16 Ιουν 2014

Ουκρανία: Συγκρούσεις στο Ντονέτσκ ενώ είναι σε εξέλιξη ο «πόλεμος» του φυσικού αερίου Δημοσίευση: Δευ, 16/06/2014 - 18:47

Ουκρανία: Συγκρούσεις στο Ντονέτσκ ενώ είναι σε εξέλιξη ο «πόλεμος» του φυσικού αερίου
Δημοσίευση: Δευ, 16/06/2014 - 18:47
Εγκαταστάσεις φυσικου αερίου στην Ουκρανία (Φωτο αρχείου ΑΡ)

Δυνάμεις των ενόπλων ομάδων αυτοάμυνας της αυτοανακηρυχθείσας «Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ» κατέλαβαν σήμερα το κτίριο της Κεντρικής Τράπεζας στην πόλη του Ντονέτσκ, στην ανατολική Ουκρανία, όπως αναφέρει το Γαλλικό Πρακτορείο.
«Αυτή τη στιγμή διεξάγεται μια σύσκεψη για να θέσουμε υπό τον έλεγχό μας την Κεντρική Τράπεζα, το υπουργείο Φόρων και το δημόσιο ταμείο της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ», δήλωσε ο Ολεξάντρ Ματιούσιν, ένας από τους ενόπλους, μπροστά από το κτίριο της Κεντρικής Τράπεζας. «Δεν θέλουμε να δίνουμε πια φόρους στο Κίεβο, θέλουμε να τους κρατάμε για εμάς», πρόσθεσε. Σύμφωνα με τον Ματιούσιν, οι δυνάμεις ασφαλείας «δεν εμπόδισαν την κατάληψη του κτιρίου», μάλιστα επεσήμανε ότι «συνέβαλαν» σε αυτή.
Η δημαρχία του Ντονέτσκ ζήτησε από τους περίπου ένα εκατομμύριο κατοίκους της πόλης να αποφεύγουν την περιοχή όπου βρίσκεται το κτίριο της Κεντρικής Τράπεζας.
«Έκοψε» το αέριο στην Ουκρανία η Ρωσία
Η Ρωσία πραγματοποίησε σήμερα την απειλή της και διέκοψε την παροχή φυσικού αερίου στην Ουκρανία μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο χωρών. Όπως δήλωσε ο Ουκρανός υπουργός Ενέργειας, Γιούρι Πρόνταν, η Ρωσία επιτρέπει πλέον να διέρχεται από το ουκρανικό έδαφος μόνο ο όγκος του φυσικού αερίου που προορίζεται για τις ευρωπαϊκές χώρες, διαβεβαιώνοντας ότι η χώρα του δεν θα δημιουργήσει προβλήματα όσον αφορά τη διέλευση του φυσικού αερίου που προορίζεται για την Ευρώπη.
Ωστόσο η διακοπή αυτή εγκυμονεί τον κίνδυνο να επηρεαστεί ο εφοδιασμός της Ευρώπης, κάτι που επισήμανε και ο επικεφαλής της ρωσικής εταιρείας φυσικού αερίου «Gazprom». Ο Αλεξέι Μίλερ δήλωσε πως η Ρωσία θεωρεί «όχι ασήμαντο» τον κίνδυνο που υπάρχει για το φυσικό αέριο που διέρχεται μέσω της Ουκρανίας και προορίζεται για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η ρωσική εταιρεία φυσικού αερίου αξιώνει από την Ουκρανία να εξοφλήσει το χρέος της για το φυσικό αέριο που της έχει παραδοθεί, το οποίο ανέρχεται σε σχεδόν 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια, και να αρχίσει να προπληρώνει προτού ξαναρχίσει τις παραδόσεις φυσικού αερίου στο Κίεβο.

Μερικές σκέψεις για την αξιολόγηση

 Μερικές σκέψεις για την αξιολόγηση



Η παγκόσμια αντεπίθεση του καπιταλισμού, η οποία ξεκίνησε πριν 25 χρόνια και δεν δείχνει διάθεση οπισθοχώρησης, οδηγεί στην διάλυση κάθε έννοιας κοινωνικού κράτους και στην κατάργηση κάθε μορφής δημόσιου αγαθού. Στον καπιταλισμό δεν υπάρχει η έννοια "δημόσιο αγαθό", οπότε όλα όσα εννοούμε ως τέτοια παραδίδονται βορά στο ιδιωτικό κεφάλαιο με συνοπτικές διαδικασίες. Μόνο που του συγκεκριμένου στόχου προηγούνται διάφορα τερτίπια, μέσω των οποίων επιδιώκεται η απαξίωση των προς κατάργηση δημόσιων αγαθών, ώστε να αμβλυνθούν οι πιθανές κοινωνικές αντιδράσεις. Ένα τέτοιο τερτίπι είναι και η πολυθρύλητη "αξιολόγηση".

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι η ιδέα τής αξιολόγησης είναι πανίσχυρη. Ποιός θα τολμούσε ποτέ να αντιταχθεί στην αξιολόγησή του εκτός από τον τεμπέλη ή τον ανίκανο; Θεωρητικώς, μόνο οι ανίκανοι και οι τεμπέληδες κινδυνεύουν από μια αξιολόγηση επειδή αυτή θα ξεμπροστιάσει τις αδυναμίες τους. Όσο για την περίφημη "κοινή γνώμη", ποιός λογικός άνθρωπος θα επιχειρηματολογούσε κατά μιας διαδικασίας, η οποία -υποτίθεται πως- έχει σκοπό την απομάκρυνση των αναξίων και, επομένως, την βελτίωση των παρεχομένων στο κοινωνικό σύνολο υπηρεσιών; Δυστυχώς, το ζήτημα δεν είναι τόσο απλό όσο θέλουν να το παρουσιάσουν οι εξωνημένοι αναλυτές των μέσων μαζικής εξαπάτησης.

Η αλήθεια είναι ότι το παιχνιδάκι τής αξιολόγησης γίνεται με όρους που βάζουν οι διαχειριστές τής εξουσίας. Ως εκ τούτου, η αξιολόγηση έχει από χέρι ένα βασικό χαρακτηριστικό: την στήριξη της κυρίαρχης ιδεολογίας, δηλαδή την στήριξη των συμφερόντων τής αστικής τάξης η οποία κυριαρχεί σήμερα. Και για να το πω ανάποδα: αν η αξιολόγηση δεν βόλευε τον κεντρικό στόχο που λέγεται κατάργηση των δημόσιων αγαθών, πολύ απλά δεν θα γινόταν.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την δωρεάν δημόσια παιδεία. Ποιός είναι ο στόχος; η κατάργησή της και η παράδοσή της στον ιδιωτικό τομέα. Άρα η σχετική αξιολόγηση πρέπει να γίνεται με τέτοιον τρόπο ώστε να διευκολυνθεί η επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου. Πώς γίνεται αυτό;

Με δεδομένο ότι η αξιολόγηση των καθηγητών θα πρέπει να βγάλει ένα ποσοστό "άχρηστων" και "ανίκανων" (θυμίζω ότι, σύμφωνα με τον νόμο τού Κυριάκουλα, ένα 15% των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να βαθμολογείται κάτω από την βάση), οι εκπαιδευτικοί είναι υποχρεωμένοι να αρχίσουν να "τρέχουν". Κυρίως, πρέπει να φροντίσουν να έχουν "μετρήσιμα αποτελέσματα". Ένα άρθρο σε κάποιο περιοδικό, ας πούμε, συνίσταται διότι παράγει "μετρήσιμο αποτέλεσμα" και προσθέτει πόντους. Αντίθετα, η επιμονή για βοήθεια σε κάποιους μαθητές οι οποίοι παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες, δεν συνίσταται διότι δεν μπορεί να προστεθεί στον προσωπικό φάκελλο του δάσκαλου.

Θέλετε άλλο παράδειγμα. Ένας πανεπιστημιακός καθηγητής δεν έχει συμφέρον να ξοδέψει χρόνο και κόπο για να γράψει ένα καλό σύγγραμμα. Είναι προτιμώτερο, με πολύ λιγώτερο χρόνο και με σαφώς μικρότερο κόπο, να γράψει πολλά μικρά άρθρα, τα οποία θα δημοσιευθούν είτε σε επιστημονικά περιοδικά είτε, απλώς, σε εφημερίδες. Ο όγκος των δημοσιεύσεων μετράει πολύ περισσότερο στο μάζεμα "πόντων", ακόμη κι αν πρόκειται για αναμασήματα.

Παράλληλα, οι αξιολογήσεις των εκπαιδευτικών οδηγούν -μοιραία- στην αξιολόγηση των μονάδων στις οποίες υπηρετούν. Έτσι, δημιουργούνται "καλά" και "κακά" σχολεία, όλων των βαθμίδων. Κι από την στιγμή που κάθε μαθητής/σπουδαστής/φοιτητής θα έχει δικαίωμα επιλογής τού σχολείου στο οποίο θα εγγραφεί, είναι φυσικό τα "κακά" σχολεία να κλείσουν. Εδώ, θα αντιτείνει κάποιος ότι το κλείσιμο ενός κακού σχολείου σημαίνει απλώς την απομάκρυνση από το σύστημα των κακών εκπαιδευτικών που υπηρετούν σ' αυτό. Μονο που αυτή η σκέψη είναι εξαιρετικά απλοϊκή: ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι στα "καλά" σχολεία θα μείνουν "καλοί" εκπαιδευτικοί, η επόμενη αξιολόγηση θα πρέπει να εντοπίσει άλλο ένα 15% "ανίκανων" και "τεμπέληδων". Άρα, το "ξεσκαρτάρισμα" θα συνεχιστεί, ψάχνοντας πλέον για τα "καλύτερα" σχολεία ανάμεσα στα "καλά".

Όσον αφορά τα πανεπιστήμια, ένα άλλο "μετρήσιμο αποτέλεσμα" είναι οι προτιμήσεις των φοιτητών. Ουαί και αλλοίμονο στους καθηγητές που διδάσκουν είτε στρυφνά και δύσκολα μαθήματα είτε μαθήματα που δεν προτιμώνται από τις τρέχουσες "ανάγκες της αγοράς". Δηλαδή, αλλοίμονο στους καθηγητές που διδάσκουν π.χ. φιλοσοφία ή μηχανολογία και εύγε σ' εκείνους που διδάσκουν μάρκετινγκ ή διαφήμιση. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η εξήγηση στο φαινόμενο που διαπιστώνεται στην Αγγλία ή στην Αυστραλία κατά την τελευταία εικοσαετία, να ενισχύονται οι "πιασάρικες" και "σύγχρονες" σχολές σε βάρος των κλασσικών.

Ας δούμε, όμως, μια άλλη παράμετρο, η οποία αποδεικνύει ότι, εν τέλει, η αξιολόγηση οδηγεί στην... απαξίωση. Μπορεί ο αδαής λαός να πιστεύει ότι η αξιολόγηση οδηγεί σε βελτιώσεις διότι προάγει την άμιλλα μετά των αξιολογουμένων αλλά κατά βάση το αποτέλεσμα είναι τελείως διαφορετικό διότι εκείνο που προάγει η αξιολόγηση είναι η αποφυγή συνεργασίας και αλληλοβοήθειας. Για να γίνει κατανοητό αυτό, σκεφθείτε δυο υποψηφίους που διαγωνίζονται για μια θέση. Από την στιγμή που η αποτυχία τού ενός συνεπάγεται την επιτυχία τού άλλου, υπάρχει περίπτωση να συνεργαστούν ή να βοηθήσει ο ένας τον άλλο; Αντίθετα, αν κάποιος μπορεί να βγάλει το μάτι τού ανταγωνιστή του, θα το κάνει πολύ ευχαρίστως. Αυτή ακριβώς η παράμετρος είναι που ανάγκασε την Microsoft, την Google και άλλες μεγάλες εταιρείες να καταργήσουν την αξιολόγηση που λίγο πρωτύτερα είχαν επιβάλει στους εργαζομένους τους.

Και μια τελευταία σκέψη. Σε ένα σύστημα παιδείας στηριγμένο στην αξιολόγηση, ποιά τύχη θα είχαν αιρετικά μυαλά όπως π.χ. Διογένης, Γαλιλαίος ή Βίντγκενστάιν; Πώς θα επιβίωναν ως καθηγητές οι "στρυφνοί" Ανδρόνικος και Τσιμάρας; Ποιός θα αξιολογούσε θετικά "αντιδραστικά" στοιχεία όπως ο Σωκράτης ή ο Βολταίρος; Από ποιού συστήματος αξιολόγησης την κρησάρα θα πέρναγαν όλοι αυτοί που έβγαζαν φλύκταινες στην σκέψη να υπηρετήσουν την κυρίαρχη ιδεολογία;

Κάπως έτσι, λοιπόν, η διαδικασία αξιολόγησης δημιουργεί μια ιεράρχηση όπου το φαίνεσθαι υπερέχει του είναι και όπου ενθαρρύνεται η αυτολογοκρισία. Και κάπως έτσι το εύκολο προτιμάται ως πλέον μετρήσιμο και το επίπονο ηττάται ως αντενδεικνυόμενο αξιολογικώς. Συνελόντι ειπείν, η αξιολόγηση οδηγεί σε έναν κυνισμό, ο οποίος απαξιώνει το κάθε δημόσιο αγαθό υποβιβάζοντάς το σε σκέτο εμπόρευμα. Κι όταν ένα δημόσιο αγαθό καταντάει εμπόρευμα, η συνέχεια είναι απολύτως λογική: φτάνει η στιγμή τής εκμετάλλευσής του από το ιδιωτικό κεφάλαιο.

Δύο σημειώσεις

 Δύο σημειώσεις

Α. οι συμπτώσεις της ιστορίας το ‘φεραν έτσι που η επέτειος της γέννησης του τσε και του θανάτου του άρη να είναι κολλητά η μία κοντά στην άλλη, για να τους θυμόμαστε και να τους τιμούμε μαζί, σα ζευγάρι αχώριστο με βίους σχεδόν παράλληλους: από τη μεσοαστική τους καταγωγή στο ολόψυχο δόσιμο στους λαϊκούς αγώνες· και από το ένοπλο αντάρτικο μέχρι το τραγικό αλλά ένδοξο τέλος τους. Ακόμα κι η προσπάθεια εμπορευματοποίησης του τσε, για να τον εκφυλίσουν και να τον καταστήσουν ακίνδυνο ως ιστορικό παράδειγμα, βρίσκει το ελληνικό της αντίστοιχο στην πολιτική υπεραξία που θέλησε να βγάλει το πασοκ της μεταπολίτευσης από τα κάδρα και τις φωτογραφίες του άρη στα τοπικά του γραφεία, ως κάποιο πρώιμο σύμβολο τάχα της τρίτης σεπτέμβρη.

Υποψιάζομαι πάντως ότι για κάποιο κόσμο η σύνδεση που κάνει μεταξύ των δύο κι οι τιμές που τους αποδίδει έχουν πολύ διαφορετική αφετηρία. Νομίζω δηλ πως αυτό που βλέπουν και θαυμάζουν κάποιοι στον γκεβάρα και το βελουχιώτη είναι εκείνα τα στοιχεία που φτιάχνουν ένα ψεύτικο είδωλο, σαν ιστορική οφθαλμαπάτη. Δεν τιμούν τους ένοπλους συλλογικούς αγώνες των οποίων ηγήθηκαν ο καπετάνιος και ο κομαντάντε, αλλά την.. ηρωική μοναχική τους πορεία, που δεν χώρεσε σε έτοιμα, οργανωτικά καλούπια. Δεν τιμούν τη σταθερά πορεία τους μέσα απ’ τις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος αλλά εκείνες τις στιγμές που τάχα συγκρούστηκαν με αυτό ή τουλάχιστον με την επίσημη, οργανωμένη έκφρασή του (εσσδ, κκε) και τις επιλογές τους. Σε τελική ανάλυση δεν τους τιμούν για τους νικηφόρους σταθμούς του συλλογικού αγώνα τους, αλλά για την ήττα τους και το.. ρομαντικό, μοναχικό τους τέλος. Τους τιμούν δηλ γιατί έχασαν κι έφυγαν νωρίς, για να θάψουν τους ζωντανούς που εκφυλίστηκαν δήθεν και βολεύτηκαν.

Στην πραγματικότητα βέβαια ο βελουχιώτης δεν ήταν ο «αρχηγός των ατάκτων» ή κάποιου μπουλουκιού, αλλά αρχηγός του ένοπλου οργανωμένου λαού και των τάξεων που πολεμούσαν για λευτεριά και λαοκρατία. Και ο τσε γκεβάρα δεν ήταν πραγματικός επαναστάτης, επειδή άφησε τη βολή και την καρέκλα του υπουργού σε διάκριση κι αντιπαράθεση με αυτούς που έμειναν πίσω και επαναπαύτηκαν στις επαναστατικές δάφνες ή γραφειοκρατικοποιήθηκαν, αλλά γιατί υπηρέτησε πιστά μέχρι τέλους την επαναστατική υπόθεση, όπως ακριβώς έκαναν απ’ τη δική τους σκοπιά οι κουβανοί, οικοδομώντας στην πατρίδα τους την κοινωνία του μέλλοντος και βοηθώντας έμπρακτα, στο μέτρο των δυνατοτήτων τους, διάφορα επαναστατικά κινήματα ανά τον κόσμο.

Αυτό που προκύπτει λοιπόν ως φαινομενικά παράδοξο είναι πως τα διάφορα ακροδεξιά φασισταριά με τη μηδενική νοημοσύνη, που βρίζουν χυδαία τον κομμουνιστή βελουχιώτη και τον κομμουνιστή τσε γκεβάρα, από αλλεργία σε οτιδήποτε επαναστατικό και προοδευτικό, καταλαβαίνουν τελικά τη σύνδεση αυτών των δύο με τους κομμουνιστές και τους λαϊκούς αγώνες, πολύ καλύτερα από λογής-λογής ψαγμένους υμνητές και θαυμαστές τους. Γιατί αυτοί οι τελευταίοι τους θαυμάζουν για (τους) λάθος λόγους, ενώ οι πρώτοι τους μισούν θανάσιμα και τους καθυβρίζουν για τους σωστούς λόγους και προπαντός για αυτό που ήταν: κομμουνιστές.

Β. οι ομαδικές απολύσεις στην χαλυβουργία έρχονται να ανοίξουν τους ασκούς του αιόλου και να διαψεύσουν για πολλοστή φορά τις αυταπάτες του φιλήσυχου νοικοκυραίου που όταν βλέπει απεργία, λουφάζει στα αυγά του, για να μην μπλέξει και βαυκαλίζεται πως το αφεντικό θα του είναι ευγνώμων και θα προφυλάξει ειδικά αυτόν, ως αντάλλαγμα για την υπάκουη στάση του. Αλλά στα συλλογικά προβλήματα δεν υπάρχουν ατομικές λύσεις –παρά μόνο ως εξαίρεση στον κανόνα, αλλά και αυτό ξεφτίζει σιγά-σιγά. Στην ουσία επιβεβαιώνεται η προειδοποίηση του μπρεχτ: όποιος δεν έχει τον αγώνα μας μοιραστεί, θα μοιραστεί την ήττα μας. Σε αντίθεση με άλλες εποχές, που κάποιοι είχαν μάθει να λουφάζουν στους αγώνες και τις απεργίες, για να μοιραστούν εκ του ασφαλούς τις νίκες και τις κατακτήσεις τους, σήμερα οι εργαζόμενοι είναι καταδικασμένοι να χάσουν ή να νικήσουν όλοι μαζί, σαν τάξη κι όχι σα μονάδες.

Οι απολύσεις των χαλυβουργών έρχονται ως κορύφωση σε μια σειρά εξελίξεις που τρέχουν και δεν προλαβαίνει να τις καταγράψει καλά-καλά κανείς. Οι καθαρίστριες του υπουργείου οικονομικών έχουν μπει στο στόχαστρο της κυβέρνησης, της κρατικής καταστολής, της αδέκαστης δικαιοσύνης και της τηλεοπτικής προπαγάνδας, που βαράνε όλες μαζί σα σφυριά, συντονισμένα κι «ανεξάρτητα», στην ίδια κατεύθυνση. Στους διοικητικούς υπαλλήλους των πανεπιστημίων λήγει η περίοδος της διαθεσιμότητάς τους και μαζί η εκεχειρία κι ο προσωρινός συμβιβασμός που είχαν πετύχει με τον πολύμηνο αγώνα τους το περασμένο εξάμηνο. Στο πολυτεχνείο κρήτης ψηφίστηκε ο αντιδραστικός εσωτερικός κανονισμός σε κλειστή συνεδρίαση της συγκλήτου· κι όταν οι φοιτητές προχώρησαν σε κατάληψη, ο πρύτανης απάντησε με ένα ιδιότυπο «λοκ-άουτ» και το κλείσιμο της λέσχης, για να τους εκβιάσει! Στην ερτ ένας σεκιουριτάς χτύπησε με φαλτσέτα ένα συνδικαλιστή. Κι όλα αυτά απλώς ως καταγραφή όσων συνέβησαν μες στην τελευταία εβδομάδα.

Το αστικό κράτος κι οι μηχανισμοί του εκδικούνται τους πρωτοπόρους μαχητικούς κλάδους και γενικώς οποιονδήποτε τολμήσει να αντιδράσει με κάθε μέσο που έχει στη διάθεσή του: δεν ξεχνά, δε συγχωρεί. Η διαφορά είναι πως εμείς από την πλευρά μας δεν έχουμε κανένα περιθώριο αυτάρεσκης επιβεβαίωσης (εμείς σας τα λέγαμε, σας είχαμε προειδοποιήσει) ή εκδικητικής χαιρεκακίας απέναντι στις φενακισμένες εργατικές συνειδήσεις ή ακόμα και την υστερική απεργοσπάστρια της χαλυβουργίας, που είχε πιάσει στασίδι στα κανάλια τον καιρό της απεργίας. Γιατί; Γιατί είμαστε καταδικασμένοι να χάσουμε ή να νικήσουμε όλοι μαζί, ως τάξη.

Κι ένα υστερόγραφο:

Το διήμερο 20-21/6 το Μουσικό Εργαστήρι του Παμμικρασιατικού Συνδέσμου στην Πάτρα, με έδρα τα Προσφυγικά, θα παρουσιάσει την δουλειά που ετοιμάζει μήνες τώρα, με δύο συναυλίες και τιμώμενα πρόσωπα τον Κώστα Καζάκο και τη μεγάλη απούσα Μαρία Δημητριάδη. Όσοι πιστοί προσέλθετε και πατήστε την παρακάτω εικόνα, για να μάθετε λεπτομέρειες.



Συνέντευξη με έναν "απολιτίκ" homo sovieticus

 Συνέντευξη με έναν "απολιτίκ" homo sovieticus

Η αυλή του ξενώνα που μένουν οι δημοσιογράφοι που πήραν την συνέντευξη
Tων Danielle Bleitrach & Marianne Dunlop

Ο Κονσταντίν είναι γίγαντας — καλόβολος αν και κάπως αγριωπός. Ένας ρώσος «αγριάνθρωπος», σύμφωνα με το στερεότυπο, με τα φουντωτά και απεριποίητα μαλλιά, αλλά χωρίς το μούσι. Μάς πάει συνεχώς κόντρα· λες και επίτηδες, ξεκινάει πάντα με μια δήλωση-κεραυνό την οποία στη συνέχεια πασχίζει να διορθώσει, σαν να θέλει να μας πει κάπως ντροπαλά «δεν είμαι αυτός που νομίζετε, ο χοντροκέφαλος από τον Ντονμπάς που φαντάζονται οι άνθρωποι· απλά μ’ αρέσει να λέω τα πράγματα με τ’ όνομα τους». Το πρώτο πράγμα που μας λέει είναι ότι ο ίδιος δεν είναι πρόσφυγας. Κάθε χρόνο την ίδια εποχή έρχεται εδώ για διακοπές στη θάλασσα. Ο Κονσταντίν ζει στην Γκορλόβκα, 45 χιλιόμετρα από το Ντόνετσκ, όπου η κατάσταση είναι ήσυχη. Μάς πληροφορεί ότι η «αντιτρομοκρατική επιχείρηση», όπως την αποκαλεί κοροϊδευτικά, περιορίζεται σε μερικές μόνο πόλεις και χωριά τού Ντονμπάς, όπως για παράδειγμα το Σλαβιάνσκ, το Λουγκάνσκ και το Ντόνετσκ, όπου ωστόσο γίνεται χρήση βαριών όπλων. Χθες μόλις σκότωσαν ανθρώπους με σκουντ στη Σιμιονόβκα. Πρόκειται για πραγματικό πόλεμο με βόμβες διασποράς και οβίδες.

Ξινίζοντας τα μούτρα, όπως συνηθίζει όταν θέλει να υπογραμμίσει κάτι, δηλώνει κυνικά ότι όλη αυτή η ιστορία είναι εντελώς ηλίθια.

—Ηλίθια; Ποιοι είναι οι ηλίθιοι;
— Μα, οι κυβερνητικοί στρατιώτες, φυσικά. Ο στρατός, ο Δεξιός Τομέας…
—Ο Δεξιός Τομέας;
—Όποιοι κι αν είναι. Κάθε στρατός διοικείται από κάποιον και υπεύθυνος είναι ο επικεφαλής, όχι οι στρατιώτες. Είναι δεκαοχτάχρονα και εικοσάχρονα παιδιά. Τι άλλο μπορούν να κάνουν από το να υπακούουν;
—Μάς είπατε ότι στην πόλη σας τα πράγματα είναι ήσυχα. Αλλά πιστεύετε ότι οι άνθρωποι φοβούνται;
—Μόνο οι ηλίθιοι δεν φοβούνται.
Στην Γκορλόβκα επικρατεί, λοιπόν, ηρεμία, κανείς δεν θέλει να φύγει, δεν χρειάζεται να απομακρυνθούν οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά. Ανησυχεί όμως πολύ για τους συγγενείς και φίλους του.

—Σκεφτήκατε ποτέ να πάτε να πολεμήσετε στο πλευρό των ανταρτών;
— Μα δεν μπορώ! Ποιος θα κάνει τη δουλειά μου; Ποιος θα φροντίσει και θα βοηθήσει τους ανθρώπους; Ποιος θα τους προστατεύσει; Και τι θα γίνει όταν τελειώσει αυτή η ιστορία; Ποιος θα ξαναχτίσει όσα γκρεμίστηκαν;
Ο Κονσταντίν είναι επιχειρησιακά έμπειρος πυροσβέστης με συντονιστικά καθήκοντα· έχει σπουδάσει μηχανικός με ειδίκευση στην αντιμετώπιση καταστροφών. Στο τέλος μάλιστα τής συνέντευξης, θα ζητήσει, δείχνοντάς με με το δάχτυλο, να διαγραφεί από το κείμενο μια έκφραση όπου δίνει την εντύπωση ότι αυτοοικτίρεται για τους κινδύνους τού επαγγέλματος, θεωρώντας την ανάρμοστη σε σχέση με τα εν εξελίξει γεγονότα.

Καθώς επιμένει στο ίδιο μοτίβο, ότι δηλαδή πρόκειται για ηλιθιότητες και ότι κανείς δεν γνωρίζει τι κατάληξη θα έχουν τα πράγματα, τον ρωτάω ποια θεωρεί ότι είναι η αιτία για την κρίση. Σηκώνει τους ώμους. Όλα ξεκίνησαν με το Μαϊντάν. Ενώ οι διαδηλωτές έκαναν στο Κίεβο τα καραγκιοζιλίκια τους, οι άνθρωποι στο Ντονμπάς δούλευαν.

—Πρόκειται για καραγκιόζηδες ή για φασίστες;
— Στην αρχή, ήταν απλοί άνθρωποι. Ορισμένα από τα αιτήματά τους ήταν δίκαια. Στη συνέχεια, όμως, εμφανίστηκαν οι παραστρατιωτικοί και τότε άρχισαν τα επεισόδια με τις δυνάμεις τής τάξης. Είμαι πυροσβέστης και ξέρω τι σημαίνει να καίγεσαι ζωντανός. Έριχναν μολότοφ σε άοπλους νεαρούς αστυνομικούς. Φρικτά πράγματα. Δεν ήξεραν τι έκαναν και ο λόγος που οι άνθρωποι ξεσηκώθηκαν ήταν ακριβώς γιατί δυσανασχετούσαν όλο και περισσότερο με τα καμώματά τους. Να, για παράδειγμα, κοιτάξτε τι έγινε πριν από λίγες μέρες στη Σιμιονόβκα, όπου υπάρχει ένα ψυχιατρείο. Αρκετοί από τους ασθενείς που νοσηλεύονταν εκεί κυκλοφορούσαν ελεύθερα, αλλά ανάμεσά τους υπήρχαν και επικίνδυνα άτομα. [Οι στρατιωτικές δυνάμεις] επιτέθηκαν απροειδοποίητα, δεν μας έδωσαν χρόνο να εκκενώσουμε το νοσοκομείο. Υπήρχαν άτομα σε κατάσταση κρίσης, βίαιοι ασθενείς με απίστευτη σωματική δύναμη· σε τέτοιες περιπτώσεις, μια γυναίκα στο μπόι μου μπορεί να με βάλει κάτω. Δεν μας άφησαν περιθώριο να διαχειριστούμε την κατάσταση. Στο τέλος, με τα χίλια ζόρια, μπορέσαμε να πάρουμε μαζί μας στην Γκορλόβκα 60 ασθενείς.
Ξεχνώντας να μάς πει ότι είχε πάρει μέρος στην επιχείρηση ως πυροσβέστης, συνεχίζει αποκαρδιωμένος:
— Είναι ντροπή να επιτίθενται στους αμάχους χωρίς προειδοποίηση. Δεν προλαβαίνουν οι άνθρωποι να πάνε να κρυφτούν… Τι σόι ανθρωπισμός είναι αυτός; Όλο τέτοια κάνουν μετά το Μαϊντάν. Πώς να μην επαναστατήσει ο κόσμος στο Ντονμπάς…
Τον ρωτάω αν ψήφισε στο δημοψήφισμα.
—Ναι, βεβαίως. Το δημοψήφισμα έγινε χωρίς την παραμικρή πίεση. Δεν έγινε καν προεκλογική εκστρατεία. Καθορίστηκε η ημερομηνία και παντού οι άνθρωποι προσήλθαν μαζικά στις κάλπες, εκφράζοντας έτσι τη συμφωνία τους.
—Για την απόσχιση;
—Μα, όχι. Αρχικά, το αίτημα ήταν η ομοσπονδιοποίηση και όχι η απόσχιση, αλλά σταδιακά αυξανόταν όλο και περισσότερο η δυσαρέσκεια των ανθρώπων. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με τη λεγόμενη «αντιτρομοκρατική» επιχείρηση.
—Ποιοι, κατά τη γνώμη σας, είναι οι στόχοι τής «αντιτρομοκρατικής επιχείρησης»; Για παράδειγμα, τι επιδιώκουν όταν εξαπολύουν άνευ προειδοποίησης επίθεση με βαριά όπλα;
—Να σκοτώσουν, να εξολοθρεύσουν τους «αποσχιστές», να τρομοκρατήσουν τον κόσμο. Κανείς δεν γνωρίζει εκτός από αυτούς που δίνουν τις διαταγές.
—Δεδομένου τού ότι η αντίσταση απαιτεί κάποια εκπαίδευση και εξοπλισμό, μπορείτε να μου πείτε ποιοι είναι οι άνθρωποι που αντιστέκονται στις πόλεις που δέχονται επίθεση;
— Οι πολίτες, όλος ο κόσμος. Ανάμεσα στους αντάρτες θα συναντήσετε τους χειρότερους και τους καλύτερους ανθρώπους, απλούς πολίτες αλλά και κακοποιά στοιχεία, τσετσένους, κοζάκους από το Ροστόβ, άτομα από όλα τα στρώματα τού πληθυσμού.
—Κακοποιούς;
—Κακοποιούς. Κακοποιοί υπάρχουν παντού, η μαφία, οι αλήτες… Ανάμεσα τους υπάρχουν και τέτοια άτομα.
—Υπάρχει κάποια δύναμη που να χαίρει γενικού σεβασμού, που να μπορεί να βάλει τάξη;
—Αυτό είναι το πρόβλημα. Καταρχάς, η ιδέα φαίνεται πολύ καλή. Πίσω, όμως, από τη δημοκρατία κρύβονται κάθε λογής ύποπτα άτομα.
Μιας και αναφερθήκαμε στα ύποπτα και κακοποιά στοιχεία, θα ήθελα να τον ρωτήσω για τον Ρινάτ Αχμέτοφ, έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους τού κόσμου. Μού παραθέτει τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχει ο ολιγάρχης στο Ντονμπάς και γενικότερα στην Ουκρανία, υπογραμμίζοντας την οικονομική βαρύτητα των επιχειρήσεών του στον εξορυκτικό και μεταλλουργικό τομέα, καθώς και στον κλάδο επεξεργασίας οπτάνθρακα. Όταν τον πιέζω να συνεχίσει την ανάλυση, προτιμά να τηρήσει εχέφρονα σιωπή. Με κοφτό τρόπο μού εξηγεί ότι ο Αχμέτοφ έχει τους δικούς του στόχους, οι οποίοι δεν συμπίπτουν με αυτούς των πολιτικών. «Μπορεί κανείς να πει ότι ελέγχει το Ντονμπάς. Δίνει δουλειά στους ανθρώπους, αν και οι ήδη ανεπαρκείς μισθοί εξανεμίζονται λόγω τής αύξησης των τιμών». Δείχνοντας με τη στάση του ότι δεν θέλει να πει περισσότερα, πρόσθεσε το εξής: «Εγώ δεν ασχολούμαι με την πολιτική!» Πριν αρχίσει η συνέντευξη μάς διευκρίνισε ότι θέλει να παραμείνει ανώνυμος, ενώ επίσης ζήτησε να μην μαγνητοσκοπηθεί η συνομιλία μας. Προκειμένου ο αναγνώστης να κατανοήσει την οπτική τού συνομιλητή μας, οφείλει να συγκρατήσει το εξής ουσιώδες στοιχείο: για τον άνθρωπο τού Ντονμπάς (τον «χόμο σοβιέτικους», όπως τον αποκαλώ εγώ), η εργασία είναι ιερή, εκείνο που προέχει είναι η συντήρηση τής οικογένειας και, υπό τις σημερινές συνθήκες κυριαρχίας τού κεφαλαίου, εργοδότης είναι ο καπιταλιστής. Από αυτή την πλευρά, έχουν απόλυτο άδικο όσοι θεωρούν ότι μπορούν να τον ξεγελάσουν με τα ωραία συνήθη λόγια, πόσο μάλλον με μια νέα φρασεολογία. Προοπτικές απασχόλησης, μισθοί, οικογενειακές διακοπές, αυτή είναι η γλώσσα που καταλαβαίνει ο χόμο σοβιέτικους.

Τον ρωτάω αν ψήφισε στις προεδρικές:
—Στον Ντονμπάς δεν ψήφισε κανένας. Πουθενά, εξάλλου, δεν λειτουργούσαν εκλογικά τμήματα και στις περιοχές όπου ίσως λειτουργούσαν κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει πού βρίσκονταν. Ό,τι λέει η ουκρανική τηλεόραση για τις εκλογές στο Ντονμπάς είναι ψέμματα. Κανένας δεν ψήφισε. Μπορεί κάποιοι να ψήφισαν στο Ζαπορόζιε, σε δύο-τρία τμήματα στα χωριά. Γιατί, άλλωστε, να πάει ο κόσμος να ψηφίσει, αφού οι υποψήφιοι ήταν όλοι τους για τα μπάζα!
Η περιφρόνησή του είναι προφανής, σκληρή σαν αδιαπέραστος τοίχος.

—Τι σημαίνει για σας η Σοβιετικής Ένωση;

Είναι συγκινητικό ότι τη στιγμή αυτή φωτίστηκε, κυριολεκτικά, το πρόσωπό του…
—Αχ, μουρμουρίζει, τι νοσταλγία! Μεγάλωσα στη Σοβιετική Ένωση. Ένα καλοκαίρι κάναμε με τους γονείς μου τον γύρο τής χώρας. Το αχανές, η απεραντοσύνη… Παντού ανακαλύπταμε νέα μέρη, φίλους, κοντινούς λαούς… Στα μαγαζιά υπήρχαν τα πάντα, ό,τι τουλάχιστον χρειάζεται ένας άνθρωπος για να ζήσει, τα πάντα λειτουργούσαν, οι τιμές όχι μόνο δεν αυξάνονταν αλλά έπεφταν και η ζωή των ανθρώπων βελτιωνόταν συνεχώς…
—Γιατί νομίζετε ότι όλα αυτά κατέρρευσαν;
—Επειδή τρεις μαλάκες[*] στο δάσος τής Μπελοβέζα έγιναν σκνίπα στο μεθύσι και αυτοανακηρύχθηκαν τσάροι… Τα τρία τομάρια από τη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία… Το ’91 έκαναν δημοψήφισμα, το ερώτημα ήταν περίεργα διατυπωμένο και μας έπιασαν κορόιδα. Έκαναν το αντίθετο από αυτό που αποφάσισε ο λαός.
—Γι’ αυτό δεν ασχολείστε με την πολιτική;
—Σήμερα, στη Ράντα, δεν υπάρχει ούτε ένας βουλευτής που να αξίζει να ψηφιστεί.
—Και ο Σιμονένκο, ο επικεφαλής τού ΚΚ Ουκρανίας;
— Ο Σιμονένκο είναι από το Ντονμπάς, ήταν επικεφαλής των κομσομόλων, τον είδαμε κι αυτόν και την παρέα του… (Και ξαναρχίζει:) Κανένας δεν αξίζει ψήφο.
Καθώς μού ήταν αδύνατο να του αποσπάσω περισσότερες πληροφορίες πάνω στο θέμα, θα περιοριστώ κατ’ ανάγκη στην ερμηνεία των όσων είπε: Οι κομσομόλοι στους οποίους αναφέρθηκε ήταν γκορμπατσοφικοί. Ο φίλος μας ο Κονσταντίν διακατέχεται από βαθιά μνησικακία.

—Τι χαρακτηριστικά θα έπρεπε να έχει ένας πολιτικός για να αξίζει την ψήφο σας;
—Πρέπει να είναι κάποιος που να μπορεί να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για τη βελτίωση τού βιοτικού επιπέδου, να δείχνει ενδιαφέρον για τους κατωτέρους του, κάποιος που θα έβγαζε τη χώρα από τον λάκκο. Σημασία δεν έχουν τα πρόσωπα. αλλά το τι κάνουν, πώς δημιουργούν και εκμεταλλεύονται τις συνθήκες.
—Τι γνώμη έχετε για τον Πούτιν;
—Δείτε τα ποσοστά δημοτικότητάς του, πέρσι ήταν 45%, φέτος 80%.
—Λόγω των γεγονότων στην Ουκρανία;
—Ναι, αλλά όχι μόνο. Πρόσφατα επισκέφτηκα ένα χωριό στην ανθρακοφόρο λεκάνη, όπου κάποτε ζούσαν 300 οικογένειες. Σήμερα έχει μόλις 23 κατοίκους, κάτι γιαγιάδες, και παρ’ όλ’ αυτά όλοι οι δρόμοι είναι ασφαλτόστρωτοι, υπάρχουν υπηρεσίες για τις ηλικιωμένες και από το χωριό περνάει και ένας πλανόδιος πωλητής και τους φέρνει τρόφιμα. Στη Ρωσία, δεν εγκαταλείφθηκαν οι περιοχές όπου παλιότερα λειτουργούσαν ορυχεία. Το ίδιο συμβαίνει και με τους εορτασμούς τής επετείου τής 9ης Μαΐου, εκεί την θεωρούν ιερή. Δεν βλέπετε σε τι κατάσταση βρίσκονται οι δρόμοι στην Ουκρανία;
Τον ρωτάω για την πτώση τής Σοβιετικής Ένωσης.

—Ένα σύστημα που εξαρτιόταν από τη βούληση τριών μέθυσων με φιλοδοξίες να γίνουν τσάροι ήταν κατά τη γνώμη σας ιδιαίτερα εύθραυστο;
—Όταν καταρρέει το σύστημα, σημασία δεν έχει τι κάνουν δύο-τρεις μαλάκες, το θέμα είναι τι κάνουν εκείνοι που κινούν πραγματικά τα νήματα… εκείνοι που έχουν στα χέρια τους το κεφάλαιο. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν συντοπίτες σας, από τη Δύση.
—Ποιοι;
—Οι Ροκφέλερ… Αυτοί έδιναν τις εντολές και οι τρεις μαλάκες απλώς υπάκουαν…
Για μία και μόνη φορά διακρίνω μια υποψία αντισημιτισμού. Καθώς σκοπός μου δεν είναι να τον προβοκάρω, τον αφήνω να συνεχίσει πάνω στο θέμα γενικά τού καπιταλισμού (χωρίς περαιτέρω γεωγραφική εξειδίκευση):
—Αυτοί οι άνθρωποι δεν ικανοποιούνται με τίποτε. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η συσσώρευση των κερδών. Σε αυτό, άλλωστε, έγκειται και η δύναμή τους. Ποιος μπορεί να αντισταθεί σε ένα άτομο που έχει ως μοναδικό στόχο το κέρδος και που αφιερώνει όλες τις προσπάθειές του στον σκοπό αυτό, αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο; Ο καπιταλιστής είναι μηχανή συσσώρευσης. Το χρήμα παράγει χρήμα, έτσι δεν είπε ο Μαρξ; Και είναι τόσο ισχυροί επειδή ακριβώς ζουν για τα κέρδη τους. Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Κοντά στο Σλαβιάνσκ υπάρχει μια μικρή πόλη με ένα μοναστήρι [το Σβιατογκόρσκ]. Η πόλη είναι φημισμένη για τα ιαματικά της λουτρά, το νερό είναι πεντακάθαρο, η λίμνη και τα γύρω δάση είναι θαυμάσια διατηρημένα. Υπάρχει μάλιστα και ένα νοσηλευτικό ίδρυμα. Η [αμερικανική εταιρεία] Σεβρόν εκδήλωσε ενδιαφέρον για την εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου στη συγκεκριμένη περιοχή. Εμείς όμως δεν το θέλουμε αυτό!
—Δεν θέλετε να να λεηλατηθεί η χώρα σας.
—Η λεηλασία έχει αρχίσει από καιρό, μαθημένα τα βουνά από τα χιόνια. Έχουμε και άλλα πράγματα να ασχοληθούμε… Έτσι είναι η ρωσική νοοτροπία. Εγώ βολεύομαι εδώ, εσύ παραδίπλα, και έτσι όλοι είναι καλά. Αλλά, αν με τσαντίσεις, θ’ αγριέψω.
—Πιστεύετε ότι είναι δυνατή η ανασύσταση τής Σοβιετικής Ένωσης;
—Όχι, αυτό είναι αδύνατο. Δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή στο παρελθόν. Κανείς δεν θα το επιτρέψει. Οι κυρίαρχοι τού κόσμου, οι καπιταλιστές, θα κάνουν τα πάντα για να το αποτρέψουν.
—Και το 1917 υπήρχαν καπιταλιστές, αυτό όμως δεν απέτρεψε την επανάσταση.
—Το 1917 υπήρξε οικονομική στήριξη από τη Γερμανία, τότε δεν ήξεραν τις συνέπειες. Σήμερα όμως τις γνωρίζουν… Δεν μπορεί να μην έμαθαν τίποτα από την Ιστορία. Βέβαια, πέρα από το γεγονός ότι υπάρχουν αμφισβητούμενα προβλήματα που απασχολούν ακόμη τους ιστορικούς, τα εγχειρίδια τής ιστορίας γράφονται και ξαναγράφονται σύμφωνα με την οπτική των νικητών. Έτσι δεν είναι; Ο σύντροφος Στάλιν [με έμφαση στη λέξη«σύντροφος»], στην εποχή του, έκανε μαζικές εκκαθαρίσεις. Μπορέσαμε έτσι να πάρουμε ανάσα για 60 χρόνια, η χώρα είχε σταθερή οικονομία, οι τιμές όχι μόνο δεν αυξάνονταν, αλλά μειώνονταν. Στον Στάλιν οφείλουμε την ανόρθωση τής οικονομίας… Υπήρχαν βέβαια πολλοί που υπέφεραν, άτομα που κατηγορήθηκαν άδικα…
Επανέρχομαι στο θέμα τής «αντιτρομοκρατικής επιχείρησης» και στους λόγους ανάληψής της. Συζητάμε για τα γεγονότα στην Οδησσό και τον ρωτάω ποια είναι η γνώμη του ως πυροσβέστης:
—Στην Οδησσό, τους ανθρώπους τούς έκαψαν μέσα στο κτίριο. Ήταν προσχεδιασμένο. Πέρασε αρκετή ώρα πριν επιτρέψουν στους πυροσβέστες να παρέμβουν. Σε άτομα που είναι ικανά για κάτι τέτοιο αξίζει θάνατος, θάνατος δι’ αποκεφαλισμού, με την γκιλοτίνα σας… [Επιστρέφει στο ζήτημα τής Σοβιετικής Ένωσης:] Είτε το θέλουν είτε όχι, τα όσα συνέβησαν στα χρόνια ανάμεσα στο 1917 και το 1991 είναι η ιστορία μας. Τα μνημεία τού Λένιν, για παράδειγμα, δεν ήταν αντίγραφα σε γύψο, όπως αυτή εδώ η προτομή [δες φωτογραφία]. Τα φιλοτέχνησαν γλύπτες… Έχουν αξία… Γιατί τα καταστρέφουν; Γιατί έρχονται εδώ; Οι άνθρωποι από το Ντονμπάς δεν είναι έτσι. Δεν ξεσηκώθηκαν όταν στα δυτικά τής χώρας αποκατέστησαν τον Μπαντέρα και έστησαν μνημεία προς τιμή του. Ξεσηκώθηκαν όταν οι δυτικοί [ουκρανοί] είχαν το θράσος να συγκρίνουν τον Μπαντέρα με τους ήρωες τής Σοβιετικής Ένωσης.
Στη συνέχεια, μιλάει επί μακρόν και με συγκίνηση για τον πατέρα του που απελευθέρωσε την Ουκρανία, που πήγε να πολεμήσει τους Γερμανούς φτάνοντας μέχρι την Πολωνία και που από εκεί πήρε διαταγή μετακίνησης στο Βλαδιβοστόκ. Ύστερα, αλλάζοντας συζήτηση, προσπαθώ με τη σειρά μου να του εξηγήσω πως η εξέγερση έδωσε σε κάποιους από εμάς [στη Γαλλία] την ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε ότι μια μεγάλη πλειοψηφία σοβιετικών πολιτών δεν επιθυμούσε τη διάλυση τής Σοβιετικής Ένωσης και ότι αυτό ήταν κάτι που τους επιβλήθηκε.
—Μα αυτό το γνωρίζουν όλοι! Πώς μπορεί να μην το ξέρετε; Τώρα που το λέτε, είναι αλήθεια ότι συνάντησα κάποιους πολωνούς που πίστευαν ότι οι αμερικάνοι απελευθέρωσαν τη χώρα τους από τους ναζί… Αγνοούσαν εντελώς τον ρόλο τής Σοβιετικής Ένωσης… Δεν μπορώ όμως να πιστέψω ότι εσείς οι γάλλοι αγνοείτε πως αυτό μας το επέβαλαν οι μαριονέτες των καπιταλιστών…
Στη συνέχεια μιλάμε για τον αρνητικό αντίκτυπο που είχε για τους γάλλους κομμουνιστές όχι μόνο η κατάρρευση τής Σοβιετικής Ένωσης αλλά και το γεγονός ότι κανένας δεν ξεσηκώθηκε για να την υπερασπιστεί… Όταν αναφέρομαι στην ανεπάρκεια και την αποδιόργανωση των αγώνων μας, ρωτάει να μάθει για τα συνδικάτα μας και μου λέει: «τα συνδικάτα πρέπει να είναι ανεξάρτητα από την πολιτική εξουσία»…

Τον ρωτάω ξανά για τους λόγους και τους σκοπούς τής λεγόμενης αντιτρομοκρατικής επιχείρησης στο Ντονμπάς, την οποία χαρακτηρίζει «εγκληματική και ηλίθια»… Η θέση που προβάλλει βασίζεται σε δύο στοιχεία: καταρχάς, στα δυτικά τής χώρας επικρατεί ο απόλυτος οικονομικός μαρασμός, και μάλιστα σε σημείο ώστε οι άνθρωποι εκεί φιλοδοξούν μόνο να δουλέψουν ως εργάτες γης στις ευρωπαϊκές χώρες ή να γίνουν υπηρέτριες και καμαριέρες των ευρωπαίων. Με άλλα λόγια, «να γίνουν μέρος τής Ευρώπης». Στο Ντονμπάς, υπάρχουν ακόμη δουλειές, αν και εκεί οι συνθήκες είναι ιδιαίτερα σκληρές. Οι ανθρακωρύχοι, για παράδειγμα, κατεβαίνουν στις 4 το πρωί στο ορυχείο, χωρίς να γνωρίζουν αν θα επιστρέψουν ζωντανοί από το εξάωρο. Εργάζονται για να θρέψουν την οικογένεια, παρά το ότι οι συνθήκες εργασίες γίνονται κάθε μέρα όλο και πιο σκληρές και παρά το ότι βλέπουν να εξανεμίζονται σταδιακά οι ήδη ανεπαρκείς μισθοί τους. Τι άλλο να κάνουν… Και εδώ, κατά τη γνώμη του, εντοπίζεται ο βασικότερος λόγος για την επίθεση σε βάρος τους. Καθώς όλος ο κόσμος ασχολείται με αυτήν την ιστορία, καθώς ο πόλεμος και οι σφαγές γίνονται αντικείμενο παθολογικού ενδιαφέροντος, οι άνθρωποι τείνουν να ξεχνούν τα μέτρα που τους επιβάλλονται με τις ευλογίες τής Ευρώπης: οι τιμές τού ηλεκτρικού ρεύματος και τού αερίου αυξήθηκαν κατά 50%, την ίδια μάλιστα στιγμή που η γρίβνα, το εθνικό νόμισμα τής Ουκρανίας, έχανε το μισό τής αξίας της.

Ιδού ο σοβιετικός άνθρωπος, «που δεν ασχολείται με την πολιτική». Για κάποιο λόγο θυμήθηκα μια σκηνή από την ταινία τού Ρόσι «Χέρια πάνω από την πόλη», όπου ο καπιταλιστής, ο επιχειρηματίας ακινήτων, απευθύνει το κατηγορώ του στον κομμουνιστή δημοτικό σύμβουλο. Βρίσκονται μόνοι τους σ’ ένα πολυώροφο γιαπί, ο καπιταλιστής δείχνει μια βρύση και λέει: «Εγώ χτίζω, το νερό τρέχει, δίνω στέγη στους ανθρώπους. Εσύ;». Ο χόμο σοβιέτικους είναι το αιώνιο ορφανό ενός χαμένου παραδείσου, τον οποίο υπερασπίζεται με νύχια και με δόντια. Παλεύει για το σπίτι και την οικογένεια του, αγωνίζεται να σώσει τα λίγα που του απόμειναν, αλλά δεν πιστεύει πια στα λόγια. Γνώρισε από πρώτο χέρι τις προδοσίες, τους λαοπλάνους και δημαγωγούς, τους ιδεολόγους, τις μάχες ανάμεσα στα κόμματα, τις αξιοθρήνητες διαμάχες. Όταν εκφράζω τον θαυμασμό μου για το εύρος τής ιστορικής — και όχι μόνο — παιδείας του, με κοιτάει λίγο ειρωνικά και μου λέει: «Μας περνάτε για άξεστους χωριάτες, νομίζετε ότι οι άνθρωποι από το Ντομπάς είναι ανίκανοι να σκεφτούν…». Κάνει ψύχρα, σκοτεινιάζει, ετοιμαζόμαστε να φύγουμε, ο Κονσταντίν μάς ευχαριστεί.

— Κατά τη διάρκεια τής συνέντευξης εγώ έκανα τις ερωτήσεις, η Μαριάν μετέφραζε και αυτός, χωρίς να ξέρει λέξη γαλλικά, συχνά-πυκνά παρενέβαινε με σχόλια και διευκρινίσεις, προκειμένου να διαπιστώσει αν έγινε αντιληπτός.
_______
*[Το τρίο: Μπόρις Γιέλτσιν, Στανισλάβ Σουσκιέβιτς, Λεονίντ Κραβτσούκ]
Πηγή: waltendegewalt

Karl Marx-Μισθός, τιμή και κέρδος: Η αξία της εργασίας. Το κέρδος βγαίνει πουλώντας το εμπόρευμα στην αξία του. Τα διάφορα μέρη στα οποία χωρίζεται η υπεραξία

 Karl Marx-Μισθός, τιμή και κέρδος: Η αξία της εργασίας. Το κέρδος βγαίνει πουλώντας το εμπόρευμα στην αξία του. Τα διάφορα μέρη στα οποία χωρίζεται η υπεραξία

ΙΧ. Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Τώρα πρέπει να γυρίσουμε στη φράση «αξία ή τιμή της εργασίας».

Είδαμε πως, στην πραγματικότητα, αυτή είναι μόνο η αξία της εργατικής δύναμης, που τη μετρούμε με τις αξίες των εμπορευμάτων που είναι απαραίτητα για τη συντήρηση της. Επειδή όμως ο εργάτης παίρνει το μισθό του ύστερα από την εκτέλεση της εργασίας του και ξέρει ακόμα πως αυτό που πραγματικά δίνει στον καπιταλιστή είναι η εργασία του, η αξία ή η τιμή της εργατικής του δύναμής παρουσιάζεται σ’ αυτόν αναγκαστικά σαν τιμή ή αξία αυτής της ίδιας της εργασίας του. Αν η τιμή της εργατικής του δύναμης είναι τρία σελίνια, όπου έχουν αντικειμενοποιηθεί έξι ώρες εργασίας, και αν αυτός εργάζεται δώδεκα ώρες, νομίζει αναγκαστικά πως τα τρία αυτά σελίνια είναι η αξία ή η τιμή μιας εργασίας δώδεκα ωρών, παρ’ όλο που οι δώδεκα αυτές ώρες εργασίας έχουν αντικειμενοποιηθεί σε μια αξία έξι σελινιών. Αυτό οδηγεί σε ένα διπλό αποτέλεσμα:


Πρώτο. Η αξία ή η τιμή της εργατικής δύναμης παίρνει τη μορφή της τιμής ή της αξίας αυτής της ίδιας της εργασίας, παρ’ όλο που, αν μιλήσουμε με ακρίβεια, αξία και τιμή της εργασίας είναι όροι δίχως νόημα.

Δεύτερο. Παρ’ όλο που πληρώνεται ένα μέρος μόνο από την καθημερινή εργασία του εργάτη, ενώ το άλλο μέρος μένει απλήρωτο, και ενώ η απλήρωτη αυτή εργασία ή υπερεργασία αποτελεί ίσα - ίσα το ποσό που σχηματίζει την υπεραξία ή το κέρδος, φαίνεται σα να είναι πληρωμένη ολόκληρη η εργασία.

Αυτή η απατηλή όψη ξεχωρίζει τη μισθωτή εργασία από τις άλλες ιστορικές μορφές της εργασίας. Πάνω στη βάση του συστήματος της μισθωτής εργασίας φαίνεται, ακόμα και η απλήρωτη εργασία, σαν πληρωμένη. Στο δούλο αντίθετα, και το πληρωμένο ακόμα μέρος της εργασίας του παρουσιάζεται σαν απλήρωτο. Φυσικά, ο δούλος, για να δουλεύει, πρέπει να ζει και ένα μέρος από την εργάσιμη μέρα του πηγαίνει για να αναπληρωθεί η αξία της ατομικής του συντήρησης. Επειδή όμως ανάμεσα σ’ αυτόν και στον κύριο του δεν έγινε καμιά συμφωνία, ούτε καμιά πράξη πούλησης και αγοράς ανάμεσα στα δυο μέρη, φαίνεται σα να παραχωρεί δωρεάν ολόκληρη την εργασία του.

Ας πάρουμε, από το άλλο μέρος, το δουλοπάροικο αγρότη, έτσι όπως υπήρχε, θα μπορούσα να πω, ως χθες ακόμα σε όλη την Ανατολική Ευρώπη. Ο αγρότης αυτός εργαζόταν λ.χ. τρεις μέρες για τον εαυτό του στο δικό του χωράφι, ή στο χωράφι που του παραχώρησαν, και τις τρεις επόμενες εργαζόταν αναγκαστικά και δωρεάν στο κτήμα του τσιφλικά. Εδώ, λοιπόν, το πληρωμένο και το απλήρωτο μέρος της εργασίας ήταν ξεκάθαρα χωρισμένα, χωρισμένα σε χρόνο και σε τόπο. Και οι φιλελεύθεροι μας ξεχείλιζαν από ηθική αγανάκτηση για την τερατώδικη ιδέα να αναγκάζεις έναν άνθρωπο να δουλεύει δωρεάν.

Στην πραγματικότητα, ωστόσο, είτε εργάζεται ένας άνθρωπος τρεις μέρες τη βδομάδα για τον εαυτό του στο δικό του χωράφι και τρεις μέρες δωρεάν στο χτήμα του τσιφλικά του, είτε εργάζεται έξι ώρες τη μέρα στη φάμπρικα ή στο εργαστήρι για τον εαυτό του και έξι ώρες για τον εργοδότη του, είναι ένα και το αυτό, αν και στη δεύτερη περίπτωση το πληρωμένο και το απλήρωτο μέρος της εργασίας είναι αξεδιάλυτα μπλεγμένα μεταξύ τους και σκεπάζουν πέρα - πέρα τη φύση της συναλλαγής με τη μεσολάβηση μιας συμφωνίας και την πληρωμή στο τέλος της βδομάδας. Η δωρεάν εργασία παρουσιάζεται στη μια περίπτωση πως δίνεται θεληματικά και στην άλλη αναγκαστικά. Αυτή είναι όλη η διαφορά.

Όταν χρησιμοποιώ τις λέξεις «αξία της εργασίας» θα τις χρησιμοποιώ μόνο σαν λαϊκό όρο για την «αξία της εργατικής δύναμης».

Χ. Το κέρδος βγαίνει πουλώντας το εμπόρευμα στην αξία του

Υποθέστε πως μια ώρα μέση εργασία είναι αντικειμενοποιημένη σε μια άξία ίση με έξι πέννες ή δώδεκα ώρες μέση εργασία σε άξία ίση με έξι σελίνια. Υποθέστε, ακόμα, πώς ή άξία της εργασίας είναι τρία σελίνια ή το προϊόν μιας εξάωρης εργασίας: Αν, τότε, στις πρώτες ύλες, στις μηχανές κ.τ.λ. που χρησιμοποιούνται για ένα εμπόρευμα, ήταν αντικειμενοποιημένες είκοσι τέσσερις ώρες μέση εργασία, η άξια του θα ανέβαινε σε δώδεκα σελίνια. Αν, ακόμα, ο εργάτης που τον απασχολεί ο καπιταλιστής πρόσθετε δώδεκα ώρες στα μέσα παραγωγής, οι δώδεκα αυτές ώρες θα είχαν αντικειμενοποιηθεί σε μια πρόσθετη αξία έξι σελινιών.

Η συνολική αξία του προϊόντος θα ανερχόταν, κατά συνέπεια, σε τριάντα έξι ώρες αντικειμενοποιημένη εργασία και θα ήταν ίση με δέκα οκτώ σελίνια. Επειδή όμως η αξία της εργασίας ή ο μισθός που πληρώθηκε στον εργάτη ήταν μόνο τρία σελίνια, ο καπιταλιστής δεν θα είχε πληρώσει κανένα ισοδύναμο για την εξάωρη υπερεργασία που έκανε ο εργάτης και που είναι αντικειμενοποιημένη στην αξία τού εμπορεύματος. Πουλώντας το εμπόρευμα αυτό στην άξια του, δέκα οκτώ σελίνια, θα πραγματοποιούσε, λοιπόν, ο καπιταλιστής μια άξια από τρία σελίνια, που γι’ αυτή δεν θα είχε πληρώσει κανένα ισοδύναμο.

Τα τρία αυτά σελίνια θα αποτελούσαν την υπεραξία ή το κέρδος που τσεπώνεται απ’ αυτόν. Κατά συνέπεια, ο καπιταλιστής θα πραγματοποιούσε το κέρδος των τριών σελινιών όχι γιατί πουλάει το εμπόρευμα σε μια τιμή πάνω από την άξία του, μα γιατί το πουλάει στην πραγματική του αξία.

Η αξία ενός εμπορεύματος καθορίζεται από το συνολικό ποσό της εργασίας που περιέχεται σ’ αυτό. Ένα μέρος όμως από το ποσό αυτό της εργασίας αντικειμενοποιήθηκε σε μια αξία, που πληρώθηκε γι’ αυτή ένα ισοδύναμο με τη μορφή του μισθού και ένα μέρος σε μια άξία που δεν πληρώθηκε γι’ αυτή κανένα ισοδύναμο.

Μέρος από την εργασία που περιέχεται στο εμπόρευμα είναι πληρωμένη εργασία και μέρος απλήρωτη εργασία. Όταν, λοιπόν, ο καπιταλιστής πουλάει το εμπόρευμα του στην αξία του, σαν αποκρυστάλλωμα δηλαδή του συνολικού ποσού της εργασίας, που χρησιμοποιήθηκε σ’ αυτό, πρέπει το δίχως άλλο να πουλάει με κέρδος, γιατί δεν πουλάει μόνο αυτό που του στοίχισε κάποιο ισοδύναμο, μα πουλάει και αυτό ακόμα που δεν του στοίχισε τίποτα, παρ’ όλο που στον εργάτη κόστισε εργασία. Το κόστος του εμπορεύματος για τον καπιταλιστή και το πραγματικό κόστος είναι δυο διαφορετικά πράγματα.

Ξαναλέω, λοιπόν, πως τα κανονικά και τα κατά μέσο όρο κέρδη δε γίνονται με την πούληση του εμπορεύματος πάνω από την άξια του μα με την πούλησή του στην πραγματική του αξία.

ΧΙ. Τα διάφορα μέρη στα οποία χωρίζεται η υπεραξία

Την υπεραξία, ή το μέρος εκείνο από τη συνολική αξία του εμπορεύματος που έχει αντικειμενοποιηθεί η υπερεργασία. ή η απλήρωτη εργασία του εργαζόμενου, το ονομάζω κέρδος. Ο εργοδότης καπιταλιστής δεν τσεπώνει ο ίδιος ολόκληρο το κέρδος.

Το μονοπώλιο πάνω στη γη δίνει τη δυνατότητα στο γαιοκτήμονα να παίρνει ένα μέρος από την υπεραξία αυτή με το όνομα γαιοπρόσοδος είτε το έδαφος χρησιμοποιείται για καλλιέργεια, είτε για οικοδομές, είτε για σιδηροδρόμους ή για οποιοδήποτε άλλο παραγωγικό σκοπό. Από το άλλο μέρος, η ίδια αυτή η κατοχή των μέσων της εργασίας που δίνει στο βιομήχανο καπιταλιστή τη δυνατότητα να παράγει υπεραξία ή, πράγμα που είναι το ίδιο, να ιδιοποιείται ο ίδιος ένα ορισμένο ποσό απλήρωτης εργασίας, δίνει και στον ιδιοκτήτη μέσων παραγωγής, που τα δανείζει στο σύνολο τους ή σε ένα μόνο μέρος στον εργοδότη καπιταλιστή, με μια λέξη στο χρηματοδότη καπιταλιστή, τη δυνατότητα να διεκδικεί και αυτός ένα άλλο μέρος από την υπεραξία με το όνομα τόκος, έτσι που στον εργοδότη καπιταλιστή σαν τέτοιο δεν μένει παρά μόνο αυτό που ονομάζουμε βιομηχανικό ή εμπορικό κέρδος.

Το ζήτημα το σχετικό με τους νόμους που ρυθμίζουν την κατανομή αυτή του συνολικού ποσού της υπεραξίας ανάμεσα στις τρεις αυτές κατηγορίες των ανθρώπων, είναι ένα ζήτημα ολότελα ξένο από το θέμα μας. Ωστόσο, από όσα αναφέραμε, προκύπτουν τα παρακάτω:

Γαιοπρόσοδος, Τόκος και Βιομηχανικό Κέρδος είναι μόνο διαφορετικά ονόματα για διαφορετικά μέρη της υπεραξίας του εμπορεύματος ή της απλήρωτης εργασίας που περιέχεται σ’ αυτό και προέρχονται όλα από την ίδια πηγή και από αυτή μόνο. Δεν προέρχονται από το έδαφος σαν έδαφος, ούτε από το κεφάλαιο σαν κεφάλαιο, μα το έδαφος και το κεφάλαιο δίνουν τη δυνατότητα στους ιδιοκτήτες τους να παίρνουν τα αντίστοιχα μερίδια τους από την υπεραξία που ξεζουμίζει ο εργοδότης καπιταλιστής από τους εργάτες του. Για τον ίδιο τον εργάτη έχει δεύτερη σημασία αν η υπεραξία αυτή, το αποτέλεσμα της υπερεργασίας του ή της απλήρωτης δουλειάς του, τσεπώνεται ολόκληρη από τον εργοδότη καπιταλιστή ή αν αυτός εξαναγκάζεται να παραχωρεί σε τρίτους μερίδια από αυτή, με το όνομα γαιοπρόσοδος και τόκος. Αν υποθέσουμε πως ο εργοδότης καπιταλιστής χρησιμοποιεί μόνο δικά του κεφάλαια και πως ο ίδιος είναι και ιδιοκτήτης της γης, τότε όλη η υπεραξία πηγαίνει στην τσέπη του.

Εκείνος που βγάζει άμεσα την υπεραξία από τον εργάτη είναι ο εργοδότης καπιταλιστής, οποιοδήποτε και αν είναι το μερίδιο που κρατάει τελικά από την υπεραξία. Από τη σχέση αυτή ανάμεσα στον εργοδότη καπιταλιστή και τον εργάτη εξαρτιέται, λοιπόν, ολόκληρο το σύστημα της μισθωτής εργασίας καθώς και ολόκληρο το σημερινό σύστημα παραγωγής. Μερικοί πολίτες που πήραν μέρος στη συζήτηση μας είχαν, κατά συνέπεια, άδικο όταν προσπαθούσαν να ελαττώσουν τη σημασία των πραγμάτων και να πραγματευθούν τη βασική αυτή σχέση ανάμεσα στον εργοδότη καπιταλιστή και τον εργάτη σαν ζήτημα με δεύτερη σημασία, παρ’ όλο που είχαν δίκιο όταν έκαναν τη διαπίστωση, πως κάτω από δοσμένες συνθήκες μια ύψωση στις τιμές θα μπορούσε να θίξει σε πολύ άνισο βαθμό τον εργοδότη καπιταλιστή, το γαιοκτήμονα και, αν σας αρέσει, το φοροεισπράκτορα.

Από ό,τι διαπιστώθηκε βγαίνει και ένα άλλο συμπέρασμα:

Το μέρος εκείνο από την αξία του εμπορεύματος, που αντιπροσωπεύει μόνο την αξία των πρώτων υλών, των μηχανών, με μια λέξη, την αξία των μέσων παραγωγής που καταναλώθηκαν, δεν αποτελεί καθόλου εισόδημα, μα αντικαθιστά μόνο κεφάλαιο. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, δεν είναι σωστό πως το άλλο μέρος από την αξία του εμπορεύματος που αποτελεί εισόδημα, ή που μπορεί να δαπανηθεί σαν μισθός, κέρδος, γαιοπρόσοδος, τόκος, αποτελείται από την αξία του μισθού, την αξία της γαιοπροσόδου, την αξία του κέρδους κ.τ.λ. Θα αφήσουμε στην αρχή κατά μέρος το μισθό και θα εξετάσουμε μόνο το βιομηχανικό κέρδος, τον τόκο και τη γαιοπρόσοδο. Πριν λίγο είδαμε πως η υπεράξια που περιέχεται στο εμπόρευμα ή στο μέρος εκείνο από την αξία του, όπου έχει αντικειμενοποιηθεί απλήρωτη εργασία, αναλύεται σε διάφορα μέρη με τρία διαφορετικά ονόματα. Μα θα ήταν ολότελα αντίθετο με την αλήθεια να πούμε πως η αξία του αποτελείται ή σχηματίζεται με την πρόσθεση των ανεξάρτητων αξιών από τα τρία αυτά συστατικά μέρη.

Αν μια ώρα εργασίας αντικειμενοποιείτε σε μια αξία από έξι πέννες, αν η εργάσιμη μέρα του εργάτη αποτελείται από δώδεκα ώρες, αν το μισό από το χρονικό αυτό διάστημα είναι απλήρωτη εργασία, η υπερεργασία αυτή θα προσθέσει στο εμπόρευμα τρία σελίνια υπεραξία, δηλαδή, μια αξία που γι’ αυτή δεν πληρώθηκε κανένα ισοδύναμο. Αυτή η υπεραξία των τριών σελινιών είναι όλο το ποσό που μπορεί να μοιραστεί ο εργοδότης καπιταλιστής, σε μια οποιαδήποτε αναλογία με το γαιοκτήμονα και τον χρηματοδότη. Η αξία αυτών των τριών σελινιών αποτελεί το όριο της αξίας, που μπορούν να μοιρασθούν μεταξύ τους.

Ο εργοδότης καπιταλιστής δεν προσθέτει στην αξία των εμπορευμάτων μια αυθαίρετη αξία για το κέρδος του και πάνω σ’ αυτή μια ακόμα αξία για το γαιοκτήμονα. κ.τ.λ. έτσι που το άθροισμα των αξιών αυτών, που καθορίσθηκαν αυθαίρετα, να αποτελεί τη συνολική αξία. Βλέπετε, λοιπόν, την πλάνη που βρίσκεται στη λαϊκή αντίληψη, που συγχέει το χωρισμό μιας δοσμένης αξίας σε τρία μέρη, με το σχηματισμό της αξίας αυτής με την πρόσθεση τριών ανεξάρτητων αξιών και μετατρέπει έτσι τη συνολική αξία, απ’ όπου βγαίνουν η γαιοπρόσοδος, το κέρδος και ο τόκος σε ένα αυθαίρετο μέγεθος.

Αν το συνολικό κέρδος που πραγματοποιεί ένας καπιταλιστής είναι 100 λίρες, ονομάζουμε το ποσό αυτό, θεωρώντας το σαν απόλυτο μέγεθος, ποσό του κέρδους. Αν όμως υπολογίσουμε τη σχέση ανάμεσα στις 100 αυτές λίρες και στο κεφάλαιο που καταβλήθηκε, ονομάζουμε το σχετικό αυτό μέγεθος ποσοστό του κέρδους. Είναι φανερό πως το ποσοστό αυτό του κέρδους μπορούμε να το εκφράσουμε με δύο τρόπους.

Ας υποθέσουμε πως το κεφάλαιο που ξοδεύτηκε σε μισθούς είναι 100 λίρες. Αν η υπεραξία που δημιουργήθηκε ήταν και αυτή 100 λίρες - και αυτό θα μας έδειχνε πως η μισή εργάσιμη μέρα του εργάτη αποτελείται από απλήρωτη εργασία - και αν μετρήσουμε το κέρδος αυτό με την αξία του κεφαλαίου που καταβλήθηκε σε μισθούς, θα πούμε πως το ποσοστό του κέρδους φτάνει τα εκατό τα εκατό, γιατί η αξία που πληρώθηκε ήταν εκατό και η αξία που πραγματοποιήθηκε διακόσια.

Αν, από το άλλο μέρος, δεν πάρουμε υπόψη μας μόνο το κεφάλαιο που ξοδεύτηκε σε μισθούς μα το συνολικό κεφάλαιο που έχει καταβληθεί, λ.χ. 500 λίρες, απ’ όπου οι 400 λίρες αντιπροσωπεύουν την αξία των πρώτων υλών, των μηχανών κ.τ.λ., θα πούμε πως το ποσοστό του κέρδους είναι μόνο είκοσι τα εκατό, γιατί το κέρδος των εκατό λιρών δεν θα ήταν, παρά το ένα πέμπτο μόνο από το συνολικό κεφάλαιο που καταβλήθηκε.

Ο πρώτος τρόπος να εκφράζουμε το ποσοστό του κέρδους είναι ο μόνος που μας φανερώνει την πραγματική σχέση ανάμεσα στην πληρωμένη και την απλήρωτη εργασία, τον πραγματικό βαθμό της exploitation [εκμετάλλευσης], αν μου επιτρέψετε να χρησιμοποιήσω τη γαλλική αυτή λέξη, της εργασίας. Ο άλλος τρόπος είναι αυτός που βρίσκεται σε κοινή χρήση και είναι, πραγματικά, κατάλληλος για ορισμένους σκοπούς. Οπωσδήποτε, είναι πολύ χρήσιμος για να κρύβει ως ποιο βαθμό ξεζουμίζει ο καπιταλιστής απλήρωτη εργασία από τον εργάτη.

Σε όσες παρατηρήσεις θα κάνω ακόμα θα χρησιμοποιώ τη λέξη κέρδος για το συνολικό ποσό της υπεραξίας που βγάζει ο καπιταλιστής, χωρίς να παίρνω καθόλου υπόψη μου το χωρισμό της υπεραξίας αυτής στα διάφορα μέρη, και όταν χρησιμοποιώ τις λέξεις ποσοστό του κέρδους, θα μετρώ πάντα το κέρδος με την αξία του κεφαλαίου που καταβλήθηκε σε μισθούς.

Παραλλαγές της ίδιας στρατηγικής

Παραλλαγές της ίδιας στρατηγικής

Ανασχηματισμός, έκθεση του ΔΝΤ και αντιπαραθέσεις για το ποιος είναι καλύτερος διαπραγματευτής για το χρέος, είναι τα κεντρικά γεγονότα της βδομάδας που πέρασε.

Η κυβέρνηση με τον ανασχηματισμό ισχυρίζεται ότι μπαίνει σε νέα περίοδο που θα βάλει τέρμα στις αδικίες, η αντιπολίτευση αντιπαραθέτει το δικό της μοντέλο για τη διαπραγμάτευση του χρέους που θα φέρει την ανάπτυξη. Και στις δυο παραλλαγές του είναι ένα σχέδιο που αφορά στα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Προβάλλουν ως πρόβλημα - κορμό το περίφημο χρέος και γύρω από αυτό χτίζουν αντιπαράθεση. Ομως, η αιτία της αντιλαϊκής πολιτικής δεν είναι το χρέος. Ολες οι βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής που εφαρμόζεται δεν συνιστούν κάποια ελληνική πρωτοτυπία. Εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ είτε έχουν χρέος, είτε δεν έχουν. Αυτές τις κατευθύνσεις τις υποστηρίζουν τόσο η ΕΕ όσο και το ΔΝΤ, που έχουν διαφορετικές απόψεις για το χρέος. Είναι μια συνολική κατεύθυνση. Στόχος της είναι το πώς θα θωρακιστούν οι μονοπωλιακοί όμιλοι στο μεταξύ τους σκληρό ανταγωνισμό. Κι ο δρόμος γι' αυτό είναι: Με όσο το δυνατόν πιο φτηνή εργατική δύναμη, που επιβάλλεται με σαρωτικές αλλαγές - ανατροπές στα κοινωνικά - εργατικά - λαϊκά δικαιώματα. Παράλληλα, τα μέτρα που παίρνονται εξασφαλίζουν νέα πεδία κερδοφορίας στο κεφάλαιο μέσα από την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων. Οποια, λοιπόν, γραμμή κι αν εφαρμόζεται δεν καταλήγει σε φιλολαϊκή βάση, αφού περιέχει την υπόκλιση στους στόχους της ΕΕ και του ΔΝΤ, στους στόχους της άρχουσας τάξης.
Εκφράστηκε αυτό καθαρά στη συνέλευση του ΣΕΒ. Οπου παρουσιάστηκαν και οι δύο εκδοχές της διαχείρισης, τόσο από τη ΝΔ όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Κανένας τους, όμως, δεν δεσμεύτηκε ούτε για αποκατάσταση των απωλειών στους μισθούς, ούτε για την ανάκληση των ιδιωτικοποιήσεων, ούτε στο να μπει φραγμός στην ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων. Δεν είπαν λέξη για αναγκαιότητα κατάργησης των ποσοστώσεων στην εγχώρια αγροτική παραγωγή και κατά τ' άλλα μιλούσαν για ανάπτυξη. Αυτό συνέβη γιατί και οι δύο υποκλίνονται σ' αυτούς τους στόχους. Κι αρχίζουν μετά τις κωλοτούμπες: «Είναι 500 εφαρμοστικοί νόμοι, δεν μπορούν να καταργηθούν με τη μία», «θα παραλάβουμε καμένη γη», κι άλλα τέτοια.
Δεν είναι, λοιπόν, το χρέος το πρόβλημα που θέλουν να λύσουν. Η διαπραγμάτευση για το χρέος αφορά στον επιμερισμό των βαρών ανάμεσα στην εγχώρια αστική τάξη και τους δανειστές. Η όποια ρύθμιση δεν θα αφορά στην ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Εχουμε ήδη προηγούμενο παράδειγμα με το «κούρεμα» που έγινε και μέσα από το οποίο προέκυψε επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων.
Μια στρατηγική υπηρετούν όλοι μαζί
Αυτό που πρέπει να είναι πάντα καθαρό είναι ότι η διαπάλη που εξελίσσεται στην ΕΕ αφορά σ' ένα, το ίδιο, στρατηγικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αναζητείται λύση κι αυτό αφορά όλα τα κράτη - μέλη. Αυτό το πλαίσιο είναι η περίφημη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Η λύση που θα δοθεί εξαρτάται από τους μεταξύ τους συσχετισμούς ενώ την κατεύθυνση την συνυπογράφουν και η ΕΕ και το ΔΝΤ. Οποιος, λοιπόν, υποκλίνεται σ' αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να δώσει φιλολαϊκή λύση.
Και οι δύο πόλοι του «νέου διπολισμού» θεωρούν ως δεδομένη τη χασούρα των πολλών, των λαϊκών στρωμάτων, σε συνθήκες κρίσης. Συμπληρώνουν ο καθένας με τον τρόπο του ότι δεν εγγυώνται για τίποτα άλλο παρά μόνο για την αντιμετώπιση των φαινομένων της ακραίας φτώχειας. Ζητάνε από τους εργαζόμενους να επιλέξουν τους όρους σφαγής τους.
Αλλαγή προσώπων δεν σημαίνει αλλαγή πολιτικής
Η κυβέρνηση προσπάθησε με τον ανασχηματισμό να καλλιεργήσει ελπίδες ότι κάτι αλλάζει. Να 'ναι καθαρό: Τα πρόσωπα μπορεί να αλλάζουν, η αντιλαϊκή πολιτική όμως δεν πρόκειται να αλλάξει, στο βαθμό που μένουμε αλυσοδεμένοι στα δεσμά της ΕΕ, των μονοπωλίων, της εξουσίας τους. Και, βεβαίως, θα συνεχίζονται αυτές οι αντιλαϊκές πολιτικές, αν ο λαός μας δεν ορθώσει το ανάστημά του, να γυρίσει σε όλους αυτούς την πλάτη, να διεκδικήσει το δίκιο του, σε μια μεγάλη Λαϊκή Συμμαχία, σε συμπόρευση με το ΚΚΕ.
Οπως και οι προηγούμενοι, έτσι και αυτός ο κυβερνητικός ανασχηματισμός έχει στόχο να υλοποιήσει, με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, προαποφασισμένα αντιλαϊκά μέτρα και να πάρει νέα στο πλαίσιο των στόχων της καπιταλιστικής ανάκαμψης και των μνημονίων διαρκείας της ΕΕ, που προωθούνται σε βάρος του λαού. Ταυτόχρονα, ο ανασχηματισμός είναι ενταγμένος στις διεργασίες αναπαλαίωσης του πολιτικού σκηνικού και διαμόρφωσης νέων συμμαχιών που εξελίσσονται, τόσο εντός όσο και ανάμεσα στα αστικά κόμματα, προκειμένου να υπηρετηθεί ο στόχος σταθερών κυβερνήσεων εντός της ΕΕ.
Είναι παραπλανητική για το λαό η άποψη ότι οι αλλαγές στα πρόσωπα της κυβέρνησης και ιδιαίτερα σε αυτά του οικονομικού επιτελείου συνδέονται με αλλαγές στο μείγμα διαχείρισης της οικονομίας για την ανακούφιση του λαού. Τέτοιες αλλαγές, ακόμη και αν υπάρξουν, δε θα ανακόψουν την πορεία εφαρμογής της αντιλαϊκής πολιτικής, η οποία δρομολογείται μέσω των ήδη νομοθετημένων μέτρων που τώρα θα αρχίσουν να εφαρμόζονται, άλλων που θα παρθούν στο πλαίσιο της συμφωνίας με την τρόικα, αλλά και της εποπτείας της ΕΕ και είναι προαπαιτούμενα για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας, δηλαδή της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Εξίσου παραπλανητικό είναι το αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ για συναίνεση με την κυβέρνηση και πρόσωπα κοινής αποδοχής στις θέσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας και του επιτρόπου της Κομισιόν, που διατυπώνεται στο πλαίσιο των απανωτών διαπιστευτηρίων που δίνει αυτό το κόμμα, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές. Αυτή η θέση εμπαίζει το λαό ότι είναι δυνατόν οι αλλαγές προσώπων σε αυτούς τους θεσμούς να τους οδηγήσουν να παίξουν «φιλολαϊκό» ρόλο. Τον ίδιο αποπροσανατολισμό υπηρετεί και η συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ στις διεργασίες για το ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος της Κομισιόν.
Ενας ο στόχος, η κερδοφορία του κεφαλαίου
Η δημοσιοποίηση της έκθεσης του ΔΝΤ για την Ελλάδα ξεκαθάρισε ότι τα αντιλαϊκά - φιλομονοπωλιακά μέτρα θα συνεχιστούν με μεγαλύτερη ένταση, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το Ασφαλιστικό και τα Εργασιακά. Σ' αυτήν την κατεύθυνση ο πρωθυπουργός ζήτησε από το νέο Υπουργικό Συμβούλιο να είναι «στο πόδι» 24 ώρες το 24ωρο. Η έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα έρχεται να επιβεβαιώσει ότι και το νέο κυβερνητικό σχήμα ΝΔ - ΠΑΣΟΚ θα συνεχίσει το δρόμο των αντιλαϊκών μέτρων σε βάρος του λαϊκού εισοδήματος, των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων, προκειμένου να υπηρετηθεί ο στόχος της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, δηλαδή της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Το γεγονός ότι το ΔΝΤ είναι εκείνο το μέρος της τρόικας που υποστηρίζει το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους αποδεικνύει ότι η όποια «ελάφρυνσή» του, που έχουν κάνει σημαία τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση, πάει χέρι χέρι με τα αντιλαϊκά μέτρα.
Εμφανίζονται ελεήμονες, διαχειρίζονται τη φτώχεια
Στα υπόψιν της βδομάδας που πέρασε και η για πολλοστή φορά εξαγγελία για το περίφημο «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα». Σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, το συγκεκριμένο μέτρο θα αφορά ποσά που θα κυμαίνονται από 200 έως 400 ευρώ, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του δικαιούχου, και θα δίνονται με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Το εισοδηματικό όριο μπαίνει στα 4.800 ευρώ το χρόνο, που σημαίνει ότι μόνο όσοι αντιμετωπίζουν οξυμένο πρόβλημα επιβίωσης θα δικαιούνται το πενιχρό επίδομα κάθε μήνα. Αλλά γιατί συζητάνε γι' αυτό; Επειδή, παρά την προπαγάνδα περί ανάπτυξης, από αυτή δε θα ωφεληθεί η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Την ακραία φτώχεια και εξαθλίωση, λοιπόν, θέλουν να διαχειριστούν.
Θεσπίζουν «παροχές» ελεημοσύνης και συγκροτούν δομές που θα συγκρατούν το λαό στα όρια της εξαθλίωσης, ίσα για να φυτοζωεί και ταυτόχρονα να μη διαμαρτύρεται, να μη διεκδικεί, να συμβιβάζεται με την άθλια ζωή στον καπιταλισμό. Αλλωστε, όπου εφαρμόστηκε το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα», επέδρασε ώστε να αποδυναμωθεί η πάλη για ικανοποιητικές Συλλογικές Συμβάσεις και μισθούς, να υποχωρήσει κι άλλο το κίνημα στις διεκδικήσεις του.
Η φράση «τώρα μπορούμε να αποκαταστήσουμε αδικίες ...θα γίνουν αλλαγές» παραπέμπει στο γνωστό «να σε κάψω Γιάννη, να σ' αλείψω λάδι». Ενα προς ένα τα μέτρα, που προβάλλονται ως «αποκατάσταση αδικιών», αφορούν τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, ενώ ορισμένα απ' αυτά, που παρουσιάζονται ως μέτρα που ωφελούν τον εργαζόμενο, στην πράξη είναι πρόσθετες παροχές στο μεγάλο κεφάλαιο. Τα αντιλαϊκά μέτρα, όπως οι απολύσεις στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, η επίθεση στο λαϊκό εισόδημα, η κατάργηση ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων, αποτελούν στρατηγικού χαρακτήρα κατευθύνσεις της ΕΕ και απαιτήσεις του κεφαλαίου, του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η «περίφημη» ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, δηλαδή η καπιταλιστική κερδοφορία.
Η συγκυβέρνηση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ υπηρετεί τον αντιλαϊκό στόχο της ανταγωνιστικότητας, στον οποίο όμως υποκλίνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως απέδειξαν και τα διαπιστευτήριά του στον ΣΕΒ, προσπαθώντας να εξαπατήσει το λαό ότι είναι δυνατό να συνυπάρξουν τα συμφέροντα των εργαζομένων και των κεφαλαιοκρατών.
Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να πέσουν στην παγίδα να περιμένουν για το ποιος θα τους οδηγεί κάθε φορά στη σφαγή. Πρέπει από σήμερα να σημαδεύουν με την πάλη τους τον αντίπαλο, τα μονοπώλια και τις πολιτικές τους εκφράσεις, ανεξάρτητα από το ποιος είναι σήμερα ή αύριο στην κυβέρνηση.
Για την εργατική τάξη πρέπει να είναι καθαρό: Απαιτείται ριζικά διαφορετική κατεύθυνση. Κι αυτή βρίσκεται στην αποδέσμευση από την ΕΕ, στην κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, στην οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης παντού.

Η έκθεση του ΔΝΤ και η αντιπαράθεση κυβέρνησης - ΣΥΡΙΖΑ

Η έκθεση του ΔΝΤ και η αντιπαράθεση κυβέρνησης - ΣΥΡΙΖΑ

Οι στόχοι που θέτει η έκθεση του ΔΝΤ, για φθηνότερη εργατική δύναμη και νέα πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο, υπηρετούνται διαχρονικά από κάθε κυβέρνηση που διαχειρίζεται την εξουσία της άρχουσας τάξης
Μετά τη «διάσωση» της ελληνικής κοινωνίας με τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης στις αρχές της προηγούμενης εβδομάδας, ακολούθησε η δημοσίευση της έκθεσης του ΔΝΤ για να εμπεδώσουμε πόσο πραγματικά θα αλλάξει η ζωή μας στη νέα επερχόμενη φάση ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας...
Η έκθεση του ΔΝΤ διαπιστώνει στασιμότητα της ελληνικής οικονομίας και προβλέπει μετάβασή της σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το 2015 και μετά. Φυσικά, συχνά οι οικονομικές προβλέψεις έχουν προπαγανδιστικό περιεχόμενο, αντανακλούν τις επιδιώξεις των συντακτών τους. Ωστόσο, όλες οι αστικές προβλέψεις συγκλίνουν πλέον σε αντίστοιχα συμπεράσματα.
Μπορούμε βάσιμα να εκτιμήσουμε ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε φάση ύφεσης της κρίσης και μεταβαίνει σταδιακά σε φάση περιορισμένης αναζωογόνησης1. Η κρατική πολιτική μετεξελίσσεται στην προσπάθειά της να λύσει ορισμένα προβλήματα που παράγονται από αυτή τη μετάβαση και οι επισημάνσεις που περιλαμβάνει η έκθεση του ΔΝΤ συνιστούν τους βασικούς άξονες γύρω απ' τους οποίους θα επικεντρωθεί αυτή η μετεξέλιξη.
Νέες θυσίες των εργαζομένων στη φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης
Το πραγματικό ερώτημα που πρέπει να απασχολεί τους εργαζόμενους δεν είναι το πόσο βάσιμες είναι οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για την καπιταλιστική ανάπτυξη της επόμενης περιόδου, αλλά η δυνατότητα της καπιταλιστικής ανάπτυξης να οδηγήσει στην ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.

Απ' την άποψη αυτή, η έκθεση του ΔΝΤ είναι αποκαλυπτική. Αποδεικνύει πως η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν οδηγεί στον παράδεισο της λαϊκής ευημερίας. Οι πολλαπλές εκτιμήσεις για ανάκαμψη των κερδών του κεφαλαίου, για αυξήσεις των εξαγωγών, για βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, για σημαντική αύξηση των επενδύσεων δεν προβλέπουν την ανάκτηση των τεράστιων απωλειών των λαϊκών στρωμάτων την περίοδο της κρίσης. Δεν υπάρχει κανενός είδους αναφορά σε αύξηση των μισθών των εργαζομένων, σε αυξήσεις των συντάξεων, σε ανάκτηση των κοινωνικών δαπανών που «τσεκουρώθηκαν» όλο το προηγούμενο διάστημα, σε μείωση της δυσβάστακτης φορολογίας των λαϊκών στρωμάτων, το πραγματικό βάρος της οποίας δεν έχει γίνει ακόμα τελείως αντιληπτό.
Αντίθετα, η σχεδιαζόμενη καπιταλιστική ανάπτυξη προϋποθέτει αυστηρή εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής σε όλα τα μέτωπα και νέες θυσίες των εργαζομένων.
Στο επίπεδο των οικονομικών του κράτους, το ΔΝΤ προϋπολογίζει πως απαιτούνται περίπου 7,5 δισ. ευρώ πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα μέχρι το 2017 για να ικανοποιηθούν οι στόχοι του προγράμματος οικονομικής πολιτικής με το οποίο έχει συμφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση. Το ύψος αυτών των πρόσθετων μέτρων δεν αμφισβητείται από την ελληνική κυβέρνηση. Η κυβέρνηση, βαφτίζοντας το «κρέας ψάρι», ισχυρίζεται πως η πρόσθετη αφαίμαξη των λαϊκών στρωμάτων το επόμενο διάστημα δεν αποτελεί πακέτο «νέων μέτρων», αλλά αποτέλεσμα μέτρων που έχουν ήδη ψηφισθεί. Στο πρόσφατα ψηφισμένο Μεσοπρόθεσμο προβλέπεται ότι την επόμενη τριετία οι έμμεσοι φόροι θα αυξηθούν κατά περίπου 5 δισ., ενώ θα «εξοικονομηθούν» και 2 δισ. από την περικοπή κοινωνικών δαπανών. Γιαννάκης αντί για Γιάννης δηλαδή....
Συγχρόνως, το ΔΝΤ στέκεται στην ανάγκη επιτάχυνσης των λεγόμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επικεντρώνεται στο ασφαλιστικό σύστημα, στα εργασιακά δικαιώματα, στο δημόσιο τομέα και σε σαρωτικές νομοθετικές αλλαγές που στοχεύουν στη βελτίωση του «επιχειρηματικού περιβάλλοντος».
Η έκθεση κάνει λόγο για υπερβολική χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος από το κράτος και αναφέρει την ανάγκη δραστικής μείωσης της κρατικής χρηματοδότησής του στο μέσο όρο της ΕΕ, ενώ ξεχωριστή σημασία δίνει στην ανάγκη σύνδεσης των ασφαλιστικών παροχών με τις ατομικές εισφορές του κάθε ασφαλισμένου, στην περιβόητη ανταποδοτικότητα.
Στον τομέα των εργασιακών δικαιωμάτων η έκθεση του ΔΝΤ προετοιμάζει πραγματική κόλαση για τους εργαζόμενους. Προτείνει την απελευθέρωση των μαζικών απολύσεων, τη θέσπιση της δυνατότητας lock-out των εργοδοτών ως μέτρο για την αντιμετώπιση απεργιών και την κατάργηση των μισθολογικών ωριμάνσεων, δηλαδή τη μόνιμη εργασία με το βασικό μισθό. Στο δημόσιο τομέα, η έκθεση αναφέρεται στο «taboo των απολύσεων», σημειώνοντας πως είναι ανάγκη να μειωθεί κατά 15.000 επιπλέον το προσωπικό του Δημοσίου μέχρι το 2015. Με λίγα λόγια, το ΔΝΤ προβλέπει πως η οικονομική ανάπτυξη του επόμενου διαστήματος απαιτεί αφαίμαξη των εργαζομένων με πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, εργασιακή κόλαση, νέες απολύσεις στο Δημόσιο και κατεδάφιση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Πίσω από τη «συνταγή» του ΔΝΤ
Η εύκολη κυβερνητική απάντηση στη νέα έκθεση του ΔΝΤ ήρθε από τα πλέον επίσημα χείλη, της νέας κυβερνητικής εκπροσώπου, που δήλωσε: «Το ΔΝΤ ζει στο δικό του πλανήτη». Η κυβέρνηση, επιχειρώντας να πείσει τα λαϊκά στρώματα ότι «πήρε το μήνυμα της κάλπης», εμφανίζεται να αντιστέκεται στις «επιταγές του ΔΝΤ». Απ' τη μεριά του, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι ψεύδεται. Με επίκεντρο την επιστολή που απέστειλε ο Αντ. Σαμαράς στο ΔΝΤ και στην οποία κάνει λόγο για «δέσμευση λήψης όλων των απαιτούμενων μέτρων για να βγει το πρόγραμμα», ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση για υπόκλιση στις επιταγές της τρόικας και των δανειστών.
Πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Σε τελευταία ανάλυση και οι δύο επιχειρούν να εμφανίσουν τη θεώρηση του ΔΝΤ και τις προτάσεις της έκθεσης ως αυθαίρετες «εξωτερικές» πολιτικές επιλογές που οφείλονται στο νεοφιλελευθερισμό του ΔΝΤ και της τρόικας. Και οι δύο πόλοι του νέου αστικού διπολισμού επιχειρούν να πείσουν τους εργαζόμενους ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη μπορεί να είναι φιλολαϊκή, ότι μπορεί να βρεθεί ένα μείγμα διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομίας που να εγγυάται ανάπτυξη για το λαό και για τους μονοπωλιακούς ομίλους.
Ωστόσο, η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Οι βασικές πολιτικές που περιέχονται μέσα στην έκθεση του ΔΝΤ δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα της κρίσης, του μνημονίου, του υψηλού κρατικού χρέους. Ο στόχος πίσω από τη συνταγή του ΔΝΤ είναι η διασφάλιση φθηνότερης εργατικής δύναμης και νέων πεδίων κερδοφορίας για το μεγάλο κεφάλαιο. Τους στόχους αυτούς υπηρετεί διαχρονικά κάθε κυβέρνηση που διαχειρίζεται την εξουσία της άρχουσας τάξης. Οι κατευθύνσεις των μέτρων που προτείνει το ΔΝΤ ευθυγραμμίζονται με τις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου και τις επιλογές διαχείρισης των αστικών κυβερνήσεων.
Ο νέος γύρος της αντιασφαλιστικής επίθεσης σκοπεύει στη μείωση του λεγόμενου μη μισθολογικού κόστους της εργασίας, που τελικά το αποτελούν δαπάνες που καταβάλλει το κεφάλαιο και το κράτος του στην εργατική τάξη. Η εργασιακή ζούγκλα, με τα ποικίλα μέτρα, στοχεύει στη μείωση του «μέσου εργατικού μισθού», στόχος καθόλου ασύμβατος με μια μικρή αύξηση του κατώτατου μισθού, τη μοναδική ουσιαστική πολιτική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ. Μια συμπίεση του συνόλου των μισθών προς τον κατώτατο, μέσα από την καθιέρωση πραγματικής εργασιακής ζούγκλας, ισοδυναμεί με μεγάλη μείωση του συνολικού εργοδοτικού κόστους, ακόμα και αν ο κατώτατος μισθός αυξηθεί ελαφρά.
Τα τάχα «νέα και αυθαίρετα» μέτρα του ΔΝΤ αποτελούν τη φυσική συνέχεια της επίθεσης που κλιμακώνεται στα δικαιώματα των εργαζομένων όλο το προηγούμενο διάστημα. Στην πραγματικότητα δεν αποτελούν ελληνική πρωτοτυπία.
Σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, η κρατική πολιτική κινείται στους ίδιους άξονες: Φθηνότερη εργατική δύναμη και δημιουργία νέων πεδίων κερδοφορίας για το μεγάλο κεφάλαιο. Σε όλα τα κράτη-μέλη, είτε έχουν μνημόνια και τρόικα είτε όχι, με υψηλό ή με χαμηλότερο χρέος, με ευρώ, με στερλίνες, δολάρια ή γιεν, η λήψη τέτοιων μέτρων αποτελεί, ουσιαστικά, υπαρξιακή ανάγκη των μονοπωλιακών ομίλων. Ειδικά στις σημερινές συνθήκες όξυνσης του διεθνούς ανταγωνισμού με ανερχόμενες οικονομικές δυνάμεις που παράγουν ομοειδή εμπορεύματα φθηνότερα, η διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων απαιτεί τη λήψη τέτοιων μέτρων. Τελικά, άσχετα με τα διαφορετικά υλικά της συνταγής σε κάθε χώρα, ο στόχος είναι κοινός. Η διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων.
Η πολιτική αυτή δεν είναι καινούργια. Δεν προέκυψε με την κρίση και δεν θα σταματήσει με την κρίση. Αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της ευρωενωσιακής πολιτικής, από τη στρατηγική του Μάαστριχτ και παλαιότερα, μέχρι τη σημερινή στρατηγική «ΕΕ 2020». Η καπιταλιστική ανάπτυξη προϋποθέτει σχετική και απόλυτη εξαθλίωση των εργαζομένων, προϋποθέτει ακόμα μεγαλύτερο χάσμα ανάμεσα στην παραγόμενη πίτα και στο μερίδιο που αξιοποιείται για την κάλυψη των λαϊκών αναγκών. Αυτή είναι η φύση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, είναι οι νομοτέλειες μιας παραγωγής όπου τα κλειδιά της οικονομίας βρίσκονται στα χέρια των ομίλων που αποφασίζουν για το τι θα παραχθεί, πόσο, πού και από ποιον με γνώμονα το ποσοστό κέρδους τους.
Φυσικά, οι διαχειριστικές προτάσεις κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ διαφοροποιούνται σε ορισμένα σημεία. Οι διαφορές τους εστιάζονται στις προτεραιότητες χρηματοδότησης σε κλάδους της οικονομίας, στην αντιπαράθεση για την κατανομή των ζημιών και των κερδών της κρίσης και της ανάπτυξης. Οι διαφορές τους όμως δεν αλλάζουν την ουσία τους ως διαχειριστικές προτάσεις της εξουσίας της άρχουσας τάξης. Γι' αυτό και παρουσιάστηκαν και οι δύο, στο συνέδριο του ΣΕΒ, με διαφορά μόλις μερικών ωρών μεταξύ τους, αμέσως μετά τις πρόσφατες εκλογές. Από την άποψη της ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών οι διαφορές τους είναι επουσιώδεις.
Ο δρόμος της λαϊκής αντεπίθεσης
Η αντιπαράθεση ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση για το μείγμα διαχείρισης που εγγυάται την ταχύτερη καπιταλιστική ανάπτυξη είναι αποπροσανατολιστική. Εγκλωβίζει τους εργαζόμενους στο να αποδέχονται την καπιταλιστική ανάπτυξη ως το ζητούμενο και οδηγεί στην αναζήτηση μιας φιλολαϊκής καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Η αναζήτηση αυτή είναι μάταιη. Οσο τα κλειδιά της οικονομίας βρίσκονται στα χέρια των ομίλων, οι εργαζόμενοι δεν θα γνωρίσουν ούτε καν ανάκτηση των απωλειών της τελευταίας περιόδου. Ο ανελέητος νόμος του καπιταλιστικού ανταγωνισμού απλά δεν το επιτρέπει.
Ο δρόμος για τους εργαζόμενους βρίσκεται στη μαχητική απόρριψη κάθε τέτοιας επιλογής, στην οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης. Η απόκρουση των νέων μέτρων που έρχονται, στο Ασφαλιστικό, στις εργασιακές σχέσεις, στο δημόσιο τομέα, η πάλη για την ανάκτηση των απωλειών των τελευταίων ετών, προϋποθέτει τη συνειδητοποίηση της πραγματικής αιτίας της επίθεσης, της εξουσίας και της οικονομίας των ομίλων, της ΕΕ, που τη θωρακίζει σε όλα τα κράτη - μέλη. Προϋποθέτει την αναγέννηση του εργατικού κινήματος, τη συγκρότηση μιας λαϊκής συμμαχίας που θα σημαδεύει τον πραγματικό αντίπαλο, θα συγκεντρώνει δυνάμεις για τη μοναδική φιλολαϊκή λύση. Την αποδέσμευση απ' την ΕΕ και μονομερή διαγραφή του χρέους με εργατική λαϊκή εξουσία.
Παραπομπή
1. Αναλυτικότερα: Κείμενο του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Οι τελευταίες εξελίξεις στην ελληνική οικονομία», ΚΟΜΕΠ 3/2014.

ΣΥΡΙΖΑ Παίζοντας με τη «φανέλα» του κεφαλαίου...

ΣΥΡΙΖΑ
Παίζοντας με τη «φανέλα» του κεφαλαίου...

Δεν τους αρκούν οι εξετάσεις στο κεφάλαιο, θέλουν και το λαό «αυτοδύναμα» να δένεται στο άρμα των καπιταλιστών
Eurokinissi
Αποφασισμένος να εντείνει στο εσωτερικό την επιχείρηση χειραγώγησης του λαού με ανάσυρση της ρητορικής κάλπικου ριζοσπαστισμού, την ίδια ώρα που από τη μέρα των εκλογών έχει δώσει εξετάσεις στον ΣΕΒ καθώς και ενώπιον παραγόντων και αξιωματούχων της ΕΕ και άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών, στο εξωτερικό, για την καταλληλότητά του να αναλάβει την αστική διαχείριση, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ενδεικτικές ως προς τις προθέσεις του ήταν τόσο η ομιλία του Αλ. Τσίπρα στην κοινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και των ευρωβουλευτών του κόμματός του, την περασμένη Πέμπτη, όσο και η συνάντησή του με τον διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μ. Ντράγκι, στις αρχές της βδομάδας.
Στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ έδωσε σήμα για δουλειά υποταγμένη στην κάλπη, για ψηφοθηρία βασισμένη σε φρούδες υποσχέσεις περί «αλλαγής» και «ανατροπής» και με εκφώνηση «ριζοσπαστικών» θέσεων, ώστε να κατακτηθεί η πρωτιά στις βουλευτικές εκλογές που τις προσδιόρισε περί το φθινόπωρο. Αναγνωρίζοντας ωστόσο πως αυτό δεν αρκεί, αφού αυτοδυναμία δεν πρόκειται να υπάρξει, και στη βάση της στρατηγικής σύμπλευσης με τις άλλες δυνάμεις της διαχείρισης, τους διαμήνυσε τη διαθεσιμότητά του για συνεργασία αρκεί να θέλουν την «απελευθέρωση» απ' το «ζυγό» των μνημονίων. Και στο υπάρχον πολιτικό σκηνικό δεν υπάρχει κανένα αστικό κόμμα που να μην έχει ψωνίσει αντιμνημονιακή παντιέρα. Και τα κόμματα της συγκυβέρνησης λένε ότι ξεμπερδεύουμε με τα μνημόνια. Ο Αντ. Σαμαράς, μάλιστα, είχε πει ότι κάθε μέρα σκίζουμε τις σελίδες τους.
Δίνοντας το στίγμα του πώς θα πορευτεί το επόμενο διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλ. Τσίπρας είπε μεταξύ άλλων: «Φταίει η κυβέρνηση. Πρέπει να φύγει το συντομότερο δυνατό (...) Συμβάλλουμε μαχητικά για να απλώνεται όλο και πιο πολύ το αίτημα της ανατροπής, το αίτημα της πολιτικής αλλαγής (...) Πρώτον, είμαστε κλειστοί όσο δεν παίρνει στην υποστολή του ριζοσπαστισμού μας, στο στρογγύλεμα των θέσεών μας για να γίνουμε δήθεν αποδεκτοί από τα πιο συντηρητικά στρώματα. Δεύτερον, είμαστε ανοιχτοί όσο δεν παίρνει (...) σε συμμαχίες και συμμάχους που προωθούν έστω και ένα βήμα την υπόθεση της ανατροπής, την υπόθεση της απελευθέρωσης της χώρας από την παγίδα των μνημονίων. Καμιά ταλάντευση συνεπώς και ως προς το εύρος της συστράτευσης δυνάμεων που απαιτεί η τεράστια ιστορική πρόκληση της ανατροπής (...) για συγκρότηση μιας πλατιάς δημοκρατικής προοδευτικής συμμαχίας που θα κερδίσει αυτοδύναμα τις επερχόμενες εκλογές».
Το φθινόπωρο εκτίμησε ότι θα στηθούν κάλπες αφού, όπως υποστήριξε, τότε: «'Η θα επιβληθούν νέα σκληρά μέτρα και τη διαπραγμάτευση για το χρέος θα αναλάβουν οι διορισμένοι των Καννών και οι εντεταλμένοι των Γερμανών ή θα υπάρξει νέα κυβέρνηση που θα αναλάβει να διαπραγματευτεί με τους δανειστές, με γνώμονα τη σωτηρία της κοινωνίας και του λαού».
Ντελάλης των αξιώσεων του κεφαλαίου
Στην πραγματικότητα, αυτό που καίει τον ΣΥΡΙΖΑ είναι να αναλάβει αυτός τα ηνία της διαπραγμάτευσης του χρέους για λογαριασμό της ντόπιας αστικής τάξης, ντύνοντας παράλληλα την προοπτική της όποιας διευθέτησής του με αυταπάτες ότι τάχα θα ωφελήσει το λαό, κρύβοντας ότι θα φέρει νέα αντιλαϊκά μέτρα.
Σε μια έξαρση ειλικρίνειας ο βουλευτής και εκ των διαμορφωτών της οικονομικής πολιτικής του κόμματος Γ. Σταθάκης παραδέχτηκε ότι πρόκειται για διαδικασία από την οποία μόνο προβλήματα προκύπτουν για τους λαούς, αφού την χαρακτήρισε επανάληψη του PSI, που όπως θυμόμαστε εξαέρωσε τα αποθεματικά ασφαλιστικών ταμείων, νοσοκομειακών ιδρυμάτων κ.λπ. Είπε στον «Αθήνα 9,84»: «Εχουν γίνει αναδιαρθρώσεις χρεών σε 89 χώρες τα τελευταία 25 χρόνια, άρα είναι μια διεθνής πρακτική, η διεθνής αυτή πρακτική για λόγους επάχθειας είναι περιορισμένη, για λόγους βιωσιμότητας ισχύει για τις 88 από τις 89 χώρες που διεγράφη μέρος του χρέους τους. Οπως έγινε και με το PSI στην Ελλάδα. Μια επανάληψη δηλαδή του PSI, έχοντας υπόψη ότι τώρα πια οι χρηματοδότες δεν είναι ιδιώτες, αλλά ευρωπαϊκοί θεσμοί, το ΔΝΤ και τα κράτη - μέλη (...) Δε γνωρίζω κανέναν που να το θεωρεί βιώσιμο. Ολες οι μελέτες, το ΔΝΤ, οι τράπεζες, οι διεθνείς φορείς, όλοι θεωρούν ότι δεν είναι βιώσιμο. Συνεπώς, θα υπάρξει μια αναδιάρθρωση εκ των πραγμάτων».
Παρ' όλα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διστάζει για τις δικές του σκοπιμότητες να υποδαυλίζει μια μάταιη προσμονή καλύτερων ημερών εντός του καπιταλιστικού ευρωμονόδρομου, παρουσιάζοντάς τις μάλιστα σαν θέμα χρόνου. «Είναι πολύ κοντά», υποστήριξε ο Αλ. Τσίπρας, συμπληρώνοντας βεβαίως ότι «ο πόλεμος είναι ακόμα μπροστά μας και θα είναι σκληρός, τα μνημόνια είναι εδώ, είναι καθεστώς», ως έμμεση προτροπή στο λαό να κρατάει μικρό καλάθι.
Τον πραγματικό καημό του επιβεβαιώνουν τόσο οι θέσεις που ανέπτυξε στον Μ. Ντράγκι όσο και τα όσα ανέφερε σε non paper την Παρασκευή, με το οποίο μέμφεται την εφαρμοζόμενη πολιτική ότι δεν περιλαμβάνει αναπτυξιακή μέριμνα, δεν προνοεί για τη χρηματοδότηση επενδυτικών πρωτοβουλιών. Η αντιπαράθεσή του με την κυβέρνηση δεν αφορά στα λαϊκά συμφέροντα, αλλά στους όρους ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας.
Διαμαρτύρεται ότι τα όποια πλεονάσματα προκύπτουν από το ξεζούμισμα του λαού φεύγουν «στο εξωτερικό για την αποπληρωμή του χρέους», άρα δεν αξιοποιούνται για τη στήριξη της κερδοφορίας των ντόπιων μονοπωλίων. Επικρίνει ακόμα την «απουσία οποιουδήποτε σχεδίου για χρηματοδότηση επενδυτικών πρωτοβουλιών» και ότι σε κανένα σημείο της έκθεσης του ΔΝΤ «δεν υπάρχει τίποτα που να προμηνύει όχι αλλαγή πολιτικής, αλλά έστω χαλάρωση της πολιτικής ή αναπτυξιακή μέριμνα».
Αλλωστε, και στις αρχές της βδομάδας μετέφερε στον Μ. Ντράγκι την αξίωση του ντόπιου κεφαλαίου ότι «ένα νέο ευρωπαϊκό New Deal, μια νέα ευρωπαϊκή συμφωνία, από το συνδυασμό δράσεων της ΕΚΤ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, υπό την έγκριση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα έδινε τη δυνατότητα για ένα ισχυρό αναπτυξιακό πακέτο προσανατολισμένο αποκλειστικά σε παραγωγικές επενδύσεις». Μάλιστα, του διαμαρτυρήθηκε ότι τα μέτρα που έλαβε η ΕΚΤ είναι μεν θετικά αλλά όχι αρκετά και, ιδιαίτερα, στην Ελλάδα «δε θα μπορέσουν να λειτουργήσουν, εξαιτίας του αποπληθωρισμού αλλά και της πολύ άσχημης κατάστασης στην οποία βρίσκονται οι ελληνικές τράπεζες, που δεν μπορούν να παρέχουν εγγυήσεις». Παραπονέθηκε, δηλαδή, για λογαριασμό των καπιταλιστών της Ελλάδας, για τους όρους ανταγωνισμού που διαμορφώνονται με τους καπιταλιστές άλλων κρατών - μελών της ΕΕ.
Στον Μ. Ντράγκι ο Αλ. Τσίπρας εξήγησε ότι όλα αυτά προϋποθέτουν «κούρεμα» του χρέους. Οτι «χωρίς διαγραφή μεγάλου μέρους του ελληνικού δημόσιου χρέους, ρήτρα ανάπτυξης, προκειμένου να υπάρξει πορεία προς τα μπρος με αναπτυξιακή προοπτική, δε θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε από τη δίνη της οικονομικής κρίσης».
Το αίτημα αυτό συνοδεύεται από τη διαρκή υπόμνηση, από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, της έλλειψης νομιμοποίησης της παρούσας κυβέρνησης να το διαπραγματευτεί. Αυτό, όπως είχε δηλώσει ο εκπρόσωπός του, είναι ένα μετάλλιο που ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να φέρει στην Ελλάδα. Διεκδικώντας τη δόξα απ' το κεφάλαιο, στα πόδια του οποίου θα τ' ακουμπήσει.
Και υπεύθυνος «θεσμικός παίκτης»
Ο Αλ. Τσίπρας δεν παρέλειψε να διαφημίσει στην αστική τάξη τη δυνατότητά του να σουλατσάρει με την ίδια άνεση στα «σαλόνια» και τα «αλώνια», προδίδοντας στα πρώτα όσους καταφέρνει να χειραγωγεί στα δεύτερα. «Εμείς θα δώσουμε και οφείλουμε να δώσουμε τη μάχη μας σε όλα τα μέτωπα. Στην κοινωνία πρώτα πρώτα, αλλά και στους θεσμούς, διεθνείς και ελληνικούς, όπου θα ακούγεται (...) η φωνή της Ελλάδας που απαιτεί», είπε.
«Συμμετέχουμε ταυτόχρονα ενεργά και στις διεργασίες που συντελούνται αυτή την ώρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την εκλογή νέου προέδρου της Κομισιόν», πρόσθεσε, και συμπλήρωσε: «Την ίδια στιγμή που βρισκόμαστε διεκδικώντας το τέλος της καταστροφικής λιτότητας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, στους διεθνείς θεσμούς, στεκόμαστε πλάι στους αγώνες, πλάι στις καθαρίστριες, πλάι στους απολυμένους της ΕΡΤ»!
Αλλωστε, στο σημείο της ομιλίας του που αναφερόταν στην τοποθέτηση του Γ. Στουρνάρα στη θέση του νέου διοικητή της ΤτΕ ο Αλ. Τσίπρας διαμαρτυρήθηκε γιατί ο Αντ. Σαμαράς «περιφρονεί επιδεικτικά την πρώτη πολιτική δύναμη της χώρας».
«Επιλέγει συνειδητά την κλιμάκωση της έντασης και της πολιτικής αποσταθεροποίησης. Την επιλέγει από την ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας, που βασικό της συστατικό είναι η ομαλή διαδοχή και εναλλαγή των κομμάτων στη διακυβέρνηση του τόπου», είπε ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, ιεραρχώντας ως δικό του τον υπ' αριθμόν 1 στόχο της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού σκηνικού, την «ομαλή» εναλλαγή κυβερνήσεων που θα διασφαλίζουν την απρόσκοπτη προώθηση της στρατηγικής του κεφαλαίου.
Τα παραπάνω εντάσσονται σε μια συνολικότερη προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να φιλοτεχνήσει το προφίλ μιας δύναμης εν αναμονή ανάληψης της αστικής διαχείρισης, που συνομιλεί με κέντρα και παράκεντρα όπου χαράσσεται η στρατηγική που ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου. Υπό το πρίσμα αυτής της προσπάθειας πρέπει να ιδωθούν η υποψηφιότητα Τσίπρα για την προεδρία της Κομισιόν, τα ταξίδια του σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, οι συναντήσεις του στις Βρυξέλλες και τελευταία η παρέμβαση για την υπεράσπιση του δικαιώματος του Γιούνκερ να προσπαθήσει να σχηματίσει πλειοψηφία που θα τον στηρίξει για την προεδρία της Κομισιόν.
Στις συναντήσεις με αξιωματούχους της ΕΕ ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητά την πιστοποίηση της αναβάθμισής του στο αστικό πολιτικό σκηνικό. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του ευρωβουλευτή του Δ. Παπαδημούλη: «Οι μεγάλοι παίκτες στο ευρωπαϊκό πεδίο αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι στον κορμό της αυριανής κυβέρνησης. Το πιο σημαντικό είναι η ίδια η συνάντηση Τσίπρα - Ντράγκι. Φανερώνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζεται έμπρακτα ως μια ανερχόμενη πολιτική δύναμη».

TOP READ