28 Ιαν 2012

Η γέννηση της θύελλας


 Η γέννηση της θύελλας

Τη νύχτα της 30 (17) του Οχτώβρη, στη σύσκεψη του Σοβιέτ της Πετρούπολης στο Σμόλνι, ο Τρότσκι στιγμάτισε τους ισχυρισμούς των αστικών εφημερίδων, ότι τάχα το Σοβιέτ ετοιμάζει ένοπλη εξέγερση, σαν απόπειρα των αντεπαναστατών να δυσφημήσουν και να ματαιώσουν το συνέδριο των Σοβιέτ. "Το Σοβιέτ της Πετρούπολης, είπε, δεν αποφάσισε καμιά επίθεση. Αν όμως η επίθεση θεωρηθεί αναγκαία, τότε δε θα διστάσουμε να την κάνουμε και θα μας υποστηρίξει όλη η φρουρά της Πετρούπολης... Αυτοί (η κυβέρνηση) ετοιμάζουν αντεπανάσταση, κι εμείς πρέπει ν' απαντήσουμε σ' αυτό με αποφασιστική και αμείλιχτη επίθεση...".
Το Σοβιέτ της Πετρούπολης στην πραγματικότητα δεν αποφάσισε καμιά εκδήλωση, όμως στην Κεντρική Επιτροπή του μπολσεβίκικου κόμματος το ζήτημα της εξέγερσης είχε κιόλας συζητηθεί. Η επιτροπή συνεδρίαζε όλη τη νύχτα της 23 (10) του Οχτώβρη. Στη συνεδρίαση αυτή έπαιρναν μέρος οι κορυφαίες διάνοιες του κόμματος, όλοι οι αρχηγοί του, καθώς και αντιπρόσωποι των εργατών και της φρουράς της Πετρούπολης. Από τους διανοούμενους υπέρ της εξέγερσης ήταν μόνον ο Λένιν και ο Τρότσκι. Ακόμα κι οι στρατιωτικοί ήταν ενάντια. Εγινε ψηφοφορία. Η εξέγερση απορρίφθηκε!
Τότε σηκώθηκε από τη θέση του ένας απλός εργάτης. Το πρόσωπό του ήταν παραμορφωμένο από οργή. "Μιλώ εξ ονόματος του προλεταριάτου της Πετρούπολης, δήλωσε απότομα. Εμείς είμαστε υπέρ της εξέγερσης. Κάνετε όπως καταλαβαίνετε, όμως σας δηλώνω, ότι αν αφήστε να διαλυθούν τα Σοβιέτ, τότε εμείς δε θα σας ακολουθήσουμε πια!". Μ' αυτόν συμφώνησαν μερικοί στρατιώτες. Υστερ' απ' αυτό έγινε ξανά ψηφοφορία κι η εξέγερση αποφασίστηκε... (1).
Ωστόσο, η δεξιά πτέρυγα των μπολσεβίκων, καθοδηγούμενη από τους Ριαζάνοφ, Κάμενεφ και Ζινόβιεφ, εξακολουθούσε να κάνει καμπάνια ενάντια στην ένοπλη εξέγερση. Το πρωί της 31 (18) του Οχτώβρη (2), στον Εργατικό Δρόμο δημοσιεύτηκε το πρώτο μέρος από το "Γράμμα προς τους συντρόφους" του Λένιν - μια από τις πιο τολμηρές ενέργειες, που είδε ποτέ ο κόσμος. Σ' αυτό το γράμμα ο Λένιν απέδειχνε με ατράνταχτα επιχειρήματα την ανάγκη της εξέγερσης, ξετινάζοντας λεπτομερειακά όλες τις αντιρρήσεις του Κάμενεφ και του Ριαζάνοφ:
"Είτε πέρασμα με το μέρος των φιλελευθέρων και ανοιχτή παραίτηση από το σύνθημα: "όλη η εξουσία στα Σοβιέτ", είτε εξέγερση. Μέσος δρόμος δεν υπάρχει".
Την ίδια ακριβώς ημέρα ο αρχηγός των καντέ Πάβελ Μιλιουκόφ έβγαλε έναν εντυπωσιακό λόγο στο Σοβιέτ της δημοκρατίας, καυτηρίασε την εντολή του Σκόμπελεφ σαν γερμανόφιλη, τόνισε ότι "η επαναστατική δημοκρατία" θα καταστρέψει τη Ρωσία, ειρωνεύτηκε τον Τερεσένκο και δήλωσε ανοιχτά, ότι προτιμά τη γερμανική διπλωματία από τη ρωσική... Η αριστερή πτέρυγα του Σοβιέτ τρανταζόταν από αγανάχτηση...
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, δεν μπορούσε να μην υπολογίσει τη σημασία των επιτυχιών της μπολσεβίκικης προπαγάνδας. Στις 29 (16) του Οχτώβρη μεικτή επιτροπή της κυβέρνησης και του Σοβιέτ της δημοκρατίας έκανε βιαστικά δύο νομοσχέδια, που το ένα παραχωρούσε προσωρινά τη γη στους αγρότες και το άλλο απαιτούσε δραστήρια ειρηνική εξωτερική πολιτική. Την άλλη μέρα ο Κερένσκι κατάργησε την ποινή του θανάτου στο μέτωπο. Το ίδιο ακριβώς βράδυ άρχισε πανηγυρικά η πρώτη συνεδρίαση της καινούριας "Επιτροπής για το δυνάμωμα του δημοκρατικού καθεστώτος και την πάλη ενάντια στην αναρχία και την αντεπανάσταση", από την οποία δεν έμεινε ούτε ίχνος στην ιστορία. Το άλλο πρωί, μαζί με δύο άλλους ανταποκριτές, πήραμε συνέντευξη από τον Κερένσκι. Ηταν η τελευταία φορά που δέχτηκε τους δημοσιογράφους.
"Ο ρωσικός λαός, είπε με πίκρα, υποφέρει από το οικονομικό χάος και έχει απογοητευτεί από τους συμμάχους. Ολος ο κόσμος νομίζει πως η ρωσική επανάσταση τέλειωσε. Κάνει λάθος. Η ρωσική επανάσταση μόλις αρχίζει...". Λόγια περισσότερο προφητικά απ' ό,τι μπορούσε να φανταστεί ο ίδιος.
(1) Η πορεία της συζήτησης για την ένοπλη εξέγερση στις ιστορικές συνεδριάσεις της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος των μπολσεβίκων, τον Οχτώβρη του 1917, δεν εκτίθεται σωστά. Η απόφαση για ένοπλη εξέγερση πάρθηκε σε κλειστή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος στις 23 (10) του Οχτώβρη του 1917, και στην οποία πήρε μέρος ο Λένιν, ο Μπουμπνόφ, ο Τζερζίνσκι, ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ, η Κολοντάι, ο Λόμοφ, ο Σβερντλόφ, ο Σοκόλνικοφ, ο Στάλιν, ο Τρότσκι, ο Ουρίτσκι. Ενάντια στην απόφαση πουπρότεινε ο Λένιν ψήφισαν ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ. Υστερα από 6 ημέρες, στις 29 (16) του Οχτώβρη, έγινε πλατιά σύσκεψη της ΚΕ του κόμματος, στην οποία παραβρίσκονταν αντιπρόσωποι της εκτελεστικής επιτροπής της κομματικής οργάνωσης της Πετρούπολης, της στρατιωτικής οργάνωσης, του Σοβιέτ της Πετρούπολης, των επαγγελματικών συνδικάτων, των εργοστασιακών επιτροπών, των σιδηροδρομικών, της Κομματικής Επιτροπής της Πετρούπολης. Στη σύσκεψη αυτή ο Λένιν ανακοίνωσε την απόφαση, που πάρθηκε στην προηγούμενη συνεδρίαση της ΚΕ. Ο Λένιν υπογράμμισε στο λόγο του, ότι η αντικειμενική κατάσταση τόσο στη Ρωσία, όσο και στην Ευρώπη, υπαγορεύει την ανάγκη της πιο αποφασιστικής, της πιο δραστήριας πολιτικής κι αυτή είναι μόνο η ένοπλη εξέγερση. Ο Λένινπρότεινε στη σύσκεψη απόφαση που χαιρέτιζε και υποστήριζε την απόφαση της ΚΕ για την εξέγερση (Βλέπε, Απαντα, 5η έκδοση, τόμ. 34, σελ. 396 - 397). Η απόφαση πάρθηκε με 19 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 4 αποχές. Ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ ψήφισαν πάλι ενάντια στην απόφαση της ΚΕ. Σύντ.
(2) Δεν είναι σωστή η ημερομηνία. Το φύλλο αυτό κυκλοφόρησε την 1 του Νοέμβρη (19 Οχτώβρη). Σύντ.
ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΤΟ 14ο ΜΕΡΟΣ


Μέρες επανάστασης


Μέρες επανάστασης
Στις θέσεις που ανέπτυξε ο Β. Ι. Λένιν χαράζοντας την τακτική του μπολσεβίκικου κόμματος από τον Φλεβάρη του 1917 ως την Οχτωβριανή Επανάσταση, 
Οι οκτώ μήνες από τον Φλεβάρη του 1917 με την πτώση του τσαρισμού, τον σχηματισμό της προσωρινής αστικοδημοκρατικής κυβέρνησης και κυρίως με τη δημιουργία των Σοβιέτ των εργατών, ως τον Οχτώβρη του 1917, όπου κάτω από την καθοδήγηση του μπολσεβίκικου κόμματος αποφασίστηκε η έφοδος στα Χειμερινά Ανάκτορα, η σύλληψη της προσωρινής κυβέρνησης και η μεταβίβαση όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ, ήταν μια περίοδος πλουσιότατη σε γεγονότα και απότομες «στροφές» της Ιστορίας.
Η επανάσταση του Φλεβάρη βρήκε τον Λένιν στην «καταραμένη ξενιτιά», όπως σημείωνε ο ίδιος. Γεμάτος ενθουσιασμό - και επιδιώκοντας να επιστρέψει όσο το δυνατόν γρηγορότερα στη Ρωσία - καταπιάστηκε αμέσως με την εκτίμηση της κατάστασης και τον καθορισμό των καθηκόντων που έμπαιναν μπροστά στο προλεταριάτο και το μπολσεβίκικο κόμμα. Γράφει τα πέντε «Γράμματα από μακριά», ενώ ήδη στο πρώτο από αυτά (7 Μάρτη 1917) τονίζει ότι «η πρώτη αυτή επανάσταση δε θα είναι, ασφαλώς, η τελευταία».
Τη νύχτα της 3ης Απρίλη 1917 στον σιδηροδρομικό σταθμό της Πετρούπολης σε μια αδύνατα φωτισμένη εξέδρα με παρουσία τιμητικής φρουράς ναυτών-αντιπροσώπων του Σοβιέτ, από το πέμπτο βαγόνι του τρένου κατεβαίνει ο Β.Ι. Λένιν. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα γεμάτη συγκίνηση, ο μπολσεβίκος Ι. Ντ. Τσουγκούριν τού δίνει το κομματικό βιβλιάριο αρ. 600 της Αχτιδικής Επιτροπής του Βίμποργκ.
Η 4η Απρίλη ήταν η πρώτη εργάσιμη μέρα του Λένιν στην επαναστατημένη Πετρούπολη. Αφού πρώτα επισκέφθηκε τους τάφους της μητέρας του και της αδελφής του στο νεκροταφείο του Βολκόφ, ο μεγάλος επαναστάτης που είχε ήδη μπει άμεσα επικεφαλής της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος και της εφημερίδας «Πράβντα», ρίχτηκε στη δουλιά. Μιλώντας στη συνέλευση των μπολσεβίκων που συμμετείχαν στην Πανρωσική Σύσκεψη των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων, ανέπτυξε τις περίφημες - δέκα τον αριθμό - «Θέσεις του Απρίλη», εξοπλίζοντας το Κόμμα με ένα επιστημονικά θεμελιωμένο σχέδιο πάλης για το πέρασμα από την αστικοδημοκρατική επανάσταση στη σοσιαλιστική.
Οι θέσεις που ανέπτυξε ο Β. Ι. Λένιν όλη αυτήν την περίοδο, χαράζοντας την τακτική του μπολσεβίκικου κόμματος, αποτελούν υπόδειγμα του τι σημαίνει αφομοίωση του μαρξισμού και του τι σημαίνει μαρξιστική πολιτική σκέψη.
Κάτω από μια τέτοια καθοδήγηση, με τη χάραξη μιας τέτοιας επαναστατικής τακτικής, το προλεταριάτο ανέβηκε νικηφόρο με το όπλο στο χέρι τα 117 σκαλιά των Χειμερινών Ανακτόρων, ανοίγοντας ταυτόχρονα μια νέα σελίδα στην ιστορία της ανθρωπότητας, τη σελίδα των προλεταριακών επαναστάσεων, της οποίας επανάστασης η αναγγελία έγινε με συγκλονιστικά απλό τρόπο από τον Β. Ι. Λένιν στη συνεδρίαση του Σοβιέτ Πετρούπολης στις 25 Οκτώβρη 1917: «Σύντροφοι! Η εργατοαγροτική επανάσταση, για την αναγκαιότητα της οποίας μιλούσαν συνεχώς οι μπολσεβίκοι, πραγματοποιήθηκε».

Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση



Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση
Η Οχτωβριανή Επανάσταση, στις 7 Νοέμβρη 1917 (25 Οκτώβρη παλιό ημερολόγιο), ήταν η νομοτελειακή έκφραση της εκρηκτικής όξυνσης όλων των κοινωνικών αντιθέσεων της τσαρικής Ρωσίας, που την έκαναν αδύνατο κρίκο στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Και, βεβαίως, αποτέλεσμα της επαναστατικής δράσης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, των άλλων καταπιεσμένων λαϊκών στρωμάτων, κυρίως των μισοπρολετάριων και της φτωχής αγροτιάς. Η πραγματοποίησή της έγινε δυνατή με τη σωστή στρατηγική και τακτική του Κόμματος των Μπολσεβίκων, του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η Επανάσταση απέδειξε ότι μόνο ένα Κομμουνιστικό Κόμμα, που καθοδηγείται από την πρωτοπόρα κοσμοθεωρία του επιστημονικού κομμουνισμού, το κόμμα νέου τύπου, το κόμμα της σοσιαλιστικής επανάστασης, της δικτατορίας του προλεταριάτου και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, με ένα επαναστατικό Πρόγραμμα, στο οποίο καθοριζόταν με σαφήνεια ο προλεταριακός χαρακτήρας του και ο πρωτοπόρος ρόλος του στο εργατικό κίνημα, μπορεί να μπει επικεφαλής και να ηγηθεί στον αγώνα όλων των εκμεταλλευόμενων και καταπιεζόμενων κοινωνικών δυνάμεων ενάντια στον κοινό αντίπαλο, τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Ενα τέτοιο κόμμα, που έχει γερούς δεσμούς με την εργατική τάξη και τους άλλους εργαζόμενους της πόλης και του χωριού, που συνδυάζει αρμονικά τη δημοκρατική λειτουργία με τη σιδερένια πειθαρχία και την ενιαία θέληση στη δράση, μπορεί να διασφαλίσει τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης, στον αγώνα για το άλμα «από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας».
Η συνεπής εφαρμογή των μαρξιστικών θέσεων στο Πρόγραμμα του Κόμματος των Μπολσεβίκων δημιουργούσε τους όρους για την ιδεολογική ενότητά του, ως κόμματος νέου τύπου. Αποδεικνύοντας ότι χωρίς Κόμμα επαναστατικό δεν μπορεί να συνενωθεί η επαναστατική κοσμοθεωρία με το εργατικό κίνημα, έτσι που να αφυπνίζει συνειδήσεις, να συνενώνει την καθημερινή ταξική πάλη στην ανώτερη μορφή της, την πολιτική πάλη με όλες τις μορφές για την εξουσία.
Βασικός επίσης παράγοντας που συνέβαλε στην πραγματοποίηση της Οχτωβριανής Επανάστασης ήταν η αδιάλλακτη πάλη των μπολσεβίκων κατά του οπορτουνισμού. Αυτή η πάλη, παραμονές του Α' Παγκόσμιου Πολέμου και στη διάρκειά του, επικεντρώθηκε στην αποφασιστική και δίχως ταλαντεύσεις ιδεολογικοπολιτική πάλη ενάντια στη σοσιαλδημοκρατία, που έφτασε ως τη διάρρηξη των δεσμών των μπολσεβίκων με τη χρεοκοπημένη 2η Διεθνή, η οποία εγκλώβιζε όλες τις επαναστατικές δυνάμεις στη μέγκενη του ρεφορμισμού, του σοσιαλπατριωτισμού και του σοσιαλσοβινισμού. Η τακτική που επεξεργάστηκαν οι μπολσεβίκοι, με επικεφαλής τον Λένιν, για μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε ταξικό πόλεμο, ενάντια στη δική τους αστική τάξη, και η εφαρμογή της στην πράξη με την Οχτωβριανή Επανάσταση έδωσαν το οριστικό χτύπημα στο τμήμα αυτό της σοσιαλδημοκρατίας, που συμμάχησε με την αστική τάξη ενάντια στην Επανάσταση και την εργατική τάξη.
Αυτή η τακτική και η πάλη των μπολσεβίκων έδωσαν τη δυνατότητα να παίξει το Κομμουνιστικό Κόμμα τον αυτοτελή ιδεολογικοπολιτικό ρόλο του ως οργανωτή και καθοδηγητή των λαϊκών μαζών της Ρωσίας, ως δύναμης ικανής να αφομοιώσει δημιουργικά την πείρα της Παρισινής Κομμούνας και όλου του ριζοσπαστικού κινήματος της προεπαναστατικής Ρωσίας, αλλά και της πείρας της πρώτης επανάστασης στη Ρωσία του 1905 - 1907 και να νικήσει.
Το θεμελιώδες γνώρισμα της Οχτωβριανής Επανάστασης είναι ότι εγκαινιάζει νέα ιστορική εποχή, την εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Που πραγματοποιείται με την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από την πιο επαναστατική τάξη, την εργατική τάξη. Που ως κυρίαρχη τάξη ασκεί την εξουσία σε συμμαχία με τα άλλα καταπιεσμένα λαϊκά στρώματα. Και που ως τάξη, χωρίς καμιά ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, με την εγκαθίδρυση της δικής της πολιτικής εξουσίας, καταργεί την καπιταλιστική ιδιοκτησία, αντικαθιστώντας την με την κοινωνική, για να αντιστοιχηθεί έτσι ο κοινωνικός χαρακτήρας της παραγωγής και της εργασίας με την ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και να ανοίξει ο δρόμος για τις νέες σχέσεις παραγωγής, τις σοσιαλιστικές. Αυτή είναι και η ιστορική διαφοροποίησή της, σε σχέση με όλες τις προηγούμενες επαναστάσεις, που έφθαναν μόνο μέχρι την εναλλαγή των εκμεταλλευτριών τάξεων στην πολιτική εξουσία για να αντικαταστήσουν παλιές εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής με άλλες, νέες εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής.
Το ζήτημα της εξουσίας
Οι Μπολσεβίκοι, έχοντας από τα πριν καθορίσει ως στρατηγικό ζήτημα την εξουσία, δρουν έτσι που συνδέουν την πάλη για τα προβλήματα του λαού με το ζήτημα της εξουσίας. Που το φέρνει στο προσκήνιο η ίδια η επαναστατική δράση των μαζών με την Επανάσταση του Φλεβάρη 1917, η οποία όμως φέρνει στο προσκήνιο τα αστικά και μικροαστικά κόμματα. Ας δούμε πώς το δίνει ο Λένιν στις «Θέσεις του Απρίλη».
«Η ιστορική στιγμή που περνά η Ρωσία χαρακτηρίζεται από τα παρακάτω βασικά γνωρίσματα:
1. Η παλιά τσαρική εξουσία που εκπροσωπούσε μόνο μια χούφτα φεουδάρχες - τσιφλικάδες, οι οποίοι διηύθυναν όλη την κρατική μηχανή (το στρατό, την αστυνομία, την υπαλληλία), συντρίφτηκε και παραμερίστηκε, μα δεν εξοντώθηκε....
2. Η κρατική εξουσία στη Ρωσία πέρασε στα χέρια μιας νέας τάξης, δηλαδή της αστικής τάξης και των αστοποιημένων τσιφλικάδων. Απ' αυτή την άποψη, η αστικοδημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία τελείωσε». (Λένιν, «Απαντα», τ. 31, σελ. 151-152).
Ο Λένιν εδώ απαντά στη θέση Κάμενεφ, Ζηνόβιεφ, Ρίκοφ, Καλίνιν κ.ά. που επέμεναν ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν είχε ολοκληρωθεί, ότι δεν είχαν πραγματοποιηθεί μια σειρά αιτήματα και στόχοι που περιλαμβάνονταν στο «μίνιμουμ» πρόγραμμα, όπως, π.χ., η συντακτική συνέλευση, η αγροτική μεταρρύθμιση κ.λπ., με βάση το έργο του Λένιν «Δύο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση». Ο Λένιν απάντησε ότι το κύριο ζήτημα σε κάθε επανάσταση είναι το ζήτημα της εξουσίας. Και εκτίμησε ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση είχε τελειώσει, αφού η αστική τάξη είχε πάρει την εξουσία. Σημείωνε χαρακτηριστικά:
«Οποιος καθοδηγείται στη δράση του μόνο από τη διατύπωση: "η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν έχει τελειώσει", είναι σαν να εγγυάται έτσι πως οι μικροαστοί είναι ασφαλώς ικανοί να τραβήξουν ανεξάρτητα από την αστική τάξη. Αυτός παραδίνεται έτσι ανίσχυρος τη στιγμή αυτή στο έλεος των μικροαστών [...]
Το λάθος του σ. Κάμενεφ είναι ότι αυτός και στα 1917 βλέπει μόνο το παρελθόν της επαναστατικής - δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς. Ενώ στην πράξη άρχισε ήδη γι' αυτή το μέλλον, γιατί τα συμφέροντα και η πολιτική του μισθωτού εργάτη και του νοικοκυράκου στην πράξη έχουν ήδη χωρίσει, και μάλιστα σ' ένα τόσο σπουδαιότατο ζήτημα, όπως ο "αμυνιτισμός", όπως η στάση απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο» (Β. Ι. Λένιν: «Γράμματα για την τακτική», «Απαντα», τ. 31, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 141).
Πράγματι, ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, επομένως δεν μπορεί να υπάρχει και κάποιος ενδιάμεσος τόπος εξουσίας. Ο χαρακτήρας της εξουσίας θα είναι ή αστικός ή εργατικός (προλεταριακός). Η άποψη - θέση για τη δυνατότητα και την αναγκαιότητα εγκαθίδρυσης ενδιάμεσης εξουσίας δεν επιβεβαιώθηκε σε καμία χώρα.
Επομένως, μετά την ολοκλήρωση της αστικοδημοκρατικής επανάστασης με την κατάληψη της εξουσίας από την αστική τάξη στη Ρωσία, η στρατηγική επεξεργασία του Κόμματος των Μπολσεβίκων και του Λένιν, που αφορούσε την περίοδο 1905 έως το Φεβρουάριο του 1917, μέχρι τότε δηλαδή που υπήρχε ακόμα στη Ρωσία φεουδαρχική πολιτική εξουσία με τη μορφή της τσαρικής απολυταρχίας, είχε ξεπεραστεί.
Με τις «Θέσεις του Απρίλη» (1917) ο Λένιν έθεσε άμεσα το στόχο της εργατικής εξουσίας (δικτατορία του προλεταριάτου), έτσι ώστε το Κόμμα των Μπολσεβίκων να προετοιμάσει και να πραγματοποιήσει με επιτυχία τη Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία. (Αναλυτικά για την Οχτωβριανή Επανάσταση στο ένθετο «Ιστορία»).

Το Μέτωπο και ο δρόμος για το σοσιαλισμό


Το Μέτωπο και ο δρόμος για το σοσιαλισμό
Στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 16ο Συνέδριο γίνεται η εκτίμηση: «Το ΚΚΕ εκτιμά σήμερα ότι ο αντιιμπεριαλιστικός αντιμονοπωλιακός αγώνας συνδέεται και εντάσσεται οργανικά στον αγώνα κατά του καπιταλισμού, αφού από τη φύση του περικλείει ρήξεις που υπονομεύουν τα θεμέλια της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Ωστόσο, ο αγώνας του Μετώπου δεν οδηγεί υποχρεωτικά και αναπόφευκτα στο σοσιαλισμό». (Θέση 20). Στη Θέση 18 επίσης διατυπώνεται η εκτίμηση ότι ο δρόμος του Μετώπου «είναι ο δρόμος που δημιουργεί δυνατότητες για τη σοσιαλιστική αναγέννηση της χώρας». Γεννιέται το ερώτημα μήπως υπάρχει αντίφαση στις δύο αυτές Θέσεις;
Οχι μόνο δεν υπάρχει αντίφαση, αλλά ως προς το συγκεκριμένο θέμα, τη σχέση του ΑΑΔΜ με το σοσιαλισμό, οι Θέσεις ταυτίζονται. Στη Θέση 18 γίνεται λόγος για «το δρόμο που δημιουργεί δυνατότητες για τη σοσιαλιστική αναγέννηση» και όχι για το δρόμο που οδηγεί υποχρεωτικά στη σοσιαλιστική επανάσταση. Δηλαδή, ό,τι ακριβώς αναφέρεται στη Θέση 20.
Στο Πρόγραμμα του Κόμματος, που επεξεργάστηκε και ψήφισε το 15ο Συνέδριο, αναφέρονται τα εξής:
«Η επαναστατική αλλαγή στην Ελλάδα θα είναι σοσιαλιστική. Κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης θα είναι η εργατική τάξη ως ηγετική δύναμη, οι μισοπρολετάριοι, η φτωχή αγροτιά και τα πιο καταπιεσμένα λαϊκά μικροαστικά στρώματα της πόλης. Η νεολαία θα παίξει δραστήριο ρόλο στον αγώνα για το σοσιαλισμό και την οικοδόμησή του. Το ΚΚΕ επιδιώκει να πείσει και άλλα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων ότι τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους δεν υπηρετούνται με τη διατήρηση του καπιταλιστικού συστήματος. Οτι πρέπει να σταθούν στο πλευρό των δυνάμεων, οι οποίες παλεύουν για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό».

Επομένως στις κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης, αντικειμενικά, δε συμπεριλαμβάνεται το σύνολο των μεσαίων στρωμάτων. Τα μεσαία στρώματα δεν είναι, από την άποψη της ιδιοκτησίας που κατέχουν, του εισοδήματος που κερδίζουν, αλλά και τον τρόπο που το κερδίζουν, αλλά και από την άποψη των συμφερόντων τους, ενιαία. Ενα μέρος, το μεγαλύτερο, βρίσκεται αντικειμενικά πιο κοντά στην εργατική τάξη. Για παράδειγμα, στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 16ο Συνέδριο αναφέρεται: «Οι μικρές επιχειρήσεις, που αποτελούν το 91% στο σύνολο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, βαρύνονται με πολύ πιεστικά προβλήματα. Η τάση αντικειμενικά είναι η μεγάλη δυσκολία επιβίωσης, η καταστροφή». Ανάλογη είναι η κατάσταση και στη φτωχή και μεσαία αγροτιά, «η οικογενειακού χαρακτήρα εκμετάλλευση, παραμένει κυρίαρχη... Θα αυξηθεί η συγκέντρωση της γης παραγωγής και του εισοδήματος σε λίγους σε βάρος της φτωχής αγροτιάς». Ιστορικά, με την εξέλιξη του καπιταλισμού ένα μέρος αυτών των μεσαίων στρωμάτων προλεταριοποιείται. Επομένως, εκτός από τη μεγαλύτερη συγκριτικά εκμετάλλευσή τους από τα μονοπώλια σε σχέση με άλλα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων που βρίσκονται πιο κοντά στην αστική τάξη, τμήματά τους οδηγούνται βίαια στην εργατική τάξη.
Ταυτόχρονα, στο Πρόγραμμα του Κόμματος αναφέρεται: «Το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό μέτωπο πάλης εκφράζει αντικειμενικά μια ευρύτερη κοινωνική βάση, τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού που δέχεται τις συνέπειες από τη δράση των πολυεθνικών και τη συμμετοχή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς: Τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, της εργαζόμενης αγροτιάς, των μεσαίων στρωμάτων της πόλης, των κοινωνικών κινημάτων που αγωνίζονται για τα δημοκρατικά δικαιώματα, την απόκρουση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων σε βάρος των λαών και της ειρήνης. Συσπειρώνει τους εργαζόμενους στον τομέα του πολιτισμού και της επιστήμης, που αντιστέκονται στην υποκουλτούρα, στην εμπορευματοποίηση και στη χειραγώγηση».

Αντικειμενικά, λοιπόν, στο μέτωπο συμμετέχει ένα ευρύτερο φάσμα δυνάμεων, σε σχέση με τις κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης, το οποίο επίσης αντικειμενικά είναι εκμεταλλευόμενο από τα μονοπώλια, αλλά υπάρχουν τμήματά του που δε βλέπουν, δεν είναι πεισμένα, πιθανά και να μη θέλουν, ως προοπτική, το σοσιαλισμό. Από την άποψη όμως των αντικειμενικών τους συμφερόντων μπορούν να παλεύουν ενάντια στην πολιτική και την εξουσία των μονοπωλίων.
Επίσης στο Πρόγραμμα του Κόμματος αναφέρεται ότι «η αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή δημοκρατική γραμμή πάλης συμβάλλει στη συσπείρωση της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, στην αντίσταση και υπεράσπιση των συμφερόντων του από την επιθετικότητα του μεγάλου κεφαλαίου. Είναι ο δρόμος που βοηθά να αλλάξει ο συσχετισμός των δυνάμεων, να γίνει η προσέγγιση και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να πραγματοποιηθεί το πέρασμα στο σοσιαλισμό».
Το μέτωπο, λοιπόν, συγκεντρώνει στις γραμμές του, διαπαιδαγωγεί με την πάλη που διεξάγει και ωριμάζει για τη σύγκρουση και τη ρήξη και τις δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης, αλλά και ευρύτερες δυνάμεις που ενδιαφέρονται και αντιπαλεύουν την πολιτική και την εξουσία των μονοπωλίων.
Επομένως, το Μέτωπο και ο αγώνας για το σοσιαλισμό, για τη σοσιαλιστική επανάσταση, συνδέονται, αλλά δεν ταυτίζονται. Ο αγώνας του Μετώπου και οι ρήξεις που θα προκαλεί στον καπιταλισμό, δε θα μας οδηγήσουν νομοτελειακά στη δικτατορία του προλεταριάτου και στο σοσιαλισμό. Ο αγώνας του Μετώπου όμως αντικειμενικά φέρνει πιο κοντά τη σοσιαλιστική προοπτική, αφού εναντιώνεται στην πολιτική και την εξουσία των μονοπωλίων. Αν όμως ταυτιστεί η συγκρότηση του Μετώπου με τη σοσιαλιστική επανάσταση, τότε περιορίζεται η βάση συσπείρωσης δυνάμεων στο Μέτωπο, γεγονός που περιορίζει και τις δυνάμεις που αντικειμενικά μπορούν να αντιπαλεύουν τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Σ' αυτή την περίπτωση, λιγότερες δυνάμεις αντιπαλεύουν την πολιτική και την εξουσία των μονοπωλίων, άρα δυσκολεύουν και την πάλη για το σοσιαλισμό. Επίσης η ταύτιση του Μετώπου με το σοσιαλισμό μπορεί να καλλιεργεί την αυταπάτη ότι όλες οι δυνάμεις που συμμετέχουν στο Μέτωπο και δρουν οργανωμένα μέσα απ' αυτό, αποτελούν και τις κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης. Γεγονός που επίσης υπονομεύει την πάλη για το σοσιαλισμό, αφού στο Μέτωπο συμμετέχουν και δυνάμεις που δε θέλουν ως προοπτική το σοσιαλισμό.
Η συμμαχία όλων των αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δημοκρατικών δυνάμεων στο Μέτωπο αντικειμενικά δημιουργεί το μεγαλύτερο δυνατό λαϊκό μπλοκ, ενάντια στην πολιτική και την εξουσία της άρχουσας τάξης, της αφαιρεί δυνάμεις με τις οποίες η ίδια επιδιώκει να συμμαχεί, υπονομεύει με τη σύγκρουση και τις ρήξεις τα θεμέλια της εξουσίας της, άρα συμβάλλει και στη δημιουργία των προϋποθέσεων για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Αντικειμενικά συγκεντρώνει και ωριμάζει τις δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης, ενώ ταυτόχρονα υπονομεύει την εξουσία του κεφαλαίου, γεγονός που επίσης διευκολύνει στο άνοιγμα του δρόμου για το σοσιαλισμό, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι υποχρεωτικά οδηγεί και στο σοσιαλισμό.

Η σχέση του Μετώπου με το ζήτημα της εξουσίας


Η σχέση του Μετώπου με το ζήτημα της εξουσίας
Στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 16ο Συνέδριο αναφέρεται: «Η συγκρότηση άλλωστε του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου δε γίνεται με προϋπόθεση το σοσιαλισμό» (Θέση 20). Το ερώτημα που τίθεται είναι η ποια η σχέση του Μετώπου με το ζήτημα της εξουσίας;
Στο Πρόγραμμα του ΚΚΕ που ψηφίστηκε στο 15ο Συνέδριο αναφέρεται ότι «η αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή δημοκρατική γραμμή πάλης... είναι ο δρόμος που βοηθά να αλλάξει ο συσχετισμός των δυνάμεων, να γίνει η προσέγγιση και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να πραγματοποιηθεί το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, ο αγώνας αυτός συνδέεται περισσότερο και εντάσσεται οργανικά στον αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού. Περικλείει από τη φύση του ρήξεις, οι οποίες υπονομεύουν τα θεμέλια της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Δημιουργεί προϋποθέσεις για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της».
Γιατί όμως η αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή δημοκρατική γραμμή πάλης δημιουργεί προϋποθέσεις για την κατάχτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της για το πέρασμα στο σοσιαλισμό; Ο ιμπεριαλισμός είναι ο καπιταλισμός στο ανώτατο στάδιό του, στο οποίο κυριαρχούν τα μονοπώλια, το χρηματιστικό κεφάλαιο. Η ανώτατη βαθμίδα του είναι ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός. Ο καπιταλισμός στην Ελλάδα βρίσκεται στο ανώτατο στάδιο ανάπτυξής του, στην κρατικομονοπωλιακή βαθμίδα. Επομένως οι υλικές προϋποθέσεις είναι ώριμες για το σοσιαλισμό. Αλλά για να γίνει το πέρασμα στο σοσιαλισμό, απαιτείται η ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα,(η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της), δηλαδή των δυνάμεων που θα συγκρουστούν με την αστική τάξη, θα την ανατρέψουν από την εξουσία, θα τσακίσουν το κράτος της και θα εγκαθιδρύσουν τη δική τους εξουσία, τη δικτατορία του προλεταριάτου. Επομένως το ζητούμενο είναι η ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα. Ταυτόχρονα για την πραγματοποίηση της επανάστασης απαιτείται να υπάρχουν και αντικειμενικές προϋποθέσεις, δηλαδή επαναστατική κατάσταση.

Σύμφωνα με τη λενινιστική διδασκαλία είναι αδύνατο να γίνει επανάσταση δίχως επαναστατική κατάσταση, τα γνωρίσματα της οποίας είναι:
1. Η αδυναμία των κυρίαρχων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους. Συνήθως για να ξεσπάσει η επανάσταση δεν είναι αρκετό τα «κάτω στρώματα» να μη θέλουν, μα χρειάζεται ακόμα και οι «κορυφές να μην μπορούν» να ζήσουν όπως παλιά.
2. Επιδείνωση απότομη και μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεζόμενων τάξεων.
3. Σημαντικό ανέβασμα για τους παραπάνω λόγους της δραστηριότητας των μαζών, που σε «ειρηνική εποχή» αφήνουν να τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται τόσο από όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο και από τις ίδιες τις «κορυφές» σε αυτοτελή ιστορική δράση.
Αυτό δε σημαίνει ότι κάθε κυβερνητική κρίση, ακόμα και η δυσκολία σχηματισμού μιας σταθερής κυβέρνησης είναι σημάδι πάντα ότι οι «επάνω δεν μπορούν». Υπάρχουν περιπτώσεις, όπως πχ στην Ιταλία τα προηγούμενα χρόνια, που εκδηλώθηκαν στοιχεία πολιτικής κρίσης, αλλά αυτό δε σήμαινε επαναστατική κατάσταση, αδιέξοδα στο πολιτικό σύστημα. Η άρχουσα τάξη βρίσκει μορφές σωτηρίας και διάσωσης του συστήματος σε συνθήκες ευνοϊκού ή σχετικά ευνοϊκού συσχετισμού γι' αυτή. Ο συσχετισμός γέρνει ακόμα πιο αποφασιστικά υπέρ της άρχουσας τάξης μιας χώρας και λόγω της εξωτερικής στήριξης από τον ιμπεριαλισμό. Επίσης η αστική τάξη δεν πέφτει από μόνη της, δεν παραδίδεται εθελοντικά, καταφεύγει στη βία κατά του λαού, άρα μόνο ανατρέπεται με την επαναστατική θέληση και δύναμη των λαϊκών μαζών.

Η επαναστατική κατάσταση δεν οδηγεί αναπόφευκτα στην εξέγερση, στη σοσιαλιστική επανάσταση. Για να εξελιχθεί σε επανάσταση χρειάζεται και ο αναγκαίος υποκειμενικός παράγοντας, δηλαδή η ικανότητα και θέληση της επαναστατικής τάξης να αναλάβει μαζική επαναστατική δράση, αρκετά ισχυρή ώστε να τσακίσει ή να εξασθενίσει σημαντικά την αστική εξουσία, που δεν πρόκειται να πέσει αν δεν τη ρίξουν.
Στο πρόγραμμα του Κόμματος αναφέρεται ότι: «Η ωρίμανση των προϋποθέσεων για τη σοσιαλιστική επαναστατική αλλαγή δε θα είναι έργο μιας πράξης, αλλά αποτέλεσμα μιας διαδικασίας με ανοδικές και καθοδικές στιγμές και φάσεις, στροφές και καμπές, οι οποίες θα καθορίζονται: Από το συσχετισμό των δυνάμεων, την ετοιμότητα και τη θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, την ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική προετοιμασία, τη δύναμη και την ετοιμότητα του ΚΚΕ, το βαθμό αναζωογόνησης των ιδανικών του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού».
Το ΑΑΔΜ συμβάλλει στην ωρίμανση των προϋποθέσεων για τη σοσιαλιστική επανάσταση, με δεδομένη την πρωτοπόρα δράση του ΚΚΕ, στην κατεύθυνση ο αντιιμπεριαλιστικός, αντιμονοπωλιακός αγώνας να έχει έκβαση το σοσιαλισμό. Με την ενίσχυση της δύναμής του, τη δουλιά του για την αναζωογόνηση των ιδανικών του ταξικού αγώνα, του σοσιαλισμού. Γιατί το Μέτωπο συγκεντρώνει όλες τις δυνάμεις που αντικειμενικά έχουν συμφέρον να αντιπαλέψουν την πολιτική και την εξουσία της άρχουσας τάξης, άρα και τις κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης. Η πορεία συγκρότησής του στο έδαφος του αγώνα για λύσεις στα οξυμένα προβλήματα του λαού και της χώρας σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, η ανάπτυξη της ταξικής πάλης, της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, όλων των οργανωμένων στο Μέτωπο λαϊκών δυνάμεων, η ενίσχυση της δύναμης του ΚΚΕ θα προκαλεί αλλαγές στο συσχετισμό δυνάμεων. Η πάλη του στην κατεύθυνση της σύγκρουσης και ρήξης με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, υπονομεύει την εξουσία του κεφαλαίου. Οι ίδιοι οι στόχοι του (πχ για τη λαϊκή οικονομία), μπορούν να πυροδοτήσουν επαναστατική εξέγερση, ως αναγκαιότητα, μέσα από την πείρα των μαζών.
Σχετικά με τις πιθανές εξελίξεις γύρω από το ζήτημα της εξουσίας, στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 16ο Συνέδριο του Κόμματος αναφέρεται ότι: «O αγώνας του Μετώπου θα αντανακλάται στο επίπεδο της εξουσίας ανάλογα με την όξυνση της ταξικής πάλης, τη σταθερότητα της συμμαχίας των αντιιμπεριαλιστικών, αντιμονοπωλιακών δυνάμεων και την ύπαρξη ή όχι πανεθνικής κρίσης.
Το KKE, με βάση το Πρόγραμμά του, υποστηρίζει ότι το Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο, σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, μπορεί να πάρει χαρακτηριστικά επαναστατικού μετώπου που συγκρούεται για να ανατρέψει την εξουσία των μονοπωλίων, με ετοιμότητα και ικανότητα να εναλλάσσει όλες τις μορφές πάλης. Μέσα σε αυτόν τον αγώνα, με την πείρα και την αποφασιστικότητα της λαϊκής πλειοψηφίας, διαμορφώνονται νέοι λαϊκοί θεσμοί, που μπορεί να φτάσουν ως το επίπεδο και μιας επαναστατικής κυβέρνησης. Με τη νικηφόρα έκβαση της πάλης αυτής, θα ολοκληρωθούν και θα σταθεροποιηθούν τα χαρακτηριστικά της επαναστατικής αυτής κυβέρνησης ως εξουσίας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, δηλαδή της δικτατορίας του προλεταριάτου, που αποτελεί τον αντίποδα της δικτατορίας της αστικής τάξης και των μονοπωλίων.
Σε συνθήκες ταξικών αναμετρήσεων και μεγάλης φθοράς της επιρροής των αστικών κομμάτων και των συμμάχων τους, και ενώ δε θα έχουν διαμορφωθεί όροι για ριζική κοινωνική ανατροπή και επαναστατικό πέρασμα, μπορεί να προκύψει κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών, αντιμονοπωλιακών δυνάμεων, με βάση το Κοινοβούλιο. H κυβέρνηση θα κριθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα κατά πόσο, με όπλο τη μέγιστη λαϊκή κινητοποίηση, θα καταφέρει να αντιμετωπίσει την αντίδραση της κυρίαρχης τάξης, με στόχο την ανατροπή ή την εξουδετέρωσή της και να συμβάλει στην ωρίμανση και στην έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας. Σε κάθε περίπτωση το AAΔM πρέπει να έχει διασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή ενότητά του, ώστε να μπορεί να πετύχει την ενότητα δράσης της εργατικής τάξης, τη συσπείρωση των εργαζομένων γενικότερα, την οργανωμένη λαϊκή παρέμβαση».

Για το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα


Για το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα
Ως τώρα, στα προηγούμενα άρθρα, αναφερθήκαμε στην εξέλιξη του καπιταλισμού, στην οποία νομοτελειακά ωριμάζουν οι υλικοί όροι για την αντικατάστασή του, ότι ως κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός ιστορικά εξελίσσεται από τις ίδιες τις εσωτερικές του αντιθέσεις μήτρα των οποίων είναι η βασική του αντίθεση. Η κίνηση της κοινωνίας γίνεται αντικειμενικά, στη βάση νόμων που υπάρχουν, ανεξάρτητα από τη θέληση των ανθρώπων, δρουν όμως διά μέσου της δράσης των ανθρώπων, (π.χ. ο νόμος της υπεραξίας, ο νόμος της καπιταλιστικής συσσώρευσης, ο νόμος του κέρδους, κ.ά.). Οι άνθρωποι γνωρίζοντας αυτούς τους νόμους, δρουν ανάλογα μέσα στην πορεία της κοινωνικής εξέλιξης. Αυτό εκφράζεται με την πολιτική. Και επειδή η κοινωνία είναι χωρισμένη σε τάξεις, αυτή η δράση των ανθρώπων είναι αντικειμενικά δράση κοινωνικών τάξεων. Ετσι π.χ. η πολιτική, που υπηρετεί τους καπιταλιστές, παίρνει υπ' όψιν της τους νόμους κίνησης του καπιταλισμού, όπως π.χ. τους νόμους της καπιταλιστικής συσσώρευσης, του κέρδους, κλπ., ώστε να τους υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο, προκειμένου να αναπαράγεται το κεφάλαιο, η σχέση εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας, διαφορετικά υπονομεύεται αυτό το σύστημα. Βεβαίως, και η εργατική τάξη πρέπει να γνωρίζει αυτούς τους νόμους, προκειμένου η δική της πολιτική να αξιοποιεί τις εσωτερικές αντιφάσεις του συστήματος, να προβλέπει τις αντικειμενικές εξελίξεις, να καθορίζει τα καθήκοντα που πρέπει να μπαίνουν στο εργατικό κίνημα, ώστε να δίνει η δράση του ώθηση στην ιστορική κίνηση της κοινωνίας προς τα μπρος, προς την κατάργηση της σχέσης εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας. Γιατί, η ιστορική τάση τείνει προς την κατάργηση του καπιταλισμού, (στην εποχή του ιμπεριαλισμού έχει ήδη μπει αντικειμενικά το καθήκον της κατάργησης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της αντικατάστασής του από τον ανώτερο, τον κομμουνιστικό), αλλά αυτό δεν πρόκειται να συμβεί χωρίς την επαναστατική δράση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.
Μελετώντας ο Μαρξ την εξέλιξη του καπιταλισμού, αποδεικνύει ότι αντικειμενικά από τον ατομικό καπιταλιστή φτάνουμε στο συλλογικό, (μετοχική εταιρία, μονοπώλιο), μορφή που δείχνει ότι αντικειμενικά η ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία μπορεί να μετατραπεί σε κοινωνική. Και κριτήριο γι' αυτό, είναι η όξυνση της βασικής του αντίθεσης, που δείχνει ότι οι παραγωγικές δυνάμεις δε χωρούν στις υπάρχουσες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Αυτή η διαπίστωση είναι θεμελιακή για την επεξεργασία και διαμόρφωση της στρατηγικής και της ταχτικής του Προγράμματος του Κομμουνιστικού Κόμματος, ως οργανωμένης πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης που καθοδηγεί την ταξική της πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Επομένως, είναι ανάγκη να γνωρίζουμε όσο γίνεται βαθύτερα τη λειτουργία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Αυτό «υπαγορεύεται από τις απαιτήσεις πειστικής προβολής του Προγράμματος του Κόμματος, της αναγκαιότητας του ΑΑΔΜ και του ρόλου που θα παίξει αυτό για βαθιές αλλαγές ως το επίπεδο της εξουσίας. Επιδιώκουμε να συνειδητοποιείται από την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα η βαθύτερη αιτία των προβλημάτων, που αφορούν τον ίδιο το χαρακτήρα του συστήματος, να μην περιορίζονται στην εξωτερική επιφάνεια της περιγραφής. Να συμβάλλουμε στην απομυθοποίηση της καπιταλιστικής βιτρίνας, να αποκαλυφθεί καλύτερα το βάθος των ταξικών αντιθέσεων, ο χαρακτήρας της καπιταλιστικής ανάπτυξης σε μια περίοδο που προωθείται η στρατηγική των αναδιαρθρώσεων, η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ο πόλεμος.
Χρειάζεται πολύ πιο έντονη ιδεολογική δουλιά, προκειμένου να καταδειχτεί ότι η υπόθεση του σοσιαλισμού δεν είναι ένα όραμα, δεν είναι απλά μια ηθική επιταγή, αλλά είναι καθήκον που συνδέεται με την αποστολή της εργατικής τάξης. Είναι αναγκαιότητα το ξεπέρασμα, δηλαδή η ανατροπή του καπιταλισμού, που βεβαίως θα επιτευχθεί μέσω της ανθρώπινης δράσης, της επαναστατικής πάλης σε συνθήκες ωρίμανσης των προϋποθέσεων της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Το βασικό ζήτημα που θέτει το Πρόγραμμα του Κόμματος αφορά στο χαρακτήρα της επανάστασης στη χώρα μας, ως σοσιαλιστικής. Παίρνουμε υπόψη τις εξωτερικές συνθήκες που διαμορφώνονται από τη διεθνή θέση της Ελλάδας στο σύστημα του ιμπεριαλισμού, τον αρνητικό συσχετισμό δύναμης, με την πρότασή μας για τη συγκρότηση του Μετώπου, προκειμένου να επιτευχθεί η συμμαχία των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, που έχουν συμφέρον και θέλουν να αντιταχτούν στα μονοπώλια, τον ιμπεριαλισμό.
Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης καθορίζεται από την ωριμότητα του καπιταλισμού, δηλαδή από το γεγονός ότι η εξέλιξη των σχέσεων παραγωγής φτάνει σε ανώτατο στάδιο και δε χωράει τις αναπτυσσόμενες παραγωγικές δυνάμεις. Αυτό δε σημαίνει ότι έχουν ωριμάσει αντίστοιχα οι προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης. Από αυτό όμως δεν αλλάζει ο χαρακτήρας της επανάστασης και παραμένει σοσιαλιστικός, γιατί η κοινωνικοποίηση της εργασίας, η μετοχική εταιρία που αναιρεί τον ατομικό καπιταλιστή είναι δείκτης ωρίμανσης για το πέρασμα σε μια ανώτερη κοινωνία (...)
Το ΚΚΕ είναι το κόμμα που από το χαρακτήρα και την αποστολή του διεξάγει συνεπή αντιιμπεριαλιστικό αγώνα, ο οποίος δεν μπορεί παρά να είναι αντικαπιταλιστικός, αφού η ανατροπή της πολιτικής του ιμπεριαλισμού, που είναι το ανώτερο στάδιο του καπιταλισμού, δεν είναι δυνατό να γίνει στα πλαίσια του ίδιου του συστήματος. Ο αντιιμπεριαλιστικός, αντιμονοπωλιακός αγώνας εκφράζει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βάθος την αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξης της πολιτικής συνείδησης, το επίπεδο συμφωνίας που επιτυγχάνεται με τους συμμάχους στα πλαίσια του Μετώπου». (Από τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002, σελ. 88-89).
Η εκτίμηση για το χαρακτήρα της επανάστασης προκύπτει από το γεγονός ότι στην Ελλάδα ο καπιταλισμός βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, και μάλιστα στην ανώτατη βαθμίδα του τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό. Στην Ελλάδα κυριαρχούν τα μονοπώλια και οι μετοχικές εταιρίες, το χρηματιστικό κεφάλαιο. Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα μονοπωλιακών ομίλων που δραστηριοποιούνται στη Βιομηχανία και την Πίστη, (π.χ. ο όμιλος Λάτση δραστηριοποιείται στην πετρελαϊκή βιομηχανία, τη ναυτιλία, ενώ έχει την τράπεζα «Γιούρομπανκ», ο όμιλος Βαρδινογιάννη επίσης στη ναυτιλία, το πετρέλαιο, ενώ έχει τη «Χίος-Μπανκ»). Επίσης, συνολικά το τραπεζικό σύστημα διαπλέκεται με το βιομηχανικό κεφάλαιο, μέσω των συναλλαγών. «Υπό την πίεση των υψηλών δανείων που έχουν αναλάβει επιχειρήσεις σε ορισμένους προβληματικούς κλάδους, οι τράπεζες επιχειρούν να οδηγήσουν σε συνεργασία και συνενώσεις πολλες εταιρίες...Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες προσπαθούν να ευνοήσουν κινήσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων και να ωθήσουν τις μεν υγιείς επιχειρήσεις σε κατεύθυνση μεγέθυνσης...»,(«Καθημερινή»,1/3/2003). Αν αυτό δε είναι άμεση διαπλοκή του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό, που δείχνει ότι διαμορφώνει αποφασιστικά τις εξελίξεις στην οικονομία, τότε τι είναι; Δεν είναι μόνο τα δάνεια προς τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, αλλά και το γεγονός ότι οι συναλλαγές ειδών λαϊκής κατανάλωσης τείνουν ολοένα να γίνονται μέσω τραπεζών, (π.χ. καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες, στεγαστικά δάνεια, αγορά διαφόρων ειδών οικιακής χρήσης, αγορά αυτοκινήτων κλπ.). Υπάρχει και λειτουργεί το Χρηματιστήριο, στο οποίο επίσης εισάγονται μονοπωλιακές μετοχικές εταιρίες. Το κράτος παρεμβαίνει αποφασιστικά υπέρ των μονοπωλίων. Ολες οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, (ιδιωτικοποιήσεις παραγωγικών τομέων, ιδιωτικοποιήσεις τομέων «κοινωνικών υπηρεσιών», εργασιακές σχέσεις, κοινωνική ασφάλιση κλπ.), είναι παρεμβάσεις του κράτους, προκειμένου να διευκολύνουν τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, την αναπαραγωγή του, εντείνουν την εκμετάλλευση, ρίχνοντας την τιμή της εργατικής δύναμης. Το κράτος, λοιπόν, συνενώνει τη δύναμή του με τα μονοπώλια.
Βεβαίως, δεν έχουν ωριμάσει οι προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης, γιατί εκτός από τους υλικούς όρους, απαιτείται ωρίμανση και του υποκειμενικού παράγοντα, δηλαδή της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Αλλά απαιτούνται και οι αντικειμενικές συνθήκες, (πανεθνική κρίση, επαναστατική κατάσταση). Η ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα είναι υπόθεση της δράσης του Κόμματος, σε συνδυασμό με τις ίδιες τις εξελίξεις. Στο καθήκον αυτό ανταποκρίνεται η πολιτική του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου πάλης για τη λαϊκή εξουσία. Η πανεθνική κρίση και η επαναστατική κατάσταση διαμορφώνονται από τις ίδιες τις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, γι' αυτό και είναι αντικειμενικές, μπορούν όμως να προβλεφτούν.
Στην απόφαση του 16ου Συνεδρίου για «Το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο» εκτιμώνται τα εξής: «Το ενδεχόμενο να ζήσει η ανθρωπότητα μια παγκόσμια κρίση είναι υπαρκτό, καθώς έχει προχωρήσει σε ανώτερο επίπεδο η κοινωνικοποίηση της εργασίας από τη μια και η συγκέντρωση του κοινωνικού πλούτου σε όλο και λιγότερα χέρια από την άλλη(...)
Οι αντικειμενικές συνθήκες μιας πιο γενικευμένης κρίσης που υπάρχουν θα διαμορφώσουν στην πορεία και αντικειμενικά στοιχεία πανεθνικής κρίσης σε μια ή περισσότερες χώρες, αλλού νωρίτερα αλλού αργότερα».
Αντικειμενικά, λοιπόν, από το επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα, προκύπτει ότι ο χαρακτήρας της επανάστασης θα είναι σοσιαλιστικός.

Σ.Λ.


Θεωρητικά ζητήματα για τις προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης


Θεωρητικά ζητήματα για τις προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης

Η θέση του Μαρξ ότι «νέες ανώτερες παραγωγικές σχέσεις ποτέ δεν εμφανίζονται προτού ωριμάσουν οι υλικοί όροι της ύπαρξής τους, μέσα στους κόλπους της ίδιας της παλιάς κοινωνίας»10 διαστρεβλώνεται από αυτοαποκαλούμενους μαρξιστές και δεδηλωμένους αντιλενινιστές, σύγχρονους οπορτουνιστές, οι οποίοι μιλούν για ανωριμότητα των υλικών προϋποθέσεων περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό και φέρνουν ως απόδειξη ότι ο σοσιαλισμός δεν επιβίωσε. Ως προς το παραπάνω απόσπασμα του Μαρξ, το ξεκόβουν από την αμέσως επόμενη πρόταση: «Γι' αυτό η ανθρωπότητα βάζει πάντα μπροστά της μόνο τα καθήκοντα εκείνα που μπορεί να λύσει, γιατί με μια προσεκτικότερη εξέταση γίνεται πάντα φανερό ότι το ίδιο το καθήκον ξεπηδάει μόνο τότε, όταν οι υλικοί όροι για τη λύση του υπάρχουν κιόλας ή τουλάχιστον βρίσκονται στην πορεία του γίγνεσθαι».
Η θέση αυτή επαναλαμβάνεται και στο έργο του «Η αθλιότητα της Φιλοσοφίας», όπου αναφέρεται: «Απ' όλα τα μέσα παραγωγής, η μεγαλύτερη παραγωγική δύναμη είναι η ίδια η επαναστατική τάξη. Η οργάνωση των επαναστατικών στοιχείων σε τάξη προϋποθέτει ότι υπάρχουν όλες οι παραγωγικές δυνάμεις που μπορούσαν να αναπτυχθούν στα σπλάχνα της παλιάς κοινωνίας»11. Κριτήριο ωριμότητας των υλικών προϋποθέσεων δεν είναι απλά η ύπαρξη της εργατικής τάξης, αλλά και η πολιτική συγκρότησή της σε επαναστατική δύναμη, η ανάπτυξη δηλαδή της ταξικής πάλης. Δεν μπορεί, λοιπόν, να ξεσπάσει η σοσιαλιστική επανάσταση, όταν δεν υπάρχει ένα ελάχιστο επίπεδο ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων του κομμουνισμού, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να επικρατήσει. Η εκδήλωση της σοσιαλιστικής επανάστασης (η οποία έχει τις δικές της αντικειμενικές και υποκειμενικές προϋποθέσεις, που θα εξετάσουμε στη συνέχεια) σημαίνει ότι οι αντιφάσεις του συστήματος έχουν ωριμάσει, ότι ο σοσιαλισμός από τη σύγκρουση των σχέσεων παραγωγής με τις παραγωγικές δυνάμεις προβάλλει ως αδήριτη ανάγκη.
Η δημιουργία, λοιπόν, του επιστημονικού κομμουνισμού και των επαναστατικών εργατικών κομμάτων ως φορέων συνένωσης της επαναστατικής θεωρίας με το εργατικό κίνημα αποδεικνύει την ωρίμανση των αντιφάσεων του καπιταλισμού από ιστορική άποψη.
Το γενικό επίπεδο ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων για το νέο κοινωνικό μετασχηματισμό είναι αυτό που προσδιορίζει την ιστορική εποχή στην εξέλιξη του καπιταλιστικού. Μέσα σε αυτή την εποχή, υπάρχει διαφοροποίηση στο βαθμό ωρίμανσης από τη μια καπιταλιστική κοινωνία στην άλλη.
Ο Λένιν, αναδεικνύοντας τα κριτήρια χαρακτηρισμού των εποχών, έγραφε: «Δεν μπορούμε να ξέρουμε με ποια ταχύτητα θα αναπτυχθούν τα διάφορα ιστορικά κινήματα μιας δοσμένης εποχής και σε τι βαθμό θα επιτύχουν. Μπορούμε, όμως, να ξέρουμε - και ξέρουμε - ποια τάξη βρίσκεται στο κέντρο της μιας ή της άλλης εποχής, όταν καθορίσουμε το κύριο περιεχόμενό της, την κύρια κατεύθυνση της αποστολής της, τις κύριες ιδιομορφίες των ιστορικών συνθηκών της δοσμένης εποχής κτλ.»12.
Με βάση την παραπάνω θέση, υιοθέτησε την ιστορική περιοδολόγηση του καπιταλισμού (που επεξεργάστηκαν άλλοι μαρξιστές) σε τρεις εποχές με συμβατικά και σχετικά ορόσημα τις κοινωνικές επαναστάσεις και τους πολέμους. Ταυτόχρονα, επισήμαινε ότι παντού στη φύση και την κοινωνία τα όρια είναι συμβατικά και κινητά, σχετικά και όχι απόλυτα:
1789 - 1871
Η πρώτη εποχή, από τη μεγάλη γαλλική επανάσταση ως το γαλλοπρωσικό πόλεμο και την Κομμούνα, είναι η εποχή της ανόδου της αστικής τάξης, της ολοκληρωτικής νίκης της. Είναι η ανοδική γραμμή της αστικής τάξης, των αστικοδημοκρατικών κινημάτων, η εποχή της συντριβής των ιστορικά ξεπερασμένων φεουδαρχικών δεσμών.
1871 - 1914
Η δεύτερη εποχή είναι η εποχή της ολοκληρωτικής κυριαρχίας και της παρακμής της αστικής τάξης, που χάνει τον προοδευτικό χαρακτήρα της στην κοινωνική εξέλιξη. Είναι εποχή της προετοιμασίας και της αργής συγκέντρωσης δυνάμεων από το νέο υποκείμενο της Ιστορίας, την εργατική τάξη.
1914 - ...
Η τρίτη εποχή χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του μονοπωλίου, είναι η εποχή του ιμπεριαλισμού και των ιμπεριαλιστικών πολέμων που βάζει την αστική τάξη στην ίδια ιστορική θέση που βρίσκονταν οι φεουδάρχες την πρώτη εποχή. Ο ιμπεριαλισμός, ως μονοπωλιακός καπιταλισμός, είναι η εποχή των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, για το πέρασμα στην κομμουνιστική κοινωνία.
Ηδη, ο Μαρξ στον 3ο τόμο του «Κεφαλαίου», στην ανάλυσή του για τη μετοχική εταιρεία, θίγει την εμφάνιση ενός φαινομένου που στην εποχή του ακόμη δεν είναι κυρίαρχο, αλλά έγινε κυρίαρχο στα επόμενα χρόνια. Το ζήτημα της εμφάνισης του μονοπωλίου: Το μονοπώλιο δεν είναι απλά μια μεγάλη καπιταλιστική επιχείρηση, αλλά αποτελεί έκφραση του υψηλού βαθμού της κοινωνικοποίησης της εργασίας και της παραγωγής, ως αποτέλεσμα της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, στις οποίες υποτάσσεται η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Τα μονοπώλια εκφράζουν μεγάλη κεφαλαιακή συσσώρευση με τη μορφή μετοχικής ιδιοκτησίας σε εταιρεία ή όμιλο εταιρειών, με ανάλογη συγκέντρωση μεγάλου μεριδίου αγοράς. Είναι δείκτης της μεγάλης όξυνσης της αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας. Είναι η μορφή που παίρνει η κεφαλαιοκρατική σχέση, σε συνθήκες που έχουν υπερωριμάσει οι παραγωγικές δυνάμεις και ασφυκτιούν στα στενά πλαίσια των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Ο Μαρξ στον 3ο τόμο του «Κεφαλαίου» αναφέρει ότι ο σχηματισμός μετοχικών εταιρειών είναι «η κατάργηση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής μέσα στα πλαίσια του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και γι' αυτό είναι μια αυτοαναιρούμενη αντίφαση»13,αφού, όπως εξηγεί, στις μετοχικές εταιρείες «...η λειτουργία είναι χωρισμένη από την ιδιοκτησία του κεφαλαίου, επομένως και η εργασία είναι εντελώς χωρισμένη από την ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και την υπερεργασία. Αυτό είναι αποτέλεσμα της ανώτατης ανάπτυξης της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, αναγκαίο σημείο περάσματος για την ξαναμετατροπή του κεφαλαίου σε ιδιοκτησία των παραγωγών, όχι όμως πια σαν ατομική ιδιοκτησία ξεχωριστών παραγωγών, αλλά σαν ιδιοκτησία των συνεταιρισμένων παραγωγών, σαν άμεσα κοινωνική ιδιοκτησία»14.
Ετσι ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής γίνεται φραγμός στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, οξύνονται όλες οι αντιθέσεις, κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές, ιδεολογικές. Αυτή η εξέλιξη καθορίζει την ανάπτυξη της ταξικής πάλης στην κατεύθυνση να επιλυθεί η βασική αντίθεση με το επαναστατικό πέρασμα στο σοσιαλισμό - κομμουνισμό.
«Το μονοπώλιο του κεφαλαίου μετατρέπεται σε δεσμά του τρόπου παραγωγής που άνθισε μαζί του και κάτω από αυτό. Η συγκεντροποίηση των μέσων παραγωγής και η κοινωνικοποίηση της εργασίας φθάνουν σε ένα σημείο, όπου δε συμβιβάζεται με το κεφαλαιοκρατικό της περίβλημα. Το περίβλημα αυτό σπάει. Σημαίνει τέλος της κεφαλαιοκρατικής ατομικής ιδιοκτησίας. Οι απαλλοτριωτές απαλλοτριώνονται»15.
Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός δεν αλλάζει τη φύση του καπιταλισμού, αποτελεί ανώτατη βαθμίδα ανάπτυξής του. Οι βαθιές κρίσεις και οι μακροχρόνιες υφέσεις, ο παρασιτισμός στην οικονομία, αλλά και σε κάθε μορφή κοινωνικής ζωής, εκφράζουν την όξυνση της αντίθεσης των παραγωγικών δυνάμεων με τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Η διαλεκτική ανάπτυξη του καπιταλισμού είναι τέτοια, που, όσο συγκεντρώνεται, κοινωνικοποιείται η παραγωγή, όσο επαναστατικοποιούνται τα μέσα παραγωγής, όσο επεκτείνονται οι καπιταλιστικές σχέσεις στη σφαίρα της αγροτικής παραγωγής και στις υπηρεσίες, τόσο αναπτύσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις που έρχονται σε όλο και βαθύτερη αντίθεση με την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, το κίνητρο του καπιταλιστικού κέρδους. Με το πέρασμα από τον καπιταλισμό του ελεύθερου ανταγωνισμού στο μονοπωλιακό καπιταλισμό, η αντίθεση αυτή οξύνεται παρά την προσπάθεια ρύθμισης της παραγωγής σε κλίμακα μονοπωλίων.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
(Το κείμενο είναι επεξεργασία της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ)
Σημειώσεις:
10. Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», τ. 1, σελ. 425.
11. Κ. Μαρξ: «Η αθλιότητα της Φιλοσοφίας», εκδόσεις Αναγνωστίδη, σελ. 173.
12. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τ. 26, σελ. 142.
13. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τ. 3, σελ. 553.
14. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τ. 3, σελ. 551.
15. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τ. 1, σελ. 787.

TOP READ