεια, όπου υπάρχει και σχετικό
λήμμα για τον πατέρα, τον Paco Ignacio Taibo I. Και συνέχισε τις
ειρωνικές παπαρολογίες του ο φιλελές λιβελογράφος, προσπαθώντας να θίξει
την πολιτική ιδεολογία του συγγραφέα: «[Ο Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ο ΙΙ είναι] από
τους πολύ αριστερούς, από εκείνους που δεν αρκούνται στις
μεταρρυθμίσεις αλλά υποστηρίζουν πιο ριζικές λύσεις, από εκείνους που
ορκίζονται στην Επανάσταση»
[2]. Τρομερή κατηγορία! Είναι η ίδια που απευθύνουν εναντίον των
κομμουνιστών όλοι οι «αριστεροί» μεταρρυθμιστές της Δεξιάς.
Σ’ ένα προλογικό «Σημείωμα» του βιβλίου του Αρχάγγελοι [3], ο Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ, μιλώντας για τα ιστορικά πρόσωπα των 12 αφηγημάτων που αποτελούν το βιβλίο γράφει: «[…] Η
ενότητα μεταξύ των προσωπικοτήτων αυτών υπερβαίνει τον ιδεολογικό τους
προσανατολισμό, αν και όλα τα πρόσωπα κινούνται στο ευρύ πεδίο της
Αριστεράς και στον δρόμο χωρίς επιστροφή της Επανάστασης […]». Κι ύστερα, λίγο παρακάτω, γράφει για τα ίδια ιστορικά πρόσωπα: «Όλοι
αυτοί αναζητούσαν την επανάσταση και πήγαν πολλές φορές στην κόλαση να
την συναντήσουν. Συγκεντρωμένοι, αποτελούν μέρος της μοναδικής Αριστεράς
που αναγνωρίζω ως προγενέστερη, εκείνη που κάνει δικά της όλα τα λαϊκά
τολμήματα, όλες τις προτάσεις, όλες τις ήττες. Ενώνονται από το πείσμα
τους, από την πίστη τους στην προσπάθεια να αλλάξουν ριζικά τον κόσμο,
αυτό το θαυμάσιο πείσμα τους».
Φυσικά, έχουμε σήμερα ως ιδεολογικούς
εχθρούς του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ τους ιδεολογικούς απογόνους του
Κύρκου και ομοϊδεάτες του Χρυσοστομίδη, που συγκυβέρνησαν την Ελλάδα το
2012 ως «Δημοκρατική Αριστερά» μαζί με τη ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και το ΠΑΣΟΚ,
και που συγκυβερνούν σήμερα ενταγμένοι στο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τους ΑΝΕΛ και
με πλήθος στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Έχουμε και κείνα τα νεοναζιστικά ζόμπι με
τους παραστρατιωτικούς τους μηχανισμούς και τους κρατικούς συνεργάτες
τους που ετοιμάζονται να συγκυβερνήσουν στην Ελλάδα, όπως οι όμοιοί τους
σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, συνεργαζόμενοι με τα άλλα αστικά κόμματα
και συνεχίζοντας να διαπράττουν τα εγκλήματά τους σε βάρος των
μεταναστών και εκείνων που αγωνίζονται κατά των σύγχρονων μορφωμάτων
του ναζισμού και του φασισμού. Δηλώνουν «εθνικιστές» και ξεχνούν οι
νεοναζί τα πολλαπλά εγκλήματα που συνεχίζουν να διαπράττουν οι όμοιοί
τους στη Γερμανία σε βάρος των μεταναστών, κυρίως των Τούρκων και των
Ελλήνων. Ένα κείμενο σχετικό με τους φίλους του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ
και με όσα συμβαίνουν σήμερα στη Γερμανία είναι η παρακάτω «Πρώτη
ιστορία» του που κυκλοφορεί ελεύθερα στο διαδίκτυο. [4]
Τρεις ιστορίες για Ζαπατίστας εκεί που δεν υπάρχουν Ζαπατίστας
Πρώτη ιστορία
Στο Βερολίνο έχω έναν φίλο που είναι
εκδότης. Είναι σ’ όλα του Γερμανός, έχει μια μοτοσυκλέτα κι ένα
πανέμορφο μαύρο κράνος που κάποτε προσπάθησα να τον πείσω να ζωγραφίσει
στις πλευρές του έναν φλεγόμενο, κατακίτρινο δράκο, με μια ωραία
επιγραφή, ένα σύνθημα, κάτι σαν «οι άγγελοι της ταξικής πάλης». Ο φίλος μου ανήκει στην αριστερά, αλλά είναι Γερμανός, γι’ αυτό πάντοτε αρνιόταν ν’ αγγίξει το κράνος.
Δουλεύει δέκα ώρες την ημέρα ως
διευθυντής του εκδοτικού οίκου. Το Σάββατο περιορίζεται να δουλεύει οκτώ
ώρες, γιατί νιώθει ότι εκεί βρίσκεται όλο του το πάθος, όλα τα πράγματα
που έχει ανάγκη να κάνει. Η Κυριακή, επιτέλους, είναι αφιερωμένη στη
βόλτα με τα τρία διαφορετικά παιδιά του, από τρεις διαφορετικούς γάμους,
με απολύτως ακριβές ωράριο: από τις 8 έως τις 10.30, από τις 11 έως τις
14 κ.ο.κ. Είναι τα ίδια τα παιδιά, αναμφιβόλως Γερμανοί κι αυτά, που
του λένε: «Μπαμπά, είναι 11.30, ώρα να πας στο άλλο».
Πήγα στο Βερολίνο και του
πρότεινα να έρθει στο Μεξικό για να συμμετάσχει σε μια διεθνή συνάντηση
διανοουμένων, σε μια κίνηση αλληλεγγύης στο κίνημα των Ζαπατίστας. Μου
απάντησε: «Πάκο, δεν μπορώ να έρθω, γιατί τη νύχτα κάνω περιφρούρηση». Ξαφνιασμένος τον ρώτησα: «Τι είδους περιφρούρηση έχεις να κάνεις τη νύχτα;». Μου απάντησε: «Έλα μαζί μου».
Πήγα στον εκδοτικό οίκο και
περίμενα να τελειώσει τις δώδεκα ώρες εργασίας του. Στις 20 φύγαμε
ανεβασμένοι στη μοτοσυκλέτα του, αυτός φορούσε το μαύρο κράνος του, και
αρχίσαμε να διασχίζουμε σε μήκος και πλάτος αυτή τη φοβερή και απαίσια
πόλη που είναι το Βερολίνο. Για να πάμε στον προορισμό μας μου δάνεισε
το λευκό κράνος ενός από τα παιδιά του, ένα πανέμορφο κράνος, με μια
εικόνα του Σνούπυ στο μπροστινό μέρος.
Κάναμε την απαραίτητη διαδρομή και
τελικά φτάσαμε στην τρομακτική περιφέρεια του Βερολίνου, μπροστά σ’ ένα
φρικτό, τριώροφο σπίτι, στην είσοδο του οποίου υπήρχε μια ομάδα καμιά
πενηνταριά ατόμων. Όταν φτάσαμε, αυτά τα πενήντα άτομα έκαναν έναν κύκλο
γύρω από το σπίτι και κάθισαν στο έδαφος. Όντας Γερμανοί δεν
τραγουδούσαν και δεν έκαναν κάτι άλλο: καθόντουσαν εκεί χάμω, με τα
χέρια σταυρωμένα, σιωπηλοί.
Σ’ εκείνο το σπίτι ζούσαν πάνω-κάτω έντεκα οικογένειες Τούρκων μεταναστών.
Αυτό ο φίλος μου ο εκδότης το
έκανε εδώ και δύο μήνες μπροστά από το σπίτι των Τούρκων μεταναστών και
θα το έκανε για άλλους τρεις ακόμη, προκειμένου να εμποδίσει, μαζί με
τους άλλους Γερμανούς που βρίσκονταν εκεί, μια επιδρομή ξενόφοβων
ναζιστών, που έκαιγαν τα σπίτια των προσφύγων, των μεταναστών. Ο φίλος
μου δούλευε δώδεκα ώρες στον εκδοτικό οίκο, μετά έκανε οκτώ ώρες τη
νύχτα περιφρούρηση και αφού κοιμόταν, τις περισσότερες φορές τρεις ή
τέσσερις ώρες, πήγαινε κατευθείαν στο γραφείο, πάντοτε στην ώρα του, με
τη μεγίστη ακρίβεια. Εν συντομία, μια από τις πιο όμορφες χειρονομίες
που έχω δει στη ζωή μου: κατέστρεφε συστηματικά και κανονικά τις νύχτες
του, γιατί έτσι έντεκα οικογένειες Τούρκων θα μπορούσαν να κοιμούνται
ήσυχες.
Όταν τελείωσε η αγρύπνια, ο φίλος μου με πήγε στο ξενοδοχείο και με ρώτησε: «Θέλεις ακόμη ν’ αφήσω όλα αυτά εδώ και να έρθω στο Μεξικό, στη συνάντηση αλληλεγγύης στους Ζαπατίστας;». Του απάντησα: «Όχι,
όχι, μείνε, είσαι πιο χρήσιμος εδώ, αφού αν μείνεις και ξαγρυπνάς για
να ονειρεύονται οι Τούρκοι, κι εγώ θα κοιμάμαι καλύτερα».
Στο παραπάνω σημείο τελειώνει η
«Πρώτη ιστορία» και μπορεί κανείς διαβάζοντάς τη να κάνει τους
συσχετισμούς με τη δική μας χώρα και να βγάλει τα συμπεράσματά του για
τους φίλους και τους εχθρούς του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο II. Και για μια
πληρέστερη αντίληψη της πολιτικής του ιδεολογίας και της συγγραφικής
ταυτότητάς του, ας σημειωθεί ότι μεταξύ των βιβλίων που συνέγραψε
υπάρχει και το «Ερνέστο Γκεβάρα, γνωστός και ως Τσε»,
μια βιογραφία 1141 σελίδων, για την οποία χρειάστηκε οκτώ χρόνια
εντατικής έρευνας προκειμένου να την γράψει. Για τη συγγραφή της,
αξιοποίησε περισσότερες από χίλιες τριακόσιες διαφορετικές πηγές.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Μάκης Προβατάς, «Ο Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο δεν είναι ξερόλας», ΒΗΜΑgazino, 18.04.2012
[2] Ανταίος Χρυσοστομίδης, Οι κεραίες της εποχής μου — ταξιδεύοντας με 33 διάσημους συγγραφείς σ’ ένα δωμάτιο, Αθήνα: Καστανιώτης 2012, σελ. 213-4
[3] Βλ. Paco Ignacio Taibo II, Αρχάγγελοι, μτφρ. Δήμητρα Σταυρίδου, Αθήνα: Έρμα 2017, σελ. 9-11
[4] Paco Ignacio Taibo II, Τρεις ιστορίες για Ζαπατίστας εκεί που δεν υπάρχουν Ζαπατίστας, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς, Αθήνα: Ελευθεριακή Κουλτούρα 2009, πρώτη ιστορία.