19 Φεβ 2012

Το φόβητρο της χρεοκοπίας και η διέξοδος της λαϊκής αντεπίθεσης



Το φόβητρο της χρεοκοπίας και η διέξοδος της λαϊκής αντεπίθεσης
Η συμφωνία σχετικά με την προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης της ελληνικής οικονομίας απ' τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ, προβλήθηκε απ' τα αστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης σαν η αναγκαία επιλογή για τη σωτηρία της χώρας απ' τη χρεοκοπία και τους «κερδοσκόπους των αγορών». Η προπαγανδιστική εκστρατεία των μηχανισμών της άρχουσας τάξης για τη στήριξη της κυβέρνησης, που επιχειρεί να εμφανίσει σαν πατριωτική πράξη τη μεγαλύτερη αντιλαϊκή επίθεση στην περίοδο της μεταπολίτευσης, ήταν πράγματι εντυπωσιακή.
Ωστόσο, η συγκάλυψη της πραγματικότητας με επικοινωνιακά ψευτοδιλήμματα θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη το επόμενο διάστημα. Η αλήθεια είναι ότι η συμφωνία αφορά σε ένα μηχανισμό δανεισμού της χώρας με υψηλό επιτόκιο και πραγματικούς στόχους:
  • Τη διασφάλιση των γαλλικών, γερμανικών, βρετανικών και εγχώριων ομίλων που έχουν δανείσει το ελληνικό δημόσιο και ελέγχουν πάνω από το 50% του ελληνικού δημόσιου χρέους.
  • Τη θωράκιση του ευρώ στον ανταγωνισμό των νομισμάτων.
  • Τη στήριξη των εγχώριων μονοπωλιακών ομίλων και των τραπεζών, για τις οποίες προβλέπεται πακέτο πρόσθετων εγγυήσεων 10 δισ. ευρώ. Οι μονοπωλιακοί όμιλοι είχαν πάνω από 50 δισ. ευρώ κέρδη την εξαετία πριν την κρίση, ενώ το 2009 που εκδηλώθηκε η κρίση τα κέρδη τους έφτασαν τα 6 δισ. ευρώ.
  • Την αξιοποίηση του δανεισμού ως μοχλού για την προώθηση συνεχών κυμάτων αντιλαϊκών μέτρων με στόχο την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης και την κατεδάφιση δικαιωμάτων της εργατικής τάξης.

ΚΟΥΚΟΣ
Μέσα από τη φοροεπιδρομή, την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, την κατεδάφιση ασφαλιστικών δικαιωμάτων, τη μείωση μισθών και συντάξεων, την αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας, πλατιά λαϊκά στρώματα έχουν ήδη μπει στην τροχιά της απόλυτης επιδείνωσης της θέσης τους.
Νέες θυσίες για ένα μαύρο μέλλον;
Ο συγκεκριμένος Μηχανισμός δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την αιτία εκδήλωσης της κρίσης υπερσυσσώρευσης, την αιτία διόγκωσης του δημόσιου χρέους και την ένταση της ανισομετρίας στο εσωτερικό της Ευρωζώνης.
Η αυξανόμενη δυσκολία της αστικής πολιτικής να διαχειριστεί την εξέλιξη της κρίσης δεν αφορά μόνο στην Ελλάδα. Στις ΗΠΑ, στην Ιαπωνία, στην Ευρωζώνη, αναδεικνύονται οι μεγάλες δυσκολίες και τα αδιέξοδα των διαφόρων εκδοχών της αστικής διαχείρισης. Η επεκτατική πολιτική διαχείρισης, η οποία ενισχύει τους μονοπωλιακούς ομίλους με μεγάλα πακέτα κρατικής στήριξης, οδηγεί σε μεγάλη υπερχρέωση των κρατών και εμποδίζει την απαξίωση κεφαλαίου, ενώ η περιοριστική πολιτική συμβάλλει σε παρατεταμένη βαθιά ύφεση.
Η αστική πολιτική ματαιοπονεί προσπαθώντας σήμερα να ελέγξει σε κάθε ιμπεριαλιστικό κέντρο την έκταση της απαξίωσης κεφαλαίου και την κατανομή της στους διάφορους τομείς της οικονομίας με στόχο να ξεπεράσει την αβεβαιότητα και την αστάθεια της σημερινής ανάκαμψης.
Αντίστοιχα, ο Μηχανισμός Στήριξης και τα κυβερνητικά μέτρα δεν αντιμετωπίζουν τις πραγματικές αιτίες διόγκωσης του δημόσιου χρέους. Πίσω από την αύξηση του δημόσιου χρέους βρίσκονται υπέρογκες φοροελαφρύνσεις και κρατική χρηματοδότηση του μεγάλου κεφαλαίου, μεγάλες δαπάνες εξοπλισμού για σχέδια του ΝΑΤΟ, αντιπαραγωγικές δαπάνες των Ολυμπιακών έργων, οι συνέπειες της έκθεσης της εγχώριας αγροτικής και βιομηχανικής παραγωγής στον ανταγωνισμό της «απελευθερωμένης» αγοράς της ΕΕ, απ' την οποία ωφελήθηκαν ελάχιστοι όμιλοι.
Οι δέσμες αντιλαϊκών μέτρων με στόχο τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων δεν έχουν ημερομηνία λήξης. Θα κλιμακωθούν την επόμενη περίοδο της βαθιάς κρίσης και θα συνεχιστούν σε περίοδο αναιμικής ανάπτυξης στη συνέχεια, στο όνομα της διατήρησης της δημοσιονομικής εξυγίανσης και της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας. Ο ΛΑ.Ο.Σ. και η ΝΔ στηρίζουν τις στρατηγικές επιλογές της κυβέρνησης. Η ΝΔ εκφράζει επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητα του προτεινόμενου «μείγματος» οικονομικής πολιτικής. Εκφράζει τμήμα του κεφαλαίου που ανησυχεί για την επίδραση των μέτρων στην καθήλωση της οικονομίας σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης και επίμονων ελλειμμάτων. Προβάλλει ως προτεραιότητα την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και την πώληση της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου για τη διασφάλιση της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Η εφαρμογή των νέων αντιλαϊκών μέτρων θα επιδράσει παράλληλα στο βάθεμα της κρίσης την επόμενη διετία. Το ίδιο το μνημόνιο οικονομικής πολιτικής που συνοδεύει τη συμφωνία ενεργοποίησης του Μηχανισμού Στήριξης για την Ελλάδα προβλέπει, με δεδομένη την πιστή εφαρμογή των προβλεπόμενων αντιλαϊκών μέτρων και αναδιαρθρώσεων, μείωση του ρυθμού ανάπτυξης (-4%) το 2010 και (-2,5%) το 2011 και συνεχή αύξηση του λόγου δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ μέχρι το 2013.
Παρατηρώντας τα στοιχεία του 2009 βλέπουμε ότι η συρρίκνωση του ΑΕΠ αφορά σε όλους τους κλάδους της βιομηχανίας (ενέργεια, μεταφορές, κατασκευές, τηλεπικοινωνίες) και όχι μόνο τη Μεταποίηση. Συρρίκνωση καταγράφεται επίσης και σε άλλους τομείς (τουρισμός, εμπόριο). Η συρρίκνωση της μεταποιητικής παραγωγής φτάνει το 11,2% το 2009 έναντι 4,7% το 2008. Ο δείκτης παραγωγής κεφαλαιακών αγαθών παρουσιάζει μείωση 23% το 2009, έναντι μείωσης 7,4% το 2008 (μόλις και φθάνει στο 71% του αντίστοιχου επιπέδου του 2005).
Η προηγηθείσα αρνητική πορεία πραγματοποιήθηκε με αυξημένη δημόσια κατανάλωση (+9,6%) το 2009 και μικρή μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης (1,8%). Τα μεγέθη αυτά θα μεταβληθούν αρνητικά τη διετία 2010-2011. Αρκεί να συνυπολογίσουμε τη μείωση των δημόσιων δαπανών, την επίδραση της αύξησης της ανεργίας και της εφαρμογής των αντιλαϊκών μέτρων στην ιδιωτική κατανάλωση. Σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (πρώην ΕΣΥΕ), το επίσημο ποσοστό ανεργίας το Φλεβάρη του 2010 ανήλθε σε 12,1% έναντι 9,1% το Φλεβάρη του 2009 και 11,3% το Γενάρη του 2010.
Η Ευρωζώνη τρίζει
Οι εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (5/5/10) προβλέπουν αναιμική ανάκαμψη 1% για την ΕΕ των «27» και για την Ευρωζώνη 0,9% το 2010. Ωστόσο, και η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί επισφαλή και αβέβαιη την πρόβλεψη ακόμα και αυτής της αναιμικής ανάκαμψης, επισημαίνοντας την αύξηση της ανεργίας, την καθήλωση των ιδιωτικών επενδύσεων και της ιδιωτικής κατανάλωσης, προβλέπει αυξημένη διαχειριστική δυσκολία λόγω της αυξητικής πορείας του δημόσιου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους καθώς και της ανισομετρίας στο ρυθμό ανάπτυξης των κρατών - μελών.
Κάτω απ' την πίεση των εξελίξεων διαμορφώθηκε μεταξύ των ηγετικών δυνάμεων της ΕΕ ένας νέος προσωρινός συμβιβασμός για τη διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη. Το πλαίσιο του προσωρινού συμβιβασμού προβλέπει αυστηρότερους κανόνες, διαδικασίες και κυρώσεις σχετικά με την τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και πλαίσιο διαχείρισης των κρίσεων και θωράκισης του ευρώ που συγκεκριμενοποιήθηκε με τον ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης.
Ο συγκεκριμένος Μηχανισμός θα διαθέσει ως και 750 δισ. ευρώ στις χώρες της Ευρωζώνης με κατανομή 60 δισ. μέσω δανείων απ' την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 440 δισ. απ' τα κράτη - μέλη του ευρώ και 250 δισ. ευρώ απ' το ΔΝΤ.
Ωστόσο, όπως ήδη εξηγήσαμε, ο συγκεκριμένος Μηχανισμός δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ούτε την αιτία εκδήλωσης της κρίσης υπερσυσσώρευσης, ούτε την ένταση της ανισομετρίας στο εσωτερικό της Ευρωζώνης και τις συνέπειες που έχει στην όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.
Το ΚΚΕ είχε έγκαιρα επισημάνει ότι το ευρώ αποτέλεσε νομισματική συγκόλληση οικονομιών κρατών - μελών με βαθιές ανισομετρίες στην ανάπτυξη και διάρθρωση των βιομηχανικών κλάδων, επομένως της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητάς τους καθώς και της στρατιωτικής και πολιτικής ισχύος τους. Σε συνθήκες κρίσης ήταν αναμενόμενο να δοκιμαστεί η συνοχή της Ευρωζώνης.
Η Γερμανία υπήρξε η μεγάλη ωφελημένη της προηγούμενης περιόδου από τη συγκρότηση της Ευρωζώνης. Από τη μια διατήρησε ισχυρό το ευρώ και από την άλλη έδωσε διέξοδο στις εξαγωγές της στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, διατηρώντας εμπορικά πλεονεκτήματα, τη στιγμή που αντίστοιχα διευρύνονταν τα ελλείμματα σε Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία και όχι μόνο στην Ελλάδα. Είναι ένα από τα κεντρικά ζητήματα στα οποία εκφράζεται η αλλαγή του συσχετισμού δύναμης μεταξύ Γερμανίας - Γαλλίας και η όξυνση της αντίθεσής τους, με τη δεύτερη να προσανατολίζεται σε πιο σταθερές συμμαχικές σχέσεις με τα κράτη - μέλη του Μεσογειακού Νότου.
Η τελευταία Σύνοδος του Γιουρογκρούπ επιβεβαιώνει την όξυνση των αντιθέσεων στο εσωτερικό της Ευρωζώνης. Η διαπάλη εστιάζεται στην κατανομή των βαρών απ' την προβλεπόμενη απαξίωση κεφαλαίων μεταξύ των κρατών - μελών αλλά και μεταξύ των μονοπωλιακών ομίλων. Γι' αυτό και επεκτείνεται σε διάφορες πλευρές της οικονομικής πολιτικής, απ' τους όρους εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας και το πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής μέχρι τις νέες ρυθμίσεις λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού τομέα και τις πωλήσεις ασφαλίστρων κινδύνου.
Η πιθανή ύφεση στην Ευρωζώνη θα επιδράσει στις εξαγωγές των ΗΠΑ και της Κίνας στη συγκεκριμένη αγορά, θα έχει αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία. Μια υπέρμετρη υποτίμηση του ευρώ σε σχέση με το δολάριο θα πλήξει γενικότερα την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών των ΗΠΑ. Απ' την άλλη, καθιστά το δολάριο πιο ελκυστικό σαν διεθνές νόμισμα.
Καθώς αυξάνουν οι δυσκολίες διαχείρισης της κρίσης σε όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, μεγαλώνει και ο κίνδυνος νέου κύκλου τοπικών πολεμικών συγκρούσεων, π.χ., Αφγανιστάν-Πακιστάν, Κορέα, Δυτικά Βαλκάνια.
Κάτω από ξένη σημαία;
Καθώς γίνεται όλο και πιο ορατή η διαχειριστική δυσκολία της αστικής πολιτικής, η άρχουσα τάξη παίρνει τα μέτρα της. Αναπτύσσει μια πολύμορφη προσπάθεια αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος και αξιοποίησης του οπορτουνιστικού ρεύματος μέσα στο εργατικό κίνημα ώστε να εκτονώσει και να εγκλωβίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Σε αυτή την κατεύθυνση απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στη γραμμή που προβάλλει σαν διέξοδο την αναδιαπραγμάτευση του χρέους (ΣΥΝ, Αριστερή Πρωτοβουλία ΠΑΣΟΚ) με πιθανή διαπραγμάτευση και της εξόδου απ' την Ευρωζώνη (συνιστώσες ΣΥΡΙΖΑ, στελέχη του ΝΑΡ).
Η συγκεκριμένη πρόταση αφήνει στο απυρόβλητο την καπιταλιστική ιδιοκτησία των μονοπωλιακών ομίλων και τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ. Παρά τις αντικαπιταλιστικές κορόνες με τις οποίες επενδύεται από ορισμένους αρθρογράφους, στην πράξη οδηγεί στη διαπραγμάτευση του χρόνου και του τρόπου που θα πληρώσει ξανά η εργατική τάξη για να τονωθεί ο ρυθμός της καπιταλιστικής ανάπτυξης, με επεκτατική δημοσιονομική πολιτική και μοχλό τις κρατικές επενδύσεις, για να συνεχιστούν οι θυσίες των εργαζομένων στο βωμό της ανταγωνιστικότητας. Προτείνει διαφορετική ιεράρχηση στις συμμαχίες της άρχουσας τάξης με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και καλεί το λαϊκό κίνημα να στηρίξει αυτή την επιλογή.
Εμφανίζει σαν κεντρικό ζήτημα το ύψος του δημόσιου χρέους, απομονωμένο απ' τον ταξικό χαρακτήρα της ανάπτυξης, τους παράγοντες που διαμορφώνουν την ανισόμετρη θέση μιας οικονομίας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα και την αιτία της καπιταλιστικής κρίσης.
Η λαθεμένη αντίληψη που αναδείκνυε το δημόσιο χρέος σαν βασική αιτία της εξαθλίωσης του λαού δεν είναι βέβαια καινούρια. Αρκεί να θυμηθούμε την κριτική του Μαρξ στον Κόμπετ και στον Νταμπλντέι και τις επισημάνσεις του για το ρόλο του δημόσιου χρέους στην πρωταρχική συσσώρευση του κεφαλαίου, στην κεφαλαιοποίηση του πλούτου.
Για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών το δίλημμα «επεκτατική αναπτυξιακή ή περιοριστική αστική πολιτική» είναι ψευδεπίγραφο, αφού πρόκειται για τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης.
Οσοι προβάλλουν σαν ριζοσπαστική διέξοδο την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και ασκούν κριτική στο ΚΚΕ για «γενικολογία και αδυναμία θεωρητικής επεξεργασίας», στην καλύτερη περίπτωση αναδεικνύουν την άγνοιά τους για τη σχέση οικονομίας - πολιτικής. Οταν όμως φτάνουν να παραλληλίσουν την πρότασή τους με την άρνηση των μπολσεβίκων να πληρώσουν τα τσαρικά δάνεια, αποκαλύπτονται. Ξεχνούν μια μικρή λεπτομέρεια: Ποια τάξη έχει κάθε φορά την εξουσία και διαπραγματεύεται το ύψος του χρέους. Δεν ξεχνούν τυχαία αλλά συνειδητά, γιατί σε τελευταία ανάλυση θέλουν να στοιχηθεί το λαϊκό κίνημα «κάτω από ξένη σημαία». Το ΚΚΕ δε θα τους κάνει τη χάρη. Αναδεικνύει σταθερά και ανυποχώρητα τον πραγματικό αντίπαλο με τον οποίο πρέπει να αναμετρηθεί το λαϊκό κίνημα: Την εξουσία των μονοπωλίων.
Οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης
Κάθε μέρα που περνάει γίνονται όλο και πιο ορατές οι συνέπειες του βαθέματος της κρίσης και της κυβερνητικής πολιτικής στην κατάσταση της εργατικής τάξης και του λαού. Ταυτόχρονα, μεγαλώνουν οι δυνατότητες να αποδείξουμε πού οδήγησε τελικά ο περιβόητος μονόδρομος της ΕΕ και γενικότερα της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Οι απανωτές θυσίες των δικαιωμάτων των εργαζομένων για τη θωράκιση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων δεν οδήγησαν στην κοινωνική ευημερία αλλά στην κρίση και στην αύξηση της σχετικής και απόλυτης εξαθλίωσης των λαϊκών στρωμάτων.
Οι εργαζόμενοι βιώνουν την ανασφάλεια και την επιδείνωση της θέσης τους, ενώ έχουν ωριμάσει οι υλικές προϋποθέσεις και έχει συσσωρευτεί τεράστιος πλούτος για να ικανοποιηθούν τα βασικά τους δικαιώματα, όπως η πλήρης, σταθερή εργασία, η δημόσια και δωρεάν Υγεία. Ταυτόχρονα, η ΕΕ έχει χάσει τη λάμψη της ενώ οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις στο εσωτερικό της. Υπάρχει λοιπόν πρόσφορο έδαφος για να προβάλουμε αποφασιστικά το δρόμο της αποδέσμευσης απ' την ΕΕ με λαϊκή εξουσία.
Οι δυνατότητες της λαϊκής εξουσίας, της κοινωνικής κρατικής ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, με κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, μπορούν να αναδειχθούν πιο πειστικά στη σημερινή συγκυρία. Την ώρα, για παράδειγμα, που ο εργαζόμενος βιώνει τις συνέπειες της «απελευθερωμένης» αγοράς ενέργειας (με τις απανωτές αυξήσεις των τιμών της οικιακής κατανάλωσης, την επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων, την καταστροφή του περιβάλλοντος) πιο εύκολα μπορεί να αντιληφθεί την υπεροχή της στρατηγικής μας πρότασης. Να κατανοήσει τις δυνατότητες της λαϊκής οικονομίας στην αξιοποίηση του συνόλου των ενεργειακών πηγών της χώρας (λιγνίτης, ανεξερεύνητα κοιτάσματα πετρελαίου, αιολική και ηλιακή ενέργεια, γεωθερμία) για τη συνδυασμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.
Η μαχητική προβολή του ριζοσπαστικού πλαισίου πάλης που προτείνουμε (π.χ., πλήρης σταθερή εργασία με 35ωρο - 5ήμερο - 7ωρο, φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου με 45%, κατάργηση στρατιωτικών εξοπλισμών για ανάγκες του ΝΑΤΟ, κλπ.) αποτελεί όρο για να μη νομιμοποιηθεί στη λαϊκή συνείδηση σαν αναγκαία η κυβερνητική πολιτική. Γενικότερα μπορούμε πλέον από καλύτερες θέσεις να ακυρώσουμε την προσπάθεια της άρχουσας τάξης να εκτονώσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια που θα αυξηθεί το επόμενο διάστημα.
Διεξάγουμε ένα σκληρό μακρόχρονο αγώνα που θα κρίνεται νικηφόρα στις καθημερινές μάχες σε κάθε κλάδο και τόπο δουλειάς, στο βαθμό που κερδίζει έδαφος η γραμμή οργάνωσης του κινήματος για σύγκρουση στο επίπεδο της εξουσίας.

Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας


Ο σκληρός διαπραγματευτής και ο βολικός ελεγκτής


Ο σκληρός διαπραγματευτής και ο βολικός ελεγκτής
Με ένα ρεσιτάλ προπαγάνδας η άρχουσα τάξη προσπαθεί, αφενός, να συγκαλύψει τις αιτίες και το βαθμό της επερχόμενης δραματικής επιδείνωσης της θέσης των εργαζομένων, και, αφετέρου, να εκτονώσει ανώδυνα τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Σ' αυτή την κατεύθυνση, αξιοποιούνται όλες οι συνιστώσες του αστικού πολιτικού συστήματος και φυσικά το οπορτουνιστικό ρεύμα. Ετσι, απ' τη μία, ο πρωθυπουργός εμφανίζεται σαν σκληρός διαπραγματευτής στις Βρυξέλλες και ο αρχηγός της ΝΔ τον κατηγορεί ότι αντιγράφει τις δικές του προτάσεις με καθυστέρηση. Απ' την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ εστιάζουν βολικά για το σύστημα στην αποκάλυψη και διερεύνηση του «μη νόμιμου και επαχθούς» τμήματος του δημόσιου χρέους.
Ωστόσο, οι εργαζόμενοι διαθέτουν πλέον πλούσια πείρα για να καταλάβουν ότι η διαπραγμάτευση για τους όρους δανεισμού του κράτους και οι διάφορες εκδοχές της (επιμήκυνση του χρόνου δανεισμού, μείωση του επιτοκίου, κούρεμα μέρους του χρέους κ.λπ.) δεν αφορά τα δικά τους συμφέροντα.
Η πραγματική αιτία της αντιλαϊκής επίθεσης
Ακόμα και αν η κυβέρνηση πετύχει κάποιους από τους διαπραγματευτικούς στόχους της στη Σύνοδο Κορυφής της 25ης Μάρτη, ωφελημένοι θα βγουν μόνο ορισμένοι εγχώριοι μονοπωλιακοί όμιλοι. Η κυβέρνηση έχει ήδη συμφωνήσει στην προώθηση των βασικών κατευθύνσεων του Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας που οδηγεί σε μείωση των πραγματικών μισθών, αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, κατάργηση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, κατεδάφιση των κοινωνικών υπηρεσιών, των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων.

ΚΟΥΚΟΣ
Ταυτόχρονα, προετοιμάζεται το έδαφος για να εμφανιστεί στο λαό η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και η πλήρης «απελευθέρωση» τομέων στρατηγικής σημασίας, σαν δήθεν αντάλλαγμα που παρασχέθηκε απ' την κυβέρνηση για τη διασφάλιση ευνοϊκότερων όρων διαχείρισης του χρέους.
Πρόκειται για ενορχηστρωμένη προσπάθεια εξαπάτησης του λαού. Η κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης αφορά όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ και υπερβαίνει το ζήτημα διαχείρισης της κρίσης και της υπερχρέωσης κάποιων χωρών. Ο πραγματικός στόχος είναι η θωράκιση της ανταγωνιστικότητας, όχι μόνο απέναντι στις ΗΠΑ αλλά και στις αναδυόμενες δυνάμεις της Κίνας και της Ινδίας, με την πολύ φθηνότερη εργατική δύναμη.
Γι' αυτό και κλιμακώνεται, για παράδειγμα, η επίθεση στα δικαιώματα του Γερμανού εργάτη, που η χώρα του δε βρίσκεται ούτε σε κρίση ούτε σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό, καθώς και του Βρετανού εργάτη που η χώρα του είναι εκτός ευρωζώνης.
Αυτή η στρατηγική της ΕΕ διαμορφώθηκε και προωθείται αταλάντευτα πριν από την εκδήλωση της διεθνούς κρίσης και τη διόγκωση της υπερχρέωσης ορισμένων κρατών. Η αναδιάρθρωση και ιδιωτικοποίηση των κλάδων της ενέργειας, σιδηροδρομικών μεταφορών, τηλεπικοινωνιών δεν αποτελούν φυσικά ελληνική πρωτοτυπία.
Ο λαός δε χρωστάει τίποτα

Οι πρωτοβουλίες συγκρότησης Επιτροπών Λογιστικού Ελέγχου του δημόσιου χρέους, είτε στην κοινοβουλευτική εκδοχή που προτείνει ο ΣΥΝ, είτε στην «κινηματική» εκδοχή (Αλαβάνος/ΚΟΕ, Σακοράφα, Σπίθα, ΝΑΡ κ.ά.) αποπροσανατολίζουν το λαϊκό κίνημα. Εμφανίζουν λαθεμένα την περικοπή μισθών, τη συρρίκνωση παροχών κοινωνικής πολιτικής, τις ιδιωτικοποιήσεις σαν το αποτέλεσμα της «εφαρμογής προγραμμάτων διάσωσης» των υπερχρεωμένων κρατών απ' το ΔΝΤ και την ΕΕ.
Εστιάζουν στον επισφαλή διαχωρισμό του δημόσιου χρέους σε νόμιμο και επαχθές - παράνομο, θέση που ανοίγει το παράθυρο για να μεταφερθεί στις πλάτες του λαού η αποπληρωμή του «νόμιμου χρέους» ή τουλάχιστον ενός σημαντικού μέρους του.
Ομως, ο λαός δεν ευθύνεται και δεν ωφελήθηκε απ' τη διόγκωση του δημόσιου χρέους. Η αύξηση των κρατικών δαπανών δεν είχε στόχο τη ριζική αναβάθμιση των συνθηκών ζωής και εργασίας μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων.
Πίσω από την υπερχρέωση του ελληνικού κράτους βρίσκονται υπέρογκες φοροελαφρύνσεις και κρατική χρηματοδότηση των μονοπωλιακών ομίλων, μεγάλες δαπάνες δεκαετιών για σχέδια του ΝΑΤΟ, αντιπαραγωγικές δαπάνες των Ολυμπιακών έργων του 2004. Την ώρα που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προχωρούσε στη μείωση μισθών και συντάξεων, δρομολογούσε νέα μείωση των φορολογικών συντελεστών για τα κέρδη των ομίλων και την πλήρη απαλλαγή απ' τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα καύσιμα των ακτοπλοϊκών και αεροπορικών εταιρειών. Την ώρα που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έφτανε στο ύψος των 108 δισ. το συνολικό κρατικό πακέτο εγγυήσεων και στήριξης των τραπεζών (απ' τα αρχικά 28 δισ. της κυβέρνησης της ΝΔ), οι εγχώριοι τραπεζικοί όμιλοι αποκόμιζαν πρόσθετα κέρδη. Δανείσθηκαν με εγγύηση του Δημοσίου απ' την ΕΚΤ με επιτόκιο 1% και αγόρασαν ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, με απόδοση που ξεπερνά το 5%. Φυσικά, όλα τα παραπάνω έγιναν με νόμιμες κυβερνητικές αποφάσεις.
Αντίστοιχα, πίσω απ' τη διόγκωση του δημόσιου χρέους βρίσκονται και οι συνέπειες της έκθεσης της εγχώριας μεταποίησης στον ανταγωνισμό και την «απελευθέρωση» της αγοράς μετά τη νόμιμη ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη. Βρίσκονται, επίσης, τα υψηλά επιτόκια δανεισμού που συνοδεύουν το Μνημόνιο (το οποίο επίσης επικύρωσε η ελληνική Βουλή). Το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 41,8 δισ. ευρώ μόνο το 2010 και ξεπέρασε πλέον τα 340 δισ. ευρώ.
Η αντιπαράθεση σ' αυτές τις επιλογές, με κριτήριο το δίκαιο των δανειακών συμβάσεων και τη συνταγματικότητα αφήνει, στην ουσία, στο απυρόβλητο το μεγάλο κεφάλαιο.
Το πραγματικό ερώτημα για το λαό δεν είναι να επιλέξει πόσο, πότε και πώς θα πληρώσει το δημόσιο χρέος, αλλά να μην αποδεχτεί καμία συνευθύνη στην αποπληρωμή του. Να δημιουργήσει τις πολιτικές προϋποθέσεις, ώστε η διαγραφή του χρέους θα γίνει πραγματικά προς όφελός του.
Για παράδειγμα, η πιθανή κυβερνητική «επιτυχία» της επιμήκυνσης της αποπληρωμής του χρέους σημαίνει απλά ότι ο λαός θα επωμιστεί τελικά περισσότερα βάρη σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Η όξυνση των αντιθέσεων στην ΕΕ
Η στρατηγική συμφωνία κλιμάκωσης της επίθεσης στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στην ΕΕ δεν αναιρεί την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων στο εσωτερικό της.
Τα επιτελεία της άρχουσας τάξης δεν επαναπαύονται απ' την προσωρινή αναιμική ανάκαμψη απ' την κρίση ορισμένων κρατών - μελών, η οποία προετοιμάζει μια νέα βαθύτερη κρίση. Γνωρίζουν ότι για να δοθεί μια μεγαλύτερη προσωρινή ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη, πρέπει να απαξιωθεί σημαντικό μέρος του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου. Ομως, ο όποιος συμβιβασμός ανάμεσα σε κράτη και τραπεζικούς ομίλους που δάνεισαν και δανείστηκαν για μια ελεγχόμενη απαξίωση κεφαλαίου είναι ιδιαίτερα δύσκολος, εύθραυστος προσωρινός.
Η άρχουσα τάξη, σ' όλα τα κράτη - μέλη, γνωρίζει επίσης ότι δε θα υπάρχει διαχειριστική λύση που μπορεί να ματαιώσει την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης. Η κρίση υπερσυσσώρευσης είναι συνυφασμένη με το καπιταλιστικό σύστημα, που σκοπός της παραγωγής είναι το κέρδος, η διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Με κριτήριο την κάλυψη των λαϊκών αναγκών δεν υπάρχει υπερπαραγωγή εμπορευμάτων. Εκδηλώνεται κρίση υπερπαραγωγής με γνώμονα το ποσοστό κέρδους του κεφαλαίου. Γι' αυτό έχουμε σήμερα στην Ελλάδα 200.000 απούλητες κατοικίες και απ' την άλλη χιλιάδες νέους που βασανίζονται με το νοίκι και μένουν ακόμα με τους γονείς τους.
Οι αστικές κυβερνήσεις αντιλαμβάνονται ότι όποια διαχειριστική λύση και αν επιλέξουν δεν μπορούν να διαμορφώσουν φιλολαϊκή διέξοδο απ' την κρίση, αφού αυτή δε θίγει τα συμφέροντα της μετοχικής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και την εξουσία της. Η επεκτατική αναπτυξιακή πολιτική των μεγάλων κρατικών πακέτων στήριξης των μονοπωλίων που προπαγανδίζεται σαν το αντίδοτο της σημερινής περιοριστικής πολιτικής του «μνημονίου» επιβραδύνει την αναγκαία απαξίωση κεφαλαίου, αυξάνει την υπερχρέωση των κρατών και οδηγεί σε νέα αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος.
Τέλος, οι κυβερνήσεις των κρατών - μελών της ΕΕ και της Ευρωζώνης αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της ανισόμετρης ανάπτυξης στο εσωτερικό της, που οξύνθηκαν μετά την εκδήλωση της κρίσης. Στην ουσία, σήμερα έχουν διαμορφωθεί τρεις ταχύτητες. Στην πρώτη βρίσκονται δυνάμεις όπως η Γερμανία και η Σουηδία που έχουν υψηλή παραγωγικότητα και θετικό ρυθμό ανάπτυξης, θετικό εμπορικό ισοζύγιο, αυξητική πορεία επενδύσεων και καλή δημοσιονομική κατάσταση. Σε μια ενδιάμεση δεύτερη ταχύτητα βρίσκονται κράτη όπως η Γαλλία, η Βρετανία και η Ιταλία, ενώ στην τρίτη ταχύτητα τα ασθενέστερα υπερχρεωμένα κράτη - μέλη.
Ο προσωρινός συμβιβασμός που προτείνει ο γαλλογερμανικός άξονας, το νέο «Σύμφωνο για το Ευρώ» είναι αντιλαϊκός και εύθραυστος. Συνιστά ολοκληρωτική θυσία των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο βωμό της ανταγωνιστικότητας και της δημοσιονομικής σταθερότητας. Επιχειρεί βήματα αυστηρότερης εναρμόνισης των οικονομικών πολιτικών για το σύνολο της Ευρωζώνης, με κοινούς διακρατικούς στόχους, δεσμεύσεις, αυστηρή επιτήρηση και θωράκιση της ενιαίας αγοράς. Ομως, πέρα απ' τα ιμπεριαλιστικά σχέδια συμβιβασμού, οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις που αντικειμενικά οξύνονται έχουν τη δική τους δυναμική. Η Ευρωζώνη παραμένει τεχνητή συγκόλληση κρατών με διαφορετικό επίπεδο παραγωγικότητας, οικονομικής και πολιτικής ισχύος.
Γραμμή Λαϊκής Αντεπίθεσης
Σε κάθε περίπτωση, το εργατικό και ευρύτερα το λαϊκό κίνημα πρέπει να επιταχύνει την προσπάθεια ανασύνταξής του, διασφαλίζοντας ότι δε θα βαδίσει κάτω από «ξένη σημαία». Να βαδίσει χωρίς αυταπάτες ότι μπορούν να υπάρξουν ισότιμες σχέσεις καπιταλιστικών κρατών, μέσα στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Παίρνοντας οριστικά διαζύγιο από απόψεις που καλούν το εργατικό κίνημα να συμβάλει σε εναλλακτικές διαχειριστικές λύσεις για τη γρήγορη ανάκαμψη της κερδοφορίας του κεφαλαίου,για την άνοδο του ρυθμού καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Με αφετηρία το ριζοσπαστικό άξονα πάλης «την κρίση να πληρώσουν τα μονοπώλια» πρέπει να οργανωθεί η λαϊκή αντεπίθεση. Με ριζοσπαστικούς στόχους πάλης για την κατάργηση των δαπανών για το ΝΑΤΟ, φορολογία των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου στο 45%, πλήρη σταθερή εργασία, αποκλειστικά δημόσια Υγεία και Παιδεία. Σήμερα, μπορούμε από καλύτερες θέσεις να προβάλουμε την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων σαν αναγκαίο όρο, για να λειτουργήσει η αποδέσμευση απ' την ΕΕ και η διαγραφή του δημόσιου χρέους υπέρ του λαού. Ξεκαθαρίζοντας ότι στη χώρας μας υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για μια ριζικά διαφορετική οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας, η οποία μπορεί να διασφαλίσει την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής από τη λαϊκή εξουσία θα απελευθερώσει μεγάλες αναξιοποίητες αναπτυξιακές παραγωγικές δυνατότητες που έχει σήμερα η Ελλάδα. Το αστικό πολιτικό σύστημα προσπαθεί να συγκαλύψει ότι η Ελλάδα είναι πλούσια χώρα και μπορεί να μειώσει την εξάρτησή της από διεθνικούς μονοπωλιακούς ομίλους και ενώσεις σε κρίσιμους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας. Προϋπόθεση γι' αυτό είναι η αξιοποίηση του εγχώριου παραγωγικού πλούτου απ' τον κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό της παραγωγής.
Ο κεντρικός σχεδιασμός θα στηριχθεί και θα αναδείξει, για παράδειγμα, τις δυνατότητες των εγχώριων πηγών ενέργειας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η Ελλάδα είναι δεύτερη δύναμη σε λιγνιτικά κοιτάσματα στα κράτη - μέλη της ΕΕ, ότι δεν έχει αξιοποιηθεί για ηλεκτροπαραγωγή ούτε το 1/3 του υδάτινου δυναμικού που μπορεί να αξιοποιηθεί, καθώς και ότι τα ερευνητικά δεδομένα δίνουν σημαντικές πιθανότητες για πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου (Βόρειο Αιγαίο, λεκάνη Ηρόδοτου νότια της Κρήτης, Ιόνιο - Πατραϊκός Κόλπος κ.λπ.).
Η ώθηση που θα δοθεί στην εγχώρια παραγωγή θα είναι πολλαπλάσια απ' τη σημερινή, αφούκίνητρό της θα είναι η συνδυασμένη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, το ρόλο του ενιαίου κρατικού φορέα κατασκευών για την κάλυψη των αναγκών ποιοτικής, ασφαλούς λαϊκής στέγης, ανάπλασης συνοικιών, υλοποίησης έργων αντισεισμικής θωράκισης και αντιπλημμυρικής προστασίας, έργων υποδομής για τις μεταφορές, σχολεία, νοσοκομεία, υποδομές για κοινωνικές υπηρεσίες κ.λπ.
Στηριγμένοι στην υπεροχή της στρατηγικής μας μπορούμε σήμερα από καλύτερες θέσεις να δυναμώσουμε την πάλη στα σωματεία, στους μεγάλους εργασιακούς χώρους, στους κλάδους, στους τόπους κατοικίας. Να θωρακίσουμε το κίνημα για μια πιθανή απότομη άνοδο της ταξικής πάλης το προσεχές διάστημα.

Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι μέλος της ΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας


Σωτηρία του λαού ή της εξουσίας των μονοπωλίων;


Σωτηρία του λαού ή της εξουσίας των μονοπωλίων;
Η αστική τάξη και οι πολιτικοί υπηρέτες της τρέχουν να προλάβουν. Η βιαστική συγκρότηση της «μαύρης» κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΛΑ.Ο.Σ. θα επιχειρήσει να διαχειριστεί αποτελεσματικά την αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια σε δύσκολες συνθήκες καθώς η κρίση βαθαίνει, το αντιδραστικό οικοδόμημα της Ευρωζώνης τρίζει συθέμελα και ανοίγει ο δρόμος για την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Θα προσπαθήσει να αντιμετωπίσει πιο αποφασιστικά την ανοδική πορεία του ταξικού εργατικού κινήματος και να καλλιεργήσει κλίμα αναμονής, ώστε το σάπιο πολιτικό σύστημα να διασφαλίσει πολύτιμο χρόνο για την αναδιάταξή του. Ομως, η προπαγανδιστική προσπάθεια της συγκυβέρνησης θα έρχεται όλο και περισσότερο αντιμέτωπη με την πορεία συνεχούς επιδείνωσης που βιώνουν οι εργαζόμενοι.
Οπως φάνηκε και με τις πρόσφατες προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, ο νέος πρωθυπουργός, Λουκάς Παπαδήμος, κατέφυγε στη γνωστή συνταγή εμπορίου ελπίδας και φόβου. Το φόβητρο της επιστροφής στη δραχμή, μαζί με το φθαρμένο απατηλό όραμα της ΕΕ της κοινωνικής δικαιοσύνης επιστρατεύθηκαν για να πεισθεί ο λαός ότι αποτελεί μονόδρομο η εφαρμογή της πολιτικής της Συνόδου Κορυφής της 27ης Οκτώβρη, της δανειακής σύμβασης ελεγχόμενης χρεοκοπίας και του επικαιροποιημένου μνημονίου - λαιμητόμου για τα λαϊκά δικαιώματα.
Το ψευτοδίλημμα: Ευρώ ή δραχμή
Συγκεκριμένα, ο νέος πρωθυπουργός πρόβαλε το φόβητρο του περιορισμού του λαϊκού εισοδήματος σε περίπτωση εξόδου απ' το ευρώ, λόγω αύξησης του πληθωρισμού, υποτίμησης του νέου εθνικού νομίσματος και αυξανόμενης δυσκολίας εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους.
Σύμφωνα με τη λογική Παπαδήμου, την οποία συνυπογράφει όχι μόνο το ΠΑΣΟΚ και ο ΛΑ.Ο.Σ. αλλά και η ΝΔ, παρά τις όποιες αντιμνημονιακές κορόνες, το μόνο που μπορεί να επιλέξει ο λαός είναι ο τρόπος, ο χρόνος και ο ρυθμός που θα θυσιάσει το εισόδημα και τα δικαιώματά του για να θωρακισθεί η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία των μονοπωλιακών ομίλων.
Ο λαός καλείται να δεχθεί συνεχή πλήγματα στο μισθό, στη σύνταξη, στις εργασιακές σχέσεις, στα ασφαλιστικά δικαιώματα για την αποτροπή της εξόδου απ' την Ευρωζώνη, και τη θωράκισή της, ώστε να αποφύγει τον κίνδυνο μιας απότομης απώλειας εισοδήματος απ' την επιστροφή στη δραχμή. Ο λαός καλείται να πληρώσει ένα τεράστιο κρατικό χρέος για το οποίο δεν ευθύνεται και ούτε ωφελήθηκε απ' τη διόγκωσή του.
Την ίδια ώρα, η μαύρη συγκυβέρνηση, που καλεί το λαό σε συνεχείς νέες θυσίες, συνεχίζει τις νόμιμες φοροελαφρύνσεις για το μεγάλο κεφάλαιο, τις φοροαπαλλαγές για τους εφοπλιστές, τα νέα κρατικά πακέτα στήριξης των τραπεζών, τις υπέρογκες δαπάνες για σχέδια του ΝΑΤΟ.
Είναι φανερό ότι όσο συνεχίζουμε να βαδίζουμε στο δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, της εξουσίας των μονοπωλίων είτε εντός, είτε εκτός Ευρωζώνης, το αποτέλεσμα για την εργατική τάξη και το λαό θα είναι τελικά το ίδιο: Σχετική και απόλυτη εξαθλίωση.
Η ΕΕ της κοινωνικής δικαιοσύνης, της κοινοτικής αλληλεγγύης και της βιώσιμης ανάπτυξης που επικαλέστηκε ο πρωθυπουργός είναι σήμερα το πιο σύντομο ανέκδοτο. Μέσα από μια σύντομη αναιμική ανάκαμψη απ' τη μεγάλη κρίση του 2009, η ΕΕ βαδίζει σήμερα προς νέα βαθύτερη κρίση. Η φτώχεια και η ανεργία, ιδιαίτερα των νέων, βρίσκονται σε ιστορικά ρεκόρ. Η επίθεση σ' όλα τα κράτη - μέλη για να διασφαλισθεί φθηνότερη εργατική δύναμη κλιμακώνεται, ώστε η ΕΕ να ανταγωνισθεί τις ανερχόμενες δυνάμεις της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας.
Πρόκειται για προαποφασισμένες στρατηγικές κατευθύνσεις (π.χ. στρατηγική ΕΕ 2020) πολύ πριν την εκδήλωση της κρίσης του 2009, που δεν αφορούν μόνο τις υπερχρεωμένες χώρες.
Στόχος, η συνεχής αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, το ξεζούμισμα της εργατικής τάξης ώστε να διασφαλίζονται υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και μεγάλα κέρδη. Αυτή η πορεία έχει ως αναπόφευκτη κατάληξη την περιοδική εκδήλωση της κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, το οποίο δεν μπορεί να επενδυθεί διασφαλίζοντας ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους.
Αυτή την πραγματικότητα προσπαθεί να συσκοτίσει ο ισχυρισμός του πρωθυπουργού, Λ. Παπαδήμου, ότι βασική αιτία της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα είναι η συσσώρευση υπερβολικού χρέους σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας. Σε χώρες που παρουσίαζαν καλή δημοσιονομική κατάσταση, όπως η Γερμανία, η Ισπανία, η Ιρλανδία, εκδηλώθηκε επίσης βαθιά κρίση το 2009. Αποδείχθηκε ότι η επίδραση της κρίσης συμβάλλει στην αύξηση του ετήσιου δημόσιου ελλείμματος και του κρατικού χρέους στην Ελλάδα και στην ΕΕ και όχι το αντίστροφο.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να δούμε την επίδραση που είχε η ραγδαία αύξηση των εισαγωγών και η διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος στη διόγκωση του κρατικού χρέους μετά την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη. Για παράδειγμα, η Ελλάδα από αυτάρκης στην παραγωγή ζάχαρης και γάλακτος μετατράπηκε σε εισαγωγέα με την επιβολή κοινοτικών ποσοστώσεων στην εγχώρια παραγωγή. Ελληνικά ναυπηγεία αποκλείσθηκαν με κοινοτικές δεσμεύσεις απ' την κάλυψη αναγκών της ελληνικής ακτοπλοΐας. Την ίδια ώρα οι εγχώριοι όμιλοι αξιοποίησαν το ευρωενωσιακό πλαίσιο για κερδοφόρα εξαγωγή κεφαλαίου στη ΝΑ Ευρώπη, την τελευταία δεκαετία. Δεν φτάσαμε, λοιπόν, τυχαία στο να «καταναλώνουμε περισσότερα απ' όσα παράγουμε».
Ποιον σώζει η δανειακή σύμβαση;
Ούτε αποτελεί μονόδρομο και σωτηρία για το λαό η εφαρμογή του πλαισίου δανειακής σύμβασης, που θα υλοποιήσει η συγκυβέρνηση Παπαδήμου. Πρώτα απ' όλα γιατί η εφαρμογή των κατευθύνσεων του μεσοπρόθεσμου και του επικαιροποιημένου μνημονίου θα επιταχύνει την πορεία της λαϊκής οικογένειας προς τη χρεοκοπία, θα δώσει τη χαριστική βολή στο λαϊκό εισόδημα.
Δεύτερον, γιατί ακόμα και αν υπάρξει μια μικρή μείωση του μεγάλου ύψους του κρατικού χρέους, αυτή δε θα οδηγήσει σε μέτρα ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών αλλά στην αύξηση των δυνατοτήτων του αστικού κράτους να στηρίξει τους εγχώριους ομίλους. Ας θυμηθούμε τι επακολούθησε μετά το προηγούμενο «κούρεμα» της Συνόδου της 21ης Ιούλη με την καταιγίδα του πολυνομοσχεδίου και τα φορολογικά χαράτσια.
Τρίτον, γιατί και μετά το «κούρεμα», το ύψος του κρατικού χρέους θα παραμείνει πολύ υψηλό αφού ένα σημαντικό μέρος του βρίσκεται πλέον στα χέρια ευρωπαϊκών θεσμών και δεν «κουρεύεται», ενώ ένα άλλο μέρος του στα χέρια ελληνικών τραπεζών και ασφαλιστικών ταμείων, όπου η όποια μείωση θα αντισταθμιστεί με νέα κρατική χρηματοδότηση. Αλλά και η εθελοντική συμμετοχή των ομίλων - πιστωτών στη διαδικασία «κουρέματος» θα είναι μικρότερη απ' αυτήν της επίσημης πρόβλεψης.
Απ' την άλλη, η βαθιά κρίση της ελληνικής οικονομίας θα συμβάλει σε αύξηση του ετήσιου κρατικού ελλείμματος και σε νέα διόγκωση του κρατικού χρέους. Επίσης, τα νέα κρατικά πακέτα για τη στήριξη των ελληνικών τραπεζών θα προέρχονται απ' την κλεμμένη απλήρωτη δουλειά, την υπεραξία του Ελληνα και του Ευρωπαίου μισθωτού εργαζόμενου.
Σε τελευταία ανάλυση για να αποτελέσει «ανάσα» η διαγραφή του χρέους, θα πρέπει να μην εξυπηρετηθεί από νέα απαξίωση του εργατικού εισοδήματος. Αυτό δεν μπορεί να γίνει όσο την εξουσία την έχει στα χέρια του το μεγάλο κεφάλαιο και όχι ο λαός.
Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα μπορούμε επίσης εύκολα να διαπιστώσουμε ότι ο προσωρινός εύθραυστος συμβιβασμός της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης δε θα αντέξει και δεν μπορεί να αποτελέσει φιλολαϊκή διέξοδο.
Εχει μέλλον η Ευρωζώνη;
Τα αστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης αλλά και οι επίσημες συνομιλίες των κυβερνήσεων εστιάζουν στο πρόβλημα διαχείρισης των υπερχρεωμένων κρατών της Ευρωζώνης και στην αντικειμενική δυσκολία συμφωνίας για τον επιμερισμό των βαρών, για την αναγκαία απαξίωση κεφαλαίων μεταξύ κρατών - μελών της ΕΕ, μονοπωλιακών ομίλων, τραπεζών.
Κυριαρχούν οι γνωστές αναλύσεις για τη γρήγορη αύξηση των επιτοκίων δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας, τη μεγάλη έκθεση των γαλλικών τραπεζών στα κρατικά ομόλογα των υπερχρεωμένων κρατών του μεσογειακού νότου, τον κίνδυνο απώλειας της υψηλής πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας και της Αυστρίας. Η κριτική σε επίπεδο αστικής διαχείρισης περιορίζεται στην υποτιθεμένη έλλειψη πολιτικής βούλησης της Γερμανίας να θωρακίσει την Ευρωζώνη, στην «ανεπάρκεια» των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, στην ανάγκη επιτάχυνσης της πολιτικής ενοποίησης.
Στην πραγματικότητα οι πολιτικές ηγεσίες της ΕΕ γνωρίζουν ότι η διόγκωση του δημόσιου χρέους αποτελεί μια εκδήλωση των συνεπειών της ανισόμετρης ανάπτυξης και του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών - μελών της ΕΕ, που οξύνθηκε στη φάση της κρίσης. Γι' αυτό και ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζοζέ Μπαρόζο, παραδέχεται ότι «τώρα αντιμετωπίζουμε μια αληθινή συστημική κρίση».
Η δυσκολία ενός στέρεου μεσοπρόθεσμου συμβιβασμού των κρατών - μελών αντανακλά την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, η οποία σχετίζεται με τους ακόλουθους παράγοντες:
-- Την υπαρκτή επιβράδυνση και την πιθανότητα εκδήλωσης νέας βαθύτερης συγχρονισμένης κρίσης σε ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνία, σύμφωνα με τις προβλέψεις των διεθνών οργανισμών.
-- Την ένταση της ανισόμετρης ανάπτυξης και τη μεταβολή του συσχετισμού δύναμηςυπέρ της Γερμανίας και των συμμάχων της (Αυστρίας, Ολλανδίας κ.λπ.) στο εσωτερικό της Ευρωζώνης.
-- Την αυξανομένη δυσκολία της αστικής διαχείρισης τόσο στην περιοριστική όσο και στην επεκτατική δημοσιονομική της εκδοχή (με εμβληματικά παραδείγματα την ενδοαστική διαπάλη στη Γερμανία και στις ΗΠΑ).
Η αυξανόμενη δυσκολία της αστικής διαχείρισης αφορά αφενός το μεγάλο μέγεθος υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου που πρέπει να απαξιωθεί για να υπάρξει ουσιαστική ανάκαμψη και αφετέρου την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων λόγω της αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Το ΚΚΕ είχε έγκαιρα προβλέψει ότι η συνοχή της Ευρωζώνης, μιας τεχνητής νομισματικής συγκόλλησης κρατών με άνιση οικονομική και πολιτική ισχύ, θα δοκιμασθεί ιδιαίτερα σε περίοδο κρίσης. Κανένα ιμπεριαλιστικό πολιτικό σχέδιο δεν μπορεί να υπερβεί τις νομοτέλειες της καπιταλιστικής οικονομίας και τη δυναμική των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.
Ηδη αποδεικνύεται στην πράξη ότι ο νέος εύθραυστος συμβιβασμός της Συνόδου Κορυφής της 27ης Οκτώβρη δεν μπορεί να ματαιώσει την εκδήλωση νέας κρίσης ούτε να γεφυρώσει την απόκλιση συμφερόντων ανάμεσα στη Γερμανία και τους ισχυρούς συμμάχους της και στη Γαλλία και τα υπερχρεωμένα κράτη της Νότιας Ευρώπης. Η αυξανόμενη ανισομετρία πλήττει πλέον τον σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης.
Η βιομηχανική παραγωγή στην Ευρωζώνη δεν έχει ξεπεράσει ακόμα τα προ κρίσης του 2008 επίπεδα, ενώ παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις από χώρα σε χώρα, με την Ευρωζώνη να χωρίζεται ουσιαστικά σε δύο μεγάλα μπλοκ. Στο πρώτο, που αποτελείται κυρίως από χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά (π.χ. Γερμανία, Αυστρία, Πολωνία), η βιομηχανική παραγωγή ξεπερνά τα προ κρίσης επίπεδα, και στο δεύτερο, που αποτελείται κυρίως από τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, η βιομηχανική παραγωγή βρίσκεται σε επίπεδα χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2005 και απέχει σημαντικά από τα προ κρίσης επίπεδα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην τελευταία έκθεση του Συμβουλίου της Λισαβόνας, στην οποία κατατάσσονται με βάση τη δυναμική της οικονομίας τους τα κράτη - μέλη της ΕΕ, η Γαλλία βρίσκεται πλέον στη 13ηθέση μεταξύ των 17 κρατών - μελών της Ευρωζώνης.
Πάνω σ' αυτό το σαθρό έδαφος οξύνονται οι αντιθέσεις για το μέλλον της Ευρωζώνης, με εμβληματικό παράδειγμα τη ρωγμή στο λεγόμενο γαλλογερμανικό άξονα.
Οξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων
Η αντίθεση Γαλλίας - Γερμανίας εκφράσθηκε καθαρά πριν τη Σύνοδο Κορυφής, με αιχμή τους πόρους και τις δυνατότητες του προσωρινού μηχανισμού στήριξης (EFSF) και του μόνιμου μηχανισμού (ESM).
Συνεχίζεται μετά τη Σύνοδο, με αιχμή το ρόλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της Ευρωζώνης. Στην ουσία, η Γαλλία πιέζει στην κατεύθυνση η ΕΚΤ να λειτουργήσει ως εγγυητής του συνόλου του δημόσιου χρέους της Ευρωζώνης (τελικός δανειστής) με αυτονόητη επιβάρυνση της Γερμανίας. Παράλληλα, μεγαλώνουν οι τριβές Γερμανίας - Βρετανίας με αφορμή τη διαφωνία για την πρόταση φορολόγησης των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών εντός ΕΕ και αιτία τα γερμανικά σχέδια προώθησης της πολιτικής ενοποίησης.
Στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης της Γερμανίας εμφανίζεται ισχυρή η τάση που ζητά αναμόρφωση της Ευρωζώνης και κινήσεις εμβάθυνσης των σχέσεων συνεργασίας με τη Ρωσία και την Κίνα, καθώς αναβαθμίζεται η σημασία των ασιατικών αγορών για τις γερμανικές εξαγωγές.
Ταυτόχρονα, η δυνατότητα ενίσχυσης του προσωρινού μηχανισμού (EFSF) από την Κίνα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η Κίνα ζητά η όποια χρηματοδότηση του EFSF να γίνει μέσω του ΔΝΤ με αύξηση του μεριδίου της στο μετοχικό κεφάλαιο του ΔΝΤ και με συνεπακόλουθη αύξηση των ψήφων που θα διαθέτει για τη λήψη των αποφάσεων. Ζητά, επίσης, αλλαγές σε σχέση με το καθεστώς ένταξής της στον ΠΟΕ, που θα διευκολύνουν τις εξαγωγές εμπορευμάτων της και θα μειώνουν τα περιθώρια επιβολής αντισταθμιστικών δασμών απ' την ΕΕ.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιχειρεί να διαχειριστεί αντιφατικούς στόχους, που αφορούν την επιβράδυνση της οικονομίας της, την έκθεση των αμερικανικών τραπεζών στα προβληματικά κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης, τη μεταβολή της σχέσης ευρώ - δολαρίου, τη διατήρηση της Γερμανίας στο ευρωατλαντικό πλαίσιο, τη φθηνή αναχρηματοδότηση του διογκούμενου αμερικανικού κρατικού χρέους.
Μέσα σ' αυτό το κουβάρι των αντιθέσεων και αντιφάσεων εύκολα μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα επεξεργάζονται και προετοιμάζονται για σενάρια αναμόρφωσης, συρρίκνωσης, ακόμα και διάλυσης της Ευρωζώνης.
Τα συγκεκριμένα σενάρια δεν περιορίζονται πλέον σε μελέτες εξειδικευμένων ινστιτούτων και γραφείων (π.χ. έκθεση Allen & Overy) αλλά απασχολούν εκθέσεις εμπειρογνωμόνων του ίδιου του Κογκρέσου των ΗΠΑ.
Αξίζει να σταθούμε στο πρόσφατο συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών της Γερμανίας (CDU), όπου επισημάνθηκε καθαρά ότι αν ένα κράτος - μέλος δεν μπορεί να ακολουθήσει τους κανόνες του κοινού νομίσματος, θα μπορεί να αποχωρήσει εθελοντικά από την Ευρωζώνη, χωρίς να εγκαταλείψει την ΕΕ, ανοίγοντας το δρόμο για τη «μικρή γερμανική Ευρωζώνη» με μέλη τη Γερμανία, την Αυστρία, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία και τη Φινλανδία.
Τέθηκαν ως προτεραιότητες για την επόμενη Σύνοδο Κορυφής στις 9 Δεκέμβρη, η αναβάθμιση των δεσμεύσεων τήρησης αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής απ' τα κράτη - μέλη με αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών για το Σύμφωνο Σταθερότητας, οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου κ.λπ.
Ταυτόχρονα, η Γαλλία προσπαθεί να αντιδράσει καθώς βλέπει ότι η Γερμανία την ξεγράφει από ισότιμο εταίρο. Το Συμβούλιο Οικονομικών Αναλύσεων (CAE), που αποτελεί ειδικό σύμβουλο της γαλλικής κυβέρνησης, έχει εκπονήσει πρόταση που προβλέπει στην ουσία ότι κάθε κράτος - μέλος της σημερινής Ευρωζώνης θα μπορεί να κυκλοφορεί εσωτερικό εθνικό νόμισμα και παράλληλα να δημιουργηθούν 2 ομάδες κοινού νομίσματος για τις εξωτερικές συναλλαγές: Η ομάδα του «Ευρώ του Βορρά» και η ομάδα του «Ευρώ του Νότου».
Ο λαός να βάλει τη σφραγίδα του
Οι εργαζόμενοι δεν έχουν κανένα λόγο και δεν πρέπει να εγκλωβιστούν ανάμεσα στις αντιθέσεις των τμημάτων της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών κέντρων, σχετικά με το αν και με ποιους όρους θα παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Ολα τα σενάρια και οι προτάσεις για την αναμόρφωση και τη διάσωση της σημερινής Ευρωζώνης έχουν ως κοινή συνισταμένη την κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης. Αφορούν, σε τελευταία ανάλυση, την προσωρινή προστασία των μονοπωλίων της Ευρωζώνης από ένα άμεσο ντόμινο ανεξέλεγκτων χρεοκοπιών, που δεν αποκλείεται.
Οι μισθωτοί και οι αυτοαπασχολούμενοι μπορούν να αξιοποιήσουν αυτές τις δυσκολίες, τις αντιθέσεις και τις ρωγμές της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας της ΕΕ και της συνοχής της ελληνικής αστικής τάξης για να προετοιμάσουν καλύτερα την αντεπίθεσή τους.
Με αφετηρία την παρεμπόδιση των αντιλαϊκών μέτρων, απ' το να μην πληρωθούν τα χαράτσια μέχρι την κατοχύρωση στην πράξη των Συλλογικών Συμβάσεων, μπορεί να ξεκινήσει η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος σε κάθε κλάδο, τόπο δουλειάς και κατοικίας. Σημαδεύοντας τον πραγματικό αντίπαλο, την εξουσία των μονοπωλίων, τη σύγχρονη καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Με ξεκάθαρο προσανατολισμό για αποδέσμευση απ' την ΕΕ με εργατική - λαϊκή εξουσία που θα διαγράψει μονομερώς το κρατικό χρέος. Με κλιμάκωση των απεργιακών αγώνων, με πλήγματα στο σάπιο αστικό πολιτικό σύστημα.
Για να έχει το λαϊκό κίνημα συνέχεια, διάρκεια και νικηφόρα προοπτική πρέπει να αποφύγει τις αποπροσανατολιστικές θέσεις και συνθήματα του οπορτουνιστικού ρεύματος με βασικό εκφραστή το ΣΥΡΙΖΑ για συγκρότηση «αντιμνημονιακού μετώπου». Προτάσεις που εγκλωβίζουν την προοπτική των λαϊκών αγώνων στην αυταπάτη φιλολαϊκής διεξόδου στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος και της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας της ΕΕ.
Προτάσεις που συσκοτίζουν ότι σήμερα στη χώρα μας υπάρχουν οι προϋποθέσεις για ριζικά διαφορετική οργάνωση της οικονομίας, που μπορεί να διασφαλίσει την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Το ΚΚΕ καλεί το λαό για να γίνουν λαϊκή ιδιοκτησία τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και να προχωρήσει ο επιστημονικός κεντρικός σχεδιασμός της λαϊκής οικονομίας. Αυτός ο σχεδιασμός με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες, με εργατικό έλεγχο, θα απελευθερώσει εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες που δεν μπορούν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο του ευρωμονόδρομου, της καπιταλιστικής αγοράς.
Η Ελλάδα είναι πλούσια χώρα σε ενεργειακές πηγές, ορυκτό πλούτο, δυνατότητες βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής. Μπορεί να εξοικονομήσει πόρους απ' τη διαγραφή του κρατικού χρέους και την κατάργηση των δαπανών για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ. Η λαϊκή εξουσία είναι επίσης η μόνη που μπορεί να αξιοποιήσει αποτελεσματικά και τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις προς όφελος της κοινωνικής ευημερίας.
Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο και δε δικαιολογείται καμιά αναβολή. Ο λαός πρέπει να ξεσηκωθεί, να μην περιμένει πότε θα γίνουν οι εκλογές, ούτε τις αποφάσεις των Συνόδων Κορυφής της λυκοσυμμαχίας της ΕΕ. Πρέπει να οικοδομήσει τη δική του συμμαχία για να πάρει την τύχη του στα χέρια του.

Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας


ΕΕ - Ευρωζώνη: Το πραγματικό δίλημμα για το λαό


ΕΕ - Ευρωζώνη: Το πραγματικό δίλημμα για το λαό
Οι σκληρές διαπραγματεύσεις στη νέα Σύνοδο του Γιούρογκρουπ μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωζώνης με την άμεση συμμετοχή των ΗΠΑ, δεν πρέπει να κρύψουν από τους εργαζόμενους το κύριο: τη στρατηγική συμφωνία στην κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης, με στόχο τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων. Ολα τα συζητούμενα σενάρια για την επόμενη ημέρα στην Ευρωζώνη έχουν σαν σταθερή παράμετρο τη διασφάλιση φθηνότερης εργατικής δύναμης, αύξηση του βαθμού εκμεταλλεύσεων, επιτάχυνση των αναδιαρθρώσεων, των ιδιωτικοποιήσεων, για να διασφαλισθούν νέες διέξοδοι επένδυσης του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου με ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους.
Οποιος έχει την παραμικρή αμφιβολία, δεν έχει παρά να παρακολουθήσει την πολιτική που εφαρμόστηκε και εφαρμόζεται σ' όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και όχι μόνο στην Ελλάδα, την τελευταία δεκαπενταετία.
Οπως και στις δυο προηγούμενες συνόδους, οι διαπραγματεύσεις και οι σχετικές συμβιβαστικές προτάσεις εστιάζουν στον επιμερισμό των βαρών διαχείρισης των υπερχρεωμένων κρατών της Ευρωζώνης ανάμεσα σε κράτη αλλά και τραπεζικούς ομίλους.
Βάση της διαπραγμάτευσης αποτελεί πλέον η γαλλογερμανική πρόταση Μέρκελ - Σαρκοζί της 16ης Αυγούστου, που εστιάζει στη δημιουργία πλαισίου ενιαίας οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης και στην επιβολή αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής με ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, χωρίς ετήσιο έλλειμμα. Στη σύνοδο του Γιούρογκρουπ επιβεβαιώθηκε ξανά η γερμανική γραμμή που θέτει σαν πρώτο στόχο τη δημοσιονομική σύγκλιση.
Οι άμεσες διαπραγματεύσεις περιορίσθηκαν στη διεύρυνση των δυνατοτήτων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) σχετικά με τη στήριξη των ευρωπαϊκών τραπεζών αλλά και τους όρους δανειοδότησης κυβερνήσεων με «παροχή ασφάλειας» (εγγυήσεων) στους πιστωτές. Συζητήθηκαν οι όροι παροχής μελλοντικών δανείων του EFSF και η δυνατότητα αύξησης των διαθέσιμων πόρων του.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια προετοιμασία των ισχυρών κρατών και τραπεζικών ομίλων για να αμβλύνουν τις δικές τους αρνητικές συνέπειες, σε κάθε μελλοντικό σενάριο, πχ η ανεξέλεγκτη χρεοκοπία μιας χώρας. Πριν τη Σύνοδο, η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κρ. Λαγκάρντ, είχε ζητήσει την κρατική ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών σε ΕΕ και ΗΠΑ τονίζοντας ότι «η παγκόσμια οικονομία έχει εισέλθει σε νέα επικίνδυνη φάση». Στη συνέχεια οι πέντε μεγάλες κεντρικές τράπεζες (ΕΚΤ, FED/ΗΠΑ, Τράπεζα της Αγγλίας, της Ιαπωνίας και της Ελβετίας) ανακοίνωσαν ότι θα στηρίξουν τις ανάγκες ρευστότητας των τραπεζών της Ευρωζώνης.
Για την Ελλάδα ενδιαφέρονται για τη θωράκιση των τραπεζών στις περιπτώσεις ελεγχόμενης χρεοκοπίας, νέας σημαντικής απαξίωσης - «κουρέματος» των κρατικών ομολόγων, προσωρινής διακοπής καταβολής δόσεων δανείου. Το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» έχει ήδη αποκαλύψει, χωρίς στην ουσία να διαψευστεί, ότι η γερμανική κυβέρνηση επεξεργάζεται δύο σενάρια παρεμβάσεων, ένα με την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ και ένα με την έξοδό της.
Στη Σύνοδο επίσης επιβεβαιώθηκε η δέσμευση της Ελλάδας στην καταβολή εγγυήσεων στους πιστωτές, με αφορμή τις απαιτήσεις της Φινλανδίας, καθώς και για την επιτάχυνση της εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου. Ωστόσο, αυτή η συζήτηση αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου των διεργασιών και των αντιθέσεων ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Φυγόκεντρες δυνάμεις στη λυκοσυμμαχία
Η άτυπη Σύνοδος του Γιούρογκρουπ δεν κατάφερε να αμβλύνει ουσιαστικά την όξυνση των αντιθέσεων στο εσωτερικό της ΕΕ και ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα διεθνώς.
Αντιθέσεις που δεν περιορίζονται στο πρόβλημα της διαχείρισης των υπερχρεωμένων κρατών της Ευρωζώνης. Ασφαλώς υπάρχει η δυσκολία μακροπρόθεσμης συμφωνίας έστω και για τον επιμερισμό των βαρών και της αναγκαίας απαξίωσης κεφαλαίων μεταξύ κρατών - μελών της ΕΕ, τραπεζών, ομίλων. Ιδιαίτερα σ' αυτή τη φάση, που η διαπραγμάτευση δεν αφορά στην ουσία τα μικρά απόλυτα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας αλλά τα μεγάλα της Ιταλίας, της Ισπανίας ακόμα και της Γαλλίας.
Ομως οι πολιτικές ηγεσίες της ΕΕ γνωρίζουν ότι η διόγκωση του δημόσιου χρέους αποτελεί μια εκδήλωση των συνεπειών της ανισόμετρης ανάπτυξης και του ανταγωνισμού των κρατών - μελών της ΕΕ που οξύνθηκε στη φάση της κρίσης. Η πραγματική αιτία της όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων οφείλεται στην επίδραση των ακόλουθων παραγόντων:
α) Στην επιβράδυνση που ήδη καταγράφεται στις ΗΠΑ και στην Ευρωζώνη και στην πιθανότητα εκδήλωσης νέας συγχρονισμένης κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου σε ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνία που περιλαμβάνουν στις προβλέψεις τους ο ΟΟΣΑ, η Παγκ. Τράπεζα, ο αρμόδιος Κοινοτικός επίτροπος και η ενδιάμεση έκθεση της Κομισιόν.
β) Η ένταση της ανισόμετρης ανάπτυξης και η μεταβολή του συσχετισμού δύναμης υπέρ της Γερμανίας στο εσωτερικό της Ευρωζώνης. Η απόκλιση της ανταγωνιστικότητας Γερμανίας - Γαλλίας διευρύνεται, ενώ ισχυροποιούνται ορισμένοι σύμμαχοι της Γερμανίας (Αυστρία, Ολλανδία, Φινλανδία) στην πρώτη οικονομική ταχύτητα της ΕΕ. Το 27% των συνολικών εξαγωγών της ΕΕ προέρχεται από τη Γερμανία, έναντι 12% της Γαλλίας.
γ) Η αυξανόμενη δυσκολία της αστικής διαχείρισης να δρομολογήσει μια ουσιαστική ανάκαμψη και να ανακόψει τη νέα επιβράδυνση της οικονομίας. Τόσο η περιοριστική εκδοχή της αστικής δημοσιονομικής διαχείρισης (με εμβληματικό παράδειγμα τη Γερμανία), όσο και η επεκτατική εκδοχή της κυβέρνησης των ΗΠΑ (με τα μεγάλα πακέτα κρατικών ενισχύσεων στους μονοπωλιακούς ομίλους) αδυνατούν να δρομολογήσουν την αναγκαία απαξίωση μεγάλου μέρους των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων και να διασφαλίσουν νέα πεδία επένδυσης με ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους για το κεφάλαιο.
Οι νέοι κλάδοι της οικονομίας, οι... ατμομηχανές της «πράσινης οικονομίας», της «κοινωνικής οικονομίας», της βιοτεχνολογίας δεν αρκούν για να αποτελέσουν ουσιαστική διέξοδο για την καπιταλιστική ανάπτυξη.
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο οξύνεται η διαπάλη στο εσωτερικό της γερμανικής άρχουσας τάξης. Ισχυροποιείται η τάση που ζητά αναμόρφωση της Ευρωζώνης και κινήσεις εμβάθυνσης των σχέσεων συνεργασίας με τη Ρωσία και την Κίνα. Η αναβάθμιση της σημασίας των ασιατικών αγορών για τις γερμανικές εξαγωγές είναι αναμφισβήτητη. Μέσα στη διετία 2009-2010 οι γερμανικές εξαγωγές στην Κίνα αυξήθηκαν πάνω από 70% και αποτελούν ήδη το 47% των συνολικών εξαγωγών της ΕΕ-27 προς την Κίνα.
Στον αντίποδα βρίσκεται το μέρος της γερμανικής άρχουσας τάξης που αναδεικνύει τη σημασία των ασθενέστερων ευρωπαϊκών χωρών του Μεσογειακού Νότου για τις γερμανικές εξαγωγές εμπορευμάτων και κεφαλαίου, για τη συνοχή της μεγάλης ΕΕ-27, για τη διατήρηση του γαλλογερμανικού άξονα, καθώς και για τον παραδοσιακό ευρωατλαντικό προσανατολισμό (με τις ΗΠΑ βασικό στρατηγικό εταίρο της Γερμανίας). Αξίζει να επισημανθεί ότι μέχρι το 2008 το 27,5% του εμπορικού πλεονάσματος της Γερμανίας προερχόταν από τα υπερχρεωμένα κράτη (PIGS - Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία) της Ευρωζώνης.
Αυτή η πλευρά επιμένει στην υπεροχή του ευρώ έναντι του μάρκου για τη γερμανική ανταγωνιστικότητα καθώς και στη σημασία της μεγάλης αγοράς της ΕΕ για τις γερμανικές εξαγωγές και τη διεθνή διαπραγματευτική δύναμη της Γερμανίας.
Το πεδίο όξυνσης των ενδοαστικών αντιθέσεων για το μέλλον της Ευρωζώνης δεν περιορίζεται μόνο στις επιλογές οικονομικής πολιτικής (ευρωομόλογο, λειτουργία και ρόλος ΕΚΤ κλπ). Επεκτείνεται στην ανταγωνιστικότητα για το μοίρασμα των αγορών και το γεωπολιτικό έλεγχο περιοχών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αποστασιοποίηση της Γερμανίας από ΗΠΑ, Γαλλία, Βρετανία στην αρχική ψηφοφορία του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την επέμβαση στη Λιβύη, που συνέπλευσε με την Κίνα και τη Ρωσία. Επίσης η εγκατάλειψη από τη Γερμανία του προγράμματος πυρηνικής ενέργειας, που οδηγεί αντικειμενικά σε αύξηση της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία.
Εκφράσεις της όξυνσης της διαπάλης ήταν οι προσφυγές ακαδημαϊκών στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας με τη στήριξη και του τέως προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχάνων της Γερμανίας (BDI) Χένκελ, που ζητούσαν να κριθεί ως αντισυνταγματική η συμμετοχή της Γερμανίας στα πακέτα δανειοδότησης προς την Ελλάδα και στον προσωρινό μηχανισμό στήριξης, οι εκθέσεις της κεντρικής τράπεζας (Μπούντενσμπανκ) που θεωρούν ότι ο συμβιβασμός της 21ης Ιούλη οδηγεί σε «κοινοτικοποίηση των κινδύνων» των υπερχρεωμένων κρατών σε βάρος της γερμανικής οικονομίας, καθώς και η παραίτηση του επικεφαλής οικονομολόγου της ΕΚΤ Γιούργκεν Σταρκ. Κορυφαία η δήλωση του αντικαγκελάριου της Γερμανίας Φίλιπ Ρέσλερ «να σταματήσει να αποτελεί ταμπού μια χρεοκοπία της Ελλάδας»...
Στον αντίποδα, υπήρξε η σφοδρή κριτική των πρώην καγκελαρίων Κολ και Σμιτ προς τη γερμανική κυβέρνηση για κλονισμό των ευρωατλαντικών σχέσεων και ασαφή και άτολμη πολιτική για τη διατήρηση της Ευρωζώνης. Επίσης οι δηλώσεις του επικεφαλής του γερμανικού Συνδέσμου Εξαγωγέων (BGA) και της ηγεσίας της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας υπέρ του ευρωομόλογου. Σε επιστημονικό επίπεδο καταγράφηκε αντιπαράθεση μεταξύ του γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (IFO) και του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Οικονομίας του Βερολίνου για το κατά πόσο επιβαρύνει το κόστος δανεισμού της Γερμανίας το ευρωομόλογο.
Σ' αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση της Μέρκελ επιχειρεί να συμβιβάσει τις ενδοαστικές αντιθέσεις της Γερμανίας προβάλλοντας στα υπόλοιπα κράτη - μέλη το δίλημμα: «πιο αυστηρή εναρμόνιση της οικονομικής πολιτικής ή στενότερη ζώνη του ευρώ». Ωστόσο, η γραμμή της δεν στοχεύει στην αποπομπή υπερχρεωμένων κρατών από την ΕΕ. Σ' αυτήν την πορεία στηρίζεται από την Ολλανδία, την Αυστρία, την Φινλανδία. Φυσικά και αυτά τα κράτη έχουν τις ιδιαίτερες στοχεύσεις τους, όπως φάνηκε με την σκληρή διαπραγματευτική στάση της Φινλανδίας στο ζήτημα των εγγυήσεων για το πρόγραμμα δανεισμού της Ελλάδας.
Στο οικονομικό επίπεδο η γαλλική κυβέρνηση συμπλέει με τη γερμανική, με προτεραιότητα να αποφύγει μια ριζική συρρίκνωση της Ευρωζώνης, όπου πλέον ο συσχετισμός γι' αυτήν θα είναι ακόμα πιο αρνητικός. Αυτή η γραμμή εκφράζεται σταθερά από το συμβιβασμό της Ντοβίλ, τον Οκτώβρη του 2010, μέχρι το κοινό πλαίσιο Μέρκελ - Σαρκοζί στις 16/8/2011, που περιλαμβάνει ενιαίο φορολογικό καθεστώς για τις γερμανικές και τις γαλλικές επιχειρήσεις.
Οι γαλλικοί τραπεζικοί όμιλοι είναι εκτεθειμένοι στο ιταλικό και το ισπανικό δημόσιο χρέος (κατέχουν το 15% των ιταλικών ομολόγων). Σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της οικονομίας, η Γαλλία είναι πολύ πιθανό να γνωρίσει, όπως οι ΗΠΑ, υποβάθμιση στην πιστοληπτική της αξιολόγηση από τους γνωστούς οίκους.
Η αμερικανική κυβέρνηση ασκεί πιέσεις στη γερμανική σχετικά με την περιοριστική πολιτική της και τη μειωμένη ανάληψη βαρών από τη Γερμανία για τη διάσωση της Ευρωζώνης. Πιέσεις που εκφράστηκαν τόσο στη Σύνοδο του Γιούρογκρουπ (αντιπαράθεση των υπουργών Γκάιτνερ και Σόιμπλε) όσο και στην πρόσφατη Σύνοδο των «G7» στη Μασσαλία. Οι ΗΠΑ ανησυχούν για το ενδεχόμενο στενότερης προσέγγισης Γερμανίας - Ρωσίας - Κίνας, για την πιθανότητα εκδήλωσης νέας κρίσης στο βασικό εμπορικό εταίρο τους, την ΕΕ, και για τις επιπτώσεις στον ανταγωνισμό ευρώ - δολαρίου σαν διεθνών αποθεματικών νομισμάτων. Ωστόσο, την ίδια ώρα οι Ρεπουμπλικάνοι ασκούν αντίστροφη κριτική στην επεκτατική πολιτική της αμερικανικής κυβέρνησης, με αιχμές τη μεταρρύθμιση του συστήματος Υγείας, την αναποτελεσματικότητα του κρατικού πακέτου στήριξης των αμερικανικών ομίλων, ύψους 800 δισ. δολ., τη διόγκωση του αμερικανικού δημόσιου χρέους...
Η Κίνα και η Ρωσία ανακοινώνουν τη δυνατότητά τους τόσο για την αγορά κρατικών ομολόγων των υπερχρεωμένων κρατών-μελών της Ευρωζώνης όσο και για άμεσες επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς αυτών των χωρών. Οι κυβερνητικές επαφές Κίνας - Ιταλίας και Κύπρου - Ρωσίας αποτελούν τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ταυτόχρονα, συνολικά οι BRICS και ιδιαίτερα η Ινδία και η Βραζιλία ασκούν κριτική μέσα στο εκτελεστικό συμβούλιο του ΔΝΤ για την ανεπάρκεια της γερμανικής πολιτικής των προγραμμάτων δανειοδότησης. Αντίστοιχη κριτική προς τις διαχειριστικές αδυναμίες των ΗΠΑ και της Γερμανίας ασκείται και με δηλώσεις της ρωσικής και της κινεζικής κυβέρνησης. Πρόκειται για ενδείξεις της μεταβολής του συσχετισμού δύναμης στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.Συμπερασματικά ο συμβιβασμός στο εσωτερικό της Ευρωζώνης παραμένει προσωρινός και εύθραυστος. Το γερμανικό σχέδιο αναμόρφωσης της Ευρωζώνης πέρα από τον αντιλαϊκό του χαρακτήρα δεν μπορεί να ματαιώσει την εκδήλωση νέας κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και την ένταση της ανισόμετρης ανάπτυξης στην ΕΕ. Η έκβαση της διαπάλης στο εσωτερικό της γερμανικής άρχουσας τάξης θα είναι καθοριστική για τη μεταβολή των συσχετισμών στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα
Προσοχή στη στιγμή
Η ελληνική άρχουσα τάξη έχει κάθε λόγο να αγωνιά από τους κλονισμούς και την όξυνση των αντιθέσεων στην ιμπεριαλιστική συμμαχία της ΕΕ, η οποία αποτελεί βασικό στήριγμά της. Εχει κάθε λόγο να ανησυχεί μπροστά στην αυξανόμενη δυσκολία της να διαχειριστεί την κρίση και την υπερχρέωση του κράτους της.
Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα δεν έχουν κανένα λόγο να εγκλωβιστούν στα διλήμματά της. Οποιο αστικό σενάριο και αν δρομολογηθεί τελικά (ελεγχόμενη χρεοκοπία με νέο «κούρεμα» των κρατικών ομολόγων, διακοπή του προγράμματος δανεισμού και ώθηση της Ελλάδας σε έξοδο από την Ευρωζώνη κλπ) θα έχει την ίδια αντιλαϊκή κατεύθυνση, η οποία οδηγεί τη λαϊκή οικογένεια στη χρεοκοπία. Η συνεχής κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης, που οδηγεί σε ραγδαία επιδείνωση, σε σχετική και απόλυτη εξαθλίωση μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους, είναι στοιχείο όλων των παραλλαγών του αστικού σχεδιασμού για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων. Οι εργαζόμενοι πρέπει να αντιληφθούν τη συγκυρία, σαν ιστορική ευκαιρία για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, την οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης. Τώρα που χάνει τη λάμψη του ο μύθος της κοινοτικής αλληλεγγύης και αποκαλύπτεται ο αντιδραστικός χαρακτήρας της ΕΕ σαν ιμπεριαλιστικής συμμαχίας. Τώρα που φαίνεται πιο καθαρά ο αντιλαϊκός χαρακτήρας και το αδιέξοδο της αστικής διαχείρισης. Τώρα είναι η ώρα να προβάλλουμε τις αντικειμενικές δυνατότητες που υπάρχουν για να ικανοποιηθούν οι λαϊκές ανάγκες και να απελευθερωθούν οι αναξιοποίητες δυνατότητες της Ελλάδας.
Τώρα μπορούμε από καλύτερες θέσεις να αναδείξουμε την αναγκαιότητα της «αποδέσμευσης από την ΕΕ και διαγραφής του χρέους με λαϊκή εξουσία», καθώς και τη δυνατότητα αξιοποίησης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων από το λαϊκό κίνημα.

Του Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
* Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας


TOP READ