Η
δίκαιη διεκδίκηση για ανεξάρτητο κράτος δυσκολεύει με τη νέα πρόκληση
των ΗΠΑ, που εντάσσεται στην όξυνση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού
στην περιοχή
Επί
τουλάχιστον επτά δεκαετίες, το δράμα του Παλαιστινιακού λαού
συνεχίζεται και οξύνεται δίχως ορατό τέλος στον ορίζοντα καθώς
διαδραματίζεται με φόντο τους σφοδρούς ανταγωνισμούς μεταξύ
ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Τα ατέρμονα παζάρια που γίνονται, ιδιαίτερα
τις τελευταίες δεκαετίες, με το όπλο των ιμπεριαλιστών στον κρόταφο των
Παλαιστινίων και σε βάρος του λαού, δυσκολεύουν την εξεύρεση μίας λύσης
που θα εξασφαλίσει ανεξάρτητη, κυρίαρχη και βιώσιμη πατρίδα. Η ιστορική
εμπειρία, άλλωστε, έχει έως τώρα δείξει ότι όταν οι ιμπεριαλιστές φορούν
το προσωπείο του «ειρηνοποιού» το πράττουν για να διασφαλίσουν τα
συμφέροντα των μονοπωλίων τους.
Οι δεκάδες «ειρηνευτικές» και
«διπλωματικές» πρωτοβουλίες των ΗΠΑ, της ΕΕ ή του λεγόμενου «Κουαρτέτου
για το Παλαιστινιακό» (που απαρτίζεται από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, τον ΟΗΕ
και την ΕΕ), που έχουν καταλήξει στα σκουπίδια, είναι η απτή απόδειξη.
Τα αδιέξοδα και οι δυσκολίες φαίνεται πως εντείνονται ιδιαίτερα μετά από
την επιλογή του Αμερικανού Προέδρου,
Ντόναλντ Τραμπ, στις 6/12/17,
να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και να μεταφέρει
εκεί την πρεσβεία της χώρας του. Αυτή όμως η κίνηση εντάσσεται σε έναν
συνολικότερο σχεδιασμό, που θέλει να περιορίσει το ρόλο ανταγωνιστικών
δυνάμεων, όπως π.χ. της
Ρωσίας, που δείχνει ιδιαίτερα αναβαθμισμένη γεωπολιτικά στην ευρύτερη Μέση Ανατολή μετά τη στρατιωτική επέμβαση στη Συρία, ή της
Κίνας,
που προωθεί σύγχρονους «Δρόμους του Μεταξιού» σε δεκάδες χώρες της
Ασίας, της Αφρικής και της Ευρώπης. Την κίνηση των ΗΠΑ ακολουθεί για την
ώρα η Γουατεμάλα, ενώ και άλλες χώρες φαίνεται ότι βρίσκονται σε
διαβουλεύσεις με το Ισραήλ.
Ιστορική αναδρομή για τα βάσανα των Παλαιστινίων
Μια
ιστορική αναδρομή μπορεί να φωτίσει τις σημερινές εξελίξεις: Οι
σημαντικές γεωπολιτικές αλλαγές που πραγματοποιούνται στο διεθνές
σκηνικό
μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκουν τη
Βρετανία - που ελέγχει την ιστορική Παλαιστίνη από τις αρχές του 20ού
αιώνα - να ζητά τη συνδρομή του τότε νεοσύστατου Οργανισμού Ηνωμένων
Εθνών προκειμένου να καθοριστεί το καθεστώς της περιοχής.
Το
Φλεβάρη του 1947
ζήτησε από τον ΟΗΕ τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής, η οποία υπέβαλε,
περίπου τρεις μήνες μετά, δύο βασικά σχέδια για το μέλλον της
παλαιστινιακής γης: Το πρώτο, που συντάχθηκε από την πλειοψηφία των
μελών της επιτροπής, πρότεινε το διαμελισμό της Παλαιστίνης ώστε να
δημιουργηθούν ένα εβραϊκό και ένα αραβικό κράτος. Το δεύτερο σχέδιο, που
υποστήριξε η ΕΣΣΔ, πρότεινε τη δημιουργία μίας ομοσπονδιακής ένωσης
ενός εβραϊκού και ενός αραβικού κράτους υπό τον όρο άσκησης κοινής
πολιτικής στους τομείς της Αμυνας και των σχέσεων με ξένες χώρες, με
ταυτόχρονη αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων. Η εβραϊκή πλευρά
δέχθηκε το πρώτο σχέδιο. Οι Αραβες απέρριψαν και τα δύο.
Στις
29 Νοέμβρη 1947, η
Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε με
33 ψήφους υπέρ, 13 κατά και 10 αποχές τη δημιουργία ενός αραβικού και ενός εβραϊκού κράτους, με την Ιερουσαλήμ να τελεί υπό διεθνή έλεγχο.
Στις
14 Μάη 1948 ανακοινώθηκε η
ίδρυση του Ισραήλ με Πρόεδρο τον
Χάιμ Βάισμαν, πρωθυπουργό τον
Δαυίδ Μπεν Γκουριόν, ενώ η εβραϊκή παραστρατιωτική οργάνωση
«Χάγκαναχ» (ενεργή από το 1921) αναλαμβάνει το
ρόλο τακτικού στρατού με εξοπλισμό από Βρετανούς και Αμερικανούς. Μία μέρα μετά, στις
15/5/48, στρατεύματα της Αιγύπτου, της Ιορδανίας, του Λιβάνου, της Συρίας και του Ιράκ συγκρούονται με τις ισραηλινές δυνάμεις. Το
Ισραήλ διώχνει διά της βίας περίπου 800.000 Παλαιστίνιους (το 67% του πληθυσμού) από τις εστίες τους στην Παλαιστίνη. Οι Παλαιστίνιοι, έκτοτε, αναφέρονται σε αυτόν τον διωγμό χαρακτηρίζοντάς τον «καταστροφή» - «
Νάκμπα».
Τους επόμενους μήνες, οι ισραηλινές δυνάμεις διώχνουν και άλλους 90.000
Χριστιανούς, δηλαδή τα 2/3 του παλαιστινιακού χριστιανικού πληθυσμού.
Στις
11 Δεκέμβρη 1948 η
Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ
ενέκρινε το ψήφισμα 194 (ΙΙΙ), επιβεβαιώνοντας το δικαίωμα των
Παλαιστινίων να επιστρέψουν στην πατρογονική τους γη. Οι Παλαιστίνιοι
δέχονται το ψήφισμα ως βάση για την εξεύρεση «δίκαιης λύσης» στο
προσφυγικό.
Το Ισραήλ το απορρίπτει και αρνείται να αναγνωρίσει, έως
σήμερα, τα δικαιώματα των εκατοντάδων χιλιάδων Παλαιστινίων προσφύγων.
Ετσι, σήμερα, υπολογίζεται ότι στους 11.000.000 Παλαιστίνιους ανά τον
κόσμο, 7.000.000 είναι πρόσφυγες.
Μεταξύ
1948 και 1951 μεταναστεύουν στο Ισραήλ περίπου 700.000 Εβραίοι έποικοι.
Το
Φλεβάρη του 1949 η
Αίγυπτος
ανακοινώνει παύση πυρός, τονίζοντας ότι αυτό δεν υπονοεί την αναγνώριση
του Ισραήλ. Γεγονός είναι πάντως ότι κατά τον πρώτο αραβο-ισραηλινό
πόλεμο (1948 - '49), το Ισραήλ αυξάνει το έδαφός του σε 20.700 τ.χλμ.
από περίπου 15.000 τ.χλμ. που είχε ορίσει ο ΟΗΕ. Στα εδάφη που κατέλαβε
το Ισραήλ και ζούσαν 800.000 Αραβες, απέμειναν περίπου 175.000, καθώς
εκατοντάδες χιλιάδες αναζήτησαν καταφύγιο σε καταυλισμούς ή γειτονικές
χώρες.
Το
1950, οι ΗΠΑ στηρίζουν το Ισραήλ εφαρμόζοντας πρόγραμμα οικονομικής «βοήθειας», που συνεχίζεται έως σήμερα.
Εξι χρόνια μετά γίνεται ο δεύτερος αραβο-ισραηλινός πόλεμος.
Το Ισραήλ εισβάλλει στην αιγυπτιακή Χερσόνησο του Σινά (εκεί δηλαδή
όπου σήμερα, «συμπτωματικά», δρουν τζιχαντιστές του «Ισλαμικού
Κράτους»...) σε συνεργασία με τη Βρετανία και τη Γαλλία, οι οποίες
επιδιώκουν την ανατροπή του Αιγύπτιου Προέδρου
Τζαμάλ Α. Νάσερ (γνωστή σύρραξη και ως «κρίση του Σουέζ»).
Στο τέλος του 1956
ο ΟΗΕ (υπό τις πιέσεις και της ΕΣΣΔ) αναγκάζει τις τρεις χώρες να
αποσύρουν τα στρατεύματά τους, ωστόσο το Ισραήλ διατηρεί ορισμένα εδάφη,
όπως η Λωρίδα της Γάζας.
Από τις
5 έως τις 10 Ιούνη του 1967 γίνεται
ο πόλεμος των «Εξι Ημερών», που είναι γνωστός και ως
3ος αραβοϊσραηλινός πόλεμος,
όπου το Ισραήλ καταφέρνει να αυξήσει την κατοχή παλαιστινιακής (και όχι
μόνο...) γης, στην οποία πλέον συμπεριλαμβάνονταν η Ανατολική
Ιερουσαλήμ, η Λωρίδα της Γάζας, η Δυτική Οχθη, τα συριακά Υψίπεδα του
Γκολάν και η αιγυπτιακή Χερσόνησος του Σινά.
Από τις 6 έως τις 26 Οκτώβρη 1973 γίνεται ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ (μέρα της εβραϊκής «γιορτής της Εξιλέωσης»), γνωστός και ως
τέταρτος αραβοϊσραηλινός πόλεμος,
με Αίγυπτο και Συρία, που τελείωσε με τη στρατιωτική νίκη του Ισραήλ
και μαραθώνιες διαπραγματεύσεις στη Γενεύη. Η Συνθήκη Ειρήνης
υπογράφτηκε το
Μάη του 1974 με υποχωρήσεις των εμπλεκόμενων δυνάμεων.
Το
Νοέμβρη του 1977
ο Αιγύπτιος Πρόεδρος, Ανουάρ Σαντάτ, επισκέπτεται την κατεχόμενη
Ιερουσαλήμ και ξεκινά διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ, που καταλήγουν στην
ειρηνευτική
συμφωνία Αιγύπτου - Ισραήλ στο Καμπ Ντέιβιντ στις
26 Μάρτη του 1979. Το
1980, το Ισραήλ ανακηρύσσει την
«αδιαίρετη» Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσά του αγνοώντας επιδεικτικά τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Το
1981 επιτίθεται «προληπτικά» στο Ιράκ και καταστρέφει πυρηνικό εργοστάσιο που είχαν φτιάξει γαλλικά μονοπώλια. Το
1982 τα ισραηλινά στρατεύματα εισβάλλουν στο
Λίβανο για να καταστρέψουν βάσεις της «Φατάχ».
Το
Δεκέμβρη του 1987 ξεκινά
η πρώτη παλαιστινιακή Ιντιφάντα
(«Ξεσηκωμός») ενάντια στην ισραηλινή κατοχή της Δυτικής Οχθης και της
Λωρίδας της Γάζας, με πάνω από 1.400 Παλαιστίνιους νεκρούς.
Οι συμφωνίες του Οσλο
Με το ξεκίνημα της
δεκαετίας του 1990 και υπό έναν συνδυασμό διεθνών εξελίξεων (ανατροπή ΕΣΣΔ) και περιφερειακών γεγονότων
ανοίγει ο δρόμος για μυστικές ισραηλινο-παλαιστινιακές «ειρηνευτικές» συνομιλίες στο Οσλο της Νορβηγίας.
Τον
Αύγουστο του 1993,
Παλαιστίνιοι και Ισραηλινοί καταλήγουν σε «ειρηνευτικό» σχέδιο, που
κατακερματίζει τα παλαιστινιακά εδάφη, συνεχίζει την κατοχή, υπονομεύει
τα δικαιώματα κυριαρχίας σε βασικούς τομείς οικονομίας και πολιτικής σε
βάρος των συμφερόντων των προσφύγων και του Παλαιστινιακού λαού. Στις
Συμφωνίες του Οσλο,
το 1999 υποτίθεται πως θα ήταν η χρονιά
δημιουργίας ανεξάρτητης Παλαιστίνης στα εδάφη της Δυτικής Οχθης και τη
Λωρίδα της Γάζας με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Η Συμφωνία υπογράφεται από τον τότε Παλαιστίνιο ηγέτη,
Γιασέρ Αραφάτ, και τον Ισραηλινό πρωθυπουργό,
Γιτζάκ Ράμπιν, στην Ουάσιγκτον.
Τον
Ιούλη του 1994, ακολουθεί η «ειρηνευτική» συμφωνία Ισραήλ - Ιορδανίας.
Τον
Απρίλη του 1995, το Ισραήλ δημιουργεί
νέους εβραϊκούς εποικισμούς σε παλαιστινιακή γη. Το
Σεπτέμβρη του 1995, υπογράφεται και
η δεύτερη Συμφωνία του Οσλο. Το Νοέμβρη του ίδιου έτους, ο
Γ. Ράμπιν δολοφονείται από την εβραϊκή ακροδεξιά οργάνωση Γιγκάλ Αμίρ.
Τον
Απρίλη του 1996, ισραηλινές κατοχικές δυνάμεις προχωρούν στη σφαγή πολλών εκατοντάδων Παλαιστινίων (ανάμεσά τους 100 παιδιά) στον
προσφυγικό καταυλισμό της Κανά του Λιβάνου. Το
Μάη του 1996, στις εκλογές βγαίνει για πρώτη φορά νικητής ο Ισραηλινός σημερινός πρωθυπουργός,
Μπέντζαμιν Νετανιάχου, υποσχόμενος τη δημιουργία νέων εβραϊκών συνοικιών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.
Το
Μάρτη του 1997,
η κυβέρνηση Νετανιάχου συνεχίζει την πολιτική καθεστώτος απαρτχάιντ,
προχωρώντας στην ανέγερση πολυκατοικιών «μόνο για Εβραίους» στην
κατεχόμενη Ανατολική Ιερουσαλήμ. Αραβικές χώρες απαντούν με μποϊκοτάζ
εναντίον του Ισραήλ, σε αντίποινα για τις παραβιάσεις της Συμφωνίας του
Οσλο.
Το
Μάη του 2000 το Ισραήλ επιλέγει να αποσύρει τα
στρατεύματά του από το νότιο Λίβανο και τον Ιούλη καταρρέουν οι
συνομιλίες ανάμεσα στον Ισραηλινό πρωθυπουργό, Εχούντ Μπάρακ, και τον
Παλαιστίνιο ηγέτη, Γιάσερ Αραφάτ, πάνω στο ζήτημα αποχώρησης των
κατοχικών δυνάμεων από τη Δυτική Οχθη. Ακολουθεί η δεύτερη «Ιντιφάντα»,
το Σεπτέμβρη του 2000 (διήρκεσε έως το 2005), ενώ την
άνοιξη του 2002 το Ισραήλ εξαπολύει επίθεση στη Δυτική Οχθη με την ονομασία «Επιχείρηση Αμυντική Ασπίδα». Τον
Ιούνη του 2002,
το Ισραήλ ξεκινά την ανέγερση τείχους απαρτχάιντ εντός και πέριξ της
Δυτικής Οχθης με πρόσχημα τις παλαιστινιακές επιθέσεις και στόχο την
υφαρπαγή ακόμη περισσότερης παλαιστινιακής γης. Τον
Ιούνη του 2003,
το «κουαρτέτο» προωθεί νέο «οδικό χάρτη» για επίλυση της
ισραηλινο-παλαιστινιακής σύρραξης προτείνοντας ανεξάρτητο παλαιστινιακό
κράτος και πάγωμα των εβραϊκών εποικισμών.
Το
Σεπτέμβρη του 2005,
οι ισραηλινές κατοχικές δυνάμεις προχωρούν σε στρατηγικό ελιγμό και
αποσύρουν όλους τους εβραϊκούς εποίκους και τα στρατεύματα από τη Λωρίδα
της Γάζας, επιλέγοντας να ρίξουν το βάρος και να αυξήσουν την αρπαγή
της παλαιστινιακής γης στη Δυτική Οχθη. Ωστόσο, εξακολουθούν να ελέγχουν
τον εναέριο χώρο, την ακτογραμμή, τα θαλάσσια ύδατα και τα σύνορα της
Λωρίδας της Γάζας. Τον
Ιούνη του 2006, μετά την αιχμαλωσία του Ισραηλινού στρατιώτη
Γκιλάντ Σαλίτ
από μέλη της «Χαμάς», ξεκινούν συγκρούσεις στη Λωρίδα της Γάζας και τον
επόμενο Αύγουστο οι ισραηλινές δυνάμεις εισβάλλουν στο Λίβανο με αφορμή
την επίθεση της «Χεζμπολάχ» και την απαγωγή δύο Ισραηλινών στρατιωτών. Η
σύγκρουση σταματά με κήρυξη εκεχειρίας και τη λιβανέζικη σιιτική
οργάνωση «Χεζμπολάχ» να διατηρεί σχεδόν άθικτες τις δυνάμεις της.
Το
Νοέμβρη του 2007, ξεκινά η «ειρηνευτική»
συνδιάσκεψη στην Αννάπολη των ΗΠΑ, με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ και διακηρυγμένο στόχο την επίτευξη «λύσης στη βάση δύο ανεξάρτητων κρατών».
Το
Δεκέμβρη του 2008,
οι ισραηλινές δυνάμεις πραγματοποιούν φονική επίθεση στη Λωρίδα της
Γάζας με πρόσχημα τις ρίψεις ρουκετών από τη «Χαμάς» στο Ισραήλ. Το
Γενάρη του 2009,
το Ισραήλ ανακοινώνει τον εντοπισμό τεράστιων υποθαλάσσιων κοιτασμάτων
υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ του. Ενα μήνα μετά, ο Νετανιάχου κερδίζει στις
βουλευτικές εκλογές και συγκροτεί κυβέρνηση.
Το
Μάη του 2010,
ισραηλινές δυνάμεις επιτίθενται σε νηοπομπή της οργάνωσης «Ελευθερώστε
τη Γάζα», που διαμαρτύρεται για το εμπάργκο του Ισραήλ στην περιοχή. Στο
πλοίο «
Μαβί Μαρμαρά» Ισραηλινοί κομάντος σκοτώνουν εννιά
Τούρκους ακτιβιστές κάνοντας επέμβαση σε διεθνή χωρικά ύδατα. Το Ισραήλ
απολογείται για τη δολοφονία τους τρία χρόνια αργότερα.
Οι τελευταίες διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα των ΗΠΑ
Τον
Ιούλη του 2013, ξαναρχίζουν οι ισραηλινο-παλαιστινιακές «ειρηνευτικές» διαβουλεύσεις υπό την αιγίδα των ΗΠΑ, δίχως αποτέλεσμα. Το
καλοκαίρι του 2014,
το Ισραήλ εξαπολύει νέα χερσαία και αεροπορική επίθεση στη Λωρίδα της
Γάζας. Οι συγκρούσεις σταματούν τον Αύγουστο με εκεχειρία, η οποία
επιτυγχάνεται με μεσολάβηση της Αιγύπτου.
Το
Δεκέμβρη του 2016, το Ισραήλ περιορίζει τις σχέσεις με 12 από τις χώρες του
Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ
που ψήφισαν απόφαση η οποία καταδικάζει την ανέγερση νέων εβραϊκών
εποικισμών στη Δ. Οχθη, μετά την επιλογή των ΗΠΑ να μην ασκήσουν βέτο.
Το
Φλεβάρη του 2017,
η ισραηλινή Βουλή εγκρίνει νόμο που νομιμοποιεί αναδρομικά δεκάδες
εβραϊκούς εποικισμούς που κτίστηκαν σε ιδιόκτητη γη Παλαιστινίων στη Δ.
Οχθη. Τον Ιούνη ξεκινούν οι εργασίες για νέο, μεγάλο εβραϊκό εποικισμό
στη Δ. Οχθη.
Στις
6 Δεκέμβρη 2017, ο Αμερικανός Πρόεδρος,
Ντ. Τραμπ, υλοποιεί την προεκλογική του απόφαση και
αναγνωρίζει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ.
Η απόφασή του προκαλεί έντονες διαμαρτυρίες χιλιάδων Παλαιστινίων στην
Ιερουσαλήμ και τα άλλα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Παράλληλα, βάζει
«φωτιά» στην ευρύτερη περιοχή, ανακινεί το ενδιαφέρον και άλλων
ιμπεριαλιστικών, περιφερειακών δυνάμεων για να προωθήσουν τα συμφέροντά
τους στην περιοχή, ενώ η
Παλαιστινιακή Αρχή δηλώνει πως απορρίπτει πλέον τον μεσολαβητικό ρόλο των ΗΠΑ, αρνούμενη να συναντηθεί με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο,
Μάικ Πενς.