Αν δε βγει αυτοδύναμος ο σύριζα, είναι πιθανό να
αναγκαστεί να εφαρμόσει την πολιτική του μνημονίου, δήλωσε τις προάλλες ο
αλέξης μητρόπουλος. Και σε αφήνει ξερό να μην ξέρεις τι να πρωτοθαυμάσεις.
Γιατί είναι, τηρουμένων όλων των αναλογιών, σα να βγαίνει κάποιος δικός μας και
να πει, ξέρω ‘γω, πως αν βγει πχ αυτοδύναμο το κκε σε κάποια εκλογική
αναμέτρηση, θα έχουμε άμεσο πέρασμα στον ώριμο κομμουνισμό, αλλιώς θα
βολευτούμε με την παναγιώταινα και θα περιοριστούμε στο μεταβατικό στάδιο του
σοσιαλισμού. Που δε θα ‘βγαινε να το πει βέβαια, αφενός γιατί θα ‘ταν σοβαρός
άνθρωπος, αφετέρου γιατί η προώθηση κάποιων μέτρων, μιας πολιτικής –πόσο μάλλον
μιας ρήξης με την ευρωπαϊκή ένωση ή ακόμα καλύτερα μιας επαναστατικής
διαδικασίας- δεν καθορίζεται προφανώς από τις εκλογές, αλλά από άλλους δείκτες
και παράγοντες. Και προπαντός από την πολιτική βούληση να το κάνεις.
Για τον αναθεωρητικό χυλό όμως τα πάντα, ακόμα κι ο
σοσιαλισμός, είναι θέμα εκλογικών πλειοψηφιών και συνειδήσεων, που διαμορφώνονται
αγωνιστικά και κερδίζονται εύκολα στο υπάρχον γενικό πλαίσιο. Πώς να ξεκινήσεις
μια επανάσταση, αν δεν έχει ψηφίσει πρώτα υπέρ, τουλάχιστον το 50% συν ένας των
πολιτών, εάν δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες και ο υποκειμενικός παράγοντας; Αν
πάντως για τη μη εφαρμογή του μνημονίου, απαιτείται αυτοδύναμη κυβέρνηση
σύριζα, φαντάσου τι σταλινικά ποσοστά –ή μάλλον τσαουσεσκικά, για να τιμήσουμε
και τις παραδόσεις του «εσωτερικού»- θα χρειαστούν πχ για μια πιθανή μελλοντική
προώθηση του συριζαϊκού σοσιαλισμού.
Το πιο ωραίο είναι πως η δήλωση του μητρόπουλου υπονοεί
στην ουσία ότι αν ο σύριζα δεν αναδείξει αυτοδύναμη κυβέρνηση κι αναγκαστεί να
προχωρήσει σε κυβερνητικές συνεργασίες, θα είναι ευεπίφορος σε πιέσεις, τις
ταλαντεύσεις των συμμάχων του και δε θα μπορεί να προχωρήσει με το δικό του
τολμηρό και ριζοσπαστικό βηματισμό, που κόβει ανάσες και μας έχει καταπλήξει
όλους, ήδη πριν καν αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες. Ο σύριζα δηλ είναι
αποφασισμένος να προχωρήσει σε τολμηρές τομές και ρήξεις, αλλά μπορεί να τον
κρατήσουν πίσω οι κυβερνητικοί του εταίροι με τις αντιφάσεις τους, καθώς δεν
είναι έτοιμοι να δεχτούν τόσο προωθημένους και ριζοσπαστικούς στόχους. Έτσι
είναι, άμα χτίζεις –έστω στη φαντασία σου- ένα νέο εαμ, παίρνεις μαζί και τους
νέους τσιριμώκους, που θα συνδέσουν το όνομά τους με κάποια βάρκιζα ή με τη νέα
αποστασία. Προς το παρόν πάντως, ο καμμένος –που φαντάζει ως ο πιο πιθανός
σύμμαχος της κουμουνδούρου (αν επιβιώσει εκλογικά) και κάποιοι συριζαίοι τον
είχαν συγκρίνει με την περίπτωση του στρατηγού σαράφη, που είχε αστική
καταγωγή- είναι ο μόνος που έχει παραμείνει πιστός, για τους δικούς του
ψηφοθηρικούς λόγους, στο σκληρό αντιμνημονιακό λόγο, συγκριτικά με τον
(πολιτικά προωθημένο, υποτίθεται) σύριζα.
Και να φανταστείς πως ο μητρόπουλος είναι ο σοβαρός και
μετρημένος της υπόθεσης, σε αντίθεση με τους άλλους, που –κατά δήλωσή του- λένε
και καμιά αμετροέπεια, πχ πως θα καταργήσουν όλους τους εφαρμοστικούς νόμους,
θα σκίσουν το μνημόνιο στην περιφέρεια, κτλ, για να περνάει η ώρα. Μέχρι να
έρθει το λιοντάρι της εε, να τους ζητήσει το λόγο, όπως σε εκείνο το(ν)
ανένδοτο με το λαγό. Που κι ο μητρόπουλος δηλ, σα λαγός της αριστερής
κυβέρνησης λειτουργεί, προετοιμάζοντας την πολιτική της κωλοτούμπα, ενώ
παράλληλα φτιάχνει τα κατάλληλα διλήμματα, για να εγκλωβίσει λαϊκές συνειδήσεις
και ψήφους. Έτσι από το «σύριζα ή μνημόνιο», έχουμε φτάσει στο «αυτοδύναμος
σύριζα αλλιώς μάλλον μνημόνιο», που μπορεί να γίνει «παντοδύναμος σύριζα ή
μνημόνιο» και «θεέ μου μεγαλοδύναμε» τι τους δίνεις να πιουν και βλέπουν το σύριζα
ως αντιμνημονιακή δύναμη..
Σύσσωμο εν τω μεταξύ το αστικό πολιτικό σύστημα
ετοιμάζεται για το πέρασμα στη μεταμνημονιακή εποχή, που θα έχει τα ίδια
ακριβώς χαρακτηριστικά, αλλά με διαφορετικό όνομα: μήτσος, μανωλιός ή και memorandum (of understanding), που είναι η πιστή
μετάφραση του μνημονίου (κατανόησης) στα λατινικά, για να ξεγελάει τους
ιθαγενείς. Vae victis, δηλ «ουαί τοις ηττημένοις»
κι αλίμονο σε όσους δεν έχουν μνήμη κι είναι καταδικασμένοι να ζήσουν τα ίδια
λάθη και το μνημόνιο ως μνημόσυνο διαρκείας, όπως το είχε πει στη ρύμη του
λόγου της μια φορά η αλέκα, επιβεβαιώνοντας πως γλώσσα λανθάνουσα ταληθή λέγει.
Η κυβέρνηση προσπάθησε, με το βλέμμα στις εκλογές, να
παίξει το σεπτέμβρη το χαρτί «βγαίνουμε μωρό μου, βγαίνουμε, μέσα απ’ το τούνελ»
του μνημονίου, αλλά κάηκε στα χέρια της, πριν προλάβει να το ρίξει, και την
περασμένη βδομάδα έβαλε τον χαρδούβελη να δηλώσει ότι η σχέση με τους δανειστές
μας θα παραμείνει, αλλά θα αλλάξει μορφή –σαν αυτούς που συμπληρώνουν στο
ερωτικό στάτους τους στο φβ για τη σχέση τους: it’s complicated. Και
πως δε θα είναι πια συνοδηγοί, αλλά στο πίσω κάθισμα. Για το οποίο ο
κουτσούμπας σχολίασε ότι κι ο εξεταστής που σε κόβει στη βαθμολογία για το
δίπλωμα, στο πίσω κάθισμα είναι. Κι εγώ συμπληρώνω πως η φράση για το πίσω
κάθισμα, όπου πολλά ζευγαράκια βρίσκουν στέγη για να βγάλουν τα μάτια τους,
πρέπει να ιδωθεί ως συνέχεια στο υπονοούμενο που άφηνε η προηγούμενη για το
είδος της σχέσης μας που (θα συνεχίσουμε να) έχουμε με τους δανειστές μας. Η
οποία ευτυχώς αποδεικνύεται σταθερή και διαρκής κι όχι καμιά ξεπέτα της μια
βραδιάς, στην πίσω θέση ενός αυτοκινήτου, που (μην ξεχνιόμαστε) βγαίνει από το
τούνελ.
Θα μπορούσαμε επίσης να ρίξουμε απότομα το επίπεδο της
πολιτικής αντιπαράθεσης και να μιλήσουμε για τους πισινούς μας που έχουν γίνει
σα δεκάρικα από αυτή τη σχέση. Αλλά καλύτερα να προτιμήσουμε το δίευρο, για να
μην παραπέμπει σε σενάρια επιστροφής στη δραχμή και χαρτονομίσματα με τη μούρη
του λαφαζάνη, που θα ευτελιστούν τάχιστα σε αξία και θα έχουν χρηστική αξία
μονάχα για τους πισινούς μας.
Το «τέλος του μνημονίου» όμως συνεπάγεται αντίστοιχα την
παρακμή του αντίθετου πόλου και το τέλος του αντιμνημονίου, που γέμισε ένα
πολιτικό κενό των τελευταίων χρόνων. Μετά από τις διασκεδαστικές αμετροέπειες
για κατάργηση και σχίσμο, πολιτική καταγγελία του μνημονίου, διαχωρισμό του από
τη δανειακή σύμβαση κι άλλα τινά παρόμοια, οι καταγγελτικοί τόνοι έχουν πέσει
και γίνεται απλά λόγος για διαπραγμάτευση των όρων της νέας συμφωνίας με τους
δανειστές, που θα γίνει πάντως σεβαστή, ακόμα κι αν υπογραφεί από τη σημερινή
κυβέρνηση. Καθώς ο σύριζα εγγυάται τη «συνέχεια του κράτους» προς πείσμα όσων
επιμένουν να βλέπουν μια αριστερή κυβέρνηση ως σκαλοπάτι που θα ανοίξει ρήγματα
στην αστική κυριαρχία. Επί της ουσίας δηλαδή οι δύο πόλοι του νέου
δικομματισμού διαγ(κ)ωνίζονται για το ποιος είναι ο πιο κατάλληλος να
διαχειριστεί και να κλείσει με καλύτερους όρους αυτή τη συμφωνία –αν και παρά
τους λεονταρισμούς του σύριζα, που θα κοπούν σύρριζα μπροστά στο λιοντάρι της
εε, ίσως να τον συμφέρει τελικά να κλείσει τώρα, για να έχει το άλλοθι πως
βρέθηκε προ τετελεσμένου, που είναι το αντίστοιχο της καμένης γης.
Στην κρίσιμη διετία, που ο λαός μας βρισκόταν σε
αναβρασμό, οι μάζες ποτίστηκαν με το όπιο του αντιμνημονιακού χυλού, για να θολώσει
ο ορίζοντάς τους και να μη μπορούν να δουν παραπέρα, μια πιο επικίνδυνη
προοπτική, που θα ξέφευγε από τα όρια του συστήματος. Σήμερα που αυτό το
ιδεολόγημα έχει επιτελέσει το ρόλο του, καλούμαστε να το ξεχάσουμε και να το
αφήσουμε πίσω ως παρωχημένο, για να προχωρήσει απρόσκοπτα ο στρατηγικός
σχεδιασμός των αστικών επιτελείων.
Το κουκουέ μακριά από το στερεότυπο του κόμματος που
παραπέμπει τα πάντα στη δευτέρα παρουσία ήταν το μοναδικό κόμμα με γνήσια
αντιμνημονιακή στάση, καταθέτοντας πρόταση στη βουλή για την κατάργηση του
μνημονίου και όλων των εφαρμοστικών νόμων και συλλέγοντας χιλιάδες υπογραφές
για τη στήριξη αυτής της πρωτοβουλίας. Ακούγεται ίσως κοινότυπο, αλλά ο λαός,
ακόμα κι αν έχει αυτό το ελάχιστο (δηλ το αντιμνημονιακό μέτωπο) ως κριτήριο
για την πολιτική του στάση, καλείται να βγάλει τα απαιραίτητα συμπεράσματα.