«Οι
προοπτικές της ελληνικής οικονομίας φαίνεται να ισχυροποιούνται, μετά
την αναθεώρηση των στοιχείων του ΑΕΠ για το 1ο τρίμηνο του 2017 (...)
Ωστόσο, η καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης του προγράμματος
προσαρμογής φαίνεται ότι επηρέασε αρνητικά το κλίμα τους επόμενους μήνες
(...)
Γενικότερα, η αναμενόμενη ανοδική πορεία του τουρισμού
και των εξαγωγών, σε συνδυασμό με τη βελτίωση των δημοσιονομικών
μεγεθών, θα ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα τα επόμενα τρίμηνα.
Για να επιβεβαιωθούν όμως οι προβλέψεις ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια
απαιτείται ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων και απρόσκοπτη και εντατική
υλοποίηση ιδιωτικοποιήσεων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Το
απόσπασμα αυτό από το μηνιαίο δελτίο του ΣΕΒ δεν λέει τίποτα καινούργιο.
Αποτελεί ωστόσο μια αποτύπωση της συγκυρίας σε ό,τι αφορά την
προσπάθεια της κυβέρνησης να βελτιώσει τις προοπτικές που ανοίγονται για
το κεφάλαιο μπροστά στη διαφαινόμενη σχετική βελτίωση των οικονομικών
δεικτών, με αναιμική ανάκαμψη της οικονομίας, χωρίς να αναιρούνται οι
γενικότερες αβεβαιότητες που μπορεί να οδηγήσουν σε νέο πισωγύρισμα.
Το
ζουμί της μηνιαίας παρέμβασης του ΣΕΒ βρίσκεται βέβαια στην υπόμνηση
προς την κυβέρνηση και συνολικά προς τα αστικά κόμματα ότι η επιβεβαίωση
ακόμα και αυτών των προβλέψεων για ισχνή ανάκαμψη προϋποθέτει να
προχωρήσει ανεμπόδιστα, εντατικά και κλιμακούμενα η εφαρμογή των
αντιλαϊκών μέτρων που ψηφίστηκαν έως τώρα και όσων άλλων χρειαστούν στο
μέλλον, με έμφαση στις ιδιωτικοποιήσεις, απ' όπου το κεφάλαιο προσδοκά
να αποκτήσει πρόσβαση σε νέα πεδία κερδοφόρας δράσης.
Και βέβαια,
κάτω από τον τίτλο «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», τον οποίο επίσης
χρησιμοποιεί ο ΣΕΒ, χωράει το σύνολο των αντιλαϊκών - αντεργατικών
μέτρων, που έχουν ως συνέπεια το βάθεμα της εκμετάλλευσης για τους
εργαζόμενους και την παραπέρα συγκέντρωση του κεφαλαίου σε τομείς και
κλάδους της οικονομίας, σε βάρος των αυτοαπασχολούμενων και μικρών ΕΒΕ,
της μικρομεσαίας αγροτιάς, με εξαντλητικά πλήγματα στη λαϊκή οικογένεια.
Κερδισμένοι και χαμένοι
Αυτόν
τον στρατηγικό σχεδιασμό για τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους
υλοποιεί η κυβέρνηση με τη συμφωνία που συνδιαμόρφωσε και τελικά
αποδέχτηκε στο Γιούρογκρουπ της περασμένης Πέμπτης. Η απόφαση της
κυβέρνησης και των συμμάχων της σε ΕΕ και ΔΝΤ «εγγυάται» εμβάθυνση της
αντεργατικής - αντιλαϊκής επίθεσης που γίνεται διαρκείας και θα
συνοδεύει την όποια ανάκαμψη έρθει. Ενώ προσπαθούν να ξεγελάσουν το λαό
με ακάλυπτες επιταγές για βελτίωση της ζωής του στα χρόνια της
ανάκαμψης, για την οποία τον καλούν να υπομείνει αγόγγυστα θυσίες δίχως
τέλος.
Αντίθετα, για το κεφάλαιο η κυβέρνηση εξασφάλισε την πιο
«καθαρή λύση» που της επέτρεπε η συγκυρία, παίρνοντας υπόψη τους
ανταγωνισμούς ανάμεσα στην Ευρωζώνη και στο ΔΝΤ, αλλά και την ευρύτερη
διάσταση που έχει η συζήτηση για τη διαχείριση του κρατικού χρέους, με
δεδομένο ότι μεγαλώνει η απόσταση της οικονομικής και πολιτικής δύναμης
ανάμεσα σε κράτη της ΕΕ, ενώ τα αυστηρά κριτήρια του Συμφώνου
Σταθερότητας θεωρούνται βραχνάς από χώρες με μεγάλα ελλείμματα και χρέη,
εμπόδιο σε μια ορμητική ανάκαμψη.
Οσο λοιπόν κι αν προσπαθεί η
κυβέρνηση να πείσει για το αντίθετο, η συμφωνία αυτή, όπως και όλες οι
προηγούμενες, έχει κερδισμένους και χαμένους. Και δεν υπάρχει αμφιβολία
ότι χαμένοι βγαίνουν οι εργαζόμενοι και ο λαός. Πάνω δηλαδή σε αυτά που
έχουν χάσει μέχρι σήμερα, έρχονται και προστίθενται κι άλλες απώλειες.
Αλλά κυρίως αυτό που δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής είναι αυτό στο
οποίο εστιάζει η νέα απόφαση του Γιούρογκρουπ: Η διαμόρφωση κατάλληλου
«επενδυτικού περιβάλλοντος», με τις ανάλογες αναδιαρθρώσεις και
μεταρρυθμίσεις. Δηλαδή, μέτρα και πολιτικές που έχουν ως στόχο την
ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, το άνοιγμα νέων πεδίων για
τους επιχειρηματικούς ομίλους, σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων.
Τα
άλλα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης είναι συνεργοί της κυβέρνησης
στην επιχείρηση χειραγώγησης, απογοήτευσης, τρομοκράτησης και
εγκλωβισμού του λαού. Η συμφωνία τους στο στρατηγικό στόχο της
ανάκαμψης, που προϋποθέτει και τη διευθέτηση του χρέους, σημαίνει
αποδοχή και συμφωνία σε όλα τα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα, παρά τις
επιμέρους διαφορετικές απόψεις που εκφράζουν για το εύρος και τους
ρυθμούς της - καταιγιστικής έτσι κι αλλιώς - επίθεσης στο λαό.
Παλιό το «νέο» δόγμα στην εξωτερική πολιτική
Εξίσου
αποκαλυπτική είναι και η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης, που
προβάλλεται ως «επεμβατική», ενώ γίνεται λόγος και για «νέο δόγμα». Η
αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ εμφανίζεται ιδιαίτερα
δραστήρια στην ευρύτερη περιοχή, αλλά μόνο καινούργια δεν είναι η
εξωτερική της πολιτική. Αναλλοίωτο δόγμα της είναι η υπεράσπιση,
διασφάλιση και επέκταση των συμφερόντων της ελληνικής αστικής τάξης,
μέσα από τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
Απ' αυτήν τη
σκοπιά, οι κινήσεις και οι πρωτοβουλίες στη σκακιέρα των περιφερειακών
και διεθνών σχέσεων συνιστούν προσαρμογή στις συνθήκες, στο περιβάλλον
και τις «ευκαιρίες» που διαμορφώνονται για τα συμφέροντα της ελληνικής
αστικής τάξης από την όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα στα ισχυρότερα
ιμπεριαλιστικά κέντρα και κράτη στην ευρύτερη περιοχή και την αναδιάταξη
δυνάμεων στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών συνασπισμών της ΕΕ και του
ΝΑΤΟ.
Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση επιδιώκει την
αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας, την ανάδειξη της χώρας σε
διαμετακομιστικό και ενεργειακό κόμβο, με στόχο να προσελκύσει ξένα
κεφάλαια και να δημιουργηθούν καλύτερες προϋποθέσεις ανάκαμψης. Ο στόχος
αυτός, όμως, που είναι στόχος του κεφαλαίου, περνάει μέσα από τη
βαθύτερη εμπλοκή της Ελλάδας σε επικίνδυνους για το λαό ιμπεριαλιστικούς
ανταγωνισμούς και σχεδιασμούς. Κι αυτό αποτελεί συνειδητή επιλογή των
προηγούμενων και της σημερινής κυβέρνησης.
Οι διαπραγματεύσεις για
την εμβάθυνση της στρατιωτικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, η διεκδίκηση
ενεργότερου ρόλου στην «κρίση» που εντάθηκε ανάμεσα στις χώρες του
Κόλπου, η ανάληψη πρωτοβουλιών στα Βαλκάνια, η επιδίωξη για εντονότερη
στρατιωτική παρουσία στην Κεντρική και Ανατολική Μεσόγειο, η συμμετοχή
σε δεκάδες αποστολές του ΝΑΤΟ, σε όλον τον κόσμο, είναι μερικά μόνο
στοιχεία που φανερώνουν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ -
ΑΝΕΛ να παίξει «τα ρέστα της» για τα συμφέροντα της αστικής τάξης,
σέρνοντας το λαό σε επικίνδυνες ατραπούς.
Στον ίδιο «καμβά»
εντάσσεται και η ανάπτυξη περιφερειακών συνεργασιών, με επίκεντρο την
Ενέργεια και την «ασφάλεια» με συμπράξεις των Ενόπλων Δυνάμεων, όπως η
τριμερής Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ, που συμπληρώνεται από την Αίγυπτο
και την Ιορδανία, ή η συγκρότηση του «ΟΑΣΕ της Ανατολικής Μεσογείου».
Σάπιο σύστημα που πρέπει να ανατραπεί
Τι
σημαίνουν όλα αυτά για το λαό; Από τη μια, καλείται να αποπληρώσει ένα
χρέος που δεν είναι δικό του και να υποστεί θυσίες δίχως τέλος για την
καπιταλιστική ανάκαμψη. Κι από την άλλη, να δεχτεί αδιαμαρτύρητα τη
συμμετοχή της χώρας στους ευρωΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς και στον
ιμπεριαλιστικό πόλεμο, με κίνδυνο να πληρώσει ακόμα πιο ακριβά την
εκπλήρωση των στόχων του κεφαλαίου. Να γίνει δηλαδή «κρέας για τα
κανόνια των ιμπεριαλιστών», όπως γράφει και το σύνθημα στο κάλεσμα του
ΠΑΜΕ για την αντιΝΑΤΟική διαδήλωση το ερχόμενο Σάββατο στη Θεσσαλονίκη.
Το
σάπιο καπιταλιστικό σύστημα, που υπηρετούν η κυβέρνηση και όλες οι
αστικές δυνάμεις, έχει φάει τα ψωμιά του. Το αποδεικνύουν ο πόλεμος, η
φτώχεια που διευρύνεται σχετικά και απόλυτα, η προσφυγιά, η εκμετάλλευση
που μεγαλώνει, οι ανταγωνισμοί που οξύνονται, οι δυσκολίες του
συστήματος να διαχειριστεί τις αντιφάσεις του που μεγαλώνουν. Δεν είναι
παράξενο ότι μιλάνε για «φως στο τούνελ» της καπιταλιστικής κρίσης και
την ίδια ώρα σχεδιάζουν μέτρα και μνημόνια μέχρι το 2100 και βάλε,
καταδικάζοντας τη σημερινή και τις επόμενες γενιές στη μισοζωή και στις
στερήσεις.
Η σαπίλα αυτού του συστήματος, όπου η παραγωγή
οργανώνεται με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος, γίνεται περισσότερο
φανερή αν βάλει κανείς δίπλα δίπλα την άθλια καθημερινότητα της
ανεργίας, της υποαπασχόλησης, της φτώχειας, της ανασφάλειας, του
ιμπεριαλιστικού πολέμου, με τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα να
ικανοποιηθούν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, όπως αυτές καθορίζονται από
την εκτόξευση της παραγωγικότητας της ανθρώπινης εργασίας, την πρόοδο
που έχει συντελεστεί στην επιστήμη και στην τεχνική.
Για να
μπορούν να ικανοποιούνται οι σύγχρονες διευρυνόμενες λαϊκές ανάγκες
χρειάζεται άλλη οργάνωση της οικονομίας, με κοινωνικοποίηση των μέσων
παραγωγής, κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο. Χρειάζεται, δηλαδή,
οι εργαζόμενοι, σε συμμαχία με τα λαϊκά στρώματα, να πάρουν την εξουσία
και την οικονομία στα χέρια τους. Αυτή η εξουσία θα διαγράψει μονομερώς
το χρέος και θα αποδεσμεύσει τη χώρα απ' όλους τους ιμπεριαλιστικούς
οργανισμούς και τις ενώσεις, αναπτύσσοντας διμερείς και πολυμερείς
σχέσεις με άλλα κράτη στη βάση του αμοιβαίου οφέλους, για το συμφέρον
του λαού, όχι μιας δράκας μονοπωλιακών ομίλων.
Η συζήτηση γι'
αυτήν την πραγματική διέξοδο χρειάζεται να ανοίξει ακόμα πιο εντατικά το
επόμενο διάστημα με τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα,
μπροστά στις εξελίξεις που σηματοδοτούν η απόφαση του τελευταίου
Γιούρογκρουπ και η βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς
σχεδιασμούς και τους πολέμους.
Να βρεθεί η ανάκτηση των απωλειών
και η ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών στην προμετωπίδα της
εργατικής - λαϊκής συμμαχίας και πάλης. Να δυναμώσει το ΚΚΕ, που
διαθέτει όλες του τις δυνάμεις για την ανασύνταξη του εργατικού
κινήματος, τη συγκρότηση της Κοινωνικής Συμμαχίας, την οργάνωση του
αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο, για την ανατροπή της εξουσίας του.