12 Αυγ 2019

Σουηδία: Συνδικάτα και Εργοδότες επιβάλλουν εργασιακό Μεσαίωνα

Γράφει ο Πάνος Αλεπλιώτης // 
Η πανίσχυρη Συνομοσπονδία Εργατών Σουηδίας έβαλε τρικλοποδιά στον εαυτό της. Συνειδητά λένε οι γνήσιοι αγωνιστές. Τους έφαγε η αλληλεγγύη προς την Σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση που θέλει την εύνοια των επιχειρηματιών λένε οι πιο ήπιοι. Μας ξέφυγε δηλώνουν οι σύμβουλοι της Ομοσπονδίας.
Από τις 1 Αυγούστου περιορίστηκε το απεργιακό δικαίωμα στην Σουηδία με σύμφωνη γνώμη των Εργοδοτών του Υπουργείου Εργασίας και της Συνομοσπονδίας. Εξαγγελία απεργίας θα γίνεται μόνο αν, μετά από διάλογο, δεν δέχεται ο εργοδότης να υπογράψει συλλογική σύμβαση. Για κανέναν άλλο λόγο.
Αν όμως δημιουργήσει ο εργοδότης ένα Σωματείο που θα αποτελείται από στελέχη της επιχείρησης, τα ξέρουμε αυτά στην Ελλάδα, κίτρινο Σωματείο, έτσι τα ονομάζουν οι Σουηδοί, και αυτό είναι πρόθυμο να υπογράψει με λιγότερο μισθό, με λιγότερη ασφάλιση, συντάξιμα, ωράρια ευέλικτα και άλλα;
Τότε ισχύει η συμφωνία για ΌΛΟΥΣ τους εργαζόμενους ό,τι και να λέει το επίσημο σωματείο. Δεν μπορεί να διεκδικήσει κάτι καλύτερο ούτε να απεργήσει αν υπάρξει συμφωνία του Εργοδότη με το Κίτρινο σωματείο. 
Στις 1 Αυγούστου στην ίδια συμφωνία ισχύει ο νόμος για τους πρωτοπροσλαμβανόμενους, νέους και πρόσφυγες.
Μειωμένο μισθό στο 75% της σύμβασης, μειωμένη αποζημίωση σε περίπτωση απόλυσης, καμία αποζημίωση σε τραυματισμό ή θάνατο, απαλλαγή από την ασφαλιστική εισφορά για τα συντάξιμα.
Αυτά για 2 χρόνια. Μετά; Απολύουμε τους παλιούς και παίρνουμε φρέσκους.
“Δύο χρόνια είναι καλά λένε οι Σοσιαλδημοκράτες. Ας βγάλουν και άλλοι μεροκάματο”. Αλληλεγγύη λένε σήμερα την ανακύκλωση της μιζέριας.
“Εργασιακός Μεσαίωνας” φώναζαν οι ίδιοι το 2017 για τον νόμο που είχαν ψηφίσει οι δεξιοί. Σήμερα δηλώνουν πως θα ευνοήσει τις προσλήψεις και την επιχειρηματικότητα.
20190811 084353
Ας δούμε πως έφτασε η Σουηδία μέχρι εδώ. Τα περιγράφει ο Andreas Sörensen Πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος Σουηδίας στην ιστοσελίδα SOL του ΚΚ Τουρκίας.
“Για μας τους κομμουνιστές είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε τις ψευδαισθήσεις για τον επονομαζόμενο “σοσιαλισμό” της Σκανδιναβίας ή το Σκανδιναβικό μοντέλο ή το Σουηδικό μοντέλο. Ταυτόχρονα είναι σημαντικό να παρακολουθούμε τους αγωνιστές των άλλων χωρών και να παίρνουμε έμπνευση από αυτούς.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το μοντέλο που εξελίχθηκε στην Σουηδία είναι συνυφασμένο με τις ανάγκες του κεφαλαίου και όχι μόνο με τις ανάγκες του λαού. Στη Σουηδία υπάρχουν μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα όπως ακριβώς σε οποιαδήποτε βιομηχανική χώρα.
Το Σουηδικό κεφάλαιο ευνοήθηκε από την κατασκευή των μεγάλων οικιστικών συγκροτημάτων στο βαθμό που με αυτή την συγκέντρωση του εργατικού δυναμικού  στις πόλεις μπορούσε εκεί να χτίσει τις βιομηχανίες του και άλλες μεγάλες επιχειρήσεις.
Το ίδιο συνέβη και με την Παιδεία. Το 1962 η Σουηδία ακολούθησε το μοντέλο του πολυτεχνικού Σχολείου και έτσι η εργατική τάξη είχε πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα. Δεν έγινε από την καλή θέληση του Κεφαλαίου αλλά επειδή οι παραγωγικές δυνάμεις χρειαζόταν μορφωμένο προσωπικό. Είναι επομένως ένας σπουδαίος παράγοντας οι ανάγκες του κεφαλαίου για αυτές τις μεταρρυθμίσεις!
Ταυτόχρονα είχε η εργατική τάξη μεγάλο βαθμό οργάνωσης. Την δεκαετία του 30 σημειώθηκαν στην Σουηδία οι περισσότερες απεργίες από όλο τον κόσμο σε σχέση με τον πληθυσμό.
Μετά τον ΒΠΠ η Σοσιαλδημοκρατία κυριάρχησε στην εργατική τάξη και έτσι άρχισε την αποδιοργάνωση της. Πρίν όμως αποδιοργανωθεί είχε ακόμη την δύναμη να πιέζει τους καπιταλιστές και να τους αναγκάζει σε υποχωρήσεις. Ένας ακόμη παράγοντας που έφτιαξε το λεγόμενο Σουηδικό μοντέλο.
Είναι ένα διαλεκτικό προτσές και πρέπει να γνωρίζουμε και τις δύο πλευρές. Σήμερα οι καπιταλιστές έχουν άλλες ανάγκες. Γι αυτό τον λόγο κάνουν επίθεση στο κράτος πρόνοιας που έχουμε. Σήμερα δεν υπάρχουν οι ριζοσπαστικές δυνάμεις για να αντιδράσουν σε αυτή την εξέλιξη. Οι μικρές δυνάμεις που υπάρχουν δεν έχουν καταφέρει να οργανώσουν τις εργατικές μάζες.
Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει οργανωμένη ριζοσπαστική εργατική τάξη που θα αγωνιστεί για βελτίωση, έτσι οι καπιταλιστές έχουν πεδίο ελεύθερο. Μπορούν να επιτεθούν στην εργατική τάξη χωρίς αντίσταση, μπορούν να κατεβάσουν τους μισθούς, να χειροτερέψουν τις εργασιακές συνθήκες, να ανεβάσουν τα ενοίκια και ότι άλλο”.
Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που ανέχεται η συμβιβασμένη Συνομοσπονδία το τσάκισμα των εργασιακών δικαιωμάτων. Για να βοηθηθούν οι μεγάλες Σουηδικές επιχειρήσεις να αντέξουν και να νικήσουν στον ντόπιο και διεθνή ανταγωνισμό σε ένα οικονομικό περιβάλλον που θυμίζει ολοένα και περισσότερο ανελέητο οικονομικό πόλεμο.
Τους δικούς τους τους μισθούς σαν στελέχη των ΔΣ της Συνομοσπονδίας ή των Ομοσπονδιών δεν πρόκειται να τον χάσουν οι νόμιμοι συνδικαλιστές. Έτσι θυσιάζουν τα μέλη τους, τους εργαζόμενους, για χάρη της κερδοφορίας των μονοπωλίων.

Τόμας Μαν: “Ο αντικομμουνισμός είναι η μεγαλύτερη βλακεία της εποχής μας”


Έδωσε νέο νόημα σε φιλοσοφικές και κοινωνικές ιδέες που παρέμεναν για χρόνια στο περιθώριο. Γέμισε με πνοή τους «σκουριασμένους μεντεσέδες» χαρακτήρων που καμωνόντουσαν τους προοδευτικούς και τους πρωτοπόρους.
Πολέμιος του ναζιστικού καθεστώτος και υποστηριχτής κάθε προσπάθειας συνύπαρξης και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών, συνειδητοποίησε από νωρίς αυτό που ερχόταν και το πολέμησε με όλες του τις δυνάμεις. Υποστήριζε με παρρησία πως «ο αντικομμουνισμός είναι η μεγαλύτερη βλακεία της εποχής μας», ενώ πίστευε βαθιά στην αστείρευτη δύναμη της εργατικής τάξης.
Το αριστούργημά του, «Το Μαγικό Βουνό» (1924), για το οποίο τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1929, αποτελεί μια εμβριθή αριστοτεχνική αναδίφηση στη φθορά και στην παρακμή των αξιών στην Ευρώπη, πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πρόκειται για έναν σπουδαίο σκαπανέα της γλώσσας και σπάνιο γραφιά, που γοήτευσε κριτικούς και κοινό, ενώ τα έργα του διαβάζονται με το ίδιο πάθος μέχρι και σήμερα. Ένας μποέμ κουλτουριάρης, που όμως του άρεσε να δηλώνει: «Κουλτούρα και ιδιοκτησία, αυτή είναι η μικροαστική σας τάξη».
Ο σπουδαίος Γάλλος συγγραφέας, Αντρέ Ζιντ, είχε πει γι’ αυτόν το 1937 πως πρόκειται για ένα «από τους ελάχιστους συγχρόνους μας, τον οποίο μπορούμε να θαυμάζουμε ανεπιφύλακτα. Το έργο του είναι αψεγάδιαστο, το ίδιο και η ζωή του».
Έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα, το 1955.

ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ με τα μάτια της αλήθειας


Όπως «ενημερώνει» ο Σύμβουλος Ασφαλείας του προέδρου Τραμπ, Τζων Μπόλτον, «ο Μαδούρο χρησιμοποιεί ομάδες εφόδου που εκπαιδεύτηκαν και εξοπλίστηκαν στην Κούβα ώστε να απαγάγουν, να φυλακίζουν να βασανίζουν και να σκοτώνουν... την ίδια ώρα που οι άνθρωποι ψάχνουν μέσα στα σκουπίδια να βρουν κάτι να φάνε και να ταΐσουν τα παιδιά τους...»!!!

Προφανώς για το λόγο αυτό, «οι μέρες του Μαδούρο είναι μετρημένες...», πιστοποιεί ο Μπόλτον.
Με άλλα λόγια, παιδιά προλαβαίνετε δεν προλαβαίνετε να κάνετε τα μπάνια σας, μέχρι να γυρίσετε πίσω, Μαδούρο...παπαλα!
Άφησα και γω «τα μπάνια μου» και ήρθα στο Καράκας να είμαι εδώ όταν θα...πέφτει! 
Αμ δε...
Η Βενεζουέλα δεν καλοπαιρνάει, σε πολλά πράγματα υποφέρει, στην αγορά υπάρχουν ελλείψεις.
Η Βενεζουέλα ζει φτωχικά, στερημένα όμως δεν πεινάει...
Στα μάτια του κόσμου δεν βλέπω απόγνωση ούτε «ελπίδα» ότι θα έρθει ο...Χουάιντο να μας «σώσει». 
Αν χαρακτηρίζει κάτι αυτό τον κόσμο είναι η ζωντάνια, το τραγούδι, ο ρυθμός, η...φασαρία γενικά...
Το Σάββατο στο Καράκας έγινε διαδήλωση 200-250 χιλ. υπέρ του νόμιμου προέδρου της χώρας. Κανείς δε βγάζει τέτοιες ειδήσεις, όμως η Υπ. Τουρισμού, ας πούμε με την οποία συναντηθήκαμε, έδειξε φωτό όπου μετείχε η ίδια σε διαδήλωση σε άλλη πόλη, όπου πήραν μέρος καμμία 50ριά χιλιάδες...ανάλογες συγκεντρώσεις έγιναν σε 10 και πλέον πόλεις.
- Γίνονται συνεχώς, οι άνθρωποι μαζεύονται μόνοι τους, ειδικά όταν ακούνε...μπρουτάλ(!) δηλώσεις σαν αυτές του Μπόλτον, λέει.
- Ναι, αλλά συγκεντρώσεις κάνει και ο...Γκουαϊντό...
- Ναι, έκανε παλιότερα...τώρα μάλλον τα παρατάει, δε μαζεύει κόσμο...το Σάββατο επιχείρησε να το κάνει, είχαν μαζευτεί δεκάδες κάμερες αλλά εικόνα δεν...έβγαινε, οι συγκεντρωμένοι ήταν μερικές εκατοντάδες!
Οι ρυθμοί ζωής στη χώρα(κινούμαι συνεχώς και πέρα της πρωτεύουσας μέχρι το...μαργαριτάρι της Καραιβικής, το νησί Μαργαρίτα με 600 χιλ. κατοίκους κ.α.) κανονικοί, υπαίθρια παζάρια με φρούτα και κάθε τοπική παραγωγή δουλεύουν όπως συνήθως.
Για όσους δεν γνωρίζουν το κλίμα της τεράστιας αυτής λεκάνης στην Καραιβική, θυμιζω ότι τώρα ο...χειμώνας είναι στην...κορύφωση του(!), η θερμοκρασία κινείται μονίμως στα πλαίσια 25-32ο Κελσίου! Το ίδιο, με δυο τρεις βαθμούς διαφορά είναι και το...καλοκαίρι, δηλ. από Νοέμβρη και μετά!
Έτσι οι άνθρωποι σχεδόν σε ετήσια βάση μπορούν να κυκλοφορούν με ένα κοντοπαντέλονο, μια μπλούζα, απλά σανδάλια...
Την Κυριακή το βράδυ, στην επιστροφή στην πόλη πέσαμε σε...μποτιλιάρισμα αυτοκινήτων μερικών χιλιομέτρων! Οι άνθρωποι γύριζαν από τη θάλασσα όπως γίνεται και στον...καθωσπρέπει δημοκρατικό κοσμο!
Κάτι προσπάθησα να ρωτήσω «που τα βρίσκουν τα λεφτά για βενζίνη...», ο αργεντινέζος συνοδοιπόρος τα κουβέντιαζε με τον οδηγό, γυρίζει και μου λέει: και γω δεν τοξερα αλλά είναι πολύ φθηνή, σχεδόν τζάμπα, γύρω στα 10 λεπτά(ευρώ λεπτά)! 
Α, τόσο φθηνή η τιμή του λίτρου;
Όχι, όχι, φωνάζει. Με αυτά τα λεφτά...γέμισε το ρεζερβουάρ!!!!
Κάπου θεώρησα ότι με...δουλεύει, όμως έτσι είναι.
Έμαθα και κάτι άλλο, καθαρά οικονομικό θέμα που μου το «σφύριξε» άνθρωπος της αγοράς!
- Ο Μαδούρο τόπαιξε έξυπνα... άφησε ελεύθερη την κυκλοφορία του δολαρίου, εμφανίστηκαν μαγαζιά που πουλάνε τα πάντα με δολάρια και σε αρκετές περιπτώσεις σχηματίζονται ουρές αγοραστών εκείνων των προϊόντων που λείπουν!
Οι «άθλιοι», κατά τον Βίκτωρα Ουγκό, συγνώμη κατά τον...Μπόλτον, είναι δύσκολο να ψάχνουν για φαγητό στα σκουπίδια μέσα στα σκοτάδια, από τις 7 το απόγευμα και μετά, που τους έχει καταδικάσει όχι ο Μαδούρο, αλλά ο...Μπόλτον! Πράγματι, στην πόλη υπάρχουν συχνές διακοπές ρεύματος που επανέρχεται γρήγορα, αλλά υπάρχουν. Είναι απόρροια εκείνης της απίθανης και απάνθρωπης προβοκάτσιας που έγινε από «αγνώστους» τον περασμένο Μάρτιο και έπληξε το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό σταθμό της χώρας. Το πρόβλημα λύθηκε με υπεράνθρωπες προσπάθειες των τοπικών ειδικών και τη συνδρομή της Ρωσίας, υπολείμματα όμως συνεχίζουν να εμφανίζονται ως σήμερα! Η πόλη, αν πω ότι φωταγωγείται πλημμελώς τη νύχτα, δεν θα έδινα πλήρη εικόνα. Η πόλη βυθίζεται στο σκοτάδι. 
Και όμως, χιλιάδες άνθρωποι κινούνται έξω, μεγάλο μέρος της νεολαίας περπατά στους δρόμους, οι μηχανόβιοι αλωνίζουν! 
Τροχονόμοι σε καίρια σημεία της πόλης υπάρχουν, ωστόσο δε μου έτυχε να διαπιστώσω ότι πάνε για βραβείο...αυστηρότητας(!), όταν ζευγάρια νεαρών πάνω σε μηχανές σταματάνε στο κόκκινο και μόλις περάσει ο άλλος από τον κάθετο δρόμο, φεύγουν αν και πίσω τους το κόκκινο συνεχίζει να υπάρχει...
Για τις φαβέλες, τις παραγκογειτονιές ελπιζω να βρω χρόνο να γράψω κάτι ξεχωριστά. Μια πρώτη μάτια σε κάνει να ανατριχιάζεις, υπάρχει όμως μεγάλο βάθος από πίσω, μια πρόχειρη εξήγηση λίγων γραμμών δε βοηθά στην αναδειξη της πραγματικής εικόνας.
Αστυνομοκρατία και πόσο δε στρατοκρατία μέσα στην πόλη δεν διαπιστώσαμε...(ίσως να ήταν σε εκπαίδευση στην...Κούβα!).
Σε πολλά σημεία κυριαρχούν δυο πορτραίτα, το μεγάλου οραματιστή Σιμόν Μπολιβάρ και του χαρισματικού ηγέτη που τόσο...περίεργα έφυγε από τη ζωή το 2014, Ούγκο Τσάβες.
Ενα πρώτο, πολύ προκαταρκτικό συμπέρασμα: ο Μαδούρο δε μετράει μέρες. Δεν πέφτει. Παρά τα κτυπήματα απ´ έξω!!!
Θα τον ρίξουν; Αυτό χωράει συζήτηση...Είναι έτοιμοι να επέμβουν στρατιωτικά; Να κάνουν θαλάσσιο αποκλεισμό; Και αν εκεί, τριγύρω εμφανιστούν καράβια με άλλες σημαίες; Ας πούμε, ρωσικές;


Ο Δημήτρης Λιάτσος (απ το Καράκας )












Σκληρή και κακοπληρωμένη δουλειά κάτω από την ταμπέλα της «πρακτικής άσκησης»




Οι καταγγελίες του 19χρονου σπουδαστή για την εργοδοτική βία που αντιμετώπισε κατά την πρακτική του άσκηση σε γνωστό εστιατόριο της Κέρκυρας δεν αφορούν ένα μεμονωμένο και ακραίο περιστατικό, μια εξαίρεση στον κανόνα, αλλά ένα χαρακτηριστικό δείγμα για τις συνθήκες σύγχρονου μεσαίωνα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι στον Επισιτισμό - Τουρισμό, ιδιαίτερα οι νέοι, πολλοί από τους οποίους δουλεύουν στο πλαίσιο της πρακτικής άσκησης και της μαθητείας, σε ξενοδοχειακές και επισιτιστικές επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα.

Χιλιάδες σπουδαστές αλλά και απόφοιτοι δημόσιων ή ιδιωτικών σχολών κατάρτισης δουλεύουν με εξοντωτικά ωράρια, πληρώνονται με ψίχουλα, αντιμετωπίζουν καψώνια και απειλές για να κρατούν το κεφάλι σκυφτό. Πάνω στο έδαφος αυτό, με το ίδιο το θεσμικό πλαίσιο να «φουντώνει» την εργοδοτική ασυδοσία, σημειώθηκαν και τα περιστατικά σωματικής, λεκτικής και ψυχολογικής βίας που αποτυπώθηκαν στις σοκαριστικές πρόσφατες καταγγελίες. Εξάλλου, μια αναδρομή σε προηγούμενες σεζόν αρκεί για να υπενθυμίσει ότι οι βίαιες επιθέσεις σε βάρος νέων εργαζομένων και άλλες αχαρακτήριστες συμπεριφορές με... πρωταγωνιστές εργοδότες του κλάδου όχι μόνο... «πρωτάκουστες» δεν είναι, αλλά αποτυπώνουν την αποθράσυνση της εργοδοσίας από το θεσμικό πλαίσιο, με το οποίο οι κυβερνήσεις μετατρέπουν τους νέους σε πάμφθηνους και χωρίς δικαιώματα εργαζόμενους.


Για τις συνθήκες δουλειάς, αμοιβής και διαβίωσης, ο «Ριζοσπάστης» μίλησε με την Ευτυχία Τσιμπούκα, ταμία του Συλλόγου Σπουδαστών Δημοσίων ΙΕΚ Αττικής, με σπουδαστές που κάνουν την πρακτική τους άσκηση και νέους εργαζόμενους που δουλεύουν σε επιχειρήσεις του Τουρισμού.

Δεξαμενή πάμφθηνου εργατικού δυναμικού


Ολες οι κυβερνήσεις, οι εκπρόσωποι των επιχειρηματικών ομίλων και οι σχολάρχες διαφημίζουν τα οφέλη της πρακτικής άσκησης και της μαθητείας, κάνοντας λόγο για «μάθηση στο χώρο εργασίας» και «εκπαίδευση σε πραγματικές συνθήκες».

Πίσω από αυτά τα ωραία όμως λόγια, οι σπουδαστές διαπιστώνουν ότι η πρακτική άσκηση είναι σκληρή και κακοπληρωμένη δουλειά, μέσα από την οποία συχνά δεν αποκομίζουν κανένα όφελος όσον αφορά τις γνώσεις και την εμπειρία γύρω από το αντικείμενο των σπουδών τους.

Η αναζήτηση θέσης για πρακτική άσκηση ξεκινά πριν ολοκληρωθούν τα μαθήματα της χρονιάς. Στις αρχές κάθε έτους, στα ιδιωτικά ΙΕΚ αλλά και στις σχολές του υπουργείου Τουρισμού διοργανώνονται «μέρες καριέρας». Κατά τη διάρκεια των ημερών και των βδομάδων «καριέρας» από τις σχολές παρελαύνουν εκπρόσωποι των επιχειρήσεων προκειμένου να εφοδιαστούν με προσωπικό για τους μήνες της επερχόμενης σεζόν. Πρόκειται για ξενοδοχειακούς ομίλους με μονάδες πολλών «αστέρων», μεγάλες και γνωστές επισιτιστικές επιχειρήσεις που αντλούν από το πάμφθηνο εργατικό δυναμικό που τους παρέχουν οι σχολές.

Συρρικνωμένοι μισθοί για ατελείωτες ώρες δουλειάς


Η μηνιαία αμοιβή των σπουδαστών μοιάζει πιο πολύ με χαρτζιλίκι παρά με μισθό, ενώ δεν ασφαλίζονται παρά μόνο για τον κίνδυνο εργατικού ατυχήματος.

Στην περίπτωση, για παράδειγμα, των σχολών του υπουργείου Τουρισμού, οι πρακτικά ασκούμενοι πληρώνονται με 390 ευρώ το μήνα, ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο 60% του κατώτατου μισθού. Ακόμα χειρότερο και πολύ πιο θολό είναι το τοπίο σε ιδιωτικές σχολές. Οπως περιγράφουν, πολλές επιχειρήσεις προτείνουν «συμφωνίες» όσον αφορά το μισθό τους με κάπως καλύτερες αποδοχές, ωστόσο αυτές αποδεικνύεται πολύ συχνά πως βρίσκονται «στον αέρα». Σπουδαστές που βρέθηκαν για πρακτική σε νησιά και άλλους τουριστικούς προορισμούς, μακριά από τον τόπο κατοικίας τους, διαπίστωσαν πως οι «συμφωνίες» ανατράπηκαν στην πράξη.

Ακόμα και τα ψίχουλα των μισθών αυτών καταβάλλονται πολλές φορές με καθυστέρηση. Την περασμένη χρονιά, όπως σχολιάζουν, περίμεναν να πληρωθούν μέχρι τον Οκτώβρη, ενώ η σεζόν είχε γι' αυτούς τελειώσει και είχαν επιστρέψει στα θρανία των σχολών.

Το προβλεπόμενο στα χαρτιά ωράριο εργασίας, που είναι 8ωρο και 5ήμερο, με δύο ρεπό τη βδομάδα, μετατρέπεται στην πράξη σε ατελείωτα ωράρια και δουλειά χωρίς ρεπό. Οπως για τους υπόλοιπους συναδέλφους τους, έτσι και για τους σπουδαστές οι υπερωρίες είναι καθημερινές. «Τα 10ωρα και τα 12ωρα είναι πραγματικότητα σε όλα τα νησιά», σημειώνουν. Αντίστοιχα, όσοι δουλεύουν έξι μέρες τη βδομάδα και παίρνουν έστω και ένα ρεπό θεωρούν τους εαυτούς τους «τυχερούς».

Αλλη μια ...παρενέργεια της πρόβλεψης του υπουργείου πως «το ωράριο πρακτικής άσκησης καθορίζεται με ευθύνη των υπευθύνων των επιχειρήσεων» είναι η επιβολή «σπαστού» ωραρίου που κρατά τους εργαζόμενους από το πρωί μέχρι το βράδυ στο πόδι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, σπουδαστής που στο πλαίσιο της πρακτικής του βρίσκεται στο πόστο του από τις 8 το πρωί έως τις 12 το μεσημέρι και από τις 2 το μεσημέρι μέχρι τις 8 το βράδυ!

Με το καρότο της «καριέρας» και το μαστίγιο της βαθμολόγησης


Αν και το υπουργείο Τουρισμού προβλέπει όσον αφορά τους όρους της πρακτικής άσκησης ότι δεν επιτρέπεται υπερωριακή απασχόληση, οι ίδιες οι σχολές δίνουν στους σπουδαστές «συμβουλές» να κάνουν υπερωρίες, με την απατηλή υπόσχεση πως έτσι θα δώσουν «καλή εικόνα» στους εργοδότες, θα τους θυμούνται και ίσως τους ξαναπάρουν για δουλειά την επόμενη σεζόν. Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι σχολιάζουν πόσο κάλπικες είναι οι υποσχέσεις αυτές, καθώς ξέρουν πως την επόμενη χρονιά τη θέση τους θα πάρει η επόμενη φουρνιά «πρακτικάριων».

Πέρα από τους χαμηλούς μισθούς και τα εξαντλητικά ωράρια, πρόβλημα αποτελούν και οι συνθήκες διαμονής, καθώς αυτές δεν εξασφαλίζουν στους σπουδαστές ούτε καν τη δυνατότητα για στοιχειώδη ανάπαυση ανάμεσα στις καθημερινές βάρδιες. Οπως περιγράφουν, σε πολλές περιπτώσεις τα καταλύματα που τους παρέχονται δεν έχουν ούτε παράθυρα, είναι υπόγεια που λειτουργούσαν ως αποθήκες, παλιά και ασυντήρητα κτίσματα, στα οποία στριμώχνονται 3 - 4 σπουδαστές μαζί.

Το κερασάκι στην τούρτα προσθέτουν οι... οδηγίες του υπουργείου Τουρισμού, με τις οποίες συστήνει στις επιχειρήσεις πως «δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν τους ασκούμενους μόνο για την κάλυψη των αναγκών», αλλά «να εποπτεύουν τη σωστή εκπαίδευσή τους» και να μην τους απασχολούν «σε άσχετες με το αντικείμενό τους δραστηριότητες». Η πείρα των σπουδαστών δείχνει πως η συνήθης πρακτική είναι να μετατρέπονται σε «παιδιά για όλες τις δουλειές». Ετσι, για πολλούς η πρακτική άσκηση μεταφράζεται σε ατελείωτο γυάλισμα μαχαιροπίρουνων ή σε καθάρισμα πατάτας, ενώ για άλλους όλη η σεζόν περνά στη λάντζα, στο κουβάλημα και την καθαριότητα...

Εξάλλου, εκτός από το καρότο της υπόσχεσης για «καριέρα», οι εργοδότες έχουν στα χέρια τους και το μαστίγιο της βαθμολόγησης και αξιολόγησης των σπουδαστών προκειμένου να επιβάλουν τους άθλιους όρους αμοιβής, δουλειάς και διαβίωσης, καταπνίγοντας διαμαρτυρίες και αντιδράσεις.

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τον «Ριζοσπάστη» του Σαββατοκύριακου 10 - 11 Αυγούστου.

902.gr

Έκλεισε μέχρι και το site της Χρυσής Αυγής

Σε ολοκληρωτική διάλυση οδεύει το ναζιστικό μόρφωμα.
Η Χρυσή Αυγή μετά την εκλογική ήττα που υπέστη οδεύει στην πλήρη διάλυση του κομματικού της πυρήνα, με μαζικές αποχωρήσεις κεντρικών στελεχών, πολιτευτών, κομματικών οργανώσεων και μελών. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και ο Γιάννης Λαγός που εξελέγη Ευρωβουλευτής ανεξαρτητοποιήθηκε λίγο μετά την ήττα στις βουλευτικές εκλογές, ενώ το καθεστώς ήττας αναμένεται να «ανοίξει στόματα» στην πολύκροτη δίκη της Χρυσής Αυγής.
Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι πλέον ούτε η… ιστοσελίδα της οργάνωσης δεν υπάρχει καθώς άλλαξε η διεύθυνση από το xryshaygh.com στο xrisiavgi.com, με την ιστοσελίδα να μην εμφανίζεται καν στην πρώτη σελίδα της αναζήτησης του google search. Μάλιστα, σύμφωνα με δημοσίευμα της realnews, η αλλαγή της ηλεκτρονικής διεύθυνσης οφείλεται στην αποχώρηση του Δημήτρη Βογιατζή, κεντρικού στελέχους της ναζιστικής οργάνωσης, ο οποίος είναι απόφοιτος Πληροφορικής του Πανεπιστημίου του Γκρίνγουιτς και είχε «στήσει» την ιστοσελίδα της οργάνωσης.
Η επόμενη κίνηση είναι το κλείσιμο και των κεντρικών γραφείων στην λεωφόρο Μεσογείων, καθώς δεν υπάρχουν πλέον πόροι για να συντηρηθούν τα έξοδα στο πολυόροφο κτίριο.

«ΕΠΙΤΕΛΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ»



Κουρδισμένο ρολόι για τα συμφέροντα του κεφαλαίου ενάντια στο λαό
 
 
Στόχος των θεσμικών αλλαγών η αποτελεσματικότερη και απρόσκοπτη υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής στο όνομα της καπιταλιστικής ανάπτυξης

Το κράτος επί το έργον, στην καταστολή αντιιμπεριαλιστικής κινητοποίησης στο άγαλμα Τρούμαν
Eurokinissi
Το κράτος επί το έργον, στην καταστολή αντιιμπεριαλιστικής κινητοποίησης στο άγαλμα Τρούμαν
Τη διαμόρφωση ενός κρατικού μηχανισμού ακόμα πιο σκληρού και αποτελεσματικού, στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου και της καπιταλιστικής ανάκαμψης, επομένως και πιο επιθετικού ενάντια στους εργαζόμενους, στο λαό, στα δικαιώματα και τις σύγχρονες ανάγκες τους, προδιαγράφουν οι θεσμικές αλλαγές για το «επιτελικό κράτος», που ψηφίστηκαν με το κυβερνητικό νομοσχέδιο την περασμένη Τρίτη.

Το περίγραμμα του νομοσχεδίου είναι οι «σύγχρονοι θεσμοί» που θα ελέγχουν πιο στενά την απαρέγκλιτη εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής για την επιτάχυνση των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς, με ελεγκτικούς μηχανισμούς ανά υπουργείο που θα λειτουργούν με βάση τις προδιαγραφές και τις προτεραιότητες που βάζει το κεφάλαιο, ανθεκτικοί απέναντι στις εργατικές - λαϊκές διεκδικήσεις.

Συνοπτικά, στο νομοσχέδιο προβλέπονται κωδικοποίηση, δηλαδή επικαιροποίηση και μονιμοποίηση του αντιδραστικού θεσμικού πλαισίου και των μνημονιακών νόμων, υπουργικό συμβούλιο που θα λαμβάνει τις πολιτικές αποφάσεις, τις οποίες θα υλοποιεί με συνοπτικές διαδικασίες σώμα επίλεκτων διοικητικών υπαλλήλων σε κάθε υπουργείο (υπηρεσιακοί, γενικοί γραμματείς, κ.ά.), που θα επιτηρεί την προώθηση της πολιτικής και τους αντιλαϊκούς «κόφτες» κ.ο.κ.


Εποπτεία του συστήματος από το «νέο θεσμό» της Προεδρίας της Κυβέρνησης, του οποίου τον έλεγχο θα έχει ο πρωθυπουργός, με 7 γραμματείες και με 440 θέσεις, καλυπτόμενες από μετακλητούς υπαλλήλους, διορισμένους είτε μέσω ΑΣΕΠ είτε απευθείας από τον πρωθυπουργό. Το «έργο» κάθε υπουργείου θα ελέγχεται με ηλεκτρονικό τρόπο για να αντιμετωπίζονται άμεσα οι όποιες καθυστερήσεις, ενώ συστήνεται και «Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας».

Στόχος η στήριξη της ανάπτυξης στις δοσμένες συνθήκες
 
Οι στόχοι του νομοσχεδίου αναδεικνύονται πολύ καθαρά στην «ειδική έκθεση» που το συνόδευε στη Βουλή.

Οπως αναφέρεται, η ψήφιση του νομοσχεδίου θα επιφέρει «ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και εμπιστοσύνη των επενδυτών στους κρατικούς θεσμούς». Εξηγεί ότι «το βασικό ζητούμενο των επενδυτών είναι η ασφάλεια δικαίου, δηλαδή η εμπιστοσύνη στον κρατικό μηχανισμό και στον τρόπο παραγωγής και τροποποίησης της νομοθεσίας» και ότι «το δεύτερο ζητούμενο των επενδυτών είναι η αποφυγή γραφειοκρατικών αγκυλώσεων, ώστε να μπορούν να υπολογίσουν τον εκτιμώμενο χρόνο διεκπεραίωσης των εργασιών τους και να θέτουν χρονοδιαγράμματα που θα μπορούν να ακολουθηθούν με συνέπεια».

Εκτιμάται ότι το νομοσχέδιο «με τις αντίστοιχες ρυθμίσεις του ενισχύει την ασφάλεια δικαίου και την επιτάχυνση των διοικητικών διαδικασιών. Συνεπώς αναμένεται να υπάρχουν αρκετές θετικές συνέπειες στην εθνική οικονομία, καθώς θα δημιουργηθεί εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη επενδύσεων».

Με λίγα λόγια, η κυβέρνηση προωθεί το «επιτελικό κράτος» και τις ανάλογες προσαρμογές στον κρατικό μηχανισμό για να θωρακίσει την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων σε αυτήν τη φάση, που χαρακτηρίζεται από την αναιμική ανάπτυξη, την επιβράδυνση της οικονομίας των κρατών - μελών της ΕΕ, την όξυνση των αντιθέσεων του καπιταλιστικού συστήματος και την κλιμάκωση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, που «τρέχουν» στην περιοχή μας και ευρύτερα.

Με αυτές τις κεντρικές στοχεύσεις δεν διαφωνούν ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε τα άλλα κόμματα, που στηρίζουν το στόχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και τη βαθύτερη ιμπεριαλιστική εμπλοκή της χώρας, ανεξάρτητα από τη στάση που κράτησαν στη συζήτηση και την ψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου. Αλλωστε, με «οδηγό» τις κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ και της ΕΕ, ανάλογες προσαρμογές στο κράτος έκανε και ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, για να το καταστήσει ικανότερο στο ξεδίπλωμα της αντιλαϊκής πολιτικής και στη στήριξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

«Βέλτιστες πρακτικές» δοκιμασμένες στην πλάτη του λαού
 
Για όλους αυτούς τους στόχους, όπως αναφέρεται τόσο στην «αιτιολογική έκθεση» όσο και στην «έκθεση συνεπειών», λαμβάνονται υπόψη οι «καλύτερες διεθνείς πρακτικές», όπως του ΟΟΣΑ, της ΕΕ κ.ο.κ.

Ο βίος και η πολιτεία αυτών των οργανισμών είναι γνωστά στο λαό. Τις δικές τους «βέλτιστες πρακτικές» ενσωματώνουν όλες οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα, όταν ανατρέπουν τα εργασιακά και κοινωνικο-ασφαλιστικά δικαιώματα, όταν επιβάλλουν την εργασιακή ζούγκλα, όταν περιορίζουν το απεργιακό δικαίωμα, όταν ενισχύουν το δόγμα «νόμος και τάξη» με ένταση της καταστολής σε βάρος της πάλης των εργαζομένων, για να συνεχίζουν απρόσκοπτα τις μπίζνες τους οι επιχειρηματικοί όμιλοι.

Τα «βιογραφικά» της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝΑΛ και όλων των άλλων κομμάτων του κεφαλαίου είναι πλούσια σε τέτοια μέτρα στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας και διαθέτουν τις καλύτερες «συστατικές επιστολές» από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς που επικαλούνται.

Γι' αυτό παρά τις διαχειριστικές ενστάσεις, όπως για παράδειγμα τον αριθμό ή την αμοιβή των μετακλητών υπαλλήλων, όλα τα αστικά κόμματα συμφώνησαν στη Βουλή με την κυβέρνηση της ΝΔ ότι σε αυτές τις συνθήκες χρειάζεται ένα κράτος πιο ικανό να υπηρετεί τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων.

Χρησιμοποίησαν άλλωστε και τις ίδιες βαρύγδουπες εκφράσεις, για την ανάγκη «κράτους φιλικού στον πολίτη», προσπαθώντας να καλύψουν τον ταξικό χαρακτήρα το αστικού κράτους, που εκφράζει την εξουσία της κυρίαρχης τάξης και «περιφρουρεί» τη ληστρική εκμετάλλευση των εργαζομένων και του λαού.

Για παράδειγμα, αυτό το κράτος είναι που εξασφαλίζει κοντά 60 φοροαπαλλαγές στους εφοπλιστές, εμπλουτίζει διαρκώς την αντεργατική νομοθεσία, ανοίγει νέα πεδία κερδοφόρας δράσης για το κεφάλαιο και την ίδια ώρα τσακίζει στη φορολογία το λαό, αφήνει την περιουσία και τη ζωή του απροστάτευτες απέναντι στις καταστροφές από τα φυσικά φαινόμενα, καταστέλλει αγώνες και ποινικοποιεί τη συλλογική οργάνωση και δράση.

Προβάλλει η αναγκαιότητα του εργατικού κράτους
 
Σ' αυτήν τη βάση, από τους βουλευτές του ΚΚΕ αναδείχτηκε στη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια ότι είναι απαραίτητο να οξυνθεί το λαϊκό κριτήριο και να κατανοηθεί ότι τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων, της νεολαίας δεν χωράνε μέσα στο αστικό κράτος και τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου.

Σε κανένα καπιταλιστικό κράτος στον κόσμο το κεφάλαιο δεν μοιράζει τα κέρδη του, ούτε μοιράζεται την εξουσία, γι' αυτό δεν μπορεί ποτέ και πουθενά να υπάρξει «δίκαιη» ή «βιώσιμη» καπιταλιστική ανάπτυξη, που να υπηρετεί ταυτόχρονα τα κέρδη και τη λαϊκή ευημερία, όπως κάλπικα λένε η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα.

Η αναγκαιότητα του εργατικού - λαϊκού κράτους, της εργατικής - λαϊκής εξουσίας, όπου κουμάντο θα κάνουν οι εργαζόμενοι, προβάλλει μέσα από τα βάσανα που βιώνει ο λαός και αυτή η συζήτηση χρειάζεται να ανοίξει, με αφορμή τα κυβερνητικά νομοσχέδια, στους χώρους δουλειάς, στις εργατικές γειτονιές, στους χώρους Εκπαίδευσης, παντού, αξιοποιώντας την πείρα τόσο από την προηγούμενη αντιλαϊκή διακυβέρνηση, όσο και από την τωρινή.


Α. Ζ.
 
Ριζοσπάστης  Σάββατο 10 Αυγούστου 2019 - Κυριακή 11 Αυγούστου 2019 
 

Σουηδία: Συνδικάτα και Εργοδότες επιβάλλουν εργασιακό Μεσαίωνα

Γράφει ο Πάνος Αλεπλιώτης // 
Η πανίσχυρη Συνομοσπονδία Εργατών Σουηδίας έβαλε τρικλοποδιά στον εαυτό της. Συνειδητά λένε οι γνήσιοι αγωνιστές. Τους έφαγε η αλληλεγγύη προς την Σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση που θέλει την εύνοια των επιχειρηματιών λένε οι πιο ήπιοι. Μας ξέφυγε δηλώνουν οι σύμβουλοι της Ομοσπονδίας.
Από τις 1 Αυγούστου περιορίστηκε το απεργιακό δικαίωμα στην Σουηδία με σύμφωνη γνώμη των Εργοδοτών του Υπουργείου Εργασίας και της Συνομοσπονδίας. Εξαγγελία απεργίας θα γίνεται μόνο αν, μετά από διάλογο, δεν δέχεται ο εργοδότης να υπογράψει συλλογική σύμβαση. Για κανέναν άλλο λόγο.
Αν όμως δημιουργήσει ο εργοδότης ένα Σωματείο που θα αποτελείται από στελέχη της επιχείρησης, τα ξέρουμε αυτά στην Ελλάδα, κίτρινο Σωματείο, έτσι τα ονομάζουν οι Σουηδοί, και αυτό είναι πρόθυμο να υπογράψει με λιγότερο μισθό, με λιγότερη ασφάλιση, συντάξιμα, ωράρια ευέλικτα και άλλα;
Τότε ισχύει η συμφωνία για ΌΛΟΥΣ τους εργαζόμενους ό,τι και να λέει το επίσημο σωματείο. Δεν μπορεί να διεκδικήσει κάτι καλύτερο ούτε να απεργήσει αν υπάρξει συμφωνία του Εργοδότη με το Κίτρινο σωματείο. 
Στις 1 Αυγούστου στην ίδια συμφωνία ισχύει ο νόμος για τους πρωτοπροσλαμβανόμενους, νέους και πρόσφυγες.
Μειωμένο μισθό στο 75% της σύμβασης, μειωμένη αποζημίωση σε περίπτωση απόλυσης, καμία αποζημίωση σε τραυματισμό ή θάνατο, απαλλαγή από την ασφαλιστική εισφορά για τα συντάξιμα.
Αυτά για 2 χρόνια. Μετά; Απολύουμε τους παλιούς και παίρνουμε φρέσκους.
“Δύο χρόνια είναι καλά λένε οι Σοσιαλδημοκράτες. Ας βγάλουν και άλλοι μεροκάματο”. Αλληλεγγύη λένε σήμερα την ανακύκλωση της μιζέριας.
“Εργασιακός Μεσαίωνας” φώναζαν οι ίδιοι το 2017 για τον νόμο που είχαν ψηφίσει οι δεξιοί. Σήμερα δηλώνουν πως θα ευνοήσει τις προσλήψεις και την επιχειρηματικότητα.
20190811 084353
Ας δούμε πως έφτασε η Σουηδία μέχρι εδώ. Τα περιγράφει ο Andreas Sörensen Πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος Σουηδίας στην ιστοσελίδα SOL του ΚΚ Τουρκίας.
“Για μας τους κομμουνιστές είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε τις ψευδαισθήσεις για τον επονομαζόμενο “σοσιαλισμό” της Σκανδιναβίας ή το Σκανδιναβικό μοντέλο ή το Σουηδικό μοντέλο. Ταυτόχρονα είναι σημαντικό να παρακολουθούμε τους αγωνιστές των άλλων χωρών και να παίρνουμε έμπνευση από αυτούς.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το μοντέλο που εξελίχθηκε στην Σουηδία είναι συνυφασμένο με τις ανάγκες του κεφαλαίου και όχι μόνο με τις ανάγκες του λαού. Στη Σουηδία υπάρχουν μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα όπως ακριβώς σε οποιαδήποτε βιομηχανική χώρα.
Το Σουηδικό κεφάλαιο ευνοήθηκε από την κατασκευή των μεγάλων οικιστικών συγκροτημάτων στο βαθμό που με αυτή την συγκέντρωση του εργατικού δυναμικού  στις πόλεις μπορούσε εκεί να χτίσει τις βιομηχανίες του και άλλες μεγάλες επιχειρήσεις.
Το ίδιο συνέβη και με την Παιδεία. Το 1962 η Σουηδία ακολούθησε το μοντέλο του πολυτεχνικού Σχολείου και έτσι η εργατική τάξη είχε πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα. Δεν έγινε από την καλή θέληση του Κεφαλαίου αλλά επειδή οι παραγωγικές δυνάμεις χρειαζόταν μορφωμένο προσωπικό. Είναι επομένως ένας σπουδαίος παράγοντας οι ανάγκες του κεφαλαίου για αυτές τις μεταρρυθμίσεις!
Ταυτόχρονα είχε η εργατική τάξη μεγάλο βαθμό οργάνωσης. Την δεκαετία του 30 σημειώθηκαν στην Σουηδία οι περισσότερες απεργίες από όλο τον κόσμο σε σχέση με τον πληθυσμό.
Μετά τον ΒΠΠ η Σοσιαλδημοκρατία κυριάρχησε στην εργατική τάξη και έτσι άρχισε την αποδιοργάνωση της. Πρίν όμως αποδιοργανωθεί είχε ακόμη την δύναμη να πιέζει τους καπιταλιστές και να τους αναγκάζει σε υποχωρήσεις. Ένας ακόμη παράγοντας που έφτιαξε το λεγόμενο Σουηδικό μοντέλο.
Είναι ένα διαλεκτικό προτσές και πρέπει να γνωρίζουμε και τις δύο πλευρές. Σήμερα οι καπιταλιστές έχουν άλλες ανάγκες. Γι αυτό τον λόγο κάνουν επίθεση στο κράτος πρόνοιας που έχουμε. Σήμερα δεν υπάρχουν οι ριζοσπαστικές δυνάμεις για να αντιδράσουν σε αυτή την εξέλιξη. Οι μικρές δυνάμεις που υπάρχουν δεν έχουν καταφέρει να οργανώσουν τις εργατικές μάζες.
Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει οργανωμένη ριζοσπαστική εργατική τάξη που θα αγωνιστεί για βελτίωση, έτσι οι καπιταλιστές έχουν πεδίο ελεύθερο. Μπορούν να επιτεθούν στην εργατική τάξη χωρίς αντίσταση, μπορούν να κατεβάσουν τους μισθούς, να χειροτερέψουν τις εργασιακές συνθήκες, να ανεβάσουν τα ενοίκια και ότι άλλο”.
Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που ανέχεται η συμβιβασμένη Συνομοσπονδία το τσάκισμα των εργασιακών δικαιωμάτων. Για να βοηθηθούν οι μεγάλες Σουηδικές επιχειρήσεις να αντέξουν και να νικήσουν στον ντόπιο και διεθνή ανταγωνισμό σε ένα οικονομικό περιβάλλον που θυμίζει ολοένα και περισσότερο ανελέητο οικονομικό πόλεμο.
Τους δικούς τους τους μισθούς σαν στελέχη των ΔΣ της Συνομοσπονδίας ή των Ομοσπονδιών δεν πρόκειται να τον χάσουν οι νόμιμοι συνδικαλιστές. Έτσι θυσιάζουν τα μέλη τους, τους εργαζόμενους, για χάρη της κερδοφορίας των μονοπωλίων.

Ο Παλαιοκώστας, ο Μπουτάρης και η κοινοβουλευτική Αριστερά

Η δημοφιλία ενός βιβλίου δε μας λέει τίποτα για το περιεχόμενο, είναι όμως ένα κριτήριο -πχ για αυτούς που το αγοράζουν, αν μιλάμε για την περίπτωση του συγγραφέα που δεν έχει διαβάσει πάνω από δέκα βιβλία. Δε βλέπω τις πωλήσεις τους, έχω όμως την εντύπωση πως αυτό του Παλαιοκώστα τείνει να γίνει από τα πλέον ευπώλητα (μπεστ-σέλερ) του καλοκαιριού, κι αυτό μπορείς να το διαπιστώσεις εμπειρικά, πχ σε ένα συρμό του ηλεκτρικού (φίλε, δεκαπέντε κάνει;) ή σε μια τυχαία παραλία.
Κι αυτό εξακολουθεί να μη μας λέει τίποτα για το βιβλίο, λέει όμως κάτι για τη “γοητεία” που μπορεί να ασκεί στο αναγνωστικό -και μόνο κοινό- ο μύθος του Παλαιοκώστα, την οποία φροντίζει να διηγηθεί κι ο ίδιος στο βιβλίο του, ειδικά για το γυναικείο φύλο που κατά κανόνα τον αντιμετώπιζε με αρκετή συμπάθεια -πχ από τη θέση του ενόρκου.
Αυτό όμως είναι μάλλον το λιγότερο ενδιαφέρον από τα στοιχεία που θα βρει κανείς, διαβάζοντας. Ποια είναι αυτά; Αρκετές φυσιολατρικές περιγραφές, με φόντο τα ορεινά τοπία της ελληνικής επαρχίας, από τα παιδικά του βιώματα ή διάφορες καταδιώξεις -ενίοτε βουκολικές σε κάποια σημεία, δείχνουν όμως την προσωπική του ευαισθησία. Μια αρκετά ενδιαφέρουσα περιγραφή του τρόπου που λειτουργεί η αστική δικαιοσύνη και τα συμφέροντα που τρέφει, για να διαιωνίζουν αυτή την κατάσταση. Μια εξίσου ενδιαφέρουσα περιγραφή του υπο-κοσμου των φυλακών και του άθλιου σωφρονιστικού συστήματος, όπου οι διευθυντές ψάχνουν τσιράκια (ρουφιάνους) με πολύ καλά ανταλλάγματα, παραχωρώντας άτυπα προνόμια και το “ιερό δικαίωμα” του έμπορα στο επιχειρείν…
Ουσιαστικά το βιβλίο είναι σαν ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα, με αρκετά καλή γραφή, όπου οι εξακόσιες σελίδες του φεύγουν εύκολα, και μια ακτινογραφία της ελληνικής κοινωνίας, άλλοτε διεισδυτική και άλλοτε πιο επιφανειακή, που δε στερείται λογοτεχνικών αρετών. Δεν πρόκειται όμως να κάνουμε μια ολοκληρωμένη παρουσίαση του βιβλίου, καθώς αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η πολιτική σκοπιά του κι αυτό είναι ίσως και το πιο αδύναμο σημείο του.
Ο τρόπος γραφής του Παλαιοκώστα φανερώνει ένα μάλλον καλλιεργημένο άτομο, σίγουρα όμως δεν πρόκειται για κάποιον σπουδαίο θεωρητικό, που θα μας κάνει σοφότερους με την πολιτική του ανάλυση, τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την επανάσταση και την ελευθερία. Θα παρακάμψουμε κάποια σημεία, όπως αυτό που εκφράζει την απογοήτευσή του για τη στάση που κράτησαν τα μέλη της 17 Νοέμβρη μετά της σύλληψή τους -με εξαίρεση τον Κουφοντίνα- ή το άλλο που περιγράφει πώς θα έπρεπε-μπορούσαν να είναι οι φυλακές σε μια κοινωνία, όπου χωρίς να το ξέρει ίσως, δίνει πολλές από τις αρχές του σοβιετικού σωφρονιστικού συστήματος.
Επιλέγουμε να αντιγράψουμε δύο αποσπάσματα -χάρη στη σχετική άδεια που δίνουν ρητά και οι “Εκδόσεις των Συναδέλφων” για αναπαραγωγή για μη κερδοσκοπικούς λόγους. Στο πρώτο ο Παλαιοκώστας περιγράφει τα κριτήρια επιλογής προσώπων που θα γίνονταν στόχοι απαγωγής. Το κριτήριο απόρριψης του “καλού επιχειρηματία” Μπουτάρη, με τις περιβαλλοντικές ευαισθησίες, είναι μάλλον ενδεικτικό για το στίγμα και το ταβάνι της πολιτικής σκέψης του συγγραφέα. Τουλάχιστον αποφεύγει να βγάλει κάποιου είδους μανιφέστο για το “θετικό” σεξισμό που τον αποτρέπει από απαγωγή οποιασδήποτε γυναίκας, ακόμα κι αν συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά ενός καλού στόχου, ομολογώντας πως απλά…τις αγαπάει:

(…) Όλα τα παραπάνω συνηγορούσαν ότι για την επίτευξη του στόχου μας η επιλογή του προσώπου θα έπρεπε να πληροί τρεις βασικές προϋποθέσεις: Πρώτον, να μπορεί σίγουρα να ανταποκριθεί στις οικονομικές μας απαιτήσεις χωρίς να καταστρέφεται οικονομικά. Δεύτερον, να υπάρχει οικονομικό περιβάλλον με συνοχή (γονείς, σύζυγος, παιδιά κ.λπ.) για την ομαλή διαπραγμάτευση και εξασφάλιση της καταβολής των λύτρων. Τρίτον, να έχει καλή υγεία, να αντέξει αυτή τη δοκιμασία.
Απαγορευτικό για μένα ήταν η απαγωγή αγοριού κάτω των 22 περίπου και γυναίκας οποιασδήποτε ηλικίας. Οι λόγοι δεν ήταν συναισθηματικοί ή λάιτ ηθικο-ιδεολογικοί αλλά πρωτίστως πρακτικοί. Γιατί κανείς δε σου εγγυάται πως μια απαγωγή θα έχει την επιθυμητή κατάληξη. Όσο καλά μελετημένη και οργανωμένη να είναι, πάντα τα απρόοπτα παραμονεύουν. Με δεδομένο ότι είσαι έτοιμος να πραγματοποιήσεις την απειλή σου, αν κάτι απρόβλεπτο συμβεί, μένοντας με έναν όμηρο στα χέρια δε θα ‘θελες να είναι ένα παιδί ή γυναίκα. Ποια ευθύνη να φορτώσεις σε ένα παιδί που τυχαίνει να ‘χει πλούσιο μπαμπά για να βρεις το κουράγιο να το θανατώσεις. Το ίδιο, στο αίσιο σενάριο, να υποστεί μια τόσο τραυματική εμπειρία. Δεν υπάρχει πιο βάρβαρη, αισχρή πράξη από τη θανάτωση παιδιού με οποιαδήποτε δικαιολογία, πόσο μάλλον για χάρη του χρήματος. Ακόμα και αν η εκβιαζόμενη πλευρά το θυσιάζει γι’ αυτό… Οι ενδοιασμοί αυτοί μετριάζονται κατά πολύ όταν έχεις να κάνεις με ανήθικο, πολιτικά διαπλεκόμενο επιχειρηματία, που με τον ένα ή άλλο τρόπο επηρεάζει συνειδητά τη ζωή ενός συνόλου ανθρώπων, πολύ πιθανό και τη δική σου.
Θα μπορούσε βέβαια να επιλεγεί ενήλικη γυναίκα για όμηρος, με την προϋπόθεση ότι θα υπάρχουν εκείνες οι υποδομές ώστε να κρατηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα έως ότου αμβλυνθούν οι αντιστάσεις της οικογένειας και παραδοθούν τα λύτρα. Εύλογα κάποιος υπέρμαχος της ισότητας των δύο φύλων θα αναρωτηθεί γιατί μια γυναίκα που κατέχει-διευθύνει έναν όμιλο επιχειρήσεων με μεγάλο τζίρο, πιθανόν κακή εργοδότης, το ίδιο διαπλεκόμενη, να μην έχει την ίδια τύχη με έναν άντρα όμηρο. Δεν μπορώ να δώσω μια πειστική απάντηση σε αυτό. Είναι πολύ βαθιές, σκοτεινές, δαιδαλώδεις οι διαδρομές αναζήτησης για την εκλογίκευση αυτής της αδυναμίας, που θα αρκεστώ να πω: μόνο και μόνο γιατί τις αγαπάμε. Έτσι τη γλιτώνουν… τουλάχιστον από μένα!
Παρόμοιου ηθικού τύπου παραμέτρους, εξίσου σοβαρές, θα αντιμετώπιζα καθόλη τη διάρκεια αναζήτησης “θύματος”. Σε δύο περιπτώσεις (η μία μετά την άλλη), ενώ είχα φτάσει στο τελικό στάδιο παρακολούθησης, συμπτωματικά έχασα ξαφνικά από ένα μέρος της οικογένειάς τους (η πρώτη σε τροχαίο, η άλλη από αιφνίδιο θάνατο). Θα ήταν τελειωτικό να δεχτούν ένα δεύτερο χτύπημα, αυτό της απαγωγής. Φυσικά οι δυο οικογένειες διαγράφηκαν προσωρινά από τη λίστα θυμάτων… Και άντε από την αρχή.
Επίσης από τη λίστα θα διαγράφονταν αρκετοί άλλοι, όταν διαπίστωσα ότι δεν ήταν στυγνοί επιχειρηματίες. Μα είχαν μια γήινη-ανθρώπινη αντιμετώπιση του επιχειρείν, κάτι που εμένα δε με άφηνε ασυγκίνητο. Τυχαία αναφέρω το Γ. Μπουτάρη. Διαβάζοντας πολλές από τις συνεντεύξεις του και μαθαίνοντας ότι ήταν ιδρυτής του Αρκτούρου, κατάλαβα ότι διέθετε μια εναλλακτική ματιά απέναντι στα πράγματα και τη ζωή. Ακόμα και στο κομμάτι της κοινωνικής προσφοράς δε λειτουργούσε όπως οι γνωστές επιχειρηματικές οικογένειες, που για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους ξαμολάνε κι από ένα μέλος του ως φιλάνθρωπο λαγό για να απονέμουν και να παραλαμβάνουν συναμεταξύ τους μπροστά στις κάμερες τα δικής τους έμπνευσης φιλανθρωπικά βραβεία (Γιάννης κερνά, Γιάννης πίνει). Έτσι βγήκε από το κάδρο. Ελπίζω να μην έκανα λάθος…

Στο δεύτερο απόσπασμα το καφενειακού τύπου (“Α ρε Έλληνα”) τσουβάλιασμα της “κοινοβουλευτικής αριστεράς”, έτσι γενικά κι αόριστα, σε σχέση με τη στάση της απέναντι στην κατάσταση των φυλακών, αναδεικνύει, στρεβλά και ισοπεδωτικά βέβαια, ένα πραγματικό ζήτημα. Που δεν είναι άλλο από την ακόμα πιο ουσιαστική παρέμβαση που μπορεί και πρέπει να έχει το κομμουνιστικό κίνημα σε ό,τι αφορά τις συνθήκες ζωής των κρατουμένων, την υποκατάσταση του σωφρονισμού από την εκδικητική τιμωρία, τη μετατροπή των φυλακών από προθάλαμο μιας νέας ζωής σε πανεπιστήμιο εγκλήματος για μεγάλο μέρος των τροφίμων τους.

Εκείνο που με θλίβει είναι η στάση της κοινοβουλευτικής αριστεράς, η οποία γνωρίζει (έτσι λέει) από πρώτο χέρι τι σημαίνει φασισμός. Καθόλη τη διάρκεια του εγκλεισμού μου στις ελληνικές φυλακές, μια αντιπροσωπεία αριστερών κομμάτων να επισκέπτεται χώρους κράτησης για να διαπιστώσει τα πραγματικά προβλήματα των κρατουμένων και πώς αυτοί βιώνουν τον εγκλεισμό δεν είδα. Τα στελέχη της πρώην επαναστατημένης και νυν επαναπαυμένης στις δάφνες και τις περγαμηνές του παρελθόντος αριστεράς δεν ενδιαφέρονται για τις σημερινές φυλακές. Συνοδευόμενα από τηλεοπτικά συνεργεία και πολλή υποκρισία, επισκέπτονταν συχνά-πυκνά τόπους εξορίας όπου φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν αγωνιστές (αν ζούσαν θα τους έφτυναν κατάμουτρα), να αναπολήσουν τα περασμένα μεγαλεία…
“Εμείς αγωνιστήκαμε και συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για ιερό, ανώτερο σκοπό”, κραυγάζουν…. Σώωωπα!
Αν η πολιτική αυτή προσέγγιση δεν είναι έμμεση συγκατάθεση στο βασανισμό όσων δεν αγωνίζονται για “ιερούς σκοπούς”, τότε τι είναι; Αφού ο κρατούμενος δεν ασπάζεται τις αριστερές αντιλήψεις, καλά του κάνουν, του αξίζει ένα μπερντάχι ξύλο…
Ξέρω, ξέρω… Δεν μπορούν να συγκριθούν οι εποχές και τα διακυβεύματά τους! Φυσικά και δεν μπλορούν να συγκριθούν, αφού σήμερα δεν είναι εκείνοι οι καταδιωκόμενοι και οι φυλακισμένοι αλλά κάποιοι άλλοι… Άλλωστε ποτέ δεν άκουσα αριστερό να μιλά για κατάργηση των φυλακών. Οι φυλακές δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον, αν οι φυλακισμένοι δεν είναι αριστεροί και κομμουνιστές! Δεν ξέρω αν καταλάβατε, κύριοι της αριστεράς, που “βουλευτήκατε” με τα κοπαδάκια σας… Αποτελούσατε κι αποτελείτε τμήμα του κοινοβουλίου, είχατε και έχετε ευθύνη. Ακόμα περισσότερη γιατί είστε αριστεροί. Πολλοί από σας τώρα τελευταία κυβερνάτε κιόλας… Ποιος θα το έλεγε! Φροντίστε μην η ιστορία σας καταγράψει σαν τις αριστερές καθαρίστριες που ανέλαβαν με προθυμία να καθαρίσουν τα βουνά σκουπιδιών μισού αιώνα ξέφρενου πανηγυριού, εξαιτίας του οποίου εξαθλιώθηκε ο έλληνας πολίτης και παραδώσετε τα κλειδιά στους γνωστούς γλεντζέδες της φυλής μας! Τους έξω καρδιά! Για να ξαναζωντανέψει το χουντογλέντι τους στο κέντρο διασκέδασης “βουλή των Ελλήνων”, όπου τα νταούλια και βιολιά του ελληνικού συντάγματος θα παίζουν μερακλίδικους δημοκρατικούς σκοπούς. Α, ρε Έλληνα… Όσο ξεφτέρι στα επουσιώδη άλλο τόσο μπούφος στα ουσιώδη…

Εισαγωγή στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο



Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος συγκαταλέγεται στους πλέον μακρόχρονους πολέμους που γνώρισε το ελληνικό κράτος στην σύντομη ιστορία του. Κράτησε περίπου τρία ολόκληρα χρόνια. Λέμε περίπου καθώς, όπως συμβαίνει συνήθως με τους εμφυλίους πολέμους, δεν θα μπορούσαμε εύκολα να προσδιορίσουμε μια ημερομηνία έναρξης και λήξης του αντίστοιχα. Οι κλασσικοί πόλεμοι αρχίζουν με μια νομική πράξη, την «κήρυξη του πολέμου» και τελειώνουν με μια αντίστοιχη, την ανακωχή ή τη Συνθήκη ειρήνης. 
Τίποτε τέτοιο δεν συμβαίνει με τους εμφυλίους πολέμους. Σε αυτούς οι κοινωνίες χωρίζονται σε στρατόπεδα που διολισθαίνουν στην πολεμική αναμέτρηση χωρίς να έχουν ανάγκη ούτε από «κήρυξη» ούτε από οποιαδήποτε άλλη πράξη νομικού χαρακτήρα. Το δε τέλος τους υπαγορεύεται από τον χαρακτήρα τους. Είναι πόλεμοι ολοκληρωτικοί όπου ο ηττημένος απλά πρέπει να εξαλειφθεί από τον εθνικό και κοινωνικό χάρτη.


Το σύνηθες -και από μερικές απόψεις «επίσημο»- ορόσημο για την έναρξη του πολέμου αναφέρεται στην επίθεση της ομάδας Υψηλάντη στον Σταθμό Χωροφυλακής και το Εκλογικό Τμήμα του Λιτοχώρου το βράδυ της παραμονής των εκλογών της 30ης Μαρτίου 1946. Πρόκειται όμως για ένα μεμονωμένο περιστατικό , προειδοποίηση ίσως ή ακόμα απάντηση στα γεγονότα της Καλαμάτας, λίγες εβδομάδες νωρίτερα, όπου το κράτος καταλύθηκε από το παρακράτος του Μαγγανά και της Χ. Στη διάρκεια του Απριλίου, του Μαίου ή και του Ιουνίου του 1946, δεν υπήρξε στρατιωτική εμπλοκή που θα μπορούσε να πιστοποιήσει την έναρξη ενός πολέμου. Ο τελευταίος, για να ξεκινήσει, χρειαζόταν ένα πολιτικό γεγονός.

Το τελευταίο ήταν η έγκριση από την «αναθεωρητική Βουλή» του Γ’ Ψηφίσματος, στις 18 Ιουνίου 1946. Το ψήφισμα όριζε ότι η κάθε δραστηριότητα που στρεφόταν εναντίον της «έννομης τάξης» -όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στους καιρούς της «λευκής τρομοκρατίας»-  αποτελούσε ένα είδος εξωτερικής εισβολής καθώς αποσκοπούσε στην «απόσπαση μέρους εκ του όλου της ελληνικής επικράτειας».  Με το Ψήφισμα καθοριζόταν ο εχθρός και ξεκαθάριζαν τα μέσα για την αντιμετώπισή του: η προδοσία τιμωρείτο με θάνατο. Το κράτος μπορούσε πλέον να αναλάβει το ίδιο τα καθήκοντα των τρομοκρατικών παρακρατικών συμμοριών. Ο πόλεμος μπορούσε να ξεκινήσει και φυσικά, ξεκίνησε. Τον Ιούλιο του 1946 -ειδικά μετά τις πρώτες θανατικές καταδίκες και εκτελέσεις στη βάση του Γ’ Ψηφίσματος-  έχουμε τις πρώτες συγκρούσεις που παραπέμπουν σε στρατιωτική αναμέτρηση. Σε εμφύλιο πόλεμο.

Αυτός λοιπόν ο πόλεμος που δεν είχε ακριβή ημερομηνία έναρξης δεν είχε, όπως αναμενόταν, και προσδιορισμένη ημερομηνία λήξης. Καμία ανακωχή και καμία συνθήκη δεν τον σταμάτησε. Τις τελευταίες ημέρες του Αυγούστου του 1949, έπεσε ο Γράμμος, ο Δημοκρατικός Στρατός εκκένωσε τις εκεί ζώνες που κατείχε. Συγκρούσεις όμως και μάχες συνεχίστηκαν σε διάφορα σημεία της χώρας, με φθίνουσα έστω ένταση πολύ καιρό αργότερα. Ακόμα και όταν πλέον δεν είχε καμία σημασία.

Παρόλα αυτά ο εμφύλιος δεν ήταν ένας άτυπος, ένας κατ’ ευφημισμό πόλεμος, μια υπόθεση «διασάλευση της τάξης», ένας «συμμοριτοπόλεμος». Ήταν κάτι περισσότερο από πραγματικός και ως εκ τούτου ήταν κάτι περισσότερο από σκληρός. Για την ακρίβεια πρόκειται για την μεγαλύτερη -σε αριθμό στρατιωτικών θυμάτων τουλάχιστον- στρατιωτική εμπλοκή στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Ο κυβερνητικός στρατός είχε, στη βάση των επίσημων στοιχείων του, 12.200 νεκρούς στα πεδία των μαχών[1] -σχεδόν όσους και στον επτάμηνο του ελληνο-ιταλικού και ελληνο-γερμανικού πολέμου. Σε αυτούς προστίθενται οι 2 ως 4.000 νεκροί των διαφόρων κατηγοριών της Χωροφυλακής[2]. Είναι άγνωστο το που και το εάν έχουν καταγραφεί οι απώλειες των παραστρατιωτικών σωμάτων των συμμοριών, της Χ, των ΜΑΥ, των ΜΑΔ, των ΜΕΑ, των ΤΕΑ, των «Δημοσυντήρητων»  και των συνακόλουθων.  Οι δε απώλειες στις τάξεις των τρομοκρατικών φασιστικών παρακρατικών συμμοριών που, στα 1946-1947, αποτέλεσαν τον πρώτο στόχο του Δημοκρατικού Στρατού, απλά δεν έχουν καταγραφεί πουθενά. 
       
Το άθροισμα των παραπάνω μεγεθών και η αναγωγή των αγνώστων αντίστοιχων με βάση τα όσα γνωρίζουμε για τη μορφή και τις συνθήκες του πολέμου -ιδιαίτερα στην πρώτη του φάση, εκείνη της αναμέτρησης του Δημοκρατικού Στρατού με τις παραστρατιωτικές συμμορίες- μπορεί ίσως να μας οδηγήσει σε ποσοτικά συμπεράσματα. Το σύνολο των στρατιωτικών ή παραστρατιωτικών απωλειών του κυβερνητικού στρατοπέδου σε όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου πρέπει να βρίσκεται κάπου ανάμεσα στις 20 και στις 25.000 νεκρούς.

Το ζήτημα των απωλειών του Δημοκρατικού Στρατού είναι επίσης ένα μέγεθος που μένει να προσδιοριστεί. Με βάση τη μορφή του πολέμου και τις εκτιμήσεις παρατηρητών (κυρίως Αμερικανών) οι απώλειες του μάλλον είναι αντίστοιχες εκείνων του απέναντι στρατοπέδου: κάπου ανάμεσα στους 20 και στους 25.000 νεκρούς. Ο ΔΣΕ είχε σοβαρές απώλειες σε ειδικές τακτικές ή στρατηγικές ήττες του: μάχη Φλώρινας 750 περ. νεκροί, καταστροφή ΙΙΙης Μεραρχίας Πελοποννήσου, 3 με 4 χιλιάδες ίσως νεκροί. Κατά μέσο όρο όμως η «φονικότητα» (από τον όρο lethality rate) που επιδείκνυε ήταν ανώτερη από εκείνη των αντιπάλων του. Από αυτή την άποψη ο Δημοκρατικός Στρατός ήταν η πλέον αποτελεσματική στρατιωτική δύναμη στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Οι επιδόσεις αυτές ήταν ιδιαίτερα ευδιάκριτες στις αμυντικές μάχες στο Γράμμο και στο Βίτσι, σε αιφνιδιασμούς όπως στο Καρπενήσι ή στον καθημερινό πόλεμο φθοράς.

Σε κάθε περίπτωση τα θύματα και της μίας και της άλλης πλευράς προέρχονταν από την ίδια κοινωνία και εγγράφονταν στο ίδιο ανθρώπινο δυναμικό, της Ελλάδας.  Ως προς αυτό οι απώλειες των δύο στρατοπέδων μπορούν να αθροιστούν και να μας δώσουν το εντυπωσιακό μέγεθος των 40 με 50.000 νεκρών – μιλούμε πάντα για αποκλειστικά στρατιωτικές απώλειες. Σε αυτό το επίπεδο ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος υπήρξε η πλέον αιματηρή στρατιωτική αναμέτρηση στην ιστορία του ελληνικού κράτους.  

Πολλοί ήταν οι Έλληνες που στρατεύθηκαν στις γραμμές των αντίπαλων στρατών στην μακρά διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Η κινητοποίηση του παρακράτους, η διόγκωση των δυνάμεων ασφαλείας και οι διαδοχικές επιστρατεύσεις έκαναν ώστε να ενταχθούν στις τάξεις του κυβερνητικού στρατοπέδου -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο περισσότεροι από 400.000 άνδρες[3]. Από την άλλη πλευρά, στον Δημοκρατικό Στρατό στρατεύθηκαν σε όλη τη διάρκεια του πολέμου περισσότεροι από 150.000 άνδρες και γυναίκες. Το άθροισμα των δύο μεγεθών πλησιάζει ίσως τις 600.000 γεγονός που καθιστά την συμμετοχή στον εμφύλιο πόλεμο την πιο πολυάνθρωπη αναλογικά εμπλοκή και συμμετοχή της ελληνικής κοινωνίας σε πόλεμο.

Όσοι δεν πήραν μέρος στον πόλεμο με το όπλο στο χέρι κατέθεσαν στον βωμό του τα δικά τους βάσανα. Το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του πολέμου ήταν η μαζική υποχρεωτική -και ενίοτε βίαιη- μετακίνηση πληθυσμών. Σε 750.000 υπολογίστηκαν οι «εκκενωθέντες» από τον κυβερνητικό στρατό πληθυσμοί των ορεινών ή απλά των «ύποπτων» περιοχών. Άλλοι εγκατέλειψαν με δική τους πρωτοβουλία τις επικίνδυνες ζώνες ανεβάζοντας τους εσωτερικούς πρόσφυγες και εκτοπισμένους σε ένα εκατομμύριο. Έναν στους επτά κατοίκους της Ελλάδας. Αυτοί εγκαταστάθηκαν στις παρυφές των πόλεων ως «συμμοριόπληκτοι» αλλάζοντας την ανθρωπογεωγραφία της χώρας. Πολλά χωριά έμειναν για πολλά χρόνια έρημα, η παραγωγικές υποδομές τους καταστράφηκαν και η ζωή σε αυτά έπρεπε να ξαναρχίσει από την αρχή. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ξανάρχισε. Ο πόλεμος έφερε την μόνιμη παρακμή σε ευρύτατες  ζώνες της ελληνικής επικράτειας και αλλοίωσε το δημογραφικό και παραγωγικό προφίλ της χώρας.

Μερικές δεκάδες χιλιάδες πολεμιστές και άμαχοι –κοντά στις 60.000 είναι το πλέον αποδεκτό μέγεθος-  εκπατρίστηκαν ακολουθώντας τον Δημοκρατικό Στρατό στην υποχώρησή του, είτε πριν από αυτήν.

Σε αντίθεση με τις περιπτώσεις των προηγούμενων μεγάλων ευρωπαϊκών εμφυλίων πολέμων του εικοστού αιώνα, του ρωσικού (1918-1921) και του ισπανικού (1936-1939), ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος είχε κυρίως στρατιωτικές απώλειες. Τα θύματα στον ρωσικό εμφύλιο ήταν πολίτες κυρίως, σε σχέση δύο ή τρία προς ένα σε σχέση με τους στρατιωτικούς. Αυτό οφειλόταν στις τρομερές στερήσεις και τις επιδημίες που χαρακτήριζαν ετούτο τον πόλεμο καθώς και στις τοπικές «εθνοκαθάρσεις» που αποτελούσαν μέρος του σύνθετου σκηνικού. Στην Ισπανία η σχέση μεταξύ πολιτών και στρατιωτικών ως προ τα θύματα ήταν περίπου ένα προς ένα. Στην ελληνική περίπτωση οι μαζικές «τυφλές» εκτελέσεις αμάχων ήταν ελάχιστες (σε αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο της κατοχής – ίσως γι αυτό) ενώ ήταν επίσης περιορισμένοι οι μαζικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί με ζώνες «αμάχων». Έτσι λοιπόν η σχέση ήταν ένα ή δύο προς πέντε υπέρ των «στρατιωτικών».

Η παραπάνω διαπίστωση δεν τοποθετούσε τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο στους «καθαρούς» πολέμους, όπου οι «κανόνες» αμβλύνουν την βαρβαρότητα και την σκληρότητα του πολέμου. Στην εδώ εξάλλου περίπτωση έπρεπε να συντριβεί το φρόνημα ενός ολόκληρου λαού και τα κληροδοτήματα μιας ηρωϊκής εποχής: της Εθνικής Αντίστασης. Αυτό δεν μπορούσε να γίνει με «ήπιες» και «πολιτισμένες» μεθόδους. Δεν μπορούσε να γίνει ούτε με τις αθρόες εκτελέσεις αγωνιστών και στελεχών, κάπου ανάμεσα στις 7 και στις 10.000, στα χρόνια εκείνα. Χρειαζόταν μια συνεκτική πολιτική αγριότητας.

Το κύριο εξωτερικό χαρακτηριστικό της αγριότητας ήταν η συνειδητή και βάση σχεδίου διαπόμπευση των νεκρών αντιπάλων τους από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων. Το κόψιμο κεφαλιών και η επίδειξή τους πριμοδοτήθηκε επίσημα μέσα από την διάδοση της επικήρυξης[4]. Οι βαρβαρότητες αυτές κρίθηκαν μάλιστα εξαιρετικά επιτυχημένες και οι Βρετανοί τις μιμήθηκαν -σε πιο ήπια εκδοχή- στους πολέμους ενάντια στα αντι-αποικιακά κινήματα στη νοτιο-ανατολική Ασία. Το στίγμα των «κυνηγών κεφαλών» σφραγίζει ακόμα και σήμερα την παράταξη των νικητών του εμφυλίου, την ελληνική άρχουσα τάξη, παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες των διαφόρων αναθεωρητών της ιστορίας να το αποξύσουν.

Ο εγκλεισμός ήταν μια άλλη παράμετρος της βαρβαρότητας: τερατώδη, για τα μεγέθη της χώρας στρατόπεδα συγκέντρωσης δημιουργήθηκαν, η Μακρόνησος, ο Άη Στράτης, το Τρίκερι, η Γυάρος, η Λέρος κά, όπου κλείστηκαν δεκάδες χιλιάδες άτομα, όσα δεν χωρούσαν πλέον οι κατάμεστες φυλακές. Ένας μεθοδικός πολιτικός σχεδιασμός οργάνωσε την αρπαγή των παιδιών των ύποπτων περιοχών και τον εγκλεισμό τους σε ειδικούς χώρους εγκλεισμού, τις περίφημες «Παιδουπόλεις» της βασίλισσας Φρειδερίκης. Ο λεγόμενος «δυτικός κόσμος» έδωσε στην Ελλάδα όλο το μέτρο της αγριότητάς του, θα χρησιμοποιούσε την εδώ εμπειρία εξάλλου στους επερχόμενους αντιαποικιακούς αγώνες.  Σε τελευταία ανάλυση όλες ετούτες οι αγριότητες εκτυλίχθηκαν χάρη στην συστηματική, τερατώδη σε μέγεθος αμερικανική οικονομική «βοήθεια». Πάνω από δύο δισεκατομμύρια δολλάρια της εποχής (περισσότερα από όσα κόστισε η ανοικοδόμηση της Δυτικής Γερμανίας στο σχέδιο Μάρσαλλ)[5] κατέθεσαν οι ΗΠΑ στον βωμό της «συντριβής του κομμουνιστοσυμμοριτισμού» στην Ελλάδα.

***
Σήμερα, εβδομήντα χρόνια μετά, η σκιά του εμφυλίου βαραίνει την πολιτική, κοινωνική, πολιτιστική πραγματικότητα του τόπου. Η άρχουσα τάξη κράτησε το εμφυλιακό κλίμα (τη νομοθεσία έκτακτης ανάγκης για να αρχίσουμε) ως το 1974. Κατόπιν έκρινε ότι μπορούσε να «αποκαταστήσει τη δημοκρατία» κάτω από την αιγίδα, την επίβλεψη και την εγγύηση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των άλλων δυνάμεων του «ελεύθερου κόσμου» (ΗΠΑ, ΝΑΤΟ κλπ.). Ο παρονομαστής σταθερός: η διατήρηση του καθεστώτος της αδικίας και της εκμετάλλευσης του μόχθου των εργαζόμενων.  

Από αυτή την άποψη τα στρατόπεδα που χώρισε ο εμφύλιος, πολύ απέχουν από του να συμφιλιωθούν σε μια κοινωνία αντάξια του πολιτισμού που έχτισαν όσοι μόχθησαν για ετούτο τον τόπο.

* Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του  Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Διαβάστε όλα τα κείμενα του φακέλου – αφιερώματος του «Ημεροδρόμου» «Από τα Δεκεμβριανά στον Εμφύλιο» ΕΔΩ


[1]           ΓΕΣ/ΔΙΣ, Ιστορία του Ελληνικού Στρατού 1821-1997, Αθήνα, 1998, σ. 273.  Ο αριθμός των αξιωματικών και των στρατιωτών του στρατού ξηράς που σκοτώθηκαν στις επιχειρήσεις του εμφυλίου πολέμου υπολογίζεται σε  12.238, ενώ άλλοι 3.050 πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τον ΔΣΕ. Αν και είναι πολύ δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς το σκεπτικό των συγγραφέων του τόμου αυτού (οι οποίοι καταγράφουν βαριές στρατιωτικές απώλειες σε ένα πόλεμο εναντίον «αόρατου» εχθρού – πουθενά δεν αναφέρεται  ο όρος Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας), υποθέτουμε ότι στην καταγραφή 108.000 θανόντων πολιτών στην διάρκεια του εμφυλίου περιλαμβάνονται οι απώλειες του ΔΣΕ…

Για να έχουμε κάποιο μέτρο σύγκρισης, σύμφωνα με την ίδια πηγή οι απώλειες του Ελληνικού Στρατού στην διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου (Ελληνο-ιταλικός πόλεμος, Ελληνο-γερμανικός, Μάχη της Κρήτης, Μέση Ανατολή κλπ.) ανήλθαν σε 13.749 αξιωματικούς και οπλίτες νεκρούς και σε 1.823 «αγνοούμενους» (στο ίδιο, σ. 254). 

Οπωσδήποτε υπάρχουν πλήθος άλλες εκτιμήσεις, άλλες λογικές, άλλες αυθαίρετες για το ύψος των απωλειών του κυβερνητικού στρατού και όλων των συνδεδεμένων με αυτόν κρατικών ή παρακρατικών σωμάτων. Οι όποιες διαφορές δεν αλλάζουν σε τίποτα την γενική εικόνα.

[2]           Το ίδιο συμβαίνει με τις απώλειες των σώματος της Χωροφυλακής και των διαφόρων σωμάτων που κατά καιρούς παρουσιάστηκαν ως τέτοια.

[3]           Η παρατακτή δύναμη του κυβερνητικού στρατού -αυτή δηλαδή που μπορούσε μιασυγκεκριμένη στιγμή να αναπτυχθεί στα θέατρα της σύγκρουσης- κυμαινόταν από 120.000 ως 160.000 σε κάθε στιγμή του πολέμου. Σε αυτούς θα μπορούσαν να προστεθούν η Χωροφυλακή και οι μονάδες ασφαλείας ή των παραστρατιωτικών ανεβάζοντας το σύνολο σε 200 με 300.000 προ το τέλος του πολέμου.

             Η παρατακτή δύναμη του Δημοκρατικού Στρατού δεν ξεπέρασε ποτέ τους 25.000 μαχητές -άνδρες και γυναίκες. Αναλογικά μπορεί να υποστηριχθεί ότι περισσότεροι από 150.000 στρατεύθηκαν συνολικά στις γραμμές του στη διάρκεια του πολέμου.  

[4]           Πρόβλεψη αμοιβής για όποιον έφερνε το «σωστό» κεφάλι στις «Αρχές».

[5]           Το σύνολο των ποσών του σχεδίου Μάρσαλλ στα χρόνια 1948-1952, ήταν 17 δισεκατομμύρια δολλάρια της εποχής (περίπου 200 δις σε αναγωγή στις σημερινές αξίες). Ο ελληνικός εμφύλιος κόστισε στις ΗΠΑ περισσότερα από δύο δις (24 δις σε σημερινές αξίες). Η ανοικοδόμηση της Δυτικής Γερμανίες κόστισε 1,5 δις.

TOP READ