22 Ιαν 2021

“Εμείς οι Ρουμάνοι έχουμε συνηθίσει τις απαγορεύσεις” – Ο Μπόλονι συγκρίνει τα μέτρα της πανδημίας με τη σοσιαλιστική Ρουμανία

 


Αυτή τη φορά ο Μπόλονι μίλησε σε εφημερίδα της πατρίδας του και άρχισε μια “πετυχημένη σύγκριση” των απαγορευτικών μέτρων του κορονοϊού και του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε (και γνώρισε η Ρουμανία), καταλήγοντας στο ακαταμάχητο συμπέρασμα πως αφμότερα μας στερούν την ελευθερία. Αλλά όποιος έχει ζήσει τους περιορισμούς της σοσιαλιστικής Ρουμανίας, σίγουρα μπορεί να συνηθίσει σήμερα να κυκλοφορεί με μάσκες.

«Εμείς οι Ρουμάνοι είχαμε συνηθίσει στις απαγορεύσεις. Όταν άρχισε να επιβάλλεται η χρήση μάσκας λόγω της πανδημίας, ο καθένας βρίσκει μία δικαιολογία. Άκουσα έναν Γάλλο και ενόχλησε το ύφος του: εμείς είμαστε συνηθισμένοι στην ελευθερία, δεν φοράμε κάτι τέτοιο.

Πώς θα του φαινόταν εάν ζούσε στη Ρουμανία πριν το 1990, όταν έβαζες το αυτοκίνητο στο γκαράζ σου τον Νοέμβριο και το ξαναέβγαζες τον Απρίλιο; Όλοι υπομέναμε πράγματα, 20 εκατομμύρια άνθρωποι. Ή να περιμένεις στην ουρά τρεις ώρες για να πάρεις 20 γραμμάρια βούτυρο; Φυσικά, δεν θέλω να συμβεί ξανά. Αλλά εάν έχεις ζήσει με τέτοιους περιορισμούς, δεν νομίζω ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να συνηθίσουν για λίγο με μάσκες ή άλλα μέσα ασφαλείας σε τέτοια εποχή».

Πάλι καλά που δεν άρχισε πάνω στον οίστρο του να συγκρίνει τα “θύματα του κομμουνισμού” και της πανδημίας. Σε κάθε περίπτωση, τα λέει αυτά σε μια χώρα όπου ένα μεγάλο μέρος του λαού υποφέρει, με μισθούς πείνας κοντά στο όριο της φτώχειας, και για ένα κράτος που διαχειρίστηκε άθλια την αντιμετώπιση του κορονοϊού, με χιλιάδες κρούσματα σε καθημερινή βάση, που αναμένεται να πλησιάσουν το 1 εκ. τους επόμενους μήνες (με άλλα λόγια 1 στους 20 Ρουμάνους θα έχει προσβληθεί από τον ιό). Και αν υπάρχει ένα αποκούμπι για τον λαό σε αυτές τις δύσκολες μέρες είναι -όπως σε όλες τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες- οι δομές του συστήματος υγείας που έχουν μείνει από την… “ανελεύθερη περίοδο” πριν από το 1990.

Δεν περιμένουμε από τον Μπόλονι να αρχίσει τις συγκρίσεις με την αποτελεσματικότητα των χωρών που δε γνώρισαν τη “γλύκα της ελευθερίας”, όπως η Ρουμανία τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Θα μπορούσε, ωστόσο, αν μη τι άλλο να μην είναι τόσο προκλητικός, ιδίως σε μια περίοδο όπου το σύστημα δείχνει τα όριά του και η ελευθερία στον καπιταλισμό είναι μια πολύ-πολύ σχετική έννοια…

«…ο Λένιν είναι της γενιάς μας άνθρωπος…»

 


Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από τον κόσμο όπου 500 Κροίσοι, το
0,000066% του παγκόσμιου πληθυσμού, κατέχουν πλούτη τριπλάσια από την Αφρική των 65 χωρών και των 1,3 δις κατοίκων…   

Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από τον κόσμο όπου η περιουσία του 1% των πλουσιότερων πολιτών του κόσμου αντιστοιχεί σε ποσό υπερδιπλάσιο του αθροιστικού πλούτου των 6,9 δισεκατομμυρίων λιγότερο πλούσιων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη.

Ένα ερώτημα πλανάται  πάνω από την Ευρώπη των 120 εκατομμυρίων φτωχών και απόκληρων.

Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από την Ελλάδα της καταχνιάς, της κατάθλιψης, της αιθαλομίχλης, της κρίσης, της πανδημίας, των Μνημονίων: «Τι να κάνουμε;»…

Στις αρχές του περασμένου αιώνα, σε άλλες (;) συνθήκες το ερώτημα είχε τεθεί και είχε απαντηθεί από τον άνθρωπο που σήμερα συμπληρώνονται 97 χρόνια από τον θάνατό του, στις 21 Γενάρη 1924: Τον Λένιν.

Κατ’ αρχάς, όμως, τι σόι άνθρωπος, τι σόι τύπος ήταν ο Λένιν, ώστε να αξίζει να δώσουμε βάση στην άποψή του για το «τι να κάνουμε» εμείς σήμερα;

«Λένιν, ο πιο ανθρώπινος άνθρωπος»,

έγραφε μετά τον θάνατό του ο Μαγιακόφσκι. Αλλά ο Μαγιακόφσκι λάτρευε τον Λένιν και ίσως δεν θα μπορούσε να είναι αντικειμενικός στην κρίση του.

Είναι σημαντικότερο, επομένως, να μας περιγράψει την προσωπικότητά του κάποιος που οι σχέσεις του μαζί του υπήρξαν, το λιγότερο, πολυκύμαντες:

«Ο Λένιν – γράφει ο Τρότσκι – ανεχόταν την νεροποντή από εγκώμια με τον τρόπο που ένας ανυπόμονος πεζός υπομένει τη βροχή κάτω από μια ξώπορτα».  

Και ως πολιτικός, ως ηγέτης; Ο Τρότσκι πάλι αναφέρει: 

«Δεν επέβαλε το σχέδιό του στις μάζες. Βοηθούσε τις μάζες να συλλάβουν και να πραγματοποιήσουν τα δικά τους σχέδια».    

Αλλάδεν έχει λιγότερη σημασία να δει κανείς πως μιλούσαν για τον Λένιν οι ίδιοι οι ταξικοί του αντίπαλοι:

«Ο Λένιν ήτο η επιφανεστέρα των προσωπικοτήτων που ανέδειξεν ο τελευταίος παγκόσμιος πόλεμος»

σημείωναν σε άρθρο τους οι Τάϊμς της Νέας Υόρκης την επόμενη του θανάτου του ενώ οι Τάϊμς του Λονδίνου έκαναν λόγο για 

«το σιδερένιο θάρρος του, την ακλόνητη αποφασιστικότητα του και την ολοκληρωτική έλλειψη κάθε ιδιοτελούς συμφέροντος μέσα στον αγώνα»(https://atexnos.gr20/1/2017)

Όσο για τα παρακάτω δεν τα έγραψε κάποιος «όποιος κι όποιος». Και κυρίως δεν τα ισχυρίζεται κάποιος που πάσχει από μαρξιστικές και λενινιστικές «παρωπίδες». Ο ύμνος στον Μαρξ και τον Λένιν προέρχεται από έναν υπουργό Οικονομικών του… Ρήγκαν!  Τον Πολ Κρεγκ Ρόµπερτς. Έγραψε:

«Αν ο Μαρξ και ο Λένιν ήταν σήµερα ζωντανοί, θα ήταν βασικοί διεκδικητές του βραβείου Νόµπελ για την οικονοµία. Ο Μαρξ προέβλεψε την προϊούσα εξαθλίωση των εργαζοµένων και ο Λένιν προείδε την υποταγή της υλικής παραγωγής στη συσσώρευση κερδών του χρηµατοπιστωτικού κεφαλαίου. Οι προβλέψεις τους είναι κατά πολύ ανώτερες από τα “οικονοµικά µοντέλα” που σήµερα βραβεύονται µε Νόµπελ και από τις προβλέψεις των κεντρικών τραπεζιτών, των υπουργών Οικονοµικών και των νοµπελιστώνοικονοµολόγων…» (1)

Φυσικά ο Λένιν δεν θα πάρει ποτέ το βραβείο Νόμπελ. Παρότι είναι ο άνθρωπος που με διεξοδικό τρόπο προσδιόρισε αυτό που ζούμε (και) σήμερα: Δηλαδή τον ζυγό του «αποικιακού» και «τοκογλυφικού ιµπεριαλισµού» (2). Ο Λένιν, αντίθετα, θα συνεχίσει να βαφτίζεται «ξεπερασμένος» από τους αδαείς. Αλλά θα είναι πάντα εκείνος που ανέλυσε ότι:

«Χαρακτηριστικό του καπιταλισµού γενικά είναι ότι χωρίζει την ιδιοκτησία του κεφαλαίου από την χρησιµοποίηση του κεφαλαίου στην παραγωγή, ότι χωρίζει το χρηµατικό κεφάλαιο από το βιοµηχανικό ή το παραγωγικό (…). Ο ιµπεριαλισµός ή η κυριαρχία του χρηµατιστικού κεφαλαίου είναι η ανώτατη εκείνη βαθµίδακαπιταλισµού όπου ο χωρισµός αυτός παίρνει πελώριες διαστάσεις. Η υπεροχή του χρηµατιστικού κεφαλαίου πάνω σε όλες τις υπόλοιπες µορφές κεφαλαίου σηµαίνει κυρίαρχη θέση του εισοδηµατία και της χρηµατιστικής ολιγαρχίας, σηµαίνει ξεχώρισµα µερικών κρατών που κατέχουν τη χρηµατιστικήδύναµη, απ’ όλα τα υπόλοιπα» (3).

Ο Λένιν δεν θα πάρει ποτέ το Νόμπελ. Βλέπετε όσα είχε να μας πει (από τότε!) για την κυρία… Μέρκελ και για τα «χαιδεμένα παιδιά» των εκάστοτε «Μέρκελ» που είναι σπαρμένα στις «μισοαποικίες» των μεγάλων Δυνάμεων, είναι ενοχλητικά. Έγραφε:

«Το κεφάλαιο έγινε διεθνές και μονοπωλιακό. Ο κόσμος είναι μοιρασμένος ανάμεσα σε μια χούφτα μεγάλες Δυνάμεις, δηλαδή Δυνάμεις που έχουν επιτυχίες στη μεγάλη καταλήστευση και καταπίεση των εθνών (…) η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμανία έχουν τοποθετήσεις στο εξωτερικό όχι μικρότερες από 70 δισεκατομμύρια ρούβλια. Για να εισπράττουν το «θεμιτό» εισοδηματάκι τους από το στρογγυλούτσικο αυτό ποσό – ένα εισοδηματάκι που ξεπερνάει τα τρία δισεκατομμύρια ρούβλια το χρόνο – υπάρχουν οι εθνικές επιτροπές των εκατομμυριούχων, που ονομάζονται κυβερνήσεις, που διαθέτουν στρατό και πολεμικό στόλο και «τοποθετούν» στις αποικίες και στις μισοαποικίες τα χαϊδεμένα παιδιά και τα αδέλφια «του κυρίου δισεκατομμυρίου» σαν αντιβασιλείς, προξένους, πρεσβευτές, κάθε λογής υπαλλήλους, παπάδες και άλλες βδέλλες» (4).

Παρόλα αυτά,το ερώτημα παραμένει: Έχει να πει κάτι ο Λένιν στους εργαζόμενους και στους άνεργους, σήμερα; Έχουν νόημα τα λόγια του στην εποχή του Wi – Fi; Μπορούν να ακουστούν μέσα σε όλη αυτή την οχλαγωγία από το σαφάρι των Πόκεμον; Και κυρίως:Τι προοπτική, τι διδάγματα μπορεί να προσφέρει η πολιτική δράση του εκατό χρόνια μετά, τώρα που επήλθε πια  το «Τέλος της Ιστορίας»και το εγχείρημα της Οκτωβριανής Επανάστασης ανατράπηκε;

Μια σκέψη είναι αυτή που διατυπώθηκε από τον Σαρτρ: Ο μαρξισμός, έλεγε ο Γάλλος φιλόσοφος, 

«είναι αξεπέραστος διότι δεν ξεπεράστηκαν οι συνθήκες που τον ανέδειξαν».

Και ο Λένιν δεν εκπροσωπεί τίποτα λιγότερο από αυτό: Τον μαρξισμό στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Δηλαδή την εποχή της απόλυτης κυριαρχίας των μονοπωλίων στον κόσμο. Η’ μήπως σήμερα, επί «Ζήμενς» και «Κρούπ», επί Novartisκαι Ντόιτσε Μπανκ,επί τραπεζιτών και εργολάβων, ζούμε σε κάποια άλλη εποχή; 

Αν πάλι ο Σαρτρ δεν ακούγεται και τόσο πειστικός στα αυτιά ορισμένων, τότε τους προτείνουμε να λάβουν τοις μετρητοίς τον κ.Σαμαρά και τον κ.Τσίπρα. Αυτοί είναι που επί πρωθυπουργίας του πρώτου μνημόνευαν τον Λένιν στη Βουλή συχνότερα κι από το ΚΚΕ. Ας πάρουν τοις μετρητοίς και τον κ.Στουρνάρα. Αυτός (!) ήταν που επαναλάμβανε ότι διαβάζει τον Λένιν. Ανελλιπώς μάλιστα, όπως έλεγε από τη θέση του υπουργού Οικονομικών.

Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά από κάθε του υπογραφή κάτω από κόφτες και μνημόνια, είναι σύνηθες να βγαίνει και κάποιος «αριστερούλης» του (πρώτος διδάξας ο κ.Τσίπρας αμέσως μετά την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου) για να ξεπλύνει την ξεφτίλα του – πως; –  απαγγέλλοντας Λένιν.

Οι μαρτυρίες όλων των παραπάνω όσο να ‘ναι μια κάποια πιστοποίηση της επικαιρότητας της λενινιστικής παρακαταθήκης προσφέρουν.  Ειδικά αν αναλογιστούμε όσα διαπράττουν. Γεγονός που πείθει ότι ο λόγος που αναφέρονται στον Λένιν και ξεπατικώνουν τσιτάτα του, είναι για να κάνουν τα ακριβώς αντίθετα…     

Τι να κάνουμε;», συνεπώς. Αλλά όχι κατά τους παραχαράκτες του Λένιν, μα σύμφωνα με τον ίδιο τον μπολσεβίκο ηγέτη;

Χρέος 

Για παράδειγμα, στην Ελλάδα που λιμοκτονεί υπό το βάρος των χρεών έχει ο Λένιν να μας πει κάτι; Έχει να προτείνει κάτι στους Έλληνες του μόχθου που – ως μη όφειλαν – έχουν πληρώσει αυτά τα χρέη χίλιες φορές, αλλά τους επιβάλλουν να τα πληρώσουν άλλες χίλιες;    

«…νομίζουμε – έλεγε ο Λένιν απευθυνόμενος στους λαούς της Ευρώπης και όλου του κόσμου – πως για την ακύρωση των χρεών  θα αναγκαστούν (σσ: οι λαοί) να περιμένουν κάτι άλλο και να δουλέψουν σε κάποια άλλη κατεύθυνση, χωρίς να υπολογίζουν στη «γενναιοψυχία» των κυρίων καπιταλιστών».

Τι έκανε λοιπόν ο Λένιν που δεν επαφίετο στην «γενναιοδωρία» των τοκογλύφων και των κερδοσκόπων και φυσικά δεν «διαπραγματευόταν» μαζί τους;

Το Γενάρη του 1918, η σοβιετική κυβέρνηση, με διάταγμα υπογεγγραμμένο από τον Λένιν, ακύρωσε τα εσωτερικά και εξωτερικά δάνεια που είχε συνάψει η τσαρική και η Προσωρινή κυβέρνηση. Τέλος!

Όμως, οι Μπολσεβίκοι, επειδή ακριβώς ήταν κομμουνιστές, δηλαδή και πατριώτες και διεθνιστές, την ώρα που οι πολιτικοί προπάτορες του ελληνικού αστικού πολιτικού κόσμου έστελναν στρατό εναντίον τους, εκείνοι, όσον αφορά την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό, να τι έκαναν:

«Ένα άλλο οικονομικό μέτρο της σοβιετικής κυβέρνησης στον εξωτερικό τομέα ήταν η παραίτησή της από το Διεθνή Οικονομικό Ελεγχο (ΔΟΕ), που επέβαλαν το 1897, μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο, οι Μεγάλες Δυνάμεις στην Ελλάδα (…) από την Οχτωβριανή Επανάσταση η Ελλάδα απεκόμισε οικονομικά οφέλη. Η νεαρή Σοβιετική Δημοκρατία, με απόφαση του Δεύτερου Συνεδρίου των Σοβιέτ, απάλλαξε την Ελλάδα από το χρέος που όφειλε στη Ρωσία και ανερχόταν στα 100 εκατομμύρια χρυσά γαλλικά φράγκα. Ακόμα, η σοβιετική κυβέρνηση παραιτήθηκε από τα δικαιώματά της στο ΆγιοΌρος, καθώς και από τις ιδιοκτησίες του τσαρικού κράτους σε διάφορα ευαγή ιδρύματα στην Ελλάδα (…)» (Κώστας Αυγητίδης, «Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα (1918-1920)», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).

Έτσι αντιμετώπισαν, λοιπόν, οι Μπολσεβίκοι και ο Λένιν τα θέματα του χρέους.

Κυβερνήσεις

Και για τους εκάστοτε «σωτήρες» μας; Έχει να πει κάτι ο Λένιν που να εξηγεί τον ρόλο τους; Η άποψή του δεν μας φαίνεται και πολύ παράταιρη:

«Σε μια κοινωνία – έλεγε – που βασίζεται (…) στην υποδούλωση των εκατομμυρίων φτωχών και εργαζομένων από μια χούφτα πλουσίων, η κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να είναι ο πιο πιστός φίλος και σύμμαχος των εκμεταλλευτών, ο πιο πιστός φρουρός της εξουσίας τους. Και για να είναι σίγουρος φρουρός, δεν αρκούν στον καιρό μας τα κανόνια, οι ξιφολόγχες και ο βούρδουλας: Πρέπει να φροντίσεις να υποβάλλεις στα θύματα της εκμετάλλευσης την ιδέα ότι η κυβέρνηση στέκεται πάνω από τις τάξεις, ότι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ευγενών και της αστικής τάξης, αλλά τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, ότι φροντίζει να προστατεύει τους αδύναμους και τους φτωχούς από τους πλούσιους και τους ισχυρούς».

Τα διδάγματα της κρίσης

Μήπως ο Λένιν, που φυσικά δεν θα πάρει ποτέ το Νόμπελ – πράγμα που προφανώς ουδόλως θα τον ενδιέφερε και θα τον απασχολούσε – έχει να μας πει κάτι για την κρίση;

Είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέρον για μας, τους βουλιαγμένους στις «μισοαποικίες» και στις «μητροπόλεις», τα θύματα των τοκογλύφων ιμπεριαλιστών,  τα υποζύγια των «χαιδεμένων παιδιών» της ολιγαρχίας, να πάρουμε υπόψη μας τις σκέψεις του Λένιν για «Τα διδάγματα της κρίσης». Και –κυρίως – να σκεφτούμε την άποψη του μεγαλύτερου επαναστάτη του 20ου αιώνα γύρω από τα πολιτικά συμπεράσματα που απορρέουν από την κρίση. Ο Λένιν έγραφε: 

«Για να βγει κέρδος από μια επιχείρηση, πρέπει να πουληθούν τα εμπορεύματα, να βρεθούν αγοραστές. Και αγοραστής πρέπει να είναι κατ’ ανάγκην όλη η μάζα του πληθυσμού, γιατί οι τεράστιες επιχειρήσεις παράγουν βουνά ολόκληρα από προϊόντα. Σ’ όλες όμως τις κεφαλαιοκρατικές χώρες τα εννιά δέκατα του πληθυσμού αποτελούνται από φτωχούς: από εργάτες που παίρνουν ένα πενιχρότατο μεροκάματο, από αγρότες που, στη μεγάλη τους μάζα, ζουν χειρότερα κι από τους εργάτες.

Και να που, όταν η μεγάλη βιομηχανία σε περίοδο άνθησης παίρνει φόρα για να παράγει όσο το δυνατό περισσότερα, ρίχνει στην αγορά τόσο μεγάλη ποσότητα προϊόντων, που δεν είναι σε θέση να τα πληρώσει η φτωχή πλειονότητα του λαού. Αυξάνει ολοένα ο αριθμός των μηχανών, των εργαλείων, των αποθηκών, των σιδηροδρόμων κτλ., όμως, από καιρό σε καιρό διακόπτεται αυτή η αύξηση, γιατί η μάζα του λαού, για την οποία, σε τελευταία ανάλυση, προορίζονται όλοι αυτοί οι βελτιωμένοι τρόποι παραγωγής, παραμένει σε φτώχεια τέτοια, που φτάνει τα όρια της εξαθλίωσης.

Η κρίση δείχνει ότι η σύγχρονη κοινωνία θα μπορούσε να παράγει ασύγκριτα περισσότερα προϊόντα για την καλυτέρευση της ζωής όλου του εργαζόμενου λάου, αν δεν είχαν αρπαχτεί η γη, τα εργοστάσια, οι μηχανές κ.τ.λ. από μια χούφτα ατομικούς ιδιοχτήτες, που βγάζουν εκατομμύρια από τη λαϊκή εξαθλίωση.

Η κρίση δείχνει ότι οι εργάτες δεν μπορούν να περιοριστούν μόνο στην πάλη για μερικές παραχωρήσεις από μέρους των κεφαλαιοκρατών: στην περίοδο της αναζωογόνησης της βιομηχανίας μπορούν να καταχτηθούν τέτοιες παραχωρήσεις (…) όμως επέρχεται η κρίση και οι κεφαλαιοκράτες όχι μόνο παίρνουν πίσω τις παραχωρήσεις που έκαναν, αλλά και επωφελούνται από την αδυναμία των εργατών για να κατεβάσουν ακόμα πιο πολύ τα μεροκάματα. Κι αυτό θα συνεχίζεται αναπότρεπτα, ώσπου οι στρατιές του σοσιαλιστικού προλεταριάτου να γκρεμίσουν την κυριαρχία του κεφαλαίου (…)» (5).

Εκτός από λόγια, όμως, ο Λένιν συνήθιζε να κάνει και πράξεις. Οι οποίες συμβάδιζαν με τα λόγια του. Ως εκ τούτου, πιστός στις θέσεις του να μην επαφίεται στην «γενναιοδωρία» των δημίων του λαού, πιστός στην θέση του για το ξεπέρασμα της κρίσης υπέρ των πολλών, πιστός στη θέση του ότι οι κυβερνήσεις του λαού δεν στέκονται «πάνω από τάξεις» αλλά εκπροσωπούν την τάξη των καταπιεσμένων, φρόντισε:  

1)   Στις 26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης –να υπογράψει το Διάταγμα για την Ειρήνη με το οποίο έβγαζε τη Ρωσία έξω από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και έξω από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν είχε υπογράψει, δηλαδή, κανένα κείμενο με το οποίο να αναγνωρίζει την παραμονή της Ρωσίας σε κανένα «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι» με τους ιμπεριαλιστές ούτε κανένα κείμενο που έθετε την εσωτερική πολιτική στη Ρωσία υπό την «αξιολόγηση», την «εποπτεία» και την «επιτήρηση» των ιμπεριαλιστών.    

2)   Την ίδια μέρα (26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης) είχε ήδη υπογράψει το Διάταγμα για τη Γη με το οποίο καταργήθηκε – χωρίς καμία αποζημίωση – η ιδιοκτησία της γης από τους τσιφλικάδες, συμπεριλαμβανομένης της αυτοκρατορικής και της μοναστηριακής. Δεν είχε δηλαδή υπογράψει τίποτα που να μιλά για επέκταση των ιδιωτικοποιήσεων, για το ξεπούλημα του λιμανιού στην Cosco, των αεροδρομίων στη Fraport, του ΟΣΕ στους Ιταλούς και του Ελληνικού στον Λάτση.

3)   Πάλι την ίδια μέρα (26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης) είχε ήδη υπογράψει το Νομοσχέδιο για τον Εργατικό έλεγχο στις  βιομηχανικές, εμπορικές και τραπεζικές επιχειρήσεις.

4)   Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση είχε ήδη υπογράψει (στις 14 Δεκέμβρη 1917) τον νόμο για την Εθνικοποίηση των Τραπεζών. Δεν είχε δηλαδή υπογράψει κανένα κείμενο που να λέει ότι οι τραπεζίτες θα συνέχιζαν να πίνουν το αίμα του λαού μέσω τραπεζών που θα συνέχιζαν να ανακεφαλαιοποιούνται με λεφτά του λαού.

5)   Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση είχε ήδη υπογράψει (στις 18 Γενάρη 1918) την Εθνικοποίηση του εμπορικού στόλου.Δεν πήγαινε δηλαδή στην Ένωση Εφοπλιστών μοιράζοντας φοροαπαλλαγές στους εφοπλιστές μαζί με υποκλίσεις στον «πατριωτισμό» τους.

6)   Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση (στις 9 Γενάρη 1918) υπέγραψε – επαναλαμβάνουμε – το Διάταγμα Ακύρωσης όλων των Εσωτερικών και Εξωτερικών Δανείων που είχε υπογράψει η τσαρική και η προηγούμενη αστική κυβέρνηση. Αρνήθηκε, δηλαδή, να πληρώνει εγχώριους και ξένους κλέφτες, ληστές, κερδοσκόπους και τοκογλύφους, τους είπε αν θεωρούν πως έχουν λαμβάνειν να πάνε να τα πάρουν από εκείνους που τα είχαν ξεκοκαλίσει και όχι από το ρώσικο λαό, και φυσικά ουδέποτε υπέγραψε κείμενο όπως αυτό:«Οι ελληνικές αρχές επαναλαμβάνουν την αδιαμφισβήτητη δέσμευσή τους να τηρήσουν τις δανειακές υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές, πλήρως και έγκαιρα»…

Οι μετρ του εξυπνακισµού, φυσικά, επιμένουν: «Ναι», θα µας πουν ειρωνικά, «αλλά όση “σοφία” κι αν κρύβουν τα παραπάνω λόγια του Λένιν, όση αποφασιστικότητα κι αν δείχνουν οι πράξεις του, αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι τα “καθεστώτα’’ που δημιουργήθηκαν από τον Λένιν και τους οµοίους του κατέρρευσαν». 

Από τέτοιες τοποθετήσεις του συρµού άλλο τίποτα. Αυτού του τύπου οι αναγνώσεις της Ιστορίας είναι τόσο «εμβριθείς», ώστε να µην προκαλεί πια καµία εντύπωση ότι παραγνωρίζουν ακόµη και τα στοιχειώδη:

Πρώτον, ότι μετά από την ήττα που επέφεραν στο όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης οι εξελίξεις στις χώρες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», η αλήθεια  που περιέχεται στη σκέψη του ΟσκαρΟυάιλντ  γίνεται ακόμα πιο επίκαιρη: «Ένας χάρτης του κόσµουπου δεν περιέχει την Ουτοπία δεν αξίζει να τον κοιτάξεις καν, γιατί αφήνει έξω τη µόνη χώρα όπου η Ανθρωπότητα πάντα θα προσγειώνεται. Κι όταν προσγειωθεί, κοιτάζει πέρα και, βλέποντας µια καλύτερη χώρα, ξεκινάει για εκεί. Πρόοδος είναι η υλοποίηση της µιας µετά την άλλη Ουτοπίας».

Δεύτερον, ότι ο Λένιν – και εδώ μιλάμε για τον Λένιν – είχε ξεκαθαρίσει πολύ νωρίς στους επιγόνους του: «Κανένας στον κόσμο δεν μπορεί να μας τσακίσει αν δεν κάνουμε καμιά υπερφυσική ανοησία», έγραφε. Το να χρησιμοποιείς τις μεθόδους του καπιταλισμού στο όνομα της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού» είναι προφανώς περισσότερο κι από την «υπερφυσική ανοησία», για την οποία προειδοποιούσε ο Λένιν.

Τρίτον, ότι στο πανανθρώπινο αίτημα να «ξελασπώσουμε το μέλλον» δεν υπάρχει άλλος δρόμος από εκείνον που περιέγραφε ο Μαρξ αμέσως μετά την ήττα της Παρισινής Κομμούνας: «Πέθανε η Επανάσταση. Ζήτω η Επανάσταση»!

Ο Λένιν, λοιπόν, εκείνο που πάνω απ’ όλα συμβολίζει, για μας φυσικά, είναι η αστείρευτη δύναμη που περικλείεται στην μετατροπή του κοινωνικού δίκιου σε πολιτική δράση.
Συμβολίζει εκείνη την ακατάβλητη ζωντάνια της σκέψης και της θεωρίας που δεν γίνεται «πατρόν», δεν γίνεται «δόγμα», αλλά εργαλείο και καθοδήγηση για δράση στην προοπτική ενός κόσμου χωρίς ίχνος δεσποτισμού, όπου 

«η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός συνιστά προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων».

Αυτός είναι και ο λόγος της «αθανασίας» του Λένιν αλλά και ο λόγος που κανένας – κομμουνιστής τουλάχιστον – δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει με τα λόγια του Μαγιακόφσκι:

«Επιμένουμε: Μην κάνετε τον Λένιν στάμπες/ Μην τυπώνετε το πορτρέτο του σε πλακάτ,/κερόπανα, πιάτα, ποτήρια, ταμπακέρες./ Μην κάνετε τον Λένιν μπρούντζο./ Μην του αφαιρείτε το ζωντανό του βάδισμα/ και το ανθρώπινό του πρόσωπο/ που ο ίδιος μπόρεσε να διαφυλάξει/ ποδηγετώντας την ιστορία./ Ακόμα ο Λένιν είναι της γενιάς μας άνθρωπος/ ζωντανός με τους ζωντανούς/ αφήστε τον να είναι ζωντανός, όχι πεθαμένος/- Διά ταύτα – κάνετε τον Λένιν δάσκαλό σας/ αλλά μην τον αγιοποιήσετε./ Θρησκεία μην κάνετε τ’ όνομα ενός ανθρώπου/ που σ’ όλη του τη ζωή πολέμαγε όλες τις θρησκείες/ μην τον κάνετε σκεύος λατρείας για να το ρίξτε στο εμπόριο – μην εμπορευτείτε τον Λένιν»

 ***

(1) ΠολΚρεγκΡόµπερτς, υπουργός Οικονοµικών των ΗΠΑ επί προεδρίας Ρίγκαν, περιοδικό CounterPunch, Τα Νέα, 9.10.2010.
(2) Λένιν, Άπαντα, τόµος 27, σελ. 367, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
(3) Λένιν, Άπαντα, τόµος 27, σελ. 362, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
(4) Λένιν, Άπαντα, τόμος 26, σελ. 360 – 363, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
(5) Λένιν, απόσπασμα από το άρθρο «Τα διδάγματα της κρίσης», δημοσιεύτηκε στην «Ισκρα» τον Αύγουστο του 1901, «Απαντα», τόμος 5ος, σελ. 85 – 86, έκδοση «Σύγχρονη Εποχή»).

ΝΙΚΟΣ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

Καταλαμβάνουν οι μαρξιστές τον Λευκό Οίκο;

 


Μπορεί η ψεκασμένη ακροδεξιά Ελεύθερη Ώρα να ανησυχεί για την Αριστερά που επιστρέφει στον Λευκό Οίκο… Μπορεί μια σειρά έγκριτα αστικά ΜΜΕ να βγαίνουν με γραμμή “Ελεύθερης Ώρας” από την ανάποδη, ξεκινώντας από την πρώτη μέρα τα ρεπορτάζ για τις αλλαγές που φέρνει η κυβέρνηση Μπάιντεν με τα διατάγματα που υπογράφει…

…αλλά τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και η αλήθεια διαφέρει σημαντικά, όπως μας υπενθυμίζει το βίντεο των Χρήστου Αβραμίδου και Αλέξανδρου Λιτσαρδάκη για το Info-WAR.

Με τη σφραγίδα των μονοπωλίων της Ενέργειας


Χτες ολοκληρώθηκε με ονομαστική ψηφοφορία η διήμερη συζήτηση του σχεδίου νόμου του υπουργείου Εξωτερικών για τον «καθορισμό του εύρους της αιγιαλίτιδας ζώνης στη θαλάσσια περιοχή του Ιονίου και των Ιονίων Νήσων μέχρι το Ακρωτήριο Ταίναρο της Πελοποννήσου». Στην εξέλιξη της διαδικασίας περίσσεψαν οι τυμπανοκρουσίες για την απόφαση της κυβέρνησης να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο.

Περισσότερο από τους κυβερνητικούς πανηγυρισμούς, όμως, τα χέρια τους τρίβουν από ικανοποίηση κάποιοι μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι, οι οποίοι βάζουν ήδη στο χέρι τα οικόπεδα στην περιοχή του Ιονίου, για να αυγαταίνουν τα κέρδη τους.

* * *

Το ΚΚΕ ξεκάθαρα έχει επισημάνει ότι η χώρα μας, όπως και όλα τα κράτη, έχει δικαίωμα σε αιγιαλίτιδα ζώνη έως τα 12 ν.μ., με βάση τον καθορισμό της, στη βάση της μέσης απόστασης, της μέσης γραμμής, όπου αυτό χρειάζεται και είναι απαραίτητο.

Εχει επίσης ξεκαθαρίσει ότι η οριοθέτηση πρέπει να συνδέεται άμεσα:

Πρώτον, με την οικοδόμηση σχέσεων αμοιβαίου οφέλους μεταξύ των γειτονικών κρατών και λαών.

Δεύτερον, με την εκμετάλλευση του θαλάσσιου πλούτου, με κριτήριο τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες.

Τρίτον, με την αποδέσμευση της χώρας από ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, που έχουν εχθρικούς σχεδιασμούς για τους λαούς, και οπωσδήποτε σε όλα αυτά κουμάντο να κάνει ο λαός στη χώρα του.

Δυστυχώς όμως σήμερα, αντί αυτών, σε πρώτη προτεραιότητα βρίσκεται η υπηρέτηση των συμφερόντων των μονοπωλίων. Κυριαρχεί η πρόθεση υπηρέτησης των συμφερόντων της άρχουσας τάξης, με τα παζάρια που κάνει για να αναβαθμίσει τη θέση της στην περιοχή και όχι για να αναβαθμιστούν τα συμφέροντα του λαού και της χώρας.

* * *

Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι όσο μεγαλώνει η εμπλοκή της χώρας μας στα επικίνδυνα σχέδια των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια, συνδεδεμένη προφανώς με όλα τα προαναφερόμενα, αυξάνει δραματικά τις πιθανότητες αυτή η - δικαιωματική με βάση το Διεθνές Δίκαιο - επέκταση να γίνει αιτία να ενταθούν οι ανταγωνισμοί στην περιοχή.

Είναι πρόσφατες οι τυμπανοκρουσίες όταν η κυβέρνηση έφερνε για επικύρωση στη Βουλή τις συμφωνίες για τον καθορισμό ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο. Τότε περίσσευαν οι κορόνες ότι οι συμφωνίες αυτές αποτελούν ανάχωμα στην τουρκική επιθετικότητα, ότι ακυρώνουν το παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο και διάφορα άλλα σχετικά. Κι όμως, κάτι που το ΚΚΕ προέβλεπε, αυτές οι παραπλανητικά καλλιεργημένες προσδοκίες διαψεύστηκαν.

Η ακολουθούμενη μεθοδολογία από την κυβέρνηση, και στη χρήση του νόμιμου δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, το μόνο που κάνει είναι να ανοίγει την «όρεξη» στις επιδιώξεις και τους στόχους της τουρκικής αστικής τάξης, η οποία προβάλλει παρόμοια επιχειρήματα για να προωθήσει τις απαράδεκτες διεκδικήσεις της.

* * *

Είναι αναγκαίο ο λαός να μη μείνει να κοιτάει το δέντρο της επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης. Να δει το δάσος, που δεν είναι άλλο από την εξουσία του κεφαλαίου. Τη σχέση της κυβέρνησης με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες. Να διακρίνει τον ταξικό χαρακτήρα της κυβερνητικής πολιτικής και τη σύμπλευσή της με τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ και τα άλλα κόμματα που συνδράμουν την κυβέρνηση και σ' αυτήν την επιλογή, καταφεύγοντας σε ανούσιους διαξιφισμούς.

Για όλους αυτούς τους λόγους, η θέση του ΚΚΕ ήταν να ψηφίσει «παρών», συνυπολογίζοντας ότι η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια, σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε κράτους και συνεπώς και της Ελλάδας.

(Αναδημοσίευση από το «Alt.gr»)


Νίκος ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΤΗΣ
Αντισυνταγματάρχης ε.α., βουλευτής του ΚΚΕ

Ψεύτικες προσδοκίες


«Καλημέρα, οι ΗΠΑ επιστρέφουν σύντομα» μετέδιδε χτες ένα αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο, που κάλυπτε την αποχώρηση του Τραμπ από τον Λευκό Οίκο και την ορκωμοσία του νέου Προέδρου Μπάιντεν.

Η φράση αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να περιγράψει και στη χώρα μας την ανυπομονησία με την οποία όλα τα αστικά κόμματα και επιτελεία περιμένουν να αναλάβει την προεδρία ο Μπάιντεν, καλλιεργώντας κάλπικες προσδοκίες στο λαό ότι «κάτι θα αλλάξει» από την ενεργότερη ανάμειξη των ΗΠΑ στις «διεθνείς υποθέσεις» και ειδικά σ' αυτές που μας αφορούν άμεσα, όπως τα Ελληνοτουρκικά.

Η αλήθεια είναι βέβαια ότι οι ΗΠΑ ποτέ δεν «αποσύρθηκαν», πόσο μάλλον από την περιοχή μας. Αδιάψευστος μάρτυρας είναι ο πρωταγωνιστικός τους ρόλος στις επικίνδυνες εξελίξεις από τον Καύκασο, τη Μέση Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο, μέχρι την Ανατ. Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική. Αλλά και στη διαμόρφωση τη στρατηγικής του ΝΑΤΟ για την επόμενη δεκαετία, που μόνο ανησυχία μπορεί να προκαλεί στους λαούς.

Απόδειξη είναι επίσης οι «εγκάρδιες σχέσεις» που ανέπτυξαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ) και με τη διοίκηση Τραμπ, «απογειώνοντας» την ελληνοαμερικανική συνεργασία, κυρίως στον στρατιωτικό τομέα, με συμφωνίες που βαθαίνουν την εμπλοκή της χώρας στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια.

Η σφραγίδα αυτής της επικίνδυνης πολιτικής είναι ανεξίτηλη στον «στρατηγικό διάλογο» Ελλάδας - ΗΠΑ, στη Συμφωνία για τις βάσεις, στην επέκταση της Σούδας. Στη ΝΑΤΟική Συμφωνία των Πρεσπών, στα τριμερή και πολυμερή «σχήματα» από τα Βαλκάνια μέχρι τον Κόλπο, στους ανταγωνισμούς για την Ενέργεια και τους δρόμους του εμπορίου, όπου η χώρα μας συμμετέχει ενεργά. Στις εκατοντάδες συνεκπαιδεύσεις με τα αμερικανικά στρατεύματα οι οποίες έγιναν επί θητείας Τραμπ.

Αλλά και στην υπόθαλψη της τουρκικής επιθετικότητας, στο όνομα πάντα της «διατλαντικής συνοχής», που αποτελεί βασικό αντικείμενο του ελληνοτουρκικού διαλόγου, στο πλαίσιο των ευρωατλαντικών διευθετήσεων που προωθούνται ευρύτερα στην περιοχή. Και η λίστα δεν έχει τέλος...

Οι ΗΠΑ, λοιπόν, βρίσκονταν πάντα και παντού όπου το επέβαλλαν τα συμφέροντα των μονοπωλιακών τους ομίλων, προωθώντας την πολιτική τους με όλα τα μέσα, ανταγωνιστικά προς τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, κυρίως απέναντι στην Κίνα και τη Ρωσία. Ο στόχος παραμένει ίδιος και για τη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν: Να διατηρήσουν οι ΗΠΑ την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, αντιμετωπίζοντας πρώτα απ' όλα την Κίνα, που ισχυροποιεί τη θέση της και απειλεί τα αμερικανικά συμφέροντα.

Αυτό το βασικό διακύβευμα παίζει ταυτόχρονα ρόλο «πυροκροτητή» για τις πρωτόγνωρες ενδοαστικές αντιθέσεις και διαιρέσεις, πάνω στο εξής ζήτημα: Σε συνθήκες όξυνσης των ανταγωνισμών σε έναν κόσμο όπου ο συσχετισμός μεταβάλλεται σε βάρος τους, με ποια οικονομική πολιτική και με ποιες προσαρμογές στις διεθνείς σχέσεις και συμμαχίες θα καταφέρουν οι ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν τους ανταγωνιστές τους, για να διατηρήσουν τα σκήπτρα της πρώτης ιμπεριαλιστικής δύναμης.

Στο πλαίσιο αυτής της σφοδρής αντιπαράθεσης, τμήματα της αμερικανικής αστικής τάξης συνεχίζουν να επενδύουν στην πολιτική που εξέφρασε ο Τραμπ, με το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική», όπως έδειξαν άλλωστε και οι μετεκλογικές εξελίξεις.

Αυτό το πραγματικό «ρήγμα» και τις διεθνείς προεκτάσεις του «θολώνουν» τα αστικά επιτελεία, παρουσιάζοντας την ενδοαστική αντιπαράθεση στις ΗΠΑ ως μια αναμέτρηση μεταξύ «δημοκρατίας» και «αυταρχισμού», «προόδου» και «συντήρησης», που «κερδήθηκε» με την εκλογή Μπάιντεν και πλέον «ξημερώνει μια άλλη μέρα» για τις ΗΠΑ και όλο τον κόσμο.

Τι έχουν να περιμένουν λοιπόν οι λαοί απ' αυτήν την πολυδιαφημισμένη κυβερνητική εναλλαγή; Οι προσαρμογές που έχουν εξαγγελθεί στην οικονομική πολιτική δεν πρόκειται να αμβλύνουν τις οξυμένες κοινωνικές αντιθέσεις στη χώρα - έμβλημα του καπιταλισμού. Αντίθετα, ισχυροί μονοπωλιακοί όμιλοι στην «πράσινη ανάπτυξη» και στον τομέα των τεχνολογιών, που «καίγονται» για τα μερίδιά τους στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, φαίνεται ότι θα έχουν ακόμα μεγαλύτερη στήριξη από τη νέα κυβέρνηση, με τις ανάλογες προσαρμογές στις διεθνείς συμμαχίες και τους οργανισμούς.

Σε ό,τι αφορά ειδικά την περιοχή μας, η ελληνική κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα δεν αφήνουν πολλά στη φαντασία: Ψήφισαν τη Συμφωνία για τις βάσεις, και τώρα σειρά παίρνουν η επέκτασή της και η δημιουργία νέων «προκεχωρημένων» στρατιωτικών υποδομών για τα αμερικανοΝΑΤΟικά στρατεύματα.

Η ιμπεριαλιστική εμπλοκή της χώρας βαθαίνει σε όλα τα μέτωπα, ενώ παράλληλα, με τις διερευνητικές επαφές, «ζεσταίνεται» και η ΝΑΤΟική «πλατφόρμα διαλόγου», προσφέροντας έναν επιπλέον δίαυλο για συμβιβασμούς στα Ελληνοτουρκικά, στην κατεύθυνση της συνεκμετάλλευσης. Η «επόμενη μέρα» λοιπόν δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς. Το αν θα γίνει πραγματικά καλύτερη εξαρτάται από το δυνάμωμα της πάλης του λαού ενάντια στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια, ενάντια στην εμπλοκή της χώρας, ενάντια στον ίδιο τον καπιταλισμό που σάπισε.

Μια ανταπόκριση από τον Καναδά


Μια ανταπόκριση που έφτασε στην εφημερίδα μας από τη Λέσχη Φίλων του ΚΚΕ στο Τορόντο του Καναδά είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική για το τι περιμένει ασφαλισμένους και συνταξιούχους τα επόμενα χρόνια και στη χώρα μας. Οπως γράφουν, «το σύστημα των τριών πυλώνων που παρουσιάζουν στην Ελλάδα ως ένα "νέο" συνταξιοδοτικό, αποτελεί το σύστημα του Καναδά εδώ και δεκαετίες».

Μάλιστα, αυτήν την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη στον Καναδά και μια νέα αναθεώρηση του ασφαλιστικού συστήματος, με την αιτιολογία ότι απαιτείται ένα «καινοτόμο και βιώσιμο σχέδιο» που θα εξασφαλίζει για τους συνταξιούχους «ένα προσιτό και ασφαλές συνταξιοδοτικό πρόγραμμα, χωρίς να επιβαρύνει τους υπόλοιπους Καναδούς».

Η «βιωσιμότητα» φυσικά του συστήματος, όπως και σε όλο τον κόσμο, δεν κρίνεται με βάση τις ανάγκες των εργαζομένων, μεγάλο μέρος των οποίων δουλεύουν με «ελαστικές» σχέσεις εργασίας, ενοικιαζόμενοι, χωρίς δικαιώματα, χωρίς πλήρη ασφάλιση. Αντίθετα, κρίνεται με βάση τα μαθηματικά μοντέλα, που δείχνουν, για παράδειγμα, ότι το πρόγραμμα «Φροντίδα στο Σπίτι», ή το αντίστοιχο για τα γηροκομεία θα είναι «μη βιώσιμα» μέχρι το 2050, λόγω αυξημένου «κόστους»...

* * *

Στο πλαίσιο του συστήματος των «τριών πυλώνων», ένας ασφαλισμένος στον Καναδά δικαιούται σήμερα τις εξής συντάξεις:

  • Την κρατική σύνταξη (Canada Pension Plan - CPP). Τις εισφορές που καταβάλλουν οι ασφαλισμένοι γι' αυτό το κομμάτι της σύνταξης, τις διαχειρίζεται η Καναδική Συνταξιοδοτική Επιτροπή Επενδύσεων (Canada Pension Plan Investment Board) και τις επενδύει σε διάφορους τομείς. Υπολογίζεται ότι για το 2020 το μέσο μηναίο ποσό που καταβάλλονταν από το κράτος ήταν 710,41 δολάρια, όταν στο Τορόντο η μέση τιμή για το 80% των ενοικίων είναι 715 δολάρια για ένα δωμάτιο χόστελ, 918 δολάρια η γκαρσονιέρα και 1.099 δολάρια για ένα δυάρι! Σε αυτά τα ποσά πρέπει φυσικά να προστεθούν και όλα τα υπόλοιπα έξοδα ενός νοικοκυριού. Αντίστοιχα, σε οίκους ευγηρίας, μια γκαρσονιέρα ή ένα προσωπικό δωμάτιο με ένα τουλάχιστον γεύμα κοστίζει 2.210 δολάρια το μήνα κατά μέσο όρο.
  • Γεροντική σύνταξη (Old Age Security - OAS). Είναι ένα επίδομα που παίρνουν όσοι έχουν ζήσει τουλάχιστον 10 χρόνια της ενήλικης ζωής τους (18 χρόνων και άνω) στον Καναδά και έχουν κλείσει τα 65 χρόνια. Από ένα όριο εισοδήματος και πάνω, το επίδομα αυτό δεν καταβάλλεται στον συνταξιούχο.
  • Προσωπικές αποταμιεύσεις και επενδύσεις συνταξιοδότησης. Εδώ μιλάμε ουσιαστικά για προσωπικούς συνταξιοδοτικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, ένα «κομπόδεμα» που φτιάχνει ο ασφαλισμένος όσο εργάζεται και παραμένει κλειστό μέχρι τη συνταξιοδότησή του.
  • Ιδιωτικά προγράμματα συνταξιοδότησης από ασφαλιστικές εταιρείες που προσφέρονται από τον εργοδότη. Πρόκειται για προγράμματα καθορισμένων εισφορών, όχι όμως παροχών, όπου μετέχουν εργοδότες και εργαζόμενοι. Οι εισφορές επενδύονται σε διάφορους τομείς και ανάλογα με την απόδοση καθορίζεται και το ποσό της σύνταξης. Αν και νομικά δεν έχει οριστεί ένα συγκεκριμένο ποσό για τον εργοδότη, το μίνιμουμ έχει τεθεί στο 1% του συνόλου των εισφορών των εργαζομένων το χρόνο. Σε άλλα τέτοια προγράμματα, ο εργοδότης εγγυάται ένα συγκεκριμένο ποσό συνταξιοδότησης, ανάλογα με τον μισθό και τα χρόνια εισφορών των εργαζομένων.
* * *

Στο εύλογο ερώτημα για τις συνέπειες αυτού του συστήματος στις αποδοχές και στο βιοτικό επίπεδο των συνταξιούχων, ορισμένα στατιστικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά:

  • Σύμφωνα με έρευνα, τα ελλείμματα των ιδιωτικών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων που παρέχουν οι 90 μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο του Τορόντο, έφταναν αθροιστικά τα 25 δισ. δολάρια το 2012, με τους μετόχους αυτών των εταιρειών να αποκομίζουν μέρισμα 41 δισ. δολάρια! Αντίστοιχα το 2017 είχαμε συνολικό έλλειμμα 12 δισ. δολάρια και 66 δισ. μερίσματα στους μετόχους (χαρακτηριστικό παράδειγμα η εταιρεία «Air Canada»).
  • Το 25% των νέων συνταξιούχων θα δουν δραματική υποβάθμιση του επιπέδου ζωής στα 70 τους χρόνια, λόγω της «σταδιακής μείωσης συνταξιοδοτικής κάλυψης καθώς και δυσκολίες πρόσβασης στα ιδιωτικά προγράμματα συνταξιοδότησης που προσφέρονται από τους εργοδότες», σύμφωνα με άλλη μελέτη. Την ίδια ώρα, ολοένα και περισσότεροι νέοι εργαζόμενοι απασχολούνται κατά κύριο λόγο με «ευέλικτες» μορφές και δεν έχουν πρόσβαση σε άλλα προγράμματα συνταξιοδότησης, πέρα από το κρατικό.
  • Το ασφαλιστικό σύστημα, μαζί με άλλους παράγοντες, εκτιμάται ότι έχει συμβάλει στη φτωχοποίηση των συνταξιούχων, αφού με βάση τους συμβατικούς υπολογισμούς για το στατιστικό όριο της φτώχειας, παρατηρείται αύξηση του ποσοστού από περίπου 5% στα μέσα της δεκαετίας του '90 στο 15% το 2017. Από πρόσφατη έρευνα προκύπτει μάλιστα ότι στον Καναδά όλα τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα που προσφέρονται δεν φτάνουν για να καλύψουν τις ανάγκες του μέσου συνταξιούχου, με βάση το προσδόκιμο ζωής. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, η Στατιστική Υπηρεσία προβλέπει για το 2024 ότι το 36,3% των ατόμων ηλικίας 65 - 69 ετών θα είναι ακόμα εργαζόμενοι.
* * *

Τι γίνεται όμως με το ιδιωτικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα όταν μια εταιρεία φαλιρίσει; Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Το πολυκατάστημα SEARS κήρυξε πτώχευση και έκλεισε το 2017. Οι συνταξιούχοι και οι υπάλληλοι του πολυκαταστήματος με ένα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα ελλειμματικό κατά 260 εκατ. δολάρια βλέπουν από τότε τις παροχές και τις συντάξεις τους να πετσοκόβονται. Τον Ιούλη του 2020 κατάφεραν να εξασφαλίσουν δικαστικά 650 εκατ. δολάρια από την περιουσία της εταιρείας για την κάλυψη των ελλειμμάτων του συνταξιοδοτικού και τις παροχές Υγείας, αλλά δεν ξέρουν ακόμα αν και πότε θα φτάσουν αυτά τα λεφτά στα χέρια τους.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, με πρόσχημα την πανδημία θεσπίστηκαν ελαφρύνσεις και καθυστερήσεις των εισφορών των εργοδοτών μέχρι και το Μάρτη του 2021. Σε άλλες περιπτώσεις επεκτείνονται οι προθεσμίες για την υποχρέωση της εργοδοσίας να καλύψει τα ελλείμματα τέτοιων προγραμμάτων, ακόμα και να απαλλαχτεί για ένα μεγάλο διάστημα από την υποχρεωτική συνεισφορά της.

Ετσι έχει λοιπόν η κατάσταση για ασφαλισμένους και συνταξιούχους σε μια από τις ισχυρότερες οικονομικά χώρες του πλανήτη, μέλος του G7. Αντί επιλόγου, παραθέτουμε το «κλείσιμο» της ανταπόκρισης που έφτασε στην εφημερίδα μας: «Το ασφαλιστικό σύστημα, που προτείνεται ως λύση στην Ελλάδα και που έχει αποτύχει στον Καναδά, όχι μόνο δεν μπορεί να αποτελέσει λύση, αλλά θα γίνει η ταφόπλακα σε κάθε συνταξιοδοτικό δικαίωμα των εργαζομένων. Η εργατική τάξη, ο εργαζόμενος λαός πρέπει να αντιπαλέψει με κάθε τρόπο τις βαθιά αντιλαϊκές αυτές αλλαγές»...

Πρόκληση και εμπαιγμός


Εν αναμονή ενός τρίτου κύματος της πανδημίας, με τον εμβολιασμό του πληθυσμού να αγγίζει μόλις το 1%, με το δημόσιο σύστημα Υγείας να παραμένει ανοχύρωτο, με χιλιάδες χρονίως πάσχοντες και ΑμεΑ να βρίσκουν κλειστές πόρτες στα δημόσια νοσοκομεία της μίας νόσου και στην αποψιλωμένη ΠΦΥ, η κυβέρνηση αρνείται για πολλοστή φορά όχι μόνο να πάρει μέτρα ενίσχυσης του συστήματος Υγείας, αλλά και να δώσει στη δημοσιότητα τα απαραίτητα στοιχεία για τον εμβολιασμό του πληθυσμού: Πόσοι έχουν εμβολιαστεί από τις ελάχιστες δημόσιες και ιδιωτικές ΜΦΗ, τις κλειστές δομές χρονίως πασχόντων και ΑμεΑ, και πόσοι χρονίως πάσχοντες από τον γενικό πληθυσμό.

Σαν να μη συμβαίνει τίποτα από τα παραπάνω, χτες η υφυπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου επισκέφθηκε το Παράρτημα ΑμεΑ Δυτικής Αθήνας του ΚΚΠΠΑ, με «σκοπό την ενημέρωση ωφελουμένων και εργαζομένων για την πορεία, αλλά και την αναγκαιότητα του εμβολιασμού σε κλειστές δομές όπου φιλοξενούνται ηλικιωμένοι, χρονίως πάσχοντες και συμπολίτες μας με αναπηρίες (...) Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι οι ηλικιωμένοι στις ΜΦΗ, όπως και οι χρονίως πάσχοντες, έχουν στερηθεί ακόμα και την παρουσία των προσφιλών τους ατόμων, των αγαπημένων τους. Ο μόνος τρόπος για να τους δουν, να τους αγκαλιάσουν ξανά, είναι να εμβολιαστούμε όλοι, να θωρακιστούμε απέναντι στον κορονοϊό».

Τι έκανε στην πραγματικότητα η κυβέρνηση για όλους αυτούς τους ανθρώπους, και μάλιστα κατά τη διάρκεια της πανδημίας; Αφησε αβοήθητους ηλικιωμένους, ΑμεΑ και χρονίως πάσχοντες, κάνοντας εκπτώσεις στην ιατρική παρακολούθηση που έτσι κι αλλιώς χρειάζονται. Αφησε μόνους και τους εργαζόμενους, χωρίς τεστ και μέσα ατομικής προστασίας, με την «ατομική ευθύνη» να βαραίνει τις πλάτες τους για την αποφυγή της διασποράς και να στοχοποιούνται σε κάθε κρούσμα.

Τι έκανε η κυβέρνηση για το συγκεκριμένο Παράρτημα ΑμεΑ του ΚΚΠΠΑ; Διατήρησε την υποστελέχωση και την εργασιακή ομηρία, με το 1/3 των εργαζομένων να είναι συμβασιούχοι, σε συνθήκες επαγγελματικής εξουθένωσης προκειμένου να καλυφθούν οι σύνθετες ανάγκες των 146 φιλοξενούμενων. Τέλη Μάρτη αναμένεται να απολύσει 150 επικουρικούς από τα ΚΚΠΑ, που είναι στο σύνολό τους υποστελεχωμένα και χωρίς απαραίτητες ειδικότητες. Στόχος της - όπως αναφέρεται και στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα ΑμεΑ, που παρουσίασε πρόσφατα - είναι να κλείσουν σταδιακά όλες οι κλειστές δομές ΑμεΑ των ΚΚΠΠ Αττικής και Λεχαινών μέχρι το 2023. Κι όλα αυτά όταν χιλιάδες άνθρωποι βρίσκονται στη λίστα - κάποιοι ακόμη και χρόνια - για μια θέση στα ελάχιστα δημόσια προνοιακά ιδρύματα... Η πρόκληση και ο εμπαιγμός, λοιπόν, έχουν και τα όριά τους.


Ε.

Κάτω απ' τη «σκόνη»


Στον αχυρώνα των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ καβγάδισαν ξανά την Τετάρτη ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή το νομοσχέδιο για την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο.

Ποιος ο λόγος; Να αποδείξουν ποιος «κάνει κωλοτούμπες στα εθνικά και ποιος δείχνει σοβαρότητα», ποιος είναι «ανεύθυνος» και ποιος «υπεύθυνος», ποιος «έμεινε στις προθέσεις» και ποιος υλοποίησε τα όσα περιλαμβάνει η πολιτική της εμπλοκής στα σχέδια των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ για τα συμφέροντα της αστικής τάξης.

Γιατί όλα αυτά ήταν βέβαια υποσημείωση στο «περιθώριο» της «διακομματικής σύμπλευσης μεταξύ των περισσότερων κομμάτων» που όχι άδικα διαπίστωνε ο πρωθυπουργός, μετά και τις διαβεβαιώσεις του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ότι «είμαστε έτοιμοι να στηρίξουμε όπου χρειαστεί την κυβέρνηση», με μόνη προϋπόθεση αυτή να αποδείξει πως «χειρίζεται τα εθνικά θέματα, τα Ελληνοτουρκικά πρωτίστως, με εθνική σοβαρότητα».

Γιατί πίσω από τα «ακροβατικά» και την υποτιθέμενη «αλλαγή στάσης», πίσω από τις αντιπολιτευτικές κορόνες που ανταλλάσσουν τα αστικά κόμματα, η πορεία δείχνει ολόισια στην «εθνική» στρατηγική της βαθύτερης εμπλοκής, που μεγαλώνει τους κινδύνους για τον λαό και τα κυριαρχικά δικαιώματα.

Ενας ένας άλλωστε οι «σταθμοί» αυτής της πορείας το επιβεβαιώνουν.

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς;

Το «στριπτίζ» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στον «διαβολικά καλό» Τραμπ στα εγκαίνια του Στρατηγικού Διαλόγου με τις ΗΠΑ, τότε που η ΝΔ, το ΚΙΝΑΛ και οι λοιποί «καλωσόριζαν» τον ΣΥΡΙΖΑ στην «εθνική» γραμμή της μετατροπής της χώρας σε αμερικανοΝΑΤΟικό ορμητήριο, κι επειδή πέταγε και τα υποκριτικά «χαϊμαλιά» του «αντιιμπεριαλισμού» που αξιοποιούσε για να εγκλωβίζει λαϊκές δυνάμεις;

Τη ΝΑΤΟικής κοπής Συμφωνία των Πρεσπών, για να προχωρήσει η «ευρωατλαντική ολοκλήρωση» των Δ. Βαλκανίων και τα οφέλη που προσδοκά η αστική τάξη, με τον ΣΥΡΙΖΑ να κουνάει το δάχτυλο στη ΝΔ ότι με το «χάιδεμα» εθνικιστικών δυνάμεων και τις προεκλογικές της κορόνες υπονόμευσε τάχα την υλοποίηση της κοινής τους στρατηγικής, για την οποία σήμερα «δίνει μάχες» ως κυβέρνηση;

Τις κατηγορίες για τους χειρισμούς και για τον κατάλληλο χρόνο των «διευθετήσεων» που προωθούνται σε ό,τι αφορά τα Ελληνοτουρκικά, το Κυπριακό; Κατηγορίες που όπως αποδεικνύει και η «μονοφωνία» των ημερών, κάθε άλλο παρά αφορούν το περιεχόμενο των διευθετήσεων, τα παζάρια δηλαδή της αστικής τάξης, τα σχέδια συνεκμετάλλευσης που προωθούν ενεργειακοί όμιλοι, την προσπάθεια θωράκισης της ΝΑΤΟικής συνοχής απέναντι στα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

`Η μήπως τις δηλώσεις για τους «εξοπλισμούς» μαμούθ, προηγουμένως τα «F-16», σήμερα τα «Rafale» και τις φρεγάτες, τα περί «αδιαφάνειας» και τις ενστάσεις για τη χρησιμότητά τους, που στο διά ταύτα καταλήγει στη «διακομματική» γιγάντωση των εξοπλισμών που αξιοποιούνται για τις ΝΑΤΟικές αποστολές, ακόμα και εκτός συνόρων, που κάνουν τον λαό στόχο των ανταγωνισμών και υπονομεύουν σύνορα και κυριαρχικά δικαιώματα;

Οταν λοιπόν η «σκόνη» από τα καβγαδάκια κατακάθεται, μένει ο αμερικανοΝΑΤΟικός σχεδιασμός που όλοι μαζί έχουν κορόνα στο κεφάλι τους, τα συμφέροντα της αστικής τάξης που όλοι μαζί υπηρετούν. Αυτά δηλαδή που πρέπει πιο αποφασιστικά να σημαδέψει η λαϊκή πάλη, μπροστά και στις επικίνδυνες εξελίξεις που δρομολογούνται.

TOP READ