Επίδειξη δύναμης έκαναν οι φασίστες της Casapound στη Ρώμη, πραγματοποιώντας συγκέντρωση περίπου 300 ατόμων μπροστά από αναμνηστική πλακέτα στη μνήμη τριών νεοφασιστών που δολοφονήθηκαν στις 7 Γενάρη 1978. Οι συγκεντρωμένοι φασίστες σήκωσαν το χέρι τους, ουρλιάζοντας “Παρών”, ενώ κανένα υγειονομικό μέτρο δεν τηρήθηκε, είτε σε ό,τι αφορά τις αποστάσεις, είτε στη χρήση μάσκας από το πλήθος.
H δολοφονία των Φράνκο Μπικογντσέτι, Φραντσέσκο Τσαβάτα και Στέφανο Ρεκιόνι, αποτελεί σημείο αναφοράς για την ιταλική ακροδεξιά εδώ και δεκαετίας. Οι τρεις νεαροί ήταν όλοι τους μέλη της νεολαίας του νεοφασιστικού κόμματος MSI, κι οι δυο πρώτοι πυροβολήθηκαν καθώς έβγαιναν από την έδρα του κόμματος στην οδό Άκα Λαρέντσια, ενώ ο τρίτος πυροβολήθηκε από έναν καραμπινιέρο στη διάρκεια πορείας των φασιστών ως αντίδραση στα γεγονότα, στην οποία σημειώθηκαν έκτροπα, ανάμεσά τους και η επίθεση στο συνεργείο της RAI που κατέφτασε στο σημείο. Ο καραμπινιέρος αργότερα απαλλάχθηκε από κάθε κατηγορία, ενώ οι δράστες των δυο πρώτων δολοφονιών δε συνελήφθησαν ποτέ. Το 1988 εντοπίστηκε το όπλο της εκτέλεσης σε γιάφκα των Ερυθρών Ταξιαρχιών, στοιχείο που δε διαλεύκανε περαιτέρω την υπόθεση. Ενδιαφέρον πάντως παρουσιάζει πως ο τελευταίος ταυτοποιημένος ιδιοκτήτης του όπλου ήταν αστυνομικός, χωρίς ποτέ να διευκρινιστεί με ποιον τρόπο το οποίο το πιστόλι κατέληξε στα χέρια της ένοπλης οργάνωσης.
Η επέτειος όμως δεν αποτελεί μόνο όχημα με το οποίο προσπαθούν να κερδίσουν δημοσιότητα “περιθωριακές” νεοφασιστικές οργανώσεις, όπως η Casapound, αλλά και εφαλτήριο για ξέπλυμα και θυματοποίησης της ιταλικής ακροδεξιάς από αστικές πολιτικές δυνάμεις. Πριν ακόμα πραγματοποιηθεί η συγκέντρωση της Casapound, η Τζόρτζια Μελόνι, ηγέτης του κοινοβουλευτικού κόμματος “Αδερφοί της Ιταλίας”, που αποτελεί ουσιαστικά τον άμεσο, “ευπρεπισμένο” διάδοχο του MSI, έκανε λόγο για “μια τραγωδία που μένει ακόμα χωρίς ενόχους”, ισχυριζόμενη πως “δεν αποδόθηκε καμία δικαιοσύνη” και προσθέτοντας πως “Τιμούμε τη μνήμη αυτών των τριών δολοφονημένων νέων, θυμάτων τρομοκρατίας και πολιτικής βίας και συνεχίζουμε να ζητάμε να ριχθεί άπλετο φως σε μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες της εθνικής μας ιστορίας”.
Αλλά και πρώην δήμαρχοι της Ρώμης πρωτοστάτησαν σε προσπάθειες ηρωοποίησης των δολοφονημένων νεοφασιστών. Ο Τζάνι Αλεμάνο, που εξελέγη με τη στήριξη του Μπερλουσκόνι το 2010 πρότεινε να ονομαστεί η περιοχή γύρω από τη δολοφονία με την ένδειξη “Πεσόντες της οδού Άκα Λαρέντσια”. Μια πρόταση που δεν εκπλήσσει, με δεδομένο το παρελθόν του Αλεμάνο ως γραμματέα της νεολαίας του MSI παλιότερα, η οποία ωστόσο είχε πολλά κοινά στοιχεία με εκείνη του αμέσως προηγούμενο δημάρχου, του πρώην κομμουνιστή κεντροαριστερού Βάλτερ Βελτρόνι, ηγετικούς στελέχους της “Ελιάς” τη δεκαετία του ’90, ο οποίος το 2008, με αφορμή την 30η επέτειο του γεγονότος, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να δώσει το όνομα των τριών νεαρών σε δρόμο της πόλης, χαρακτηρίζοντάς το “πολιτικό καθήκων για ολόκληρη την τοπική κοινωνία”.
Εν τέλει, το 2012, παλιά μέλη του MSI ανήρτησαν με την έγκριση των αρχών την πλακέτα όπου συγκεντρώθηκαν και προχθές οι μελανοχίτωνες, όπου μιλούν για “θύματα πολιτικής βίας”, “δολοφονημένα από το κομμουνιστικό μίσος και τους υπηρέτες του” κράτους. Μια πλακέτα που παραμένει στη θέση της, παρά τις έντονες αντιδράσεις αντιφασιστικών οργανώσεων και μεγάλης μερίδας πολιτών για το περιεχόμενό της.