Παλμός, πάθος, λαμπερά χαμόγελα και βλέμματα γεμάτα διάθεση για
αγώνα, που ακτινοβολούσαν ένα ανιδιοτελές μεράκι για να διεκδικήσουν όλα
όσα τους ανήκουν. Κάπως έτσι θα περιέγραφα σε μία φράση όσα είδα,
άκουσα και κυρίως ένιωσα στο 45ο φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή.
Σίγουρα, όσοι έχουν κάνει έστω και μια φορά μια βόλτα από κάποιο
φεστιβάλ στο παρελθόν, θα μπορούν να καταλάβουν φέρνοντας στο μυαλό τους
τις δικές τους αναμνήσεις. Θα μπορούν να καταλάβουν, επειδή πρόκειται
για μια εμπειρία που συνταιριάζει την πιο ολοκληρωμένη μορφή
αλληλεγγύης, οργάνωσης και ψυχαγωγίας που μπορεί κάποιος να συναντήσει
σήμερα στη χώρα μας. Επειδή οι κουβέντες είναι απλές, αλλά όχι απλοϊκές.
Επειδή οι ματιές είναι ζεστές και όχι απαξιωτικές. Επειδή το χτύπημα
στην πλάτη είναι αυθεντικό και όχι υποτιμητικό. Επειδή το «σύντροφε» δεν
είναι σχήμα λόγου, αλλά βγαίνει βαθιά μέσα από την καρδιά. Επειδή τα
προβλήματα και οι ανάγκες είναι κοινές και η διάθεση για προσφορά έντιμη
και ειλικρινής. Επειδή, στην τελική, ακόμα κι αν υπήρχαν καρέκλες για
όλους, η υποκρισία δεν θα είχε ποτέ στασίδι μεταξύ μας.
Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά για το φετινό φεστιβάλ, να μιλήσουμε για τη Διεθνούπολη και την προσπάθεια ανάτασης του κινήματος που πραγματοποιείται σε άλλες χώρες, να αναφερθούμε στις πλούσιες σε ερεθίσματα συζητήσεις που έγιναν, να ανατρέξουμε στα τραγούδια που ακούστηκαν ή στο stand up comedy που κέρδισε σύμφωνα με πολλούς τις εντυπώσεις. Επειδή, όμως, τα λόγια δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις στιγμές και να περιγράψουν σε όσους δεν βρέθηκαν εκεί όλα όσα έλαβαν χώρα, δεν θα αριθμήσουμε ούτε γεγονότα, ούτε θα μνημονεύσουμε ενσταντανέ που ξεχώρισαν.
Γιατί ο κόσμος που δεν έχει έρθει ποτέ του σε φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή, που όταν ακούει για φεστιβάλ το μυαλό του πάει στο Βurger Fest – ναι, υπάρχουν ανάμεσά μας κι αυτοί – δεν θα μπει στον πειρασμό να παραστεί κάποια στιγμή επειδή θα του υποσχεθεί κάποιος ανεπανάληπτες στιγμές, αλλά επειδή θα θέλει να δει κάτι «αξιοπερίεργο», κάτι πραγματικά «μοναδικό» (!)
Κι αυτό υπάρχει στο φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή και έχει να κάνει με τους πραγματικούς ήρωές του, με τους αφανείς «ενορχηστρωτές» του, με τους «μαέστρους» που κινούν τα νήματα πίσω από τις κουίντες, που δεν έχουν καμία σχέση με εταιρείες, managers ή χορηγούς.
Πρόκειται για καθημερινούς ανθρώπους, που πολλοί μάλιστα μπορεί και να τους υποτιμούσαν ή να τους κοιτούσαν απαξιωτικά, επειδή θα τους παραλλήλιζαν στο μυαλό τους με κοινούς εργάτες. Κι ένας εργάτης δεν πρέπει να τα καταφέρνει. Είναι πολύ επικίνδυνο για την «τάξη και την ασφάλεια» μιας κοινωνίας να τα καταφέρνει…
Ο Γάλλος νομπελίστας συγγραφέας, Ρομαίν Ρολάν, έλεγε πως «ήρωας είναι αυτός που κάνει ό,τι μπορεί» και τα παιδιά που έστησαν το φεστιβάλ, εξυπηρετώντας κάθε βράδυ χιλιάδες κόσμο ψήνοντας σουβλάκια, πουλώντας ποτά και μαζεύοντας σκουπίδια, ξέρουν να υποτάσσουν το προσωπικό εγώ κάτω από το εμείς. Είναι η μοναδική υποταγή που δέχονται, που κατανοούν και επιβραβεύουν, αφού ξέρουν καλά πως όλα αποτελούν μια αλληλένδετη αλυσίδα.
Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά για το φετινό φεστιβάλ, να μιλήσουμε για τη Διεθνούπολη και την προσπάθεια ανάτασης του κινήματος που πραγματοποιείται σε άλλες χώρες, να αναφερθούμε στις πλούσιες σε ερεθίσματα συζητήσεις που έγιναν, να ανατρέξουμε στα τραγούδια που ακούστηκαν ή στο stand up comedy που κέρδισε σύμφωνα με πολλούς τις εντυπώσεις. Επειδή, όμως, τα λόγια δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις στιγμές και να περιγράψουν σε όσους δεν βρέθηκαν εκεί όλα όσα έλαβαν χώρα, δεν θα αριθμήσουμε ούτε γεγονότα, ούτε θα μνημονεύσουμε ενσταντανέ που ξεχώρισαν.
Γιατί ο κόσμος που δεν έχει έρθει ποτέ του σε φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή, που όταν ακούει για φεστιβάλ το μυαλό του πάει στο Βurger Fest – ναι, υπάρχουν ανάμεσά μας κι αυτοί – δεν θα μπει στον πειρασμό να παραστεί κάποια στιγμή επειδή θα του υποσχεθεί κάποιος ανεπανάληπτες στιγμές, αλλά επειδή θα θέλει να δει κάτι «αξιοπερίεργο», κάτι πραγματικά «μοναδικό» (!)
Κι αυτό υπάρχει στο φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή και έχει να κάνει με τους πραγματικούς ήρωές του, με τους αφανείς «ενορχηστρωτές» του, με τους «μαέστρους» που κινούν τα νήματα πίσω από τις κουίντες, που δεν έχουν καμία σχέση με εταιρείες, managers ή χορηγούς.
Πρόκειται για καθημερινούς ανθρώπους, που πολλοί μάλιστα μπορεί και να τους υποτιμούσαν ή να τους κοιτούσαν απαξιωτικά, επειδή θα τους παραλλήλιζαν στο μυαλό τους με κοινούς εργάτες. Κι ένας εργάτης δεν πρέπει να τα καταφέρνει. Είναι πολύ επικίνδυνο για την «τάξη και την ασφάλεια» μιας κοινωνίας να τα καταφέρνει…
Ο Γάλλος νομπελίστας συγγραφέας, Ρομαίν Ρολάν, έλεγε πως «ήρωας είναι αυτός που κάνει ό,τι μπορεί» και τα παιδιά που έστησαν το φεστιβάλ, εξυπηρετώντας κάθε βράδυ χιλιάδες κόσμο ψήνοντας σουβλάκια, πουλώντας ποτά και μαζεύοντας σκουπίδια, ξέρουν να υποτάσσουν το προσωπικό εγώ κάτω από το εμείς. Είναι η μοναδική υποταγή που δέχονται, που κατανοούν και επιβραβεύουν, αφού ξέρουν καλά πως όλα αποτελούν μια αλληλένδετη αλυσίδα.
Γιατί αν είναι εφικτό να καταφέρουν να στήσουν με τις δικές τους
δυνάμεις ένα φεστιβάλ, τότε μάλλον θα είναι και εφικτό να πετύχει η
υπόθεση για την οποία παλεύουν. Και κάπως έτσι, το μόνο ανέφικτο που βλέπουν από τη δική τους μεριά είναι ο συμβιβασμός με τη μοιρολατρία, την ηττοπάθεια και τη λογική πως τίποτα δεν αλλάζει…