Γράφει ο Νίκος Μόττας* //
Στις 3 Αυγούστου συμπληρώνονται 9 χρόνια από το θάνατο του «πατριάρχη»
του αντικομμουνισμού- του διαβόητου ρώσου συγγραφέα που βραβεύτηκε με
βραβείο Νόμπελ Αλεξάντρ Ισάγιεβιτς Σολζενίτσιν. Ο χαρακτηρισμός «πατριάρχης του αντικομμουνισμού»,
αν και αλληγορικός, δεν είναι καθόλου τυχαίος. Τα γραπτά του
Σολζενίτσιν, πολυδιαφημισμένα στο δυτικό καπιταλιστικό κόσμο, αποτέλεσαν
πηγή αισχρών συκοφαντιών και ψεμάτων ενάντια στο πρώτο σοσιαλιστικό
κράτος, την ΕΣΣΔ. Ακόμη και σήμερα, πονήματα του Σολζενίτσιν όπως το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ», η το «Μια μέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς», αποτελούν τα «ευαγγέλια» των πάσης φύσης αντικομμουνιστών.
Πάνω στις υποτιθέμενα ειλικρινείς μαρτυρίες που αποτύπωσε γραπτώς ο Σολζενίτσιν «χτίστηκε»
επί δεκαετίες μια αντισταλινική-αντισοβιετική μυθολογία, η οποία
ιδιαίτερα στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου αποτέλεσε την ιδεολογική
προμετωπίδα των ιμπεριαλιστών ενάντια στην ΕΣΣΔ και τον σοσιαλιστικό
κόσμο. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Αλ.Σολζενίτσιν έτυχε ιδιαίτερης
μεταχείρισης και προβολής στις καπιταλιστικές χώρες και ειδικά στις ΗΠΑ.
Είχε δε φροντίσει να χτίσει γύρω απ’ τον εαυτό του το αναγκαίο προφίλ
που του χάριζε επάξια μια θέση σε ακαδημαϊκά φόρουμ, εκδοτικούς οίκους
κλπ: «διανοούμενος» και «αντιφρονών» ταυτόχρονα, «κυνηγημένος από το ανάλγητο σοβιετικό καθεστώς».
Βέβαια,
ο πραγματικός Σολζενίτσιν είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν που η
αντικομμουνιστική προπαγάνδα πλασάρει στο διεθνές κοινό. Ο ίδιος
επιχείρησε μέσα από τα γραπτά του να ηρωοποιήσει τον εαυτό του,
αυτοπαρουσιάζομενος ως διωκόμενος και αντιφρονών της περιόδου του
Ι.Β.Στάλιν. Οι εκθειαστές του «αντιφρονούντα Σολζενίτσιν»
αποσιωπούν την αλήθεια: το γεγονός ότι το 1946 καταδικάστηκε σε οκταετή
φυλάκιση εξαιτίας της αντεπαναστατικής, φιλοναζιστικής του προπαγάνδας.
Ήταν τόσο «πατριώτης»
ο Σολζενίτσιν ώστε δεν έκρυψε ποτέ την συμπάθεια του προς το ναζιστικό
καθεστώς, κατηγορώντας μάλιστα τον Στάλιν ότι αυτός οδήγησε την ΕΣΣΔ σε
πόλεμο, αντί να συνάψει συμφωνία με τη χιτλερική Γερμανία!
Η
φιλοναζιστική δράση του Σολζενίτσιν πήγαινε χέρι-χέρι με τον βαθύ,
πρωτόγονο αντικομμουνισμό του ο οποίος δεν τον εγκατέλειψε ακόμη και στα
βαθιά του γεράματα. «Ο γερμανικός στρατός
θα μπορούσε να είχε ελευθερώσει την Σοβιετική Ένωση από τον Κομμουνισμό
αλλά ο Χίτλερ ήταν ηλίθιος και δεν χρησιμοποίησε αυτό το όπλο» δήλωνε ο «νομπελίστας» Σολζενίτσιν χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το «οπλο»
στο οποίο αναφέρονταν ο Σολζενίτσιν- και που δεν χρησιμοποίησε ο
Χίτλερ- ήταν οι αντεπαναστάτες και προδότες, επίδοξοι συνεργάτες των
Ναζί μέσα στην ΕΣΣΔ, όπως ο ίδιος!
Μετά
την αποφυλάκιση του, ο Αλεξαντρ Σολζενίτσιν ξεκίνησε να δημοσιεύει τα
βιβλία του στην ΕΣΣΔ. Η τότε ηγεσία του Νικίτα Χρουστσώφ, Γ.Γ. της ΚΕ
του ΚΚΣΕ, έβλεπε τα γραπτά του Σολζενίτσιν ως αρωγό στην ιδεολογική
προώθηση της λεγόμενης «αποσταλινοποίησης», στο πλαίσιο της ευρύτερης ρεβιζιονιστικής-οπορτουνιστικής στροφής που είχε ξεκινήσει το 1956. Εάν όμως ο σκοπός του
Χρουστσώφ ήταν να χτυπήσει την κληρονομιά του Στάλιν, ο στόχος του
Σολζενίτσιν πήγαινε ένα βήμα παραπέρα: στόχευε την ΕΣΣΔ και τον ίδιο τον
σοσιαλισμό.
Η
προσπάθεια του Σολζενίτσιν να συκοφαντήσει την ΕΣΣΔ και τον
σοσιαλισμό-κομμουνισμό απέδωσε τους πρώτους καρπούς για τον ίδιο το
1970, όταν του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το βιβλίο
«Μια ημέρα του Ivan Denisovich». Με
την ανάδειξη του συγγραφικού ταλέντου του Σολζενίτσιν, οι Ηνωμένες
Πολιτείες και ο διεθνής ιμπεριαλισμός βρήκαν τον κατάλληλο προπαγανδιστή
του αντικομμουνισμού, ιδιαίτερα στην ευαίσθηση περίοδο του Ψυχρού
Πολέμου. Το 1974, ο- νομπελίστας πλέον Σολζενίτσιν- αποκύρηξε την
σοβιετική του υπηκοότητα, μεταναστεύοντας αρχικά στην Ελβετία και στη
συνέχεια στις ΗΠΑ.
Οι φασιστικές
του ιδεοληψίες αποτέλεσαν τον πυρήνα της πολιτικής του σκέψης, ακόμη
και μετά την αποχώρηση του από την ΕΣΣΔ. Τις δεκαετίες 1970 και 1980, ο
Σολζενίτσιν ταυτίστηκε με τις πλέον αντιδραστικές δυνάμεις που υπήρχαν
στον καπιταλιστικό κόσμο. Ενδεικτικά των απόψεων του, είναι όσα αναφέρει
ο Μάριο Σόουζα:
«Οι
ναζιστικές συμπάθειες του θάφτηκαν ώστε να μην παρεμποδίσουν τον πόλεμο
προπαγάνδας ενάντια στο σοσιαλισμό […] Στις ΗΠΑ, ο Σολζενίτσιν κλήθηκε
συχνά να ομιλήσει σε σημαντικές συνεδριάσεις. Ήταν, παραδείγματος χάριν,
ο κύριος ομιλητής στο συνέδριο του συνδικάτου AFL-CIO το 1975, και στις
15 Ιουλίου 1975 κλήθηκε για να δώσει μια διάλεξη σχετικά με την
παγκόσμια κατάσταση στο αμερικανικό Κογκρέσο! Οι διαλέξεις του ήταν
προκλητικές, καθώς υποστήριζε τις πλέον αντιδραστικές θέσεις. Μεταξύ
άλλων υποστήριζε νέα εισβολή στο Βιετνάμ, μετά από τη νίκη του επί των ΗΠΑ. Και επιπλέον: μετά από 40 έτη φασισμού στην Πορτογαλία, όταν πήραν οι αριστεροί ανώτεροι υπάλληλοι στρατού την εξουσία στη λαϊκή επανάσταση του 1974, ο Σολζενίτσιν ήταν υπέρμαχος της
αμερικανικής στρατιωτικής επέμβασης στην Πορτογαλία που, σύμφωνα με
αυτόν, θα προσχωρούσε στο σύμφωνο της Βαρσοβίας εάν οι ΗΠΑ δεν
επενέβαιναν! Στις διαλέξεις του, ο Σολζενίτσιν διαφωνούσε με την
απελευθέρωση των αφρικανικών αποικιών της Πορτογαλίας».
Το
όνομα του Σολζενίτσιν συνδέθηκε με την υποστήριξη απάνθρωπων,
φασιστικών καθεστώτων όπως: του Φράνκο στην Ισπανία, του Πινοσέτ στη
Χιλή, του Σουχάρτο στην Ινδονησία. Υποστήριξε ανοιχτά τους φασίστες στην
Ισπανία, ενώ δεν έχασε την ευκαιρία να δώσει ρεσιτάλ αντικομμουνισμού
και αντιδραστικότητας σε συνέντευξη του στην ισπανική τηλεόραση, το
Μάρτη του 1976. Αντιδρώντας στις μεταρρυθμίσεις που προωθούσε – ως
αποτέλεσμα της λαϊκής πίεσης – μετά το θάνατο του Φράνκο ο βασιλιάς
Χουάν Κάρλος, ο Σολζενίτσιν έχυνε φασιστικό δηλητήριο προειδοποιώντας
τους Ισπανούς για πιθανή επικράτηση των «προοδευτικών» (όσων δηλαδή δεν
ήταν με τη δικτατορία του Φράνκο).
Αξίζει
να σημειωθεί πως ο πολυδιαφημισμένος «μαχητής της ελευθερίας» ήταν ο
μοναδικός σοβιετικός συγγραφέας που είχε καταφέρει να «περάσει»
τη λογοκρισία του ρατσιστικού καθεστώτος του Άπαρτχάϊντ στη Νότιο
Αφρική! Αν και λαλίστατος στα δυτικά φόρα, προνομιακός συνομιλητής του
Ρόναλντ Ρίγκαν και της Μάργκαρετ Θάτσερ, ο νομπελίστας Σολζενίτσιν δεν
είχε βρει να αρθρώσει μισή κουβέντα για τις φυλετικές διακρίσεις στη
Νότια Αφρική. Ούτε,ασφαλώς, για τα εκατομμύρια θύματα του αμερικανικού
ιμπεριαλισμού στο Βιετνάμ.
Οι
μόνοι νεκροί που υπήρχαν για τον Σολζενίτσιν ήταν αυτοί που είχε στην
αντικομμουνιστική του φαντασία: τα 60 εκατομμύρια (!!), όπως σημείωνε, «θύματα του Στάλιν». Ασφαλώς, από την επιστημονική μελέτη των ιστορικών στοιχείων για τα περίφημα «γκούλαγκ», προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι οι ισχυρισμοί του Σολζενίτσιν ήταν το λιγότερο φαιδροί. Για παράδειγμα, μεταξύ 1923
και 1952 ο αριθμός όσων καταδικάστηκαν σε θάνατο κυμαίνεται από 776.000
έως 786.000 ανθρώπους. Ακόμη κι’ αν υπολογιστούν ενδεχόμενες εκτελέσεις
που δεν έγιναν γνωστές, ο αριθμός αυτός φτάνει τις 820.000. Τα «εκατομμύρια θύματα» που «κατέγραψε» ο Σολζενίτσιν έχουν τόση σχέση με την πραγματικότητα, όσο το αγαπημένο του τσαρικό καθεστώς του 19ου αιώνα με τη δημοκρατία.
Όσο
εύκολα ο καπιταλιστικός κόσμος της Δύσης «αγκάλιασε» τον Σολζενίτσιν τη
δεκαετία του 1970, άλλο τόσο εύκολα τον πέταξε στο καλάθι της
πνευματικής ανυποληψίας στις αρχές της δεκαετίας του ’90, λίγο μετά τις
αντεπαναστατικές ανατροπές στην ΕΣΣΔ και την ανατολική Ευρώπη. Ο
Σολζενίτσιν και τα καλογραμμένα παραμύθια του χρησίμευσαν μέχρι να
διαδωθεί ο μύθος του «σοβιετικού τέρατος» και του «αιμοσταγούς
κομμουνισμού» στις κρίσιμες δεκαετίες του Ψυχρού Πολέμου. Με την
επικράτηση της αντεπανάστασης, οι μύθοι του Σολζενίτσιν άρχισαν να
χάνουν την αξία τους ως μαριονέτες της αντικομμουνιστής διανόησης. Όπως
σωστά επισημαίνει ο Μ.Σόουζα, ο Σολζενίτσιν «για
τους καπιταλιστές ήταν ένα δώρο από τον ουρανό που ήταν σε θέση να
χρησιμοποιηθεί στο βρώμικο πόλεμό τους ενάντια στο σοσιαλισμό, αλλά όλα
έχουν τα όρια τους. Στη νέα καπιταλιστική Ρωσία, αυτό που καθορίζει την
υποστήριξη της Δύσης για τις πολιτικές ομάδες είναι μόνο η δυνατότητα να
κάνει καλές μπιζνες με υψηλά κέρδη κάτω από την προστασία τέτοιων
ομάδων. Ο φασισμός (σ.σ: των ιδεοληψιών του Σολζενίτσιν) ως εναλλακτικό
πολιτικό καθεστώς για τη Ρωσία δεν θεωρείται καλός για μπιζνες».
Ο
Αλεξάντρ Σολζενίτσιν επέστρεψε στη Ρωσία το 1994, έπειτα από 18 χρόνια
διαμονής στις ΗΠΑ. Βέβαια, ένα χρόνο πριν, το 1993, δεν είχε αρθρώσει
ούτε κουβέντα όταν το διεφθαρμένο αντεπαναστατικό καθεστώς του Γιέλτσιν
κατέβαζε τα τανκς στους δρόμους της Μόσχας και βομβάρδιζε το Ανώτατο
Σοβιέτ. Τέτοιος «πατριώτης» ήταν ο Σολζενίτσιν, ιδεολογικός «όμηρος»
ακροδεξιών, θρησκόληπτων και σκοταδιστικών αντιλήψεων, που ζούσε με το
όραμα της αναγέννησης της τσαρικής αυτοκρατορίας.
Η
ρωσική αστική τάξη, διά του προέδρου Βλ. Πούτιν, φρόντισε να τιμήσει
τον Σολζενίτσιν αποδίδοντας του το 2007 το Κρατικό Βραβείο της Ρωσικής
Ομοσπονδίας για το «ανθρωπιστικό έργο»(!) του Όταν, ωστόσο, το 2008,
λίγους μόλις μήνες μετά το θάνατο του, η κυβέρνηση αποφάσισε να δώσει
τ’ονομα του σε ένα δρόμο της Μόσχας, συνάντησε τις έντονες διαμαρτυρίες
των κατοίκων της περιοχής. Ο Σολζενίτσιν πέθανε τον Αύγουστο του 2008,
όμως στις καρδιές των περισσότερων συμπατριωτών του είχε πεθάνει πολύ
νωρίτερα – τότε που αποφάσισε συνειδητά να συνταχθεί με την αντίδραση
και τον Ιμπεριαλισμό.
* υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας.
«Ναι, αλλά ο Στάλιν….»: Αντισταλινισμός και παραχάραξη της Ιστορίας