Σημείωμα ενός σκληρά εργαζόμενου:
Παρατηρώ εκτεταμένη αρθρογραφία από την Ελλάδα για τα «κίτρινα γιλέκα» και τις διάφορες ανταποκρίσεις που εστιάζουν στα μέτωπα των κίτρινων γιλέκων ανά την Γαλλία.
Γίνεται προσπάθεια να δοθεί άλλοτε μία βαρύγδουπη ανάλυση, που εδώ και 40 χρόνια επεξεργάζεται ποιο πρέπει να είναι το πρόσημο των «σύγχρονων» κινημάτων. Ποιους πρέπει να περιλαμβάνει; Ποιους θα πρέπει να αφορά ως «πρωτοπόρο ρεύμα» και μέχρι ποιο σημείο θα είναι ικανό να ανατρέψει το κραταιό κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό σύστημα;
Από την άλλη έχουμε μια παράθεση των γεγονοτών και της καταστάσης που βιώνουν τα βαλλόμενα κοινωνικά στρώματα στην Γαλλία, μέσα από ένα πρίσμα μιας ψυχολογικής κυρίως καταράκωσης εν μέσω καπιταλιστικής κρίσης. Προσπαθώντας να απαξιώσουν ακόμα και την ελάχιστη αντικειμενική προσέγγιση πάνω και πέραν του βιοποριστικού ζητηματος, με βάση τις οικονομικές παραμέτρους. Αυτή η νουθεσία πάνω στην «ψυχολογικοποίηση» των αιτιών της έξαρσης της αγανάκτησης, μέσα στα κίτρινα γιλέκα αλλά και γενικώς στην γαλλική κοινωνία προωθεί την ατομική αντίληψη των κοινωνικών προβλημάτων, βάσει των φορτισμένων συναισθημάτων που έχει ο εκάστοτε διαμαρτυρόμενος.
Ο προσεταιρισμός όμως τέτοιων ανομοιογενών κινημάτων με βάση το συναίσθημα και την ψυχολογία, μπορεί να ευνοήσει δυνάμεις οι οποίες είναι αντιδραστικές/ακροδεξιές και ποντάρουν πάνω στο συναίσθημα και μαζί στην άγνοια της δομής του καπιταλιστικού συστήματος. Αγνοούν δηλαδή το κεφάλαιο εκμεταλλεύεται την παραγόμενη υπεραξία της εργατικής τάξης και οδηγεί την αντιπαράθεση μακριά από το κύριο πρόβλημα της τάξης που έχει τα μέσα και συμπιέζει τα υπόλοιπα κατώτερα στρώματα και που ωθεί τους λαούς να στηρίζουν τα «σκυλάκια» των αστών από την μία και από την άλλη τους ίδιους τους δήμιους τους.
Τέτοιες αναλύσεις δημοσιεύονται προάγοντας κατά κύριο λόγο διάφορες θεωρητικολογίες περί της ανάγκης ευρέσεως «νέου τρόπου ή μεθόδου οργάνωσης», χωρίς κανένα πραγματικό περιεχόμενο και χωρίς καμία ουσιώδη πρόταση για την ένταση της μαχητικότητας με ταξικό πρόσημο του εργατικού κινήματος. Στόχος να υποβαθμίσουν τον ρόλο της ίδιας της οργανωμένης ταξικής πάλης μέσα από τους συνδικαλιστικούς φορείς, ανεξαρτήτως αν οι αντικειμενικές συνθήκες στα συνδικάτα της Γαλλίας, αντανακλούν τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων που επικρατεί μέσα στο εργατικό κίνημα της χώρας.
Ο υπονομευτικός ρόλος της ρεφορμιστικής γραμμής των ηγεσιών των συνδικάτων και της αποδεδειγμένης ενσωμάτωσης τους στον κοινωνικό διάλογο, που άγεται και φέρεται από τα αφεντικά, περνάει στο απυρόβλητο και ξεπλένεται, όταν από την μία πλευρά αναιρούμε την βαρύνουσα σημασία του «Συνδικαλίζεσθαι» και το θεωρούμε πεπερασμένο και από την άλλη δείχνουμε υπερβάλλοντα ζήλο για να αποδείξουμε ότι η ενσωμάτωση των συνδικάτων αφορά την ολότητα αυτών, παραβλέοντας τις δράσεις των πιο μαχητικών που αποδεικνύουν το ταξικό τους πρόσημο.
Το κύριο ζητούμενο που θα έπρεπε να τονιστεί, να καταδικαστεί και να αντιπαλεύεται είναι απέναντι σ’αυτούς που δίνουν καθημερινά τα διαπιστευτήρια τους στα αφεντικά.
Δείχνουν τεράστιο μένος απέναντι σ’αυτούς που επιμένουν πως η ανάγκη ώθησης του εργατικού κινήματος στην Γαλλία, επιβάλει σταθερές θέσεις και με συγκεκριμένη στόχευση απέναντι στην καπιταλιστική βαρβαρότητα και την εξαθλίωση που προάγει το ανθρωποφάγο αυτό σύστημα. Η ανάγκη απόδειξης του αφηγήματός τους, πατάει πάνω σε σαθρό έδαφος και με διαστρεβλωμένα τα αίτια της έξαρσης της αγανάκτησης όπως αυτό εγγράφεται και οικοδομείται πάνω σε μια επιχειρηματολογία που τα “βάζει” εναντίον των σύγχρονων νεοφιλελεύθερων πολιτικών αποφάσεων και μεταρρυθμίσεων. Είναι όμως έτσι ακριβώς; Ή μήπως “στοχεύουμε” απλά στην νεοφιλελεύθερη πολιτική και αφήνουμε στην ακρή το βασικό στοιχείο της ανατροπής και του πισωγυρίσματος βασικών εργασιακών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων που εντείνεται αντιδραστικά βάση του περιοδικού κύκλου της καπιταλιστικής κρίσης; Δεν αποτελεί αποδεδειγμένα, καθαρή επίθεση των καπιταλιστών απέναντι στα εργατικά και μικρομεσαία στρώματα ή είναι θέμα διαχείρισης όπως τείνουν να το παρουσιάζουν βάση των δικών τους προσεγγίσεων; Πως ο νεοφιλελευθερισμός που εκφράζεται στον πολιτικό λόγο και στην πράξη από τον Μακρόν και συναντάται επίσης και στα υπόλοιπα επιτελεία των ευρωενωσιακών πολιτικών ηγεσιών, είναι στα αλήθεια η αιτία όλου του κακού;
Είναι μία de facto κατάσταση στην οποία πρέπει να βάζουμε μονίμως χαμηλά τον πήχη, προάγοντας διεκδικήσεις μέσα σε ένα πλαίσιο που μας περιορίζει μέχρι που μπορούμε να «απλώσουμε» το κίνημα, οριοθετώντας εμείς οι ίδιοι «το μήκος και το πλάτος» αυτού; Πρέπει να αναλωνόμαστε σε προσωρινά και επί μέρους άλλοτε οικονομίστικα, άλλοτε οικολογικά ή ακόμα και ανθρώπινα δικαιώματα που εξόφθαλμα θυμίζουν την προσέγγιση που κάνουν πολλές φορές ακόμα και τα αστικά επιτελεία για την επίτευξη στο μέγιστο της ενσωμάτωσης των αντιδράσεων; Που επιδιώκουν τέτοιες κοινωνικές διεργασίες να ξεπετάγονται μέσα από “αυτοκέφαλα” υποτίθεται κινήματα;
Έχουν τα απαραίτητα προτάγματα και την ανάλογη δομή με τα οποία μπορούν να απαντήσουν στο ύψος των αναγκών για κοινωνική αλλαγή ή μήπως το ζήτημα είναι πιο θεμελιακό που έχει να κάνει με τα ίδια τα «γονίδιά» του καπιταλιστικού συστήματος και της πολυπλοκότητας του μέσω των αντιφάσεων και των αντιθέσεών του, βγάζοντας από το μανίκι του όλες τις ασφαλιστικές δικλείδες τις οποίες έχει στην διάθεση του και που πολλές φορές μας παρασύρει και από την πλευρά αυτών που φαντάζουν ως «κοινωνική εταίροι» στην πρόοδο αλλά αποδεικνύονται εντέλει ως μια ακόμα παραπλανητική, οπορτουνιστική, ξεπλυματική προσέγγιση του συστήματος.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, ήταν η δήλωση του Μελανσόν το περασμένο Σαββατοκύριακο, λέγοντας «…εγώ δεν θέλω να προσεταιριστώ το κίνημα των κίτρινων γιλεκων αλλά αυτό να απορροφήσει τις δικές μας δυνάμεις…»
Αυτά γράφονται, όχι για να εκμηδενίσουμε την όποια ανάγκη έχει στο σήμερα ο κάθε Γάλλος εργαζόμενος και ο οποίος θα επωφεληθεί μια προσωρινή παραχώρηση του συστήματος, αλλά γίνεται η παρατήρηση αυτή, γιατί το σύστημα ήδη του έχει κλέψει ένα τεράστιο μέρος από την υπεραξία της εργασίας του, τον υπερφορολογεί ως αστικό κράτος για να πριμοδοτεί τα μονοπώλια, που θέλουν να έχουν εξασφαλισμένα κέρδη μέσα στο ανταγωνιστικό περιβάλλον του καπιταλιστικού συστήματος.
Πόσοι τόνοι μελανιού είχαν ξοδευτεί κάποτε για να εξηγηθεί ο υπονομευτικός ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας του Κάουτσκι και ο οπορτουνισμός του Τρότσκι; Στην συνέχεια με τις ρεφορμιστικές θέσεις του ευρωκομμουνισμού και την μετάλλαξη των κομμουνιστικών κομμάτων που τον ασπάστηκαν και μετατράπηκαν σε αστικά κόμματα. Ειδικά εφόσον μιλάμε για την Γαλλία, τον ρόλο του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος μέσα στο εργατικό κίνημα και στην οπισθοχώρηση του και στις ιδεολογικές ζυμώσεις που έχουν προκαλέσει την πλήρη σύγχυση στα κοινωνικά στρώματα, που θα έπρεπε να ασχολείται με τα άμεσα ζητήματα αλλά και να δίνει την ταξική γραμμή για την ανατροπή τουσυστήματος.
Σήμερα τα αστικά επιτελεία βρίσκουν επίσης στήριγμα σε όλες αυτές τις φυγόκεντρες, διαλυτικές γκρούπες που ξεπετάγονται και θεωρούν ταξικές διεργασίες τις διάφορες συνελεύσεις που οργανώνουν για να βγάλουν στο τέλος ο καθένας την δική του «πολυφωνική» ανακοίνωση και συμπεριλαμβάνοντας διάφορα “τσιτάτα” από τον Μαρξ και τον Λένιν μέχρι τον Φουκώ και τον Αλτουσέρ, αλλά με έπαρση μέσα στους αντικομμουνιστικούς τους λίβελους και με περίοπτη θέση του πως θα ξεπεραστεί η υποτιθέμενη οστεοκαμψία του «δογματισμού».
Είναι εναντίον αυτών που επιμένουν στο ζήτημα της οργανωμένης ταξικής πάλης με το ανάλογο ιδεολογικό, πολιτικο, κοινωνικό, οικονομικό πρόσημο και τους αναφέρουν ως κάτι παρωχημένο. Το πρωτοπόρο εργατικό κίνημα έδειξε τις τεράστιες δυνατότητες του, μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, όταν εργάστηκε δίπλα και μέσα από το πολιτικό συλλογικό υποκείμενο. Όταν απέκτησε το δικό του κόμμα και μας έδωσε πολλά διδάγματα για την δύναμη του, όταν αυτό οργανώνεται κατά βάση πάνω στις δυνάμεις του.
Παρατηρώ εκτεταμένη αρθρογραφία από την Ελλάδα για τα «κίτρινα γιλέκα» και τις διάφορες ανταποκρίσεις που εστιάζουν στα μέτωπα των κίτρινων γιλέκων ανά την Γαλλία.
Γίνεται προσπάθεια να δοθεί άλλοτε μία βαρύγδουπη ανάλυση, που εδώ και 40 χρόνια επεξεργάζεται ποιο πρέπει να είναι το πρόσημο των «σύγχρονων» κινημάτων. Ποιους πρέπει να περιλαμβάνει; Ποιους θα πρέπει να αφορά ως «πρωτοπόρο ρεύμα» και μέχρι ποιο σημείο θα είναι ικανό να ανατρέψει το κραταιό κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό σύστημα;
Από την άλλη έχουμε μια παράθεση των γεγονοτών και της καταστάσης που βιώνουν τα βαλλόμενα κοινωνικά στρώματα στην Γαλλία, μέσα από ένα πρίσμα μιας ψυχολογικής κυρίως καταράκωσης εν μέσω καπιταλιστικής κρίσης. Προσπαθώντας να απαξιώσουν ακόμα και την ελάχιστη αντικειμενική προσέγγιση πάνω και πέραν του βιοποριστικού ζητηματος, με βάση τις οικονομικές παραμέτρους. Αυτή η νουθεσία πάνω στην «ψυχολογικοποίηση» των αιτιών της έξαρσης της αγανάκτησης, μέσα στα κίτρινα γιλέκα αλλά και γενικώς στην γαλλική κοινωνία προωθεί την ατομική αντίληψη των κοινωνικών προβλημάτων, βάσει των φορτισμένων συναισθημάτων που έχει ο εκάστοτε διαμαρτυρόμενος.
Ο προσεταιρισμός όμως τέτοιων ανομοιογενών κινημάτων με βάση το συναίσθημα και την ψυχολογία, μπορεί να ευνοήσει δυνάμεις οι οποίες είναι αντιδραστικές/ακροδεξιές και ποντάρουν πάνω στο συναίσθημα και μαζί στην άγνοια της δομής του καπιταλιστικού συστήματος. Αγνοούν δηλαδή το κεφάλαιο εκμεταλλεύεται την παραγόμενη υπεραξία της εργατικής τάξης και οδηγεί την αντιπαράθεση μακριά από το κύριο πρόβλημα της τάξης που έχει τα μέσα και συμπιέζει τα υπόλοιπα κατώτερα στρώματα και που ωθεί τους λαούς να στηρίζουν τα «σκυλάκια» των αστών από την μία και από την άλλη τους ίδιους τους δήμιους τους.
Τέτοιες αναλύσεις δημοσιεύονται προάγοντας κατά κύριο λόγο διάφορες θεωρητικολογίες περί της ανάγκης ευρέσεως «νέου τρόπου ή μεθόδου οργάνωσης», χωρίς κανένα πραγματικό περιεχόμενο και χωρίς καμία ουσιώδη πρόταση για την ένταση της μαχητικότητας με ταξικό πρόσημο του εργατικού κινήματος. Στόχος να υποβαθμίσουν τον ρόλο της ίδιας της οργανωμένης ταξικής πάλης μέσα από τους συνδικαλιστικούς φορείς, ανεξαρτήτως αν οι αντικειμενικές συνθήκες στα συνδικάτα της Γαλλίας, αντανακλούν τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων που επικρατεί μέσα στο εργατικό κίνημα της χώρας.
Ο υπονομευτικός ρόλος της ρεφορμιστικής γραμμής των ηγεσιών των συνδικάτων και της αποδεδειγμένης ενσωμάτωσης τους στον κοινωνικό διάλογο, που άγεται και φέρεται από τα αφεντικά, περνάει στο απυρόβλητο και ξεπλένεται, όταν από την μία πλευρά αναιρούμε την βαρύνουσα σημασία του «Συνδικαλίζεσθαι» και το θεωρούμε πεπερασμένο και από την άλλη δείχνουμε υπερβάλλοντα ζήλο για να αποδείξουμε ότι η ενσωμάτωση των συνδικάτων αφορά την ολότητα αυτών, παραβλέοντας τις δράσεις των πιο μαχητικών που αποδεικνύουν το ταξικό τους πρόσημο.
Το κύριο ζητούμενο που θα έπρεπε να τονιστεί, να καταδικαστεί και να αντιπαλεύεται είναι απέναντι σ’αυτούς που δίνουν καθημερινά τα διαπιστευτήρια τους στα αφεντικά.
Δείχνουν τεράστιο μένος απέναντι σ’αυτούς που επιμένουν πως η ανάγκη ώθησης του εργατικού κινήματος στην Γαλλία, επιβάλει σταθερές θέσεις και με συγκεκριμένη στόχευση απέναντι στην καπιταλιστική βαρβαρότητα και την εξαθλίωση που προάγει το ανθρωποφάγο αυτό σύστημα. Η ανάγκη απόδειξης του αφηγήματός τους, πατάει πάνω σε σαθρό έδαφος και με διαστρεβλωμένα τα αίτια της έξαρσης της αγανάκτησης όπως αυτό εγγράφεται και οικοδομείται πάνω σε μια επιχειρηματολογία που τα “βάζει” εναντίον των σύγχρονων νεοφιλελεύθερων πολιτικών αποφάσεων και μεταρρυθμίσεων. Είναι όμως έτσι ακριβώς; Ή μήπως “στοχεύουμε” απλά στην νεοφιλελεύθερη πολιτική και αφήνουμε στην ακρή το βασικό στοιχείο της ανατροπής και του πισωγυρίσματος βασικών εργασιακών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων που εντείνεται αντιδραστικά βάση του περιοδικού κύκλου της καπιταλιστικής κρίσης; Δεν αποτελεί αποδεδειγμένα, καθαρή επίθεση των καπιταλιστών απέναντι στα εργατικά και μικρομεσαία στρώματα ή είναι θέμα διαχείρισης όπως τείνουν να το παρουσιάζουν βάση των δικών τους προσεγγίσεων; Πως ο νεοφιλελευθερισμός που εκφράζεται στον πολιτικό λόγο και στην πράξη από τον Μακρόν και συναντάται επίσης και στα υπόλοιπα επιτελεία των ευρωενωσιακών πολιτικών ηγεσιών, είναι στα αλήθεια η αιτία όλου του κακού;
Είναι μία de facto κατάσταση στην οποία πρέπει να βάζουμε μονίμως χαμηλά τον πήχη, προάγοντας διεκδικήσεις μέσα σε ένα πλαίσιο που μας περιορίζει μέχρι που μπορούμε να «απλώσουμε» το κίνημα, οριοθετώντας εμείς οι ίδιοι «το μήκος και το πλάτος» αυτού; Πρέπει να αναλωνόμαστε σε προσωρινά και επί μέρους άλλοτε οικονομίστικα, άλλοτε οικολογικά ή ακόμα και ανθρώπινα δικαιώματα που εξόφθαλμα θυμίζουν την προσέγγιση που κάνουν πολλές φορές ακόμα και τα αστικά επιτελεία για την επίτευξη στο μέγιστο της ενσωμάτωσης των αντιδράσεων; Που επιδιώκουν τέτοιες κοινωνικές διεργασίες να ξεπετάγονται μέσα από “αυτοκέφαλα” υποτίθεται κινήματα;
Έχουν τα απαραίτητα προτάγματα και την ανάλογη δομή με τα οποία μπορούν να απαντήσουν στο ύψος των αναγκών για κοινωνική αλλαγή ή μήπως το ζήτημα είναι πιο θεμελιακό που έχει να κάνει με τα ίδια τα «γονίδιά» του καπιταλιστικού συστήματος και της πολυπλοκότητας του μέσω των αντιφάσεων και των αντιθέσεών του, βγάζοντας από το μανίκι του όλες τις ασφαλιστικές δικλείδες τις οποίες έχει στην διάθεση του και που πολλές φορές μας παρασύρει και από την πλευρά αυτών που φαντάζουν ως «κοινωνική εταίροι» στην πρόοδο αλλά αποδεικνύονται εντέλει ως μια ακόμα παραπλανητική, οπορτουνιστική, ξεπλυματική προσέγγιση του συστήματος.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, ήταν η δήλωση του Μελανσόν το περασμένο Σαββατοκύριακο, λέγοντας «…εγώ δεν θέλω να προσεταιριστώ το κίνημα των κίτρινων γιλεκων αλλά αυτό να απορροφήσει τις δικές μας δυνάμεις…»
Αυτά γράφονται, όχι για να εκμηδενίσουμε την όποια ανάγκη έχει στο σήμερα ο κάθε Γάλλος εργαζόμενος και ο οποίος θα επωφεληθεί μια προσωρινή παραχώρηση του συστήματος, αλλά γίνεται η παρατήρηση αυτή, γιατί το σύστημα ήδη του έχει κλέψει ένα τεράστιο μέρος από την υπεραξία της εργασίας του, τον υπερφορολογεί ως αστικό κράτος για να πριμοδοτεί τα μονοπώλια, που θέλουν να έχουν εξασφαλισμένα κέρδη μέσα στο ανταγωνιστικό περιβάλλον του καπιταλιστικού συστήματος.
Πόσοι τόνοι μελανιού είχαν ξοδευτεί κάποτε για να εξηγηθεί ο υπονομευτικός ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας του Κάουτσκι και ο οπορτουνισμός του Τρότσκι; Στην συνέχεια με τις ρεφορμιστικές θέσεις του ευρωκομμουνισμού και την μετάλλαξη των κομμουνιστικών κομμάτων που τον ασπάστηκαν και μετατράπηκαν σε αστικά κόμματα. Ειδικά εφόσον μιλάμε για την Γαλλία, τον ρόλο του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος μέσα στο εργατικό κίνημα και στην οπισθοχώρηση του και στις ιδεολογικές ζυμώσεις που έχουν προκαλέσει την πλήρη σύγχυση στα κοινωνικά στρώματα, που θα έπρεπε να ασχολείται με τα άμεσα ζητήματα αλλά και να δίνει την ταξική γραμμή για την ανατροπή τουσυστήματος.
Σήμερα τα αστικά επιτελεία βρίσκουν επίσης στήριγμα σε όλες αυτές τις φυγόκεντρες, διαλυτικές γκρούπες που ξεπετάγονται και θεωρούν ταξικές διεργασίες τις διάφορες συνελεύσεις που οργανώνουν για να βγάλουν στο τέλος ο καθένας την δική του «πολυφωνική» ανακοίνωση και συμπεριλαμβάνοντας διάφορα “τσιτάτα” από τον Μαρξ και τον Λένιν μέχρι τον Φουκώ και τον Αλτουσέρ, αλλά με έπαρση μέσα στους αντικομμουνιστικούς τους λίβελους και με περίοπτη θέση του πως θα ξεπεραστεί η υποτιθέμενη οστεοκαμψία του «δογματισμού».
Είναι εναντίον αυτών που επιμένουν στο ζήτημα της οργανωμένης ταξικής πάλης με το ανάλογο ιδεολογικό, πολιτικο, κοινωνικό, οικονομικό πρόσημο και τους αναφέρουν ως κάτι παρωχημένο. Το πρωτοπόρο εργατικό κίνημα έδειξε τις τεράστιες δυνατότητες του, μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, όταν εργάστηκε δίπλα και μέσα από το πολιτικό συλλογικό υποκείμενο. Όταν απέκτησε το δικό του κόμμα και μας έδωσε πολλά διδάγματα για την δύναμη του, όταν αυτό οργανώνεται κατά βάση πάνω στις δυνάμεις του.
Μας κληροδοτήθηκε για να απαντήσουμε ανάλογα στις ανάγκες του σήμερα,
με δράσεις και πολιτικό περιεχόμενο ανατρεπτικό προς το καπιταλιστικό
σύστημα, ως την πλήρη χειραφέτηση της εργατικής τάξης και όχι για να το
κορνιζάρουμε και να το υμνούμε προσπαθώντας να ετεροπροσδιοριστούμε.