27 Μαΐ 2013

Ημερίδα μαρξιστικής σκέψης

Ημερίδα μαρξιστικής σκέψης

Με αφορμή την ημερίδα ντεμέκ μαρξιστικής σκέψης που φιλοξενήθηκε πρόσφατα στην έδρα του σεβ η κε του μπλοκ καταθέτει κάποιες δικές της σκέψεις σχετικά με το ζήτημα και αναπαλαιώνει κάποιες άλλες που είχε γράψει σε προηγούμενή της ανάρτηση.

Ας πάρουμε ένα προς ένα τα επίμαχα τσιτάτα να τα αναλύσουμε.
Η παραγωγή σύμφωνα με το μαρξ και δη η βιομηχανία είναι η έκφραση της πιο δημιουργικής πλευράς του ανθρώπου, μας λέει ο δασκαλόπυλος, πιστεύοντας πιθανότατα πως αφορά άμεσα τον ίδιο ως πρόεδρο του σεβ και τα μέλη του συνδέσμου του, που ανήκουν προφανώς στην κατηγορία των –κατά ζίζεκ και κατά σύριζα- πραγματικά παραγωγικών καπιταλιστών.

Προς επίρρωση των παραπάνω υπάρχει και μία ακόμα γνωστή θέση του μαρξ από τα φιλοσοφικά χειρόγραφα που ορίζει την ουσία του ανθρώπου ως το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων. Και το βασικό στοιχείο που βρίσκεται στον πυρήνα αυτών των σχέσεων και τις καθορίζει είναι η εργασιακή δραστηριότητα του ανθρώπου και η θέση του στην παραγωγή.

Ποια μπορεί να είναι λοιπόν η ουσία της ζωής ενός εργάτη που τον εκμεταλλεύονται σκληρά στη δουλειά του και αμείβεται μόνο με ένα μικρό κλάσμα της αξίας που παράγει, ή ενός μακροχρόνια άνεργου; Και τι σχέση έχουν με το παραγωγικό κομμάτι της δημιουργίας τα καπιταλιστικά παράσιτα που έχουν καθίσει στο σβέρκο της εργατικής τάξης, απομυζώντας υπεραξία και κέρδη βουτηγμένα στο αίμα; Επειδή δηλ αναφέρονται κατ’ ευφημισμόν ως παραγωγικοί εταίροι, τη στιγμή που βλέπουν ως παραγωγικές εταίρες όσους παράγουν τον πλούτο κι αναγκάζονται να εκδίδουν την εργατική τους δύναμη στην αγορά εργασίας για τα προς το ζην;

Ας πάρουμε τώρα το τσιτάτο του βλαδίμηρου που μας δίνει σε μορφή εξίσωσης τον χρυσό κανόνα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης:
Κομμουνισμός= Σοβιετική εξουσία + Εξηλεκτρισμός {Κ=ΣΕ+Ε}
Σε μια πρώτη ανάγνωση μπορεί κάποιοι να πιαστούν από τη λενινιστική φόρμουλα για να τον κατηγορήσουν ως φορμαλιστή και θιασώτη του μηχανιστικού μαρξισμού. Στην πραγματικότητα όμως το σύνθημα του λένιν –που δεν πρέπει να κρίνεται ως ολοκληρωμένη θεωρητική μπροσούρα αλλά ακριβώς ως πολιτικό σύνθημα για άμεση δράση- συνδυάζει διαλεκτικά τον αντικειμενικό με τον υποκειμενικό παράγοντα· την οικονομική βάση με την πολιτική προϋπόθεση της οικοδόμησης.

Είναι ζήτημα βέβαια αν ο εξηλεκτρισμός κι η εκβιομηχάνιση εν γένει της παραγωγής αποτελεί επαρκή υλικοτεχνική βάση για τη μετάβαση στον κομμουνισμό –όπως φαίνεται να κάνει πχ ο ένγκελς στο αντι-ντίρινγκ- πριν από την ανάδειξη της γενικής διάνοιας που σημειώνει ο μαρξ στα γκρουντρίσε και η οποία εμφανίζεται στη βάση της αυτοματοποιημένης παραγωγής. Είναι φανερό όμως πως ο λένιν αναφέρει μιατεχνολογία αιχμής για τη ρωσία της εποχής του υπονοώντας συνολικά την ανάπτυξη όλων των παραγωγικών μέσων. Εξάλλου στην εποχή της πληροφορικής και των πολυάριθμων εφαρμογών της, τα παραπάνω μοιάζουν με απλό φιλολογικό ζήτημα, χωρίς πρακτικό αντίκρισμα.

Μετά από τα φιλοσοφικά και τα οικονομικά (γκρουντρίσε) χειρόγραφα, ας δούμε τι θα μας πουν και τα μαθηματικά χειρόγραφα του μαρξ. Αν λύσουμε την παραπάνω εξίσωση προς κάθε μεταβλητή θα μας δώσει τα εξής αποτελέσματα.

Α) εξηλεκτρισμός = κομμουνισμός-σοβιετική εξουσία

Αυτή την πορεία ακολούθησαν κατά μία έννοια και οι σοβιετικοί. Κατάφεραν δηλ να καλύψουν την τεράστια απόσταση που τους χώριζε από τις ανεπτυγμένες χώρες της καπιταλιστικής δύσης και να εξελιχθούν σε παγκόσμια υπερδύναμη, καθιστώντας πιο ορατό τον τελικό στρατηγικό στόχο του κομμουνισμού –που ο νικήτας υποσχόταν ότι θα ερχόταν εντός μιας εικοσαετίας. Αλλά σε αυτήν την πορεία ατρόφησε σταδιακά ο κορμός της νέας εξουσίας, ο θεσμός των σοβιέτ, τα οποία ήδη από το σύνταγμα του 36’ δε συγκροτούνταν πλέον σε παραγωγική αλλά σε εδαφική βάση, εν είδει εκλογικής περιφέρειας.

Β) αν στο δεύτερο σκέλος της προηγούμενης εξίσωσης είχαμε {κομμουνισμός-σοβιετική εξουσία}, υπήρχαν κι αυτοί που ονειρεύονταν το ακριβώς αντίστροφο: σοβιετική εξουσία-κομμουνισμός, δηλ σοβιετική εξουσία χωρίς κομμουνιστικό κόμμα, ή σοβιέτ χωρίς μπολσεβίκους, όπως το είχαν διατυπώσει οι αναρχικοί την εποχή του νικηφόρου οχτώβρη. Που στην ουσία του είναι σύνθημα άκρως αντιδραστικό, τόσο από πολιτική όσο κι από οικονομική άποψη –όπως μας αποδεικνύει και η εξίσωση.

Σοβιετική εξουσία-Κομμουνισμός = -εξηλεκτρισμός

Ο πολιτικός σκοταδισμός με τη μορφή του αντικομμουνισμού σηματοδοτεί παράλληλα μια γενική τεχνολογική υποχώρηση και συμβαδίζει με τη ρομαντική –πλην αντιδραστική στην ουσία της- αναρχική αντίληψη περί επιστροφής στη φύση κι ενός πρωτόγονου κομμουνισμού, μακριά από την αλλοτρίωση της τεχνολογίας και τονπολιτισμό ως πηγή δυστυχίας, όπως τον χαρακτήριζε ο φρόιντ σε ένα έργο του.

Γ) όταν όμως νικήσει οριστικά η σοβιετική εξουσία, τότε θα έχουμε
Σοβιετική εξουσία = Κομμουνισμός-Εξηλεκτρισμός
Που σημαίνει ότι ο κομμουνισμός θα έχει επικρατήσει πλήρως και δε θα χρειάζεται να σκοτίζεται κανείς για το τεχνικό κομμάτι της παραγωγής και την αύξηση της νόρμας, αφού θα υπάρχει αφθονία αγαθών για όλους.

Περνάμε τώρα στη σύγχρονη τσιπρίζουσας παραλλαγή της παραπάνω λενινιστικής φόρμουλας, για να αντλήσουμε πολύτιμα συμπεράσματα και αποδείξεις για το πολιτικό του ποιόν. Εάν λοιπόν η ανάπτυξη ισούται με το συνδυασμό δημοκρατίας κι επενδύσεων…
{ανάπτυξη = δημοκρατία + επενδύσεις}
…τότε λύνοντας προς επενδύσεις βρίσκουμε ότι
επενδύσεις = ανάπτυξη-δημοκρατία

Το οποίο σημαίνει ότι οι επενδυτές για να μας «ευεργετήσουν» με τα παραγωγικά τους κεφάλαια, πρέπει πρώτα να εξασφαλίσουν την ισοπέδωση κάθε δημοκρατικού και εργατικού δικαιώματος, από τα μισθολογικά μέχρι το δικαίωμα στην απεργία, για να καταστεί η επένδυσή τους προσοδοφόρα. Και τότε θα μπορούμε να πανηγυρίζουμε όλοι μαζί με την κυβέρνηση του αλέξη (αριστερή, εθνικής σωτηρίας, του βουνού, ή όπως αλλιώς τν έχει βαφτίσει μέχρι τότε) και να υποδεχτούμε με τυμπανοκρουσίες την ανάπτυξη που θα ‘ρθει να πατήσει επί πτωμάτων.

Μια οικονομία που έχασε μέσα σε τρία χρόνια (2008 - 2011) το 20,1% του ΑΕΠ της, που υποτίμησε την εργατική δύναμη σχεδόν στο μισό σε σχέση με πριν την κρίση, είναι αναμενόμενο ότι κάποτε θα αρχίσει να ανακάμπτει.
Και τότε η επαναφορά μισθών στα επίπεδα του μακροπρόθεσμου ή στα 700 ευρώ μπορεί να μοιάζει με προοδευτική ευλογία, ή ως αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό.

Λίγο πιο κάτω στο ίδιο άρθρο διαβάζουμε επί λέξει.
Η ανάκαμψη της οικονομίας θα γίνει με μοχλό τις επενδύσεις ξένων και ντόπιων επιχειρηματικών ομίλων, οι οποίοι, μέσω και των ιδιωτικοποιήσεων ή των συμπράξεων, θα εκμεταλλευτούν κρατικές υποδομές, τομείς οικονομίας κρατικής ιδιοκτησίας που ιδιωτικοποιούνται ή ακόμη θα κλάνουν επενδύσεις και σε άλλους τομείς, (πχ ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) και εργατικό δυναμικό κατά 50% τουλάχιστον φθηνότερο σε σχέση με πριν την κρίση.

Κάποιοι θα το αποδώσουν ίσως στο δαίμονα του τυπογραφείου και τη γειτνίαση του λάμδα με τον τόνο στο πληκτρολόγιο, που έκανε κι όλη τη ζημιά. Στην πραγματικότητα όμως, έχουμε μια τυπική εφαρμογή της παροιμίας «γλώσσα λανθάνουσα ταληθή λέγει» και το βαθύτερο πνεύμα του συντάκτη του ριζοσπάστη για την προδιαγραφόμενη αναιμική ανάκαμψη στο άμεσο μέλλον θα μπορούσε να αποδοθεί αγοραία κι ως εξής: τι να κλάσουν κι οι επενδύσεις, η ανάπτυξη που έρχεται θα ‘ναι αναιμική.


Υγ: μες σε όλα τα άλλα ο ζίζεκ έδωσε πολύ καλή πάσα και για το θέμα των γκούλαγκ, αλλά θα το κρατήσουμε κάβα για κάποια από τις επόμενες αναρτήσεις.

Πόσο ριζοσπαστικά είναι ο «ευρωσκεπτικισμός», «η «αναπτυξιακή πρόταση» και η πρόταση «εξόδου από το ευρώ»;

Πόσο ριζοσπαστικά είναι ο «ευρωσκεπτικισμός», «η «αναπτυξιακή πρόταση» και η πρόταση «εξόδου από το ευρώ»;
Τους τελευταίους μήνες, πληθαίνουν τα δημοσιεύματα με την εκτίμηση ότι υπάρχει ανερχόμενο ρεύμα «ευρωσκεπτικισμου» στους λαούς της Ευρώπης, ιδιαίτερα στις χώρες που έχουν ενταχθεί στο λεγόμενο μηχανισμό στήριξης, προσφάτως και στην ίδια τη Γερμανία. Στο πολιτικό επίπεδο εμφανίζονται νέα σχήματα ως πολιτικές ομάδες - κόμματα, «δεξαμενές σκέψεις», «δίκτυα διαλόγου» που καταγγέλλουν την ΕΕ γιατί τάχα ξέφυγε από τους σκοπούς της ίδρυσής της, «έπαψε» να είναι η Ευρώπη της αλληλεγγύης, της ισοτιμίας και έγινε η ΕΕ της φτώχειας, της ανεργίας, υπό την γερμανική ηγεμονία.
Τα συνθήματά τους είναι προσαρμοσμένα στο υπαρκτό ρεύμα λαϊκής αγανάκτησης και αμφισβήτησης των επιλογών της ΕΕ και των Μνημονίων. Πίσω από μια φορτισμένη φραστικά κριτική ιδιαίτερα προς τη Γερμανία υποκρύπτονται, εκφράζονται ή συσπειρώνονται, συμφέροντα ομάδων επιχειρηματικών ομίλων, μονοπωλίων κατά κλάδο ή και ολόκληρης της αστικής τάξης σε εθνικό επίπεδο. Η προπαγάνδα τους είναι επιμελώς προσαρμοσμένη στο γεγονός ότι οι εργαζόμενοι μέσης ηλικίας και πολύ περισσότεροι οι νεότεροι λίγα ξέρουν ή κυρίως δε θυμούνται τους καυγάδες και τις αντιπαραθέσεις που υπήρξαν στην ΕΕ από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής της, για το ποια αστική τάξη θα κερδίσει περισσότερα σε σύγκριση με την αστική τάξη της άλλης χώρας. Είναι γνωστοί οι καυγάδες ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία που και χτες και σήμερα έληγαν και λήγουν με προσωρινούς συμβιβασμούς, ενώ ποτέ δεν υπήρξαν διαφωνίες στην ΕΟΚ και ΕΕ όταν πρόκειται για μέτρα έντασης της ταξικής εκμετάλλευσης και λαϊκής καταπίεσης. Πίσω από την δίψα για κέρδη, για αναδιανομή, εκφράζεται και η πολιτική σκοπιμότητα να «κουρευτεί» η ηγεμονία της Γερμανίας, να διαμορφωθεί μια νέα ομάδα κρατών που θα κυριαρχεί στην ΕΕ και θα αποκαταστήσει «δικαιότερη μοιρασιά» της πίττας, που τάχα θα καταργήσει την ανισόμετρη ανάπτυξη, τον αντιμονοπωλιακό, ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό, την κρίση.
Ορισμένες πολιτικές κινήσεις που επιδιώκουν να μετεξελιχτούν σε κόμματα συμμετοχής σε κυβερνήσεις συνεργασίας, ζητούν έξοδο από την Ευρωζώνη ώστε να μπορεί το κάθε κράτος να ξεφύγει από τους αυστηρούς δημοσιονομικούς δείκτες και τη γερμανική «κατοχή», να «κόψει χρήμα» και να το διαθέσει για ανάπτυξη - απασχόληση, όλα αυτά ενταγμένα στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης δηλαδή στο φαύλο κύκλο της ανάκαμψης και της κρίσης. Ο Α. Αλαβάνος έφθασε να υποστηρίξει ότι θα αντιμετωπισθεί το θέμα της ανεργίας σε 100 μέρες! Ξέρει ο άνθρωπος από αστική κοινωνική ψυχολογία σε συνθήκες κρίσης.
Παρά τις όποιες διαφορές τους, επαγγέλλονται ότι υπάρχει τρόπος να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα, και οι λαοί να ζουν καλύτερα και το κεφάλαιο να συσσωρεύει κέρδη, να αναπαράγεται και να διευρύνεται - συσσωρεύεται.
Μήπως έχουμε την εμφάνιση ενός ρεύματος που μπορεί να μη θέλει ή να μην τολμά να ζητά ριζική λύση, ωστόσο προχωρά ένα βήμα που μπορεί να ανακουφίσει τους εργαζόμενους, να μειώσει την ανεργία, να ανοίξει την λεωφόρο μιας φιλολαϊκής αλλαγής ή έστω να πετύχει κάτι καλύτερο για τη λαϊκή οικογένεια χωρίς επαναστατική αλλαγή;
Δεν είναι τυχαίο ότι οι προσαρμογές αυτές γίνονται σε μια φάση όπου στην ΕΕ έχει ξεκινήσει ένας σοβαρός προβληματισμός ανάμεσα στα κράτη - μέλη και τις κυβερνήσεις τους, στα οικονομικά τους επιτελεία για το αν το ισχύον αστικό μείγμα διαχείρισης της κρίσης μπορεί να επαναφέρει την καπιταλιστική κερδοφορία και μάλιστα σε συνθήκες οξυμένου ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού ή χρειάζεται κάποια χαλάρωση που θα φέρει την καπιταλιστική ανάκαμψη.
Είναι συζήτηση εντός των τειχών που επηρεάζεται επίσης και από το γεγονός ότι στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες επιχειρείται η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, μια πιο εκσυγχρονισμένη πολιτική συμμαχιών, ώστε να μην υπάρχουν τριγμοί στη σταθερότητα της αστικής πολιτικής εξουσίας, προκειμένου να μη βρεθούν μπροστά στον κίνδυνο «οι κάτω» να διεκδικήσουν να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους.
Η συζήτηση περί αλλαγής του μείγματος είναι πιο βροντερή σήμερα καθώς φαίνεται ότι κερδίζει έδαφος η σκέψη για κάποια χαλάρωση υπέρ της αστικής τάξης των χωρών που δοκιμάζονται από την κρίση ή κινδυνεύουν να μπουν όπως η Γαλλία και όταν μάλιστα η Γερμανία αρχίζει να ζει ένα είδος προανακρούσματος ύφεσης. Εξελίσσεται η αντιπαράθεση γύρω από την τραπεζική, δημοσιονομική και φορολογική ενοποίηση που περικλείει και διαφορετικές απόψεις σε εθνικό επίπεδο ανάλογα με τις ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης της κάθε χώρας στη συγκεκριμένη φάση, τη θέση της στο εσωτερικό της ΕΕ και παγκόσμια. Είναι μια διελκυστίνδα αντιθέσεων που στο πολιτικό επίπεδο αναδεικνύει διαφωνίες που δε θέτουν σε αμφισβήτηση την ίδια την ΕΕ ως διακρατική καπιταλιστική ενοποίηση, αλλά παραπέμπει σε αλλαγές συμφωνιών στη λεγόμενη επανεκκίνηση της ΕΕ ή σε αλλαγές στην Ευρωζώνη, στην εμβάθυνση της ενοποίησης ή όχι κ.λπ.
Καταρχήν, το γεγονός ότι και νέες λαϊκές μάζες δηλαδή οι «κάτω» και ταυτόχρονα και κάποιοι «από τα πάνω» εκφράζουν αντίθεση προς την ΕΕ (εννοείται από διαφορετικές αφετηρίες συμφερόντων) αποδεικνύει τη δύσκολη θέση που βρίσκεται το καπιταλιστικό σύστημα, καθώς όσο αναπτύσσεται τόσο σαπίζει, υπόκειται στις εσωτερικές αντιφάσεις του σε συνθήκες που οξύνεται η βασική του αντίθεση, παρά το γεγονός ότι η ταξική πάλη είναι πολύ πίσω από τις απαιτήσεις: Οι «επάνω» το λένε καθαρά ότι φοβούνται την άνοδο της ταξικής πάλης, θέλουν να προλάβουν μια εργατική - λαϊκή εξέγερση που αν συνδυασθεί με επαναστατική κατάσταση μπορεί να οδηγήσει στην απόσπαση χωρών από την ιμπεριαλιστική αλυσίδα με το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Δείχνει ακόμα ότι το εγχείρημα της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ενοποίησης, όπως εξελίχθηκε, θέτει ζήτημα αν μπορεί να προχωρήσει και να εμβαθύνει με τη μορφή της ομοσπονδίας ή με τη μορφή ενός ισχυρότερου κέντρου και διαφορετικών ζωνών, ή υπάρχει ζήτημα διάσπασης πριν απ' όλα της Ευρωζώνης, αν θα ενισχυθούν οι φυγόκεντρες δυνάμεις.
Είναι μια διελκυστίνδα χρήσιμη για το καπιταλιστικό σύστημα και, εκτός των άλλων, ελέγξιμη καθώς με το σημερινό συσχετισμό δυνάμεων έχει ελπίδες να κρατά για κρίσιμο διάστημα το λαό σε στάση αναμονής, να επιχειρηθούν νέες συμφωνίες ανάμεσα στα πιο ισχυρά καπιταλιστικά κράτη.
Αρα οι προβληματισμοί και αντιθέσεις δείχνουν μεν τη δυνατότητα του καπιταλιστικού συστήματος σε εθνικό επίπεδο και διακρατικό να δοκιμάσει και άλλες λύσεις προς όφελός του, ταυτόχρονα αποδείχνουν και την αδυναμία του, πράγμα που πρέπει να αξιοποιηθεί από τα εργατικά και λαϊκά κινήματα της Ευρώπης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να δυναμώσει ο αντιμονοπωλιακός αντικαπιταλιστικός αγώνας. Αυτή είναι η σημαία των λαών και όχι η μια ή άλλη συνταγή υπέρ βορρά ή νότου, υπέρ εμβάθυνσης ή χαλάρωσης, υπέρ ενοποίησης ή διάσπασης.
Ενώ στους κόλπους της αστικής τάξης και πιο ειδικά των μονοπωλιακών ομίλων οι διαφωνίες είναι αντικειμενικά πιο κωδικοποιημένες και πιο ανοικτά ταξικές, στο πολιτικό επίπεδο η αντανάκλαση των διαφωνιών έχει ποικιλία ανάμεσα στα αστικά, ρεφορμιστικά, οπορτουνιστικά κόμματα είτε δεξιάς είτε «αριστερής» απόκλισης. Εξηγείται από το γεγονός ότι η αστική τάξη, ή το άλφα ή βήτα τμήμα της, δεν είναι δυνατόν να εκφράζεται με πλήρη πιστότητα και καθαρότητα, στο πολιτικό επίπεδο. Παίζει ρόλο ακόμα αν ένα τέτοιο κόμμα επιδιώκει να πλασαριστεί στις εκλογές ως εναλλακτική κυβερνητική λύση, επομένως υιοθετεί το άλφα ή το βήτα αντιπολιτευτικό σύνθημα, προκειμένου να αξιοποιήσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια και ταυτόχρονα να απολαύσει τη στήριξη θυλάκων της κυρίαρχης τάξης που ενδιαφέρονται για σταθερές κυβερνήσεις αστικής συνεργασίας ή για την αλλαγή του μίγματος. Αρα η φιλολαϊκή μάσκα που φοράνε οι σαφώς φιλομονοπωλιακές θέσεις τους, δεν αποτελεί σοβαρό κριτήριο για το ποιο ή ποια κόμματα θέλουν και μπορούν να δώσουν στο λαό κάποια θετική προοπτική.
Η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, ανεξάρτητα τι ομαδοποιήσεις έχουν στο εσωτερικό τους, ζουν τον αντίκτυπο της αντιπαράθεσης των δύο συνταγών, αλλά ως κυβερνητική συνεργασία είναι υποχρεωμένοι, για την ώρα, να κινούνται με την κυριαρχούσα επιλογή που έτσι και αλλιώς εκφράζει προσωρινό συμβιβασμό ανάμεσα στις ηγετικές δυνάμεις της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ενοποίησης.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ τα πράγματα είναι αρκετά εύκολα. Οσο πιο επιθετικός γίνεται ο πολιτικός του λόγος, τόσο πιο συντηρητικό γίνεται το πρόγραμμά του. Καλλιεργεί την αντίληψη ότι είναι με το ανερχόμενο αντιπολιτευόμενο «ρεύμα» στην ΕΕ, άρα αυτός μπορεί να επιδράσει (και όχι οι ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης και οι ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις στην αλλαγή του μείγματος). Με τις προγραμματικές του θέσεις που θα συζητηθούν στο επικείμενο συνέδριο, καλλιεργεί την αντίληψη ότι το μείγμα αστικής διαχείρισης που υιοθετεί θα οδηγήσει σε λαϊκές κατακτήσεις, ακόμα και ως το σοσιαλισμό, θυμίζοντάς μας το αλήστου μνήμης σύνθημα του ΠΑΣΟΚ «στις 18 σοσιαλισμός». Ο οπορτουνισμός του κορυφώνεται όταν δηλώνει ότι αν θα λυθούν τα προβλήματα, αν θα πάμε προς το σοσιαλισμό εξαρτάται από τη λαϊκή συνέργεια, δηλαδή «ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετέχει στη λαϊκή δράση, χωρίς να επιβάλλει και να υποκαθιστά»! Αυτό και αν είναι ψέμα με ουρά, μαζί και μέθοδος χειραγώγησης.
Αν δώσει κανείς μια ματιά στις θέσεις άλλων πολιτικών σχημάτων που διεκδικούν την έξοδο από την Ευρωζώνη ακόμα και αποδέσμευση, θα δει ότι περισσεύουν λόγια με λογοτεχνικού περιεχομένου πολιτικό περιεχόμενο, πάμπολλες αναφορές για το κίνημα, το λαό, τους λαούς, όταν όμως πρέπει να μιλήσουν τι αλλαγές ζητούν ή θα κάνουν στην ελληνική οικονομία αν μπουν σε κυβέρνηση (το πρόγραμμά τους είναι καθαρά κυβερνητικό) τότε οι θέσεις είναι σύντομες, γενικές, αφηρημένες. Υπολογίζουν ότι ένα μεγάλο μέρος του λαού έχει διαπαιδαγωγηθεί και διδαχθεί να βλέπει το αστικό πολιτικό σύστημα αποσπασμένο από την καπιταλιστική οικονομία, από την καπιταλιστική ιδιοκτησία. Ολοι τους κατακεραυνώνουν τον «νεοφιλελεύθερο» καπιταλισμό, υποδηλώνοντας ότι υπάρχει προοδευτικός, αριστερός, δημοκρατικός καπιταλισμός κ.λπ.
Υπάρχουν ακόμα και ερωτήσεις που απευθύνονται στο Κόμμα για το αν η Ελλάδα βγει από την Ευρωζώνη από μια κυβέρνηση που δρα στα πλαίσια του συστήματος, που το ΚΚΕ δεν στηρίζει με κανέναν τρόπο ή αν βγει από την ΕΕ τι θα κάνουμε εμείς, που διεκδικούμε την αποδέσμευση σε συνθήκες νίκης της εργατικής εξουσίας; Εμείς θα κάνουμε ό,τι κάναμε και σε άλλες στιγμές, δε θα μας βρει μια τέτοια εξέλιξη αιφνιδιασμένους. Θα κάνουμε ό,τι κάναμε π.χ. όταν έπεσε η χούντα και σε συνεννόηση παρέδωσε τα κλειδιά της στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, όταν ο Καραμανλής έβγαζε την Ελλάδα από το στρατιωτικό ΝΑΤΟ. Θα αποκαλύψουμε το χαρακτήρα αυτής της εξέλιξης, θα οργανώσουμε την πάλη, καθώς θα φορτώσουν στην εργατική τάξη, στα λαϊκά στρώματα το κόστος της εξόδου από το ευρώ και της αποδέσμευσης αν γίνει, θα δείξουμε την ανάγκη ο λαός με δική του και όχι ξένη σημαία να τραβήξει τα πράγματα προς τα εμπρός, ό,τι υποστηρίζουμε συνειδητά και όχι για λόγους προπαγάνδας στο 19ο Συνέδριο.

Λαϊκή και αντιλαϊκή αυτοδιοίκηση στην Κατοχή και τον Εμφύλιο

Λαϊκή και αντιλαϊκή αυτοδιοίκηση στην Κατοχή και τον Εμφύλιο


Λαϊκή συνέλευση σε χωριό της Ελεύθερης Ελλάδας. Οι λαϊκοί θεσμοί καταγράφηκαν στην ιστορία ως φύτρα της νέας λαϊκής εξουσίας

Η αυτοδιοίκηση στη δεκαετία του 1940-1950.

Η πρώτη περίοδος δημιουργίας των νέων θεσμών στην Ελεύθερη Ελλάδα
 Η δημιουργία μέσω του αντάρτικου αγώνα μεγάλων χώρων αυτονομημένων από την κατοχική εξουσία έφερε το ζήτημα του διοικητικού κενού και την ανάγκη κάλυψής του. Την πρώτη περίοδο λειτουργίας του χώρου της Ελεύθερης Ελλάδας, θα δοθούν διαφορετικές απαντήσεις, σε σύγκρουση μεταξύ τους, πάνω στο βαθμό ριζοσπαστικότητας της νέας εξουσίας, σύγκρουση που θα απασχολήσει αναγκαστικά και την ηγεσία του ΚΚΕ.

Οι χώροι για τους οποίους μιλάμε, δεν ήταν ξένοι προς την ιδέα της αυτοδιοίκησης ούτε οι δεσμοί τους με την κεντρική κρατική διοίκηση της χώρας ήταν ποτέ ιδιαίτερα στενοί. Στην Ευρυτανία, στην απομονωμένη Λάκα του Φουρνά δημιουργήθηκε το φθινόπωρο κιόλας του 1942 ο πρώτος γραπτός κώδικας λαϊκής αυτοδιοίκησης, ο γνωστός «Κώδικας Ποσειδώνα» από την τοπική υπαχτιδική επιτροπή του ΚΚΕ. Μέσω του κώδικα αυτού, οι ευρυτάνες κομμουνιστές, ουσιαστικά απαντούσαν στο πιεστικό ζήτημα της οργάνωσης ενός χώρου εντελώς αυτονομημένου από κάθε κεντρική εξουσία, οργάνωσης που έπρεπε να συμβαδίζει με τις ανάγκες του ένοπλου αγώνα και μιας κλειστής αυτάρκους οικονομίας. Όταν επιπλήχτηκαν από την ανώτερη οργάνωση του ΚΚΕ στην Ευρυτανία, ότι κινούνται εκτός της εθνικοαπελευθερωτικής γραμμής του ΕΑΜ, η απάντηση του Γεωργούλα Μπέικου ήταν ενδεικτική: «Εμείς, θα πεις, δεν τα ξέραμε αυτά; Και τα παραξέραμε; Μα ξέραμε κι επιπλέον την συγκεκριμένη κατάσταση που αντιμετωπίζαμε στο χώρο της ευθύνης μας, χώρο που απελευθερώθηκε και δεν μπορούσε να περιμένει την ολική απελευθέρωση της χώρας για να λυθεί το πρόβλημα εξουσιών – αυτό δεν το είχαμε προβλέψει στην Αθήνα. Και πιστεύαμε: μια κι είμαστε ελεύθεροι, μα κι υποχρεωμένοι να συγκροτήσουμε εξουσίες, τότε γνώμονας πρέπει να είναι το βασικό ντοκουμέντο του κόμματος, η 6η του 1934 – κάνουμε επανάσταση».
 Οι διατάξεις του Κώδικα Ποσειδώνα εγκαθίδρυαν τους θεσμούς της λαϊκής αυτοδιοίκησης και της λαϊκής δικαιοσύνης. Σύμφωνα με αυτούς εκλέγονταν σε κάθε χωριό πενταμελείς επιτροπές Λαϊκής Αυτοδιοίκησης από Γενική Συνέλευση. Οι συνελεύσεις αυτές ήταν όργανα της λαϊκής εξουσίας και επιλαμβάνονταν όλων των προβλημάτων του χωριού. Η δικαιοσύνη γινόταν λαϊκή και απονέμονταν από λαϊκά δικαστήρια. Συγκροτούνταν για τα διάφορα ζητήματα υποεπιτροπές, επισιτιστική, λαϊκής ασφαλείας, σχολική, εκκλησιαστική. Οριζόταν ως ανώτερο σώμα η Γενική Συνέλευση του χωριού, που θα συνερχόταν τακτικά ανά μήνα.
 Ξεκινώντας από την ανάγκη οργάνωσης και διοίκησης του χώρου, οι δημιουργοί των πρώτων αυτών θεσμών εφαρμόζουν και μια συγκεκριμένη, ριζοσπαστική σύλληψη των πραγμάτων. Οι ίδιοι οι θεσμοί δεν αποτελούν μια ουδέτερη μορφή για την αυτοδιοίκηση των ελευθερωμένων περιοχών αλλά εισάγουν πολλά ριζοσπαστικά μέτρα, τα οποία, αλλού λιγότερο αλλού περισσότερο, θα επηρεάσουν τις συλλογικές πρακτικές και νοοτροπίες. Μερικά από τα μέτρα αυτά ήταν και η ανάδειξη της γενικής συνέλευσης ως κυρίαρχου οργάνου, της δημοκρατικής εκλογής, ελέγχου και ανακλητότητας των αντιπροσώπων, που ήταν άμισθοι, η πολιτική ισοτιμία γυναικών και ανδρών αλλά και η επιδίωξη επίτευξης συμβιβασμού στα λαϊκά δικαστήρια, με διαδικασίες δωρεάν για τους διαδίκους και η επιβολή ποινών με σκοπό τη βελτίωση του υπαίτιου.
 Λίγο πιο βόρεια, στη Θεσσαλία, στα χωριά που απελευθερώνονται, διατηρούνται τα μεταξικά κοινοτικά συμβούλια. Αντικαθίστανται μόνο όσοι από τους τοπικούς άρχοντες έχουν επιβαρυνθεί με συνεργασία με τον κατακτητή. Σύμφωνα με τον ιστορικό Λ. Αρσενίου, η κατάργηση των παλιών κοινοτικών συμβουλίων θα αποτελούσε αντίφαση με την πολιτική της εθνικής ενότητας. Όμως, όπως χαρακτηριστικά περιέγραφε ο αξιωματικός του ΕΛΑΣ Μπουκουβάλας, «το σύστημα [των παλιών κοινοτικών συμβουλίων] είχε σαπίσει, έλυωνε κάτω από το κλίμα που δημιουργούσε ο απελευθερωτικός αγώνας». Πολλοί παλιοί πρόεδροι πέρασαν με το ΕΑΜ και άλλοι είχαν αποσυρθεί για να μην αναγκάζονται να υπηρετούν τους κατακτητές.

Ανάπτυξη και δράση της λαϊκής αυτοδιοίκησης


Η ανάπτυξη της ένοπλης Αντίστασης οδηγεί εκ των πραγμάτων στην ανάγκη διοίκησης των περιοχών στις οποίες βασίζεται για τη συντήρηση και τη στελέχωσή της. Σε αυτές τις περιοχές δεν συντρέχει πλέον λόγος διατήρησης τοπικών εξουσιών της τεταρτοαυγουστιανής περιόδου και ο δρόμος είναι ανοιχτός για την εδραίωση της λαϊκής αυτοδιοίκησης και δικαιοσύνης. Είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή από το Κοινό Γενικό Στρατηγείο Ανταρτών, (ΚΓΣΑ) από τις 10 Αυγούστου 1943 η Απόφαση 6 για τα ζητήματα αυτοδιοίκησης. Η Απόφαση 6 του ΚΓΣΑ ρύθμιζε με γενικό τρόπο, τη λειτουργία της αυτοδιοίκησης και της δικαιοσύνης στις ελεύθερες περιοχές. Όρισε τιμές για τα βασικά είδη διατροφής, επέβαλε εισφορά για την ενίσχυση των αντάρτικων δυνάμεων, των πολεμοπαθών και του ορεινού πληθυσμού και παρακράτημα στη διακίνηση εμπορευμάτων και κυρίως τροφίμων. Συγκρότησε κοινά φρουραρχεία σε περιοχές οπού δρούσαν πάνω από μια οργανώσεις και επόπτευσε τις διαδικασίες σχετικά με τις εκλογές των επιτροπών και υποεπιτροπών.
 Με την de facto κατάργηση του ΚΓΣΑ, η διοίκηση της Ελεύθερης Ελλάδας, έπρεπε να οργανωθεί θεσμικά ενιαία εξαρχής. Αυτήν την ανάγκη κάλυψε η διαταγή 2929 του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ την 1η Δεκεμβρίου 1943, που έθετε σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 1944 τις «Διατάξεις για την Αυτοδιοίκηση και Λαϊκή Δικαιοσύνη». Η εισαγωγή θεσμών, όπως το Ακυρωτικό δικαστήριο και το Επαρχιακό και Νομαρχιακό Συμβούλιο, έδειχναν ότι πλέον ετίθετο με επίταση το ζήτημα της διοίκησης μεγάλων ενιαίων περιοχών και δεν ήταν πλέον ζήτημα αυτοοργάνωσης αποκλεισμένων ορεινών κοινοτήτων ή κάλυψης βασικών αναγκών του ένοπλου αγώνα. Η πολιτική διοίκηση της Ελεύθερης Ελλάδας, που οδήγησε και στο σχηματισμό της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), δεν ήταν πλέον απλά ένα στοιχείο πολιτικής τακτικής, ήταν μια αναγκαιότητα.
 Από τις 13 Μαρτίου, με την Πράξη 4 η ΠΕΕΑ επικύρωνε την ισχύ των «Διατάξεων για την αυτοδιοίκηση και τη λαϊκή δικαιοσύνη», του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, οι οποίες ίσχυαν για τις περιοχές δικαιοδοσίας του από την 1η Ιανουαρίου 1944. Οι Διατάξεις αποτελούσαν συστηματοποίηση του πρότερου Κώδικα Στερεάς Ελλάδας και αποτελούνταν από 146 άρθρα. Κάθε κοινότητα, δήμος, επαρχία και νομός διοικούνταν από συμβούλια και κάθε κοινότητα και δήμος είχε λαϊκές επιτροπές (λαϊκής ασφάλειας, σχολική, εκκλησιαστική, κοινωνικής πρόνοιας, επισιτισμού καθώς και εξελεγκτική). Σε κάθε κοινότητα και δήμο λειτουργούσε και λαϊκό δικαστήριο και σε κάθε έδρα παλιού ειρηνοδικείου αναθεωρητικό δικαστήριο. Η ΠΕΕΑ επιπρόσθετα διόριζε έναν διοικητικό αντιπρόσωπο σε κάθε επαρχία, με αρμοδιότητα την «καθοδήγηση και παρακολούθηση των οργάνων της αυτοδιοίκησης».
 Μια ημέρα μετά την θέσπιση της Πράξης 4 για την αυτοδιοίκηση, η Γραμματεία Εσωτερικών της ΠΕΕΑ με την Εγκύκλιο 1 «προς όλα τα όργανα Τοπικής Αυτοδιοίκησης» ανακοίνωνε τους σκοπούς της για το θεσμό. Περιέγραφε την αυτοδιοίκηση ως «θεμέλιο της αυριανής μεταπολεμικής αναδημιουργίας», που έπρεπε από τώρα να φροντίσει τις ανάγκες του λαού της Ελεύθερης Ελλάδας που τόσο επιβαρυνόταν από τις ανάγκες του πολέμου. Σύμφωνα με την Εγκύκλιο, η τοπική αυτοδιοίκηση για να αποδώσει, έπρεπε να ολοκληρωθεί με τη συγκρότηση των Επαρχιακών και Νομαρχιακών Συμβουλίων. Ζητούσε δε από τα όργανα όλων των βαθμίδων να στείλουν στη Γραμματεία Εσωτερικών τους προϋπολογισμούς τους και να υποδειχτούν μέτρα για τη βελτίωση των οικονομικών των δήμων, επαρχιών και κοινοτήτων.

Η αυτοδιοίκηση ασχολήθηκε με την ίδρυση ή την εξασφάλιση λειτουργίας σχολείων και μονάδων περίθαλψης, μικρά νοσοκομεία και φαρμακεία. Αυτή η προσπάθεια περιλάμβανε και την πληρωμή των δασκάλων και των γιατρών από την αυτοδιοίκηση. Επενέβη και στο ζήτημα της αγοράς εργασίας, καθορίζοντας σε ορισμένες περιπτώσεις ημερομίσθια και ορίζοντας εκ περιτροπής εργασία σε κοινοτικά έργα.  Έγιναν έτσι μια σειρά μικρά και μεγαλύτερα δημόσια έργα, επισκευές γεφυρών και δημόσιων δρόμων αλλά και νέα έργα όπως ο ηλεκτροφωτισμός των κοινοτήτων. Σε ορισμένες περιοχές, εφαρμόστηκε και ο θεσμός του λαϊκού πρατηρίου το οποίο διέθετε σε φτηνές τιμές εμπορεύματα όπως αλάτι, σταφιδίνη και τσιγαρόχαρτα. Με πόρους από το δημοτικό ταμείο και από τους συνεταιρισμούς αγόραζε προϊόντα σε μεγάλες ποσότητες και τα πουλούσε με μικρό κέρδος.

Ένα από τα πιο σημαντικά έργα της αυτοδιοίκησης, μέσα στα πλαίσια της πολιτικής και των αποφάσεων του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, ήταν και η ενίσχυση των πιο αδύναμων περιοχών της Ελεύθερης Ελλάδας, είτε αυτές ήταν παραδοσιακά άγονες περιοχές όπως στην Ήπειρο ή θύματα των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων των Γερμανών, οι οποίοι από το φθινόπωρο του 1943 μεθοδικά κατέστρεφαν εξολοκλήρου χωριά με αλλεπάλληλες επιχειρήσεις. Αυτή η κατάσταση, εκτός από την άμεση τρομοκρατία αποτελούσε και μια μορφή οικονομικού πολέμου καθώς, καταστρέφοντας όλες τις παραγωγικές υποδομές (ζώα, σοδειές, αποθηκευτικούς χώρους, δέντρα), οι Γερμανοί διέλυαν την παραγωγική βάση της Ελεύθερης Ελλάδας και υπονόμευαν πολλαπλά τις δυνατότητες δράσης του ΕΛΑΣ. Το ότι σε αυτήν την κατάσταση, δεν είχαμε μια κατάρρευση του αντιστασιακού πλέγματος ούτε μια σοβαρή επισιτιστική κρίση, πρέπει να οφείλεται σε ένα σημαντικό δίκτυο αλληλοστήριξης των περιοχών της Ελεύθερης Ελλάδας. Εκτός από τη φορολογία και τα αποθέματα που διαχειριζόταν κεντρικά η Επιμελητεία του Αντάρτη (ΕΤΑ) και που μπορούσε να διανείμει στη μια ή την άλλη περίπτωση, εκτεταμένες ήταν οι πρωτοβουλίες εράνων υπέρ των «πυροπαθών», που συγκέντρωνε κυρίως η Εθνική Αλληλεγγύη και προωθούσε στη συνέχεια η ΕΤΑ προς τους έχοντες ανάγκη. Η αυτοδιοίκηση διοργάνωσε κινητοποιήσεις και συλλαλητήρια από τις αποκλεισμένες περιοχές για την απόσπαση βοήθειας από τις επιτροπές του Ερυθρού Σταυρού.

Η κατεχόμενη χώρα

Ποιος θα μπορούσε να είναι ο ρόλος της αυτοδιοίκησης σε μια χώρα κατεχόμενη, με μια δωσίλογη κεντρική εξουσία και τρεις διαφορετικούς κατακτητές; Οι ιδιαίτερες συνθήκες της Ελλάδας επεφύλαξαν ένα σημαντικό ρόλο για τις τοπικές εξουσίες, που ολοένα και μεγάλωνε μέχρι την απελευθέρωση. Η Κατοχή της χώρας την είχε βρει με το καθεστώς Μεταξά, ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που είχε καταργήσει και τις αιρετές τοπικές διοικήσεις. Στη θέση τους τοποθέτησε ανθρώπους διορισμένους από το καθεστώς και υπόλογους σε αυτό. Η στάση τόσο των ίδιων όσο και του περίγυρού τους ποίκιλε κατά τη διάρκεια της κατοχικής περιόδου. Πολλοί διατήρησαν τις θέσεις τους και ανάμεσά τους άλλοι συντάχθηκαν στην υπηρεσία του νέου αφέντη, ενώ άλλοι συνεργάστηκαν με τις αντιστασιακές δυνάμεις προσφέροντας ένα προκάλυμμα νομιμότητας.
 Στην πρώτη κατοχική περίοδο, χάος και αποδιοργάνωση προκλήθηκε από την τριχοτόμηση της χώρας, την επίταξη βασικών αγαθών και υπηρεσιών από τους κατακτητές και ουσιαστικά την αφαίρεση κάθε εξουσίας και κύρους από τον εγχώριο δωσιλογισμό. Το κράτος φάνταζε μακρινό, άδικο και υπόλογο για την ήττα της χώρας και τα πάθη της κατοχής. Αναβίωναν τα φαινόμενα ληστείας και η απειλή του λιμού σκιάζει τη χώρα. Σε αυτό το σκηνικό, η τοπική αυτοδιοίκηση ήταν ένας πόλος συνοχής της τοπικής κοινωνίας, εξαιρετικά εύθραυστος όμως. Χωρίς κανένα ουσιαστικό μέσο καλούνταν να υλοποιήσει τις διαταγές των κατοχικών φρουραρχείων και τις δωσίλογες πολιτικές της «Ελληνικής Πολιτείας». Καλούνταν να μαζέψει τα όπλα που είχαν φυλάξει οι πολίτες από τον πρόσφατο πόλεμο, να εφαρμόσει ανεδαφικές αποφάσεις για διατίμηση αγαθών, να καταγράψει τους δημότες, να κάνει κοινωνική πολιτική μέσω εράνων και διορισμών, και το κυριότερο ίσως, να συμβάλλει στην υποχρεωτική πλέον συγκέντρωση της αγροτικής παραγωγής. Μετατρεπόταν δηλαδή σε εκτελεστή της κατοχικής πολιτικής. Είδαμε πως με βάση αυτήν την κατάσταση ένα μεγάλο μέρος της χώρας απελευθερώθηκε από την ένοπλη Αντίσταση, όπου και άλλαξε εντελώς ο ρόλος της αυτοδιοίκησης.
 Το μεγαλύτερο όμως μέρος της χώρας και ιδιαίτερα τα αστικά κέντρα, παρέμειναν υπό κατοχή και η τοπική αυτοδιοίκηση στην υπηρεσία των κατακτητών και της δωσίλογης κυβέρνησης των Αθηνών. Ο ρόλος όμως της αυτοδιοίκησης θα αναβαθμιζόταν γρήγορα με την τακτική από ένα σημείο και έπειτα άφιξη της ξένης βοήθειας του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΣ). Αυτή η βοήθεια, περίπου 15.000 τόνοι τροφίμων μηνιαίως, έφτανε με πλοία στο λιμάνι του Πειραιά και διανεμόταν σε όλη τη χώρα μέσω της Επιτροπής Διαχείρισης Βοηθημάτων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Το φθινόπωρο του 1942 η Επιτροπή ήταν σε θέση να καταρτίσει ένα Γενικό Πρόγραμμα, βάσει του οποίου θα γίνονταν οι διανομές πανελλαδικά. Ουδέτεροι αντιπρόσωποι του ΔΕΣ με απεριόριστη εξουσία πάνω στις τοπικές επιτροπές τοποθετούνται στη Θεσσαλονίκη για την περιοχή της Μακεδονίας, στη Μυτιλήνη και τη Χίο, στην Τρίπολη για το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου, στο Ηράκλειο για την Κρήτη και στον Βόλο για τη Θεσσαλία. Συγκροτούνται 45 Κεντρικές Επιτροπές Διανομών στις πρωτεύουσες των νομών και των επαρχιών, με επικεφαλής στις περισσότερες περιπτώσεις τους κατά τόπους μητροπολίτες. Οι Κοινοτικές Επιτροπές γίνονται πλέον περίπου 3.000. Οι 3.000 επιτροπές διανομής, ένας ισχυρός μηχανισμός που τελούσε υπό την έγκριση όχι μόνο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού αλλά και των Αρχών Κατοχής, ήταν εν πολλοίς μια ανασύσταση του προπολεμικού κράτους με ανανεωμένο κύρος, που το καρπωνόταν εν μέρει η κατοχική κυβέρνηση. Σύμφωνα με τον τότε πρόεδρο της Επιτροπής, σουηδό Πωλ Μον:  «Τα κύρια στηρίγματά μας ήταν οι επιτροπές που σχηματίσαμε σε κάθε τόπο όπου γίνονταν διανομές. Κεντρικές επιτροπές, εξαρτημένες από την επιτροπή μας, έδρευαν στις μεγαλύτερες πόλεις και αυτές είχαν την εποπτεία εκατοντάδων τοπικών επιτροπών. Στα μεγαλύτερα κέντρα ως πρόεδρο ορίζαμε συνήθως τον μητροπολίτη και ως μέλη τον νομάρχη της περιοχής ή τον δήμαρχο, διευθυντές τραπεζών, γιατρούς, βιομηχάνους και εκπροσώπους εργατών.

Στα λιγότερο σημαντικά κέντρα, μέλη των επιτροπών ήταν κυρίως αγρότες και εργάτες, που ήταν πιο πολυάριθμοι, με τη συμπαράσταση του σταθμάρχη χωροφυλακής, του παπά και του δασκάλου. Τα μέλη των τοπικών επιτροπών έπρεπε να τα εγκρίνουμε εμείς και μέχρι ένα βαθμό οι Αρχές Κατοχής». Με αυτόν τον τρόπο, οι δήμαρχοι και οι κοινοτάρχες αποκτούν μια υλική βάση γύρω από την οποία μπορούν να κτίσουν την επιρροή τους. Αρκετοί θα χρησιμοποιήσουν αυτήν την εξουσία για να ενισχύσουν ή και να δημιουργήσουν τοπικές δωσιλογικές μονάδες και κοινωνικές συμμαχίες ενάντια στο εαμικό στρατόπεδο. Η επικράτηση του ΕΑΜ σε όλη σχεδόν την ύπαιθρο την περίοδο της απελευθέρωσης θα οδηγήσει αυτές τις δυνάμεις στο παρασκήνιο για να ξεπροβάλουν και πάλι μετά την παράδοση των όπλων και τη συμφωνία της Βάρκιζας, το Φεβρουάριο 1945 και να ξεκινήσουν κατά τόπους την τρομοκράτηση των αριστερών και ευρύτερα δημοκρατικών δυνάμεων.

Η αυτοδιοίκηση στον εμφύλιο πόλεμο


Η Συμφωνία της Βάρκιζας ουσιαστικά σήμαινε το τέλος της «εαμικής αυτοδιοίκησης» ξηλώνοντας τις αρχές που είχαν εγκατασταθεί από τις πολιτικές οργανώσεις ή και εκλεγεί από το λαό και εγκαθιστώντας νέες, πιστές στη νέα κυβέρνηση. Η παράδοση της εξουσίας από το ΕΑΜ γινόταν στις μονάδες της Εθνοφυλακής που προωθούνταν με τη συνοδεία βρετανικών στρατευμάτων και στις νέες αρχές που ακολουθούσαν τις στρατιωτικές δυνάμεις, σύμφωνα με τη Συμφωνία της Βάρκιζας και τα πρωτόκολλα που τη συνόδευαν. Οι νέες αρχές διέλυαν τους εαμικούς θεσμούς και σύντομα περνούσαν στο στάδιο καταδίωξης των μελών και οπαδών του ΕΑΜ και στη συντριβή της υποδομής των οργανώσεων. Ο νέος νομάρχης Λαμίας, για παράδειγμα, έπαυσε τα επαρχιακά συμβούλια του ΕΑΜ και στο δήμο Λαμιέων επανέφερε το τελευταίο διοικητικό συμβούλιο που είχε διοριστεί από την κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη. Δεν άργησαν οι διώξεις όσων είχαν συνδεθεί με το εαμικό κίνημα και η εκκαθάριση των υπηρεσιών από αυτούς ενώ από την άλλη απελευθερώθηκαν όσοι κρατούνταν από την Εθνική Πολιτοφυλακή κατηγορούμενοι για δωσιλογισμό, όπως ο κατοχικός νομάρχης Τρικάλων Πιπιλιάγκας.
 Οι θεσμοί της λαϊκής αυτοδιοίκησης και δικαιοσύνης καταργήθηκαν, οι φορείς τους κυνηγήθηκαν ενώ ακόμα και τα υλικά τους ίχνη καταστράφηκαν. Η αυτοδιοίκηση σε όλη τη χώρα πλέον υπαγόταν στην κεντρική εξουσία, και οι τοπικές εξουσίες γίνονταν κύτταρα του αγώνα ενάντια στον «συμμοριτισμό». Η βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού είχε αντικατασταθεί από αυτήν της βρετανικής οργάνωσης  Εμ-Ελ και αυτή με τη σειρά της με εκείνη της ΟΥΝΡΑ των Ηνωμένων Εθνών και ουσιαστικά των ΗΠΑ. Σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, η πολιτική καταπίεση θα περνούσε μέσα από τα όργανα της αυτοδιοίκησης που θα αποφάσιζαν ποιοι ήταν αρκετά εθνικόφρονες ώστε να λάβουν την αναγκαία βοήθεια.
 Ο πρόεδρος της κοινότητας, που συνήθως ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον επικεφαλής της τοπικής Οργάνωσης Εθνικοφρόνων, ήταν ένας «μικρός άρχοντας» που είχε πολλές φορές εξουσία ζωής και θανάτου πάνω στους συγχωριανούς του. Αυτός καθόριζε όχι μόνο ποιοι θα δουλέψουν και σε ποιους θα κατευθυνθούν τα αγαθά της ξένης βοήθειας, αλλά και ποιος  θα εκτοπιστεί στην εξορία και ποιος θα εκτελεστεί ακόμα. Στην κοινότητα απευθύνονταν και τα γράμματα των μακρονησιωτών με τις δηλώσεις μετανοίας και ανάνηψης από τον κομμουνισμό.
 Η ήττα της Αριστεράς στον εμφύλιο καθόρισε σε τοπικό επίπεδο τη μορφή και το περιεχόμενο της αυτοδιοίκησης. Θα έπρεπε να τελειώσει ο εμφύλιος για να ξαναπιαστεί το νήμα της λαϊκής συμμετοχής μέσα σε νέες οπωσδήποτε συνθήκες.

Το ναυτεργατικό κίνημα την περίοδο 1943-1948: η ηρωϊκή δράση της ΟΕΝΟ, ο ρόλος των εφοπλιστών και του αστικού κράτους

Το ναυτεργατικό κίνημα την περίοδο 1943-1948: η ηρωϊκή δράση της ΟΕΝΟ, ο ρόλος των εφοπλιστών και του αστικού κράτους
Ηρωικές στιγμές από την ιστορία της αδυσώπητης πάλης ανάμεσα στους ναυτεργάτες και τους εφοπλιστές



Από τη δίκη της ΟΕΝΟ


Οι ναυτεργάτες, ως αναπόσπαστο κομμάτι της εργατικής τάξης, έχουν τεράστια συμβολή στο ταξικό εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας μας. Η ιστορία του ναυτεργατικού συνδικαλιστικού κινήματος είναι γεμάτη από ηρωικές ενέργειες στους αγώνες ενάντια στο πιο σκληρό κομμάτι του κεφαλαίου, τόσο για τα δίκαια των ναυτεργατών, όσο και σε περιόδους όπως η λαϊκή πάλη κατά του γερμανοναζιστικού ιμπεριαλισμού στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ή και στη συνέχεια, την περίοδο του Εμφυλίου και της πάλης του ΔΣΕ, όταν η αστική τάξη της Ελλάδας πάσχιζε να στεριώσει το κράτος της και να μεγαλώσει την ιδιοκτησία της στηριζόμενη και στους Αγγλοαμερικανούς ιμπεριαλιστές. Τέτοιες στιγμές καταγράφουμε σήμερα σ’ αυτό το μικρό ιστορικό αφιέρωμα που αναδεικνύουν την αδυσώπητη ταξική πάλη ανάμεσα στους ναυτεργάτες και τους εφοπλιστές, στην πιο ηρωική περίοδο της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, στα 1947 και το ρόλο της Ομοσπονδίας Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων, της θρυλικής ΟΕΝΟ.

Βεβαίως, η ψυχή και ο νους του ναυτεργατικού κινήματος ήταν οι κομμουνιστές ναυτεργάτες. Ετσι μέσα από την εξιστόρηση των γεγονότων σήμερα στο «Ρ» αναδεικνύεται ο πρωτοπόρος ρόλος του ΚΚΕ και ορισμένες από τις πιο λαμπρές περιόδους του εργατικού κινήματος κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές ναυτεργάτες. Ταυτόχρονα, δημοσιεύουμε ιστορικά γεγονότα της περιόδου έτσι όπως τα κατέγραψε ένα από τα πιο επιφανή στελέχη της αστικής τάξης, ο εφοπλιστής Αριστοτέλης Ωνάσης. Στην επιστολή του αναφέρεται στο ρόλο του ενάντια στους ναυτεργάτες, προκειμένου να συμπεριληφθεί στους εφοπλιστές «εθνομάρτυρες» – την τάξη του -που ίδιος αυτοσαρκάζει. Ολα αυτά, για να συμμετάσχει στη μοιρασιά των μεταπολεμικών παροχών του αστικού κράτους στους εφοπλιστές.



Ο ίδιος επίσης επαινεί παράλληλα το ρόλο των Αμερικανών και Αγγλων ιμπεριαλιστών, μέσα από αυτή την επιστολή. ο Α. Ωνάσης προβάλλει ότι οι εφοπλιστές και ενιαία η αστική τάξη πρέπει να αποδεχτούν τις προτάσεις του, προκειμένου να επιφέρουν πλήγμα στον ταξικό τους αντίπαλο, το ΚΚΕ, το ταξικό εργατικό κίνημα, στρατηγική των Αμερικανών και Αγγλων ιμπεριαλιστών στη χώρα μας και σε διεθνή κλίμακα. Ο Α. Ωνάσης βγάζει τα άπλυτα των εφοπλιστών, της τάξης του, στη φόρα κατά τη διάρκεια της λυσσαλέας διαμάχης που ξέσπασε μεταξύ των παραδοσιακών και των νέων τζακιών των εφοπλιστών, για το ποιοι θα καρπωθούν μεγαλύτερο για τους ίδιους κομμάτι της λείας του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, τα 100 πλοία «Λίμπερτυ» και τα 7 δεξαμενόπλοια τύπου «Τ2» που αγοράστηκαν με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Οι λαμπρές σελίδες του ναυτεργατικού κινήματος

Ξεκινώντας, αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι ο συνδυασμός της πάλης των ναυτεργατών με κεντρικό σύνθημα της ΟΕΝΟ «ΚΡΑΤΗΣΤΕ ΤΑ ΠΛΟΙΑ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ» στη μάχη των ωκεανών, προκειμένου να εφοδιάζονται τα πολεμικά μέτωπα με τον απαραίτητο πολεμικό και άλλο εξοπλισμό ενάντια στο ναζιστικό – φασιστικό άξονα Γερμανίας – Ιταλίας – Ιαπωνίας και ταυτόχρονα κατά της εφοπλιστικής εγκληματικής δράσης, της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, αποτελεί ιστορική παρακαταθήκη για το ταξικό εργατικό κίνημα. Χιλιάδες ναυτεργάτες παλεύουν ηρωικά ενάντια στο φασισμό. Δε σταματούν ούτε μετά τη λήξη του πολέμου. Συνεχίζουν τον αγώνα τους, πάντα, μέσα απ’ τις γραμμές του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ και της ΕΠΟΝ κατά των νέων κατακτητών, κατά του αγγλικού και αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των εκπροσώπων του.



Οι αγωνιστές της θρυλικής ΟΕΝΟ διώκονται απ’ το αντιδραστικό καθεστώς της μεταπολεμικής περιόδου στην Ελλάδα, καταγράφονται στις μαύρες λίστες των μετεμφυλιακών κυβερνήσεων, καταδικάζονται σε πολύχρονη ανεργία, αλλά και δικάζονται, εξορίζονται, εκτελούνται. Οι ναυτεργάτες, συσπειρωμένοι στις γραμμές της ΟΕΝΟ, είναι στην πρώτη γραμμή του αγώνα των λαών με χιλιάδες νεκρούς. Προσπαθούν, με νύχια και με δόντια, να κρατήσουν την ιστορική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΣΣΕ) που είχαν κατακτήσει το 1943, τη ΣΣΕ που έβγαλε τους ναυτεργάτες απ’ τις πρωτόγονες συνθήκες ζωής της γαλέρας.


Απεργία ναυτεργατών στο πλοίο «Θεοφάνης Λιβανός» στην Αυστραλία υπό την καθοδήγηση της ΟΕΝΟ το 1945
Τα κέρδη των εφοπλιστών

Μετά τον πόλεμο, η ταξική πάλη συνεχίζεται και κορυφώνεται με την περίφημη δίκη της ΟΕΝΟ, το 1948. Εκεί όπου με χαλκευμένες κατηγορίες διώκονται στελέχη, για τη συνδικαλιστική τους δραστηριότητα, αλλά και για τους πολιτικούς αγώνες τους. Ολη αυτή την περίοδο η πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών αναδεικνύεται και μέσα απ’ τις γραμμές της ΟΕΝΟ. Απ’ την άλλη το κεφάλαιο εκμεταλλεύεται τον πόλεμο, με κάθε τρόπο, και μοιράζει τη λεία. Θησαυρίζει εισπράττοντας ασφάλιστρα και ναύλους. Οπως σε κάθε μοίρασμα κερδών, δημιουργείται εσωτερική διαμάχη ανάμεσα στους εφοπλιστές. Ερχονται στο φως της δημοσιότητας στοιχεία για τους τρόπους και τις «μεθόδους» της συναλλαγής του αστικού κράτους – εφοπλιστών.



Τα στοιχεία αποκαλύπτει ο εφοπλιστής Αριστοτέλης Ωνάσης, το 1947, σε μια επιστολή – ντοκουμέντο προς τον Μανώλη Κουλουκουντή, πρόεδρο της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών στη Νέα Υόρκη. Γίνεται «θηρίο ανήμερο» επειδή μένει έξω απ’ τη σκανδαλώδη συναλλαγή. Πρόκειται για μια «δουλιά» που γιγάντωσε τα πλούτη των Ελλήνων εφοπλιστών μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται, όπως προαναφέραμε, για 100 πλοία «Λίμπερτυ» και 7 δεξαμενόπλοια τύπου «Τ2» που αγοράστηκαν με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και δωρίστηκαν με …οικογενειακούς όρους στους εφοπλιστές.

«Ατζέντης» στην όλη υπόθεση είναι ο Ν. Αβραάμ, υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας την εποχή εκείνη. Ο ρόλος του αποκαλύπτεται σε γράμμα που έστειλε, τότε, στο γιο του, απόσπασμα του οποίου επίσης παραθέτουμε παρακάτω.
Η ίδρυση της ΟΕΝΟ

Την ίδια περίοδο, λοιπόν, που οι εφοπλιστές θησαυρίζουν πάνω στα πνιγμένα πτώματα των ναυτεργατών και εισπράττουν αμύθητα ποσά, το ναυτεργατικό κίνημα γράφει τις πιο λαμπρές σελίδες της αγωνιστικής ιστορίας του. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, με οδηγό την ΟΕΝΟ, οι ναυτεργάτες δίνουν θρυλικές μάχες ενάντια στο φασισμό και παλεύουν για να ανατραπούν οι πρωτόγονες συνθήκες δουλιάς τους.

Το 1943 ιδρύεται η ΟΕΝΟ, αποτελούμενη από 4 ναυτεργατικές οργανώσεις, την Ενωση Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΜΕΝ), την Ενωση Ναυτίλων Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού, την Ενωση Ραδιοτηλεγραφητών Εμπορικού Ναυτικού και την Ενωση Ναυτεργατών Μεγάλης Βρετανίας. Στην ηγεσία της ΟΕΝΟ βρίσκονται μεγάλοι αγωνιστές του ναυτεργατικού κινήματος. Πρόεδρος αναλαμβάνει ο Νίκος Καραγιάννης και γενικοί γραμματείς ο Αντώνης Αμπατιέλος, απ’ τα πληρώματα και Βασίλης Μπεκάκος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΜΕΝ).
«Κρατήστε τα πλοία εν κινήσει»



Η ΟΕΝΟ δίνει τη μάχη στις θάλασσες με το ηρωικό σύνθημα «ΚΡΑΤΗΣΤΕ ΤΑ ΠΛΟΙΑ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ». Το σύνθημα αυτό ήταν το σάλπισμα για τη μεγάλη προσφορά της ΟΕΝΟ στον αντιφασιστικό αγώνα. Ο ελληνικός εμπορικός στόλος, αλλά και ξένα καράβια μεταφέρουν πολεμικό υλικό και άλλα εφόδια μέσα από ναρκοθετημένες θάλασσες. Οι «νηοπομπές θανάτου» από Αμερική – Ευρώπη με ελληνικά πληρώματα αποτελούν αποκλειστικά έργο της ΟΕΝΟ. Οι Ελληνες ναυτεργάτες ξεσηκώθηκαν και επάνδρωσαν τα πλοία – εθελοντικά – μεταφέροντας, στη διάρκεια του πολέμου, συνολικά 11,5 εκατομμύρια τόνους εφοδίων.

Το «κόστος» για τις μεγάλες αυτές στιγμές ηρωισμού ήταν: 3.000 ζωές ναυτεργατών, 150 άτομα που παραφρόνησαν στη διάρκεια των επιχειρήσεων, ενώ άγνωστος είναι ο αριθμός των τραυματιών. Την ίδια περίοδο οι εφοπλιστές, με ασφάλεια και χλιδή μέσα από τα πολυτελή ξενοδοχεία της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου, του Μπουένος Αϊρες κ.ά. έκλειναν χρυσοφόρες ναυλώσεις, ενώ μέχρι τελευταία στιγμή δε δέχονταν να παραχωρηθούν τα πλοία τους στις συμμαχικές δυνάμεις κατά του άξονα. Κορυφαία στιγμή αυτού του αγώνα η εθελοντική επάνδρωση των δύο καραβιών, των φορτηγών «Αγ. Σπυρίδων» και «Γεώργιος Π.», που συμμετείχαν στην απόβαση της Νορμανδίας, στην οποία επάνδρωση πρωτοστάτησαν οι κομμουνιστές.



Τα δύο πλοία που προαναφέραμε ήταν επανδρωμένα στο σύνολό τους από κομμουνιστές. Ανάμεσα στους εθελοντές πρωτοστατεί ο αγωνιστής και στέλεχος του ΚΚΕ και της ΟΕΝΟ, Δημήτρης Τατάκης. Το μεταδεκεμβριανό αντιδραστικό καθεστώς, για την ηρωική προσφορά του, τον «ανταμείβει» με εξορία στην Ικαρία και τη Μακρόνησο, όπου άφησε την τελευταία του πνοή, δολοφονήθηκε δηλαδή, χωρίς να τον λυγίσουν τα βασανιστήρια. Αυτό το «δρόμο της τιμής και του καθήκοντος» πορεύτηκαν χιλιάδες κομμουνιστές και αγωνιστές εργάτες.

Αξίζει να επισημάνουμε ότι η πάλη των ναυτεργατών μέσα από τις γραμμές της ΟΕΝΟ και η κατάκτηση της πρώτης Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας επέδρασαν καθοριστικά στη συσπείρωση και την κλιμάκωση της πάλης του κλάδου, αλλά και γενικότερα του ταξικού εργατικού κινήματος. Οι ναυτεργάτες κατακτούν, μεταξύ άλλων, το 8ωρο, μισθούς ανάλογους των συνθηκών, επιδόματα ανά εξάμηνο, πληρωμή ανθυγιεινών εργασιών, καθιέρωση επιτροπών τροφοδοσίας. Οι εφοπλιστές υποχρεώνονται να καταβάλουν στο ΝΑΤ τις κρατούμενες εισφορές αξίας 600 χιλιάδων λιρών, να αναγνωρίσουν αντιπρόσωπο της ΟΕΝΟ στο καράβι, να οργανώσουν βιβλιοθήκες και άλλα μέσα ψυχαγωγίας για το πλήρωμα.
Η «απερίφραστος αντικαθεστωτική και αντιαστική δράσις» της ΟΕΝΟ



Αυτά φυσικά δεν έμειναν απαρατήρητα απ’ την τότε αστική τάξη. Χαρακτηριστικό το απόρρητο τηλεγράφημα από την ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου, το Γενάρη του 1944. Αναφέρεται στην Ομοσπονδία Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων (ΟΕΝΟ) «απερίφραστον αντικαθεστωτικήν και αντιαστική δράσιν, κατεύθυνσιν» που θα έπρεπε να σταματήσει και να εξασφαλιστούν τα «συμφέροντα και τα δικαιώματα των εφοπλιστικών κύκλων». Είναι προφανές πως η επίθεση στην ΟΕΝΟ είναι μέρος της γενικότερης επίθεσης κατά των αντιστασιακών οργανώσεων και του προοδευτικού συνδικαλιστικού κινήματος. Μετά το τέλος του πολέμου η επίθεση συνεχίζεται σε οτιδήποτε προοδευτικό και φυσικά στις δυνάμεις που εντάσσονται ή υποστηρίζονται απ’ το ΕΑΜ.

Η ΟΕΝΟ βρίσκεται στο στόχαστρο και το κεφάλαιο τη θεωρεί υπεύθυνη για το ότι «το ελληνικό πλοίο απώλεσε το μοναδικόν του πλεονέκτημα, το χαμηλό κόστος εκμεταλλεύσεως, που του επέτρεπε να συναγωνίζεται επιτυχώς τας ξένας ναυτιλίας» («Ναυτικά Χρονικά», 1/1/1946, Αρχείο ΠΕΜΕΝ).
Η Δίκη της ΟΕΝΟ

Εμφύλιος. Φυλακίσεις, βασανιστήρια, διώξεις, μαζικές συλλήψεις, στημένες δίκες, καταδίκες και εκτελέσεις. Ανάμεσα στις σκηνοθετημένες δίκες είναι και η γνωστή «Δίκη της ΟΕΝΟ». Ηδη, νωρίτερα, είχαν συλληφθεί ο Α. Αμπατιέλος και ο Β. Μπεκάκος και είχαν οδηγηθεί στη Μακρόνησο. Ακολουθούν μαζικές συλλήψεις στελεχών της ΟΕΝΟ, το Γενάρη του 1948. Το Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου, 10 στελέχη της δικάζονται με ποινή «εις θάνατον», άλλα 8 σε ισόβια και άλλοι με μικρότερες ποινές. Η καταδικαστική απόφαση προκαλεί μαχητική παρέμβαση του εργατικού κινήματος και εκτός Ελλάδας, που απαιτεί να σταματήσουν οι δίκες. Η μάχη του ελληνικού λαού δεν είχε σταματημό όπως και η διεθνής συμπαράσταση, με συνέπεια τον Αύγουστο του 1952 να γίνει αναθεώρηση της δίκης.
Ο κατάλογος των εφοπλιστών που πήραν τα «Λίμπερτυ»


Οπως γράφει στο βιβλίο του «η Δίκη της ΟΕΝΟ» ο Δημήτρης Κολιαράκης (μεταξύ των αγωνιστών της ΟΕΝΟ που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο), «ακούστηκε δυνατά η φωνή των κατηγορουμένων για τα δίκαια των ναυτεργατών, της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων(…). Η απόφαση που βγήκε έλεγε: Απορρίπτεται η αίτηση των κατηγορουμένων: Α. Αμπατιέλου, Π. Τιμογιαννάκη, Δ. Γαλάτη, Δ. Διακρούση, Β. Μπεκάκου και Δ. Κολιαράκη, πράγμα που σήμαινε επικύρωση της πρωτόδικης θανατικής καταδίκης τους. Για όλους τους άλλους, η απόφαση πρόβλεπε μείωση των ποινών. Κανείς δεν αποφυλακίστηκε και μεταφερθήκαμε όλοι στις φυλακές. Ο αγώνας όμως για τη σωτηρία μας δε σταμάτησε».
Η σκανδαλώδης συμφωνία …

Πριν έρθουμε στην επιστολή του Ωνάση, χρήσιμο είναι να αναφέρουμε πως από το 1946 έως το 1949 οι Ελληνες εφοπλιστές αγόρασαν 277 πλοία, τα οποία ταξίδευαν με σημαίες ευκαιρίας. Μάλιστα τα κέρδη τους, μετά τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο, έφτασαν τα 47.500.000 λίρες Αγγλίας – στερλίνες – σε μετρητά από ασφάλειες και ναύλους. Ετσι, στις 9 Απρίλη του 1946, η κυβέρνηση του Παναγιώτη Πουλίτσα εγγυήθηκε την αγορά 100 «Λίμπερτυ» και των 7 δεξαμενόπλοιων τύπου Τ2 για τους Ελληνες εφοπλιστές. Το «έργο» ολοκλήρωσε η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Τσαλδάρη και …ιδιαίτερα ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, Νικόλαος Αβραάμ, στον οποίο θα αναφερθούμε παρακάτω.

Ας δούμε, όμως, τη συναλλαγή συγκεκριμένα: Οι Ελληνες εφοπλιστές πήραν, με τη μεσολάβηση της κυβέρνησης, 100 «Λίμπερτυ» στο 1/3 της αξίας τους, δηλαδή στα 16.500.000 στερλίνες. Από αυτά τα χρήματα έδωσαν μόνο τα 4.100.000 και το υπόλοιπο ποσό το εγγυήθηκε το ελληνικό Δημόσιο. Το δάνειο αυτό έπρεπε να το εξοφλήσουν με τόκο 3,5% σε 17 χρόνια!
….και δώρα των παιδιών της αστικής τάξης στους πολιτικούς

Η συναλλαγή αστικού κράτους – εφοπλιστών αποκαλύπτεται και από ένα άλλο ντοκουμέντο της εποχής: Το γράμμα του υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας της κυβέρνησης Τσαλδάρη, Ν. Αβραάμ προς το γιο του, που αποδεικνύει τη συναλλαγή για τα «Λίμπερτυ», αλλά και συναλλαγές, γενικότερα με τους εφοπλιστές. Το συγκεκριμένο γράμμα δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» στις 25 Φλεβάρη του 1947 και είναι αποκαλυπτικό: «Σου έγραψα προ ημερών με τον εφοπλιστήν κ. Πατέραν, τον γαμβρόν του φίλου μας κ. Λύρα που επήρε την τελευταία στιγμή όπως ενθυμείσαι ένα Λίμπερτυ(…) Η “Ελευθερία”, “Η Ελλάδα” και ο “Ριζοσπάστης” έγραψαν διά τη νόμιμον προμήθειαν που πήρα απ’ την αγοράν των Λίμπερτυ. Εδωκα μίαν απάντησιν, που σου εσωκλείω εις την “Ελευθερίαν”. Εγραψε δε σχετικώς και η “Εστία” και το “Εμπρός”. Εδωκα και από ραδιοφώνου μίαν ομιλίαν επί του ζητήματος αυτού.

Ο Βαγγέλης έχει ετοιμάσει και δύο ομιλίες με θέμα εντυπώσεις μου απ’ την Αμερικήν, μίαν στον “Παρνασσό” και μίαν στον Πειραιά. Μόλις ήλθα, την πρώτη Κυριακήν εγένετο συγκέντρωσις εις τη λέσχην Πειραιώς και ωμίλησα. Επίσης μου παρετέθη γεύμα πρωτοβουλία ναυτικών πρακτόρων κλπ. στον Πειραιά. Την περασμένη εβδομάδα μετά την παραίτησίν μου, μου παρέθεσε εις τον Ναυτικόν Ομιλον γεύμα η ένωσις των Εφοπλιστών. Να πης εις τον Γιώργο το Λύρα – για το δώρο που υποσχέθησαν – να το στείλουν εις την εδώ Ενωσιν διά να μου το παραδώσουν είναι ανάγκη. Του γράφω και εγώ και γι’ αυτό και για τα άλλα ζητήματα του Πειραιώς που προσωπικά είχαμε μιλήσει».

Αξίζει, επίσης, να αναφέρουμε ένα ακόμα απόσπασμα του γράμματος αυτού όπου γίνεται πιο αποκαλυπτικός: «Πρέπει να έχεις υπ’ όψι σου (σ.σ γράφει στον γιο του) ότι και ο Εμ. Κουλουκούντης και ο Γ. Λύρας και ο Σταύρος Λιβανός και ο Ν. Ρεθύμνιος, εκτός του Σεβασμιωτάτου έχουν προσφερθεί να σε ενισχύσουν οικονομικώς. Ο Στ. Λιβανός μου είπε την τελευταία στιγμή: Ο,τι θέλει να αποτείνεται σε μένα, τον γιο του Παπανδρέου εγώ τον εσπούδασα. Σου τα γράφω αυτά διότι ομολογώ και εγώ ότι είναι καιρός να αφήσω την πουριτανικήν ηθικήν ακαμψίαν και να δέχωμαι τοιαύτας ενισχύσεις ως υποψήφιος ηγέτης πλέον κατ’ επάγγελμα διά να μην αναγκασθώ να τρέχω εις το Κακουργοδικείο και το Πλημμελειοδικείο»!!!
Ο βίος και η πολιτεία του Ωνάση

Ο Αρ. Ωνάσης, όπως προείπαμε, γνώριζε αυτή τη συναλλαγή, γι’ αυτό και έστειλε την επιστολή αυτή, διατυπώνοντας μάλιστα σ’ αυτήν και μια «φιλανθρωπική» πρόταση για ζητήματα Ναυτιλίας. Και για να ξεκαθαρίζουμε: Ο βίος και η πολιτεία του Αρ. Ωνάση ήταν γνωστή, εφοπλιστής με ισχυρούς δεσμούς, οικονομικούς και πολιτικούς, με ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Μεταξύ αυτών γνωστό είναι και πως ήταν πρωταγωνιστής ως πρόξενος της Ελλάδας στην Αργεντινή για τη σύλληψη 100 Ελλήνων ναυτεργατών επειδή ζήτησαν καλύτερες συνθήκες δουλιάς και αμοιβής. Πολλοί απ’ αυτούς στάλθηκαν στην Ελλάδα και κατέληξαν στα Μακρονήσια.

Ο Αρ. Ωνάσης ήταν και παρέμεινε έως το τέλος της ζωής του εχθρός του ναυτεργατικού κινήματος και του ΚΚΕ. Στην επιστολή του αποκαλεί «εθνομάρτυρες» τους υπόλοιπους Ελληνες εφοπλιστές, ειρωνευόμενός τους και αποκαλύπτει γεγονότα και καταστάσεις, που αποδεικνύουν τη δολοφονική δράση του κεφαλαίου. Παρακάτω παραθέτουμε μεγάλα χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Σημειώνουμε, δε, πως η επιστολή δημοσιεύθηκε το 1953 στην εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» και αναδημοσιεύθηκε, σε τρία μέρη, στα τεύχη του Απρίλη, του Μάη, και του Ιούνη της ίδιας χρονιάς, στο περιοδικό «ΕΝΩΣΙΣ» της ΠΕΜΕΝ. Ας αφήσουμε, όμως, τον Αρ. Ωνάση να «μιλήσει» γι’ αυτά:
«Το ρητόν»…

Στην αρχή…εξηγεί το σκοπό της επιστολής του: «Λέγει το ρητόν “Τα εν οίκω μη εν δήμω”. Καίτοι μου αρνείσθε το δικαίωμα να θεωρούμαι μέλος του οίκου αυτού, εν τούτοις προσεπάθησα, ειργάσθην και απεπειράθην να παραμείνουν τα πράγματα “εν οίκω”. Ατυχώς όμως η ακατανόητος πείσμων και όχι καλοήθης προσπάθειά σας εις το αφ’ ενός μεν να μειώσετε την αξία της προτάσεώς μου, διαστρέφοντας τον αγαθόν της σκοπό, αφ’ ετέρου δε τα αλλεπάλληλα επιτελικά σας συμβούλια μετά του Πρέσβεως διά να τορπιλίσητε την υπόθεση με αναγκάζουν, μετά λύπης μου, να σας αποτείνω την παρούσαν μου υπό τύπον ανοικτής επιστολής».

Στη συνέχεια αναφέρεται στη λεία: «Το ίδιο συνέβη και με τα 100 “Λίμπερτυς”. Προς στιγμήν, μόλις και μετά βίας ανήρχοντο εις 35 αι αποφασισθείσαι αγοραί, καίτοι αι αιτήσεις προ πολλού είχαν φθάσει τας 100 (…) Εξαφνα η ναυλαγορά δείχνει θετικώτατας τάσεις υψωμού και σωρηδόν προσφέρονται τα 12 και 18 μηνών συνεχή ταξίδια, προστίθεται σ’ αυτό ο ευεργέτης Χαρδαλούπας και αμέσως αρχίζουν να αρνούνται τας προ ημερών δηλώσεις των, βρίζουν το σύμπαν, δε λείπει φυσικά το Κράτος από μέσα και καθώς ηύξανε η πίεσις στα 90 και φθάνομεν στα τελευταία δέκα, δίδεται η μάχη των Θερμοπυλών και τραυματίζεται βαρέως ο Νικόλαος Αβραάμ, αλλά ως εκ θαύματος περνούν απαρατήρητοι και σώζονται ο υπασπιστής του και ο θαλαμηπόλος του. Αναφέρουν οι ίδιοι εθνομάρτυρες ότι εθυσιάσθη ολόκληρος μεραρχία δολαρίων διά την κατάκτησιν μιας των δέκα τελευταίων ελευθεριών»(…)

Μάλιστα, μετά από αυτά, γίνεται ακόμα πιο αποκαλυπτικός: «Μόνον τα δωρηθέντα 100 “Λίμπερτυς” θα έχουν περί τα 30 εκατομμύρια δολάρια καθαρόν εισόδημα εντός της πρώτης δωδεκαμήνου περιόδου από της εκκινήσεώς των. Προσθέτομεν σ’ αυτά και τα 137 προηγούμενα πλοία με 25 εκατομμύρια (μέρος αυτών εις λίρας), προσθέτομεν και τα 140 ελληνοπαναμαϊκά με άλλα 45 εκατομμύρια και έτσι φθάνουμε εις το ολόκληρον ποσόν των 100 περίπου εκατομμυρίων δολαρίων εισόδημα διά την περίοδον των δώδεκα μηνών.
«Το δε κράτος»…

»Αφήνω τας δεκάδας εκατομμυρίων δολαρίων και λιρών εις καταθέσεις. Αφήνω τα 25 – 30 καναδικά. Αρλούμπες, κακοήθεις υπερβολαί, θα μου πουν και εδώ. Λοιπόν κατεβαίνετε φωτοστατικά αντίτυπα των ναυλοσύμφωνων και παύει η συζήτησις. Αυτή τη στιγμή που γράφω, στον δέκατο μήνα της εκμεταλλεύσεώς των, τα 100 ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΕΝΑ ΤΑΜΕΙΑΚΟΝ ΠΕΡΙΣΣΕΥΜΑ ΑΠΟ 25 ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΔΟΛ. ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ. Το δε κράτος όχι μόνον δε ζητά ουσιώδεις φόρους ή συνάλλαγμα, αλλά θα τους περιμένη και 17 χρόνια για να πληρώσουν το χρέος τους, το οποίο είναι εις θέσιν να πληρώσουν σήμερα»

Στη συνέχεια του γράμματος ζητά να του λυθούν ορισμένες «απορίες» για διάφορα γεγονότα: «Μεταξύ άλλων διερωτώνται πολλοί, πώς Καθηγητής Πανεπιστημίου ευρέθη κάτοχος 3-4 καραβιών και ζητεί να αγοράση 2 τάνκερς από τα 7 διαδίδων εις τη ναυλαγοράν ότι λόγω εξαιρετικών δεσμών του με τα πλέον σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα της χώρας έχει εξησφαλισμένην τη χορήγησίν των εις αυτόν, καθ’ ον χρόνον παλαιοί και λίαν σημαίνοντες εθνομάρτυρες αλληλοσπαράσσονται διά την απόκτησιν έστω και μισού καραβιού;

Επανειλημμένως μου έχουν τηλεφωνήσει ανωνύμως και μου λέγουν μεταξύ άλλων ότι μια από τας δέκα τελευταίας ελευθερίας απήχθη από ένα παρεπιδημούντα δοσίλογον, αντί παραχωρήσεως δωρεάν δέκα μετοχών εις τους προαναφερθέντας λειτουργούς με προξενητήν, δυστυχώς, κάποιον του οποίου προορισμός είναι να ελέγχη και να στιματίζη αυτά τα πράγματα. Δηλαδή αξία 5.000 δολ. και ετήσιον εισόδημα 30.000 δολ. Προχωρούμε. Λέγεται ότι υπουργός ενδιεφέρθη και συνέστησε εις την επιτροπήν διανομής των 7 τάνκερς εν Αθήναις, τη χορήγησιν ενός τάνκερ εις τον εν λόγω δοσίλογον, ο οποίος μόλις προχθές έγινε εφοπλιστής».(…) Τι ενδιαφέρον μπορεί να έχη ένας πρέσβυς και πώς άλλως μπορεί να ερμηνευθεί η πασιφανής προτίμησίς του, αι ενέργειαι να καταλήξουν τα 7 τάνκερ εις τα παχιά εφοπλιστικά ταμεία και όχι εις αγαθοεργόν και κοινωφελή σκοπόν;».
Το ελληνικό δημόσιο …επιχορηγεί πλουσιοπάροχα τους εφοπλιστές

Στην επιστολή του ο Α. Ωνάσης βρίσκεται σε τέτοιο θυμό επειδή τον άφησαν έξω από την επιχείρηση των «Λίμπερτι» που θυμάται και αναφέρει και αποκαλυπτικά στοιχεία για εφοπλιστικές «δουλιές» το 1939: «Δεν οφείλω τίποτε εις τον μέγαν ναύαρχον Von Raeder, δεν έχασα ούτε ένα σωσσίβιον με τον πόλεμον. Οδύρονται οι εθνομάρτυρες διότι απωλέσθησαν τα σκάφη των. Ιδού μια εικών, ετέρου επιλέκτου μέλους. Ευρισκόμεθα στον Αύγουστον του 1939 με 7.500 λίρας μαζευμένας δυσκολώτερα και από ιστορικός σύλλογος μουσείων, προβαίνομεν εις αγοράν κουρέλας αξίας 15.000 λιρών με δάνειον χάριν της ελληνικής σημαίας και υποθήκης. Μετ’ ολίγας εβδομάδας από της ενάρξεως του πολέμου χάνεται το σκάφος και εισπράττομεν 165.000 λίρας, ήτοι είκοσι δύο φορές το επενδυθέν κεφάλαιο.

Ωχριά και αυτή η ρουλέτα ακόμη. Ούτε φόροι, ούτε συνάλλαγμα για την κυανόλευκον. Επί τέλους και σ’ αυτό το Sporting του Monte Carlo παίρνουν γκανιότα και αφού πάρουν την γκανιότα κατόπιν παίρνουν και από τα κέρδη του Ζωγράφου. Ε, λοιπόν, γιατί όχι το έρημο Ελληνικό Δημόσιο το οποίον τους εχορήγησε όχι μόνον τα πάντα, αλλά και το έμψυχο υλικό για να παίξουν το παιγνίδι των; Προχωρούμεν και επαναλαμβάνεται το θαύμα αυτό διά τρίτην φοράν με αυτάνδρους απωλείας. Αποκλειστικά δημιουργήματα του αγνώστου Γερμανού τορπιλλοβολητού και αγνώστου Αγγλου ασφαλιστού. Υπάρχουν πολλοί, οι περισσότεροι των εθνομαρτύρων με παρόμοια αποτελέσματα. Οπως είπον και άλλοτε, ώρα είναι να ιδρυθή μπροστά στας στήλας του Ολυμπίου Διός ή επάνω στη Σαλαμίνα το μνημείον του αγνώστου Γερμανού τορπιλλοβολητού, Αγγλου ασφαλιστού και προ παντός αγνώστου Ελληνος υπουργού Οικονομικών που επέτρεψε τέτοια σκανδαλώδη κατάστασι».
Το χαρτοπαίγνιον της αισχροκέρδειας

Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφει για «τη σκανδαλώδη αισχροκέρδεια της υπερασφάλειας», το «χαρτοπαίγνιον», που το ελληνικό κράτος είχε αφήσει να διεξάγεται: «Οταν δε λέγω χαρτοπαίγνιο δεν υπερβάλλω και εξηγούμαι: Καράβι αξίας 20.000 λιρών, χρεωμένο κατά 10.000 λίρας. Κηρύσσεται πόλεμος και το ασφαλίζομεν αντί 250.000 λιρών καταβάλλοντες ασφάλιστρον περίπου 10.000 λίρας διά ταξίδιον διάρκειας 60 ημερών. Εάν τελειώση το ταξίδι και φθάση το καράβι αισίως, όχι μόνο εξατμίζεται το μικρόν προβληματικόν ταξίδιον (το περιθώριον ναύλου το πρώτο τρίμηνον του πολέμου ήτο πολύ μικρόν) αλλά μας αφίνει και ζημιάν πολλών χιλιάδων λιρών λόγω της εξωφρενικής μίζας που βάλαμε.

Τώρα, δεδομένου ότι ήδη εχρωστούσαμε 10.000 λίρας από τις είκοσι χιλ., που αξίζει το καράβι, εάν αιφνιδίως σταματούσε ο πόλεμος η χρεοκοπία ήταν ακαριαία. Αντιθέτως, εάν ετορπιλλίζετο το καράβι, επραγματοποιείτο μυθώδες κέρδος και ασύδοτον. Λοιπόν, προ του τελευταίου άθλιου πειρασμού ερωτώ: Τι είναι επόμενον να εύχεται κανείς; Φυσικά και το τερατώδες, τον τορπιλλισμόν βέβαια, ει δυνατόν άνευ απωλείας ψυχών (!)(…) Πρέπει να ομολογήσωμεν ότι αν ζούσε ο Ντοστογιέφσκι ασφαλώς θα αυτοκτονούσε από απογοήτευσιν προς την φαντασίαν του».

Στη συνέχεια ο Α. Ωνάσης αναφέρεται με …γλαφυρό τρόπο σε έναν παλιό του …συνάδελφο, που μαζί εισέπρατταν τα ασφάλιστρα απ’ τον τορπιλισμό πλοίων: «Ετέρα εικών αξία μνείας είναι η περίπτωσις των Σιαμικών αδελφών. Τρεις κουρέλες αξίας το 1939 το πολύ 25.000 λιρών εκάστη, τορπιλλίζονται και εισπράττομεν προ του 1941 250.000 περίπου λίρας δι’ εκάστην κουρέλαν, ήτοι σύνολον 750.000 λιρών, αφού μας εδημιούργησαν και σεβαστόν απόθεμα δολλαρίων εκ της εκμεταλλεύσεως. Δεν αρκεί όμως αυτό. Κατόπιν πενταετούς και λίαν επιτυχούς περιπέτειας στο Wall Street, βλέπω μια μέρα το ένα εκ των Σιαμικών αδελφών με ύφος και εμφάνισιν αναπήρου πολέμου, επί κεφαλής κουαρτέτου εθνομαρτύρων, να κλαίη τη μοίρα του και προβάλλων τα τρομερά τραύματα πολέμου, να ζητά από τον κ. Τσαλδάρην προστασίαν και οίκτον, διότι είχε μείνει έξω του νυμφώνος των “Λίμπερτυ”.

Ο δε αγαθός Πρόεδρός μας να στενοχωρήται διότι δεν ήξευρε πώς να τους βοηθήση. Ορθώς παρετήρησε κάποτε ένας συνάδελφός μας τα εξής: “Πού να εφαντάζετο ο Βίσμαρκ (σ.σ. ο πρώτος καγκελάριος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας το 1871, που ένωσε τα τότε γερμανικά κρατίδια) ότι από ολόκληρο το μεγαλεπήβολο έργο που συνέλαβε, το μόνον θετικόν αποτέλεσμα ύστερα από τρία ΡΑΪΧ θα ήτο η εξέλιξις μερικών αχθοφόρων της θαλάσσης και χαρτοπαικτών της γερμανικής τορπίλλης εις αυθάδεις και ασύδοτους νεόπλουτους ταραξίας»!!!…
«Μας χαρίζει το ρωμαίικο 100 “Λίμπερτυς”»

«Θα πουν πολλοί, κακοήθεις συκοφαντίαι, διαστροφή των πάντων, η ασέβειά του δεν σταματά πουθενά. Απαντώ με την εξιστόρησιν των γεγονότων και τους αριθμούς, των οποίων η απόδειξις είναι απλούστατη, εάν το κράτος θελήση να κάμη χρήσιν των δικαιωμάτων του και μέσων», γράφει στη συνέχεια ο Ωνάσης καλώντας το ελληνικό κράτος να αποδείξει την αλήθεια των λεγομένων του. Λίγο μετά, μάλιστα, σημειώνει αποκαλυπτικά: «Απ’ αυτά ερωτώ, τι πήρε το ρωμαίικο εις φόρους ή συνάλλαγμα; Αέρα!!! Ενώ οι Αγγλοι, Νορβηγοί και άλλοι τα πήραν σχεδόν όλα. Δεν φθάνει όμως αυτό.

Μας χαρίζει το ρωμαίικο 100 “Λίμπερτυς” σημερινής αξίας 70 εκατομμυρίων δολλαρίων, με εισόδημα 35 εκατομμυρίων δολλ. ετησίως και το σύνολον του εισοδήματος των 377 καραβιών υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια διά την περίοδον ανοίξεως 1947 -1948. Πολλά, τα πάντα οφείλετε εις το Εθνος, αυτό δε όχι μόνον δεν σας οφείλει τίποτε, αλλά σας έχει χαρισθεί σκανδαλωδώς. Οχι μόνον σχεδόν δεν σας φορολογεί, σχεδόν δεν σας ζητεί συνάλλαγμα, αλλά ενώ περισσεύουν εις τα ταμεία σας, σήμερα τον δέκατο μήνα της εκμεταλλεύσεως, αρκετά για να εξοφλήσετε πάνω από τα δύο τρίτα του χρέους σας, αυτό θα σας περιμένει 17 χρόνια».
Και φτάνει στους «κουκουέδες»…

Ο Α. Ωνάσης για να μπει στο «κλαμπ» των παραδοσιακών εφοπλιστών και στη μοιρασιά της λείας των 100 «Λίμπερτι» και των 7 δεξαμενόπλοιων τύπου Τ2 καταθέτει μια «φιλανθρωπική» πρόταση για …τους ναυτεργάτες, τους οποίους ο ίδιος έχει «στην μπούκα του τουφεκιού του»… Στο τέλος, φυσικά, κυριαρχεί το ταξικό συμφέρον του, των εφοπλιστών, της αστικής τάξης και τους καλεί να συσπειρωθούν ενάντια στον κοινό εχθρό τους, το ΚΚΕ, αποκαλύπτοντας πόσο σημαντική ήταν η παρέμβαση των κομμουνιστών στο ναυτεργατικό κίνημα.

Δείχνει πόσο φοβούνταν οι εφοπλιστές τον αγώνα και την πάλη: «Θα πούνε πολλοί: “Βρε τον κακούργο, βάλθηκε να μας καταστρέψη, τώρα που κάθεται αυτός καλά άρχισε να αριστερίζη και τραβά κορδέλλα”. Απαντώ και τελειώνω: Θα ‘ρθω εγώ απ’ τους πρώτους. Οι κουκουέδες και τα αφεντικά των του Κρεμλίνου θα δουν ότι πράγματι άρχισε μια υγιής και σαφής μέθοδος διά την ανασυγκρότησιν του τόπου. Αυτό τουλάχιστον από ελληνικής απόψεως θα τους διαλύσει και θα στραφούν εις άλλας κατευθύνσεις όπως προηγήθησαν άλλαι της ιδικής μας»…

Ο Α. Ωνάσης αναδείχτηκε σε έναν από τους πιο ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες σε διεθνή κλίμακα στη ναυτιλία και σε άλλους τομείς. Ο ίδιος και η αστική τάξη και οι πολιτικοί τους υπηρέτες πέτυχαν πολλούς στόχους, τεράστια κέρδη από την εκμετάλλευση των ναυτεργατών και γενικότερα της εργατικής τάξης. Ο στόχος, όμως, του Α. Ωνάση, της αστικής τάξης, δεν επιτεύχθηκε ενάντια στο ΚΚΕ, στο ταξικό ναυτεργατικό κίνημα.

Οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις των ναυτεργατών και στις σημερινές συνθήκες ενάντια στην αντεργατική πολιτική της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, στους εφοπλιστές και στους πολιτικούς εκπροσώπους τους, αποτελούν συνέχεια αυτής της πρωτοπόρας δράσης του ΚΚΕ και του ταξικού εργατικού κινήματος. Στις σημερινές συνθήκες ο χυδαίος αντικομμουνισμός και οι επιθέσεις ενάντια στο ΚΚΕ είναι κοινή συνισταμένη συντηρητικών – κεντροδεξιών – σοσιαλδημοκρατικών – κεντροαριστερών, καθώς και των δορυφόρων του αστικού πολιτικού συστήματος, όπως μικροαστικά κόμματα με έντονα αντιδραστικά-εθνικιστικά-ρατσιστικά χαρακτηριστικά, προκειμένου να συνεχίζεται απρόσκοπτα η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης απο την πλουτοκρατία,να διαιωνίζεται το βάρβαρο καπιταλιστικό σύστημα. Οι οπορτουνιστές συνεχίζουν τον υπονομευτικό τους ρόλο, ρίχνουν νερό στο μύλο αυτών των αντιδραστικών επιδώξεων της πλουτοκρατίας.

Το ΚΚΕ σταθερά προσανατολισμένο ενισχύει τους δεσμούς του με τους ναυτεργάτες και γενικότερα με την εργατική τάξη. Μέσα στις δύσκολες, σύνθετες συνθήκες που δημιουργήθηκαν μετά τις ανατροπές στη Σοβιετική Ενωση και στις άλλες σοσιαλιστικές χώρες το ΚΚΕ εμπνέει και συσπειρώνει εργατικές λαϊκές δυνάμεις. Το ΚΚΕ αγωνίζεται για την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης στο πολιτικό και στο συνδικαλιστικό επίπεδο. Η ενίσχυση του ΠΑΜΕ αποτελεί βασική προϋπόθεση για την αναζωογόνηση του εργατικού κινήματος και της αποτελεσματικότητας της ταξικής πάλης προς όφελος της εργατικής τάξης.

Το ΚΚΕ συμβάλλει με όλες τις δυνάμεις του για τη συγκρότηση της αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, τη λαϊκή εξουσία, προκειμένου η εργατική τάξη να εκπληρώσει την ιστορική της αποστολή, την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, το σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό.

Πηγές

1. «ΠΕΜΕΝ 1901-2001, Οι ναυτεργάτες στο δρόμο της ταξικής πάλης», Αθήνα 2005.

2. «Ενωσις», τεύχος Απρίλη 1953.

3. «Ριζοσπάστης», 25 Φλεβάρη του 1947.

4. «Η Δίκη της ΟΕΝΟ», Δημήτρης Κολιαράκης.

5.«Ενωση», τεύχος Νοέμβρη 2001.

6.«Ριζοσπάστης», 8 Μάρτη 1998.

Το κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων στη διάρκεια της φασιστικής Κατοχής

Το κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων στη διάρκεια της φασιστικής Κατοχής

Με πολλα διδάγματα & συμπεράσματα για τους αγώνες των δημοσίων υπαλλήλων στο σήμερα…
Χαρακτικό που απεικονίζει, τη διαδήλωση εναντίον της πολιτικής επιστράτευσης (5 του Μάρτη 1943)


Είναι απαραίτητο, κατά τη γνώμη μου, να αναδειχθούν ορισμένες βασικές πλευρές του λαϊκού κινήματος της Εθνικής Αντίστασης, πλευρές που χαρακτήρισαν και το κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων. Χωρίς την παραμικρή διάθεση υποτίμησης της ανάγκης της παραπέρα συνέχισης και εμβάθυνσης της ιστορικής έρευνας γύρω στην περίοδο 1941-1944, έχω την πεποίθηση ότι είναι εξίσου απαραίτητη η προβολή και η συνεχής υπεράσπιση ιστορικών αληθειών, που, σήμερα, 61 χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, συνεχίζουν να αποσιωπώνται, να διαστρεβλώνονται, ή ακόμα και να καταπολεμούνται από διάφορα τμήματα του πνευματικού, πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου.

Τα γεγονότα αυτής της περιόδου όχι μόνο δε χάνουν τίποτα από την αξία τους με το πέρασμα του χρόνου, αλλά αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη επικαιρότητα, για πολλούς και διάφορους λόγους, από τους οποίους επιτρέψτε μου να αναφέρω εν συντομία τους παρακάτω:

Ο πρώτος λόγος είναι ότι εδώ και πάνω από 15 χρόνια γίνεται μια πολύ πιο συστηματική προσπάθεια ιστορικής και ηθικής αποκατάστασης τόσο των αυτουργών όσο και των ίδιων των σφαγέων των λαών κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν είναι καθόλου ανεξάρτητα μεταξύ τους, γεγονότα όπως η στρογγυλοποίηση των εγκλημάτων του γερμανικού και ιαπωνικού ιμπεριαλισμού από μερίδα της επίσημης ιστοριογραφίας στη Γερμανία και Ιαπωνία αντίστοιχα, η ανάδειξη των συνεργατών του χιτλεροφασισμού στις Βαλτικές χώρες σε εθνικούς ήρωες και η υλική τους αποκατάσταση, καθώς και η προσπάθεια που καταβάλλεται ξανά, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, για την αναβάπτιση των ταγματασφαλιτών σε πατριώτες (η υλική τους αποκατάσταση ολοκληρώθηκε ήδη την περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών).

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι σε άμεση σχέση με τα παραπάνω εξελίσσεται και μια καλά οργανωμένη και συντονισμένη προσπάθεια υποτίμησης και διαστρέβλωσης του ρόλου των εθνικοαπελευθερωτικών λαϊκών κινημάτων, στην απελευθέρωση της Ευρώπης από το φασισμό. Μια προσπάθεια στην οποία δυστυχώς πρόθυμα ανταποκρίθηκε και μια μερίδα ακαδημαϊκών της χώρας μας. Μια προσπάθεια που κατά τη γνώμη μου βρίσκεται σε ευθεία συνάρτηση με τα υπόλοιπα μέτρα που εφαρμόζονται, ώστε η λαϊκή συνείδηση να συμβιβαστεί με τη βαρβαρότητα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων (που δε φαίνεται να έχουν τελειωμό) και να αποστασιοποιηθεί από την αναγκαιότητα της λαϊκής αντίστασης, σε όλες της τις μορφές.
Φυλακισμένοι δάσκαλοι στις φυλακές της Αίγινας


Ενας τρίτος αλλά όχι λιγότερο σημαντικός λόγος είναι η ηττοπάθεια και η μοιρολατρία που καλλιεργούνται χρόνια τώρα τόσο στις γραμμές των δημόσιων υπαλλήλων, όσο και των υπόλοιπων εργαζομένων της χώρας και που βρίσκει την έκφρασή του μέσα από την πολιτική του «εφικτού» και το «ρεαλισμό» της υποταγής. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ο εγκλωβισμός της πάλης τους σε επιμέρους μάχες χαρακωμάτων, χωρίς το συντονισμό με άλλα στρώματα εργαζομένων. Αυτή η περιχαράκωση και ο συμβιβασμός επιτρέπουν ταυτόχρονα και την ένταση της προσπάθειας, που κατέβαλαν και καταβάλλουν όλες οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις της χώρας, για τη μετατροπή των υπαλλήλων σε πειθήνια όργανα του κράτους, για την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Οι πτυχές του δημοσιοϋπαλληλικού κινήματος μπορούν να αναδείξουν σημαντικές αρετές του, που από μόνες τους αποστομώνουν όσους αναφέρονται στη «δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία» για να της προσδώσουν αποκλειστικά και μόνον όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά της κοινωνίας.
Ορισμένα συμπεράσματα

– Το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα, όπως και το υπόλοιπο εργατικό κίνημα, εισέρχεται σχετικά αποδυναμωμένο στην περίοδο που εξετάζουμε, καθώς έχει υποστεί σοβαρότατα πλήγματα από την τρομοκρατία και τα μέτρα καταστολής της δικτατορίας Μεταξά. Νομίζω ότι συμφωνούμε όλοι στο ότι οι αντικομμουνιστικές διώξεις (όχι μόνο κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, αλλά κάθε φορά που αυτές εξαπολύονταν) μόνο αρχικά έπληξαν αποκλειστικά τους κομμουνιστές, καθώς αργά ή γρήγορα επεκτάθηκαν σε όλο το φάσμα του συνδικαλιστικού και πολιτικού κινήματος, ακόμα και αυτού που προσανατολιζόταν μόνο σε κάποιες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες.
Ενας από τους άνδρες των ταγμάτων ασφαλείας υποβάλλει σε σωματική έρευνα, για λογαριασμό των Γερμανών, Ελληνα πολίτη στην Αθήνα


Αυτό το αποδυναμωμένο κίνημα «υπερέβη εαυτόν» σε μια περίοδο πολλαπλά δυσκολότερη από αυτήν του Μεταξά, καθώς στην τρομοκρατία και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς της ντόπιας αστικής τάξης προστέθηκαν οι κατοχικές φασιστικές δυνάμεις. Το εγχείρημα αυτό φαντάζει ακόμη πιο δύσκολο αν αναλογιστούμε το γεγονός ότι η πλειοψηφία των δημόσιων υπαλλήλων (ως αποτέλεσμα βεβαίως και των αντικομμουνιστικών διώξεων) παρέμενε μέχρι τότε προσκολλημένη στους πολιτικούς εκπροσώπους της αστικής τάξης, οι οποίοι, την περίοδο που συζητάμε, είτε εγκατέλειψαν το λαό για να βρουν καταφύγιο στα ασφαλή λιμάνια της αγγλοκρατούμενης Μέσης Ανατολής, είτε συνεργάστηκαν ανοιχτά με τους κατακτητές, καθώς και το γεγονός ότι αυτά τα δύο βασικά στρατόπεδα του αστικού πολιτικού κόσμου, από κοινού και πέρα από τις μεταξύ τους διαφορές κήρυτταν το ανώφελο κάθε μορφής αντίστασης και την ανάγκη συμβιβασμού με την τότε «νέα τάξη πραγμάτων» (τουλάχιστον μέχρι την ανατροπή της από τους «συμμάχους» Βρετανούς).

Αυτές τις δυσκολότατες συνθήκες ξεπέρασε το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα, στηριγμένο στην πολιτική του ΚΚΕ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το ΚΚΕ πριν συγκροτήσει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο σε συμμαχία με άλλα μικρότερα κόμματα (27/9/1941), ακριβώς επειδή θεωρούσε την εργατική τάξη ως τη βασική συνιστώσα του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα πρωτοστάτησε αρχικά στη συγκρότηση του Εργατικού ΕΑΜ (16/7/1941), στο οποίο ανήκε και η «Πανυπαλληλική Επιτροπή» και αφού ελάχιστο χρόνο νωρίτερα είχε ιδρυθεί η «Εθνική Αλληλεγγύη» (28/5/1941), ως συνέχεια και μετεξέλιξη της προπολεμικής «Εργατικής Βοήθειας».
Η συμβολή στον απελευθερωτικό αγώνα

Με βάση τα παραπάνω γίνεται νομίζω κατανοητό και το γιατί το κίνημα των δημόσιων υπαλλήλων είναι ένα από τα πρώτα μαζικά αντιστασιακά κινήματα στις πόλεις.
Την περίοδο της Κατοχής εργαζόμενοι με κεφαλή το Εργατικό ΕΑΜ αγωνίζονται για την επιβίωση και την ελευθερία. Διαδήλωση με νεκρούς στην Καρδίτσα 


Οταν στη χώρα μας και ιδιαίτερα στην Αθήνα και τον Πειραιά, το καλοκαίρι του 1941, ξεκινούσε ο μεγάλος λιμός, ως απόρροια της πολιτικής των κατοχικών δυνάμεων και των πολιτικών εκπροσώπων της αστικής τάξης της χώρας, που συνεργάστηκαν μαζί τους, μόνο το ΚΚΕ και το ΕΑΜ κάλεσαν το λαό σε οργανωμένη πάλη, για την επιβίωσή του. Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ είναι οι δυνάμεις που κατάφεραν να οργανώσουν και να κινητοποιήσουν τους έφεδρους πολεμιστές, τους ανάπηρους πολέμου και τους δημόσιους υπάλληλους, στον αγώνα για την επίλυση των οξύτατων οικονομικών τους προβλημάτων.

Η Πανυπαλληλική Επιτροπή, η συνδικαλιστική απελευθερωτική οργάνωση των δημόσιων υπαλλήλων (επαν)ιδρύθηκε τον Ιούλη του 1941 (την ίδια περίοδο με το ΕΕΑΜ), σχεδόν ταυτόχρονα με την πρώτη μαζική εκδήλωση αντίθεσης στο καθεστώς κατοχής στην Αθήνα, την συγκέντρωση των Κρητών εφέδρων πολεμιστών στο Παναθηναϊκό Στάδιο.

Με επίπονη προσπάθεια, στις δύσκολες συνθήκες της Κατοχής, η Πανυπαλληλική Επιτροπή κατάφερε να οργανώσει και την αποφασιστική μάχη των δημόσιων υπαλλήλων, για την επιβίωσή τους, τη μεγάλη απεργία, που ξεκίνησε στις 12 του Απρίλη 1942 από το Κεντρικό Ταχυδρομείο της Αθήνας και επεκτάθηκε, σε πολύ σύντομο διάστημα, σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες της Αθήνας, του Πειραιά, της Πάτρας και της Θεσσαλονίκης. Στο αποκορύφωμά της, αυτή η απεργία αγκάλιασε πάνω από 50.000 δημόσιους υπαλλήλους και υποχρέωσε την κατοχική κυβέρνηση να δεχτεί τα αιτήματα των απεργών, στις 21 του ίδιου μήνα.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι θα συνεχίσουν καθ’ όλο το έτος τον αγώνα τους για την επιβίωση μέσα από το κοινό μέτωπο όλων των λαϊκών στρωμάτων της πόλης, που προωθούσε η δράση του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Σε αυτά τα πλαίσια είναι ενταγμένες και οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις της 20ής και 21ης του Δεκέμβρη 1942, που συγκλόνισαν την Αθήνα και τον Πειραιά. Το ότι σταμάτησε ο φοβερός λιμός του ’41-’42 οφείλεται κατά μεγάλο μέρος ακριβώς σε αυτόν το γιγάντιο κοινό αγώνα των εργαζομένων.

Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι τους εκπροσώπους της αστικής τάξης της χώρας μας, που έχοντας όλες τις ανέσεις, έκαναν «αντίσταση» από το ασφαλές Κάιρο, δεν τους συγκίνησε και τόσο, ούτε η λιμοκτονία του ελληνικού λαού, ούτε η πάλη του για την επιβίωση. Προβληματίστηκαν όμως σφόδρα από «…το γεγονός ότι όλοι οι πεινασμένοι και όλοι οι αγωνιζόμενοι συσπειρώνονται γύρω από το Κομμουνιστικό Κόμμα», όπως αναφέρει και ο Σαρλ Ντε Γκολ, στα «Πολεμικά Απομνημονεύματά» του (τόμος 1, Μόσχα 1957, σελ. 273).

Οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν περιορίστηκαν όμως μόνο σε αγώνες για τα δικαιώματά τους. Συνέβαλαν σημαντικά και στο γενικότερο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, όπως, π.χ., με την παρεμπόδιση της διαδικασίας συγκέντρωσης της αγροτικής παραγωγής για τα κατοχικά στρατεύματα, με την παροχή πολύτιμων πληροφοριών στις ΕΑΜικές οργανώσεις για τα σχέδια των κατακτητών και των ντόπιων οργάνων τους, κλπ. και βεβαίως συμμετέχοντας και στην ένοπλη πάλη μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ.

Ορόσημο για τον ενιαίο αγώνα των δημόσιων υπαλλήλων με τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα αποτέλεσε το έτος 1943, όταν οι οικονομικοί και πολιτικοί αγώνες του λαού όχι μόνο βρίσκονται σε ραγδαία άνοδο, αλλά περνούν και σε μια νέα, πιο ώριμη θα λέγαμε φάση, όσο αφορά στο περιεχόμενό τους.
Η ματαίωση της επιστράτευσης

Ηδη από τις αρχές του 1943, οι κατακτητές, για να εξοικονομήσουν δυνάμεις για το Ανατολικό Μέτωπο, προσπάθησαν, σε συνεργασία με την δοσίλογη κυβέρνηση, να επιστρατεύσουν Ελληνες και να τους στείλουν στα εργοστάσια της Γερμανίας.

Το σχετικό διάταγμα της επιστράτευσης, στηριγμένο στη διαταγή του αντιστρατήγου Αλεξάντερ Λερ, προέβλεπε την επιστράτευση Ελλήνων πολιτών για εργασία στην υπηρεσία των κατακτητών, συνέχεια της οποίας θα ήταν η αποστολή επιστρατευμένων Ελλήνων εκτός συνόρων της Ελλάδας. Οταν το διάταγμα στάλθηκε, το βράδυ της 22ης του Φλεβάρη, για να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, οι οργανώσεις των εργατοϋπαλλήλων του Εθνικού Τυπογραφείου ήταν αυτές που ειδοποίησαν την ηγεσία του ΕΑΜ και του ΚΚΕ.

Ετσι το ΕΑΜικό κίνημα βρέθηκε σε ετοιμότητα ούτως ώστε να αποτρέψει τον τεράστιο κίνδυνο που απειλούσε το λαό.

Χάρη και στη μαζική συμμετοχή των δημόσιων υπαλλήλων, στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα του 1943 (αλλά και συνολικά του αντιστασιακού μαζικού κινήματος) ανήκουν: α) Η διαδήλωση στην Αθήνα εκατοντάδων χιλιάδων λαού στις 5.3.43, ενάντια στην πολιτική επιστράτευση, που στέφθηκε με πλήρη επιτυχία. Ανάγκασε τον Χίτλερ να πάρει πίσω τη διαταγή και γκρέμισε την κυβέρνηση Λογοθετόπουλου. β) Η διαδήλωση στην Αθήνα εκατοντάδων χιλιάδων λαού, στις 22.7.43, ενάντια στην κάθοδο των Βουλγάρων. Και αυτή ματαίωσε τα σχέδια των κατακτητών και των συνεργατών τους. Τέτοιες διαδηλώσεις ήταν μοναδικές στην κατεχόμενη Ευρώπη.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πτοήθηκαν ούτε από τις απειλές του νέου κατοχικού «πρωθυπουργού» Ι. Ράλλη, που πάντως έχει πολλαπλή αξία να τις θυμόμαστε τακτικά:

Μετά την παλλαϊκή διαδήλωση στις 5.3.43 κατά της πολιτικής επιστράτευσης, οι κατακτητές έχρισαν πρωθυπουργό τον Ιωάννη Ράλλη.

Η κυβέρνηση Ράλλη ορκίστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό στις 7 του Απρίλη 1943. Και η πρώτη μεγάλη «πατριωτική» πράξη της ήταν το διάγγελμα του «προέδρου» της στους αντάρτες του ΕΛΑΣ να παραδώσουν τα όπλα, με την υπόσχεση αμνηστίας. Φέρει ημερομηνία 5 Μάη 1943 και δημοσιεύτηκε την αμέσως επομένη στις περισσότερες αθηναϊκές εφημερίδες.

«Ελληνες,

Αι δυνάμεις του Αξονος απεφάσισαν την διά συντόνου και μεγάλης ολκής στρατιωτικής δράσεως εκκαθάρισιν της χώρας μας από τας λυμαινομένας αυτήν συμμορίας, αι οποίαι καθοδηγούνται και χρηματοδοτούνται είτε από υπούλους και εχθρικάς ξένας προπαγάνδας, είτε από επικινδύνους υπονομευτάς του διέποντος ημάς κοινωνικού καθεστώτος, είτε από κοινούς κακοποιούς, είτε ακόμη από άφρονάς τινας ανευθύνους παράγοντας παρασυρθέντας και εμπνεομένους από εκείνους οι οποίοι, εν ευμαρεία και ασφαλεία ζώντες, αδιαφορούν διά τον όλεθρον που επαπειλεί ανά παν λεπτόν τους ελληνικούς πληθυσμούς και συνεπώς αυτήν ταύτην την ελληνικήν φυλήν. (…)

Ελληνες,

Υπενθυμίζω εις υμάς ότι αι Δυνάμεις του Αξονος, καίτοι έχουσαι να αντιμετωπίσουν όλας τας συνεπείας και τας βαρείας υποχρεώσεις του πρωτοφανούς εις έκτασιν πολέμου επέδειξαν εις πάσαν ευκαιρίαν την προς τον ελληνικόν λαόν συμπάθειάν των.

Μη λησμονείτε ότι διά γενναίας χειρονομίας των ηγετών της Γερμανίας και Ιταλίας ο ελληνικός στρατός αφέθη ελεύθερος, μη θεωρηθείς αιχμάλωτος πολέμου.

Μη λησμονείτε ότι ο ελληνικός λαός τελείως εγκαταλελειμμένος και αποκεκλεισμένος πανταχόθεν, θα κατεδικάζετο εις ομαδικόν εξ ασιτίας θάνατον, αν μη, παρ’ όλας τας τρομακτικάς δυσχερείας και παρ’ όλα τα εγκληματικά σαμποτάζ, επεσιτίζετο η χώρα μας, εκ του υστερήματός των, υπό των Δυνάμεων του Αξονος ως και αν δεν διευκόλυνον αύται την μεταφοράν δι’ ουδετέρων ατμοπλοίων, φορτίων απαραιτήτου διά την Ελλάδα σίτου και άλλων ειδών.

Μη λησμονείτε ότι δεν εδίστασαν αύται και εμπειρογνώμονας ακόμη να στείλουν εις την χώραν μας, διά να σώσουν τον ελληνικόν λαόν από τον εκφυλισμόν εκ της πείνης, ότε είδον την τρομεράν τραγωδίαν του χειμώνος του 1941. (σ.σ. Ολα αυτά τη στιγμή που η πείνα εξαπλώθηκε ακριβώς επειδή προηγήθηκε η επίταξη για την υποχρεωτική συντήρηση των κατοχικών στρατευμάτων!)

«Ελληνες,

Εις χείρας μας έγκειται η σωτηρία μας. Μη ακούετε την ύπουλον φωνήν των επικινδύνων εχθρών μας, των λύκων οι οποίοι έρχονται εν σχήματι προβάτων.

Ακούσατε την φωνήν μου, φωνήν ειλικρινούς πατριωτισμού, φωνήν τιμίας ελληνικής συνειδήσεως και βοηθήσατε να σώσωμεν όλοι μαζί την Μεγάλην και Αγαπητήν μας Πατρίδα και την Ελληνικήν Φυλήν.

Εν Αθήναις τη 5 Μαΐου 1943.

ΙΩΑΝΝΗΣ Δ. ΡΑΛΛΗΣ».
Ο αγώνας για τη διάσωση των αρχαιοτήτων

Μια σχετικά άγνωστη πτυχή της συνεισφοράς ενός τμήματος του ΕΑΜικού δ/υ κινήματος είναι όμως και ο αγώνας για τον πολιτισμό και για τη διάσωση των αρχαιοτήτων. Μέχρι σήμερα, καμιά κυβέρνηση δεν απαίτησε την επιστροφή των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών, παρόλο που ήδη από το 1946, οι υπάλληλοι της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (ΕΑΜ Αρχαιολόγων) κατέθεσαν επίσημα μια λεπτομερέστατη έκθεση. Βεβαίως, η δράση του ΕΑΜ Αρχαιολόγων δε σχετίζεται μόνο με την έκθεση αυτή. Καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής κατέβαλλε σοβαρές προσπάθειες για τη διάσωση των αρχαιολογικών θησαυρών, είτε παραχώνοντάς τους είτε προβαίνοντας σε έντονες διαμαρτυρίες (με κίνδυνο να υποστούν τις συνέπειες των χιτλεροκατακτητών) στους υπεύθυνους για τις πράξεις αρχαιοκαπηλίας (αυτούς που ο Ι. Ράλλης αποκαλούσε «εμπειρογνώμονας», που ήρθαν για να σώσουν την Ελλάδα!)

Το περιορισμένο του χρόνου δε μου επιτρέπει να επεκταθώ στην τεράστια συμβολή των εκπαιδευτικών στην Εθνική Αντίσταση. Εχει όμως νομίζω μεγάλη αξία, να αφιερωθεί ειδική μερίδα σε αυτό το θέμα. Προπαντός επειδή μπορεί να μας δώσει πολύ χρήσιμα συμπεράσματα και για το ρόλο και τις απαιτήσεις από τις σημερινές γενιές δασκάλων και εκπαιδευτικών.

Ενα ακόμα θέμα, που απαιτεί ειδική μερίδα, είναι η «ανταμοιβή» των αντιστασιακών υπαλλήλων για τη δράση τους. Οι απολύσεις, οι εξορίες, τα βασανιστήρια και οι εκτελέσεις των δημόσιων υπαλλήλων, ακριβώς επειδή είχαν τολμήσει να αντισταθούν στον κατακτητή, στο πλευρό του ΕΑΜ και του ΚΚΕ.

Καθώς ακόμα η πραγματική ιστορία της Εθνικής Αντίστασης δεν έχει μπει στα σχολεία, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι και το κεφάλαιο αυτό των διώξεων θα διδαχθεί το αμέσως επόμενο διάστημα. Αν κάποιοι στην εκπαίδευση, φοβούνται ότι τα παιδιά θα «τρομάξουν» με τόσο άδικο αίμα που χύθηκε, ας διδάξουν στο μάθημα της λογοτεχνίας «Το τελευταίο μάθημα» της Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη, που πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέα Γενιά, και αναδημοσίευσε πρόσφατα το περιοδικό «Εθνική Αντίσταση» (τ. 129, Γενάρη-Μάρτη 2006).
Ομιλία που έγινε σε ημερίδα την οποία διοργάνωσε η ΑΔΕΔΥ στις 23 του Μάη 2006


Του
Νίκου ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΑΚΗ*
 *Ο Νίκος Παπαγεωργάκης είναι μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ

TOP READ