Για τον «εμφύλιο» πόλεμο
Το
κείμενο αυτό γράφεται με αφορμή την (65η) επέτειο από την τελευταία
μάχη του κυρίως όγκου των μαχητών του δσε, την υποχώρησή τους στην αλβανία και
τον επίλογο του δεύτερου αντάρτικου, που κράτησε το όπλο παρά πόδα, προτού
τελικά αφοπλιστεί εκ των έσω. Κάνω συνειδητά λόγο για υποχώρηση και τελευταία
μάχη, γιατί η λέξη ήττα είναι βαριά
κι άδικη, πολύ φτωχή για να αποδώσει το μεγαλείο του άνισου κι ηρωικού αγώνα
που έδωσε ο δημοκρατικός στρατός. Η μόνη πραγματική ήττα, πιο οδυνηρή κι
ατιμωτική από αυτή στο πεδίο της μάχης, είναι από όσους βρήκαν πως πήραν λάθος
τη ζωή τους και διέγραψαν το παρελθόν τους, καταθέτοντας οικειοθελώς και
αμαχητί τα όπλα.
Στα
χρόνια της πασοκικής (εν)αλλαγής, η ιστορία αυτού το αντάρτικου (που έμεινε
φυσικά χωρίς να αναγνωριστεί από την πολιτεία επί ανδρέα) ονομάστηκε εμφύλιος
πόλεμος. Έλληνες να ντουφεκάνε έλληνες, που έλεγε κι εκείνη η ατάκα του βέγγου,
που τσαλάκωσε λίγο μια γωνιά από το κάδρο της υστεροφημίας του.
Μόνο που
ο όρος αδυνατεί να σταθεί και να προκαλεί την κοινή λογική. Γιατί στο
δεκεμβριανό γύρο – προοίμιο αυτού του εμφυλίου,
τους έλληνες τους ντουφεκούσαν οι εγγλέζοιι κι οι ιδνοί του τσώρτσιλ που
απομακρύνθηκαν από το πεδίο της μάχης εναντίον των ναζί, για να υποτάξουν το
εαμ. Και γιατί στον πόλεμο αυτό συγκρούστηκαν δύο διαφορετικοί κόσμοι και δύο
αντιμαχόμενα «έθνη». Το έθνος των εκμεταλλευτών με το έθνος του εργαζόμενου
λαού. Κι αυτή η αντίθεση δεν προκύπτει άμεσα απ’ την κοινωνική σύνθεση των δυο
στρατών –κι οι ταγματασφαλίτες εξάλλου μπορεί νάταν φτωχόπαιδα με λαϊκή
καταγωγή- αλλά από την ανάλυση των ταξικών συμφερόντων και των διαφορετικών
κόσμων που υπηρετούσαν.
Ο νέος
όρος «εμφύλιος πόλεμος» (που αντικατέστησε το συμμοριτοπόλεμο στα σχολικά
εγχειρίδια ιστορίας και την επίσημη κρατική ορολογία) αποδείχτηκε πως
συγκάλυπτε πολύ καλύτερα απ’ ό,τι ο προηγούμενος όρος την ταξική ουσία αυτής
της σύγκρουσης, με την τακτική των ίσων αποστάσεων, του πένθους για τα τραγικά
λάθη και τις απώλειες κάθε πλευράς, τη λύπη για το γεγονός ότι υπάρχει ταξική
πάλη, σε τελική ανάλυση. Αποδεικνύοντας έτσι τη γενική εκτίμηση ότι ο
σοσιαλδημοκρατικής κοπής αντικομμουνισμός είναι πολύ πιο αποτελεσματικός στο
έργο του από την αντίστοιχη ωμή και χυδαία εκδοχή του.
Ο
σύγχρονος σοσιαλδημοκρατικός μύλος (με κορμό το σύριζα) όλα τα αλέθει,
αριστερόστροφες και δεξιόστροφες κριτικές, παντρεύοντας πχ αναρχίζοντες που
φωνάζουν στους τοίχους «βάρκιζα τέλος», με τον κλασικό αντιζαχαριαδικό
ευρωκομμουνισμό, που θεωρεί ως το πιο κομβικό λάθος την αποχή από τις εκλογές
του 46’ (τις τόσο νόθες και διαβλητές εκλογές, που οδήγησαν ακόμα και
ορισμένους αστούς πολιτευτές, υπεράνω κάθε υποψίας για τυχόν φιλοεαμική στάση,
στην επιλογή της αποχής).
Υπάρχει όμως
χώρος σήμερα για την ανάπτυξη της σοσιαλδημοκρατίας και των θέσεών της; Για να
το πω διαφορετικά, τι ανάγκη έχει το σύστημα τη σοσιαλδημοκρατία στην παρούσα φάση
ανάπτυξής του και με τους υπάρχοντες συσχετισμούς –με τους οποίους δε νιώθει ακόμα
να απειλείται άμεσα και να χρειάζεται κάποιου είδους σωσίβιο; Με άλλα λόγια, το
σύστημα δε φαίνεται να χρειάζεται σήμερα κάποια εκλεπτυσμένη μορφή
αντικομμουνισμού -ως κυρίαρχη τουλάχιστον, γιατί πάντα θα κρατάει εφεδρείες και
θα λειτουργεί παράλληλα εναλλακτικά σχέδια- κι έτσι επιστρέφει όλο και περισσότερο
στον πατροπαράδοτο μεταπολεμικό κομμουνισμό –αφήνοντας πίσω τη μεταπολιτευτική
παρένθεση.
Αυτό
μπορεί να φανεί πχ και στο παρακάτω απόσπασμα.
(…) ουδόλως φανταζόμενοι ότι με την τακτικήν αυτήν
θα έλθη κάποια στιγμή να μη υπάρχη όχι Κυβέρνησις διά να την διαδεχθούν, αλλ’ ούτε
Κράτος και Έθνος διά να παριστάνουν έστω και τους πολίτας του!
Αλλ’ οι αρχηγοί δεν πρόκειται να
σώσουν την Ελλάδα. Οι αρχηγοί, διά να υπάρξουν και να είναι αρχηγοί, πρέπει
πρωτίστως να υπάρξη η Ελλάς, όπως οι εργαζόμενοι πρέπει να αντιληφθούν, επί τέλους,
ότι διά να αποκτήσουν καλυτέραν ζωήν πρέπει προηγουμένως να εργασθούν σκληρά
και με στερήσεις, ώστε να μπορέση να κινηθή και η βιομηχανία και το εμπόριον
και γενικά να μπη σε κάποιο ρυθμό η οικονομική ζωή του τόπου, πράγμα το οποίον
δεν δύναται να γίνη με την σημερινήν νοοτροπίαν των μεγάλων ημερομισθίων και
την τακτικήν της εργασίας των ολίγων ωρών.
Η πρόσκτησις αγαθών χρειάζεται
θυσίας, και η μεγαλυτέρα θυσία σήμερον είναι να περιορίσωμεν όλοι τας ανάγκας μας
και τας απαιτήσεις μας και να εντείνωμεν την εργασίαν μας, διότι μόνον η εργασία
θα παραγάγη τον πλούτον και την άνεσιν που όλοι ζητούμεν και επιδιώκομεν. Χωρίς
εργασίαν δε δύναται τίποτε να δημιουργηθή.
Εκτός εάν αναμένωμεν και πιστεύωμεν
ότι με αυτά που διδάσκουν οι αριστεροί τους οπαδούς των υπάρχει πιθανότης να γίνωμεν
όλοι αποτόμως πλούσιοι! Αυτοί όμως που έχουν αυτάς τας αντιλήψεις ας μάθουν και
μίαν άλλην αλήθειαν εν προκειμένω, που είναι χρήσιμος ασφαλώς εις όσους πιστεύουν
εις τις ανοησίες αυτές.
Εάν λοιπόν υποθέσωμεν πως αύριον έγινε
κομμουνισμός, όπως το θέλουν και τον φαντάζονται αυτοί –δηλαδή να τα μοιράσουμε
όλα- είναι τόσο φτωχός αυτός ο τόπος, που, εάν μοιράσωμε το εθνικό του εισόδημα,
είναι ζήτημα εάν θα πάρουμε ο καθένας μας περισσότερο από 1.500 δραχμές! Και όταν
τις φάμε και αυτές, τότε ασφαλώς μπορούμε να χτυπήσουμε στον τοίχο τα κεφάλια μας!
Διότι κάπου εκεί βαδίζομεν με τα μυαλά που έχουμε και εάν δεν αφυπνισθούμε και
δεν ριχτούμε στη δουλειά, πραγματικά με όρεξη, με κέφι , με διάθεση, δια να φτιάξουμε
κάτι περισσότερο και καλύτερο και διά τον εαυτόν μας και διά τον τόπον.
Είναι εντροπή και αίσχος και
ηλιθιότης και μωρία μας να μη μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τις τόσες τρομερές
θυσίες που υπέστημεν διά το συμμαχικόν αγώνα, διότι ευρέθησαν ελάχιστοι
ουτοπισταί που παραλογίζονται και ομιλούν περί Βαλκανικών Σοσιαλιστικών
Συνομοσπονδιών και οι οποίοι (…) κτλ, κτλ.
Το παραπάνω
απόσπασμα είναι από το βιβλίο «sos» του ιωάννου –sic-δ. πασσά, ως παράρτημα στο «πώς
θα γίνη ο τρίτος γύρος» του ίδιου, γραμμένο το εθνοσωτήριο (για το έθνος των
εκμεταλλευτών στην ελλάδα) 1945. Που το έδινε προσφορά στους αναγνώστες της η
ακροδεξιά ελεύθερη ώρα, πριν από μερικούς μήνες.
Αν τυχόν
όλα αυτά δε σας φαίνονται τόσο.. ακραία και γραφικά (πέρα από τις διατυπώσεις
και την ωραία καθαρεύουσα), είναι επειδήέχουν καταστεί σήμερα ο κυρίαρχος λόγος
του αστικού μπλοκ εξουσίας (κρατώντας χρυσή εφεδρεία το σοσιαλδημοκρατικό σενάριο).
Ο εμφύλιος παραμένει στο σημερινό σκηνικό όχι απλά επίκαιρος, αλλά παρών. Μόνο που
αφορά το έθνος των εκμεταλλευτών και του εργαζόμενου λαού από την άλλη. Όσο πιο
γρήγορα το καταλάβουμε, τόσο καλύτερη θα ‘ναι κι η οργάνωση του αγώνα μας.