Ξεψειρίζοντας
Κάθε επιστροφή στη λδ του βορρά τη συνοδεύει η
επανασύνδεση με την πατρική εστία, τα οικεία πρόσωπα, τις προσφιλείς τους
συνήθειες: όπως το πριν, η εφημερίδα της ανεξάρτητης αριστεράς, στην τουαλέτα
του σπιτιού για παράδειγμα, εκεί που έρχονται οι μεγάλες σκέψεις και
εμπνεύσεις, όχι για κάποια άμεση πρακτική χρήση συνδεμένη με τον χώρο, αλλά ως
τροφή (από την παραγωγή στην κατανάλωση που λένε) για σκέψη και προβληματισμό.
Μια προηγούμενη αντίστοιχη ανάρτηση είχε τίτλο ‘ξεφυλλίζοντας’. Αυτή σκέφτηκα να την πω ‘ξεψειρίζοντας’, γιατί κολλάει κάπως και με τον τύπο της πολεμικής που πατά στα γραπτά του άλλου, για να τα κριτικάρει. Θα μπορούσε όμως να λέγεται και ‘ξεκοκαλίζοντας’, με αφορμή ένα σχόλιο στο ημίφως από το δισέλιδο πρινηδόν, που φιλοξενεί πλέον και γελοιογραφίες του παπαγεωργίου, παλιού σκιτσογράφου του ρίζου. Το σχόλιο αποτελεί απάντηση σε ένα παλιότερο σχόλιο (εύστοχο κατά τη γνώμη μου) του ριζοσπάστη για μια λεζάντα στο οπισθόφυλλο ενός προηγούμενου φύλλου του πριν και μας λέει πως η ηγεσία του κκε (ο διαχωρισμός μεταξύ ηγεσίας-βάσης είναι τόσο προβλέψιμο κλισέ, που αν το παραλείψουν θα ήταν σα να ξεχνάνε μία από τις υποχρεωτικές κινήσεις στο πατινάζ και να έπρεπε να τους αφαιρεθούν βαθμοί) έχει μάλλον μεγάλο πρόβλημα με την αυξημένη απήχηση της ανταρσυα, και υποχρεώνεται να ξεκοκαλίζει το πριν, για να βρει κάτι πρόσφορο για λάσπη και διαστρέβλωση.
Το πιο ωραίο σε όλα αυτά είναι η υπογραμμισμένη φράση: αυξημένη απήχηση της ανταρσυα. Γενικά τον αριστεριστή δεν τον πιάνεις πουθενά σε αυτό το θέμα. Αν δεν ασχολείσαι μαζί του, είναι γιατί δεν έχεις επιχειρήματα να αντιπαρατεθείς στα δικά του κι όχι γιατί ο χώρος του αποτελεί αμελητέα ποσότητα. Και όταν αποφασίζουμε να το κάνουμε είναι επειδή μας ασκεί αφόρητη πολιτική πίεση και προσπαθούμε να συσπειρώσουμε τον κόσμο μας και να το μαντρώσουμε μη μας φύγει. Αυτό περίπου ισχυρίζεται κι ο δ. γρηγορόπουλος στο κομμάτι της εφημερίδας για το κκε, λέγοντας πως το κόμμα ασκεί άστοχη και οξυμένη στο έπακρο κριτική προς την ανταρσυα, γιατί φοβάται α. ότι θα αποκαλυφθεί ο ρεφορμισμός του άμεσου προγράμματός του με αγώνες χαμηλής έντασης και β. την προσχώρηση αγωνιστών από τη βάση του στην αντικαπιταλιστική πρόταση της ανταρσυα.
Ξεπερνάω τον πειρασμό να σχολιάσω τι ακριβώς σημαίνει άμεσο (-όπως λέμε δηλ «μίνιμουμ»;) πρόγραμμα και πώς συνδέεται αυτή η αντίληψη με το ρεφορμισμό, ή τα περί αγώνων χαμηλής έντασης (σαν την χαλυβουργία πχ;) και το πού οδηγούν οι κινητοποιήσεις... «υψηλής έντασης», όπως τις εννοεί η ανταρσυα και ο πάριος –πχ πλατείες- για να σταθούμε στο δεύτερο μέρος. Προσωπικά όλα αυτά περί ανήσυχης βάσης του κκε που προσεγγίζει την πρόταση της ανταρσυα, κτλ, μου θυμίζουνε ένα σκετσάκι από το δίσκο του χάρρυ κλυνν ‘ραντεβού με την εισαγγελία’, επί κοσκωτά, όπου ο δημοσιογράφος κάνει επισκόπηση του τύπου διαβάζοντας τα (φανταστικά) πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και όλες σχεδόν ασχολούνται με το σκάνδαλο και το φορτηγάκι με τα πάμπερς, εκτός του λακεδαιμόνιου ριζοσπάστη που το συνδέει με τη δυναμική του (φρέσκου κι ενιαίου τότε) συνασπισμού και λέει πως η κυβέρνηση επιχειρεί να εμποδίσει με κάθε μέσο την κάθοδο και συμπαράταξη δεκάδων φορέων με το νέο πολιτικό εγχείρημα.
Στην ίδια στήλη υπάρχει ένα σχόλιο γι’ αυτό το κομμάτι του οδηγητή με τα έργα και τις ημέρες της ανταρσυα στο συνδικαλιστικό κίνημα, που ανθολογεί φράσεις από το κείμενο –πχ το ‘ψεύτικο επαναστατηλίκι’ και καταλήγει ότι όσοι είναι πάντως με το ..αληθινό επαναστατηλίκι, όφειλαν να είναι δίπλα στους εμποροϋπαλλήλους στην ερμού, όταν τους χτύπαγαν τα ματ, και στη διαδήλωση κατά της μέρκελ.
Εμένα αφενός αυτά τα αντιμερκελικά –και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο- δε μου λένε πολλά· αφετέρου οι δυνάμεις του παμε προφανώς και έδωσαν το «παρών» στη μάχη της απεργίας των εμποροϋπαλλήλων. Κι αν μπούμε στη λογική να παίρνουμε παρουσίες στις απεργιακές περιφρουρήσεις, κάποιες δυνάμεις, από ορισμένο χώρο, θα μείνουν μετεξεταστέες, συνεπώς καλύτερα να μη θίγουν το συγκεκριμένο θέμα.
Αν στέκομαι λοιπόν σ’ αυτό το σημείο, είναι γιατί αδυνατώ να εξηγήσω την πτωτική πορεία των (αντι)δράσεων στο μέτωπο της κυριακάτικης αργίας, μετά τις δυναμικές κινητοποιήσεις κατά την πρώτη εβδομάδα εφαρμογής του μέτρου. Και μοιράζομαι την απορία αυτή με τη βάση του μπλοκ, για να μας δώσει τα φώτα του, όποιος σφος αναγνώστης ξέρει κάτι σχετικά με το θέμα και έχει κάποια λογική ερμηνεία.
Το νόημα της ανάρτησης είναι αυτό που απασχολεί θεωρητικά και τους συντάκτες του πριν: ο τρόπος διεξαγωγής της όποιας αντιπαράθεσης. Η οποία μπορεί να γίνει με όρους συνδικαλιάς και αμφιθεάτρου, ή με ξεψείρισμα και διαστρέβλωση των θέσεων του αντιπάλου. Αλλά μπορεί να αφορά και την ουσία του πράγματος, χωρίς υπεκφυγές κι ωραιοποιήσεις, με βασικό άξονα την αλήθεια –που δεν είναι μία αλλά είναι επαναστατική, όπως έλεγε ο γκράμσι. Θα φέρω ένα παράδειγμα, έξω από τη σχετική διαπάλη, για να γίνει καλύτερα αντιληπτό.
Το ρεπορτάζ στο ίδιο φύλλο της εφημερίδας για τα γιάννενα και το δημοτικό σχήμα που στηρίζει το ναρ (παρεμβαίνει για πρώτη φορά στην πόλη, όχι όμως κι οι άνθρωποι που το αποτελούν) αποφεύγει να θίξει την ουσία του πράγματος και στην καλύτερη περιορίζεται σε μισές αλήθειες (μια αυτόνομη αντικαπιταλιστική πρόταση που δε θα διαπραγματεύεται σε κλειστά γραφεία με αντιδημοκρατικές διαδικασίες), χωρίς καν να αναφέρει ότι η ανταρσυα στηρίζει δύο διαφορετικούς συνδυασμούς στο δήμο και να εξηγεί στους αμύητους πώς προέκυψαν αυτή η διάσπαση. {Συνοπτικά ο αρανίτης υποψήφιος της ανταρσυα στις εκλογές του 10’, πήγε για τα πολλά, επιδιώκοντας τη στήριξη του σύριζα, κι έχασε και τα λίγα, δηλ τη στήριξη του ναρ και της μισής –και παραπάνω- ανταρσυα που διαχώρισε τη θέση της και κατεβάζει δικό της ξεχωριστό υποψήφιο}.
Άλλο παράδειγμα. Στις ευρωεκλογές η ανταρσυα κατεβαίνει με βασικό πολιτικό στόχο-σύνθημα την έξοδο απο την εε –παλιότερα έμπαινε ως αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από τα κάτω κι αριστερά, αλλά έκτοτε έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι- που θεωρεί πως τη διαφοροποιεί τόσο από την ευρωλαγνεία του σύριζα, όσο και από το κκε, που συνδέει την αποδέσμευση με τη λαϊκή εξουσία. Παρόλα αυτά, οι προεκλογικές ζυμώσεις με το σχέδιο β’ του αλαβάνου, που προτάσσει πιο καθαρά ένα μέτωπο γύρω από το νόμισμα και την έξοδο από το ευρώ, παρά το άδοξο τέλος τους, φαίνεται να έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στο εσωτερικό της ανταρσύα και στην κεντρική προεκλογική της αφίσα. Όπου ναι μεν το σύνθημα «έξω από την εε» καταλαμβάνει με πηχαία γράμματα το μεγαλύτερο μέρος της, αλλά από κάτω μπαίνει με μικρότερα το συμπλήρωμα «του κεφαλαίου, του ρατσισμού, της ιμπεριαλιστικής ληστείας».
Για στάσου, υπάρχει δηλ κι άλλη ευρώπη, φιλολαϊκή και λιγότερο βάρβαρη; Τι θέλει να πει ο ποιητής;
Αυτό θα μου πεις είναι ξεψείρισμα, όπως με τη λεζάντα στο οπισθόφυλλο του πριν. Ίσως να ‘ναι κι έτσι. Όσοι έχουν ζήσει όμως τις πολύωρες, εξαντλητικές διαδικασίες συνδιαμόρφωσης του εξωκοινοβουλίου, καταλαβαίνουν πως το ίδιο «ξεψείρισμα» γίνεται κι από τις οργανώσεις του χώρου, που περνάνε από κόσκινο τα προεκλογικά υλικά και μπορεί να διαφωνήσουν για μια τελεία, που λέει ο λόγος. Θέλω να πω δηλ πως η τελική διατύπωση μόνο τυχαία ή κατά λάθος δεν προέκυψε. Και αυτό γεννάει κάποια εύλογα ερωτήματα.
Ο πυρήνας της διαφωνίας πάντως βρίσκεται αλλού και εντοπίζεται πολύ εύστοχα κι από τον ίδιο το γρηγορόπουλο στο κείμενό του, που λέει πως «το κκε εγκλωβίζεται στην πάγια ιδεοληψία του ότι στα πλαίσια του καπιταλισμού μόνο οικονομικές και επιμέρους εργασιακές διεκδικήσεις είναι πραγματώσιμες, ενώ μεταρρυθμίσεις δομικού χαρακτήρα είναι εφικτές μόνο με τη νίκη του σοσιαλισμού».
Παρακάμπτω και πάλι τον πειρασμό να σχολιάσω κάποιες επιμέρους διατυπώσεις, για να σταθώ στις «δομικές μεταρρυθμίσεις». Δεν ξέρω αν για τον αρθογράφο και την ανταρσυα ο όρος δηλώνει κάτι διαφορετικό από αυτό που αντιλαμβάνομαι και δηλώνει η ετυμολογία του, αλλά εφόσον αφορούν τις δομές και τον χαρακτήρα του καπιταλισμού είναι αντιφατικό να πιστεύουμε ότι μπορούν να πραγματοποιηθούν στα πλαίσια του συστήματος και γενικά να τις ονομάζουμε «μεταρρυθμίσεις». Αν πρόκειται δηλ να αλλάξουμε ριζικά τη δομή, τη φύση ενός κοινωνικού συστήματος, εννοούμε βασικά να αλλάξουμε σύστημα. Κι αυτό προϋποθέτει την κατάληψη της εξουσίας κι ένα επαναστατικό άλμα.
Κι όντως, εδώ βρίσκεται η βασική διαφορά. Τι αντιλαμβάνεται κανείς ως διέξοδο από την κρίση και φορέα υλοποίησής της. Τι εκτίμηση έχει για τα περιθώρια του καπιταλισμού, στη σημερινή φάση ανάπτυξής του και γενικά, για παραχωρήσεις και σε ποιο πλαίσιο πιστεύει ότι μπορεί να πραγματοποιηθούν. Αν το κίνημα είναι τόσο ισχυρό, ώστε να επιβάλει τις αλλαγές που περιγράφονται και στην εκλογική διακήρυξη της ανταρσυα (εργατικός έλεγχος, φιλολαϊκές κρατικοποιήσεις, κτλ), τι το εμποδίζει να προχωρήσει μέχρι τέλους και περιορίζεται σε ενδιάμεσους στόχους; Και αν αντιστρόφως αυτοί οι στόχοι είναι υλοποιήσιμοι στο σήμερα, υπό την πίεση του κινήματος πάντα, και ζούμε ζωή χαρισάμενη χωρίς επαναστατικές τομές, ποιον ακριβώς θα πείσουμε για την αναγκαιότητα των τελευταίων;
Η δυνατότητα του επαναστατικού υποκειμένου να κατακτήσει ριζικές αλλαγές πριν από την επανάσταση αποτελεί θεωρητικό και ιστορικό κεκτημένο του μαρξισμού, συνεχίζει το άρθρο, φέρνοντας παραδείγματα από το κομμουνιστικό μανιφέστο και τα μέτρα που υποδεικνύει ο λένιν στο κείμενο «η καταστροφή που μας απειλεί», τα οποία δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός, ούτε όμως και καπιταλισμός.
Οι κατακτήσεις του επαναστατικού υποκειμένου έχουν επισφαλή και προσωρινό χαρακτήρα, εφόσον δε συνοδεύονται από επαναστατικές αλλαγές. Και το κίνημα έχει πικρή εμπειρία από «αλλαγές» που ξεστράτισαν στην πορεία και αποτελούν –με διάφορα ονόματα και παραλλαγές- ιστορικό κεκτημένο της σοσιαλδημοκρατίας.
Τι μπορεί να σημαίνει όμως στις σημερινές συνθήκες η φόρμουλα «δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός, ούτε όμως και καπιταλισμός», αν όχι ένα ενδιάμεσο στάδιο; Και τι αξία έχει να μεταφέρουμε επιλεκτικά στο σήμερα παλιές φόρμουλες και συνθήματα των κομμουνιστών, να πιανόμαστε από ειδικές συνθήκες (το σεπτέμβρη του 17’) και ένα κείμενο, για να δικαιολογήσουμε μια τακτική επιλογή στο παρόν, αντί να μελετάμε συνολικά τη στρατηγική γραμμή των μπολσεβίκων από το φλεβάρη στον οκτώβρη;
Κι εσύ απολίθωμα γιατί κάθεσαι, τα διαβάζεις και μας τα λες όλα αυτά; θα ρωτήσει κανείς. Αφενός γιατί τα βρίσκω μπροστά μου, πάνω στο πλυντήριο του σπιτιού. Και αφετέρου γιατί μπορείς να βρεις κι ωραία κείμενα σαν το μονόστηλο σπαρίλα για το ποτάμι «και ένα σακίδιο αδειανό» (για μιαν ελένη). Όπου παραφράζοντας τον μαρξ, στο πρόγραμμα της γκότα, λέει πως για το θεοδωράκη (όχι κάθε πρακτικό βήμα του κινήματος, αλλά) κάθε λεπτό προβολής στα κανάλια είναι πιο σημαντικό από μια ντουζίνα προγράμματα και συγκεκριμένες θέσεις!
Εκεί διάβασα πρώτη φορά και για την απάντηση του θεοδωράκη στις κατηγορίες περί αοριστίας των θέσεών του: «το ποτάμι έχει συγκεκριμένες θέσεις, όσο κανένα άλλο κόμμα, πλην ίσως του κκε»! Και στη συνέχεια: «δεν αστειεύομαι, μπείτε στα σάιτ τους και ψάξτε να βρείτε τις θέσεις τους για την εε. Ή δε θα έχουν καθόλου ή θα βρείτε ευχολόγια κι αοριστίες».
Δίκιο έχει ο σταύρος. Δεν ήταν εκεί όμως ο σπαρίλας να του πει για τη θολή, λαϊκή εξουσία και το κρυστάλλινο μεταβατικό του χώρου του: δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός, …ούτε όμως καπιταλισμός… αυτό ακριβώς, τίποτε άλλο
Μια προηγούμενη αντίστοιχη ανάρτηση είχε τίτλο ‘ξεφυλλίζοντας’. Αυτή σκέφτηκα να την πω ‘ξεψειρίζοντας’, γιατί κολλάει κάπως και με τον τύπο της πολεμικής που πατά στα γραπτά του άλλου, για να τα κριτικάρει. Θα μπορούσε όμως να λέγεται και ‘ξεκοκαλίζοντας’, με αφορμή ένα σχόλιο στο ημίφως από το δισέλιδο πρινηδόν, που φιλοξενεί πλέον και γελοιογραφίες του παπαγεωργίου, παλιού σκιτσογράφου του ρίζου. Το σχόλιο αποτελεί απάντηση σε ένα παλιότερο σχόλιο (εύστοχο κατά τη γνώμη μου) του ριζοσπάστη για μια λεζάντα στο οπισθόφυλλο ενός προηγούμενου φύλλου του πριν και μας λέει πως η ηγεσία του κκε (ο διαχωρισμός μεταξύ ηγεσίας-βάσης είναι τόσο προβλέψιμο κλισέ, που αν το παραλείψουν θα ήταν σα να ξεχνάνε μία από τις υποχρεωτικές κινήσεις στο πατινάζ και να έπρεπε να τους αφαιρεθούν βαθμοί) έχει μάλλον μεγάλο πρόβλημα με την αυξημένη απήχηση της ανταρσυα, και υποχρεώνεται να ξεκοκαλίζει το πριν, για να βρει κάτι πρόσφορο για λάσπη και διαστρέβλωση.
Το πιο ωραίο σε όλα αυτά είναι η υπογραμμισμένη φράση: αυξημένη απήχηση της ανταρσυα. Γενικά τον αριστεριστή δεν τον πιάνεις πουθενά σε αυτό το θέμα. Αν δεν ασχολείσαι μαζί του, είναι γιατί δεν έχεις επιχειρήματα να αντιπαρατεθείς στα δικά του κι όχι γιατί ο χώρος του αποτελεί αμελητέα ποσότητα. Και όταν αποφασίζουμε να το κάνουμε είναι επειδή μας ασκεί αφόρητη πολιτική πίεση και προσπαθούμε να συσπειρώσουμε τον κόσμο μας και να το μαντρώσουμε μη μας φύγει. Αυτό περίπου ισχυρίζεται κι ο δ. γρηγορόπουλος στο κομμάτι της εφημερίδας για το κκε, λέγοντας πως το κόμμα ασκεί άστοχη και οξυμένη στο έπακρο κριτική προς την ανταρσυα, γιατί φοβάται α. ότι θα αποκαλυφθεί ο ρεφορμισμός του άμεσου προγράμματός του με αγώνες χαμηλής έντασης και β. την προσχώρηση αγωνιστών από τη βάση του στην αντικαπιταλιστική πρόταση της ανταρσυα.
Ξεπερνάω τον πειρασμό να σχολιάσω τι ακριβώς σημαίνει άμεσο (-όπως λέμε δηλ «μίνιμουμ»;) πρόγραμμα και πώς συνδέεται αυτή η αντίληψη με το ρεφορμισμό, ή τα περί αγώνων χαμηλής έντασης (σαν την χαλυβουργία πχ;) και το πού οδηγούν οι κινητοποιήσεις... «υψηλής έντασης», όπως τις εννοεί η ανταρσυα και ο πάριος –πχ πλατείες- για να σταθούμε στο δεύτερο μέρος. Προσωπικά όλα αυτά περί ανήσυχης βάσης του κκε που προσεγγίζει την πρόταση της ανταρσυα, κτλ, μου θυμίζουνε ένα σκετσάκι από το δίσκο του χάρρυ κλυνν ‘ραντεβού με την εισαγγελία’, επί κοσκωτά, όπου ο δημοσιογράφος κάνει επισκόπηση του τύπου διαβάζοντας τα (φανταστικά) πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και όλες σχεδόν ασχολούνται με το σκάνδαλο και το φορτηγάκι με τα πάμπερς, εκτός του λακεδαιμόνιου ριζοσπάστη που το συνδέει με τη δυναμική του (φρέσκου κι ενιαίου τότε) συνασπισμού και λέει πως η κυβέρνηση επιχειρεί να εμποδίσει με κάθε μέσο την κάθοδο και συμπαράταξη δεκάδων φορέων με το νέο πολιτικό εγχείρημα.
Στην ίδια στήλη υπάρχει ένα σχόλιο γι’ αυτό το κομμάτι του οδηγητή με τα έργα και τις ημέρες της ανταρσυα στο συνδικαλιστικό κίνημα, που ανθολογεί φράσεις από το κείμενο –πχ το ‘ψεύτικο επαναστατηλίκι’ και καταλήγει ότι όσοι είναι πάντως με το ..αληθινό επαναστατηλίκι, όφειλαν να είναι δίπλα στους εμποροϋπαλλήλους στην ερμού, όταν τους χτύπαγαν τα ματ, και στη διαδήλωση κατά της μέρκελ.
Εμένα αφενός αυτά τα αντιμερκελικά –και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο- δε μου λένε πολλά· αφετέρου οι δυνάμεις του παμε προφανώς και έδωσαν το «παρών» στη μάχη της απεργίας των εμποροϋπαλλήλων. Κι αν μπούμε στη λογική να παίρνουμε παρουσίες στις απεργιακές περιφρουρήσεις, κάποιες δυνάμεις, από ορισμένο χώρο, θα μείνουν μετεξεταστέες, συνεπώς καλύτερα να μη θίγουν το συγκεκριμένο θέμα.
Αν στέκομαι λοιπόν σ’ αυτό το σημείο, είναι γιατί αδυνατώ να εξηγήσω την πτωτική πορεία των (αντι)δράσεων στο μέτωπο της κυριακάτικης αργίας, μετά τις δυναμικές κινητοποιήσεις κατά την πρώτη εβδομάδα εφαρμογής του μέτρου. Και μοιράζομαι την απορία αυτή με τη βάση του μπλοκ, για να μας δώσει τα φώτα του, όποιος σφος αναγνώστης ξέρει κάτι σχετικά με το θέμα και έχει κάποια λογική ερμηνεία.
Το νόημα της ανάρτησης είναι αυτό που απασχολεί θεωρητικά και τους συντάκτες του πριν: ο τρόπος διεξαγωγής της όποιας αντιπαράθεσης. Η οποία μπορεί να γίνει με όρους συνδικαλιάς και αμφιθεάτρου, ή με ξεψείρισμα και διαστρέβλωση των θέσεων του αντιπάλου. Αλλά μπορεί να αφορά και την ουσία του πράγματος, χωρίς υπεκφυγές κι ωραιοποιήσεις, με βασικό άξονα την αλήθεια –που δεν είναι μία αλλά είναι επαναστατική, όπως έλεγε ο γκράμσι. Θα φέρω ένα παράδειγμα, έξω από τη σχετική διαπάλη, για να γίνει καλύτερα αντιληπτό.
Το ρεπορτάζ στο ίδιο φύλλο της εφημερίδας για τα γιάννενα και το δημοτικό σχήμα που στηρίζει το ναρ (παρεμβαίνει για πρώτη φορά στην πόλη, όχι όμως κι οι άνθρωποι που το αποτελούν) αποφεύγει να θίξει την ουσία του πράγματος και στην καλύτερη περιορίζεται σε μισές αλήθειες (μια αυτόνομη αντικαπιταλιστική πρόταση που δε θα διαπραγματεύεται σε κλειστά γραφεία με αντιδημοκρατικές διαδικασίες), χωρίς καν να αναφέρει ότι η ανταρσυα στηρίζει δύο διαφορετικούς συνδυασμούς στο δήμο και να εξηγεί στους αμύητους πώς προέκυψαν αυτή η διάσπαση. {Συνοπτικά ο αρανίτης υποψήφιος της ανταρσυα στις εκλογές του 10’, πήγε για τα πολλά, επιδιώκοντας τη στήριξη του σύριζα, κι έχασε και τα λίγα, δηλ τη στήριξη του ναρ και της μισής –και παραπάνω- ανταρσυα που διαχώρισε τη θέση της και κατεβάζει δικό της ξεχωριστό υποψήφιο}.
Άλλο παράδειγμα. Στις ευρωεκλογές η ανταρσυα κατεβαίνει με βασικό πολιτικό στόχο-σύνθημα την έξοδο απο την εε –παλιότερα έμπαινε ως αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από τα κάτω κι αριστερά, αλλά έκτοτε έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι- που θεωρεί πως τη διαφοροποιεί τόσο από την ευρωλαγνεία του σύριζα, όσο και από το κκε, που συνδέει την αποδέσμευση με τη λαϊκή εξουσία. Παρόλα αυτά, οι προεκλογικές ζυμώσεις με το σχέδιο β’ του αλαβάνου, που προτάσσει πιο καθαρά ένα μέτωπο γύρω από το νόμισμα και την έξοδο από το ευρώ, παρά το άδοξο τέλος τους, φαίνεται να έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στο εσωτερικό της ανταρσύα και στην κεντρική προεκλογική της αφίσα. Όπου ναι μεν το σύνθημα «έξω από την εε» καταλαμβάνει με πηχαία γράμματα το μεγαλύτερο μέρος της, αλλά από κάτω μπαίνει με μικρότερα το συμπλήρωμα «του κεφαλαίου, του ρατσισμού, της ιμπεριαλιστικής ληστείας».
Για στάσου, υπάρχει δηλ κι άλλη ευρώπη, φιλολαϊκή και λιγότερο βάρβαρη; Τι θέλει να πει ο ποιητής;
Αυτό θα μου πεις είναι ξεψείρισμα, όπως με τη λεζάντα στο οπισθόφυλλο του πριν. Ίσως να ‘ναι κι έτσι. Όσοι έχουν ζήσει όμως τις πολύωρες, εξαντλητικές διαδικασίες συνδιαμόρφωσης του εξωκοινοβουλίου, καταλαβαίνουν πως το ίδιο «ξεψείρισμα» γίνεται κι από τις οργανώσεις του χώρου, που περνάνε από κόσκινο τα προεκλογικά υλικά και μπορεί να διαφωνήσουν για μια τελεία, που λέει ο λόγος. Θέλω να πω δηλ πως η τελική διατύπωση μόνο τυχαία ή κατά λάθος δεν προέκυψε. Και αυτό γεννάει κάποια εύλογα ερωτήματα.
Ο πυρήνας της διαφωνίας πάντως βρίσκεται αλλού και εντοπίζεται πολύ εύστοχα κι από τον ίδιο το γρηγορόπουλο στο κείμενό του, που λέει πως «το κκε εγκλωβίζεται στην πάγια ιδεοληψία του ότι στα πλαίσια του καπιταλισμού μόνο οικονομικές και επιμέρους εργασιακές διεκδικήσεις είναι πραγματώσιμες, ενώ μεταρρυθμίσεις δομικού χαρακτήρα είναι εφικτές μόνο με τη νίκη του σοσιαλισμού».
Παρακάμπτω και πάλι τον πειρασμό να σχολιάσω κάποιες επιμέρους διατυπώσεις, για να σταθώ στις «δομικές μεταρρυθμίσεις». Δεν ξέρω αν για τον αρθογράφο και την ανταρσυα ο όρος δηλώνει κάτι διαφορετικό από αυτό που αντιλαμβάνομαι και δηλώνει η ετυμολογία του, αλλά εφόσον αφορούν τις δομές και τον χαρακτήρα του καπιταλισμού είναι αντιφατικό να πιστεύουμε ότι μπορούν να πραγματοποιηθούν στα πλαίσια του συστήματος και γενικά να τις ονομάζουμε «μεταρρυθμίσεις». Αν πρόκειται δηλ να αλλάξουμε ριζικά τη δομή, τη φύση ενός κοινωνικού συστήματος, εννοούμε βασικά να αλλάξουμε σύστημα. Κι αυτό προϋποθέτει την κατάληψη της εξουσίας κι ένα επαναστατικό άλμα.
Κι όντως, εδώ βρίσκεται η βασική διαφορά. Τι αντιλαμβάνεται κανείς ως διέξοδο από την κρίση και φορέα υλοποίησής της. Τι εκτίμηση έχει για τα περιθώρια του καπιταλισμού, στη σημερινή φάση ανάπτυξής του και γενικά, για παραχωρήσεις και σε ποιο πλαίσιο πιστεύει ότι μπορεί να πραγματοποιηθούν. Αν το κίνημα είναι τόσο ισχυρό, ώστε να επιβάλει τις αλλαγές που περιγράφονται και στην εκλογική διακήρυξη της ανταρσυα (εργατικός έλεγχος, φιλολαϊκές κρατικοποιήσεις, κτλ), τι το εμποδίζει να προχωρήσει μέχρι τέλους και περιορίζεται σε ενδιάμεσους στόχους; Και αν αντιστρόφως αυτοί οι στόχοι είναι υλοποιήσιμοι στο σήμερα, υπό την πίεση του κινήματος πάντα, και ζούμε ζωή χαρισάμενη χωρίς επαναστατικές τομές, ποιον ακριβώς θα πείσουμε για την αναγκαιότητα των τελευταίων;
Η δυνατότητα του επαναστατικού υποκειμένου να κατακτήσει ριζικές αλλαγές πριν από την επανάσταση αποτελεί θεωρητικό και ιστορικό κεκτημένο του μαρξισμού, συνεχίζει το άρθρο, φέρνοντας παραδείγματα από το κομμουνιστικό μανιφέστο και τα μέτρα που υποδεικνύει ο λένιν στο κείμενο «η καταστροφή που μας απειλεί», τα οποία δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός, ούτε όμως και καπιταλισμός.
Οι κατακτήσεις του επαναστατικού υποκειμένου έχουν επισφαλή και προσωρινό χαρακτήρα, εφόσον δε συνοδεύονται από επαναστατικές αλλαγές. Και το κίνημα έχει πικρή εμπειρία από «αλλαγές» που ξεστράτισαν στην πορεία και αποτελούν –με διάφορα ονόματα και παραλλαγές- ιστορικό κεκτημένο της σοσιαλδημοκρατίας.
Τι μπορεί να σημαίνει όμως στις σημερινές συνθήκες η φόρμουλα «δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός, ούτε όμως και καπιταλισμός», αν όχι ένα ενδιάμεσο στάδιο; Και τι αξία έχει να μεταφέρουμε επιλεκτικά στο σήμερα παλιές φόρμουλες και συνθήματα των κομμουνιστών, να πιανόμαστε από ειδικές συνθήκες (το σεπτέμβρη του 17’) και ένα κείμενο, για να δικαιολογήσουμε μια τακτική επιλογή στο παρόν, αντί να μελετάμε συνολικά τη στρατηγική γραμμή των μπολσεβίκων από το φλεβάρη στον οκτώβρη;
Κι εσύ απολίθωμα γιατί κάθεσαι, τα διαβάζεις και μας τα λες όλα αυτά; θα ρωτήσει κανείς. Αφενός γιατί τα βρίσκω μπροστά μου, πάνω στο πλυντήριο του σπιτιού. Και αφετέρου γιατί μπορείς να βρεις κι ωραία κείμενα σαν το μονόστηλο σπαρίλα για το ποτάμι «και ένα σακίδιο αδειανό» (για μιαν ελένη). Όπου παραφράζοντας τον μαρξ, στο πρόγραμμα της γκότα, λέει πως για το θεοδωράκη (όχι κάθε πρακτικό βήμα του κινήματος, αλλά) κάθε λεπτό προβολής στα κανάλια είναι πιο σημαντικό από μια ντουζίνα προγράμματα και συγκεκριμένες θέσεις!
Εκεί διάβασα πρώτη φορά και για την απάντηση του θεοδωράκη στις κατηγορίες περί αοριστίας των θέσεών του: «το ποτάμι έχει συγκεκριμένες θέσεις, όσο κανένα άλλο κόμμα, πλην ίσως του κκε»! Και στη συνέχεια: «δεν αστειεύομαι, μπείτε στα σάιτ τους και ψάξτε να βρείτε τις θέσεις τους για την εε. Ή δε θα έχουν καθόλου ή θα βρείτε ευχολόγια κι αοριστίες».
Δίκιο έχει ο σταύρος. Δεν ήταν εκεί όμως ο σπαρίλας να του πει για τη θολή, λαϊκή εξουσία και το κρυστάλλινο μεταβατικό του χώρου του: δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός, …ούτε όμως καπιταλισμός… αυτό ακριβώς, τίποτε άλλο