Να αναμετρηθούμε με τις δυσκολίες και τις αδυναμίες στη δουλειά των Οργανώσεων
Σ
ήμερα το Κόμμα έχει συγκεντρώσει μια τεράστια εμπειρία άνω των 90 χρόνων, μια εμπειρία που αποκρυσταλλώθηκε πιο αποτελεσματικά και ουσιαστικά την τελευταία 20ετία, όταν το Κόμμα, για πρώτη φορά από τη στιγμή της ίδρυσής του κλήθηκε να ανασυγκροτηθεί, οργανωθεί και αναπτυχθεί σε συνθήκες νίκης της αντεπανάστασης διεθνώς, σε συνθήκες όπου ανατράπηκε το σοσιαλιστικό σύστημα, έπαψε να υφίσταται η Σοβιετική Ενωση, το σοσιαλιστικό σύστημα. Το ΚΚΕ έχει όμως ισχυρές ιστορικές παρακαταθήκες, δε χάθηκε η συνέχεια της πείρας, μπόρεσε όχι μόνο να αντέξει, να σταθεί, αλλά και να κάνει νέα βήματα προς τα εμπρός. Επεξεργάστηκε το Πρόγραμμά του, πλούτισε τις προγραμματικές αντιλήψεις του για το σοσιαλισμό, μελέτησε τις αιτίες ανατροπής του σοσιαλισμού, διεύρυνε την επιρροή του μέσα στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στη χώρα μας και διεθνώς, άνοιξε νέους δρόμους.
Από πολλές απόψεις, η πείρα της 20ετίας που πέρασε είναι όχι απλά πολύτιμη, αλλά η μελέτη της και η ενσωμάτωσή της στη δουλειά του Κόμματος, τώρα που όλο και νεότερες γενιές μπαίνουν και θα μπαίνουν στην ταξική πάλη, είναι αναντικατάστατος όρος για την παραπέρα ισχυροποίηση του Κόμματος, για να απαλλαγεί από βαρίδια χρόνων, για να ακολουθήσει συνεχή ανοδική πορεία, όσο εξαρτάται φυσικά από αυτό και στο μέτρο που του αναλογεί η υποκειμενική «ιστορική ευθύνη». Σε μεγάλο βαθμό, αυτό το ρόλο καλείται να παίξει το 19οΣυνέδριο του Κόμματος, συνέδριο που αποκρυσταλλώνει τη συνολική αυτή πείρα, ενσωματώνει προγραμματικά τις επεξεργασίες και την ανάπτυξη της συλλογικής σκέψης του Κόμματος, αναπτύσσει παραπέρα θεωρητικές, πολιτικές, οργανωτικές επεξεργασίες που έχει κάνει, τις καταθέτει στις Θέσεις, στα σχέδια Προγράμματος και Καταστατικού, με στόχο να γίνουν ισχυρά όπλα πάλης στην πορεία του Κόμματος.
***
Η
συνεπής εφαρμογή των μαρξιστικών - λενινιστικών θέσεων και κανόνων της κομματικής ζωής και δράσης, η ύπαρξη ενός επαναστατικού προγράμματος, με προγραμματικές θέσεις και αποφάσεις που συνεχώς εμπλουτίζονται από τις σύγχρονες εξελίξεις και την πείρα της ταξικής επαναστατικής πάλης, δημιουργούν τους όρους για την ιδεολογική - πολιτική - οργανωτική ενότητα του Κόμματος.
Η λενινιστική διδασκαλία για το Κόμμα αποτελεί μια ενότητα θεωρητικών, πολιτικών και οργανωτικών αρχών, που είναι νομοτέλειες της ανάπτυξής του σαν κόμματος της επαναστατικής δράσης, σαν καθοδηγητικής δύναμης της οικοδόμησης του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. Οσα κόμματα αγνόησαν ή υποτίμησαν την ουσία αυτών βρέθηκαν αντιμέτωπα με δυσάρεστες εκπλήξεις, με συνολικό ιστορικό πισωγύρισμα, αδυνάτισμα, ενσωμάτωσή τους στην αστική πολιτική, ανεξάρτητα από τη διακύμανση της εκλογικής δύναμης. Αλλωστε, από την ίδια την πείρα του διεθνούς κινήματος επιβεβαιώνεται αυτό που από την ίδια τη θεωρία μας είναι γνωστό: ότι ο ιδεολογικός αγώνας κατά της αστικής τάξης είναι ο πιο μακρόχρονος και πολύπλοκος. Τη νίκη σε αυτήν την πάλη η οργανωμένη πρωτοπορία της εργατικής τάξης μπορεί να την κερδίσει μόνο με τον όρο ότι θα παραμείνει πιστή στην κοσμοθεωρία της και θα ξεσκεπάζει αδιάκοπα ακόμα και τις πιο μικρές εκδηλώσεις της αστικής ιδεολογίας μέσα στο εργατικό κίνημα. Κάθε μείωση του ρόλου της κομμουνιστικής ιδεολογίας, κάθε απομάκρυνση από αυτήν σημαίνει ταυτόχρονα και δυνάμωμα της αστικής ιδεολογίας, του οπορτουνισμού.
***
Η
αναγκαιότητα για ένταση της ιδεολογικής δουλειάς για την ισχυροποίηση του Κόμματος δεν έχει να κάνει απλά και μόνο με την πολιτική επικαιρότητα. Πρέπει να αποτελεί μόνιμο στόχο μας, η αναγκαία αναπροσαρμογή των πρωτοβουλιών μας όπου να εντάσσονται δημιουργικά και με σχέδιο όλα τα βασικά ζητήματα που αφορούν την ιδεολογία και τη στρατηγική μας, όπως ο επαναστατικός ρόλος της εργατικής τάξης, η αξία της αντιμονοπωλιακής - αντικαπιταλιστικής κοινωνικής συμμαχίας, οι εξελίξεις στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η καπιταλιστική οικονομική κρίση, η όξυνση όλων των αντιθέσεων και των ανταγωνισμών, ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος και η στάση των κομμουνιστών, η διαφορά σοσιαλιστικής και αστικής δημοκρατίας, ο ρόλος της βίας, οι θεωρίες των «δύο άκρων», το ζήτημα της εργατικής εξουσίας, τα συμπεράσματα και η τεράστια πείρα από τη μελέτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης τον 20ό αιώνα και πώς αυτά εντάσσονται στην αντίληψή μας για το σοσιαλισμό, η δημιουργική αφομοίωση των επεξεργασιών μας και του νέου Προγράμματος του Κόμματος. Ζητήματα που όλα, μα όλα τους, έχουν σχέση άμεση με το σήμερα, με τα καθήκοντα της πιο καθημερινής, ακόμα και της πιο απλής πρακτικής δράσης των Κομματικών Οργανώσεων Βάσης, όσο κι αν αυτό δεν είναι πάντα τόσο εύκολο να συνειδητοποιηθεί.
Η ισχυροποίηση του Κόμματος συμπεριλαμβάνει και τη σταθεροποίηση και ανάπτυξη της πολιτικής του επιρροής, ανάλογα με τις κάθε φορά συγκεκριμένες συνθήκες. Ωστόσο, αυτή η ισχυροποίηση σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει, ούτε μπορεί, να ταυτίζεται με την εκλογική επιρροή. Η μακρόχρονη πλέον πείρα δείχνει ότι κατά τη διάρκεια των εκλογικών αναμετρήσεων κυριαρχεί το αστικό πολιτικό κοινοβουλευτικό κριτήριο και όχι - έστω - η αμφισβήτηση του αστικού πολιτικού συστήματος. Αντίθετα, τα ουσιαστικά, τα βασικά ζητήματα που συγκεντρώνουν και πρέπει να συγκεντρώσουν ακόμα περισσότερο την προσοχή μας σε όλη την κλίμακα του Κόμματος, ώστε να αποτελέσουν και εργαλείο για τη μεγαλύτερη ανάπτυξη της πολιτικής του επιρροής μέσα στις συνθήκες του αστικού συστήματος, είναι η κομματική οικοδόμηση στα εργοστάσια, στις επιχειρήσεις, στους κλάδους, η ιδεολογικοπολιτική στάθμη, η ικανότητα στην αντεπίθεση, η σταθερή διαπάλη με αστικές αντιλήψεις και τον οπορτουνισμό. Σε αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει να μπαίνουν και τα κριτήρια αξιοποίησης των εκάστοτε εκλογικών μαχών και των αποτελεσμάτων τους, είτε είναι εθνικές, ευρωεκλογές ή τοπικές εκλογές.
Είναι πολύ σημαντικό σήμερα, με την ιδεολογική και οργανωτική δράση που αναπτύσσουμε σε όλη την έκταση της Οργάνωσης και με αφορμή τη συζήτηση των ντοκουμέντων για το 19ο Συνέδριο, να γίνεται με όρους επαναστατικής αισιοδοξίας συστηματική ιδεολογικοπολιτική προετοιμασία για το χαρακτήρα της σύγκρουσης, για το τι σημαίνει κατάκτηση εξουσίας, τι θυσίες χρειάζονται, για το αναπόφευκτο της σύγκρουσης. Να χτυπηθούν οι ποικίλες κοινοβουλευτικές αυταπάτες, μετά από 39 χρόνια συνεχούς αστικής νομιμότητας, να ανεβαίνει η επαναστατική επαγρύπνηση, πρόβλεψη και ετοιμότητα.
Πάντα είχε και σήμερα ακόμα περισσότερο έχει μεγάλη σημασία η αποφασιστική πάλη όλων των κομμουνιστών για το συνεχές ξεσκέπασμα των κάθε λογής προσπαθειών διαστρέβλωσης της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας από μέρους των αστών ιδεολόγων και των συμμάχων τους από το στρατόπεδο των αναθεωρητών, των οπορτουνιστών, των ψευτοεπαναστατών τυχοδιωκτών. Να γίνει συνείδηση και τρόπος δουλειάς η ενότητα επαναστατικής θεωρίας και πράξης σε όλη την κλίμακα της Κομματικής Οργάνωσης, κατακτώντας όσο γίνεται πιο υψηλό θεωρητικό πολιτικό επίπεδο που συμβάλλει στην αφομοίωση και δημιουργική εφαρμογή της στρατηγικής, στην ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης όλο και περισσότερων εργαζομένων. Η υλοποίηση αυτού του καθήκοντος έχει να κάνει με συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει συνεχώς να παίρνουμε και την αντίστοιχη προσαρμογή τους ανάλογα με τις εξελίξεις και τις συνθήκες. Δεν είναι ζήτημα μιας απόφασης, αλλά ζήτημα συστηματικής οργάνωσης, σχεδιασμού και ελέγχου της δουλειάς μας, σε πρακτικό, καθημερινό επίπεδο, ως τρόπος δηλαδή δουλειάς και δράσης. Η ανάπτυξη της θεωρητικής δουλειάς μέσα στο Κόμμα, η μελέτη των εντύπων μας και του μαρξιστικού βιβλίου, η αυτομόρφωση και το συλλογικό ιδεολογικό μάθημα, μέσα από τη σχολή, την ΚΟΒ, τη συνεδρίαση, δεν είναι γενικό κι αφηρημένο καθήκον, είναι πρακτικό καθήκον - όρος για την ισχυροποίηση του Κόμματος, για την κομματική οικοδόμηση, πάει μαζί και πρέπει να εντάσσεται στο σχεδιασμό της κάθε Οργάνωσης παράλληλα με τη δράση στο κίνημα, τη συμμετοχή στους αγώνες, στις αρχαιρεσίες των σωματείων, την οργάνωση της απεργίας, τη μαζική, δηλαδή, καθημερινή διαφωτιστική δουλειά στις μάζες. Οπωσδήποτε δεν είναι σχεδιασμός γραφείων, συνεχών μαθημάτων και σχολών μόνο, αλλά δεμένα με το καμίνι της ταξικής πάλης, του ανεβάσματος της πολιτικής συνείδησης του εργάτη, την απόρριψη εκ μέρους του μεταφυσικών αντιλήψεων και δογμάτων που τον καθηλώνουν, τον χειραγωγούν, τον ενσωματώνουν. Για να μη χτίζουμε στην άμμο, αλλά σε στέρεα θεμέλια που θα μας πάνε μακριά.
***
Ο
ρισμένες μόνο και αρκετά συχνά σε αποφάσεις μας επαναλαμβανόμενες πλευρές θα επισημάνουμε σήμερα εδώ, οι οποίες όμως αποτελούν και κρίσιμα ζητήματα στα οποία χωλαίνουμε και καθοδηγητικά, με αποτέλεσμα στις ΚΟΒ να εμφανίζονται μεγάλες καθυστερήσεις και έλλειμμα δουλειάς.
Σημαντικό στοιχείο - κριτήριο της δουλειάς των οργάνων και των ΚΟΒ είναι η συστηματική μελέτη της συλλογικής πείρας της ταξικής και μαζικής πάλης στην κάθε περιοχή που δρουν. Μόνο με αυτήν τη συνεχή προσπάθεια μπορούν να εντοπίζονται οι αδυναμίες, οι ελλείψεις, τα λάθη καθώς και νέα προβλήματα, οι τάσεις και οι εξελίξεις στο χώρο δράσης του κάθε οργάνου, της κάθε ΚΟΒ. Δεν πρέπει να υπάρχει καθοδηγητικό όργανο, Επιτροπή Περιοχής, Αχτιδική Επιτροπή, ΚΟΒ, που να μη γνωρίζει ποιες τάσεις και δυνάμεις ριζοσπαστικές αναπτύσσονται στο χώρο ευθύνης τους, ποια είναι τα πρωτοπόρα εργατικά στοιχεία. Και τέτοια παραδείγματα αρνητικά έχουμε πολλά. Ολόκληρες Οργανώσεις ορισμένες φορές είναι αποσπασμένες από το τι συμβαίνει πραγματικά στο χώρο τους, ποιες κινήσεις αναπτύσσονται, γύρω από ποια θέματα κ.λπ. Ποια π.χ. είναι η δράση της Χρυσής Αυγής, άλλων δυνάμεων και πώς αυτές διεισδύουν μέσα στον κόσμο και τον δηλητηριάζουν με το φαρμάκι του εθνικοσοσιαλισμού, του ρατσισμού, του εθνικισμού, του φασισμού, ποια μέτρα πρέπει να πάρει η ΚΟΒ για τη μαζική, αποτελεσματική αντιμετώπισή τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις παρουσιάζεται και το ακραίο πρόβλημα, όργανα ΚΟΒ, στελέχη, να μην έχουν επαφή καθόλου με το τι συμβαίνει, να «μην παίρνουν χαμπάρι» όπως λέμε, για το τι συμβαίνει γύρω τους, να ζουν ξεκομμένοι σε ένα δικό τους κόσμο ή τις περισσότερες φορές να παίρνουν καθυστερημένα «χαμπάρι» τι συμβαίνει. Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα για ένα Κομμουνιστικό Κόμμα. Υπάρχει, όμως, και το εξίσου αρνητικό φαινόμενο να παίρνουν «χαμπάρι», αλλά επειδή δεν είναι στο σχεδιασμό τους κάτι, επειδή εμφανίζεται ίσως κάτι καινούργιο όπου δεν υπάρχει εμπειρία αντιμετώπισης, χειρισμού, ή επειδή ίσως δε συμφωνούν με το θέμα ή υποτιμούν τη δυναμική που μπορεί αυτό να αναπτύξει, γενόμενο κρίκος γενικότερης ίσως αφύπνισης μαζών στο χώρο τους, να το προσπερνάνε, να μην παρεμβαίνουν, να το «σαμποτάρουν» με τον τρόπο τους, είτε να το «ειρωνεύονται», να το παρακολουθούν εκ του μακρόθεν κ.λπ. Αποτέλεσμα να αφήνουν πολύτιμο έδαφος αξιοποίησης από τις δυνάμεις του οπορτουνισμού, τους χρυσαυγίτες και άλλους. Το πραγματικό βέβαια καθήκον των Οργανώσεων, έτσι όπως προσδιορίζεται και από τις θέσεις μας αλλά και τις οργανωτικές κατευθύνσεις της ΚΕ και των άλλων οργάνων, βρίσκεται σε αντίθετη κατεύθυνση: Να βρίσκονται μπροστά, να μελετούν πώς θα παρέμβουν παντού για ό,τι απασχολεί τη λαϊκή οικογένεια. Να ασχολούνται με ζητήματα που προκύπτουν καθημερινά, να εξετάζουν έγκαιρα όλες τις πιθανές περιπτώσεις παρέμβασης των αντιπάλων, προετοιμάζοντας τον κόσμο. Κυρίως να μελετούν μέσα από ποιες πρωτοβουλίες και ποια προβλήματα θα συμβάλουν στην ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης, στη διάθεση για οργάνωση και πάλη και έγκαιρα να θέτουν την «ατζέντα», αντί να τρέχουν πίσω από τις εξελίξεις, τα γεγονότα, να βρίσκονται σε θέση άμυνας, και όχι αντεπίθεσης. Στην ουσία, για να καταφέρουμε να δρούμε με αυτόν τον πρωτοπόρο τρόπο, πρέπει να κάνουμε βήματα ακόμα μεγαλύτερα στην κατάκτηση ενός ανώτερου επιπέδου κατανόησης του χαρακτήρα και της δημιουργικής εφαρμογής και εξειδίκευσης της στρατηγικής στο χώρο ευθύνης κάθε οργάνου έως την ΚΟΒ. Αυτό όμως δεν ωφελεί να το λέμε γενικά ή να το επαναλαμβάνουμε προς τα κάτω, φτάνοντας μέχρι την ΚΟΒ και την ΟΒ. Πρέπει να καταλήξουμε σε κάθε όργανο μέχρι την ΚΟΒ σε συγκεκριμένα μέτρα, μέτρα οργανωτικά που να υπηρετούν αυτόν τον σκοπό, αυτόν τον προσανατολισμό. Μέτρα που πρέπει να περιλαμβάνουν από το πώς γίνεται ο έλεγχος μέσα στα όργανα και στις ΚΟΒ, πώς αξιολογείται η προσφορά, η δουλειά όλων των στελεχών, για το πώς «πιάνουν» αυτά τα ζητήματα στο χώρο τους, τι λύσεις προωθούν, πώς βοηθούν και ελέγχουν την πορεία υλοποίησης των στόχων και καθηκόντων. Χρειάζονται μέτρα ώστε να μπορεί να στηριχθεί η δουλειά των οργάνων με ειδικούς, με βοηθητικά επιτελεία. Ο ίδιος ο όγκος της δουλειάς σήμερα, η συνθετότητα των εξελίξεων απαιτούν αυτήν την στήριξη.
Η ανάπτυξη της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» και της ΚΟΜΕΠ, του πολιτικού βιβλίου είναι βασικό βήμα. Αναπόσπαστο στοιχείο της κομματικής οικοδόμησης και της ισχυροποίησης των δεσμών του Κόμματος με την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα είναι η οργανωμένη αξιοποίηση και διάδοση των κομματικών εντύπων, η αξιοποίηση των ηλεκτρονικών μέσων, του διαδικτύου. Ο «Ρ», η ΚΟΜΕΠ, οι ειδικές εκδόσεις που κάνει το Κόμμα αποτελούν το αναντικατάστατο καθημερινό εφόδιο του μέλους του Κόμματος και της ΚΝΕ. Το ίδιο ισχύει για τον «Οδηγητή» για τα μέλη της ΚΝΕ, αλλά και για τα μέλη και στελέχη του Κόμματος που έχουν χρεωθεί δουλειά με τη νεολαία. Η μελέτη και συστηματική παρακολούθηση, χωρίς κενά και «στη χάση και τη φέξη» όλων των κομματικών εντύπων - καθοδηγητικών οργάνων της ΚΕ του Κόμματος - η διάδοσή τους ανάμεσα στους εργαζόμενους, αποτελούν βασικά στοιχεία της κομματικής οικοδόμησης. Πρώτα απ' όλα μάς εξοπλίζουν ιδεολογικά - πολιτικά να τα βγάλουμε πέρα σε όλες τις επιθέσεις του αντιπάλου, μας δίνουν επιχειρήματα, μας παρέχουν ενημέρωση για να μπορούμε να μιλάμε με τους εργάτες, τα άλλα λαϊκά στρώματα, να τους διαφωτίζουμε για τις θέσεις του Κόμματός μας. Με τον «Ριζοσπάστη» μπορούμε να βρούμε νέους εργάτες που μας προσεγγίζουν στους χώρους δουλειάς. Η σωστή αξιοποίηση της αποκάλυψης σε ένα εργοστάσιο για τα σχέδια του εργοδότη που κάνει ο «Ρ», μπορεί να αποτελέσει το εργαλείο, με το οποίο θα βρούμε την πρώτη επαφή εκεί. Το άνοιγμα της πόρτας ενός διαμερίσματος όπου μένει μια εργατική οικογένεια, σε μια εξόρμηση με το «Ριζοσπάστη», μπορεί να μας ανοίξει νέο δρόμο επαφής με ολόκληρο χώρο εργασίας, όπου δεν είχαμε ποτέ προσεγγίσει. Η πείρα των ΚΟ είναι πολύτιμη και μεγάλη σε τέτοια ζητήματα. Πρέπει να γενικευτεί από κάθε καθοδηγητικό όργανο για την περιοχή του και να αξιοποιηθεί με επιμονή και συνέχεια από τις ΚΟΒ. Παράλληλα και ταυτόχρονα απαιτείται συμμετοχή όλο και περισσότερων στελεχών και μελών του Κόμματος, της ΚΝΕ, στο σύστημα εσωκομματικής μόρφωσης, των σεμιναρίων κ.λπ. Η μικρή και όχι ολοκληρωμένη πείρα που έχει κατακτηθεί αυτά τα χρόνια με το συνδυασμό των μαθημάτων στις ΚΟΒ, με όλες τις δυσκολίες, σε μια περίοδο τετραετίας όπου είχαμε μεγάλη ανάπτυξη των εργατικών και λαϊκών αγώνων, απεργιακές κινητοποιήσεις, συλλαλητήρια, άλλες δραστηριότητες, σε μια τετραετία 5 συνολικά εκλογικών αναμετρήσεων, θα πρέπει να γενικευτεί, να συνεχίσουμε αταλάντευτα σε αυτήν την κατεύθυνση. Να έχουμε πλήρη συνείδηση ότι πιο εύκολα περνάνε τα ιδεολογήματα και η επίθεση του αντιπάλου, στο κομματικό δυναμικό όταν είναι ανενημέρωτο, όταν δεν έχει θωρακιστεί επαρκώς με τις θέσεις μας. Τότε γίνεται έρμαιο της αστικής προπαγάνδας, της προπαγάνδας των οπορτουνιστών, της στημένης προβοκάτσιας από τον αντίπαλο. Αρα και εδώ η γνώση, μέσα από την αυτομόρφωση και τη συμμετοχή στην εσωκομματική συζήτηση, είναι όρος - κριτήριο για την ισχυροποίηση του Κόμματος, για την κομματική οικοδόμηση.
Οπωσδήποτε η πλατιά διαφωτιστική δουλειά χρειάζεται να αξιοποιήσει συστηματικά και επιστημονικά όλες τις σύγχρονες μορφές προπαγάνδας. Ομως, το κύριο και βασικό είναι να στηριχτεί στον άμεσο και ζωντανό, πρόσωπο με πρόσωπο διάλογο με τους εργαζόμενους. Δύναμη ισχυρή σε αυτό είναι οι χιλιάδες φίλοι και οπαδοί του Κόμματος. Η πείρα της δουλειάς με τις επιρροές και ευρύτερα την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα, δείχνει ότι ακόμα περιορισμένα χρησιμοποιούμε στις ΚΟΒ τη μορφή της επαφής με τους φίλους του Κόμματος, άλλους πρωτοπόρους εργαζόμενους, μέσω της σύσκεψης. Κυρίως αυτή η μορφή - η σύσκεψη - περιορίζεται κατά την περίοδο των εκλογών ή κατά την περίοδο που τους καλούμε να θέσουν υποψηφιότητα σε ένα σωματείο, στη σύσκεψη του συνδυασμού, κι αυτό όχι πάντα ούτε παντού από όλες τις ΚΟΒ και ΟΒ. Δεν μπορεί να περιοριζόμαστε στις περιοδείες στους χώρους δουλειάς, αυτό έτσι κι αλλιώς πρέπει να συνεχίσουμε να το κάνουμε. Ομως αυτός ο τρόπος, λίγα συγκεκριμένα αποτελέσματα κομματικής οικοδόμησης, δημιουργίας μόνιμης και σταθερής επαφής μας εξασφαλίζει, για να δώσουμε συνέχεια, ένταξης αυτού ή αυτής που αποκτήσαμε επαφή στο σωματείο, στο σύλλογο, στην επιτροπή του ΠΑΜΕ, της ΠΑΣΕΒΕ, της ΠΑΣΥ, του ΜΑΣ, στη λαϊκή επιτροπή της γειτονιάς, να τον ετοιμάσουμε για στρατολογία στο Κόμμα κ.λπ. Αυτό που μπορεί να μας το εξασφαλίσει αυτό είναι η μόνιμη επαφή, η πολιτική συζήτηση, η συνεχής του ενημέρωση, μέσα από τη σύσκεψη σε κάποιο σπίτι, στα γραφεία, όπου μπορούμε. Η σύσκεψη με τους οπαδούς και η μέσα από εκεί ενημέρωσή τους για τις θέσεις μας, προετοιμασίας τους να αντιμετωπίσουν επιθέσεις αλλά και χρέωσής τους καθήκοντα, ανάλογα με το τι μπορεί να κάνει ο καθένας και η κάθε μια, έτσι ώστε σταδιακά, σιγά - σιγά, αλλά οργανωμένα και μεθοδικά να εντάσσεται στο συλλογικά οργανωμένο αγώνα, στη δουλειά του Κόμματος. Αυτό το καθήκον πρέπει να αποκτήσει προτεραιότητα άμεσα μπροστά στο Συνέδριο και τη βρώμικη δουλειά του αντίπαλου, του διαδικτυακού φραξιονισμού, οπωσδήποτε και μετά το Συνέδριο με τις αποφάσεις του.
***
Δ
εν υπάρχει άλλη λύση, πέρα από την πλήρη συνειδητοποίηση αυτών των καθυστερήσεων και αδυναμιών και η επιτάχυνση της επίλυσής τους με συγκεκριμένο πρόγραμμα και σχεδιασμό που θα περιλαμβάνει τόσο τα καθοδηγητικά όργανα του Κόμματος και της ΚΝΕ, όσο και τις ΚΟΒ και ΟΒ στο χώρο ευθύνης τους.
Του Δημήτρη ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑ, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ