Ο «δημιουργικός ρόλος»
που - καθ' ομολογία αστικών επιτελείων σε Τουρκία και Ελλάδα - έχει
αναλάβει η γερμανική κυβέρνηση για να προχωρήσουν τα σχέδια
συνδιαχείρισης και συνεκμετάλλευσης υπό την εποπτεία ΕΕ - ΝΑΤΟ σε Αιγαίο
και συνολικά τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, είναι ενδεικτικός των
ευρύτερων γεωπολιτικών επιδιώξεων της Γερμανίας. Δηλαδή να αναβαθμίσει
τη θέση και το ρόλο της, αξιοποιώντας σε αυτή την κατεύθυνση και την
προεδρία που αυτό το εξάμηνο ασκεί στην ΕΕ, αλλά και τα χρέη προέδρου
που για λίγες μέρες ακόμα έχει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η
«μυστική συνάντηση» που είχαν στα μέσα του μήνα εκπρόσωποι από τα ΥΠΕΞ
Γερμανίας - Τουρκίας - Ελλάδας δεν ήταν παρά απόδειξη της
«κινητοποίησης» του Βερολίνου να αποκτήσει προβάδισμα σε «διευθετήσεις»
που «ψήνονται» και θα έχουν καθοριστικό αντίκρισμα σε ευρύτερες
γεωπολιτικές ισορροπίες - απόδειξη βεβαίως και του ότι στο παρασκήνιο οι
ιμπεριαλιστικές διευθετήσεις «τρέχουν». Την Τρίτη, η γερμανική
κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα ενισχύσει την (ευρωπαϊκή στρατιωτική)
επιχείρηση «Ειρήνη» με τη φρεγάτα «Αμβούργο», που μαζί με 250 στρατιώτες
θα ξεκινήσει στα μέσα Αυγούστου να ...συμβάλλει στην επιτήρηση του
εμπάργκο όπλων. Λίγα 24ωρα πριν, η υπουργός Αμυνας Ανεγκρέτ
Κραμπ-Καρενμπάουερ σχολίαζε ότι η πιθανότητα διαμελισμού της Λιβύης
μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας «δεν μπορούμε να πούμε ότι θα ήταν επιθυμητή
για την Ευρώπη», εξηγώντας ουσιαστικά ότι η ΕΕ - και κυρίως η Γερμανία -
πρέπει να προλάβει εξελίξεις, να μην αποκλειστεί από ένα σκληρό
γεωπολιτικό πόκερ, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκονται η ΝΑ Μεσόγειος
και η Βόρεια Αφρική.
* * *
Η «δημιουργικότητα» την οποία θα αναπτύξει η Γερμανία
το επόμενο διάστημα και στην περιοχή μας, δεν προμηνύει τίποτα θετικό
για τους λαούς, αντίθετα είναι συνώνυμη με κλιμάκωση της επίθεσης στα
κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, νέες πιέσεις για βαθύτερη εμπλοκή στα
σχέδια της λυκοσυμμαχίας των Βρυξελλών. Ετσι θα αξιοποιήσει το «τιμόνι»
της στην ΕΕ η Γερμανία. Αστικά επιτελεία ήδη αναφέρουν κλιμάκωση των
«γερμανικών πιέσεων» το αμέσως επόμενο διάστημα, ενώ αποκαλυπτικές των
προθέσεων είναι και οι διαρκείς επισημάνσεις αξιωματούχων της ΕΕ. Πριν
λίγες μέρες, η Νάταλι Τότσι, σύμβουλος του επικεφαλής της ευρωπαϊκής
διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ και διευθύντρια του (ιταλικού) Ινστιτούτου
Διεθνών Σχέσεων, αρθρογραφώντας στο «Pοlitico», αφού εξήγησε πόσο
σημαντικό είναι η ΕΕ να διασφαλίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κρίση στη
Λιβύη, σημείωσε: «
Μια Ανατολική Μεσόγειος στην οποία η Τουρκία δεν
απολαμβάνει κομμάτι από την πίτα, απλά δεν μπορεί να συμβαδίσει με τη
σταθεροποίηση της Λιβύης». Και συνέχιζε: «
Οσο πιο σύντομα οι Ευρωπαίοι κινηθούν σε αυτή την κατεύθυνση, τόσο το καλύτερο. Οι συνθήκες για μια τέτοια επανέναρξη (στις ευρω-τουρκικές σχέσεις)
είναι γνωστές εδώ και καιρό: Περιλαμβάνουν τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης (σ.σ. με την Τουρκία)
που
θα συνιστούσε όφελος για την Τουρκία και την ΕΕ και τη χρήση αυτής της
ανανεωμένης βάσης για την καθιέρωση δομικής συνεργασίας στα πεδία της
Ενέργειας, της Ασφάλειας και το Μεταναστευτικό». Για να καταλήξει:
«Αντί να χτυπάμε τα κεφάλια μας στον τοίχο της "ήπιας αντιπαράθεσης" (σ.σ. με την Τουρκία),
έχει
έρθει ο καιρός για την ΕΕ - μέσω Παρισιού, Αθήνας και Λευκωσίας - να
δοκιμάσει μια επιτόπου στροφή και να ξεκινήσει να αντιμετωπίζει την
Τουρκία ως εταίρο, αντί για αντίπαλο...».
* * *
Σημειωτέον ότι η γερμανική «δημιουργικότητα»
ξεδιπλώνεται σε μια περίοδο που δυναμώνουν και οι «τριβές» με τις ΗΠΑ,
με συνεχείς υπομνήσεις των Ευρωπαίων για την ανάγκη η ΕΕ να δυναμώσει
την «αυτοτελή» της δράση, σε όλα τα πεδία. Μιλώντας το περασμένο
Σαββατοκύριακο στην εφημερίδα «Rheinische Post», ο Γερμανός ΥΠΕΞ Χάικο
Μάας παρατήρησε ότι «
ο ρόλος του παγκόσμιου χωροφύλακα, από τον οποίο
κάποτε οι ΗΠΑ εμπνέονταν, είναι κάτι που δεν θέλουν πια να αναλάβουν
στο βαθμό που έως τώρα το έκαναν» και επανέλαβε ότι «
η Ευρώπη πρέπει να κοιτάξει καλύτερα τι μπορεί να κάνει από μόνη της για την ασφάλειά της στο μέλλον». Ανέφερε ακόμα πως «
έχουμε
ανακαλύψει ότι η επικοινωνία μεταξύ μας γίνεται όλο και δυσκολότερη και
ότι ο Λευκός Οίκος παίρνει αποφάσεις χωρίς να μιλήσει πρώτα στους
εταίρους του στην Ευρώπη». Αντίστοιχα, ενδεικτικό είναι και το ότι
το Βερολίνο απορρίπτει μεν την ανασύσταση του G8, με επιστροφή της
Ρωσίας στο σχήμα, όχι όμως επειδή δεν θέλει διαύλους συνεργασίας με τη
Μόσχα, αλλά γιατί θέλει να χαράσσει τους όρους αυτής της συνεργασίας με
μεγαλύτερη αυτοτέλεια και ευελιξία.
Φαίνεται λοιπόν ότι στη
γειτονιά μας έχουν αναλάβει να εκθέσουν τα προσόντα και τα σχέδιά τους
διάφοροι «χωροφύλακες», σε μια περίοδο που συσχετισμοί αλλάζουν και
αναδιατάσσονται. Το θέμα όμως για τους λαούς δεν είναι να διαλέξουν
«χωροφύλακα», αλλά το πώς θα διαχωρίσουν εντελώς τη δική τους θέση από
κάθε αντιλαϊκή συμμαχία και επιδίωξη, που είτε στα πεδία των μαχών είτε
στα τραπέζια των διαπραγματεύσεων εξετάζει πώς θα μεγαλώσει η πίτα των
μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και συνεπώς τα βάσανα για τους λαούς.
Α. Μ.