Καθώς μπαίνει ο Ιούλιος, το λαγούμι περνάει στην απέναντι πλευρά τής
οδού Δογάνη και πέφτει πάνω σε μια σωλήνα ύδρευσης. Αναγκαστικά, οι
κρατούμενοι σκάβουν μια παράκαμψη, μια γούβα, κάτω από την σωλήνα για να
υπερκεράσουν το εμπόδιο. Το κακό δεν είναι ότι αυτή η γούβα γέμιζε κάθε
τόσο με λασπόνερα, επειδή η σωλήνα κάπου παρουσιάζε μια μικρή διαρροή.
Είναι ότι η σωλήνα κάπου συναντιόταν με έναν υπόνομο και η βρόμα έκανε
την κατάσταση στο λαγούμι τελείως αφόρητη.
Για να μπορούν να ανασαίνουν, οι σκαφτιάδες χρησιμοποιούσαν κολώνια. Αλλά και οι από πάνω χρησιμοποιούσαν κολώνια για να ραντίζουν το κελλί, μιας και η βρόμα έβγαινε από το λαγούμι και πλημμύριζε τον χώρο. Κι απόμειναν οι φύλακες να παρακολουθούν με απορία τους κομμουνιστές να μεταμορφώνονται σε παρφουμαρισμένους δανδήδες και τους επισκέπτες τους να τους φέρνουν σωρό τα μουκαλάκια με τις κολώνιες.
Παρά την δυσοσμία, το λαγούμι προχωράει ώσπου πέφτει πάνω σε τσιμέντο. Ο Μυριανθόπουλος πανηγυρίζει γιατί καταλαβαίνει πως έφτασαν στην γωνιακή κολώνα του εργοστασίου. Άλλος ένας στόχος επετεύχθη. Τώρα πρέπει να συνεχίσουν το σκάψιμο κάθετα προς τα πάνω. Δυο μέρες σκάψιμο ακόμη και το λαγούμι φτάνει σε τοίχο. Προφανώς είναι ο τοίχος των λουτρών. Τώρα χρειάζεται μεγάλη προσοχή, μιας και όλοι ξέρουν πως κάτω από τα λουτρά υπάρχει βόθρος. Λίγο ακόμη... κι άλλο λίγο...
Το ύψος του τοίχου μετριέται και ξαναμετριέται πριν ανοιχτεί οποιαδήποτε τρύπα. Ένα άνοιγμα κάτω από την επιφάνεια των λυμάτων θα ήταν καταστροφικό. Ευτυχώς, όλα πήγαν καλά. Η τρύπα στον τοίχο ανοίγεται ενάμισυ μέτρο ψηλότερα από τα νερά. Ένα μέτρο πιο πάνω βρίσκεται το ταβάνι του βόθρου, παναπεί το πάτωμα των λουτρών. Λίγο ακόμη...
Ώρα για στάση. Δεν χρειάζονται βιασύνες. Για να φύγουν 27 άτομα από τούτη την ποντικότρυπα, θα χρειαστούν ώρες. Κι όταν έχεις μπροστά σου τόσο μεγάλο βόθρο, που μπορεί να σου λύσει το πρόβλημα εναπόθεσης των μπάζων, πρέπει να τον εκμεταλλευτείς. Έτσι, αρχίζει η επιχείρηση καθαρισμού και διεύρυνσης του λαγουμιού. Άλλες δυο μέρες δουλειάς και το στενόχωρο λαγούμι μεταμορφώνεται σε άνετη στοά, όπου κάποιος μπορεί να κινηθεί γοναστιστός και όχι έρπην. Σε όλο το μήκος της στοάς απλώνονται καλώδια και γλομπάκια που την φωταγωγούν. Εννοείται πως όλα τα μπάζα καταλήγουν πλέον στον βόθρο.
Με οδηγό το ταβάνι του βόθρου, που δείχνει το ακριβές σημείο εξόδου, το σκάψιμο συνεχίζεται ώσπου φτάνει η μεγάλη στιγμή για την οποία τόσοι άνθρωποι δούλεψαν επί τέσσερις μήνες. Μια μικρή τρύπα, ίσα να χωράει ένα ανθρώπινο δάχτυλο, στέλνει για πρώτη φορά στο λαγούμι φως από τον έξω κόσμο. Μια ματιά απ' αυτή την τρύπα πιστοποιεί ότι πράγματι βρίσκεται ελάχιστα πάνω από το δάπεδο. Ακριβώς απέναντι φαίνεται η πόρτα των λουτρών. Το μόνο που απομένει για να ολοκληρωθεί ο δρόμος προς την ελευθερία, είναι να βγουν μερικές πέτρες από τον τοίχο.
Νέα στάση. Είπαμε, δεν χρειάζονται βιασύνες. Είναι Τετάρτη, αργά το απόγευμα και κανείς δεν ξέρει ούτε ποια ώρα θα φύγει ο τελευταίος εργαζόμενος από το εργοστάσιο ούτε ποια ώρα θα έρθει ο πρώτος τής επόμενης βάρδιας. Άλλωστε, πρέπει πρώτα να ενημερωθούν όλοι οι υποψήφιοι δραπέτες και να οργανωθούν. Έπειτα, η απόδραση δεν μπορεί να γίνει νύχτα, αφού τις νύχτες οι πόρτες των κελλιών είναι κλειδωμένες. Πώς θα μαζευτούν καμμιά τριανταριά νοματαίοι στο κελλί 13; Η απόδραση πρέπει να γίνει κάποια ώρα που τα κελλιά θα είναι ανοιχτά και, ταυτόχρονα, στο εργοστάσιο απέναντι δεν θα υπάρχει ψυχή σίγουρα. Υπομονή, λοιπόν, ως την Κυριακή το απόγευμα.
Οι ώρες της αναμονής είναι δύσκολες αλλά και ουσιαστικές. Πρέπει να ρυθμιστούν και οι τελευταίες λεπτομέρειες, ακόμα κι αυτές που φαίνονται χωρίς σημασία. Όσοι γνωρίζουν για την απόδραση και βόηθησαν στο άνοιγμα του λαγουμιού, θα φύγουν. Όλοι εκτός από τον Θόδωρο Βασιλόπουλο, ο οποίος δεν χρειάζεται να δραπετεύσει, αφού εγκρίνεται η υπό όρους αποφυλάκισή του λόγω ανήκεστης βλάβης στην υγεία του. Επίσης, δεν θα δραπετεύσει ο Γιώργος Κουτρούκης, ο οποίος έχει την ατυχία να αποφασιστεί ξαφνικά η μεταφορά του σε άλλη φυλακή. Απ' όσους γνώριζαν, ήταν γνωστό από πριν ότι θα μείνουν πίσω δυο, οι οποίοι δεν έχουν πού να κρυφτούν. Η αρχική απόφαση ήταν σαφής: θα δραπετεύσουν μόνον όσοι έχουν γνωστούς κάπου στην Αττική, οι οποίοι μπορούν να τους κρύψουν προσωρινά.
Κυριακή, 17 Ιουλίου. Η ώρα πλησιάζει. Στις μιάμιση θα αρχίσει η έξοδος. Οι υποψήφιοι δραπέτες ετοιμάζονται. Με τα μαντήλια τους φτιάχνουν αυτοσχέδια σκουφάκια, για να μη γεμίσουν τα μαλλιά τους χώματα. Βάζουν στις τσέπες τους μερικές κάλτσες για να τις φορέσουν πάνω από τα παπούτσια, για να μη σκονιστούν. Τέλος, φορούν τα καλά τους ρούχα κάτω από τις πιτζάμες της φυλακής. Για να μη φαίνονται τα ρούχα, υποχρεώνονται να κουμπωθούν μέχρι τον λαιμό. Ευτυχώς, κανένας από τους φύλακες δεν παραξενεύεται βλέποντας τόσους ανθρώπους κουμπωμένους ως επάνω με τέτοια ζέστη.
Στο κελλί 6 ο Σωτηρόπουλος έχει ένα μικρό πρόβλημα. Είναι ο μόνος που θα δραπετεύσει και οι άλλοι τέσσερις συγκρατούμενοί του τον κοιτάζουν παραξενεμένοι να ντύνεται και αρχίζουν τις ερωτήσεις όταν τον βλέπουν να φοράει τις πιτζάμες πάνω από τα ρούχα. Προφασίζεται ότι ντύνεται γιατί περιμένει επισκεπτήριο και βάζει τις πιτζάμες γιατί δεν θέλει να σκονιστεί και να τον δει το "πρόσωπο" με λερωμένα ρούχα. Η αποχαύνωση της καλοκαιριάτικης ζέστης καταλαγιάζει κάθε επί πλέον απορία των μη μυημένων.
Στις μιάμιση ακριβώς, ο Χατζηπέτρος μπαίνει στο κελλί 13. Δεν ξαναβγαίνει. Η έξοδος έχει αρχίσει...
Για να μπορούν να ανασαίνουν, οι σκαφτιάδες χρησιμοποιούσαν κολώνια. Αλλά και οι από πάνω χρησιμοποιούσαν κολώνια για να ραντίζουν το κελλί, μιας και η βρόμα έβγαινε από το λαγούμι και πλημμύριζε τον χώρο. Κι απόμειναν οι φύλακες να παρακολουθούν με απορία τους κομμουνιστές να μεταμορφώνονται σε παρφουμαρισμένους δανδήδες και τους επισκέπτες τους να τους φέρνουν σωρό τα μουκαλάκια με τις κολώνιες.
Εθνικός Κήρυξ, 19/7/1955: "Τα σύνορα προς τας χώρας του παραπετάσματος ελέγχονται αυστηρώς..." |
Παρά την δυσοσμία, το λαγούμι προχωράει ώσπου πέφτει πάνω σε τσιμέντο. Ο Μυριανθόπουλος πανηγυρίζει γιατί καταλαβαίνει πως έφτασαν στην γωνιακή κολώνα του εργοστασίου. Άλλος ένας στόχος επετεύχθη. Τώρα πρέπει να συνεχίσουν το σκάψιμο κάθετα προς τα πάνω. Δυο μέρες σκάψιμο ακόμη και το λαγούμι φτάνει σε τοίχο. Προφανώς είναι ο τοίχος των λουτρών. Τώρα χρειάζεται μεγάλη προσοχή, μιας και όλοι ξέρουν πως κάτω από τα λουτρά υπάρχει βόθρος. Λίγο ακόμη... κι άλλο λίγο...
Το ύψος του τοίχου μετριέται και ξαναμετριέται πριν ανοιχτεί οποιαδήποτε τρύπα. Ένα άνοιγμα κάτω από την επιφάνεια των λυμάτων θα ήταν καταστροφικό. Ευτυχώς, όλα πήγαν καλά. Η τρύπα στον τοίχο ανοίγεται ενάμισυ μέτρο ψηλότερα από τα νερά. Ένα μέτρο πιο πάνω βρίσκεται το ταβάνι του βόθρου, παναπεί το πάτωμα των λουτρών. Λίγο ακόμη...
Ώρα για στάση. Δεν χρειάζονται βιασύνες. Για να φύγουν 27 άτομα από τούτη την ποντικότρυπα, θα χρειαστούν ώρες. Κι όταν έχεις μπροστά σου τόσο μεγάλο βόθρο, που μπορεί να σου λύσει το πρόβλημα εναπόθεσης των μπάζων, πρέπει να τον εκμεταλλευτείς. Έτσι, αρχίζει η επιχείρηση καθαρισμού και διεύρυνσης του λαγουμιού. Άλλες δυο μέρες δουλειάς και το στενόχωρο λαγούμι μεταμορφώνεται σε άνετη στοά, όπου κάποιος μπορεί να κινηθεί γοναστιστός και όχι έρπην. Σε όλο το μήκος της στοάς απλώνονται καλώδια και γλομπάκια που την φωταγωγούν. Εννοείται πως όλα τα μπάζα καταλήγουν πλέον στον βόθρο.
Με οδηγό το ταβάνι του βόθρου, που δείχνει το ακριβές σημείο εξόδου, το σκάψιμο συνεχίζεται ώσπου φτάνει η μεγάλη στιγμή για την οποία τόσοι άνθρωποι δούλεψαν επί τέσσερις μήνες. Μια μικρή τρύπα, ίσα να χωράει ένα ανθρώπινο δάχτυλο, στέλνει για πρώτη φορά στο λαγούμι φως από τον έξω κόσμο. Μια ματιά απ' αυτή την τρύπα πιστοποιεί ότι πράγματι βρίσκεται ελάχιστα πάνω από το δάπεδο. Ακριβώς απέναντι φαίνεται η πόρτα των λουτρών. Το μόνο που απομένει για να ολοκληρωθεί ο δρόμος προς την ελευθερία, είναι να βγουν μερικές πέτρες από τον τοίχο.
Νέα στάση. Είπαμε, δεν χρειάζονται βιασύνες. Είναι Τετάρτη, αργά το απόγευμα και κανείς δεν ξέρει ούτε ποια ώρα θα φύγει ο τελευταίος εργαζόμενος από το εργοστάσιο ούτε ποια ώρα θα έρθει ο πρώτος τής επόμενης βάρδιας. Άλλωστε, πρέπει πρώτα να ενημερωθούν όλοι οι υποψήφιοι δραπέτες και να οργανωθούν. Έπειτα, η απόδραση δεν μπορεί να γίνει νύχτα, αφού τις νύχτες οι πόρτες των κελλιών είναι κλειδωμένες. Πώς θα μαζευτούν καμμιά τριανταριά νοματαίοι στο κελλί 13; Η απόδραση πρέπει να γίνει κάποια ώρα που τα κελλιά θα είναι ανοιχτά και, ταυτόχρονα, στο εργοστάσιο απέναντι δεν θα υπάρχει ψυχή σίγουρα. Υπομονή, λοιπόν, ως την Κυριακή το απόγευμα.
Οι ώρες της αναμονής είναι δύσκολες αλλά και ουσιαστικές. Πρέπει να ρυθμιστούν και οι τελευταίες λεπτομέρειες, ακόμα κι αυτές που φαίνονται χωρίς σημασία. Όσοι γνωρίζουν για την απόδραση και βόηθησαν στο άνοιγμα του λαγουμιού, θα φύγουν. Όλοι εκτός από τον Θόδωρο Βασιλόπουλο, ο οποίος δεν χρειάζεται να δραπετεύσει, αφού εγκρίνεται η υπό όρους αποφυλάκισή του λόγω ανήκεστης βλάβης στην υγεία του. Επίσης, δεν θα δραπετεύσει ο Γιώργος Κουτρούκης, ο οποίος έχει την ατυχία να αποφασιστεί ξαφνικά η μεταφορά του σε άλλη φυλακή. Απ' όσους γνώριζαν, ήταν γνωστό από πριν ότι θα μείνουν πίσω δυο, οι οποίοι δεν έχουν πού να κρυφτούν. Η αρχική απόφαση ήταν σαφής: θα δραπετεύσουν μόνον όσοι έχουν γνωστούς κάπου στην Αττική, οι οποίοι μπορούν να τους κρύψουν προσωρινά.
Το Βήμα, 19/7/1955: "Μια νέα εντυπωσιακή ενέργεια του ΚΚΕ" |
Κυριακή, 17 Ιουλίου. Η ώρα πλησιάζει. Στις μιάμιση θα αρχίσει η έξοδος. Οι υποψήφιοι δραπέτες ετοιμάζονται. Με τα μαντήλια τους φτιάχνουν αυτοσχέδια σκουφάκια, για να μη γεμίσουν τα μαλλιά τους χώματα. Βάζουν στις τσέπες τους μερικές κάλτσες για να τις φορέσουν πάνω από τα παπούτσια, για να μη σκονιστούν. Τέλος, φορούν τα καλά τους ρούχα κάτω από τις πιτζάμες της φυλακής. Για να μη φαίνονται τα ρούχα, υποχρεώνονται να κουμπωθούν μέχρι τον λαιμό. Ευτυχώς, κανένας από τους φύλακες δεν παραξενεύεται βλέποντας τόσους ανθρώπους κουμπωμένους ως επάνω με τέτοια ζέστη.
Στο κελλί 6 ο Σωτηρόπουλος έχει ένα μικρό πρόβλημα. Είναι ο μόνος που θα δραπετεύσει και οι άλλοι τέσσερις συγκρατούμενοί του τον κοιτάζουν παραξενεμένοι να ντύνεται και αρχίζουν τις ερωτήσεις όταν τον βλέπουν να φοράει τις πιτζάμες πάνω από τα ρούχα. Προφασίζεται ότι ντύνεται γιατί περιμένει επισκεπτήριο και βάζει τις πιτζάμες γιατί δεν θέλει να σκονιστεί και να τον δει το "πρόσωπο" με λερωμένα ρούχα. Η αποχαύνωση της καλοκαιριάτικης ζέστης καταλαγιάζει κάθε επί πλέον απορία των μη μυημένων.
Στις μιάμιση ακριβώς, ο Χατζηπέτρος μπαίνει στο κελλί 13. Δεν ξαναβγαίνει. Η έξοδος έχει αρχίσει...