Αρχαίο μπετό αθάνατο…
Δεν περιμέναμε να δούμε το τσιμέντο στην Ακρόπολη για να καταλάβουμε
την υψηλή αισθητική της κυβέρνησης -αυτής αλλά και των προηγούμενων. Την
είχαμε θαυμάσει στον Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου του Κώστα
Μπακογιάννη, που κόστισε αρκετά πριν αρχίσουν να τον ξηλώνουν. Την
βλέπουμε τόσα χρόνια και στην ίδια την Ακρόπολη, που έχει σαν ντεκόρ τον
γερανό και τις σκαλωσιές, σαν εθνικό μνημείο να δείχνει πως “ο δημόσιος
χαρακτήρας της Ακρόπολης είναι προσωρινός, η ταλαιπωρία όμως μόνιμη”.
Δεν χρειαζόμασταν την περίπτωση της Ακρόπολης, για να δούμε πως όπου συγκρούονται ένα έργο με τις Αρχαιότητες, νικάει το τσιμέντο. Το είχαμε δει και στο Μετρό της Θεσσαλονίκης, με το Σταθμό της Βενιζέλου, με τη λογική “όπου ήταν αρχαία, να γίνει έργο”, κι ας μη συμφέρει ούτε από χρονική ούτε από χρηματική άποψη -για την ανάδειξη των αρχαιοτήτων δεν το συζητάμε καν, αυτά είναι για κάτι γραφικούς αρχαιολόγους και άλλους εχθρούς της ανάπτυξης…
Πέρα όμως από το ρεσιτάλ καζούρας στο διαδίκτυο, όπου μέχρι και Σπύρος Σούλης έσπευσε να αστειευτεί στο τουίτερ, προσφερόμενος να θυμηθεί την παλιά του τέχνη και να συνεισφέρει στην “ανακαίνιση” της Ακρόπολης, υπάρχει και κάτι άλλο, πιο σοβαρό.
Καμία κυβέρνηση δε δικαιούται να λέει ότι σέβεται το μνημείο, όταν το βλέπει ως μηχανή που κόβει λεφτά, αυξάνοντας το εισιτήριο – επί ΣΥΡΙΖΑ θυμίζουμε – όχι μόνο στον Ιερό Βράχο αλλά και σε όλους τους μείζονες αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία της χώρας. Κι ενώ τουρίστες και κυρίως ντόπιοι καλούνται να πληρώσουν, ειδικά την υψηλή σαιζόν μια μικρή περιουσία για να πάρουν την οικογένειά τους μια βόλτα σε Ακρόπολη και Μουσείο, το αρμόδιο υπουργείο πολιτισμού αφήνει υποστελεχωμένη τη φύλαξή ακόμα και του πιο εμβληματικού αρχαιολογικού χώρου της χώρας – για να μη μιλήσουμε για την τραγική εγκατάλειψη αλλού – με συμβασιούχους που καλύπτουν μπαλώματα.
Την ίδια στιγμή, επί τόσα χρόνια οι αρμόδιοι άφηναν πρακτικά χωρίς πρόσβαση τα ΑμεΑ, με έναν ανελκυστήρα “σταμάτα – ξεκίνα” που είχε καταντήσει διεθνές ανέκδοτο κάθε τρεις και λίγο που χαλούσε. Ακόμα και όταν ήθελαν να “αναβαθμίσουν” το μνημείο, πετύχαιναν συνήθως ακριβώς το αντίθετο από το επιδιωκόμενο, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τα εγκαίνια του νέου φωτισμού – με φωτορυθμικά βγαλμένα από πάρτι πρωτοετών της ΔΑΠάρας ή από κάλεσμα εξωγήινων στον Υμηττό. Στη ντισκοτέκ την παλιά φέραν νέα φώτα…
Η αρχαία κληρονομιά, που δεν είναι απλά εθνική, αλλά οικουμενική, υποβαθμίζεται όταν τη βλέπουμε λογιστικά ως εμπόρευμα, που θέλει κράχτες και φωτεινές μαρκίζες, αλλά φτηνά και λιγοστά μεροκάματα για να αβγατίζει το κέρδος. Εκεί βρίσκεται η ουσία της υπόθεσης, πίσω από τη τσιμεντομαχία και τον άτυπο διαγωνισμό ανάρτησης της πιο ακαλαίσθητης φωτό από την “παρέμβαση” στον αρχαίο περίπατο.
Κι επειδή σε αντίθεση με τις εξυπνάδες του υπουργείου στην απάντησή του μετά τον ορυμαγδό, οι περισσότεροι που διαμαρτυρόμαστε για το έκτρωμα δεν έχουμε να πάμε “πάνω από 20ετία” στην Ακρόπολη, ούτε αρνούμαστε τα υπαρκτά προβλήματα που καθιστούσαν αναγκαία μια σοβαρή ενίσχυση της προσβασιμότητας του μνημείου, να πούμε και τα εξής.
Ναι, η διαδρομή ήταν ολισθηρή, κακοτράχαλη, έως και επικίνδυνη, ακόμα και για τους φύλακες, τους μαθημένους στη διαδρομή ξεναγούς καθώς και τους επισκέπτες χωρίς κινητικό πρόβλημα. Ναι, πράγματι προϋπήρχαν κάποιες τσιμεντένιες διαδρομές στην Ακρόπολη που είχαν υποστεί τη φθορά του χρόνου. Κανείς όμως δεν μπορεί να πάρει στα σοβαρά τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι η μόνη λύση ήταν να επαναληφθούν τα τερατουργήματα του παρελθόντος, απλά και μόνο επειδή αποτελούσαν δοκιμασμένη μέθοδο. Ακόμα κι αν το υπουργείο δεν μπορεί να βρει σύγχρονους Πικιώνηδες, αποκλείεται να μην μπορούσε να βρει και να υλοποιήσει μια πολύ πιο ήπια, λειτουργική αλλά και αισθητικά εναρμονισμένη με το χώρο μελέτη που θα έλυνε το ζήτημα για τις προσεχείς δεκαετίες.
Σε κάθε περίπτωση, μια θεμελιώδης, αλλά κατά βάση παραγνωρισμένη πτυχή της όλης συζήτησης, είναι η κερκόπορτα που ανοίγει ολοένα και πιο διάπλατα για τους ιδιώτες μέσω του οχήματος – δολώματος της “δωρεάς”. Η κυβέρνηση καμαρώνει για τη “γενναιοδωρία” του ιδρύματος Ωνάση, αλλά είναι αφελής όποιος πιστεύει ότι όλα αυτά γίνονται για τη φουκαριάρα τη μάνα τους, χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Σήμερα ο φωτισμός και ο διάδρομος με τη σφραγίδα του ευαγούς ιδρύματος, αύριο ίσως ανάθεση της φύλαξης σε ιδιωτικές εταιρείες σεκιούριτι, ή κάτι παρεμφερές, πχ η διαχείριση των ταμείων και η “αξιοποίηση” των μνημείων σε “αναπτυξιακή” κατεύθυνση.
Εξάλλου, σύμφωνα με τους γνήσιους φιλελεύθερους, ο μόνος τρόπος να σεβαστείς κάτι, είναι να γίνει ιδιωτικό, όπως πχ. τα δάση. Γιατί όχι κι η Ακρόπολη δηλαδή, τι σοβιετικά κατάλοιπα είναι αυτά;