«Ο ιμπεριαλισμός είναι η παραμονή της κοινωνικής επανάστασης του προλεταριάτου. Από το 1917 και δω αυτό επιβεβαιώθηκε σε παγκόσμια κλίμακα» (Από τον πρόλογο στη γαλλική και τη γερμανική έκδοση του έργου του Β. Ι. Λένιν «Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», Απαντα, τ. 27, σελ. 314).
Το Κόμμα μας από το 1918 μιλά για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Η κοσμοθεωρία του μαρξισμού - λενινισμού αποδεικνύει ότι είμαστε σε εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό και ότι έχουν δημιουργηθεί οι υλικές προϋποθέσεις από την εποχή ακόμα της Οχτωβριανής Επανάστασης. Από τότε δηλαδή που ο καπιταλισμός πέρασε στο μονοπωλιακό του στάδιο, τον ιμπεριαλισμό.
Στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 19ο Συνέδριο του Κόμματος, στο Σχέδιο Προγράμματος, αναφέρεται: «Ο ελληνικός λαός θα απαλλαγεί από τα δεσμά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων όταν η εργατική τάξη με τους συμμάχους της πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση και προχωρήσει στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Ο στρατηγικός στόχος του ΚΚΕ είναι η κατάκτηση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας, δηλαδή της δικτατορίας του προλεταριάτου, για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση ως ανώριμη βαθμίδα της κομμουνιστικής κοινωνίας.
Η επαναστατική αλλαγή στην Ελλάδα θα είναι σοσιαλιστική» (Θέση 73).
Με βάση το χαρακτήρα της εποχής και το γεγονός ότι ο καπιταλισμός στην Ελλάδα βρίσκεται στο ανώτατο στάδιο, τον ιμπεριαλισμό, δηλαδή το μονοπωλιακό καπιταλισμό, η επανάσταση θα είναι σοσιαλιστική.
Στο Σχέδιο Προγράμματος δε μιλάμε μόνο για την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, αλλά ότι είναι η μόνη εναλλακτική λύση, ότι ο σοσιαλισμός είναι επίκαιρος όσο ποτέ άλλοτε. Εξηγούμε ότι η βαρβαρότητα που ζει η εργατική τάξη οφείλεται στην κυριαρχία και την ισχυροποίηση του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Εχουν συσσωρευτεί τεράστια κεφάλαια, η παραγωγικότητα της εργασίας έχει μεγάλη πρόοδο και έχει οξυνθεί ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα μονοπώλια. Τα κεφάλαια μετακινούνται εκεί που υπάρχει το υψηλότερο κέρδος. Για την Ελλάδα ειδικότερα επέδρασε η ένταξη στην ΕΕ, που όξυνε την ανισόμετρη ανάπτυξη. Αυτοί οι παράγοντες καταδικάζουν τους εργάτες στην ανεργία και την αθλιότητα και απαξιώνουν, καταστρέφουν σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις.
Η παραπέρα ανάπτυξη της παραγωγής εμποδίζεται από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Οι ιδιοκτήτες ενδιαφέρονται μόνο για το κέρδος, για την αύξηση του κεφαλαίου τους. Παράγουν για το κέρδος και τη μεγέθυνση του κεφαλαίου τους και όχι για τις λαϊκές ανάγκες. Η οικονομική κρίση του καπιταλισμού ανέδειξε σε όλο της το μεγαλείο αυτή την πραγματικότητα.
Η εκδήλωση της γενικευμένης και συγχρονισμένης οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης έφερε στο προσκήνιο τον ιστορικά ξεπερασμένο και απάνθρωπο χαρακτήρα του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος, την επικαιρότητα και αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, την ανάγκη ανασύνταξης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, της χειραφέτησης του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Συνέβαλε στην όξυνση των ανισομετριών και των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, στη μεταβολή του συσχετισμού δυνάμεων στη διεθνή ιμπεριαλιστική πυραμίδα, στη ρευστότητα των συμμαχιών και στην ανάφλεξη παλαιών και νέων εστιών πολέμου.
Η καπιταλιστική κρίση έδωσε συντριπτικό χτύπημα στις αστικές θεωρίες, π.χ. περί αειφόρου ανάπτυξης. Ανέδειξε ολοκάθαρα την όξυνση των αντιφάσεων και δυσκολιών της αστικής διαχείρισης και γενικότερα τις δυσκολίες για το πέρασμα σε νέο κύκλο διευρυμένης αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου. Η όποια ανάκαμψη σημειώθηκε ήταν ανισόμετρη, αναιμική, ενώ στην Ευρωζώνη και στην Ιαπωνία τη διαδέχτηκε νέα υποχώρηση. Ο επόμενος κύκλος της κρίσης σε διεθνές επίπεδο θα είναι ακόμα πιο βαθύς. Αυτή η πραγματικότητα φέρνει στο προσκήνιο την αναγκαιότητα και τη δυνατότητα περάσματος στο σοσιαλισμό, αποκαλύπτοντας ότι τα ιστορικά όρια του καπιταλισμού είναι ξεπερασμένα. Η κερδοφορία και η αναπαραγωγή του κεφαλαίου εμποδίζονται από τον ανταγωνισμό, εσωτερικό και διεθνή, από την αναρχία στην παραγωγή, από την πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους. Παράγοντες που έχουν οξυνθεί συγκριτικά με προηγούμενες περιόδους εξαιτίας των μονοπωλίων. Η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, που διατρέχει τον καπιταλισμό από την εμφάνισή του, σήμερα έχει πάρει άλλες διαστάσεις. Μπροστά στις δυσκολίες που έχει το κεφάλαιο να αναπαράγει την κερδοφορία του δεν έχει άλλον τρόπο από την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, οξύνοντας στο έπακρο την αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας. Είναι αυτό που ζούμε σήμερα και επιταχύνεται λόγω της κρίσης. Δεν πρόκειται για κάτι προσωρινό.
Η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού προκύπτει από το γεγονός ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έχει φτάσει στο ανώτατο στάδιό του, που το κύριο γνώρισμά του είναι τα μονοπώλια. Δεν μπορεί να δώσει τίποτα άλλο. Αυτή είναι η ουσία του ιμπεριαλισμού.
Η γιγάντωση των μονοπωλίων, η διεθνοποίηση της καπιταλιστικής οικονομίας και της αγοράς εργασίας οξύνουν όλες τις αντιθέσεις, με μεγαλύτερη ένταση και ταχύτητα. Είναι βασικοί παράγοντες που οξύνουν την άναρχη ανάπτυξή του, την ανισομετρία ανάπτυξης χώρων και κλάδων οικονομίας. Είναι αυτοί οι παράγοντες που γεννούν τις κρίσεις που είναι όλο και πιο βαθιές, φέρνουν τον ανταγωνισμό και τον πόλεμο.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες εξετάζουμε τη θέση της Ελλάδας στο σύστημα του ιμπεριαλισμού.
Στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 19ο Συνέδριο για τη θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα αναφέρονται τα εξής: «Στο πλαίσιο της ανισόμετρης ανάπτυξης η Ελλάδα, με στοιχεία υποχώρησης, παραμένει σε ενδιάμεση θέση στη διεθνή ιμπεριαλιστική πυραμίδα, με εξαρτήσεις απ' τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, η Ελλάδα αποτελεί τον πιο αδύναμο κρίκο, παραμένοντας σε βαθιά κρίση, με υστέρηση στη βιομηχανική παραγωγή, αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και υψηλό δημόσιο χρέος.
Διευρύνθηκε η απόσταση της Ελλάδας από τις ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες της Ευρωζώνης. Συμπεριλαμβάνεται στους πιο αδύναμους κρίκους σε περίπτωση ανασύνθεσής της. Αν και η θέση της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου παραμένει σημαντική, εξασθενεί συγκριτικά με τη θέση της Τουρκίας και του Ισραήλ. Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας καταγράφεται απώλεια της καπιταλιστικής ανταγωνιστικής θέσης της, μεγάλη συρρίκνωση της παραγωγής, κυρίως στη μεταποίηση και τις κατασκευές και λιγότερο στην αγροτική παραγωγή, ενώ ο κλάδος της ναυτιλίας διατηρεί τον πρωταγωνιστικό ρόλο του στη διεθνή καπιταλιστική αγορά (ο ελληνόκτητος στόλος είναι 2η δύναμη παγκοσμίως και 1η δύναμη στην ΕΕ, ενώ ο στόλος υπό ελληνική σημαία είναι 6η δύναμη παγκοσμίως). Ο ελληνικός στόλος διακινούσε και εξακολουθεί να διακινεί σημαντικό μέρος των θαλάσσιων μεταφορών εμπορευμάτων και πετρελαίου προς τις ΗΠΑ. Αποτελεί το μοναδικό τμήμα του εγχώριου κεφαλαίου που διαπραγματεύεται από θέση ισχύος μέσα στην ΕΕ.
Οι πραγματικές αιτίες της θέσης της Ελλάδας βρίσκονται στις πολύμορφες συνέπειες της ανισόμετρης ανάπτυξης ως αποτέλεσμα και της πορείας ενσωμάτωσης στην ΕΕ - Ευρωζώνη και γενικότερα στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα. Η οικονομική καπιταλιστική κρίση όξυνε ακόμα περισσότερο αυτήν την πραγματικότητα.
Η διαπάλη ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα, τη συγκεκριμένη περίοδο, εστιάζεται στον έλεγχο των ενεργειακών πηγών και δρόμων μεταφοράς τους, των πηγών νερού, των θαλάσσιων διαδρόμων μεταφοράς εμπορευμάτων, με χαρακτηριστικές εστίες έντασης την Κασπία, την Ανατολική Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή, τον Περσικό Κόλπο, την Αφρική, τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και την Αρκτική. Δυναμώνει ο κίνδυνος και πιο γενικευμένων περιφερειακών συγκρούσεων, ακόμα και ενός γενικότερου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Σε αυτά τα πλαίσια αναδιατάσσονται ιμπεριαλιστικοί άξονες για τον έλεγχο αγορών και εδαφών» (Θέσεις 5 και 6).
Μιλώντας για τον ιμπεριαλισμό ως ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, ο Β. Ι. Λένιν μιλούσε βασικά και πρωταρχικά για την οικονομία του καπιταλισμού σ' αυτό το στάδιο της εμφάνισης και της κυριαρχίας των μονοπωλίων στην οικονομία. Στο έργο του «Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», που έγραψε το 1916, στον πρόλογο αναφέρει τα εξής:
«Θα ήθελα να ελπίζω ότι η μπροσούρα μου αυτή θα βοηθήσει να γίνει κατανοητό το βασικό οικονομικό πρόβλημα, που χωρίς τη μελέτη του δεν μπορεί να καταλάβει κανείς τίποτε από την εκτίμηση του σύγχρονου πολέμου και της σύγχρονης πολιτικής, και συγκεκριμένα: το πρόβλημα της οικονομικής ουσίας του ιμπεριαλισμού» (Απαντα, τ. 27, σελ. 308). Και συνέχιζε: «Αν δεν κατανοηθούν οι οικονομικές ρίζες αυτού του φαινομένου, αν δεν εκτιμηθεί η πολιτική και κοινωνική του σημασία, δεν μπορεί να γίνει ούτε βήμα στον τομέα της λύσης των πρακτικών καθηκόντων του κομμουνιστικού κινήματος» (στο ίδιο, σελ. 314).
Εχει τεράστια σημασία αυτή η επισήμανση του ίδιου, γραμμένη στα μέσα της εξέλιξης του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, επειδή ακριβώς από τότε οι οπορτουνιστές, ιδιαίτερα ο Κ. Κάουτσκι, με δεδομένο ότι ο πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός ανάμεσα σε δύο συνασπισμούς καπιταλιστικών κρατών για το εδαφικό μοίρασμα του κόσμου, αποσπούσαν την πολιτική από την οικονομία και έβλεπαν τον ιμπεριαλισμό ως πολιτική για τις προσαρτήσεις εδαφών από τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη.
Να τι έγραφε: «Ο ορισμός του Κάουτσκι λέει:
"Ο ιμπεριαλισμός είναι προϊόν του πολύ αναπτυγμένου βιομηχανικού καπιταλισμού. Συνίσταται στην τάση κάθε βιομηχανικού καπιταλιστικού έθνους να προσαρτά ή να υποτάσσει όλο και μεγαλύτερες αγροτικές (η υπογράμμιση είναι του Κάουτσκι) περιοχές, άσχετα από το ποια έθνη τις κατοικούν".
Αυτός ο ορισμός δεν αξίζει απολύτως τίποτε, γιατί είναι μονόπλευρος, δηλαδή ξεχωρίζει αυθαίρετα μονάχα το εθνικό ζήτημα (παρόλο που το ζήτημα αυτό είναι εξαιρετικά σπουδαίο, τόσο αυτό καθαυτό, όσο και στη σχέση του με τον ιμπεριαλισμό) και το συνδέει αυθαίρετα και όχι σωστά μόνο με το βιομηχανικό κεφάλαιο των χωρών που προσαρτούν άλλα έθνη, βάζοντας στην πρώτη μοίρα εξίσου αυθαίρετα και όχι σωστά την προσάρτηση αγροτικών περιοχών.
Ο ιμπεριαλισμός είναι η τάση για προσαρτήσεις - να πού καταλήγει το πολιτικό μέρος του ορισμού του Κάουτσκι»(Απαντα, τ. 27, σελ 394 - 395).
Ενώ ο Λένιν ανέπτυξε την πολιτική του ιμπεριαλισμού θεμελιώνοντας την οικονομική του βάση όχι μόνο για να εξηγήσει γιατί έγινε ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, αλλά κυρίως για να αποδείξει ότι ο καπιταλισμός έφτασε στο ανώτατο στάδιό του, ότι η εποχή του ιμπεριαλισμού είναι εποχή των σοσιαλιστικών επαναστάσεων. «Ο ιμπεριαλισμός είναι η παραμονή της κοινωνικής επανάστασης του προλεταριάτου».
Το ίδιο ζήτημα το δίνει ως εξής:
«Ο καπιταλισμός στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο οδηγεί άμεσα στην πιο ολόπλευρη κοινωνικοποίηση της παραγωγής... Η παραγωγή γίνεται κοινωνική, η ιδιοποίηση όμως μένει ατομική... Οταν η μεγάλη επιχείρηση γίνεται γιγάντια και οργανώνει σχεδιασμένα, με βάση τον ακριβή υπολογισμό ενός πλούτου στοιχείων, την προμήθεια της αρχικής πρώτης ύλης σε διαστάσεις: 2/3 ή 3/4 της συνολικής ποσότητας που είναι απαραίτητη για δεκάδες εκατομμύρια πληθυσμού. Οταν οργανώνεται συστηματικά η μεταφορά αυτής της πρώτης ύλης στα πιο κατάλληλα για την παραγωγή σημεία, που κάποτε απέχουν το ένα από το άλλο εκατοντάδες και χιλιάδες χιλιόμετρα. Οταν από ένα κέντρο διευθύνονται όλα τα στάδια της διαδοχικής κατεργασίας της πρώτης ύλης ως την παραγωγή μιας ολόκληρης σειράς ποικίλων έτοιμων προϊόντων. Οταν η διανομή αυτών των προϊόντων γίνεται με βάση ένα σχέδιο σε δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια καταναλωτές (πώληση του πετρελαίου και στην Αμερική και στη Γερμανία από το αμερικάνικο "Τραστ πετρελαίου"). Τότε γίνεται ολοφάνερο ότι έχουμε μπροστά μας μια κοινωνικοποίηση της παραγωγής» (Απαντα, τ. 27, σελ. 327 και 432).
Το μονοπώλιο, από τη μια μεριά σχεδιάζει την παραγωγή του έτσι που να εξοικονομεί φτηνές πρώτες ύλες, φτηνή ενέργεια, φτηνό και ειδικευμένο εργατικό δυναμικό, συγκεκριμένη εκ των προτέρων αγορά των παραγόμενων εμπορευμάτων. Ταυτόχρονα, η πραγματοποίηση αυτών των εμπορευμάτων γίνεται στην αγορά. Αντικειμενικά, η ύπαρξη των εμπορευματικών σχέσεων ενέχει τον ανταγωνισμό. Ετσι το μονοπώλιο δεν μπορεί να εξαλείψει και δεν εξαλείφει ποτέ τον ανταγωνισμό. Γεννιέται δίπλα σ' αυτόν και υπάρχει πάνω σ' αυτόν.
Η ανάπτυξη των στοιχείων σχεδιασμού της παραγωγής, η οποία γίνεται δυνατή από το μονοπώλιο, είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο πιο υψηλό είναι το επίπεδο της μονοπώλησης στους διάφορους τομείς της κοινωνικής παραγωγής. Αλλά ταυτόχρονα με τα στοιχεία του σχεδιασμού της παραγωγής, και είναι σημαντική αυτή η πλευρά στη δράση τους για την απόκτηση του μέγιστου κέρδους, ο καπιταλισμός παραμένει μια εμπορευματική μορφή παραγωγής που είναι υποταγμένη στην αύξηση των εμπορευμάτων και στην πραγματοποίησή τους στην αγορά. Γιατί και μέσα από την αύξηση της παραγωγής εμπορευμάτων και την πραγματοποίησή τους στην αγορά μπορεί να αυξάνονται τα κέρδη.
Ετσι ο σχεδιασμός, τον οποίο επιδιώκουν τα μονοπώλια, είναι συστατικό στοιχείο στη δράση τους, αλλά βρίσκεται σε αντίθεση με την εμπορευματική βάση του καπιταλισμού. Δεν μπορεί, λοιπόν, να επιτευχθεί σχεδιασμός σ' όλη την κλίμακα όλης της κοινωνικής παραγωγής, είναι αδύνατο στις συνθήκες του καπιταλισμού. Αυτό προϋποθέτει ένα ενιαίο μονοπώλιο, πράγμα όμως που βρίσκεται σε αξεπέραστη αντίθεση με τη φύση του μονοπωλίου ως καπιταλιστικής οικονομικής μορφής, σε αξεπέραστη αντίθεση με την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Το καπιταλιστικό μονοπώλιο που έχει ως συστατικό στοιχείο της δράσης του το σχεδιασμό, δρα σε συνθήκες ανταγωνισμού και μάλιστα οξύτατου ανάμεσα στα μονοπώλια. Ετσι, η σχεδιοποίηση έρχεται σε αντίθεση με τον ανταγωνισμό.
Ο σχεδιασμός, λοιπόν, ως συστατικό στοιχείο της δράσης των μονοπωλίων αντικειμενικά εμποδίζει και αποκλείει το σχεδιασμό της παραγωγής σ' ολόκληρη την κλίμακα όλης της κοινωνίας. Γιατί αν και κοινωνικοποιεί στο έπακρο την παραγωγή, εμποδίζεται από την ατομική - καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της και δεν μπορεί να είναι ολοκληρωμένη.
Ο συνδυασμός του σχεδιασμού από το μονοπώλιο με την καπιταλιστική βάση της παραγωγής, που συνδέεται άρρηκτα με την καπιταλιστική εκμετάλλευση και με την καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της κοινωνικής παραγωγής, είναι ένας συνδυασμός βαθιά αντιφατικός.
Αντικειμενικά, λοιπόν, η εμφάνιση των μονοπωλίων και η κυριαρχία του μονοπωλιακού καπιταλισμού φανερώνουν την αναγκαιότητα της αντιστοιχίας της κοινωνικοποιημένης παραγωγής με την ιδιοκτησία, που σημαίνει κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής ώστε οι δυνατότητες του σχεδιασμού στο επίπεδο του ξεχωριστού μονοπωλίου να εφαρμοστούν σ' ολόκληρη την κλίμακα της κοινωνικής παραγωγής.
Εχει επίσης τη σημασία της η επισήμανση του Λένιν στο κεφάλαιο «Κριτική του ιμπεριαλισμού» του έργου του «Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», που αναφέρεται στους αστούς των κυριαρχούμενων χωρών με την εκτίμηση ότι «οι αστοί εκπρόσωποι των καταπιεζόμενων εθνών δεν τραβάνε "πιο πέρα" προς τα μπρος», που δείχνει και τις σχέσεις των αστικών τάξεων κυρίαρχων και κυριαρχούμενων, βάζοντας το ζήτημα ότι σε ορισμένες από τις κυριαρχούμενες χώρες οι αστοί δεν εναντιώνονταν στους αστούς των κυρίαρχων κρατών, αν και την περίοδο που γράφτηκε το έργο δεν είχαν διαμορφωθεί τα έθνη - κράτη σε όλο τον κόσμο. Προφανώς γιατί τα συμφέροντά τους πραγματοποιούνταν απ' αυτές τις σχέσεις. Να τι γράφει:
«Οι αστοί επιστήμονες και δημοσιολόγοι εμφανίζονται σαν υπερασπιστές του ιμπεριαλισμού συνήθως με κάπως σκεπασμένη μορφή, συγκαλύπτοντας την απόλυτη κυριαρχία του ιμπεριαλισμού και τις βαθιές του ρίζες, επιδιώκοντας να προωθήσουν στην πρώτη γραμμή τα μικροπράγματα και τις δευτερεύουσες λεπτομέρειες, προσπαθώντας να αποτραβήξουν την προσοχή από την ουσία του ζητήματος με εντελώς ασήμαντα σχέδια για "μεταρρυθμίσεις", όπως η αστυνομική επίβλεψη των τραστ ή των τραπεζών κ.τ.λ. Πιο σπάνια εμφανίζονται οι κυνικοί, ανοιχτοί ιμπεριαλιστές, που έχουν την τόλμη να αναγνωρίσουν ότι είναι ανόητη η σκέψη για μεταρρύθμιση των βασικών ιδιοτήτων του ιμπεριαλισμού.
Θα αναφέρουμε ένα παράδειγμα. Στην έκδοση "Αρχείο της παγκόσμιας οικονομίας" οι Γερμανοί ιμπεριαλιστές προσπαθούν να παρακολουθήσουν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα των αποικιών και ιδιαίτερα, φυσικά, των μη γερμανικών αποικιών. Σημειώνουν αναβρασμό και διαμαρτυρίες στην Ινδία, κίνημα στο Νατάλ (Νότια Αφρική), στην Ολλανδική Ινδία κ.τ.λ. Ενας απ' αυτούς, παίρνοντας αφορμή από την αγγλική έκδοση, που κάνει τον απολογισμό της συνδιάσκεψης των υποδουλωμένων εθνών και φυλών, που έγινε στις 28-30 του Ιούνη 1910 και στην οποία πήραν μέρος αντιπρόσωποι διαφόρων λαών της Ασίας, της Αφρικής και της Ευρώπης, που βρίσκονται κάτω από ξένη κυριαρχία, σ' ένα σημείωμά του, κρίνοντας τους λόγους που εκφωνήθηκαν σ' αυτή τη συνδιάσκεψη, γράφει: "Μας λένε ότι πρέπει να πολεμήσουμε τον ιμπεριαλισμό. Τα κυρίαρχα κράτη πρέπει ν' αναγνωρίσουν το δικαίωμα της ανεξαρτησίας των υποδουλωμένων λαών. Ενα διεθνές δικαστήριο πρέπει να επιβλέπει την εφαρμογή των συμφώνων που κλείνουν οι μεγάλες Δυνάμεις με τους αδύνατους λαούς. Η συνδιάσκεψη δεν προχωρεί πέρα απ' αυτούς τους ευσεβείς πόθους. Εμείς δεν βλέπουμε ούτε ίχνος κατανόησης της αλήθειας ότι ο ιμπεριαλισμός συνδέεται αδιάρρηκτα με τον καπιταλισμό στη σημερινή του μορφή κι ότι γι' αυτό το λόγο (!!) η άμεση καταπολέμηση του ιμπεριαλισμού δεν έχει ελπίδες επιτυχίας, εκτός αν περιοριστεί σε ενέργειες ενάντια σε ορισμένες ιδιαίτερα αποκρουστικές υπερβολές". Αφού η ρεφορμιστική διόρθωση των βάσεων του ιμπεριαλισμού είναι απάτη, "ευσεβής πόθος", αφού οι αστοί εκπρόσωποι των καταπιεζόμενων εθνών δεν τραβάνε "πιο πέρα" προς τα μπρος, γι' αυτό ο αστός εκπρόσωπος του έθνους που καταπιέζει τραβάει "πιο πέρα", προς τα πίσω, προς τη δουλοπρέπεια απέναντι στον ιμπεριαλισμό, δουλοπρέπεια ντυμένη με αξιώσεις "επιστημοσύνης". "Λογική" να σου πετύχει!» (Απαντα, τ. 27. σελ 414 - 415).
Μετά απ' όλ' αυτά δημοσιεύουμε ολόκληρο το έβδομο κεφάλαιο του συγκεκριμένου έργου του Λένιν, που δείχνει τόσο την οικονομική ουσία του ιμπεριαλισμού, όσο και τη σχέση οικονομίας - πολιτικής στο ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού και την ανισομετρία στην ανάπτυξη (Απαντα, τ. 27, σελ 391 - 403).
VII. Ο ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ, ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ
Πρέπει να προσπαθήσουμε τώρα να βγάλουμε μερικά συμπεράσματα, να συγκεφαλαιώσουμε όσα είπαμε πιο πάνω για τον ιμπεριαλισμό. Ο ιμπεριαλισμός εμφανίστηκε σαν παραπέρα ανάπτυξη και άμεση συνέχιση των βασικών ιδιοτήτων του καπιταλισμού γενικά. Ο καπιταλισμός όμως έγινε καπιταλιστικός ιμπεριαλισμός μόνο σε ορισμένη, πολύ υψηλή βαθμίδα της ανάπτυξής του, όταν μερικές βασικές ιδιότητες του καπιταλισμού άρχισαν να μετατρέπονται στο αντίθετό τους, όταν διαμορφώθηκαν και φανερώθηκαν σ' όλη τη γραμμή τα χαρακτηριστικά της μεταβατικής εποχής από τον καπιταλισμό σ' ένα ανώτερο κοινωνικοοικονομικό καθεστώς. Το βασικό σ' αυτό το προτσές από οικονομική άποψη είναι η αντικατάσταση του καπιταλιστικού ελεύθερου συναγωνισμού από τα καπιταλιστικά μονοπώλια. Ο ελεύθερος συναγωνισμός είναι η βασική ιδιότητα του καπιταλισμού και της εμπορευματικής παραγωγής γενικά. Το μονοπώλιο είναι η άμεση αντίθεση του ελεύθερου συναγωνισμού. Ο τελευταίος αυτός όμως άρχισε μπροστά στα μάτια μας να μετατρέπεται σε μονοπώλιο, δημιουργώντας τη μεγάλη παραγωγή, εκτοπίζοντας τη μικρή, αντικαθιστώντας τη μεγάλη με την πολύ μεγάλη, οδηγώντας τη συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου ως το σημείο που απ' αυτήν αναπτυσσόταν και αναπτύσσεται το μονοπώλιο: τα καρτέλ, τα συνδικάτα, τα τραστ και το συγχωνευόμενο μ' αυτά κεφάλαιο καμιάς δεκάδας τραπεζών που διαχειρίζονται δισεκατομμύρια. Ταυτόχρονα, τα μονοπώλια, ξεπηδώντας από τον ελεύθερο συναγωνισμό, δεν τον καταργούν, μα υπάρχουν πάνω και δίπλα σ' αυτόν, γεννώντας έτσι μια σειρά εξαιρετικά οξείες και βίαιες αντιθέσεις, προστριβές, συγκρούσεις. Το μονοπώλιο είναι πέρασμα από τον καπιταλισμό σ' ένα ανώτερο σύστημα.
Αν θα χρειαζόταν να δοθεί ένας όσο το δυνατό πιο σύντομος ορισμός του ιμπεριαλισμού, θα έπρεπε να πούμε ότι ο ιμπεριαλισμός είναι το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού. Ο ορισμός αυτός θα περιείχε το κυριότερο, γιατί, από τη μια μεριά, το χρηματιστικό κεφάλαιο είναι το τραπεζικό κεφάλαιο μερικών πάρα πολύ μεγάλων μονοπωλιακών τραπεζών, που έχει συγχωνευτεί με το κεφάλαιο των μονοπωλιακών ενώσεων των βιομηχάνων και από την άλλη, το μοίρασμα του κόσμου είναι το πέρασμα από την αποικιακή πολιτική, που επεκτείνεται ανεμπόδιστα πάνω σε περιοχές που δεν τις έχει αρπάξει καμιά καπιταλιστική Δύναμη, στην αποικιακή πολιτική της μονοπωλιακής κατοχής των εδαφών της γης, που έχει ολότελα μοιραστεί.
Οι πολύ σύντομοι όμως ορισμοί, αν και είναι βολικοί, γιατί συνοψίζουν το κυριότερο, είναι ωστόσο ανεπαρκείς, όταν πρόκειται να συναγάγουμε ιδιαίτερα απ' αυτούς τα πιο ουσιαστικά γνωρίσματα του φαινομένου που έχουμε να καθορίσουμε. Γι' αυτό, χωρίς να ξεχνάμε τη συμβατική και σχετική σημασία όλων των ορισμών γενικά, που ποτέ δεν μπορούν ν' αγκαλιάσουν τις ολόπλευρες σχέσεις του φαινομένου στην πλήρη ανάπτυξή του, πρέπει να δώσουμε έναν τέτοιο ορισμό του ιμπεριαλισμού, που θα περιέκλεινε τα παρακάτω πέντε βασικά του γνωρίσματα: 1) Συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου, που έχει φτάσει σε τέτοια υψηλή βαθμίδα ανάπτυξης, ώστε να δημιουργεί μονοπώλια που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή. 2) Συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό και δημιουργία μιας χρηματιστικής ολιγαρχίας πάνω στη βάση αυτού του «χρηματιστικού κεφαλαίου». 3) Εξαιρετικά σπουδαία σημασία αποκτάει η εξαγωγή κεφαλαίου, σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων. 4) Συγκροτούνται διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις των καπιταλιστών, οι οποίες μοιράζουν τον κόσμο και 5) έχει τελειώσει το εδαφικό μοίρασμα της γης ανάμεσα στις μεγαλύτερες καπιταλιστικές Δυνάμεις. Ο ιμπεριαλισμός είναι ο καπιταλισμός στο στάδιο εκείνο της ανάπτυξης, στο οποίο έχει διαμορφωθεί η κυριαρχία των μονοπωλίων και του χρηματιστικού κεφαλαίου, έχει αποκτήσει εξαιρετική σημασία η εξαγωγή κεφαλαίου, έχει αρχίσει το μοίρασμα του κόσμου από τα διεθνή τραστ και έχει τελειώσει το μοίρασμα όλων των εδαφών της γης από τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες.
Θα δούμε ακόμη παρακάτω πώς μπορεί και πρέπει να δοθεί διαφορετικός ορισμός του ιμπεριαλισμού, αν πάρουμε υπόψη μας όχι μόνο τις βασικές καθαρά οικονομικές έννοιες (στις οποίες περιορίζεται ο ορισμός που αναφέραμε), μα και την ιστορική θέση του δοσμένου σταδίου του καπιταλισμού σε σχέση με τον καπιταλισμό γενικά, ή τη σχέση του ιμπεριαλισμού με τις δυο βασικές κατευθύνσεις μέσα στο εργατικό κίνημα. Τώρα όμως πρέπει να σημειώσουμε ότι ο ιμπεριαλισμός, όταν τον εννοούμε με την έννοια που αναφέραμε, αποτελεί χωρίς αμφιβολία ιδιαίτερο στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού. Για να δώσουμε τη δυνατότητα στον αναγνώστη να σχηματίσει μια όσο το δυνατό πιο θεμελιωμένη αντίληψη του ιμπεριαλισμού, προσπαθήσαμε σκόπιμα ν' αναφέρουμε όσο το δυνατό περισσότερες γνώμες αστών οικονομολόγων, που αναγκάζονται να παραδεχτούν τα γεγονότα της νεότερης οικονομίας του καπιταλισμού, τα οποία έχουν διαπιστωθεί με τρόπο εντελώς αδιαφιλονίκητο. Για τον ίδιο σκοπό αναφέραμε λεπτομερή στατιστικά στοιχεία, που μας επιτρέπουν να δούμε μέχρι ποιον ακριβώς βαθμό αναπτύχθηκε το τραπεζικό κεφάλαιο κ.τ.λ., σε τι ακριβώς εκφράζεται το πέρασμα της ποσότητας στην ποιότητα, το πέρασμα του αναπτυγμένου καπιταλισμού στον ιμπεριαλισμό. Είναι βέβαια περιττό να πούμε ότι όλα τα όρια στη φύση και στην κοινωνία είναι συμβατικά και κινητά, ότι θα ήταν ανοησία να συζητάει κανείς λ.χ. για το ζήτημα σε ποιο χρόνο ή δεκαετία ανάγεται η «οριστική» διαμόρφωση του ιμπεριαλισμού.
Χρειάζεται όμως να γίνει συζήτηση για τον ορισμό του ιμπεριαλισμού πρώτα απ' όλα με τον Κ. Κάουτσκι, τον κυριότερο θεωρητικό του μαρξισμού της εποχής της λεγόμενης Δεύτερης Διεθνούς, δηλαδή της 25ετίας 1889 - 1914. Ενάντια στις βασικές ιδέες που εκφράζονται στον ορισμό του ιμπεριαλισμού που δώσαμε εμείς αντιτάχθηκε ο Κάουτσκι με τον πιο αποφασιστικό τρόπο και το 1915, μα ακόμη και το Νοέμβρη του 1914, δηλώνοντας ότι με την έννοια ιμπεριαλισμός δεν πρέπει να εννοούμε μια «φάση» ή βαθμίδα της οικονομίας, αλλά μια πολιτική, και μάλιστα τη συγκεκριμένη πολιτική που «προτιμάει» το χρηματιστικό κεφάλαιο, ότι ο ιμπεριαλισμός δεν πρέπει «να ταυτίζεται» με το «σύγχρονο καπιταλισμό», ότι αν με την έννοια ιμπεριαλισμός εννοούμε «όλα τα φαινόμενα του σύγχρονου καπιταλισμού» - τα καρτέλ, τον προστατευτισμό, την κυριαρχία των χρηματιστών, την αποικιακή πολιτική - τότε το ζήτημα της ανάγκης του ιμπεριαλισμού για τον καπιταλισμό ανάγεται στην «πιο ρηχή ταυτολογία», γιατί τότε «ο ιμπεριαλισμός αποτελεί φυσικά ζωτική ανάγκη για τον καπιταλισμό» κ.τ.λ. Τη σκέψη του Κάουτσκι θα την εκφράσουμε ακριβέστερα, αν αναφέρουμε τον ορισμό του για τον ιμπεριαλισμό, που στρέφεται κατευθείαν ενάντια στην ουσία των ιδεών που εκθέσαμε (γιατί οι αντιρρήσεις από το στρατόπεδο των Γερμανών μαρξιστών που χρόνια ολόκληρα κήρυσσαν παρόμοιες ιδέες, είναι από καιρό γνωστές στον Κάουτσκι, σαν αντιρρήσεις ορισμένου ρεύματος του μαρξισμού).
Ο ορισμός του Κάουτσκι λέει:
«Ο ιμπεριαλισμός είναι προϊόν του πολύ αναπτυγμένου βιομηχανικού καπιταλισμού. Συνίσταται στην τάση κάθε βιομηχανικού καπιταλιστικού έθνους να προσαρτά ή να υποτάσσει όλο και μεγαλύτερες αγροτικές (η υπογράμμιση είναι του Κάουτσκι) περιοχές, άσχετα από το ποια έθνη τις κατοικούν»1.
Αυτός ο ορισμός δεν αξίζει απολύτως τίποτε, γιατί είναι μονόπλευρος, δηλαδή ξεχωρίζει αυθαίρετα μονάχα το εθνικό ζήτημα (παρόλο που το ζήτημα αυτό είναι εξαιρετικά σπουδαίο, τόσο αυτό καθαυτό, όσο και στη σχέση του με τον ιμπεριαλισμό) και το συνδέει αυθαίρετα και όχι σωστά μόνο με το βιομηχανικό κεφάλαιο των χωρών που προσαρτούν άλλα έθνη, βάζοντας στην πρώτη μοίρα εξίσου αυθαίρετα και όχι σωστά την προσάρτηση αγροτικών περιοχών.
Ο ιμπεριαλισμός είναι η τάση για προσαρτήσεις - να πού καταλήγει το πολιτικό μέρος του ορισμού του Κάουτσκι. Είναι σωστό, αλλά στο έπακρο ατελές, γιατί πολιτικά ο ιμπεριαλισμός είναι γενικά η τάση προς τη βία και την αντίδραση. Εδώ όμως μας απασχολεί η οικονομική πλευρά της υπόθεσης, που την έμπασε στον ορισμό του ο ίδιος ο Κάουτσκι. Τα λάθη του ορισμού του Κάουτσκι χτυπούν στα μάτια. Για τον ιμπεριαλισμό είναι χαρακτηριστικό ίσα - ίσα όχι το βιομηχανικό, μα το χρηματιστικό κεφάλαιο. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Γαλλία η εξαιρετικά γοργή ανάπτυξη του χρηματιστικού κεφαλαίου, με παράλληλη εξασθένιση του βιομηχανικού, προκάλεσε από τη δεκαετία 1880 - 1890 και δω την εξαιρετική όξυνση της (αποικιακής) πολιτικής των προσαρτήσεων. Για τον ιμπεριαλισμό είναι χαρακτηριστική η τάση ακριβώς για προσαρτήσεις όχι μόνο αγροτικών περιοχών, αλλά ακόμη και των πιο βιομηχανικών (οι γερμανικές βλέψεις στο Βέλγιο, οι γαλλικές στη Λωραίνη), γιατί, πρώτο, ο τερματισμός του μοιράσματος του κόσμου αναγκάζει κατά το ξαναμοίρασμα ν' απλώνονται τα χέρια σε κάθε λογής εδάφη. Δεύτερο, το ουσιαστικό για τον ιμπεριαλισμό είναι ο ανταγωνισμός μερικών μεγάλων Δυνάμεων που τείνουν προς την ηγεμονία, δηλ. προς το άρπαγμα εδαφών όχι τόσο άμεσα για τον εαυτό τους, όσο για την εξασθένιση του αντιπάλου και την υπόσκαψη της ηγεμονίας του (για τη Γερμανία το Βέλγιο έχει ιδιαίτερη σπουδαιότητα, σαν σημείο στήριξης ενάντια στην Αγγλία, για την Αγγλία η Βαγδάτη, σα σημείο στήριξης ενάντια στη Γερμανία κ.τ.λ.).
Ο Κάουτσκι αναφέρεται ιδιαίτερα - και επανειλημμένα - στους Αγγλους, που έχουν δήθεν καθορίσει την καθαρά πολιτική σημασία της λέξης ιμπεριαλισμός με την έννοια που της δίνει ο Κάουτσκι. Ας πάρουμε τον Αγγλο Χόμπσον στο έργο του «Ο ιμπεριαλισμός», που εκδόθηκε το 1902, διαβάζουμε:
«Ο νέος ιμπεριαλισμός διαφέρει από τον παλιό, πρώτο, με το ότι στη θέση των τάσεων μιας αναπτυσσόμενης αυτοκρατορίας βάζει τη θεωρία και την πράξη των ανταγωνιζόμενων αυτοκρατοριών, που η καθεμιά τους καθοδηγείται από τους ίδιους πόθους της πολιτικής επέκτασης και του εμπορικού οφέλους. Δεύτερο, με την επικράτηση πάνω στα εμπορικά συμφέροντα των χρηματιστικών συμφερόντων ή των συμφερόντων που σχετίζονται με την τοποθέτηση κεφαλαίων»2.
Βλέπουμε ότι ο Κάουτσκι ουσιαστικά δεν έχει καθόλου δίκιο, όταν αναφέρεται στους Αγγλους γενικά (θα μπορούσε να αναφερθεί το πολύ στους χυδαίους Αγγλους ιμπεριαλιστές ή τους ανοιχτούς απολογητές του ιμπεριαλισμού). Βλέπουμε ότι ο Κάουτσκι, που ισχυρίζεται ότι εξακολουθεί να υπερασπίζει το μαρξισμό, στην πραγματικότητα κάνει ένα βήμα προς τα πίσω σε σύγκριση με τον σοσιαλφιλελεύθερο Χόμπσον, που εκτιμάει πιο σωστά τις δύο «ιστορικά συγκεκριμένες» (ο Κάουτσκι με τον ορισμό του κοροϊδεύει ακριβώς το ιστορικά συγκεκριμένο!) ιδιότητες του σύγχρονου ιμπεριαλισμού: 1) Τον ανταγωνισμό μερικών ιμπεριαλισμών και 2) την υπεροχή του χρηματιστή απέναντι στον έμπορο. Οταν όμως γίνεται λόγος κυρίως για το ότι μια βιομηχανική χώρα προσάρτησε μια αγροτική, τότε τονίζεται ο κυρίαρχος ρόλος του εμπόρου.
Ο ορισμός του Κάουτσκι δεν είναι μόνο λαθεμένος και μη μαρξιστικός. Χρησιμεύει σαν βάση ενός ολόκληρου συστήματος απόψεων, που ξεκόβουν σε όλη τη γραμμή και με τη μαρξιστική θεωρία και με τη μαρξιστική πράξη. Για το ζήτημα όμως αυτό θα μιλήσουμε παρακάτω. Δεν είναι καθόλου σοβαρή η συζήτηση που προκάλεσε ο Κάουτσκι γύρω από λέξεις: Αν πρέπει να ονομαστεί η νεότατη βαθμίδα του καπιταλισμού ιμπεριαλισμός ή βαθμίδα του χρηματιστικού κεφαλαίου. Ονομάστε την όπως θέλετε, το ίδιο κάνει. Η ουσία του ζητήματος βρίσκεται στο ότι ο Κάουτσκι αποσπάει την πολιτική του ιμπεριαλισμού από την οικονομία του, λέγοντας ότι οι προσαρτήσεις είναι η πολιτική «την οποία προτιμάει» το χρηματιστικό κεφάλαιο και αντιπαραθέτοντας σ' αυτή μια άλλη πιθανή δήθεν αστική πολιτική πάνω στην ίδια βάση του χρηματιστικού κεφαλαίου. Βγαίνει έτσι ότι τα μονοπώλια στην οικονομία μπορούν να συνυπάρχουν με ένα όχι μονοπωλιακό, όχι βίαιο, όχι αρπακτικό τρόπο δράσης στην πολιτική. Βγαίνει έτσι ότι το εδαφικό μοίρασμα της γης, που τελείωσε ακριβώς στην εποχή του χρηματιστικού κεφαλαίου και που αποτελεί τη βάση της ιδιομορφίας των σημερινών μορφών ανταγωνισμού ανάμεσα στα μεγαλύτερα καπιταλιστικά κράτη, μπορεί να συνυπάρχει με μια μη ιμπεριαλιστική πολιτική. Σαν αποτέλεσμα έχουμε συγκάλυψη και άμβλυνση των πιο θεμελιακών αντιθέσεων της νεότατης βαθμίδας του καπιταλισμού, αντί ξεσκέπασμα του βάθους αυτών των αντιθέσεων, σαν αποτέλεσμα έχουμε έναν αστικό ρεφορμισμό αντί μαρξισμό.
Ο Κάουτσκι φιλονικεί με το Γερμανό απολογητή του ιμπεριαλισμού και των προσαρτήσεων, Κούνοφ, που κρίνει χοντροκομμένα και κυνικά: ο ιμπεριαλισμός είναι ο σύγχρονος καπιταλισμός, η ανάπτυξη του καπιταλισμού είναι αναπόφευκτη και προοδευτική, επομένως ο ιμπεριαλισμός είναι προοδευτικός, επομένως πρέπει να φερνόμαστε με δουλοπρέπεια απέναντι στον ιμπεριαλισμό και να τον δοξολογούμε! Κάτι σαν τη γελοιογραφία που ζωγράφισαν οι ναρόντνικοι ενάντια στους Ρώσους μαρξιστές το 1894 - 1895: αφού οι μαρξιστές - έλεγαν οι ναρόντνικοι, - θεωρούν τον καπιταλισμό στη Ρωσία αναπόφευκτο και προοδευτικό, τότε θα πρέπει ν' ανοίξουν ταβέρνες και να καταπιαστούν με τη διάδοση του καπιταλισμού. Ο Κάουτσκι προβάλλει στον Κούνοφ την αντίρρηση: όχι, ο ιμπεριαλισμός δεν είναι ο σύγχρονος καπιταλισμός, μα μονάχα μια από τις μορφές της πολιτικής του σύγχρονου καπιταλισμού, κι εμείς μπορούμε και πρέπει να παλεύουμε ενάντια σ' αυτή την πολιτική, να παλεύουμε ενάντια στον ιμπεριαλισμό, ενάντια στις προσαρτήσεις κ.τ.λ.
Η αντίρρηση φαίνεται απόλυτα εύλογη, στην πράξη όμως ισοδυναμεί με το πιο εκλεπτυσμένο, με το πιο συγκαλυμμένο, (και γι' αυτό πιο επικίνδυνο) κήρυγμα συμφιλίωσης με τον ιμπεριαλισμό, γιατί η «πάλη» ενάντια στην πολιτική των τραστ και των τραπεζών, που δε θίγει τις βάσεις της οικονομίας των τραστ και των τραπεζών, καταλήγει στον αστικό ρεφορμισμό και στον πασιφισμό, σε ευσεβείς και αθώους πόθους. Να αποσιωπάς τις υπάρχουσες αντιθέσεις, να ξεχνάς τις πιο σπουδαίες απ' αυτές, αντί να ξεσκεπάζεις όλο το βάθος των αντιθέσεων - να η θεωρία του Κάουτσκι, που δεν έχει τίποτε το κοινό με το μαρξισμό. Και είναι ευνόητο ότι μια τέτοια «θεωρία» χρησιμεύει απλώς για την υπεράσπιση της ιδέας της ενότητας με τους Κούνοφ!
«Από καθαρά οικονομική άποψη - γράφει ο Κάουτσκι - δεν αποκλείεται ο καπιταλισμός να περάσει ακόμη μια νέα φάση: τη φάση της μεταφοράς της πολιτικής των καρτέλ στην εξωτερική πολιτική, τη φάση του ουλτραϊμπεριαλισμού»3,
δηλαδή του υπεριμπεριαλισμού, της συνένωσης των ιμπεριαλισμών όλου του κόσμου και όχι της πάλης ανάμεσά τους, τη φάση του σταματήματος των πολέμων στις συνθήκες του καπιταλισμού, τη φάση της «από κοινού εκμετάλλευσης του κόσμου από το διεθνικά - ενωμένο χρηματιστικό κεφάλαιο»4.
Σ' αυτή τη «θεωρία του υπεριμπεριαλισμού» θα χρειαστεί να σταθούμε παρακάτω, για να δείξουμε λεπτομερειακά ως ποιο βαθμό η θεωρία αυτή ξεκόβει κατηγορηματικά και αμετάκλητα από το μαρξισμό. Εδώ όμως πρέπει, σύμφωνα με το γενικό σχέδιο τούτης της μελέτης, να ρίξουμε μια ματιά πάνω στα ακριβή οικονομικά στοιχεία που σχετίζονται μ' αυτό το ζήτημα. Είναι πιθανός «από καθαρά οικονομική άποψη» ο «υπεριμπεριαλισμός» ή πρόκειται για υπερανοησία;
Αν, λέγοντας καθαρά οικονομική άποψη, εννοούμε μια «καθαρά» αφηρημένη έννοια, τότε όλα όσα μπορούμε να πούμε καταλήγουν στη θέση: η ανάπτυξη οδηγεί προς τα μονοπώλια, συνεπώς προς ένα παγκόσμιο μονοπώλιο, προς ένα παγκόσμιο τραστ. Αυτό είναι αναμφισβήτητο, μα και απόλυτα χωρίς κανένα περιεχόμενο, όπως η διαβεβαίωση ότι η «ανάπτυξη οδηγεί» προς την παραγωγή των ειδών διατροφής μέσα σε επιστημονικά εργαστήρια. Με την έννοια αυτή η «θεωρία» του υπεριμπεριαλισμού είναι η ίδια ακριβώς ανοησία, όπως θα ήταν η «θεωρία της υπεργεωργίας».
Αν όμως μιλάμε για τις «καθαρά οικονομικές» συνθήκες της εποχής του χρηματιστικού κεφαλαίου, σαν μιας ιστορικά συγκεκριμένης εποχής που ανάγεται στις αρχές του 20ου αιώνα, τότε η καλύτερη απάντηση στις νεκρές αφαιρέσεις του «υπεριμπεριαλισμού» (που εξυπηρετούν αποκλειστικά έναν υπεραντιδραστικό σκοπό: ν' αποσπάσουν την προσοχή από το βάθος των αντιθέσεων που υπάρχουν) είναι ν' αντιπαραθέσουμε σ' αυτές τη συγκεκριμένη οικονομική πραγματικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας οικονομίας. Οι χωρίς περιεχόμενο φλυαρίες του Κάουτσκι για τον υπεριμπεριαλισμό ενθαρρύνουν, ανάμεσα στ' άλλα, τη βαθιά λαθεμένη σκέψη, που χύνει νερό στο μύλο των απολογητών του ιμπεριαλισμού, τη σκέψη ότι τάχα η κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου εξασθενίζει την ανισομετρία και τις αντιθέσεις μέσα στην παγκόσμια οικονομία, ενώ στην πραγματικότητα τις δυναμώνει5.
Στο βιβλιαράκι του: «Εισαγωγή στην παγκόσμια οικονομία»6 ο Ρ. Κάλβερ έκανε μια προσπάθεια να συνοψίσει τα κυριότερα καθαρά οικονομικά στοιχεία, που επιτρέπουν να σχηματίσει κανείς μια συγκεκριμένη αντίληψη για τις αμοιβαίες σχέσεις μέσα στην παγκόσμια οικονομία στο μεταίχμιο του 19ου και του 20ού αιώνα. Ο Ρ. Κάλβερ χωρίζει όλο τον κόσμο σε 5 «κύριες οικονομικές περιοχές»: 1) Τη μεσευρωπαϊκή (όλη η Ευρώπη εκτός από τη Ρωσία και την Αγγλία). 2) Τη βρετανική. 3) Τη ρωσική. 4) Την ανατολική ασιατική και 5) την αμερικανική, συμπεριλαβαίνοντας τις αποικίες στις «περιοχές» των κρατών, στα οποία ανήκουν και «αφήνοντας κατά μέρος» μερικές χώρες, που δεν έχουν κατανεμηθεί στις περιοχές, όπως λόγου χάρη την Περσία, το Αφγανιστάν και την Αραβία στην Ασία, στο Μαρόκο και την Αβησσυνία στην Αφρική κ.τ.λ.
Να σε περιληπτική μορφή τα οικονομικά στοιχεία που αναφέρει για τις περιοχές αυτές:
+++ ΠΙΝΑΚΑΣ 1
Μέσα στις παρενθέσεις είναι η έκταση και ο πληθυσμός των αποικιών.
Βλέπουμε εδώ τρεις περιοχές με υψηλά αναπτυγμένο καπιταλισμό (ισχυρή ανάπτυξη και των συγκοινωνιών, και του εμπορίου, και της βιομηχανίας): τη μεσευρωπαϊκή, τη βρετανική και την αμερικανική. Ανάμεσα σ' αυτές βλέπουμε τρία κυρίαρχα στον κόσμο κράτη: Γερμανία, Αγγλία, Ενωμένες Πολιτείες. Ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός τους και η πάλη ανάμεσά τους έχουν εξαιρετικά οξυνθεί, γιατί η Γερμανία έχει μια ασήμαντη περιοχή και λίγες αποικίες. Η δημιουργία της «Μεσευρώπης» είναι ακόμη έργο του μέλλοντος και γεννιέται με απεγνωσμένο αγώνα. Για την ώρα γνώρισμα όλης της Ευρώπης είναι το πολιτικό κομμάτιασμα. Αντίθετα, στη βρετανική και στην αμερικανική περιοχή είναι πολύ υψηλή η πολιτική συγκέντρωση, όμως είναι τεράστια η δυσαναλογία ανάμεσα στις απέραντες αποικίες της πρώτης και τις ασήμαντες της δεύτερης. Στις αποικίες ο καπιταλισμός μόλις αρχίζει ν' αναπτύσσεται. Ο αγώνας για τη Νότια Αμερική ολοένα και οξύνεται.
Δυο περιοχές με ασθενικά αναπτυγμένο τον καπιταλισμό είναι η ρωσική και η ανατολική ασιατική. Στην πρώτη η πυκνότητα του πληθυσμού είναι εξαιρετικά μικρή, στη δεύτερη εξαιρετικά μεγάλη. Στην πρώτη η πολιτική συγκέντρωση είναι μεγάλη, στη δεύτερη λείπει. Την Κίνα μόλις τώρα άρχισαν να τη μοιράζουν και ο αγώνας γι' αυτήν ανάμεσα στην Ιαπωνία, τις Ενωμένες Πολιτείες κτλ. οξύνεται όλο και περισσότερο.
Παραβάλλετε αυτή την πραγματικότητα - την τεράστια ποικιλομορφία των οικονομικών και πολιτικών συνθηκών, την άκρα δυσαναλογία στην ταχύτητα ανάπτυξης των διαφόρων χωρών κτλ., τη λυσσαλέα πάλη ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη - με το ανόητο παραμυθάκι του Κάουτσκι για τον «ειρηνικό» υπεριμπεριαλισμό. Μήπως αυτό δεν είναι μια αντιδραστική προσπάθεια τρομαγμένου μικροαστού να κρυφτεί από τη σκληρή πραγματικότητα; Μήπως τα διεθνή καρτέλ, που ο Κάουτσκι τα βλέπει σαν έμβρυα του «υπεριμπεριαλισμού» (όπως η παραγωγή δισκίων στα επιστημονικά εργαστήρια «μπορεί» να ανακηρυχθεί έμβρυο της υπεργεωργίας), δεν μας προσφέρουν ένα παράδειγμα για το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα του κόσμου, για το πέρασμα από το ειρηνικό μοίρασμα στο μη ειρηνικό και αντίστροφα; Μήπως το χρηματιστικό κεφάλαιο της Αμερικής και άλλων χωρών που μοίρασε ειρηνικά όλο τον κόσμο, με τη συμμετοχή της Γερμανίας λ.χ. στο διεθνές συνδικάτο των σιδηροτροχιών ή στο διεθνές τραστ της εμπορικής ναυσιπλοΐας, δεν ξαναμοιράζει τώρα τον κόσμο με βάση τους νέους συσχετισμούς των δυνάμεων, που μεταβάλλονται με τρόπο ολωσδιόλου μη ειρηνικό;
Το χρηματιστικό κεφάλαιο και τα τραστ δεν αδυνατίζουν, μα δυναμώνουν τις διαφορές στην ταχύτητα με την οποία αναπτύσσονται τα διάφορα τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας. Και μια και άλλαξαν οι συσχετισμοί των δυνάμεων, τότε πού βρίσκεται η δυνατότητα στις συνθήκες του καπιταλισμού να λυθούν διαφορετικά οι αντιθέσεις, αν όχι με τη βία; Εξαιρετικά ακριβολογημένα στοιχεία για τη διαφορά στην ταχύτητα ανάπτυξης του καπιταλισμού και του χρηματιστικού κεφαλαίου σ' όλη την παγκόσμια οικονομία έχουμε στη στατιστική των σιδηροδρόμων7. Να πώς άλλαξε στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών της ιμπεριαλιστικής ανάπτυξης το μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών:
+++ ΠΙΝΑΚΑΣ 2
Η γρηγορότερη συνεπώς ανάπτυξη των σιδηροδρομικών γραμμών σημειώθηκε στις αποικίες και στα ανεξάρτητα (και μισοανεξάρτητα) κράτη της Ασίας και της Αμερικής. Είναι γνωστό ότι το χρηματιστικό κεφάλαιο των 4-5 μεγαλύτερων καπιταλιστικών κρατών βασιλεύει και διαφεντεύει εδώ απόλυτα. Διακόσιες χιλιάδες χιλιόμετρα νέες σιδηροδρομικές γραμμές στις αποικίες και στις άλλες χώρες της Ασίας και της Αμερικής σημαίνουν πάνω από 40 δισεκατομμύρια μάρκα νέες τοποθετήσεις κεφαλαίων με εξαιρετικά επωφελείς όρους, με εξαιρετικές εγγυήσεις αποδοτικότητας, μ' επικερδείς παραγγελίες για τα χαλυβουργεία κ.ο.κ.
Πιο γρήγορα απ' όλα αναπτύσσεται ο καπιταλισμός στις αποικίες και στις υπερπόντιες χώρες. Ανάμεσα σ' αυτές εμφανίζονται νέες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (Ιαπωνία). Ο αγώνας των παγκόσμιων ιμπεριαλισμών οξύνεται. Αυξάνει ο φόρος υποτελείας που εισπράττει το χρηματιστικό κεφάλαιο από τις εξαιρετικά επικερδείς επιχειρήσεις των αποικιών και των υπερπόντιων χωρών. Στο μοίρασμα αυτής της «λείας» μια εξαιρετικά μεγάλη μερίδα πέφτει στα χέρια των χωρών που δεν κατέχουν πάντοτε την πρώτη θέση στην ταχύτητα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Το μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών στις μεγαλύτερες Δυνάμεις, παρμένες μαζί με τις αποικίες τους, ήταν:
+++ ΠΙΝΑΚΑΣ 3
Ετσι, τα 80% περίπου όλων των σιδηροδρομικών γραμμών είναι συγκεντρωμένα στις 5 μεγαλύτερες Δυνάμεις. Ασύγκριτα όμως πιο σημαντική είναι η συγκέντρωση της ιδιοκτησίας αυτών των γραμμών, η συγκέντρωση του χρηματιστικού κεφαλαίου, γιατί στους Αγγλους και Γάλλους λ.χ. εκατομμυριούχους ανήκει τεράστιος αριθμός μετοχών και ομολογιών των αμερικανικών, των ρωσικών και άλλων σιδηροδρόμων.
Χάρη στις αποικίες της η Αγγλία αύξησε το «δικό της» σιδηροδρομικό δίχτυ κατά 100 χιλιάδες χιλιόμετρα, δηλ. τέσσερις φορές περισσότερο από τη Γερμανία. Στο μεταξύ είναι πασίγνωστο ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της Γερμανίας στο διάστημα αυτό, και ιδιαίτερα η ανάπτυξη της παραγωγής πετροκάρβουνου και σίδερου, ήταν ασύγκριτα γοργότερη από την ανάπτυξη της Αγγλίας, χωρίς να μιλάμε πια για τη Γαλλία και τη Ρωσία. Το 1892 η Γερμανία παρήγαγε 4,9 εκατομμύρια τόνους χυτοσίδηρο, έναντι 6,8 της Αγγλίας, ενώ το 1912 η Γερμανία παρήγαγε ήδη 17,6 έναντι 9,0, δηλαδή είχε τεράστια υπεροχή απέναντι στην Αγγλία!8 Και γεννιέται το ερώτημα: στα πλαίσια του καπιταλισμού ποιο άλλο μέσο μπορεί να υπάρχει, εκτός από τον πόλεμο για την εξάλειψη της αναντιστοιχίας ανάμεσα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και τη συσσώρευση του κεφαλαίου, από τη μια μεριά, και στο μοίρασμα των αποικιών και των «σφαιρών επιρροής» του χρηματιστικού κεφαλαίου από την άλλη;
Σημειώσεις:
1. «Die Neue Zeit», 1914, 2 (τόμ. 32ος), σελ. 909, της 11 του Σεπτέμβρη 1914. Πρβλ. και 1915, 2, σελ. 107 κ.έ.
2. Hobson. «Imperialism», L., 1902, p. 324.
3. «Die Neue Zeit», 1914, 2 (τόμ. 32ος), σελ. 921, της 11 του Σεπτέμβρη 1914. Πρβλ. και 1915, 2, σελ. 107 κ.έ.
4. «Die Neue Zeit», 1915, 1, σελ. 144, της 30 του Απρίλη 1915.
5. Λεπτομερειακή κριτική εξέταση του άρθρου του Κ. Κάουτσκι «Der Imperialismus», που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Die Neue Zeit», 1914, Jg. 32, Bd. 2, άρ. 21, βλ. στα «Τετράδια για τον ιμπεριαλισμό» του Λένιν. Εκεί επίσης περιέχεται πολύπλευρη ανάλυση των άρθρων του Κ. Κάουτσκι και των καουτσκιστών για τον ιμπεριαλισμό. Ο Λένιν δείχνει ότι οι απόψεις των καουτσκιστών για τον ιμπεριαλισμό αποτελούν ένα μικροαστικό ρεφορμισμό, μεταμφιεσμένο σε μαρξισμό και ότι οι καουτσκιστές είναι «υπέρ ενός καθαρούτσικου, καλοσιδερωμένου, μετριοπαθούς και νοικοκυρεμένου καπιταλισμού» (βλ. Απαντα, 4η ρωσ. έκδ., τόμ. 39ος, σελ. 91, 171-172, 241-246 κ.ά.).
6. R. Calwer. «Einfiihrung in die Weltwirtschaft». Brl., 1906.
7. Stat. Jahrbuch fur das Deutsche Reich, 1915· Archiv fur Eisenbahnwesen, 1892 (Στατιστική Επετηρίδα του Γερμανικού κράτους, 1915. Αρχείο των σιδηροδρόμων, 1892. Η Σύντ.). Για το 1890 χρειάστηκε να υπολογίσουμε κατά προσέγγιση τις μικρές λεπτομέρειες σχετικά με την κατανομή των σιδηροδρομικών γραμμών ανάμεσα στις αποικίες των διαφόρων χωρών.
8. Πρβλ. επίσης Edgar Crammond. «The Economic Relations of the British and German Empires» στο «Journal of the Royal Statistical Society», 1914, July, pp. 777 ss. (Εντγκαρ Κράμμοντ. «Οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στη βρετανική και στη γερμανική αυτοκρατορία» στο «Περιοδικό της βασιλικής στατιστικής εταιρίας», 1914, Ιούλης, σελ. 777 κ.έ. Η Σύντ.).